Νίκος Ξανθόπουλος – Ο αποχαιρετισμός στον «αδερφό» του Ανέστη Βλάχο

Τετάρτη, 25/08/2021 - 17:45
Ο Ανέστης Βλάχος έφυγε χτες από την ζωή σε ηλικία 87 ετών, αφήνοντας ένα μεγάλο κενό και ανείπωτη θλίψη στον καλλιτεχνικό χώρο. Πολλοί ήταν εκείνοι που θέλησαν να γράψουν δυο λόγια για την είδηση του θανάτου του, ανάμεσά τους και ο κουμπάρος του, Νίκος Ξανθόπουλος.
 

Ο ηθοποιός τον αποχαιρέτησε με μία ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook με ένα συγκινητικό μήνυμα. Συγκεκριμένα, έγραψε: «Εγώ δεν είχα αδερφό, εσύ ήσουν ο αδερφός μου.. Καλό σου ταξίδι ΑΝΕΣΤΗ . Σε λίγο έρχομαι κι εγώ …»

Δείτε την ανάρτηση

Ο Ανέστης Βλάχος είχε εισαχθεί στον Ευαγγελισμό, καθώς ταλαιπωρούνταν από ουρολοίμωξη η οποία του προκάλεσε υψηλό πυρετό και κρίθηκε απαραίτητη η νοσηλεία του. Το τελευταίο διάστημα, ο αγαπημένος ηθοποιός δεν μπορούσε καν να σιτιστεί με αποτέλεσμα το ανοσοποιητικό του σύστημα να εξασθενήσει εντελώς και δυστυχώς να καταλήξει βυθίζοντας στο πένθος τους οικείους του.

Πέθανε ο ηθοποιός Ανέστης Βλάχος

Τρίτη, 24/08/2021 - 11:05

Την τελευταία του πνοή άφησε σήμερα, Τρίτη, ο ηθοποιός Ανέστης Βλάχος, όπως έγραψε στο Facebook ο γιος του, Ηρακλής.

«Να την προσέχεις την μαμά σε παρακαλώ εκεί που πας Πατέρα, βρες και την Σοφία μας και να με περιμένετε, σας αγαπώ όλους τόσο πολύ… Αντίο μπαμπά… Καλό ταξίδι» έγραψε στην ανάρτησή του ο Ηρακλής Βλάχος.

Η ζωή και η καριέρα του 

Ο Ανέστης Βλάχος έγινε γνωστός μέσα από τον κινηματογράφο τη δεκαετία του ’60. Είχε παίξει σε περίπου 200 ταινίες και γρήγορα τυποποιήθηκε σε ρόλους «νταή» και «κακού». Κορυφαία στιγμή της καριέρας του ο πρωταγωνιστικός του ρόλος στο ψυχολογικό θρίλερ του Κώστα Μανουσάκη «Ο Φόβος» (1965), μία ταινία που επαινέθηκε τόσο εντός όσο και εκτός ελληνικών συνόρων κι έκοψε πολλά εισιτήρια. Ο Ανέστης Βλάχος γεννήθηκε στην Προσοτσάνη της Δράμας στις 7 Φεβρουαρίου 1934 από φτωχή αγροτική οικογένεια. Ο παππούς του, Φίλιππος Βλάχος, ήταν σύνδεσμος του Παύλου Μελά κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα, ενώ ο πατέρας του Ηρακλής Βλάχος σκοτώθηκε στο Αλβανικό μέτωπο το 1940.

Οι σπουδές και το ατύχημα

Το 1946 εγκαταστάθηκε με τη μητέρα του στην Αθήνα κι έκανε διάφορες δουλειές για να επιβιώσει. Όταν πήρε την απόφαση να γίνει ηθοποιός, γράφτηκε στην Ανωτέρα Σχολή Κινηματογράφου-Θεάτρου του Λυκούργου Σταυράκου, με συμμαθητή, μεταξύ άλλων, τον Κώστα Καζάκο. Παράλληλα, εργαζόταν ως οικοδόμος για να καλύπτει και τα δίδακτρα της σχολής. Ένα ατύχημα που του συνέβη στην οικοδομή (ένα καρφί μπήκε στο μάτι του) του στέρησε την όραση από το ένα μάτι, αλλά η ατυχία του αυτή δεν στάθηκε εμπόδιο στην πολύχρονη καριέρα του. Τα έξοδα της νοσηλείας του κάλυψαν η Έλλη Λαμπέτη και ο Δημήτρης Χορν.


Το 1954 έκανε το ντεμπούτο του στον κινηματογράφο με την ταινία του Νίκου Κούνδουρου «Μαγική Πόλις». Ακολούθησαν δεύτεροι ρόλοι σε πλήθος ταινιών, μεταξύ των οποίων «Ο Δράκος» του Νίκου Κούνδουρου (1955), «Το κορίτσι με τα μαύρα» του Μιχάλη Κακογιάννη (1956), «Η κατάρα της μάνας» του Βασίλη Γεωργιάδη (1961), «Το σπίτι της ηδονής» του Γιώργου Ζερβουλάκου (1961), «Μικρές Αφροδίτες» του Νίκου Κούνδουρου (1963), «Η Κύπρος στις φλόγες» του Ερρίκου Θαλασσινού (1964), «Λόλα» του Ντίνου Δημόπουλου (1964), «Με τη λάμψη στα μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη, «Κιέριον» του Δήμου Θέου (1968), «Ληστεία στην Αθήνα» του Βαγγέλη Σερντάρη (1969), «Στο Δρόμο του Λαμόρε» του Δημήτρη Μαυρίκιου (1979), «Θανάση σφίξε κι άλλο το ζωνάρι» του Θόδωρου Μαραγκού (1980), «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλλο» του Νίκου Τζήμα (1980), «Τα όπλα μου ρίχνουν λουλούδια» του Γιάννη Φαφούτη (1981), «Αυτόπτης Μάρτυς» του Μάρκου Χολέβα (1993) και «Lilly’s Story» του Ροβήρου Μανθούλη (2002).

“Μου έμεινε η στάμπα του σκληρού”...

Στην πολύχρονη καριέρα του υποδύθηκε διάφορους ρόλους (ακόμη και μία αρκούδα στην ταινία «Η οδύσσεια ενός ξεριζωμένου» με πρωταγωνιστή τον κουμπάρο του Νίκο Ξανθόπουλο), αλλά καταξιώθηκε στη συνείδηση του κοινού σε ρόλους «κακού». «Εγώ είμαι ρολίστας. Δεν μπορείς να με κατατάξεις ούτε στους δραματικούς ούτε στους κωμικούς ηθοποιούς. Εμένα μου έμεινε η στάμπα του σκληρού λόγω της φυσιογνωμίας μου κι έτσι οι σκηνοθέτες μου έδιναν συνεχώς ρόλους για να παίξω» είχε πει σε μία συνέντευξή του.

Ο Ανέστης Βλάχος κέρδισε τιμητικές διακρίσεις στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης το 1966 και το 1974, για τις ερμηνείες του στις ταινίες «Με τη Λάμψη στα Μάτια» του Πάνου Γλυκοφρύδη και «Κιέριον» του Δήμου Θέου, αντίστοιχα. Επίσης κέρδισε τιμητική διάκριση στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Τυνησίας το 1966 για τον πρωταγωνιστικό του ρόλο στην ταινία του Κώστα Μανουσάκη «Ο Φόβος».
Θέατρο και πολιτική

Η θεατρική του παρουσία ήταν περιορισμένη. Η πρώτη του εμφάνιση έγινε το 1963 με το έργο του Ζαν Πολ Σαρτρ «Νεκροί Χωρίς Τάφο» στο «Κυκλικό Θέατρο» του Λεωνίδα Τριβιζά. Στη συνέχεια έπαιξε σε κωμωδίες του Νίκου Τσιφόρου, καθώς και σε επιθεωρήσεις.

Τη δεκαετία του ‘70 ασχολήθηκε με την πολιτική και ήταν από τα ιδρυτικά μέλη του ΠΑΣΟΚ. Όπως είχε πει σε συνέντευξή του: «Ήμουν ο ιδρυτής της πρώτης τοπικής του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα. Κι αργότερα, με ένα συνάδελφο, φτιάξαμε την πρώτη κλαδική των ηθοποιών. Δεν πήγα στο ΠΑΣΟΚ για να βγάλω λεφτά. Πήγα για να βάλω το λιθαράκι μου και ν’ αλλάξει η Ελλάδα. Ήθελα την ανατροπή, που την έφερε ο Αντρέας». Το 1977 ήταν υποψήφιος βουλευτής με το ΠΑΣΟΚ στη Β’ Αθηνών και το 1978 εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων με τον Δημήτρη Μπέη.

Ο Ανέστης Βλάχος είναι παντρεμένος με την ηθοποιό Μαρία Γαρίτση, με την οποία έχουν αποκτήσει μία κόρη, τη δημοσιογράφο Έλλη Βλάχου. Από τον πρώτο του γάμο με την τραγουδίστρια Αναστασία Παπανδρώνη, έχει ένα γιο, τον Ηρακλή Βλάχο. Εγγονός του είναι ο Ανέστης Βλάχος, τραγουδιστής, στιχουργός, σκηνοθέτης και δημοτικός σύμβουλος Παιανίας.