Στοιχεία - σοκ για την παιδική κακοποίηση στη χώρα μας από την έρευνα του ΑΠΘ - Στο 93% των περιπτώσεων δράστης ήταν γνωστός του θύματος

Τετάρτη, 13/02/2019 - 14:00

Συνολικά 229 παιδιά, ηλικίας από τριών μηνών έως και 17 ετών (μέσος όρος ηλικίας 11,25 έτη), που υπέστησαν σεξουαλική κακοποίηση στην δεκαετία 2005-2015, εντοπίστηκαν από καταγγελίες που έγιναν στη Θεσσαλονίκη και τους όμορους νομούς, στο πλαίσιο έρευνας της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ.

 Σχεδόν τα μισά θύματα (49,8%) ήταν ηλικίας 13-18 ετών, ενώ το 36,3% ήταν ηλικίας έξι ως 12 ετών και το 13,9% παιδιά προσχολικής ηλικίας (πέντε ετών ή και μικρότερα).

   Δράστης στο 93% των περιπτώσεων ήταν κάποιος τον οποίο γνώριζε το θύμα και ο οποίος το προσέγγισε είτε αναπτύσσοντας σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης είτε δωροδοκώντας το. Καταγγέλλουσες στο 59% των περιπτώσεων ήταν η μητέρα, η γιαγιά και η αδελφή του θύματος, ενώ πολύ πολύ συχνά (24,7%) η καταγγελία έγινε από το νοσηλευτική ή εκπαιδευτικό ίδρυμα το οποίο φρόντισε για οποιοδήποτε λόγο το παιδί και στο 15,2% περιπτώσεων η καταγγελία έγινε από το ίδιο το παιδί. Επειδή όμως οι καταγγελίες δεν έγιναν άμεσα, σε μεγάλο ποσοστό απέβη αρνητική η ιατροδικαστική εξέταση των παιδιών για σωματικές κακώσεις και για τυχόν ευρήματα ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης οποιασδήποτε μορφής.

   Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από την παιδίατρο Ελισάβετ Αντωνιάδου στο πλαίσιο της διδακτορικής διατριβής, με τίτλο: «Η κακοποίηση στην παιδική ηλικία. Επιδημιολογική διερεύνηση του φαινομένου βάσει ιατροδικαστικών εκθέσεων και ευρημάτων» που εκπονήθηκε, υπό την επίβλεψη του καθηγητή του Τμήματος Ιατρικής της Σχολής Επιστημών Υγείας του ΑΠΘ, Θεόδωρου Δαρδαβέση. Βασίστηκε σε στοιχεία από τα αρχεία του Εργαστηρίου της Ιατροδικαστικής και Τοξικολογίας του ΑΠΘ και της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας του Υπουργείου Δικαιοσύνης αναφορικά με καταγγελίες σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών στα Αστυνομικά Τμήματα και την Εισαγγελία του νομού Θεσσαλονίκης και των όμορων νομών.

   Επισημαίνοντας την ανάγκη της πρόληψης της παιδικής σεξουαλικής και σωματικής κακοποίησης, αλλά και της παραμέλησης του παιδιού, ο κ.Δαρδαβέσης ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι η Κοσμητεία της Σχολής Επιστημών Υγείας θα ξεκινήσει από τον προσεχή Μάρτιο μια σειρά δράσεων ουσιαστικής ενημέρωσης για τα θέματα αυτά σε Συλλόγους Γονέων και Κηδεμόνων καθώς και σε αθλητικούς συλλόγους που εκπαιδεύουν παιδιά.

   "Το μεγάλο πρόβλημα είναι ότι τα παιδιά που κακοποιούνται, δυστυχώς στην ενήλικη ζωή πολλά από αυτά κακοποιούν με τη σειρά τους. Είναι ίσως ένας ψυχολογικός φαύλος κύκλος αλλά είναι μια διάσταση που πραγματικά έχει μία τραγικότητα. Γι' αυτό και τέτοια περιστατικά θα πρέπει να καταγγέλλονται άμεσα" πρόσθεσε ο κ. Δαρδαβέσης.  

   Αποφεύγεται η καταγγελία αν δεν έχει ολοκληρωθεί η πράξη  

    Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας ο μεγαλύτερος όγκος των καταγγελιών κακοποίησης (65,2%) αφορά σε περιστατικά, στα οποία τα θύματα ή οι φροντιστές τους ισχυρίζονται ότι είχε πραγματοποιηθεί, με κάποιο τρόπο, ολοκληρωμένη σεξουαλική πράξη με το δράστη, ενώ σε μικρότερο ποσοστό (34,8%) αυτές αφορούν σε θωπείες, φιλιά κ.ά. Σε 18,3% περιπτώσεις οι καταγγελίες ήταν συγκεχυμένες και λιγότερο σαφείς. Ειδικότερα, η κατά φύση και παρά φύση συνουσία υποστηρίχθηκε στο 30,1% και 17,9% των καταγγελιών αντίστοιχα, ενώ υπήρξε και ένα ποσοστό 5,2% στο οποίο τα θύματα ισχυρίζονται ότι είχαν υποστεί και τις δύο μορφές κακοποίησης.

   Το προφίλ του δράστη που είναι συνήθως γνώριμος του θύματος  

   Στη συντριπτική πλειονότητα τα παιδιά γνώριζαν τον δράστη (93,0%) και μόνο στο 7% των περιπτώσεων ο δράστης τους ήταν άγνωστος. Στο 38,2% των καταγγελιών ο υπαίτιος της κακοποίησης φαίνεται να είχε σχέση συγγένειας με το παιδί. Ειδικότερα, ως δράστης παρουσιάζεται ο πατέρας του παιδιού (15,1%) και στο 19,6% κάποιος άλλος συγγενής του (θείος, ξάδερφος κ.ά.). Ορισμένες καταγγελίες κακοποίησης αφορούν στη μητέρα του παιδιού ως δράστη (1,5%).  

   Στο σύνολό τους οι δράστες είναι άντρες (98%) και στο 14,6% των περιπτώσεων ο υπαίτιος της κακοποίησης είναι ανήλικος. Οι καταγγελίες αφορούν σε δράστες ενήλικες, που είχαν αναπτύξει σχέσεις φιλίας και εμπιστοσύνης με το παιδί (41,7%) και μόνο 7,5% των καταγγελιών σχετίζονται με ενήλικα άτομα, τα οποία ήταν άγνωστα στο παιδί. Σε 17,6% περιπτώσεις οι δράστες είναι περισσότεροι του ενός, ενώ σε 13,1% η πληροφορία αυτή είναι άγνωστη.

   Τρόποι προσέγγισης του θύματος

   Όπως αναφέρεται στην έρευνα, συχνότερο τρόπο προσέγγισης του θύματος αποτελεί η εκμετάλλευση της εμπιστοσύνης του παιδιού (47,3%) από συγγενικά του άτομα (πατέρας, θείος, νονός) ή άτομα του στενού οικογενειακού περιβάλλοντός του (πατριός, φίλος γονέων). Άλλος τρόπος, που φαίνεται να εφαρμόζουν οι δράστες είναι η αρχική γνωριμία του παιδιού με οποιονδήποτε τρόπο και στη συνέχεια η κακοποίησή του με την άσκηση σωματικής βίας ή με τη χρήση κατασταλτικών ουσιών, όπως είναι η αλκοόλη και οι ναρκωτικές ουσίες (18,8%). Ο βιασμός του παιδιού με την άσκηση σωματικής βίας παρατηρήθηκε λιγότερο συχνά, ενώ στο 11,8% και το 5,4% των περιπτώσεων η συναίνεση του θύματος εξασφαλίσθηκε με τη σύναψη σχέσης και την εξαγορά του, αντίστοιχα. Τέλος, υπάρχουν και ένα 18,8% περιπτώσεων, στις οποίες δεν υπάρχουν πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο προσέγγισης των δραστών.

   Παιδιά τα οποία κακοποιούνταν κατ' επανάληψη φαίνεται να καθυστερούσαν να αποκαλύψουν το συμβάν, σε σχέση με εκείνα που κακοποιήθηκαν μία φορά. Επίσης, τα περισσότερα παιδιά, που δεν γνώριζαν και δεν είχαν αναπτύξει προηγουμένως σχέσεις με το δράστη, κατήγγειλαν άμεσα το γεγονός (76,9%).

   Αρνητική η ιατροδικαστική εξέταση στις περισσότερες περιπτώσεις  

   Η ιατροδικαστική εξέταση των παιδιών για σωματικές κακώσεις, σε ένα μεγάλο ποσοστό (79%) απέβη αρνητική, όπως επίσης και για τυχόν ευρήματα, ενδεικτικά σεξουαλικής κακοποίησης οποιασδήποτε μορφής (51,3%). Συγκεκριμένα, ενδεικτικά ευρήματα για κατά φύση και παρά φύση συνουσία εντοπίσθηκαν στο 28,6% και 7,6% των παιδιών αντίστοιχα. Επιπλέον, στο 3,6% των περιστατικών η ιατροδικαστική εξέταση αποκάλυψε ευρήματα συμβατά, όχι μόνο κατά φύση συνουσίας, αλλά και παρά φύση. Στο 8,9% των περιστατικών διαπιστώθηκαν μη ειδικά ευρήματα σεξουαλικής κακοποίησης, τα οποία θα μπορούσαν να θεωρηθούν ενδεικτικά ασέλγειας, χωρίς όμως να είναι διαγνώσιμα, ενώ στο 51,3% των περιπτώσεων δεν ήταν δυνατό να ανιχνευθεί κάποιο στοιχείο κακοποίησης.  

   Απογευματινές ώρες, στο σπίτι του δράστη, στο αυτοκίνητο ή ακόμα και στην οικία του παιδιού

   Αν και ο χρόνος του συμβάντος είναι άγνωστος σε πολλές περιπτώσεις (59,8%) στις καταγγελίες στις οποίες υπάρχει αυτή η πληροφορία φαίνεται ότι οι απογευματινές-νυχτερινές ώρες υπερέχουν κατά πολύ (72,8%) σε σχέση με τις πρωινές (8,7%) και τις μεσημβρινές (18,5%). Ο τόπος στον οποίο η κακοποίηση λάμβανε χώρα αναφέρεται ότι είναι στο  32,4% των περιπτώσεων το σπίτι του δράστη, στο  15,8% το αυτοκίνητο, στο 28,1% η οικία του παιδιού και στο 23,7% περιπτώσεις σε διάφορους άλλους χώρους. Στο 39,3% των αναφορών δεν υπάρχει πληροφορία.

   Άσκηση βίας στα μεγαλύτερα παιδιά

   Η βία φαίνεται ότι χρησιμοποιήθηκε από τους δράστες ως μέσο επίτευξης της κακοποίησης συχνότερα σε παιδιά μεγαλύτερης ηλικίας από ό,τι μικρότερης. Στα μικρότερα παιδιά οι υπαίτιοι της κακοποίησης πιθανότατα να χρησιμοποιούν άλλα μέσα, όπως είναι η δωροδοκία ή η αποπλάνηση, προκειμένου να εξασφαλισθεί η συναίνεση του παιδιού.

   Επανάληψη κακοποίησης και στο παρελθόν  

   Ο χρόνος καταγγελίας του περιστατικού κακοποίησης σχετίζεται με την επανάληψη του συμβάντος στο παρελθόν. Το μεγαλύτερο ποσοστό των παιδιών που κατήγγειλαν άμεσα (εντός τριών ημερών) το συμβάν στις αρχές, είχαν κακοποιηθεί σεξουαλικά για πρώτη φορά (76,9%), σε αντίθεση με εκείνα τα οποία είχαν κακοποιηθεί πολλαπλές φορές στο παρελθόν (23,1%).

Ένωση «Μαζί για το Παιδί», Ημερίδα για την Παιδική Κακοποίηση: Μόλις το 1% των περιστατικών καταγγέλλεται στις Αρχές

Σάββατο, 08/12/2018 - 15:00
 
Μόλις το 1% των περιστατικών παιδικής κακοποίησης καταγγέλλεται στις Αρχές
Ένα φαινόμενο που έχει πάρει διαστάσεις ανησυχητικές και δεν είναι άλλο απ’ αυτό της παιδικής κακοποίησης αναλύθηκε από επιστήμονες και ειδικούς σε ημερίδα που διοργάνωσε η Ένωση «Μαζί για το Παιδί»  .
Στην Ελλάδα οι 9 στις 10 περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης δεν αναφέρονται ποτέ
«Στην παιδική κακοποίηση βλέπουμε μόνον την κορυφή του παγόβουνου. Το πραγματικό πρόβλημα είναι πολύ ευρύτερο και βαθύ. Γι’ αυτό και χρειάζεται συνεχής επαγρύπνηση και ευαισθητοποίηση». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον Διευθυντή Μονάδας Εντατικής Θεραπείας του Νοσοκομείου Παίδων, «Π. & Α. Κυριακού» και αντιπρόεδρο της Ένωσης «Μαζί για το Παιδί»,  Ιωάννη Παπαδάτο
 
 Με βάση τις εκτιμήσεις, στην Ελλάδα οι 9 στις 10 περιπτώσεις παιδικής κακοποίησης δεν αναφέρονται ποτέ και παραμένουν χωρίς διάγνωση και αντιμετώπιση. Σύμφωνα με έρευνες, 1 στα 2 παιδιά στη χώρα μας έχουν πέσει θύμα τουλάχιστον μίας εμπειρίας σωματικής βίας, το 1 στα 10 παιδιά έχουν πέσει θύματα σε περιστατικά σεξουαλικής βίας, ενώ σχεδόν 3 στα 10 παιδιά θεωρούν ότι είναι παραμελημένα. Παράλληλα, μία στις τέσσερις Ελληνίδες άνω των 15 έχει βιώσει σωματική ή σεξουαλική βία τουλάχιστον μια φορά στη ζωή της.
Η σημασία της Επικοινωνίας
Ο κοινός παρονομαστής που επισήμαναν έντονα οι ειδικοί ήταν η «επικοινωνία». Αυτή που πρέπει να αναπτυχθεί στους κόλπους της οικογένειας καθώς η πρόληψη για το οποιοδήποτε συμβάν είναι σίγουρα  καλύτερη του «θεραπεύειν».  Η ενημέρωση απαιτείται καθώς αυτή είναι η βάση της επικοινωνίας.
 
 
«Να μάθουμε να διαβάζουμε τα “σημάδια”»
 
 «Η κακοποίηση, όπως και ο σχολικός εκφοβισμός δεν είναι καινούριες έννοιες. Πάντα υπήρχαν αλλά δεν ξέραμε το εύρος τους», επισημαίνει ο Ομότιμος Καθηγητής Παιδιατρικής και Επίτιμος Πρόεδρος της Ένωσης «Μαζί για το Παιδί», Χρήστος Μπαρτσόκας, ο οποίος προλόγισε την ημερίδα. Σκιαγραφώντας  τον τύπο των παιδιών που πέφτουν θύματα κακοποίησης μίλησε για παιδιά που έχουν «περιθωριοποιηθεί» κοινωνικά και είναι πιο ευάλωτα από τα υπόλοιπα.
Γι’ αυτό, σύμφωνα με τον κ. Μπαρτσόκα, θα πρέπει να δείχνουμε προσοχή στα σημάδια που ενδέχεται να υποκρύπτουν φαινόμενα κακοποίησης. Χαμηλή αυτοεκτίμηση, αδυναμία ενός παιδιού να αγαπήσει ή να εμπιστευτεί, επιθετικότητα, θυμός, άγχος, φόβος, παραβατικές ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές, όλα αυτά θα πρέπει να μας προβληματίσουν .
 
«Χαρτογραφώντας» το μέγεθος του προβλήματος στην Ελλάδα
 
Παρουσιάζοντας  το μέγεθος του φαινομένου στην Ελλάδα,   η Καθηγήτρια Παιδοψυχιατρικής, Α΄ Ψυχιατρικής Κλινικής,  Ιατρικής Σχολής,  ΕΚΠΑ, Ελένη Λαζαράτου     εξήγησε, ότι το φαινόμενο αφορά όλες τις μορφές σωματικής, σεξουαλικής  και συναισθηματικής κακοποίησης,  την παραμέληση ή αμέλεια φροντίδας και θεραπείας, την εμπορευματοποίηση ή άλλου είδους εκμετάλλευση του παιδιού.
Παράλληλα, παρουσίασε συγκλονιστικά στοιχεία από την έρευνα που είχε διεξάγει το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (ΑΠΘ),  Ιατροδικαστική Υπηρεσία του νομού Θεσσαλονίκης, για το χρονικό διάστημα 2005-2015. Σύμφωνα με αυτά  90 περιστατικά ήταν αυτά της σωματικής κακοποίησης. Το  54,4% αφορούσε αγόρια και 45,6%  κορίτσια.  Ο μέσος όρος ηλικιών ήταν 9 έτη, ενώ προήλθαν 5  θάνατοι από  σοβαρές κακώσεις.
Το 77,7% των δραστών των παραπάνω περιπτώσεων ήταν ένας από τους δύο γονείς και συχνότερα ο πατέρας (54,4%).
Μόλις το 1% καταγγέλθηκε
 
Στην συνέχεια η κα. Λαζαράτου ανέφερε στοιχεία της Έρευνας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού στο πλαίσιο του Ερευνητικού Προγράμματος BECAN (Επιδημιολογική Μελέτη για την Κακοποίηση και Παραμέληση του Παιδιού στα Βαλκάνια.
Σύμφωνα με αυτήν ρωτήθηκαν 12.000 παιδιά ΣΤ' Δημοτικού,  Α' Γυμνασίου , Α' Λυκείου σε σχολεία της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης και της Κρήτης. Το 76,8% είχαν υποστεί σωματική βία και 16,2%  σεξουαλική και μόνο το 1% αναφέρθηκε στις Αρχές. Το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι υπάρχει  μεγάλο χάσμα ανάμεσα στα κρούσματα που λαμβάνουν χώρα και σε εκείνα που τελικά καταγγέλλονται στις αρμόδιες υπηρεσίες στη χώρα μας.
 
Πιο ευάλωτα σε κακοποίηση βρέφη και παιδιά έως 4 ετών
 
Την ίδια ώρα, οι έρευνες αποκαλύπτουν ότι πιο ευάλωτη ηλικιακά ομάδα σε κακοποίηση είναι τα βρέφη και τα παιδιά έως 4 ετών. «Οι συγκεκριμένες κατηγορίες κακοποιούνται συχνότερα, ενώ διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου από κακοποίηση», ανέφερε η οικογενειακή ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια, Αλεξία Βερνίκου.
 
Σοκαριστικά είναι και τα στοιχεία για τους θύτες, καθώς «9 στις 10 κακοποιήσεις έχουν θύτη κάποιον που γνωρίζει καλά το βρέφος/παιδί.
  Το «Σύνδρομο ταρακουνήματος» γνωστό και ως «Shaken Baby Syndrome»   αποτελεί την πιο διαδεδομένη μορφή σωματικής κακοποίησης σε βρέφη και παιδιά έως 2 ετών.  Αφορά τη σοβαρή εγκεφαλική βλάβη που προκαλείται όταν ο ενήλικας τινάζει βίαια ένα βρέφος ή μικρό παιδί. H ανατάραξη καταστρέφει τα κύτταρα του εγκεφάλου, ενώ το  25% των περιστατικών οδηγούνται σε θάνατο και 60% των περιπτώσεων έχουν μόνιμες αναπηρίες στη ζωή τους.
 
Ένα πρόβλημα που αποκαλύπτεται παρεμπιπτόντως
Η Βάνα Παπαευαγγέλου, Καθηγήτρια Παιδιατρικής Λοιμωξιολογίας, Διευθύντρια Γ΄ Παιδιατρικής Κλινικής ΕΚΠΑ, ΠΓΝ Αττικόν  και η  Αλεξάνδρα Σολδάτου, Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδιατρικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού» ανέπτυξαν με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο ποιοι είναι οι κίνδυνοι που προκύπτουν από την παραμέληση των παιδιών.
Αναφέρθηκαν οι άμεσες επιπτώσεις (σοβαροί τραυματισμοί, αναπηρία, έως και θάνατος) με συγκεκριμένα παραδείγματα από την κλινική εμπειρία, οι απώτερες επιπτώσεις (νοσήματα στην ενήλικο ζωή) με επιδημιολογικά, πειραματικά και εργαστηριακά δεδομένα και οι επιπτώσεις για την υγεία της επόμενης γενιάς με πολύ πρόσφατα ερευνητικά δεδομένα.
       Γραμμή 115 25 Μαζί για το Παιδί
Ο ψυχολόγος-ψυχοθεραπευτής του «Μαζί για το Παιδί», Λευτέρης Πετρόπουλος εξήγησε ότι στη Συμβουλευτική Γραμμή  11525 του Μαζί για το Παιδί, πολλές φορές αντιμετωπίζουν αιτήματα που υποκρύπτουν κακοποίηση. Όταν καταλαβαίνουμε ότι υπάρχουν δυσκολίες στην οριοθέτηση της συμπεριφοράς ενός παιδιού, επιθετικότητα, παραβατικότητα και απομόνωση, προσπαθούμε να διερευνήσουμε το ενδεχόμενο κακοποίησης .
Οι άνθρωποι της Γραμμής 11525 προσπαθούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των παιδιών και δέχονται καταγγελίες ανώνυμες ή επώνυμες για περιστατικά κακοποίησης ανηλίκων και προσπαθούν να παραπέμψουν στις αρμόδιες αρχές, ανέφερε ο κοινωνικός λειτουργός – ψυχοθεραπευτής, Νίκος Γιώτας, σημειώνοντας πάντως ότι κομβικό στοιχείο είναι να αποκτήσουν την εμπιστοσύνη των ατόμων που ζητούν βοήθεια.
Η παιδική κακοποίηση αφήνει το σημάδι της στον εγκέφαλο
Πέρα από τα ανεξίτηλα ίχνη που αφήνει η κακοποίηση στον παιδικό ψυχισμό,  οι επιδράσεις είναι ορατές και στον εγκέφαλο. Όπως ανέλυσε η κυρία Μαρίνα Μαρτίνου, που ασχολείται με την Αναπτυξιακή Γνωστική Νευροεπιστήμη, η κακοποίηση πιθανότατα προκαλεί στο παιδί «ευπάθεια στη μελλοντική ψυχοπαθολογία και ιδιαίτερα στη μετατραυματική αγχώδη διαταραχή», ενώ «μπορεί να συντελεί στην ανάπτυξη προβλημάτων συμπεριφοράς, όπως η σεξουαλική δυσλειτουργία αργότερα στη ζωή».
Ακόμη περισσότερο προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι με βάση τελευταίες έρευνες, οι τραυματικές εμπειρίες που έζησαν προηγούμενες γενιές μπορούν να επηρεάσουν επιγενετικά  και τις επόμενες γενιές, «κληρονομώντας» τις επιπτώσεις του προβλήματος.
Το διαδίκτυο δημιούργησε νέες μορφές κακοποίησης
 
Στη δεύτερη ενότητα της ημερίδας αναλύθηκαν οι νέες μορφές κακοποίησης που προέκυψαν από την εξάπλωση του διαδικτύου και που παρουσίασαν ο ψυχολόγος της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος, Γιώργος Νάκος, αλλά και η κλινική ψυχολόγος, Δρ.  Νιόβη Μιχαλοπούλου.
 
Στην εποχή του διαδικτύου και των social media
Ο ψυχολόγος της Διεύθυνσης Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος , Γιώργος Νάκος, αναφέρθηκε στον ηλεκτρονικό εκφοβισμό, υπογραμμίζοντας ότι μπορεί να συμβεί ανά πάσα ώρα και στιγμή ακόμα και στο σπίτι σας. Γίνεται μέσω κινητού ή υπολογιστή είτε μέσω των social media. Aρχικά, μπορεί να γίνει για πλάκα με αποστολή επιθετικών μηνυμάτων. Η ανωνυμία και η πεποίθηση ότι ο δράστης μπορεί να κρυφτεί ενισχύουν τους λόγους για να το κάνει κάποιος.
Ανέλυσε το sextortion, δηλαδή τον σεξουαλικό διαδικτυακό εξαναγκασμό και εκβιασμό των παιδιών, όπου δράστες προσεγγίζουν μέσω ίντερνετ τα θύματά τους, χρησιμοποιώντας δόλιες μεθόδους.
Αφού αποκτήσουν την εμπιστοσύνη τους, ζητούν φωτογραφίες ή βίντεο και στη συνέχεια νέο υλικό, αλλά με πορνογραφικό περιεχόμενο. Εάν τα παιδιά ενδώσουν, τότε οι δράστες αποκαλύπτουν τους σεξουαλικούς οικονομικούς σκοπούς τους.
Γι΄αυτό   οι γονείς πρέπει να επικοινωνούν με το παιδί τους και να τους λέει ότι «συναντά» στο διαδίκτυο, να αποθηκεύει μηνύματα (που του προκαλούν ακόμη ντροπή) και να κάνει print-screen σε ό,τι του προκαλεί ανησυχία και φόβο.
 Πορνογραφία, Sexting και online sexual grooming Vs διαρκής ενημέρωση
 
Από την πλευρά της, η κλινική ψυχολόγος , Δρ.  Νιόβη Μιχαλακοπούλου αναφέρθηκε  στη σεξουαλικότητα και την εφηβεία και τους κινδύνους που απορρέουν από το διαδίκτυο.
Οι νέες μορφές περιλαμβάνουν το sexting, δηλαδή την ανταλλαγή αισθησιακών και ερωτικών μηνυμάτων, φωτογραφιών ή βίντεο μέσω της τεχνολογίας, το grooming, που αφορά στην προετοιμασία του ανηλίκου για μια σεξουαλική σχέση στον πραγματικό κόσμο.
  Στοιχεία αμερικανικής έρευνας που δόθηκαν στο φως της δημοσιότητας το 2013 αναφ’ερουν ότι  1 στους  5  εφήβους έχει ανταλλάξει σεξουαλικού περιεχομένου μηνύματα ή φωτογραφίες με άλλους, από τα κορίτσια ζητείται περισσότερο να στείλουν sext, 1 στους 3 εφήβους έχει δεχτεί ένα τέτοιο μήνυμα, Από αυτούς το ¼ το έχει προωθήσει  σε άλλους  χρήστες ενώ σε έρευνα 600 εφήβων (14-18 ετών) διαπίστωσαν ότι το 20% των εφήβων είπαν ότι είχαν στείλει μια σεξουαλική εικόνα του εαυτού τους.
Η κυρία Μιχαλοπούλου έδωσε έμφαση στην ενημέρωση των παιδιών από μικρή ηλικία για τη σεξουαλικότητα, στην εκπαίδευση και στην ανάγκη διαλόγου των γονιών με τα παιδιά. «Να μην αφήσουμε την ντροπή να μας καθοδηγεί», τόνισε.
Στην συνέχεια κατέγραψε το προφίλ των παιδιών που δέχονται σεξουαλική κακοποίηση και εξήγησε γιατί δεν αντιδρούν.  Η εφηβεία είναι η πιο ευάλωτη ηλικιακή ομάδα σε ότι αφορά το cyber grooming το 76% των ατόμων που παρενοχλήθηκαν σεξουαλικά μέσω διαδικτυακής επικοινωνίας ήταν έφηβοι 13 έως 15 ετών, τα περισσότερα κορίτσια». Το παιδί  δέχεται να «εκτελέσει» αυτά που του ζητούν διότι,  αισθάνεται αγάπη ή μια αίσθηση υποχρέωσης προς στον δράστη, γιατί τον έχει ερωτευτεί καθώς όλο αυτό γινόταν υπό μορφή φλερτ.
 
Αρνητική «πρωταθλήτρια» στο cyber-bullying η Ελλάδα
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν και τα στοιχεία που αφορούν στον διαδικτυακό εκφοβισμό, που παρουσίασε η Ψυχολόγος, ΠΜΣ «Κλινικής Ψυχολογίας» ΕΚΠΑ , Επιστ. Συνεργάτης  Μονάδας  Εφηβικής Υγείας  (Μ.Ε.Υ.), Β΄ Παιδιατρική Κλινική Πανεπιστημίου Αθηνών, Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. Κυριακού», Βανέσσα Ερμηλίου. Η Ελλάδα, όπως και η Ρουμανία εμφανίζουν τα υψηλότερα ποσοστά διαδικτυακού εκφοβισμού σε έρευνα που έγινε σε επτά ευρωπαϊκές χώρες.
Το cyberbullying,   εκδηλώνεται μέσω κοροϊδίας και εξευτελισμού του θύματος σε ένα chat-room, την αποστολή αισχρού υλικού, τη διάδοση φημών και ψευδών μέσα από ψεύτικα προφίλ, αλλά και μέσω της χρήσης προσωπικών στοιχείων και φωτογραφιών και την ανάρτησή τους χωρίς τη συγκατάθεση του ατόμου που αναφέρεται.
Το μεγαλύτερο ποσοστό των θυμάτων του διαδικτυακού είναι κορίτσια, με ποσοστό 25,1%, έναντι 16,6% για τα αγόρια. Όμως το στοιχείο αυτό ενδέχεται να δείχνει ότι τα αγόρια είναι πιο πιθανό να διστάζουν να ζητούσουν βοήθεια,  που σημαινει     ότι απαιτείται    εκπαίδευση παιδιών και εφήβων στη διαχείριση του κινδύνου.
 
 http://www.mazigiatopaidi.gr| www.facebook.com/mazigiatopaidi |Twitter/Instagram: @mazigiatopaidi