Η διατροφική επάρκεια στις συνθήκες εξόδου απο το ευρώ

Τρίτη, 28/02/2017 - 13:00
Ο διάλογος αλλά και η «πολεμική» που έχει ξεκινήσει για το θέμα της εξόδου απο τη ευρωζώνη μέσα στην πατρίδα μας δημιουργεί τις προυποθέσεις να «μιλήσουμε» επιτέλους συγκεκριμμένα και οι διαφωνίες μας ή οι συμφωνίες μας να μην εξαντλούνται σε θεωρητικά ζητήματα μόνο, χωρίς καμμιά διάθεση υποτίμησης τους. Μέσα σ΄αυτό το πλαίσιο πρέπει η άποψη μας να είναι τεκμηριωμένη και κα-τανοητή.

Ακούμε καθημερινά ότι: «Η Ελλάδα δεν παράγει τίποτα» ή «Αν πάψουν οι εισαγωγές, τελειώσαμε, θα πεινάσουμε», είναι έτσι;                                

  • Αυτάρκεια προιόντων φυτικής παραγωγής
Η ανάλυση του παρακάτω πίνακα μπορεί να εξάγει χρήσιμα συμπεράσματα:

Πίνακας 1: Αυτάρκεια προϊόντων φυτικής παραγωγής (σε χιλ. τόνους, έτους 2010)
Προϊόντα Παραγωγή Εισαγωγές Εξαγωγές Κατανάλωση Αυτάρκεια (%)
-1 -2 -3 (4=1+2-3)* (5=1:4*100)
Σιτηρά
Ρύζι 240 23,33 123,2 140,13 171,27
Σιτάρι σκληρό 1.278,00 83,9 508,97 852,93 149,84
Βρώμη 158 17,55 0,08 175,47 90,04
Αραβόσιτος 1.542,00 363,88 18,42 1.887,46 81,7
Κριθάρι 237 228,26 0,66 464,6 51,01
Σιτάρι μαλακό 351 751,41 3,4 1.099,01 31,94
Ελαιοκομικά
Ελιές βρώσιμες 107 4,94 94,56 17,38 615,48
Ελαιόλαδο 225 4,33 80,85 148,48 151,54
Οπωροκηπευτικά
Αγγούρια 120 1,04 24,4 96,64 124,17
Τομάτες βιομηχανίας 700 21,62 101,64 619,98 112,91
Τομάτες νωπές 700 17,01 7,31 709,7 98,63
Πατάτες 800 132,64 24,35 908,29 88,08
Εσπεριδοειδή
Πορτοκάλια 900 7,4 369,65 537,75 167,36
Λεμόνια 45 31,66 4,96 71,7 62,76
Φρούτα
Ακτινίδια 117 4,05 72,81 48,24 242,54
Καρπούζια 510 3,02 176,96 336,06 151,76
Βερίκοκα 77 0,34 16,87 60,47 127,34
Ροδάκινα 610 3,67 110,58 503,09 121,25
Μήλα 240 18,2 42,62 215,58 111,33
Πεπόνια 120 1,33 1,98 119,35 100,54
Αχλάδια 68 17,14 7,72 77,42 87,83
Αμπελοκομικά
Σταφύλια επιτραπέζια 121 6,18 89,64 37,54 322,32
Σταφίδα 43 2,18 24,67 20,51 209,65
Κρασί 310 12,05 35,34 286,71 108,12
Όσπρια
Ρεβύθια 4,94 4,54 0,09 9,39 52,57
Φακές 7,45 10,87 0,29 18,03 41,32
Φασόλια 12,34 23,82 0,7 35,46 34,79
Ζάχαρη
Ζάχαρη 155,27 303,45 137,12 321,6 48,28
Σύνολο 9.798,99 2.099,82 2.079,84 9.818,97 99,8
* Αφορά στη φαινόμενη κατανάλωση            
Πηγή: Επεξεργασία στοιχείων, ΠΑΣΕΓΕΣ, ΕΛ.ΣΤΑΤ. και ΕΛΓΟ        
Οι παραπάνω φόβοι των Ελλήνων είναι εντελώς αδικαιολόγητοι.  Σύμφωνα με έρευνα της ΠΑΣΕΓΕΣ, η Ελλάδα, ακόμα κι αν κοπούν τε-λείως οι εισαγωγές τροφίμων (όπως έγινε στην Αργεντινή), δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να πεινάσει. Έτσι, λοιπόν, όπως αναφέρει ο πρόεδρος της ΠΑΣΕΓΕΣ, το ποσοστό αυτάρκειας της χώρας σε μια σειρά βασικών αγροτικών-διατροφικών προϊόντων φυτικής και ζωι-κής παραγωγής για το 2010, ανήλθε κατά μέσο όρο στο 94% περίπου!

Ειδικότερα, από την παραπάνω έρευνα προκύπτει ότι το ποσοστό αυτάρκειας στη φυτική παραγωγή ανέρχεται κατά μέσο όρο περίπου στο 99%, αλλά διαφοροποιείται μεταξύ επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, όπως τα δημητριακά, όπου η αυτάρκεια ανέρχεται στο 82% περίπου, με το μικρότερο ποσοστό να καταγράφεται στο μαλακό σιτάρι (32%) και το υψηλότερο στο ρύζι (171 %).
Στο ελαιόλαδο και τις ελιές,
τα οποία είναι βασικά είδη διατροφής, η αυτάρκεια εμφανίζει υψηλό ποσοστό, μια και η χώρα παραμένει έντονα εξαγωγική στα δυο αυτά προϊόντα.
Η αυτάρκεια βρώσιμης ελιάς αυξήθηκε
κατά το τελευταίο έτος κατά 61,8%, με αποτέλεσμα να καλύπτουμε το 996% (!) της ζήτησης, με το 88,3% όμως να εξάγεται. Στο λάδι η παραγωγή φτάνει επίσημα το 151% της κατανάλωσης. Στο ποσοστό αυτό, όμως, θα πρέπει να ληφθεί υπόψη και μια τεράστια ποσότητα ατυποποίητου λαδιού που εξάγεται παρανόμως κυρίως σε γειτονικές χώρες, καθώς και ένα μικρό ποσοστό της τάξεως του 4,33% ελαιολάδου που εισάγεται ετησίως, χωρίς κανείς να ξέρει την αιτία.
 Στο μαλακό σιτάρι, από το οποίο γίνεται το ψωμί, εισάγουμε ετησίως πάνω από 1.000.000 τόνους αξίας εκατομμυρίων ευρώ, κυρίως από χώρες όπως η Ρωσία, η Γαλλία και η Ουκρανία. Οι εισαγωγές αυτές είναι τελείως άσκοπες και καταστροφικές για την ελληνική οικονο-μία - πρόκειται για σιτηρά αμφίβολης ποιότητας, αφού κάποιες ανατολικές χώρες υποχρεούνται βάσει κοινοτικής νομοθεσίας να κάνουν ακόμα και ελέγχους για ίχνη ραδιενέργειας.  Έκτοτε αρχίζει ραγδαία μείωση της καλλιέργειας του μαλακού σιταριού, η οποία συνοδεύε-ται από αντίστοιχη αύξηση της καλλιέργειας του σκληρού.  Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα είναι από τότε ελλειμματική σε μαλακό σιτάρι και πλεονασματική σε σκληρό, από το οποίο γίνονται τα ζυμαρικά. Αυτό οφείλεται στην Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ε.Ε., η οποία έδωσε ισχυρά κίνητρα στους παραγωγούς σκληρού σιταριού (35 ευρώ το στρέμμα). Δηλαδή μας αύξησαν την παραγωγή μακαρονιών και μάς μείωσαν την παραγωγή ψωμιού, που από την Αρχαιότητα είναι βασικό είδος διατροφής1.
 Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων,
τα 2.498.070 στρέμματα (με παραγωγή 649.800 τόνων) που καλλιεργούνταν με σκληρό σιτάρι στην Ελλάδα το 1981, αυξήθηκαν το 2001 σε 7.083.100 στρέμματα (με παραγωγή 1.457.260 τόνων) ενώ, αντίστροφα, τα 7.517.747 στρέμματα (με παραγωγή 2.106.270 τόνων) που καλλιεργούνταν με μαλακό σιτάρι στην Ελλάδα το 1981 μειώθηκαν το 2001 σε 1.682.273 στρέμματα (με παραγωγή 442.060 τόνων).   Η τεράστια μείωση της παραγωγής του ελληνικού μαλακού σιταριού και του κριθαριού αύξησε σημαντικά την εισαγωγή τους και οδήγησε σε μεγάλο έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στο κλάδο των δημητριακών που έφθασε το 2008 τα 365 εκατ. ευρώ, ενώ και το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου στον κλάδο των ζωοτροφών έφθασε την ίδια χρονιά στα 354 εκατ.  Αυτή η ραγδαία ανατροπή συνοδεύτηκε από μετακίνηση του μαλακού σιταριού στα πιο άγονα και του σκληρού στα πιο γόνιμα εδάφη, με αποτέλεσμα τη μείωση της απόδοσης του πρώτου και την υποβάθμιση της ποιότητας του δεύτε-ρου. Συνολικά, η έκταση του σιταριού την τελευταία εικοσαετία έχει μειωθεί κατά 1.650.000 στρέμματα.  Μεγάλο τμήμα αυτής της έκτα-σης βρίσκεται σε υποχρεωτική αγρανάπαυση ή έχει φυτευτεί με ορισμένα είδη δένδρων, όπως ακακίες και καρυδιές, συνεπεία των «πε-φωτισμένων» προγραμμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Παρόλα αυτά, η Ελλάδα κατέχει την τέταρτη θέση στην Ευρώπη στην παραγω-γή σιτηρών με 9 εκατ. στρέμματα, από τα οποία περίπου τα 6 εκατ. είναι με σκληρό και μαλακό σιτάρι! . Αν από τα 4 περίπου εκατ. στρέμματα που καλλιεργούνται με σκληρό σιτάρι (στοιχεία 2011) αφιερώσουμε το 1/3 (δηλαδή εκτάσεις περίπου 1,35 εκατ. στρεμ-μάτων) για την παραγωγή μαλακού σιταριού, τότε θα έχουμε σχεδόν 2,8 εκατ. καλλιέργειας μαλακού σιταριού, οπότε η παραγωγή του θα διπλασιαστεί.
Αν, ταυτόχρονα με αυτή την προσπάθεια, αρχίσουν και προγράμματα καλλιέργειας και άλλων ξεχα­σμένων σιτηρών,
όπως η σίκαλη, το κριθάρι και η ζέα, τα οποία παράγουν υπέροχα και απείρως πιο θρεπτικά ψωμιά είναι κάτι πα­ραπάνω από βέβαιο ότι οι 'Ελληνες όχι απλά δεν θα πεινάσουν, αλλά θα τρώνε και τις πιο υγιεινές τροφές που υπάρχουν. Το πρόβλημα αυτό θα μπορούσε να λυθεί εύκολα, με μια αναδιάταξη της  πα­ραγωγής, ακόμα και με επιδότηση, ώστε σε εκτάσεις που καλλιεργούνται σήμερα άλλα προϊόντα, π.χ. ρύζι (στο οποίο εί­μαστε πλεονασματικοί), να καλλιεργηθούν όσπρια, πολλά από τα οποία όπως τα ρεβύθια ή τα μαυρομάτικα φασόλια, έχουν και μικρότερες ανάγκες σε νερό.
Και στις πατάτες υπάρχει αυτάρκεια κατά 82%,
με μόνιμη μάστιγα όμως τις «ελληνοποιήσεις» πατάτας από Αίγυπτο.
 Η ελληνική αμπελουργία είναι επίσης σε πολύ καλό επί­πεδο,
αφού στα επιτραπέζια σταφύλια (αυτάρκεια 133,45%) έχουμε πλεόνα-σμα, δηλαδή μπορούμε άφοβα να κάνουμε εξαγωγές, χωρίς να μας λείψουν ποτέ.  Σύμφωνα με στοιχεία του Οργανισμού Προώθησης Εξαγωγών, η Ελλάδα παράγει έως 5 εκατ. λίτρα κρασί ετησίως και καταναλώνει μόλις 3 εκατ. λίτρα, ενώ το 2011 εξήγαγε κρασί αξίας 57 εκατ. ευρώ. Παρόλο που το ελληνικό κρασί αρκεί να καλύψει τις ανάγκες των Ελλήνων το 2010 πραγματοποιήθηκαν εισαγωγές σε αξία 12 εκατ. ευρώ, καθώς οι 'Ελληνες φαίνεται ότι δεν προ­τιμούν μόνο τα ελληνικά κρασιά.
Ταυτόχρονα διαθέτουμε και μια πολύ ση­μαντική (μικρότερη, βέβαια, από το παρελθόν) παραγωγή σταφίδας
(σουλτανίνα και κοριν-θιακή) άνω των 50.000 τόνων ετησίως, η οποία υπερεπαρκεί για τις ανάγκες μας (αυτάρκεια 274,8%) και μας καθιστά ικανούς για εξαγω-γές.
Στο μέλι, επίσης, καταγράφεται ποσοστό αυτάρκειας της τάξεως 92%.

  • Αυτάρκεια προιόντων ζωικής παραγωγής-αλιείας
ΠΙΝΑΚΑΣ 2. Αυτάρκεια προϊόντων ζωικής παραγωγής – αλιείας
(σε χιλ. τόνους, έτους 2010)
Προϊόντα Παραγωγή Εισαγωγές Εξαγωγές Κατανάλωση Αυτάρκεια (%)
-1 -2 -3 (4=1+2-3)* (5=1:4*100)
Κρέας
Κρέας αιγοπρόβειο 102 8,79 1,93 108,86 93,7
Κρέας πουλερικών 188 54,26 15,09 227,17 82,76
Χοιρινό κρέας 111,25 189,61 10,49 290,37 38,31
Κρέας βόειο 61 139,58 2,24 198,34 30,76
Γαλακτοκομικά-Τυροκομικά
Φέτα 102,09 0,4 32,96 69,53 146,84
Γιαούρτι 95,22 19,99 26,01 89,2 106,75
Γάλα αιγοπρόβειο 703 15,02 2,5 715,52 98,25
Γραβιέρα - Κασέρι 6,42 1,82 1,04 7,2 89,19
Γάλα αγελαδινό 674 431 1 1.104,00 61,05
Κεφαλοτύρι 3,42 3,9 0,23 7,09 48,22
Μέλι
Μέλι 13 1,95 0,87 14,08 92,33
Αυγά
Αυγά 109 10,62 0,12 119,5 91,21
Αλιεύματα
Αλιεύματα 197 90,87 131,04 156,83 125,61
Σύνολο 2.365,40 967,8 225,53 3.107,68 76,11
Όπως υποστηρίζουν οι θιασώτες της ελληνικής τροφοεξάρ­τησης, το βασικό πρόβλημα της χώρας, ως προς την αυτάρκεια, είναι κυρίως η ζωική παραγωγή. Αυτό, όμως, είναι η μισή αλήθειαΤο ποσοστό αυτάρκειας στη ζωική παραγωγή-αλιεία ανέρχεται, κατά μέσο όρο, περίπου στο 76,11%, αλλά διαφοροποιείται μεταξύ επιμέρους κατηγοριών προϊόντων, όπως το κρέας, όπου η αυτάρκεια ανέρχεται στο 56% περίπου, με το μικρότερο ποσο­στό να καταγράφεται στο βόειο κρέας (13%) και το υψηλό­τερο στο αιγοπρόβειο κρέας (94%). Είναι χαρακτηριστικό ότι, από τους 158.000 τόνους που καταναλώνουμεετη-σίως σε μοσχαρίσιο κρέας, στην Ελλάδα παράγουμε μόλις τους 20.000 τόνους.  Στο χοιρινό κρέας η κατάσταση είναι λίγο καλύτερη, αφού από τους 290.000 τόνους που καταναλώ­νουμε, παράγουμε μόνο τους 111.000, δηλαδή το 38%.
Η έλλειψη αυτή σε μοσχαρίσιο και χοίρειο κρέας είναι αποτέλεσμα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής της Ε.Ε.

Χα­ρακτηριστικό είναι ότι πριν το 1980, δηλαδή πριν μπούμε στην τότε ΕΟΚ, η Ελλάδα είχε φτάσει σε αυτάρκεια στο χοι­ρινό κρέας 84%, στο μοσχαρίσιο σε 66%, ενώ το αιγοπρόβειο κρέας ήταν στα σημερινά επίπεδα αυτάρκειας περί­που 94%.
Γιατί όμως, ενώ είμαστε ελλειμματικοί σε βόειο κρέας, συνεχίζουμε να το καταναλώνουμε, σκορπώντας εκα­τομμύρια ευρώ στο εξωτερικό;
Η Ελλάδα μεταπολεμικά σχεδόν υποχρεώθηκε
να κατανα­λώνει μοσχαρίσιο κρέας, με τη λογική ότι είναι πιο ογκώδες ζώο, με μεγαλύτερη γαλακτοπαραγωγή σε σχέση με τα αιγο­πρόβατα, και άρα είναι πιο συμφέρον για την Ελλάδα. Χαρα­κτηριστικό είναι ότι εισήχθησαν και νέες φυλές βοοειδών από βορειο-ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Ελβετία, Βέλγιο), ακόμα και από Αμερική εκτοπίζοντας εγχώριες φυλές βοοειδών, όπως η ελληνική βραχυκερατική φυλή, που απαντάται στις Πρέσπες, αλλά και άλλες φυλές, όπως οι αγελάδες Κατερίνης, Τήνου και Κέας στις Κυκλάδες, Ζακύνθου, Συκιάς στη Χαλ­κιδική, Κύμης, Φλώρινας, οι σαρακατσάνικες και οι αγελάδες Γλώσσας Σκοπέλου.
 Οι εγχώριες αυτές φυλές έχουν μικρότερο μέγεθος, αλλά μέσω της γενετικής επιλογής είχαν προσαρμο­στεί πλήρως στις ελλη-νικές εδαφοκλιματικές συνθήκες. Το ίδιο συνέβη και με τον ελληνικό βούβαλο, που κάποτε κατέ­κλυζε τους υδροβιότοπους της βόρειας Ελλάδας και ο πληθυ­σμός του έφτασε τα όρια της εξαφάνισης τη δεκαετία του ’90. Τα τελευταία χρόνια, γίνεται μια σημαντική προσπάθεια ανά­καμψης του αριθμού των βουβαλιών, η οποία έχει φέρει απο­τελέσματα στην περιοχή της Κερκίνης στον νομό Σερρών.
Με επιδοτήσεις της Ε.Ε. εξαφανίστηκαν οι εγχώριες ράτσες βοοειδών και ενισχύθηκε η εκτροφή βοοειδών έναντι της αιγοπροβατοτροφίας
και άλλων παραδοσιακών μορφών κτηνο­τροφίας, απείρως πιο αποδοτικών, όπως η κονικλοτροφία. Αυτό ήταν ένα ολέθριο σφάλμα, καθώς τα αιγοπρόβατα είναι ιδανικά για τη μορφολογία του ελληνικού εδάφους που έχει ορεινές και ημιορεινές εκτάσεις, σε αντίθεση με τα βοοειδή και κυρίως τις εισαγόμενες ράτσες, που θέλουν ανοιχτές πε­διάδες (τύπου Ολλανδίας). 
Ταυτόχρονα, έγινε συνήθεια στον Έλληνα η κατανάλωση μοσχαρίσιου κρέατος, κάτι που δεν συνέβαινε σε τέτοια έκταση κατά το παρελθόν.
Το μοσχαρίσιο κρέας δεν πλεονεκτεί σε θρεπτικά συστατικά, έναντι του αι­γοπρόβειου, ενώ αν λάβουμε υπόψη και τις σύγχρονες συν­θήκες εντατικής εκτροφής των βοοειδών (αντιβιοτικά, μεταλ­λαγμένες ζωοτροφές, ενσταυλισμός σχεδόν καθόλη τη διάρ­κεια του έτους), το μοσχαρίσιο κρέας είναι μάλλον επιβαρυ­μένο και κακής ποιότητας. 
Αντίθετα, το αιγοπρόβειο κρέας και κάποιες εγχώριες φυλές βοοειδών προέρχονται στην πλειοψηφία τους από κοπάδια ζώων που βόσκουν τον περισσό­τερο χρόνο ελεύθερα σε ορεινές ή ημιορεινές περιοχές, εκμε­ταλλευόμενα πλήρως την πλούσια ελληνική χλωρίδα.
Στο αιγοπρόβειο κρέας είμαστε σχεδόν αυτάρκεις,
αφού σύμφωνα με στοιχεία για το 2009 η Ελλάδα διαθέτει περίπου 8,9 εκατ. πρόβατα και 4,8 εκατ. κατσίκια, δηλαδή αντιστοι­χούν περίπου ένα πρόβατο και μισή κατσίκα για κάθε Έλ­ληνα. 
Σύμφωνα με τον πρόεδρο της Πανελλήνιας Ένωσης Κτηνοτροφών, κ. Δημήτρη Καμπούρη, «Σε ένα με δύο χρόνια, μπορούμε να έχουμε 20 εκατ. αιγοπρόβατα. Αυτό για την Οι­κονομία σημαίνει διπλάσια παραγωγή κρέατος και γάλα­κτος, μείωση των εισαγωγών, αύξηση των εξαγωγών και αύ­ξηση των θέσεων εργασίας. Η αύξηση του ζωικού κεφαλαίου μπορεί να γίνει με ελάχιστα οικονομικά κίνητρα. Τα αρνιά και τα κατσίκια πωλούνται κυρίως το Πάσχα. Αν για μία- δύο χρονιές δεν δώσουμε τα θηλυκά στους εμπόρους, τότε τα ζώα θα διπλασιαστούν».
Σημαντικός τομέας είναι και η πτηνοτροφία,
στην οποία είμαστε αυτάρκεις κατά 85% στο κρέας και κατά 91% στα αυγά. Ιδιαίτερα για τα αυγά, υπάρχει τόση παραγωγή, ώστε το 2011 οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 2.134%!
Στη δε αλιεία το ποσοστό αυτάρκειας, χωρίς να υπολογί­σουμε τις ιχθυοκαλλιέργειες, αγγίζει περίπου το 125,6%, με πάνω από 160.000 τόνους ψαριών τον χρόνο. 
Μαζί με τις ι­χθυοκαλλιέργειες (120.000 τόνοι), το ποσοστό σε αυτάρκεια των αλιευμάτων φτάνει το 221,3%! Μια πιθανή, λοιπόν, παύση των εισαγωγών κρέατος μάλλον καλό θα έκανε στη χώρα, αφού θα επανερχόμασταν στη μεσογειακή δια-τροφή, μειώνοντας την κατανάλωση κόκκινου κρέατος, η οποία μα­κροπρόθεσμα έχει και επιπτώσεις στην υγεία και θεωρείται υπεύθυνη για την εκδήλωση πολλών μορφών καρκίνου (π.χ. στομάχου ή παχέως εντέρου). Μεσούσης της κρίσης, ο μέσος Έλληνας καταναλώνει ετησίως 100 κιλά κόκκινου κρέατος - γεγονός που τον κατατάσσει στην 7η θέση παγκοσμίως, ξεπερνώ-ντας Αμερικανούς, Καναδούς και Γερμανούς!
Στην κατηγορία των γαλακτοκομικών-τυροκομικών προϊό­ντων, η φέτα με ποσοστό αυτάρκειας 147%περίπου υπερ­βαίνει τον μέσο όρο της κατηγορίας, ο οποίος κυμαίνεται στο 80%.
 Γενικότεραστο γάλα, η Ελλάδα κατά το παρελθόν ήταν πλεονασματική.  Σήμερα είναι ελλειμματική, αφού η παρα­γωγή αγε-λαδινού γάλακτος κυμαίνεται στους 638 χιλιάδες τόνους, καλύπτοντας μόνο το 58,2% της ζήτησης (στοιχεία ΕΛΟΓΑΚ 2011).
 Βέβαια, στο αιγοπρόβειο γάλα που έχει και μεγαλύτερη θρεπτική αξία, είμαστε σχεδόν αυτάρκεις, με πα­ραγωγή που καλύ-πτει το 98% της ζήτησης.
Αυτό που δε γνωρίζει ο πολύς κόσμος είναι ότι η σχετικά μειωμένη παραγωγή γάλακτος δεν οφείλεται στη μη παραγωγι-κότητα της ελληνικής κτηνοτροφίας αλλά στο καθεστώς των ποσοστώσεων που επέβαλε η ΕΕ. 
Μέχρι τις αρχές του 2000, η χώρα πλήρωνε πρόστιμα στην ΕΕ, επειδή οι παραγόμενες ποσότητες γάλακτος ήταν υψηλότερες από το πλαφόν που είχε δέσει αυθαίρετα η ΕΕ - κι αυτό διότι δεν είναι αναλογικές ούτε με τον πληθυσμό, ούτε με το ζωικό κεφάλαιο κάθε χώρας.

  • Η νέα αγροτική πολιτική
Κατ’ αρχήν θα πρέπει το υπουργείο αγροτικής ανάπτυξης θα πρέπει να σταματήσει να είναι διεκπεραιωτής της Ε.Ε. Η αγροτική πολιτική θα καθορίζεται με βάσει τα συμφέροντα και την ανάπτυξη της πατρίδας μας. Τα πρώτα βήματα:

  • Αμεση έναρξη της καλλιέργειας σε εκτάσεις που έχουν εγκαταλειφθεί απο νέους άνεργους.
Σύμφωνα με τη Στατιστική Υπηρεσία (στοιχεία 2009), η Ελλάδα καλλιεργεί 32.693 χιλιάδες στρέμματα, από τα 37.324 χιλιάδες στρέμματα (25% της έκτασής μας) που είναι η συνολική καλλιεργήσιμη έκτασή μας, δηλαδή καλλιεργείται περίπου το 87,6% των καλλιεργήσιμων εκτάσεων. Τα υπόλοιπα 4.631 χιλιάδες στρέμματα είναι αναξιοποίητα, αφού βρίσκονται σε αγρανάπαυση η οποία μάλιστα είναι και συμφέρουσα, αφού είναι επιδοτούμενη από την ΕΕ. Στον αριθμό αυτό μπορούν να προστεθούν και εκατομμύρια άλλα στρέμματα ανά την επικράτεια, τα οποία έχουν εγκαταληφθεί εδώ και δεκαετίες, και έχουν μετατραπεί σε λιβαδικές, θαμνώδεις ή και δασώδεις εκτάσεις. Σε πολλούς νομούς, όπως στον νομό Σερρών, η εγκατάλειψη είναι τόσο μεγάλη, που αγγίζει ποσοστά πάνω από το 40%!.
Αυτές οι χαμένες αγροτικές εκτάσεις βρίσκονται στα βοσκοτόπια και στα βουνά (43% της έκτασης), και σε μικρότερο ποσοστό στα δάση (21% της ελληνικής γης). Επειδή τα δάση δεν πρέπει να μειωθούν για χάρη της γεωργίας, θα μπορούσαμε να καλλιεργήσουμε μέρος από τις χορτολιβαδικές εκτάσεις, πολλές από τις οποίες κάποτε ήταν χωράφια και μάλιστα πολύ εύφορα. 
- Με καλλιέργεια μόνο στο 1/4 της έκτασης της Ελλάδας, η χώρα είναι σχεδόν αυτάρκης.
Αν διπλασιάζαμε τις καλλιεργούμενες εκτάσεις, φτάνοντας στο 50% της ελληνικής γης, θα μπορούσαμε να θρέψουμε τουλάχιστον διπλάσιο πληθυσμό ή αλλιώς, να τροφοδοτούμε εξ ολοκλήρου χώρες με παραπλήσιο πληθυσμό, όπως η Πορτογαλία. Το επιχείρημα ότι δεν μπορούμε να καλλιεργήσουμε σε ορεινές ή και ημιορεινές περιοχές είναι αστείο, αφού κάποιες καλλιέργειες, όπως τα αρωματικά φυτά, πολλά από τα οπωροκηπευτικά, δενδρώδεις καλλιέργειες, όπως οι καστανιές, οι κερασιές, οι φουντουκιές, οι καρυδιές κ.ά. αναπτύσσονται καλύτερα σε υψηλό υψόμετρο και σε επικλινή εδάφη.

- Το βασικό πρόβλημα της ελληνικής γεωργίας
είναι η μείωση του αγροτικού πληθυσμού, με άμεση συνέπεια την υποβάθμιση πρώην αγροτικών εκτάσεων.  Για να μεταβληθεί αυτή η κατάσταση απαιτούνται σοβαρά κίνητρα για τους νέους. Θα πρέπει να γίνει όχι ενοικίαση εκτάσεων, όπως προωθεί το Υπουργείο και πρόσφατα η εκκλησία, αλλά πλήρης απαλλοτρίωση και «χάρι-σμα» γης σε άτομα, με την αυστηρή προϋπόθεση οι εκτάσεις αυτές να χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για αγροτικούς σκο-πούς.
 Ο αγρότης, για να είναι αποδοτικός και να παραμείνει στο επάγγελμα, πρέπει να έχει ιδιόκτητη γη και όχι ενοικιαζόμενη. Με πάνω από ένα εκατομμύριο επίσημα ανέργους, σκεφτείτε τι ώθηση δα έδινε στον γερασμένο αγροτικό κόσμο, αν ένα μέρος των ανέργων νέων, αντί να σκέφτονται τη φυγή, στρέφονταν στη γεωργία.
- Με μόνο 300.000 κατά κύριο επάγγελμα αγρότες σήμερα
(και περίπου 2 εκατ. που δηλώνουν συμπληρωματικό εισόδημα), με άλλο μισό εκατομμύριο, θα είχαμε αύξηση κατά 266% τουλάχιστον του αγροτικού πληθυσμού, ενώ η ποιοτική διαφορά θα ήταν ασύγκριτη, αφού στη γεωργία θα έμπαινε ανθρώπινο δυναμικό μικρής ηλικίας και μορφωμένο, προάγοντας την επιχειρηματικότητα και την καινοτομία.
Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, επιτάχθηκαν και απαλλοτριώθηκαν σχεδόν 10 εκατ. στρέμματα καλλιεργήσιμων εκτάσεων σε όλη τη χώρα και διατέθηκαν για την αποκατάσταση προσφύγων και γηγενών. Η διανομή της γης είχε ως αποτέλεσμα να καλλιεργηθούν εδάφη που πρώτα χρησιμοποιούνταν ως βοσκές ή έμεναν ακαλλιέργητα και να αυξηθεί σημαντικά η παραγωγή, ιδιαίτερα των σιτηρών, στα οποία ένα ποσοστό 93% της αύξησης προήλθε από τις περιοχές στις οποίες η γη διανεμήθηκε στους ακτήμονες.
Στην Μακεδονία, στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο, οι εκτάσεις που καλλιεργήθηκαν με σιτηρά
διπλασιάστηκαν από το 1915 έως το 1932!

Αναδιοργάνωση της αγροτικής παραγωγής. Ψήφιση νέου νόμου για τούς συνεταιρισμούς με σαφείς διατάξεις ελέγχου και με κίνητρα μαζικοποίησης τους.

- Προγράμματα ολοκληρωμένης διαχείρισης, στα οποία η ανάγκη σε ζωοτροφές, λιπάσματα, νερό, ακόμα και ενέργεια, να καλύπτεται από την ίδια την αγροτική επιχείρηση.
Η χρήση των οργανικών υπολειμμάτων των ζώων, αλλά και χορταριού σε αποσύνθεση για λίπασμα, η επιδότηση των κτηνοτροφών για καλλιέργεια των ζωοτροφών που χρειάζονται, η δημιουργία συστημάτων συλλογής βρόχινου νερού, αλλά και η επέκταση των προγραμμάτων φιλικής για το περιβάλλον ενέργειας (π.χ. φωτοβολταϊκά) σε κάθε ιδιόκτητη φάρμα, θα απάλλασσε πολλούς αγρότες από ένα μεγάλο τμήμα του κόστους παραγωγής. Επιπλέον, απαιτείται μείωση της τιμής του αγροτικού πετρελαίου, αλλά και μια καθετοποιημένη παραγωγή με πλήρη επιδότηση μεταποιητικών μονάδων κοντά στα χωράφια, ώστε ο κόσμος να παραμείνει στην επαρχία και το κέρδος από το προϊόν να το απολαμβάνει ο παραγωγός και όχι οι μεσάζοντες.

- Ενας ακόμα τομέας ανάπτυξης είναι και η εκτατική μορφή κτηνοτροφίας.
Η Ελλάδα διαθέτει λιβάδια σε ποσοστό 35% του εδάφους της, τη στιγμή που στην Ιταλία είναι το 15%, στην Πορτογαλία το 16% και στην Ισπανία το 24%. Στα λιβάδια αυτά μπορούν να βόσκουν κατά το μεγαλύτερο διάστημα του έτους αιγοπρόβατα ή και εγχώριες φυλές βοοειδών και χοίρων, χωρίς να έχουν καμία ανάγκη για ζωοτροφές. Ειδικά για τα αιγοπρόβατα, θα μπορούσαμε να μετατραπούμε σε Νέα Ζηλανδία, αφού η ημιορεινή φύση της χώρας είναι ιδανική για την ανάπτυξή τους, ενώ οι ήπιες κλιματολογικές συνθήκες δεν απαιτούν ενσταυλισμό, παρά μόνο για λίγους μήνες κατά τη διάρκεια του έτους.
Αυτό θα μείωνε τις τεράστιες εισαγωγές ζωοτροφών,
ενώ θα έδινε ένα κρέας εξαιρετικής ποιότητας. Η αξιοποίηση των βοσκο-τόπων στην Ελλάδα μπορεί να αποφέρει 4,5 δισ. ευρώ ετησίως!
- Ενας ακόμα αναξιοποίητος πλούτος είναι και η αλιεία.
Η Ελλάδα, με τα 15.000 χιλιόμετρα ακτογραμμών, τα 300 θαλάσσια είδη, τα ποτάμια (ο Αλιάκμονας έχει 33 είδη ψαριών και ο Αξιός 36), τις λίμνες, τους εκατοντάδες κόλπους, καθώς και τα 3.000 νησιά, είναι ένα φυσικό ιχθυοτροφείο. 
Ήδη η χώρα διαθέτει τον μεγαλύτερο αλιευτικό στόλο στην Ε.Ε.

Ταυτόχρονα, μπορούν να αναπτυχθούν και οι υδατοκαλλιέργειες.
Σύμφωνα με έρευνες Καναδών επιστημόνων που διεξήχθησαν για την Google Earth, από τους 21.200 περίπου κλωβούς ιχθυο-τροφείων που βρίσκονται στη Μεσόγειο (δορυφορικές εικόνες), οι μισοί περίπου (49%) βρίσκονται στη χώρα μας, με αποτέλε-σμα να υποεκτιμούμε τη συνολική παραγωγή ψαριών ιχθυοκαλλιέργειας κατά τουλάχιστον 30%! 
Η Ελλάδα με μόνο ελάχιστα ιχθυοτροφεία, σε σχέση με αυτά που θα μπορούσε να έχει, παράγει το 60% της συνολικής παραγω-γής σε συναγρίδα και λαβράκι που εκτρέφονται στην Ε.Ε. και σχεδόν τη μισή από την παγκόσμια παραγωγή!
Η χώρα θα έπρεπε εδώ και δεκαετίες να επενδύσει όχι μόνο στη διατροφική της αυτάρκεια, κάτι που ήδη υφίσταται παρόλη την γεωργοκτόνα πολιτική των τελευταίων ετών, αλλά και στην εξάρτηση σε τρόφιμα άλλων χωρών από εμάς, ώστε σε μια πιθανή κρίση να έχουμε συμμάχους τους εμπορικούς μας εταίρους.
Με δεδομένη την παγκόσμια αύξηση του πληθυσμού, τα τρόφιμα είναι ένας τομέας ζωτικής σημασίας, που μελλοντικά θα απο-τελέσει παγκοσμίως τη μέγιστη προτεραιότητα για κάθε κράτος, αλλά και το υπ’ αριθμόν ένα μέσο άσκησης εξωτερικής πολιτι-κής. Η αυτονομία στα τρόφιμα είναι η μόνη λύση για την επίτευξη της ελευθερίας των λαών, αλλά και της εθνικής ανεξαρτησίας αφού η χειρότερη μορφή εξάρτησης είναι εκείνη της διατροφής του πληθυσμού.

  • Ο σχεδιασμός της βιομηχανοποίησης των αγροτικών προιόντων όπως επαναλειτουργία της βιομηχανίας ζάχαρης, βιομηχανι-κών φυτών (π.χ. τεύτλα, βαμβάκι, κ.α). Στόχος θα είναι τα τελικά αγροτικά προιόντα να βρίσκο-νται στο τελικό στάδιο της βιο-μηχανοποίησης. Αυτό βεβαίως προυποθέτει δημόσιες και ιδωτικές επενδύσεις.
  • Την επαναλειτουργία της βιομηχανίας λιπασμάτων και βιομηχανία ζωοτροφών λόγω της μεγάλης εξάρτησης απο τις εισαγωγές με μονοπωλιακές τιμές και τρόπους εξώφλησης (μετρητοίς).
  • Οι γεωτεχνικοί, γεωπόνοι, κτηνίατροι κλπ. να αποκτήσουν ξανά τον συμβουλευτικό τους ρόλο και να βρεθούν στα χωράφια. Σήμερα, οι γεωτεχνικοί του υπουργείου έχουν γίνει γραφειοκράτες, ενώ οι περισσότεροι του ιδιωτικού τομέα απλοί έμποροι αγροεφοδίων.                                                                                                  
  • Να ξαναλειτουργήσει η «Υπηρεσία Γεωργικών Εφαρμογών»στο Υπουργείο ως κόμβος αμφίπλευρης και αδιάκοπης σχέσης και επικοινωνίας ανάμεσα στον παραγωγό, στη διοίκηση, στην έρευνα και στην εκπαίδευση.
  • Η έρευνα στα ΑΕΙ να συνδεθεί με τις ανάγκες της Ελληνικής αγροτικής παραγωγής και να δημιουργηθούν στα Πανεπιστήμια Συμβουλευτικές Υπηρεσίες για τους αγρότες.
  • Η αναβάθμιση των κοινωνικών συνθηκών στην ύπαιθρο με δημόσια δωρεάν υγεία, παιδεία πρόνοια και με δημιουργία αθλητικών και πολιτιστικών κέντρων για δημιουργική αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των κατοίκων της υπαίθρου.
  • Η παραγωγική ανασυγκρότηση Μία σωστή αγροτική πολιτική πρέπει το κέντρο της να είναι ο άνθρωπος και να δημιουργεί και συντηρεί καλό επίπεδο ζωής για τους αγρότες, με κοινωνικές παροχές στην υγεία, παιδεία επικοινωνία και πολιτισμό , ώστε να προσελκύει νέους και δημιουργικούς ανθρώπους στον αγροτικό τομέα.
Η έκταση και το βάθος της παραγωγικής ανασυγκρότηση της αγροτικής οικονομίας θα καθορισθούν απο την συμμετοχή του κόσμου της εργασίας αλλά και των πολιτικών στόχων. Η παραγωγική ανασυγκρότηση θα πετύχει την στιγμή που θα συνοδεύεται με την ανασυγκρότηση και άλλων τομέων της Ελληνικής κοινωνίας όπως του πολιτισμού, εκπαίδευση, υγεία κλπ. Το θεωρητικό υπόβαθρο αυτής της ανασυγκρότησης θα πρέπει να είναι το εξής:

Κάθε συγκεκριμένος παραγωγικός μετασχηματισμός έχει το χρώμα που του προσδίδει το πολιτικό σχέδιο, έχει πολιτικό πρόσημο άρα οφείλει να έχει συγκεκριμένο προσδιορισμό: Εάν υπακούει στην αντίληψη ότι η αποκατάσταση του εισοδηματικού μεριδίου της εργασίας και του κοινωνικού κράτους είναι προϋποθέσεις για την μεγέθυνση του ΑΕΠ, των επενδύσεων και της συμμετοχής της άρχουσας τάξης στο «μέρισμα της ανάπτυξης», τότε πρόκειται για έναν αριστερό ριζοσπαστικό παραγωγικό μετασχηματισμό. Εάν υπακούει στην αντίληψη "η ανάπτυξη είναι προϋπόθεση για την αντιμετώπιση της κοινωνικής κρίσης", τότε πρόκειται για έναν κεντροαριστερό εξωραϊστικό παραγωγικό μετασχηματισμό.
Εάν λείπει ο πολιτικός προσδιορισμός και μιλάμε γενικώς για παραγωγική ανασυγκρότηση ή παραγωγικό μετασχηματισμό, πάμε σε «ραντεβού στα τυφλά» με την Ιστορία2.

  1. CeterisParibus:blogτου Ηλία Ιωακείμογλου-Οικονομικός αναλυτής, επιστημονικός σύμβουλος του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ.

Γιάννης Περάκης

Οικονομολόγος






sxedio-b

Η Ελλάδα κοντά στο Σημείο Τήξης

Τρίτη, 23/02/2016 - 23:21
Του Κ. Παπουλή

Δυστυχώς είχαμε δίκιο, όσοι από τον Μάη του 2010 υποστηρίζαμε την έξοδο από το ευρώ και την παύση πληρωμών, ως μοναδική λύση για την Ελλάδα, γιατί αλλιώς θα ακολουθούσε Αρμαγεδδών. 1.

Είναι αλήθεια ότι τότε, θα είχαμε ισχυρή αλλά και ζωογόνα υποτίμηση, της τάξης του 60%, λόγω του μεγάλου εξωτερικού ελλείμματος όπως άλλωστε είχε ανακοινωθεί δημόσια (και από την πλευρά μας) λίγο αργότερα, το 2011.2 Σε μια τέτοια περίπτωση, μετά το αρχικό σοκ, που θα κρατούσε 6-14 μήνες, δεν θα ακολουθούσε ύφεση και ανεργία, αλλά θα υπήρχε ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια έως σήμερα3. Αν μάλιστα η έξοδος από το ευρώ γινόταν αιτία και αφορμή, για σχεδιασμένη βιομηχανική πολιτική, τότε θα είχαμε σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης, βελτίωση της παραγωγικότητας, άρα σημαντική βελτίωση των μισθών. Ο πληθωρισμός τον πρώτο χρόνο θα ήταν γύρω στο 12% στην χειρότερη περίπτωση, και μόνο στο βαθμό που αναπληρωνόταν από ανάλογες αυξήσεις των μισθών. Ακόμη, και αν εκείνη την στιγμή, λόγω του μεγάλου δημόσιου ελλείμματος, δεν δινόταν για τον πρώτο χρόνο, όλη η αύξηση στο δημόσιο τομέα, θα υπήρχε μια εισοδηματική απώλεια και μόνο για τους δημόσιους υπαλλήλους, που θα αναπληρωνόταν αργότερα.

Για κάποια χρόνια θα ήταν πιο δύσκολο να αγοράσεις αυτοκίνητο, ηλεκτρικά είδη, εισαγόμενα προϊόντα κλπ, αλλά σίγουρα πιο εύκολο από ότι είναι σήμερα. Από την άλλη, μια σειρά εγχώρια αγαθά και υπηρεσίες, (υγεία, εστιατόρια, διασκέδαση, εγχώρια τρόφιμα και ποτά, εκπαίδευση, διακοπές στον τόπο μας κ.α) θα γίνονταν όλο και πιο προσιτά και φτηνότερα. Σταδιακά θα υπήρχε υποκατάσταση εισαγωγών από εγχώρια παραγωγή, που θα τόνωνε την ανάπτυξη και την απασχόληση, ενώ ο γεωργικός τομέας θα σημείωνε άλμα.

Το δημόσιο χρέος που ήταν σε εθνικό δίκαιο, θα αναδιαρθρώνονταν σχετικά εύκολα και θα δραχμοποιούνταν. Στο εσωτερικό, τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία κλπ θα έμεναν ανέπαφα. Οι τράπεζες θα πέρναγαν σε δημόσιο έλεγχο, υγιείς, αντί να φάνε δεκάδες δις ευρώ, διογκώνοντας το δημόσιο χρέος. Δεν θα πέρναγαν σήμερα στα χέρια κερδοσκόπων, απειλώντας να κατασχέσουν τους έλληνες.

Η επάνοδος στην δραχμή παρά τον αρχικό κλυδωνισμό, λόγω της ανάκτησης των μέσων οικονομικής πολιτικής θα οδηγούσε στην επαναφορά της ευστάθειας της οικονομίας, τόσο όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα και την εξωτερική ισορροπία, που αποτέλεσαν την δομική αιτία της ελληνικής κρίσης, αλλά και όσον αφορά πολιτικές πλήρους απασχόλησης και δομικής μεταβολής.

Δεν θα είχε χαθεί πολύτιμο δυναμικό νέων και επιστημόνων, από την μετανάστευση, ούτε θα είχε καταστραφεί τόσος κεφαλαιουχικός εξοπλισμός. Η χώρα δεν θα βρισκόταν στην τραγική κατάσταση της αποεπένδυσης και της ελεύθερης πτώσης στον διεθνή καταμερισμό της εργασίας.

Μια σχετικά διαχειρήσιμη κατάσταση, λοιπόν, μετατράπηκε μέσα σε έξι χρόνια σε εθνική καταστροφή. Η παραμονή στην ευρωζωνική-μνημονιακή πορεία, οδηγεί σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, σε υπερδεκαετή ύφεση. Τίποτε δεν προεξοφλεί την οποιαδήποτε ανάκαμψη ακόμη και μετά το 2018. Μάλιστα οι ιδιαίτερα «ευνοϊκές» εξωτερικές σημερινές συνθήκες, χαμηλά το ευρώ και κύρια οι τιμές του πετρελαίου, θα αναστραφούν.

Οι όποιες ωφέλειες από τις συναλλαγές με χώρες εκτός Ε.Ε., από την πτώση του ευρώ εξανεμίστηκαν από τους κεφαλαιακούς ελέγχους. Σε γενικές γραμμές, η υποχώρηση του ευρώ δεν είναι τέτοιας έκτασης όσο αυτή που «βλέπουμε» με το δολάριο. Με άλλα νομίσματα όπως το γουάν, η στερλίνα, το γιέν, η υποτίμηση του ευρώ τα τελευταία δύο χρόνια  δεν είναι ούτε καν η μισή.  Παράλληλα, υπήρξε μεγάλη ανατίμηση του ευρώ έναντι του ρουβλίου. Η Ρωσία πάντα αποτελεί σημαντικό εμπορικό εταίρο της χώρας και πηγή τουρισμού, ενώ η επιδείνωση των σχέσεών της με την Ε.Ε., έπαιξε εξ ίσου αρνητικό ρόλο. Συγχρόνως είχαμε υποτίμηση της λίρας Τουρκίας έναντι του ευρώ, που αποτελεί σημαντικό ανταγωνιστή της χώρας.

Η μείωση των μισθών κατά 30%, και των εισοδημάτων κατά 50%, η κατάργηση εργατικών δικαιωμάτων και η επισφάλεια, μέσω της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, ελάχιστα διόρθωσε την πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία, πράγμα που συνεπάγεται, ότι αυτή η πολιτική απέτυχε και τυπικά. Ο εξωτερικός τομέας της οικονομίας και οι εξαγωγές παραμένουν στάσιμες, ενώ η μεταποίηση υποχωρεί συνεχώς. Η πολιτική που ακολουθήθηκε απλώς συρρίκνωσε και αποδυνάμωσε την οικονομία, χωρίς να την αλλάξει και να διορθώσει το μεγάλο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας που οφείλεται στην έλλειψη ισχυρής βιομηχανίας και στο πολύ σκληρό νόμισμα, που είναι το ευρώ.

Με δεδομένη την στάση του γερμανικού παράγοντα, ποιες είναι σήμερα οι επιλογές; Από πού θα βρεθούν 6-7 δις ευρώ ετησίως πρωτογενές πλεόνασμα το 2018 αλλά και τα επόμενα χρόνια, για να φτάσουμε στα πλεονάσματα που απαιτούντα;. Με τους φόρους και το ασφαλιστικό και διάφορα άλλα μέτρα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ;

¨Η με χιλιάδες απολύσεις στο δημόσιο, μειώσεις μισθών και εκμηδενισμό των συντάξεων από μια κυβέρνηση Μητσοτάκη; Με συνδυασμό και των δύο πολιτικών από μια οικουμενική κυβέρνηση; Πιθανότατα θα επιχειρηθεί ο συνδυασμός, ο οποίος οδηγεί στην εξαφάνιση μικρομεσαίων, επιστημόνων, αγροτών, κλείσιμο επιχειρήσεων, στην δημιουργία εκατοντάδων χιλιάδων νέων ανέργων, κατάργηση του όποιου κοινωνικού κράτους απέμεινε κλπ

Με το τρίτο μνημόνιο καταστρέφονται οι «μικρομεσαίοι» όλων των κλάδων, το κεφάλαιο συγκεντροποιείται, η χώρα κατάσχεται και παραδίδεται στα μεγάλα και ισχυρά εθνικά και διεθνή λόμπι.  

Ο κ Τόμσεν, τις τελευταίες μέρες σε άρθρο του έγραψε: «Η Ελλάδα και οι Ευρωπαίοι εταίροι της θα πρέπει να πάρουν δύσκολες πολιτικές αποφάσεις στους επόμενους μήνες, ώστε να καταλήξουν σε ένα πρόγραμμα που είναι βιώσιμο, ένα πρόγραμμα με νούμερα που βγαίνουν». Ένα είναι σίγουρο, ότι το Δ.Ν.Τ., έχει δίκιο όταν λέει ότι απαιτούνται και άλλα μέτρα 9-10 δις ευρώ τουλάχιστον, για να πιαστούν οι στόχοι. Και μάλλον είναι λίγα, και η εκτίμηση συντηρητική. Διότι είναι βέβαιο ότι τα μέτρα   φέρνουν ύφεση, και δεν είναι δυνατόν να έχουμε ανάπτυξη 2%-3% τα επόμενα χρόνια, για να μην παρθούν άλλα. Αντίθετα λειτουργούν πολλαπλασιαστικά στην ύφεση. Δηλαδή το υφεσιακό αποτέλεσμα είναι μεγαλύτερο από τα μέτρα. Αφού το ΑΕΠ μειώνεται, μειώνονται και τα έσοδα, συνεπώς τα μέτρα που απαιτούνται είναι πολύ μεγαλύτερα από το τελικό αποτέλεσμα. Δηλαδή μπορεί να χρειάζονται 20 δις μέτρα για να εξοικονομήσεις στο τέλος 6δις-7δις, ενώ η ύφεση που θα προκαλέσουν τα συγκεκριμένα μέτρα θα είναι μεγαλύτερη από 20 δις, αφού ο πολλαπλασιαστής είναι πάντα μεγαλύτερος της μονάδας (μόνο στην τρελή σφαίρα της φαντασίας-επιτυχίας του πρώτου μνημονίου είχε εκτιμηθεί ως 0,5).

Αυτό άλλωστε έγινε και στο παρελθόν, για να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός, για να μηδενιστεί ένα πρωτογενές έλλειμμα 7%-8% του ΑΕΠ του 2009, δημιουργήθηκε τριπλάσια ύφεση. Συνεπώς δεν μπορούμε να αποκλείσουμε νέα κάμψη της οικονομίας ακόμη και πέραν του 10% του ΑΕΠ έως το 2019. Το μόνο που φρενάρει κάπως την κατάσταση, είναι όπως είπαμε η τιμή του πετρελαίου.

Άλλωστε, όπως ανακοινώθηκε, το 2015 υπήρξε μείωση των φορολογικών εσόδων κατά 600 εκ ευρώ σε σύγκριση με το 2014, δηλαδή περίπου κατά το 1/2 της μείωσης του ΑΕΠ (που ήταν 0,7%).

Είμαστε λοιπόν μπροστά στο σημείο τήξης της χώρας. Το ερώτημα ευρώ ή δραχμή επανεμφανίζεται δριμύτερο. Όλο και περισσότερο το δίλημμα: «ή και άλλα και άλλα και άλλα, μέτρα, ή δραχμή» θα βρίσκεται στην ημερήσια διάταξη.

Από την άλλη το κύμα των μεταναστών και η πιθανότητα να εγκλωβιστεί ένας απίθανος αριθμός στην χώρα, κάνουν τις συνθήκες πιο εκρηκτικές.

Τέλος είναι στο πολιτικό επίπεδο που δεν εμφανίζεται προς το παρόν εναλλακτική λύση, και δεν πρέπει να αποκλειστεί μια μακροχρόνια πολιτική αστάθεια, αν όχι πολιτικό χάος.  

Το μεγάλο ζήτημα είναι, αν υπάρχει η πολιτική μαγιά με την απαραίτητη ωριμότητα για να παίξει τον ρόλο του καταλύτη.

Όσον αφορά την αριστερά - πέραν της ανυποληψίας που της πρόσθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ- είναι σε μεγάλο βαθμό ισχυρές νέο-τροτσκιστικές, αντιλήψεις, που διαβάζουν ανάποδα ελληνική κρίση, υποβαθμίζοντας, αν όχι εξαφανίζοντας (ως δομική της αιτία) την συμμετοχή στο ευρώ και στην Ε.Ε.. Η απάντηση είναι μια και μοναδική, η κομμουνιστική, χωρίς καν μεταβατικά ή άλλα συγκεκριμένα προγράμματα. Ο λεγόμενος «κομμουνιστικός» χώρος παρά την αγωνιστική του προσπάθεια, δεν είναι ικανός να θέσει το ζήτημα, αλλά μάλλον το συσκοτίζει. Αντί μιας κατεύθυνσης κοινωνικών συμμαχιών που να οδηγεί σε μια νέα πολιτική πλειοψηφία, δηλαδή ένα μίνιμουμ κυβερνητικό πρόγραμμα κοινωνικής αναγέννησης και εξόδου από την κρίση, προβάλλει το «τι ευρώ, τι δραχμή, επανάσταση σοσιαλιστική», με αόριστο τρόπο μια κομμουνιστική έξοδο, είτε τώρα (Ανταρσυα) είτε στο φωτεινό αύριο (ΚΚΕ). 4

Ενώ η αριστερά δεν φαίνεται να έχει ιδιαίτερη τύχη, δεν είναι αυτή την στιγμή υπαρκτός, ούτε ένας δημοκρατικός-πατριωτικός χώρος που θα βγάλει την χώρα από την κρίση.

Αναρωτιέται κανείς, αν η πολιτική ιδιομορφία της Ελλάδας στην Ευρώπη, να έχει εργολαβία η αριστερά την υπόθεση της εξόδου και της ρήξης, θα διορθωθεί μέσα από την δημιουργία ενός κόμματος στα δεξιά του πολιτικού χάρτη, ή θα δούμε μόνο μια δυνατή Χ.Α.. Σίγουρα τώρα είναι μια μεγάλη ευκαιρία για ένα άλλο εγχείρημα.

Υπάρχουν βέβαια δυνάμεις, που θέλουν να κινηθούν σε μια άλλη κατεύθυνση, όπως το Σχέδιο Β, η ΛΑΕ, το ΕΠΑΜ, ο «Κορδάτος», ανένταχτοι, ο «εργατικός αγώνας», κινήσεις της «Δραχμής», επιστημονικές συσπειρώσεις και σύλλογοι κλπ, αλλά και σημαντικό κομμάτι αγωνιστών από το ΚΚΕ και την Ανταρσυα. Μέχρι σήμερα για διάφορους λόγους,  δεν φαίνεται ότι μπορούν να σφραγίσουν την συγκυρία.

Η σκληρή πραγματικότητα είναι όμως εδώ: Θα εξατμιστεί η πατρίδα μας ή θα εγκαταλείψουμε επιτέλους το ευρώ; Σύντομα; ή το πλήγμα της παραμονής θα είναι μη ιάσιμο; Η έξοδος θα είναι τακτική και συγκροτημένη ή χαοτική και άτακτη; Τι επιπλέον πολιτικές χρειάζονται και πόσο πιο δύσκολες είναι αυτές σήμερα σε σχέση με το αν η έξοδος είχε επιτευχθεί το 2010;

1: . (π.χ., βλ: του ιδίου, Ωραία μου ΟΝΕ καιρός για διαζύγιο, εφημερίδα, δρόμος, Απρίλιος του 2010). www.e-dromos.gr

2) Βλ: www.theo-mariolis.gr, Η Οικονομική Πολιτική Εντός και Εκτός ευρώ, ομιλία του Θ. Μαριόλη σε εκδήλωση, του Μετώπου Ανατροπής και Αλληλεγγύης το 2011, που έγινε στην ΕΣΥΕΑ με τίτλο: “Παύση πληρωμών- η επόμενη μέρα” .

3) βλ: Θ. Μαριόλης, «Δυναμική της ανεργίας, χρηματοδότηση του εξωτερικού τομέα και αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας», ομιλία σε ημερίδα του Σχεδίου Β, το 2012, αλλά και στον συλλογικό τόμο «Ευρώ ή Δραχμή, Σχέδιο Β» σελ 139, εκδ. Κοροντζή

4) Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι ο αρθρογράφος δεν είναι υπέρ μιας αγωνιστικής αλλά και πολιτικής-εκλογικής συνεργασίας με αυτές τις δυνάμεις.





αναδημοσίευση από το sxedio-b.gr