Σε έντονο καθοδικό ρυθμό μείωσης του πληθυσμού της βρίσκεται η Ελλάδα ..αναμένεται να φτάσει τα 8 εκατ. το 2050

Τρίτη, 10/12/2019 - 18:00
Ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να φτάσει τα 8 εκατ. το 2050 εάν δεν υπάρξει στήριξη της μητρότητας και της γονιμότητας



Σε έντονο καθοδικό ρυθμό μείωσης του πληθυσμού της βρίσκεται η Ελλάδα από το 2011, οπότε και καταγράφηκε αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων για πρώτη φορά μετά την περίοδο της Κατοχής του 1944.

Το έτος 2017 στην Ελλάδα είχαμε 88.553 γεννήσεις και 124.501 θανάτους. "Ο πληθυσμός στη χώρα μας αναμένεται να φτάσει τα 8 εκατ. το 2050, με βάση ένα συντηρητικό σενάριο" ανέφερε ο Στέφανος Χανδακάς, Μαιευτήρας-Γυναικολόγος, Ιδρυτής & Πρόεδρος της HOPEgenesis, κατά την ομιλία του στην τελευταία διάλεξη του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδος.

Ο κ. Χανδακάς μαζί με τον Γιώργο Ραχιώτη, Ειδικός Ιατρός Εργασίας, Αναπληρωτής Καθηγητής Επιδημιολογίας και Επαγγελματικής Υγιεινής στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, προσέγγισαν το φλέγον δημογραφικό πρόβλημα, όπως καταγράφεται στην Ελλάδα και προσπάθησαν να αναδείξουν την ανάγκη εύρεσης μιας κεντρικής λύσης του προβλήματος που θα δώσει κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική ώθηση στη χώρα μας.

Τόνισαν ότι η Ελλάδα είναι αρκετά χαμηλά στην κατάταξη της Ευρώπης σχετικά με την υιοθέτηση πολιτικών στήριξης της μητρότητας, της οικογένειας και της γονιμότητας, υπογραμμίζοντας ότι κύριος στόχος θα πρέπει να είναι η δημιουργία ενός ευνοϊκού περιβάλλοντος ενίσχυσης των ζευγαριών που βρίσκονται σε αναπαραγωγική ηλικία.

Ο κ. Χανδακάς, εστίασε κυρίως στη σημασία της υπογεννητικότητας και στους τρόπους με τους οποίους θα μπορούσε η κοινωνία να ξεπεράσει τα εμπόδια που διατηρούν χαμηλό ρυθμό γεννήσεων τα τελευταία χρόνια.

Όπως είπε, ο ολικός δείκτης αναπαραγωγής, ο οποίος υποδηλώνει τον αριθμό των παιδιών που αποκτάει κάθε γυναίκα στη διάρκεια της αναπαραγωγικής της ηλικίας, μεταβλήθηκε από 1,31 που ήταν το 2004, σε 1,5 το 2008 και 2009, ενώ μειώθηκε ξανά σε 1,35 το 2017.

Ιδιαίτερη σημασία έχει, επίσης, η ηλικία απόκτησης του πρώτου παιδιού από τις Ελληνίδες, η οποία από τα 28,8 έτη που ήταν το 2008, μετατέθηκε στα 30,3 έτη το 2016. Το πιο δυσοίωνο μήνυμα, όμως, συνοψίζεται στη βαθιά γήρανση του πληθυσμού τις επόμενες δεκαετίες, καθώς προβλέπεται ότι το 36% των κατοίκων της Ελλάδας το 2050 θα είναι άνω των 65 ετών.

Το ποσοστό αυτό αποτελεί ρεκόρ για τη χώρα μας, αν ληφθεί υπόψη ότι τη δεκαετία του ΄70 ήταν 6% και στις μέρες μας υπολογίζεται στο 18-20%.

Στις αιτίες του δημογραφικού προβλήματος οι δύο ομιλητές εστίασαν στην οικονομική κρίση, που πυροδότησε μια διαδικασία σημαντικής μείωσης του πληθυσμού της χώρας, την Μετανάστευση, που επιδεινώνει το πρόβλημα, αφαιρώντας σημαντικό ποσοστό του πληθυσμού της χώρας σε αναπαραγωγική ηλικία που υπολογίζεται περίπου σε 400.000 νέους από το 2011 και το άνισα κατανεμημένο νοσοκομειακό και μαιευτικό δίκτυο, που δυσκολεύει την πρόσβαση στις υπηρεσίες, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κρυμμένα κόστη.

Οι συνέπειες που προκύπτουν από τα δημογραφικά χαρακτηριστικά της χώρας μας έχουν κοινωνικό και οικονομικό χαρακτήρα:
Γήρανση του πληθυσμού, μείωση εργατικού δυναμικού και επιβάρυνση του ασφαλιστικού συστήματος και κατάρρευση του συνταξιοδοτικού συστήματος.



ΑΠΕ

Συνεχίζεται η μείωση του ελληνικού πληθυσμού (video)

Τρίτη, 05/03/2019 - 17:00
Η μείωση του ελληνικού πληθυσμού που παρατηρείται από τις αρχές της  δεκαετίας συνεχίζεται και το δημογραφικό πρόβλημα της χωράς όλο και μεγαλώνει.

Από τα σχεδόν 11 εκατομμύρια που είμαστε σήμερα, ο πληθυσμός της Ελλάδας αναμένεται να μειωθεί στα 8,8 εκατομμύρια το 2050, σύμφωνα με μελέτη του ανεξάρτητου, ερευνητικού οργανισμού διαΝέοσις, με το 1/3 του πληθυσμού να είναι άνω των 65 ετών και μόνο το 12% να είναι παιδιά έως 14 ετών.

Στην Ελλάδα γεννιούνται κάθε χρόνο 90.000 παιδιά ενώ πεθαίνουν 120.000 άνθρωποι.

Μόνη ελπίδα, είναι να ανατραπεί το αρνητικό ισοζύγιο γεννήσεων-θανάτων.

Σύμφωνα με τη μελέτη του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών για τη διαΝέοσις, τα τελευταία χρόνια οι ελληνικές οικογένειες κάνουν λιγότερα παιδιά και τα κάνουν σε μεγαλύτερη ηλικία.

Με δείκτη γονιμότητας 2,1 παιδιά ανά γυναίκα, ο πληθυσμός μιας χώρας παραμένει σταθερός.
Στην Ελλάδα ο δείκτης γονιμότητας βρίσκεται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, αφού σε κάθε γυναίκα αντιστοιχούν 1,3 παιδιά.

Πηγή: ΕΡΤ

Ο αποδεκατισμός των Ελλήνων. Του Νίκου Ιγγλέση

Δευτέρα, 21/01/2019 - 20:00

Του Νίκου Ιγγλέση
https://greekattack.wordpress.com

Ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται σταθερά τα τελευταία μνημονιακά χρόνια, προδιαγράφοντας ένα ζοφερό μέλλον για την οικονομική, κοινωνική και εθνική επιβίωση της πατρίδας μας. Η μείωση του πληθυσμού οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους: Ο πρώτος είναι η φυσική κίνηση, δηλαδή, η διαφορά μεταξύ γεννήσεων και θανάτων. Ο δεύτερος είναι η καθαρή μετανάστευση, δηλαδή, η διαφορά μεταξύ εισερχομένων και εξερχομένων ανθρώπων από τη χώρα. Το σημαντικό έγκειται στο γεγονός ότι οι εισερχόμενοι είναι αλλοεθνείς και οι εξερχόμενοι είναι, κατά κανόνα, Έλληνες. 

Από το 2011 η φυσική κίνηση του πληθυσμού έγινε αρνητική, για πρώτη φορά από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) το 2017 καταγράφηκαν 124.501 θάνατοι (αύξηση κατά 4,8% σε σχέση με το 2016) και μόνο 88.553 γεννήσεις (μείωση κατά 4,7% σε σχέση με το 2016). Από το λόγο αυτό ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 35.948 άτομα μέσα σ’ ένα χρόνο, όσοι περίπου είναι οι κάτοικοι μιας πόλης σαν την Καρδίτσα. Σημαντικό είναι να επισημάνουμε ότι από τις συνολικές γεννήσεις οι 12.397 ή το 14% προέρχονται από αλλοδαπές μητέρες. Έτσι τα Ελληνόπουλα που γεννήθηκαν, μέσα στη χώρα, το 2017 ήταν μόνο 76.156. Σημειώνουμε ότι το 2010 ήταν η τελευταία χρονιά που οι γεννήσεις υπερτερούσαν κατά 5.682 των θανάτων.

Η μείωση των γεννήσεων οφείλεται σε μια σειρά από λόγους που σχετίζονται με την οικονομική ανασφάλεια, το χαμηλό εισόδημα, την ανεργία, την αναγκαιότητα εργασίας για τις γυναίκες προκειμένου να συνεισφέρουν στα οικογενειακά βάρη, την έλλειψη κοινωνικών υποδομών (βρεφονηπιακοί σταθμοί-ολοήμερα σχολεία) και ουσιαστικών κρατικών οικονομικών ενισχύσεων για τα έξοδα ανατροφής των παιδιών. Συνέπεια όλων αυτών είναι οι νέοι Έλληνες να μην κάνουν οικογένεια ή να την κάνουν σε μεγαλύτερη ηλικία και αυτή να είναι ολιγομελής. Η ηλικία των γυναικών που τεκνοποιούν για πρώτη φορά αυξήθηκε, κατά μέσον όρο, από τα 28,8 έτη το 2008 στα 32,3 έτη το 2016. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι Ελληνίδες γεννούν, κατά μέσον όρο, μόνο 1,3 παιδιά κατά τη διάρκεια της ζωή τους, όταν για να μην υπάρχει μείωση του πληθυσμού θα έπρεπε να γεννούν 2,1 παιδιά.

Η υπογεννητικότητα προκαλεί τη γήρανση του πληθυσμού. Μειώνεται συνεχώς η ηλικιακή ομάδα μέχρι 14 έτη (14,4% του πληθυσμού) και αυξάνεται η ηλικιακή ομάδα άνω των 60 ετών. Η τελευταία ανέρχεται ήδη σε 2,7 εκατ. ή το 25,2% του συνολικού πληθυσμού. Καμιά οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει, κανένα ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορεί είναι βιώσιμο, παρά τα όσα λέγονται, σε μια χώρα της οποίας ο πληθυσμός μειώνεται και γερνάει ταυτόχρονα.

Παράλληλα η μετανάστευση Ελλήνων στο εξωτερικό, κυρίως προς τις ανεπτυγμένες χώρες, για αναζήτηση εργασίας με ικανοποιητικές αποδοχές και προοπτικές επαγγελματικής σταδιοδρομίας αποτελεί το δεύτερο λόγο μείωσης του πληθυσμού. Σύμφωνα με παλαιότερη δήλωση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα, από το 2008 μέχρι το 2013 μετανάστευσαν (brain drain-διαρροή εγκεφάλων) 427.000 Έλληνες. Σήμερα ο αριθμός αυτός έχει υπερβεί τις 450.000 Πρόκειται κυρίως για νέους και μορφωμένους ανθρώπους ηλικίας μέχρι 40 ετών. Η Ελλάδα δε χάνει μόνο αυτούς τους πολίτες της, για τους οποίους δαπάνησε σημαντικά ποσά για την εκπαίδευσή τους, αλλά χάνει και τα παιδιά τους.

Ο συνολικός πληθυσμός της χώρας μας, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ήταν 10,8 εκατ. Από αυτούς 9,9 εκατ. ή το 90,8% είχαν την ελληνική ιθαγένεια συμπεριλαμβανομένων και των αλλοδαπών στους οποίους αυτή έχει χορηγηθεί. Οι υπόλοιποι 912 χιλιάδες ή το 9,2% ήταν αλλοεθνείς. Νεότερα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat) για το 2016 ανεβάζουν τον αριθμό των μεταναστών σε 1,25 εκατ. ή το 11,6% του συνολικού πληθυσμού, από τους οποίους 345 χιλιάδες ή το 3,2% προέρχονται από κράτη της Ε.Ε. (κυρίως Βουλγαρία και Ρουμανία) και 905 χιλιάδες ή 8,4% από κράτη εκτός της Ε.Ε.

Αν οι σημερινές δημογραφικές τάσεις συνεχιστούν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει (Ageing Report 2018) ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί μέχρι το 2060  κατά 2,5 εκατ. (από 10,8 εκατ. σε 8,3 εκατ. συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστών). Κάτι αντίστοιχο έγινε και στη Βουλγαρία, μετά την κατάρρευση του «κομμουνιστικού» καθεστώτος, της οποίας ο πληθυσμός, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, λόγω της μείωσης των γεννήσεων – συνέπεια της οικονομικής αποδιάρθρωσης – και της μετανάστευσης ελαττώθηκε κατά 2 εκατ. Η Ελλάδα πορεύεται ήδη σε μια ανάλογη κατεύθυνση με διαφορά φάσης 20 ετών. Στην περίπτωση της χώρας μας οι μνημονιακές πολιτικές προκάλεσαν μεγαλύτερη οικονομική ύφεση απ’ ό,τι η αλλαγή του οικονομικού συστήματος της Βουλγαρίας.

Η δημογραφική κατάρρευση της χώρας, εκτός των οικονομικών – κοινωνικών έχει και εθνικές διαστάσεις. Πόσοι θα είναι οι Έλληνες αύριο που θα υπερασπιστούν τα εθνικά συμφέροντα έναντι της τουρκικής απειλής και του αλβανικού και σκοπιανού αναθεωρητισμού; Οι Έλληνες το γένος μειώνονται και οι αλλοεθνείς αυξάνονται. Αυτό αλλάζει τη γεωπολιτική ταυτότητα της χώρας, γιατί γεωπολιτική είναι η γεωγραφία και οι άνθρωποι, όταν αλλάζουν οι άνθρωποι τότε αλλάζει η γεωπολιτική ταυτότητα της Ελλάδας. Η ευρωστία και ομοιογένεια του πληθυσμού αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους συντελεστές ισχύος μιας χώρας.

Απαιτείται μια ριζική αλλαγή, στις ακολουθούμενες μέχρι σήμερα πολιτικές, για την επιβίωση του Ελληνισμού ως διακριτής οντότητας. Πριν να είναι πολύ αργά πρέπει:

Πρώτον: Να υλοποιηθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα παραγωγικών επενδύσεων στον αγροτικό, βιοτεχνικό και βιομηχανικό τομέα που θα προσφέρει σταθερές και με ικανοποιητική αμοιβή θέσεις εργασίας, για να μειωθεί η ανεργία και να σταματήσει η μετανάστευση στο εξωτερικό.

Δεύτερον: Να ενισχύεται κάθε οικογένεια που αποκτάει ένα νέο παιδί μ’ ένα αξιόλογο εφάπαξ ποσό. Στο οικογενειακό εισόδημα να καθοριστεί ένα αφορολόγητο ποσό για κάθε παιδί που θα καλύπτει τις πραγματικές δαπάνες διαβίωσής του και δε θα είναι συμβολικό όπως σήμερα. Για τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα (π.χ. άνεργοι), που δε θα μπορούν να επωφεληθούν από το αφορολόγητο, το αντίστοιχο ποσό θα δίνεται ως κοινωνικό επίδομα τέκνων, μέχρι την ενηλικίωση των παιδιών. Τα μέτρα αυτά να ισχύουν μόνο για τους έλληνες πολίτες, γιατί διαφορετικά θα αποτελούν κίνητρο για την προσέλκυση περισσότερων αλλοδαπών μεταναστών, προκειμένου να επωφεληθούν από αυτά οι, πολυπληθείς κατά κανόνα, οικογένειές τους. Το κράτος πρέπει με έξοδά του να αναλάβει την ανατροφή των Ελληνόπουλων για να υπάρχει και το ίδιο αύριο.

Τρίτον: Να ενισχυθεί το δίκτυο των βρεφονηπιακών σταθμών και των ολοήμερων σχολείων στα οποία προτεραιότητα θα έχουν οι ελληνίδες εργαζόμενες μητέρες.

Τέταρτον:  Να δοθούν, σε συνδυασμό με τις παραγωγικές επενδύσεις, ειδικά κίνητρα για τον επαναπατρισμό ενός – όσον το δυνατόν μεγαλύτερου – μέρους των Ελλήνων που αναγκάστηκαν, τα μνημονιακά χρόνια, να μεταναστεύσουν σε αναζήτηση εργασίας. Η χώρα μας χρειάζεται όχι μόνο αυτούς τους μορφωμένους Έλληνες αλλά και τα παιδιά τους, καθώς και αυτά που πρόκειται να γεννηθούν.

Οι γενναίες αυτές πολιτικές όμως απαιτούν χρήματα που σήμερα δεν υπάρχουν γιατί προέχει η εξυπηρέτηση (όχι η αποπληρωμή) ενός δυσθεώρητου συναλλαγματικού χρέους. Κάθε χρόνο απαιτείται η επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ (περίπου 6,5 δις. ευρώ) για να πληρώνονται οι τόκοι και μόνο αυτοί, του δημόσιου χρέους. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των τοκοχρεολυσίων πηγαίνει στους ξένους δανειστές, που απορροφούν κάθε οικονομική ικμάδα της χώρας. Οι κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα τα τελευταία, τουλάχιστον, 20 χρόνια, υλοποιούν τις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης όπως αυτές εκπορεύονται από την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. «Χωρίς λύπην, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ», δεξιοί και αριστεροί εθνομηδενιστές επιδιώκουν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία που θα απαρτίζεται από διάφορες πληθυσμιακές μειονότητες, μία εκ των οποίων θα είναι η, συνεχώς συρρικνούμενη, ελληνική. Μόνο που μια κοινωνία αποτελούμενη από διάφορες μειονότητες δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα έσχατα εθνικά συμφέροντα που δεν είναι πια κοινά για τις διαφορετικές πληθυσμιακές κοινότητες.

Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου
«Στρατηγικές Επιλογές Επιβίωσης του Ελληνισμού»
που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Στοχαστής».

Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 19-1-2019 

Δημογραφικός μαρασμός - Η Eλλάδα συρρικνώνεται: Έκθεση SOS από τον ΣΕΒ για τον πληθυσμό της χώρας που μειώνεται και γερνάει

Παρασκευή, 07/12/2018 - 09:00



Η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή, προειδοποιεί ο Σύνδεσμος


Αυτό σημειώνει ο ΣΕΒ στο Εβδομαδιαίο Δελτίο της Πέμπτης 6 Δεκεμβρίου 2018 για την Ελληνική οικονομία - Οικονομία και τις Επιχειρήσεις με τίτλο: «SOS: Ο πληθυσμός της χώρας μειώνεται και γερνάει...»

«H Ελλάδα έχει τη δυνατότητα σε βάθος λίγων δεκαετιών να αυξήσει σημαντικά τον πληθυσμό της και μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση θα μπορέσει να αποκτήσει βαρύνοντα γεωπολιτικό και οικονομικό ρόλο στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου».

Όπως αναφέρεται στην επισκόπηση του δελτίου: «Ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται από το 2011. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Μέχρι και το ξέσπασμα της κρίσης, ο πληθυσμός αυξανόταν, καθώς η μετανάστευση και, πιο πρόσφατα, η τροφοτοδούμενη από την κατανάλωση ανάπτυξη της δεκαετίας του 2000, δημιουργούσαν μια επίπλαστη ευημερία. Αυτοί οι παράγοντες συγκάλυπταν σε μεγάλο βαθμό την ουσιαστική στασιμότητα της φυσικής κίνησης του πληθυσμού (σχεδόν μηδενική διαφορά γεννήσεων-θανάτων), που είχε ξεκινήσει προς τα τέλη της δεκαετίας του 1990. Στα χρόνια της κρίσης και προσαρμογής, όμως, όλα άλλαξαν, και οι γεννήσεις μειώθηκαν κατά 29.380 μεταξύ 2009 και 2017, όσο περίπου είχαν μειωθεί τη δεκαετία του 1940 (- 30 χιλ.). Έτσι σταδιακά ο πληθυσμός άρχισε να μειώνεται. Η μείωση αυτή μπορεί, βεβαίως, να αποδειχθεί προσωρινού χαρακτήρα, και να αντιστραφεί καθώς η οικονομία ανακάμπτει».

Εάν όμως «δεν ανακάμψει δυναμικά ο πληθυσμός, όλα τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν ή δεν θα γεννηθούν από εδώ και πέρα, θα λείπουν ως παραγωγικό δυναμικό στις δεκαετίες του 2030 και 2040, και αυτό θα προκαλέσει καθήλωση της δυνητικής ανάπτυξης της χώρας» τονίζεται.

Όπως σημειώνεται ακόμη στο δελτίο: «Η Ελλάδα βρίσκεται σε κρίσιμη καμπή. Έχουμε υποχρέωση απέναντι στα παιδιά μας να αναστρέψουμε το δημογραφικό μαρασμό της χώρας. Και αυτό μόνο με αλλαγή προτεραιοτήτων στη δημοσιονομική και μεταναστευτική πολιτική μπορεί να επιτευχθεί. Στο πλαίσιο αυτό, εποικοδομητικό ρόλο θα παίξει η μείωση του μη μισθολογικού κόστους και του φορολογικού βάρους των οικογενειών, βελτιώσεις στην προστασία της απασχόλησης των γυναικών κατά τη διάρκεια της μητρότητας, η διευκόλυνση της απασχόλησης των γυναικών, μέσω της παροχής καθολικής βρεφονηπιακής φροντίδας, φορολογικά κίνητρα για επιστροφή Ελλήνων από το εξωτερικό και μια στοχευμένη πολιτική προσέλκυσης μεταναστών με ειδικές δεξιότητες για τις ανάγκες κλάδων της οικονομίας που βρίσκονται σε δυναμική τροχιά ανάπτυξης».

«Η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα σε βάθος λίγων δεκαετιών να αυξήσει σημαντικά τον πληθυσμό της και μόνο υπό αυτή την προϋπόθεση θα μπορέσει να αποκτήσει βαρύνοντα γεωπολιτικό και οικονομικό ρόλο στην περιοχή της ΝΑ Μεσογείου» καταλήγει η επισκόπηση του δελτίου.

Ιταλία: Η κυβέρνηση θα προσφέρει ένα αγροτεμάχιο στις οικογένειες που αποκτούν τρίτο παιδί

Τετάρτη, 31/10/2018 - 19:00

Η κυβέρνηση της Ιταλίας θέλει να ενθαρρύνει τη γεννητικότητα προσφέροντας ένα αγροτεμάχιο στους γονείς που θα αποκτήσουν μέσα στα επόμενα χρόνια τρίτο παιδί, αναφέρουν σήμερα τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης.

Το μέτρο, που επεξεργάσθηκε η ακροδεξιά Λέγκα και το οποίο εντάχθηκε στο σχέδιο προϋπολογισμού 2019, προβλέπει την παραχώρηση δημόσιου αγροτεμαχίου για 20 χρόνια στις οικογένειες που θα διευρυνθούν στο διάστημα από το 2019 έως το 2021.

«Λένε πως οι Ιταλοί κάνουν λίγα παιδιά και η τάση αυτή πρέπει να ανατραπεί», εξήγησε στους δημοσιογράφους ο υπουργός Γεωργίας Τζαν Μάρκο Τσεντινάιο, που προέρχεται από τη Λέγκα. «Το υπουργείο θέλει να συμβάλει ευνοώντας τις αγροτικές ζώνες».

Το ποσοστό γεννητικότητας στην Ιταλία είναι το χαμηλότερο στην Ευρώπη και η Λέγκα υπόσχεται ότι θα κάνει την οικονομία να ανακάμψει ώστε οι Ιταλοί να αποκτήσουν και πάλι την επιθυμία να κάνουν παιδιά.

Ο υπουργός Οικογένειας, ο πολύ καθολικός Λορέντσο Φοντάνα, ο οποίος προέρχεται κι αυτός από τη Λέγκα, εξέφρασε την υποστήριξή του στο μέτρο αυτό, διευκρινίζοντας πάντως πως δεν θα αφορά παρά τα παντρεμένα ζευγάρια που είναι εγκατεστημένα στην Ιταλία εδώ και τουλάχιστον 10 χρόνια.

Σύμφωνα με το Coldiretti, το κύριο αγροτικό συνδικάτο της χώρας, το κράτος εξακολουθεί να διαθέτει πέντε εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργήσιμης γης, η συνολική αξία των οποίων υπολογίζεται σε σχεδόν 10 δισεκατομμύρια ευρώ.

Όμως σύμφωνα με την Corriere della Sera, η αξία αυτή είναι θεωρητική, καθώς το κράτος έχει ήδη πωλήσει τα καλύτερα εδάφη του. «Αυτά που απομένουν είναι κυρίως τα υπόλοιπα», εκτιμά η εφημερίδα.

Δημογραφικό: «Είμαστε στο όριο της μη αναστρέψιμης κατάστασης…»

Παρασκευή, 05/10/2018 - 21:00
Τη δημιουργία «παρατηρητηρίου», που θα καταγράφει ανά περιοχή τα ιδιαίτερα προβλήματα που επηρεάζουν αρνητικά το δημογραφικό, ώστε να σχεδιάζονται οι «τονωτικές ενέσεις» που θα συγκρατούν τον πληθυσμό, αναμένεται να εισηγηθεί η Διακομματική Κοινοβουλευτική Επιτροπή της Βουλής για το Δημογραφικό, που θα καταθέσει την έκθεσή της μέχρι το τέλος του μήνα.
Η έκθεση θα ενσωματώνει και τα στοιχεία του πορίσματος της Επιστημονικής Επιτροπής, αλλά και τις προτάσεις επιστημόνων από τη Γαλλία και τη Σουηδία, που κλήθηκαν να συνδράμουν συμβουλευτικά.

«Δυστυχώς, τα πράγματα δεν είναι καλά και η πληθυσμιακή πορεία της χώρας είναι φθίνουσα», ανέφερε μιλώντας στην ΕΡΤ Ορεστιάδας η πρόεδρος της Διακομματικής Επιτροπής για το Δημογραφικό, Σία Αναγνωστοπούλου, η οποία χαρακτήρισε «μείζον εθνικό πρόβλημα» την πληθυσμιακή συρρίκνωση.

«Εάν δε γίνει κάτι να αναστραφεί το κλίμα, το 2050 ο πληθυσμός της χώρας θα έχει συρρικνωθεί κι άλλο, και, κυρίως, θα υπάρχουν πολλοί ηλικιωμένοι και πολύ λιγότεροι νέοι», σχολίασε χαρακτηριστικά.

Η ίδια ανέφερε ότι θα προτείνει μία «χαμηλού τύπου “συμμαχία του νότου”», με σκοπό να πιεστεί η Ευρώπη από τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρό δημογραφικό πρόβλημα, και να αναθεωρηθούν οι πολιτικές αποφάσεις που περικόπτουν το κοινωνικό κράτος.

Αναφερόμενη συγκεκριμένα στα στοιχεία για την Ελλάδα, υπογράμμισε ότι «η χώρα βρίσκεται στο όριο της μη αναστρέψιμης κατάστασης, κάτω από το οποίο βρίσκονται ήδη οι χώρες της ανατολικής Ευρώπης.

«Εάν πέσουμε κάτω από το 1,1 παιδί, θα βρεθούμε στην ίδια θέση», είπε η κα. Αναγνωστοπούλου, επισημαίνοντας ότι «η κρίση μεγέθυνε το πρόβλημα» και είναι πλέον επιτακτικό να δημιουργηθεί ένα περιβάλλον «που θα διευκολύνει τα ζευγάρια να τεκνοποιήσουν, έχοντας την ασφάλεια ότι η πολιτεία μεριμνά για τα παιδιά, με τις απαραίτητες υποδομές».




Πηγή ΕΡΤ

Απογοητευτικά για το δημογραφικό τα στοιχεία Eurostat: Οι Ελληνίδες γεννούν λιγότερα παιδιά και σε μεγαλύτερη ηλικία, σε σχέση με το μέσο όρο στην ΕΕ

Κυριακή, 01/04/2018 - 19:00
Οι Ελληνίδες γεννούν λιγότερα παιδιά και σε μεγαλύτερη ηλικία, σε σχέση με τον μέσο όρο στην ΕΕ,
σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat για το 2016, που δόθηκαν στη δημοσιότητα.

Ειδικότερα, οι Ελληνίδες αποκτούν κατά μέσο όρο 1,38 παιδιά, σε ηλικία 30,3 ετών, ενώ στην ΕΕ κατά μέσο όρο οι γυναίκες αποκτούν 1,6 παιδιά, σε ηλικία 29 ετών.

Το χαμηλότερο επίπεδο γονιμότητας στην ΕΕ καταγράφεται στην Ισπανία και την Ιταλία (1,34 γεννήσεις ανά γυναίκα), στην Πορτογαλία (1,36), στην Κύπρο και στη Μάλτα (1,37). Το υψηλότερο επίπεδο γονιμότητας καταγράφεται στη Γαλλία (1,92), στη Σουηδία (1,85), στην Ιρλανδία (1,81) και στη Δανία και τη Μ. Βρετανία (1,79).

Οι νεότερες μαμάδες καταγράφονται στη Βουλγαρία (26 ετών αποκτούν κατά μέσο όρο το πρώτο τους παιδί), στη Ρουμανία (26,4 ετών), στη Λετονία (26,8 ετών), στη Σλοβακία (27 ετών), στην Πολωνία (27,2 ετών) και στη Λιθουανία (27,3 ετών).

Αντίθετα, οι γυναίκες που αποκτούν σε μεγαλύτερη ηλικία το πρώτο τους παιδί καταγράφονται στην Ιταλία (31 ετών), στην Ισπανία (30,8 ετών), στο Λουξεμβούργο (30,5 ετών) και στην Ελλάδα (30,3).

Εξάλλου, σύμφωνα με τη Eurostat, κάτω των 20 ετών κάνουν παιδί 3,7% των γυναικών στην Ελλάδα (έναντι 5% στην ΕΕ), ενώ άνω των 40 ετών κάνουν παιδί 5,3% των Ελληνίδων (έναντι 3,2% στην ΕΕ).

Το 2016 καταγράφηκαν στην ΕΕ περισσότερα από 5,1 εκατομμύρια γεννήσεις. Την ίδια χρονιά στην Ελλάδα πραγματοποιήθηκαν συνολικά περίπου 92,9 χιλιάδες γεννήσεις.