Δημογραφικό / Ρεκόρ υπογεννητικότητας το 2023 – Προς δραματική μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας

Δημογραφικό / Ρεκόρ υπογεννητικότητας το 2023 – Προς δραματική μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας

Σάββατο, 20/01/2024 - 14:53

Ο μικρότερος που καταγράφηκε μέχρι στιγμής αναμένεται να είναι ο αριθμός των γεννήσεων το 2023, όπως τονίστηκε σε διεθνές συνέδριο του Economist, στο Καβούρι.

Σύμφωνα με την ΕΡΤ, για τα τελευταία 91 χρόνια, από το 1932, οι γεννήσεις το 2023 είναι λιγότερες από 73.000, για την ακρίβεια 72.244, που αναμένεται βεβαίως να οριστικοποιηθούν από τα ληξιαρχεία και την ΕΛΣΤΑΤ το επόμενο διάστημα.

Ο δείκτης γονιμότητας έχει πέσει κάτω από το 1,5% από το 1987 και μετά. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε ενάμισι παιδί ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας, κάτι ιδιαίτερα ανησυχητικό.

Αυτό μεταφράζεται σε συρρίκνωση του πληθυσμού, ο οποίος αναμένεται, σύμφωνα με τις πιο ζοφερές εκτιμήσεις, να μειωθεί την τελευταία 25ετία έως και 1,5 εκατομμύριο, ενώ με κάποια πιο αισιόδοξα στοιχεία, ίσως η μείωση του πληθυσμού θα είναι 1,15 εκατομμύριο.

Αυτό σημαίνει ότι η μείωση του πληθυσμού κάτω των 65 ετών θα είναι 1,8 εκατομμύρια άτομα.

Δημογραφικό: Αρνητικό ρεκόρ για Ελλάδα - Στην 6η θέση παγκοσμίως στη γήρανση του πληθυσμού

Παρασκευή, 08/12/2023 - 16:43

Βασίλης Τσακίρογλου

Στη διάρκεια του 2022, δηλαδή του τελευταίου έτους για το οποίο η ΕΛΣΤΑΤ έχει ολοκληρωμένη στατιστική εικόνα, επιβεβαιώθηκε η τάση συρρίκνωσης του ελληνικού πληθυσμού: Οι γεννήσεις ήταν μειωμένες κατά 10,31% σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά. Σε απόλυτους αριθμούς, το 2022 γεννήθηκαν 76.541 παιδιά -και, προοπτικά, νέοι Έλληνες πολίτες- ήτοι 8.805 λιγότερα από τα 85.346 παιδιά που καταγράφηκαν στα ληξιαρχεία ανά την επικράτεια το 2021.

Μάλιστα, το σύνολο των γεννήσεων του 2022 κατέρριψε κάθε προηγούμενο αρνητικό ρεκόρ για τη χώρα μας από το 1955, καθώς για πρώτη φορά από τότε που τηρούνται επίσημα και έγκυρα στατιστικά στοιχεία, καταγράφηκαν λιγότερες από 80.000 γεννήσεις ετησίως στην Ελλάδα.

pinakas-1 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ



Το πιο δυσοίωνο στοιχείο είναι όμως ότι τα τελευταία 67 χρόνια οι γεννήσεις στην Ελλάδα βαίνουν σταδιακά μειούμενες. Η δε καθοδική τάση γίνεται πιο έντονη τα τελευταία χρόνια και ιδιαίτερα μετά από το 2008, μια χρονική περίοδο που χαρακτηρίστηκε από την οικονομική κρίση, τόσο παγκοσμίως όσο -και ίσως πολύ πιο επώδυνα για την πλειονότητα των πολιτών- στην Ελλάδα. Έτσι, ενώ τη δεκαετία των '00s εκδηλώθηκε μια αναλαμπή αύξησης των γεννήσεων, από το 2008 και εξής ο πληθυσμιακός κατήφορος κυριαρχεί. Και προβληματίζει, βεβαίως, θέτοντας επιτακτικά ακόμη και ζήτημα ύπαρξης της Ελλάδας στο βάθος του χρόνου.

Την ως άνω, εξαιρετικά ανησυχητική εικόνα, με τη σαφή πληθυσμιακή συρρίκνωση της χώρας, αποτυπώνει εναργώς σε μια διεξοδική επιστημονική μελέτη με τίτλο «Υπογεννητικότητα και Θνησιμότητα στην Ελλάδα», την οποίαν εκπόνησαν ο καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης (Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων Ισπανίας, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School στη Γαλλία), ο Δρ. Δημήτρης Μπατάκης (Πολυτεχνείο Κρήτης, Εργαστήριο Financial Engineering, Μ.Sc. LSE International Health Policy, M.Sc. Health Economics and Management) και ο Μανώλης Καρακώστας (M.Sc. Διοίκησης Επιχειρήσεων Επαγγελματίας Υγείας – Ερευνητής).

 

pinakas-5 Πηγή: The World Factbook (cia.gov)

 

pinakas-6 Πηγή: statista.com



Η συγκριτική παρατήρηση και η αντιπαραβολή του ρυθμού γεννήσεων με τον αντίστοιχο των θανάτων, εικονογραφεί με ακόμη μεγαλύτερη ακρίβεια το μέγεθος του προβλήματος. Διότι, βάσει των στατιστικών στοιχείων, καθίσταται σαφές ότι από το 2010 το ισοζύγιο γεννήσεων/θανάτων είναι μονίμως αρνητικό, έχοντας σταθερά αυξητικές τάσεις.

Όπως σημειώνουν χαρακτηριστικά οι ερευνητές «ανά μέσο όρο πενταετίας από το 1955, ο αριθμός των θανάτων συνεχώς αυξάνεται. Μάλιστα, την τριετία 2020-2022 η αύξηση είναι αισθητά μεγαλύτερη από την αντίστοιχη των προηγούμενων χρονικών περιόδων. Θα μπορούσε κανείς να υποθέσει πως αυτό οφείλεται στην πανδημία του κορονοϊού, για τα έτη 2021 και 2022, όμως η εκτίναξη των θανάτων στους 131.084 το 2020 από τους 124.954 που ήταν το 2019, μαρτυρά πως το πρόβλημα είναι βαθύτερο».

Η άμεση συνέπεια της υστέρησης των γεννήσεων έναντι των θανάτων, είναι ότι η Ελλάδα γερνά. Μέσα σε 50 χρόνια οι Έλληνες ηλικίας έως 14 ετών μειώθηκαν κατά 11,3%: Το 1971 ήταν 25,4% επί του συνόλου του πληθυσμού, ενώ το 2021 μετρήθηκαν μόλις στο 14,1%. Ταυτόχρονα, αντιστρόφως ανάλογη είναι η πορεία των ηλικιωμένων. Η πληθυσμιακή ομάδα των ατόμων άνω των 65 ετών αυξήθηκε σχεδόν όσο μειώθηκαν οι νέοι, με 11,7%.

 

pinakas-2 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ



Ως προς τη σύγκριση με ό,τι ισχύει παγκοσμίως, η μελέτη διαπιστώνει ότι, ως προς την γήρανση του πληθυσμού, η Ελλάδα βρίσκεται στην 6η θέση παγκοσμίως, με το 22,8% των κατοίκων της να είναι ηλικίας άνω των 65 ετών. Έως το 2050, αυτή η πληθυσμιακή ομάδα θα περιλαμβάνει το 34,5% των κατοίκων, φέρνοντας την χώρα μας στην 7η θέση του σχετικού καταλόγου.

 

pinakas-7 Πηγή: statista.com / World Data Forum

Εξυπακούεται ότι όταν αυξάνονται οι ηλικιωμένοι και μειώνονται οι νεότεροι, πολλαπλασιάζονται οι θάνατοι. Και η περιδίνηση προς την εξαφάνιση, καθώς επιταχύνει συν τω χρόνω, από ένα ορισμένο χρονικό σημείο και μετά, καθίσταται μη αναστρέψιμη. Παράλληλα, θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψιν του ότι πχ στην Αφρική παρατηρείται τα τελευταία χρόνια αντίστροφη τάση, με τον εκεί πληθυσμό να αυξάνεται, τον ηλικιακό μέσον όρο να πέφτει κ.ο.κ.

 

pinakas-3 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ

 

pinakas-4 Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ

Εύλογα, λοιπόν, διατυπώνεται η υπόθεση ότι η Ελλάδα θα είναι όλο και πιο ευάλωτη στο μέλλον, όλο και πιο ανίσχυρη να αντισταθεί σε κύματα μετανάστευσης από τον διεθνή περίγυρο. Η προοπτική «κατάκτησης» της Ελλάδας από φύλα διαφορετικής εθνοτικής, θρησκευτικής, πολιτισμικής κ.λπ. προέλευσης, δεν είναι μια εθνικιστικού και αντιδραστικού τύπου κινδυνολογία. Δεν προκύπτει από ιδεολογικές, ρατσιστικές επί της ουσίας, φοβίες ή προκαταλήψεις. Είναι απλώς μια πραγματικότητα που αποτυπώνεται στα ψυχρά στατιστικά στοιχεία και επιβεβαιώνεται από μελέτες όπως η συγκεκριμένη που παρουσιάζει το protothema.gr.

Ο Δήμος Αγράφων θα δίνει 3.000 ευρώ για κάθε γέννηση παιδιού από το 2024

Τρίτη, 24/10/2023 - 12:06

Το ποσό των 3.000 ευρώ θα δίνει από το 2024 ο Δήμος Αγράφων για κάθε παιδί που γεννιέται στο Δήμο, ενώ σήμερα το ποσό που ισχύει, ανέρχεται στα 1.500 ευρώ.

Μάλιστα, σύμφωνα με τον δήμαρχο Αγράφων, Αλέξη Καρδαμπίκη, ο δήμος παροτρύνει και νέα ζευγάρια που θέλουν να ξεκινήσουν τη δική τους οικογένεια, αν το επιθυμούν να εγκατασταθούν στα Άγραφα. Όπως ο ίδιος είπε, μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο Action24 τη Δευτέρα (23.10.23), χρηματοδοτεί και την εξωσωματική γονιμοποίηση για τα παιδιά που θα γεννηθούν στο Δήμο.

«Προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι μπορούμε, με τις λίγες δυνάμεις που έχουμε», σημείωσε, μιλώντας στο Action24.

«Εμείς σε όλα τα ζευγάρια που τεκνοποιούν και μένουν στο Δήμο, δίνουμε 1500 ευρώ, ενώ έχουμε δεσμευτεί ότι από τις αρχές του 2024 τα χρήματα θα γίνουν 3.000. Έχουμε ζητήσει βοήθεια φίλων των Αγράφων να ενισχύσουν με κάποιο τρόπο τις νέες μανάδες στα Άγραφα. Σύμφωνα με το πρόγραμμα στο οποίο συμμετέχουμε όποιο παιδί γεννιέται στα Άγραφα, γεννιέται δωρεάν», είπε. 

ΕΛΣΤΑΤ: Μείωση στις γεννήσεις το 2022 στην Ελλάδα – Πόσοι παντρεύτηκαν και πόσοι χώρισαν (γραφήματα)

Κυριακή, 08/10/2023 - 13:51

Περαιτέρω μείωση κατά 10,3% σημείωσαν οι γεννήσεις στην Ελλάδα πέρυσι και ανήλθαν σε 76.541 (39.558 αγόρια και 36.983 κορίτσια) σε σχέση με το 2021 που ήταν 85.346 (43.998 αγόρια και 41.348 κορίτσια). Στις γεννήσεις δε συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες το 2022 ανήλθαν σε 446, μειωμένες κατά 1,5% σε σχέση με το 2021 που ήταν 453.

Από την άλλη πλευρά, οι θάνατοι το 2022 ανήλθαν σε 140.801 (70.802 άνδρες και 69.999 γυναίκες), καταγράφοντας μείωση 2,2% σε σχέση με το 2021 που ήταν 143.923 (73.420 άνδρες και 70.503 γυναίκες).

Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανήλθαν σε 239, μειώνοντας το δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων) από 3,48 το 2021 σε 3,12 το 2022.

Με κόκκινο χρώμα αποτυπώνονται οι θάνατοι

Σύμφωνα επίσης με τα στοιχεία φυσικής κίνησης πληθυσμού από την ΕΛΣΤΑΤοι γάμοι το 2022 ανήλθαν σε 43.355 (21.381 θρησκευτικοί και 21.974 πολιτικοί), παρουσιάζοντας αύξηση κατά 6,4% σε σχέση με το 2021, κατά το οποίο είχαν πραγματοποιηθεί 40.759 (18.487 θρησκευτικοί και 22.272 πολιτικοί).

Τα σύμφωνα συμβίωσης ανήλθαν σε 13.157, παρουσιάζοντας αύξηση 13,9% σε σύγκριση με το 2021 που ήταν 11.550. Στα σύμφωνα συμβίωσης του 2022 περιλαμβάνονται 394 σύμφωνα συμβίωσης μεταξύ ανδρών και 113 μεταξύ γυναικών.

Τα διαζύγια ανήλθαν σε 14.477, παρουσιάζοντας αύξηση 4% σε σχέση με το 2021 (13.921διαζύγια). Αναφορικά με τον τύπο διαζυγίου, οκτώ στα δέκα διαζύγια που εκδόθηκαν την τελευταία πενταετία είναι συναινετικά. Το 2022, εκδόθηκαν 11.638 συναινετικά (80,4%) και 1.906 κατ’ αντιδικία διαζύγια (13,2%), ενώ για 933 διαζύγια (6,4%) δεν δηλώθηκε ο τύπος διαζυγίου.

Οι περισσότερες αποφάσεις διαζυγίων αφορούν σε άτομα ηλικίας 40- 44 ετών (άνδρες 17,8% και γυναίκες 20%) και ακολουθούν τα άτομα ηλικίας 45- 49 ετών (άνδρες 17,6% και γυναίκες 16,4%).

Το 65,6% των διαζυγίων που εκδόθηκαν το 2022 αφορά σε γάμους που διήρκησαν 10 και πλέον έτη (9.500 διαζύγια).

Η αναλογία διαζυγίων ανά 100 γάμους ήταν 33,4 το 2022, έναντι 34,2 το 2021, από 41,2 το 2020, από 32,1 το 2019 και από 32,8 το 2018.

Επειγόντως μέτρα για το δημογραφικό - Πώς μπορεί να ανακοπεί η τάση μείωσης του πληθυσμού της Ελλάδας

Κυριακή, 05/01/2020 - 13:00

Ως βραδυφλεγή δημογραφική βόμβα για τη χώρα μας ερμηνεύουν ειδικοί επιστήμονες το νέο αρνητικό ρεκόρ που σημειώθηκε στον αριθμό των γεννήσεων και τη χρονιά που πέρασε. Το βασικό σενάριο που, δυστυχώς, ισχύει για τη χώρα είναι ότι «ο τελικός αριθμός παιδιών που θα φέρουν στη ζωή οι γυναίκες στην Ελλάδα θα είναι μικρότερος, λίγο μικρότερος σε κάθε γενιά από αυτόν των γονιών τους». 


Ο καθηγητής Δημογραφίας του Τμήματος Μηχανικών Χωροταξίας, Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Βύρων Κοτζαμάνης έχει αναφέρει επανειλημμένως σε δηλώσεις του πως το πρόβλημα είναι ακόμα μεγαλύτερο, αφού ο πληθυσμός «δεν αυξάνεται μόνο με τις γεννήσεις και τους θανάτους, αλλά και σε σχέση με την αντίστοιχη ζυγαριά, που είναι οι είσοδοι και οι έξοδοι, πόσοι μπαίνουν και πόσοι βγαίνουν από τη χώρα».
«Στην Ελλάδα η γονιμότητα των γενεών φθίνει διαρκώς. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τα αρνητικά μεταναστευτικά ισοζύγια των τελευταίων ετών, οδήγησε μετά το 2010 αρχικά στην ανακοπή της αύξησης του πληθυσμού μας και εν συνεχεία στη μείωσή του, η οποία πιθανότατα θα συνεχιστεί μέχρι και το 2050» υπογραμμίζει ο καθηγητής.

Καταθλιπτικά στοιχεία
Σύμφωνα με τα στοιχεία από τα ληξιαρχεία της χώρας, τα οποία επεξεργάστηκε και δημοσίευσε την Παρασκευή η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), στην Ελλάδα πέρυσι οι θάνατοι ήταν 33.857 περισσότεροι από τις γεννήσεις, ένα φαινόμενο που πλέον αποκτά χαρακτηριστικά μονιμότητας, καθώς καταγράφεται αδιαλείπτως από το 2011, με την «ψαλίδα», ειδικά την τελευταία τετραετία, να κυμαίνεται μεταξύ 25.894 (περισσότεροι θάνατοι από γεννήσεις) το 2016 και 35.948 το 2017.
● Οι γεννήσεις στην Ελλάδα ανήλθαν σε 86.440 (44.525 αγόρια και 41.915 κορίτσια) καταγράφοντας μείωση 2,4% σε σχέση με το 2017, όταν ήταν 88.553 (45.686 αγόρια και 42.867 κορίτσια).
● Στις γεννήσεις δεν συμπεριλαμβάνονται οι γεννήσεις νεκρών βρεφών, οι οποίες ανήλθαν σε 335, μειωμένες κατά 7,7% σε σχέση με το 2017, οπότε ήταν 363.
● Οι θάνατοι ανήλθαν σε 120.297 (61.387 άνδρες και 58.910 γυναίκες) καταγράφοντας μείωση 3,4% σε σχέση με το 2017, που ήταν 124.501 (63.168 άντρες και 61.333 γυναίκες).
● Οι θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανήλθαν σε 300, αυξάνοντας ελάχιστα τον δείκτη βρεφικής θνησιμότητας (θάνατοι βρεφών ηλικίας κάτω του έτους ανά 1.000 γεννήσεις ζώντων), από 3,46 το 2017 σε 3,47 το 2018.
Οι προβλέψεις για το πληθυσμιακό μέλλον της Ελλάδας είναι εξαιρετικά δυσοίωνες. Με βάση το χειρότερο σενάριο, ο πληθυσμός της χώρας θα φτάσει τα 8,3 εκατομμύρια το 2050. Πιο μετριοπαθής πρόβλεψη κάνει λόγο για 8,8 εκατομμύρια. Σε κάθε περίπτωση, μιλάμε για μία μείωση τουλάχιστον 2 εκατομμυρίων.

Αντιμετώπιση υπογονιμότητας
Τι μπορεί να γίνει για να ανακοπεί σε πρώτη φάση η φθίνουσα πορεία της γονιμότητας; Σύμφωνα με την έρευνα του καθηγητή απαιτούνται:
● Μια αλλαγή των αναπαραγωγικών συμπεριφορών, η οποία απαιτεί κάποιο βάθος χρόνου και προϋποθέτει την πλήρωση δύο συνθηκών: την προοδευτική αλλαγή των κυρίαρχων αξιών και την αντικατάστασή τους από αξίες που «ευνοούν» περισσότερο την τεκνογονία.
● Η δημιουργία ενός γενικότερου ευνοϊκού περιβάλλοντος που θα επιτρέψει την υλοποίηση από τις νεότερες γενεές του επιθυμητού μεγέθους οικογένειας (γύρω από τα δύο παιδιά).
Ποιοι είναι όμως οι κύριοι τομείς στους οποίους χρειάζεται να επέμβουμε ώστε να περιοριστεί το πρόβλημα της υπογονιμότητας; Μια σειρά ανεπτυγμένες χώρες έχουν υιοθετήσει μέτρα στήριξης και ανόρθωσης της γονιμότητας του πληθυσμού τους, τα οποία μπορεί να κωδικοποιηθούν ως εξής:
1. Ενισχύσεις οικονομικής φύσης: Επιδόματα γάμου / συμβίωσης, οικογενειακά επιδόματα διαφοροποιούμενα συνήθως αναλόγως της τάξης έλευσης του παιδιού, πριμ (π.χ. στη γέννηση ενός παιδιού), φορολογικές ελαφρύνσεις (φόρος εισοδήματος), επιδότηση ή ακόμη και δωρεάν χρήση υπηρεσιών (π.χ. μεταφοράς με τα μαζικά μέσα, σχολικά βιβλία και είδη, εξωσχολικές δραστηριότητες – άθληση, πολιτισμός – υπηρεσίες κοινής ωφέλειας), στεγαστικά βοηθήματα και δάνεια (προγράμματα κοινωνικής στέγασης, στεγαστικά επιδόματα, χαμηλότοκα δάνεια για την απόκτηση πρώτης κατοικίας και μείωση ή απαλλαγή από τους φόρους που τη βαρύνουν).
2. Μέτρα που επικεντρώνονται στον γονέα ή τους γονείς με στόχο την εναρμόνιση της οικογενειακής με την επαγγελματική ζωή: Άδειες μητρότητας / μεγαλώματος των παιδιών και κατοχύρωση της επανόδου στην πρότερη της εγκυμοσύνης εργασία, άδειες διακοπών, επιδόματα φύλαξης των παιδιών, ύπαρξη επαρκών ποιοτικών δομών για τη μόνιμη φιλοξενία και δημιουργική απασχόληση όλων των παιδιών προσχολικής ηλικίας, παιδικές κατασκηνώσεις, ανάπτυξη δομών για τη δημιουργική απασχόληση των παιδιών μεγαλύτερης ηλικίας εντός και εκτός σχολείου, ευέλικτα για τους γονείς ωράρια εργασίας και άδειες μικρής διάρκειας για οικογενειακούς λόγους, ισχυρό θεσμικό πλαίσιο για την αποφυγή διακρίσεων στο πεδίο της εργασίας.
3. Παρεμβάσεις που στοχεύουν στο παιδί και στο γονικό λειτούργημα. Αυτές αφορούν γενικότερα τη δημιουργία ευνοϊκού για το παιδί και τον γονέα / τους γονείς του περιβάλλοντος για το μεγάλωμα των παιδιών τους. Π.χ. πολεοδόμηση με ασφαλείς δημόσιους χώρους, προσβάσιμους στα παιδιά και στους συνοδούς τους (πλατείες, παιδικές χαρές, αθλοπαιδιές, πάρκα με άλλες δραστηριότητες για τον ελεύθερο χρόνο), χωροθέτηση των δομών προσχολικής και μικρής ηλικίας λαμβάνοντας υπόψη τη χωρική κατανομή των γονέων για την ελαχιστοποίηση του χρόνου μετακίνησης, μέτρα που αποσκοπούν στη διεύρυνση της ισότητας των δύο φύλων – εκτός αυτών που αναφέρονται στην οικονομική σφαίρα – και ιδιαίτερα στην ισότητα στο πλαίσιο της συμβίωσης, ανάπτυξη θετικών προσεγγίσεων απέναντι στο παιδί και στο γονικό λειτούργημα.


Πηγή ://www.topontiki.gr/

Το 2060 ένας στους τρεις Ευρωπαίους θα είναι πάνω από 65 ετών - Βραδυφλεγής βόμβα το δημογραφικό στην Ελλάδα

Κυριακή, 16/06/2019 - 16:00

Οι Ευρωπαίοι μπορούν να προσβλέπουν σε ζωές πιο μακριές, υγιείς και δραστήριες, χάρη στις συνεχείς προόδους στη βιοϊατρική και στην ποιότητα ζωής, που έχουν ως αποτέλεσμα το μέσο προσδόκιμο ζωής κατά τη γέννηση ενός ανθρώπου στην Ευρωπαϊκή Ένωση να είναι σήμερα περίπου τα 81 έτη, εννέα χρόνια πάνω από το μέσο παγκόσμιο όρο.

         Το προσδόκιμο ζωής του μέσου Ευρωπαίου προβλέπεται ότι στο μέλλον θα αυξάνεται κατά δύο χρόνια ανά δεκαετία.

Αν αυτή η τάση όντως επιβεβαιωθεί, τότε -σύμφωνα με μια νέα μελέτη του Κοινού Κέντρου Ερευνών (Joint Research Centre-JRC) της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του Διεθνούς Ινστιτούτου Ανάλυσης Εφαρμοσμένων Συστημάτων- το 2060 το 32% του πληθυσμού της ΕΕ, δηλαδή σχεδόν ο ένας στους τρεις κατοίκους, θα είναι άνω των 65 ετών, έναντι ποσοστού 19% το 2015 και μόνο 13% το 1960.

         Επιπλέον, έως το 2060 η ΕΕ θα διαθέτει ένα μικρότερο εργατικό δυναμικό (215 εκατομμύρια έναντι 245 εκατομμυρίων το 2015), αλλά ακόμη καλύτερα μορφωμένο (το 59% θα έχει μετα-δευτεροβάθμια εκπαίδευση το 2060, έναντι 35% το 2015). Όμως επειδή, αν και πιο μορφωμένοι, οι μελλοντικοί Ευρωπαίοι εργαζόμενοι θα είναι συνολικά λιγότεροι λόγω της γήρανσης του πληθυσμού, αυτό θα αποτελέσει μεγάλη πρόκληση για τα ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά συστήματα και το κράτος πρόνοιας. Λιγότεροι εργαζόμενοι θα πρέπει να υποστηρίζουν με τις εισφορές τους περισσότερους ηλικιωμένους και συνταξιούχους, οι οποίοι θα εξαρτώνται από τους πρώτους.

    Η αναλογία ανενεργού-ενεργού πληθυσμού -δηλαδή ο βαθμός εξάρτησης των συνταξιούχων και λοιπών μη απασχολούμενων από τους εργαζόμενους- ήταν περίπου 1,05 στην ΕΕ το 2015 (δηλαδή 105 μη εργαζόμενοι ήσαν εξαρτημένοι από 100 εργαζόμενους) και προβλέπεται -με τις σημερινές τάσεις- να αυξηθεί στο 1,36 το 2060, αν και θα υπάρχουν μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα. Χώρες που συνδυάζουν υπογεννητικότητα, υψηλό προσδόκιμο ζωής και χαμηλή απασχόληση, θα έχουν το μεγαλύτερο πρόβλημα.
Για την Ελλάδα π.χ. προβλέπεται αναλογία 1,69 (169 μη εργαζόμενοι θα εξαρτώνται από 100 εργαζόμενους) και για την Ιταλία 1,72, ενώ στο άλλο άκρο θα βρίσκονται χώρες όπως η Σουηδία (1,04) και η Δανία (1,05). 

         Η μελέτη του JRC εξετάζει διάφορα σενάρια για να βελτιωθεί η κατάσταση.
Από τις τρεις βασικές κυριότερες επιλογές (αύξηση της γεννητικότητας, της εισροής μεταναστών από χώρες εκτός ΕΕ και της απασχόλησης), οι ερευνητές θεωρούν πιο κρίσιμο να διευρυνθεί η απασχόληση.

Δηλαδή ένα ολοένα μεγαλύτερο μέρος του ευρωπαϊκού πληθυσμού, που βρίσκεται σε ηλικία για εργασία, να βρίσκει όντως δουλειές. Μεταξύ άλλων, αυτό αφορά την περαιτέρω διεύρυνση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας.

    Παράλληλα, προτείνεται να ενθαρρυνθεί και η συνέχιση της εργασίας πέρα από τα 65 χρόνια. Σύμφωνα με την έκθεση, η ηλικία των 65 δεν πρέπει πια να θεωρείται συνώνυμη με το τέλος της παραγωγικής ζωής ενός ανθρώπου και η ηλικία συνταξιοδότησης πρέπει να γίνει πιο ευέλικτη στο μέλλον.

   Αν όλα τα κράτη μέλη βελτίωναν έως το 2060 το ποσοστό απασχόλησης του εργατικού δυναμικού τους για να φθάσουν τις χώρες με την καλύτερη επίδοση σήμερα (π.χ. Σουηδία), τότε η ΕΕ δεν θα εξαρτιόταν τόσο από την αύξηση της εισροής μεταναστών ως εργατικού δυναμικού, ούτε από την αύξηση της γεννητικότητας.

         Η έκθεση θεωρεί σημαντική τη μετανάστευση για τις μελλοντικές δημογραφικές εξελίξεις στην ΕΕ, τόσο για το μέγεθος του εργατικού δυναμικού, όσο και του συνολικού πληθυσμού της Ευρώπης. Χωρίς καθόλου έξωθεν μετανάστευση, ο πληθυσμός της ΕΕ προβλέπεται ότι -λόγω υπογεννητικότητας- θα μειωθεί στα 466 εκατομμύρια το 2060, δηλαδή στα επίπεδα της δεκαετίας του 1980, ενώ με τη μετανάστευση, μπορεί να φθάσει τα 521 εκατομμύρια.

   Όμως, από την άλλη, η έκθεση επισημαίνει ότι η μετανάστευση δεν μπορεί να επιβραδύνει σημαντικά τη γήρανση του ευρωπαϊκού πληθυσμού (η οποία θεωρείται δημογραφικά σχεδόν αναπότρεπτη), ούτε να λύσει από μόνη της τη δυσμενή αναλογία εργαζομένων/συνταξιούχων σε βάθος χρόνου. Σύμφωνα με τα σενάρια της μελέτης, ακόμη και με διπλάσια μετανάστευση, που θα αυξήσει τον πληθυσμό της ΕΕ στα 632 εκατομμύρια το 2060, το ποσοστό των ηλικιωμένων άνω των 65 ετών δεν θα υποχωρήσει κάτω από το 29% (ενώ χωρίς καθόλου μετανάστευση, από την άλλη, θα έφθανε το 34%). Αν εξάλλου η γεννητικότητα αυξηθεί κατά 25%, το ποσοστό του πληθυσμού της τρίτης ηλικίας το 2060 υπολογίζεται γύρω στο 30%. Με άλλα λόγια, μετανάστευση και γεννητικότητα είναι ανεπαρκείς, χωρίς να «βάλει το χεράκι» της η διεύρυνση της απασχόλησης.

   Το πρόβλημα της Ελλάδας

    Πριν ενάμισι αιώνα, η Ευρώπη είδε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της να φεύγει για το Νέο Κόσμο, κυρίως τις ΗΠΑ. Μεταξύ 1850-1913 πάνω από 40 εκατομμύρια Ευρωπαίοι μετανάστευσαν. Τώρα η κατάσταση έχει αντιστραφεί και η Ευρώπη υποδέχεται κύματα μεταναστών.

Αλλά, σύμφωνα με τη μελέτη, σε μερικές χώρες της ΕΕ, όπως η Ελλάδα, λόγω και της πρόσφατης οικονομικής κρίσης, στο ισοζύγιο των ροών της μετανάστευσης (πόσοι φεύγουν από τη χώρα και πόσοι έρχονται σε αυτήν) η ζυγαριά εξακολουθεί να γέρνει υπέρ των εκροών, καθώς η μορφωμένη νέα γενιά αναζητά καλύτερη τύχη σε άλλες χώρες.

   Η μελέτη επίσης προειδοποιεί ότι μερικές χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (όπως η Ελλάδα) μπορεί να αντιμετωπίσουν περαιτέρω συρρίκνωση πληθυσμού έως το 2060, αλλά και γήρανση του, καθώς -παράλληλα με την ενδημική υπογεννητικότητα τους- συνεχίζουν να μεταναστεύουν σε άλλες χώρες δυναμικά τμήματα του εργατικού δυναμικού τους, ένα φαινόμενο που εν μέρει οφείλεται στη «διαρροή εγκεφάλων».

Για τη Ρουμανία, για παράδειγμα, προβλέπεται ότι -με τη σημερινή τάση- ο πληθυσμός της θα μειωθεί από 19,9 εκατομμύρια το 2015 σε 13,8 εκατομμύρια το 2060 (μείωση 30%). Αν όμως σταματούσε η μετανάστευση Ρουμάνων σε άλλες χώρες της ΕΕ, τότε η μείωση του ρουμανικού πληθυσμού θα ήταν περίπου η μισή (14%) έως το 2060.



ΑΠΕ

Δημογραφικό: Μειώνονται ανησυχητικά οι γεννήσεις στην Ελλάδα ( video)

Κυριακή, 27/01/2019 - 08:00

Τον κώδωνα του κινδύνου για μείωση του πληθυσμού της χώρας κρούουν οι ειδικοί επιστήμονες, επισημαίνοντας ότι τα τελευταία χρόνια οι θάνατοι είναι σταθερά πολύ περισσότεροι από τις γεννήσεις αλλά και ότι νέοι άνθρωποι υψηλών προσόντων φεύγουν στο εξωτερικό.


Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε από το 2010 ως το 2017 κατά 355.000


Πηγή:ΕΡΤ

Ο πληθυσμός της Ελλάδας συνεχίζει να μειώνεται

Κυριακή, 06/01/2019 - 13:00

Η μείωση του πληθυσμού στην Ελλάδα που ξεκίνησε από τις αρχές της τρέχουσας δεκαετίας συνεχίζεται απρόσκοπτα.

Στη μείωση αυτή συμβάλει σημαντικά το ισοζύγιο γεννήσεων και θανάτων που είναι όλο και περισσότερο αρνητικό.

Τίθεται έτσι ένα ερώτημα: οι θάνατοι που είναι περισσότεροι από τις γεννήσεις την Ελλάδα τα τελευταία χρόνια θα συνεχίσουν να υπερτερούν και στο μέλλον, με αποτέλεσμα το φυσικό ισοζύγιο να παραμένει αρνητικό;

Απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα δίνει πρόσφατη μελέτη του καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και διευθυντή του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων Βύρωνα Κοτζαμάνη, ο οποίος μίλησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

 


Οι θάνατοι καθ' όλη τη μεταπολεμική περίοδο αυξάνονται σχεδόν σταθερά παρόλο που την τελευταία 65ετία ο μέσος όρος ζωής έχει αυξηθεί κατά, σχεδόν, 15 χρόνια. Αντίφαση; αναρωτιέται ο καθηγητής, για να απαντήσει "προφανώς όχι", εξηγώντας στη συνέχεια:

 "Η αύξηση των θανάτων οφείλεται στην προοδευτική γήρανση του πληθυσμού μας, στην αύξηση δηλαδή του «βάρους» των 65 ετών και άνω (ακόμη δε περισσότερο στην αύξηση του «βάρους» των 85 και άνω). Οι μεν 65 και άνω σε απόλυτες τιμές πενταπλασιάστηκαν σχεδόν ανάμεσα στο 1951 και το 2018 (και το ποσοστό τους στον συνολικό πληθυσμό από 6,8% αυξήθηκε στο 22%), ενώ την ίδια περίοδο, ο αριθμός των 85 και άνω υπερ-δεκαπλασιάστηκε και το ειδικό τους βάρος στο εσωτερικό της ομάδας των 65 ετών και άνω από 5,8% το 1951 εγγίζει το 15% το 2018".

 "Ταυτόχρονα", προσθέτει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής "όλοι ξέρουμε ότι η θνησιμότητα αυξάνεται σημαντικά μετά τα 65 έτη, ταχύτατα δε μετά τα 85 έτη. Έτσι, παρόλο που οι πιθανότητες ζωής μας αυξήθηκαν την τελευταία 65ετία, η αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων οδήγησε στην αύξηση του αριθμού των θανάτων που υπερδιπλασιάσθηκαν ανάμεσα στην πρώτη μεταπολεμική πενταετία και στην τελευταία αντίστοιχη (2013-2017).
Ο αριθμός των θανάτων αναμένεται όμως να αυξηθεί και τις δυο επόμενες δεκαετίες καθώς τα κέρδη στη μέση προσδοκώμενη ζωή θα επιβραδυνθούν και ταυτόχρονα τόσο το πλήθος όσο και το ποσοστό των άνω των 65 ετών θα συνεχίσει να αυξάνεται μέχρι και το 2035 (αύξηση από 300 έως 500 χιλ και από το 21% στο 27-28% του συνολικού πληθυσμού αντίστοιχα)".

Η πορεία των γεννήσεων την ίδια περίοδο ήταν διαφορετική. Ειδικότερα, συνεχίζει ο καθηγητής, ενώ μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1970 ο αριθμός τους υπερέβαινε σταθερά τις 140.000, την επόμενη δεκαετία καταγράφεται μια σημαντική πτώση (102.000 το 1990). Η πτώση αυτή θα ανακοπεί στη συνέχεια (οι γεννήσεις θα σταθεροποιηθούν γύρω από τις 100.000 την δεκαετία του 1990), θα καταγραφεί δε ακόμη και μια μικρή αύξησή τους ανάμεσα στο 2001 και το 2008. Στη συνέχεια όμως οι πρότερες τάσεις αναστρέφονται και το 2017 οι γεννήσεις δεν υπερβαίνουν πλέον τις 85.500 με αποτέλεσμα το φυσικό ισοζύγιο να είναι αρνητικό κατά 36.000.

 Μπορούμε μήπως να ελπίζουμε ότι τις επόμενες δεκαετίες οι γεννήσεις θα ανακάμψουν σημαντικά και το φυσικά μας ισοζύγια να γίνουν πάλι θετικά, όπως ήταν μέχρι και το 2009;

Ο κ. Κοτζαμάνης εκτιμά ότι αυτό είναι αδύνατον και εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ τους λόγους. Καταρχάς, λέει, ότι ο πληθυσμός των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας τις δυο επόμενες δεκαετίες (των γυναικών δηλαδή αυτών που θα είναι σε ηλικία να τεκνοποιήσουν) αναμένεται να μειωθεί (κατά 300 χιλ. ανάμεσα στο 2018 και το 2035), ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχουν βάσιμες πιθανότητες ότι θα αυξηθεί ο μέσος αριθμός παιδιών που θα φέρουν στον κόσμο οι γυναίκες αυτές. Αλλά ακόμη και αυτό αν γίνει, εάν δηλαδή οι γυναίκες που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1980 και το 2000 αυξήσουν λίγο την γονιμότητά τους, φέρνοντας στον κόσμο κατά μέσο όρο από 1,5 παιδιά έως 1,7-1,8 παιδιά, ο μέσος ετήσιος αριθμός των γεννήσεων την περίοδο 2018-2035 δύσκολα θα ξεπεράσει τις 95.000.

Με δεδομένο, εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι οι θάνατοι την ίδια περίοδο θα ανέλθουν στην ευνοϊκότερη των περιπτώσεων στις 135.000 και στη δυσμενέστερη στις 140.000/έτος, ακόμη και αν υιοθετήσουμε το πλέον ευνοϊκό για τις γεννήσεις σενάριο τα φυσικά μας ισοζύγια μέχρι το 2035 δεν πρόκειται να αλλάξουν πρόσημο: θα παραμείνουν αρνητικά κατά 40.000-45.000 ανά έτος.

Με βάση τα δεδομένα αυτά, ακόμη και στην περίπτωση που το μεταναστευτικό ισοζύγιο (έξοδοι-είσοδοι) την ίδια περίοδο παραμείνει μηδενικό -όσοι έξοδοι τόσοι και είσοδοι- το 2035, στην πλέον ευνοϊκή περίπτωση θα είμαστε 700 έως 800 χιλ. λιγότεροι σε σχέση με το 2018, και ασφαλώς λιγότεροι από 10 εκατομμύρια.

Φυσικά, αν το μεταναστευτικό ισοζύγιο των επόμενων ετών -μέχρι και το 2035- παραμείνει αρνητικό (όπως και για την περίοδο 2010-2017), ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί ακόμη περισσότερο, καταλήγει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας Βύρωνας Κοτζαμάνης.

Δημογραφικό: «Είμαστε στο όριο της μη αναστρέψιμης κατάστασης…»

Παρασκευή, 05/10/2018 - 21:00
Τη δημιουργία «παρατηρητηρίου», που θα καταγράφει ανά περιοχή τα ιδιαίτερα προβλήματα που επηρεάζουν αρνητικά το δημογραφικό, ώστε να σχεδιάζονται οι «τονωτικές ενέσεις» που θα συγκρατούν τον πληθυσμό, αναμένεται να εισηγηθεί η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής για το Δημογραφικό, που θα καταθέσει την έκθεσή της μέχρι το τέλος του μήνα.
Η έκθεση θα ενσωματώνει και τα στοιχεία του πορίσματος της Επιστημονικής Επιτροπής, αλλά και τις προτάσεις επιστημόνων από τη Γαλλία και τη Σουηδία, που κλήθηκαν να συνδράμουν συμβουλευτικά.

«Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι καλά και η πληθυσμιακή πορεία της χώρας είναι φθίνουσα», ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ Ορεστιάδας η πρόεδρος της Διακομματικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, Σία Αναγνωστοπούλου, η οποία χαρακτήρισε «μείζον εθνικό πρόβλημα» την πληθυσμιακή συρρίκνωση.

«Εάν δε γίνει κάτι να αναστραφεί το κλίμα, το 2050 ο πληθυσμός της χώρας θα έχει συρρικνωθεί κι άλλο, και, κυρίως, θα υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι και πολύ λιγότεροι νέοι», σχολίασε χαρακτηριστικά.

Η ίδια ανέφερε ότι θα προτείνει μία «χαμηλού τύπου “συμμαχία του νότου”», με σκοπό να πιεστεί η Ευρώπη από τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, και να αναθεωρηθούν οι πολιτικές αποφάσεις που περικόπτουν το κοινωνικό κράτος.

Αναφερόμενη συγκεκριμένα στα στοιχεία για την Ελλάδα, υπογράμμισε ότι «η χώρα βρίσκεται στο όριο της μη αναστρέψιμης κατάστασης, κάτω από το οποίο βρίσκονται ήδη οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης.

«Εάν πέσουμε κάτω από το 1,1 παιδί, θα βρεθούμε στην ίδια θέση», είπε η κα. Αναγνωστοπούλου, επισημαίνοντας ότι «η κρίση μεγέθυνε το πρόβλημα» και είναι πλέον επιτακτικό να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον «που θα διευκολύνει τα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν, έχοντας την ασφάλεια ότι η πολιτεία μεριμνά για τα παιδιά, με τις απαραίτητες υποδομές».




Πηγή ΕΡΤ

Εκρηκτικό μίγμα η γήρανση του πληθυσμού με την υπογεννητικότητα στην Ελλάδα

Κυριακή, 30/09/2018 - 13:00

Από δυσοίωνα έως και αρκετά ανησυχητικά θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν τα στατιστικά στοιχεία και οι προοπτικές μελέτες για την εξέλιξη του πληθυσμού της Ελλάδας αλλά και της Ευρώπης.
Τα συστηματικά χαμηλά ποσοστά γεννήσεων και το υψηλότερο προσδόκιμο ζωής μετασχηματίζουν τη σύνθεση της ηλικιακής πυραμίδας. Η σημαντικότερη αλλαγή θα είναι ίσως η μεγάλη μετάβαση προς έναν κατά πολύ γηραιότερο πληθυσμό, κάτι που είναι ήδη εμφανές σε αρκετά κράτη-μέλη της ΕΕ.

Αυτά επισημαίνει η Ελληνική Γεροντολογική και Γηριατρική Εταιρεία εν όψει της 1ης Οκτωβρίου, Παγκόσμιας Ημέρας Ηλικιωμένων, και τονίζει πως η υπογεννητικότητα είναι χρόνιο πρόβλημα για την πατρίδα μας.

Σύμφωνα με τα στοιχειά που δίνει στη δημοσιότητα, ο μέσος όρος ολικής γονιμότητας, δηλαδή παιδιών ανά ζεύγος, είναι 1,26, σταθερός τα τελευταία χρόνια, όταν ο μέσος όρος της ΕΕ είναι 1,49. Επισημαίνεται ότι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός πρέπει ο δείκτης γονιμότητας να είναι πάνω από 2,1. Η Ελλάδα και η Ιταλία καταγράφουν τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων (9?) στην Ε.Ε., μετά τη Γερμανία (8,4?) και την Πορτογαλία (8,5?).

Στα 8,3 έως 10 εκατ. κατοίκους ο πληθυσμός στην Ελλάδα το 2050

Ως αποτέλεσμα της υπογεννητικότητας και της γήρανσης του πληθυσμού αλλά και του αρνητικού ισοζυγίου μετανάστευσης, υπολογίζεται ότι θα έχουμε μείωση του πληθυσμού της Ελλάδας από τα 11 εκατομμύρια το 2013 στα 8,3 έως 10 εκατομμύρια το 2050. Η ελάττωση του πληθυσμού θα κυμανθεί από 800.000 μέχρι 2,5 εκατομμύρια άτομα. Ο πληθυσμός της ΕΕ την 1η Ιανουαρίου 2016 εκτιμήθηκε σε 510,3 εκατ. Οι νέοι (0 έως 14 ετών) αντιστοιχούσαν στο 15,6% του πληθυσμού της ΕΕ, ενώ τα πρόσωπα που θεωρούνται ότι είναι σε ηλικία εργασίας (15 έως 64 ετών) αντιστοιχούσαν στο 65,3% του πληθυσμού. Οι ηλικιωμένοι (65 ετών και άνω) αποτελούσαν το 19,2% (αύξηση 0,3% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος και αύξηση 2,4% σε σύγκριση με 10 χρόνια πριν). Σύμφωνα με τις καταγραφές της EuroStat, η Ιταλία (22,0%), η Ελλάδα (21,3%) και η Γερμανία (21,1%) είχαν τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών, ενώ η Ιρλανδία είχε το χαμηλότερο ποσοστό (13,2%).

Οι προβλέψεις του ΟΗΕ

Με βάση τις εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών για την προοπτική εξέλιξης του παγκόσμιου πληθυσμού από το 2010 μέχρι το 2050, προβλέπεται αύξηση 188% για τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών, 351% για τα άτομα ηλικίας άνω των 85 ετών και 1004% για τα άτομα που ξεπερνούν τα 100 χρόνια. Αυτές οι εντυπωσιακές αυξήσεις των ατόμων της τρίτης ηλικίας βρίσκονται σε αντιδιαστολή με μία αύξηση μόλις 22% του γενικού πληθυσμού ηλικίας από 0-64 ετών για το ίδιο χρονικό διάστημα. Στις προβολές EUROPOP 2015, ο πληθυσμός της ΕΕ αναμένεται να κορυφωθεί στα 528,6 εκατ. περίπου το 2050 και στη συνέχεια να μειωθεί σταδιακά σε 518,8 εκατομμύρια έως το 2080.

Αυξάνουν οι πολύ ηλικιωμένοι

Μια άλλη πτυχή της δημογραφικής γήρανσης είναι η σταδιακή γήρανση του ίδιου του πληθυσμού των ηλικιωμένων, καθώς η σχετική σημασία των πολύ ηλικιωμένων αυξάνεται με ταχύτερο ρυθμό απ' ό,τι οποιαδήποτε άλλη ηλικιακή κατηγορία του πληθυσμού της ΕΕ. Το ποσοστό των ατόμων ηλικίας 80 ετών και άνω στον πληθυσμό της ΕΕ-28 προβλέπεται να υπερδιπλασιαστεί μεταξύ του 2016 και του 2080, από 5,4% σε 12,7%.

Η Ελλάδα κατατάσσεται στις πρώτες θέσεις μεταξύ των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε γηράσκοντα πληθυσμό (ποσοστό αύξησης 21,4%) έναντι μέσου όρου της ΕΕ 17,2%. Τα άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών αντιπροσωπεύουν σήμερα στη χώρα μας ποσοστό πάνω από το 21,3% του πληθυσμού και σύμφωνα με τις προβλέψεις το 2030 θα είναι περίπου το 30% του πληθυσμού ενώ το 2050 θα πλησιάσουν το 1/3 του πληθυσμού.

Αυτή η δημογραφική γήρανση -κοινή σε όλες τις δυτικού τύπου χώρες- προκαλεί πολλά προβλήματα ιατρικά, κοινωνικά, οικογενειακά, οικονομικά, ασφαλιστικά, κ.ά. που θα προσλάβουν εκρηκτικές διαστάσεις στις προσεχείς δεκαετίες. Εξάλλου, δεδομένα από την ετήσια έκθεση της διεθνούς οργάνωσης Help Age International του 2015 για την ποιότητα της ζωής των ηλικιωμένων χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως μια από τις χειρότερες χώρες για να ζουν οι πολίτες άνω των 60 ετών και κατατάσσει τη χώρα μας στην 79η θέση μεταξύ 96 χωρών, όσον αφορά την κοινωνικο-οικονομική ευημερία, δηλ. κάτω από τη Βενεζουέλα και τη Νότια Αφρική.






ΑΠΕ

Σελίδα 1 από 2