Σήμα κινδύνου από το ECDC για την ασφάλεια στα ελληνικά νοσοκομεία λόγω των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων

Σήμα κινδύνου από το ECDC για την ασφάλεια στα ελληνικά νοσοκομεία λόγω των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων

Δευτέρα, 24/02/2025 - 19:30

Το ECDC (Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων), μετά από προγραμματισμένη επίσκεψή του στην Ελλάδα, στα πλαίσια παρακολούθησης του φαινομένου της «μικροβιακής αντοχής» και της διασποράς «ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων», χαρακτήρισε τα ελληνικά νοσοκομεία «μη ασφαλές μέρος» για τους ασθενείς. Σύμφωνα με το ECDC η Ελλάδα κατέχει εδώ και χρόνια μια θλιβερή πρωτιά. Είναι η πρώτη χώρα στην μικροβιακή αντοχή και επίσης η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων οι οποίες εξαιτίας αυτών των πολυανθεκτικών μικροβίων είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν με τα υπάρχοντα αντιβιοτικά. Η επίπτωση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, σύμφωνα με τη μελέτη σημειακού επιπολασμού 2022-2023 του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων ήταν στην Ελλάδα 12.2%, δηλαδή αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης (6.8%).

 

της Μαριάνθης Παπαγιάννη
Λοιμωξιολόγου, επιμελήτριας Β’, ΓΝΑ «Ευαγγελισμός»

Ας ξεκαθαρίσουμε πρώτα τους όρους «μικροβιακή αντοχή» (ή «αντιμικροβιακή αντοχή» όπως ονομάζεται αν μεταφράσουμε τον όρο από τα αγγλικά = antimicrobial resistance) και «ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις». Ο όρος μικροβιακή αντοχή σημαίνει ανθεκτικότητα του μικρόβιου έναντι των αντιβιοτικών, δηλαδή η ικανότητα των μικροβίων να επιβιώνουν ακόμα και υπό την επίδραση των αντιβιοτικών. Το φαινόμενο της μικροβιακής αντοχής οφείλεται στην ιδιότητα των μικροβίων να εξελίσσουν μηχανισμούς επιβίωσης απέναντι στη συντριπτική πλειοψηφία των διαθέσιμων αντιβιοτικών. Ως αποτέλεσμα, οι λοιμώξεις από αυτές τις κατηγορίες παθογόνων μικροβίων είναι πολύ πιο δύσκολες στην αντιμετώπιση και οδηγούν με στατιστική σημαντικότητα σε αυξημένη θνητότητα και θνησιμότητα.

Στενά συνδεδεμένες με την μικροβιακή αντοχή είναι οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις. Ενδονοσοκομειακή λοίμωξη είναι η λοίμωξη που αποκτάται στο νοσοκομείο και μεταδίδεται στον ασθενή με διάφορα μέσα (μολυσμένες επιφάνειες, σταγονίδια, εξοπλισμός, χέρια κ.α.).

Ευρήματα της έκθεσης του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC)

Σύμφωνα με το ECDC η Ελλάδα κατέχει εδώ και χρόνια μια θλιβερή πρωτιά. Είναι η πρώτη χώρα στην μικροβιακή αντοχή και επίσης η χώρα με το υψηλότερο ποσοστό ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων οι οποίες εξαιτίας αυτών των πολυανθεκτικών μικροβίων είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστούν με τα υπάρχοντα αντιβιοτικά.

Η επίπτωση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων, σύμφωνα με τη μελέτη σημειακού επιπολασμού 2022-2023 του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων ήταν στην Ελλάδα 12.2%, δηλαδή αρκετά υψηλότερη από τον μέσο όρο των υπόλοιπων χωρών της Ευρώπης (6.8%). Σε φθίνουσα σειρά συχνότητας, οι μικροοργανισμοί σε ενδονοσκομειακές λοιμώξεις στην Ελλάδα σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες επιτήρησης του οργανισμού, είναι το  Acinetobacter Spp., στην Ελλάδα 15% (EU/EEA 3%). Η Klebsiella spp., 14% (EU/EEA 12%) και η Pseudomonasaeruginosa 12% (EU/EEA 8%).

Βάσει των καταγεγραμμένων στοιχείων και σύμφωνα  με την έκθεση, στην Ελλάδα καταγράφονται υπερβολικά υψηλά ποσοστά αντοχής (extremely high rates) στελεχών K. pneumoniae, A. baumannii και P. aeurginosa έναντι αντιβιοτικών τελευταίας γραμμής όπως οι καρβαπενέμες (72%, 96%,49% αντοχές αντίστοιχα). Η διασπορά τους εντός των νοσοκομείων είναι ταχεία, με αποτέλεσμα τη συχνή μετάδοσή τους στους ασθενείς (frequent transmission to newly admitted patients).

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την προαναφερθείσα μελέτη η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο δείκτη χρήσης αντιμικροβιακών στα νοσοκομεία. Συνολικά το 55.3% των ασθενών λαμβάνουν κατά τη νοσηλεία τους, τουλάχιστον ένα αντιβιοτικό.

Το 2022, δεδομένα από το European Surveillance Antimicrobial Consumption Network (ESAC-Net), δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι η 2η χώρα σε συνολική κατανάλωση αντιβιοτικών (δηλαδή στα νοσοκομεία και στην κοινότητα αθροιστικά) στην EU/EEA (32.9 DDD per 1000 inhabitants per day, 70% υψηλότερα από τον μέσο όρο EU/EEA average (19.4 DDD per 1000 inhabitants per day). Τα δεδομένα είναι ακόμα χειρότερα για τα συνήθη αντιβιοτικά που χρησιμοποιούνται στο νοσοκομείο (καρβαπενέμες) όπου σε αυτά η Ελλάδα έχει την μεγαλύτερη κατανάλωση από όλες τις EU/EEA χώρες.

Ανταπόκριση του ΕΣΥ στο πρόβλημα των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων

Πρώτα από όλα, η έκθεση του ECDC τονίζει ότι οι εργαζόμενοι στο χώρο της υγείας έχουν κατανοήσει την έκταση του προβλήματος και επίσης πόσο άμεση θα πρέπει να είναι η αντιμετώπιση του. Ωστόσο, λείπει ο κεντρικός συντονισμός, το συνολικό σχέδιο υλοποίησης των απαιτούμενων δράσεων και η χρηματοδότηση.

Τι έχει γίνει ως τώρα

Ένα Εθνικό Σχέδιο Δράσης (national action plan =NAP) για την αντιμετώπιση της μικροβιακής αντοχής, βασισμένο στις κατευθυντήριες οδηγίες του ΠΟΥ και με την καθοδήγηση και εμπλοκή του υπουργείου Υγείας, συντάχθηκε για το 2019-2023. Το πλάνο συμπεριέλαβε περιγραφή των αποτελεσμάτων και μετρήσιμων δεικτών και στόχων όπως επίσης και ανάλογες δραστηριότητες και υπεύθυνους φορείς για την υλοποίηση τους. Ωστόσο, δυστυχώς το σχέδιο ποτέ δεν χρηματοδοτήθηκε ως όφειλε, δεν υπήρξε ποτέ χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή του και σταδιακά ανακαταλήφθηκε με την αιτιολογία της πανδημίας COVID-19.

Για τα επόμενα χρόνια , μετά το 2023, ξεκίνησαν διατμηματικές συναντήσεις από τους ιθύνοντες για τη σύνταξη ενός νέου σχεδίου, ωστόσο μέχρι την εποχή της επίσκεψης του ECDC δεν υπήρχε ούτε καν draft του νέου Εθνικού Σχεδίου Δράσης για τα επόμενα έτη. Υπάρχει ένα working group υπό την αιγίδα του ΕΟΔΥ που περιλαμβάνει λοιμωξιολογους, μικροβιολόγους και ειδικούς στην μικροβιακή αντοχή το οποίο θα συντονίσει το κομμάτι του εθνικού σχεδίου που αφορά την ανθρώπινη υγεία, ωστόσο, δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα δεν υπάρχει προϋπολογισμός μέχρι την στιγμή της επίσκεψης του ECDC. 

Ταυτόχρονα έχει εκπονηθεί ένα σχέδιο δράσης για τον έλεγχο των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και το πλάνο είναι να ενσωματωθεί στο Εθνικό Σχέδιο Δράσης. Το τελευταίο περιλαμβάνει βασικούς πυλώνες για την πρόληψη και των έλεγχο των λοιμώξεων, έχει χρονοδιάγραμμα και προϋπολογισμό καθώς και έχει θέσει στόχους και δείκτες αξιολόγησης για την εφαρμογή του.

Το ανθρώπινο δυναμικό του ΕΣΥ απέναντι στις ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις

Σύμφωνα με την αναφορά του ECDC, στη διασπορά των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και της μικροβιακής αντοχής και στην αδυναμία αντιμετώπισης του προβλήματος σημαντικό ρόλο έχει η μεγάλη υποστελέχωση των νοσοκομείων.

Η έκθεση τονίζει ότι η αναλογία των νοσηλευτών προς τον αριθμό κλινών είναι απαράδεκτα μικρή, κυρίως στις παθολογικές κλινικές. Η παρατήρηση της επιτροπής συμπίπτει με προηγουμένως δημοσιευμένα στατιστικά δεδομένα που δείχνουν ότι η Ελλάδα έχει μια από τις χειρότερες αναλογίες νοσηλευτών/κλίνες στην Ευρωπαϊκή Ένωση/Ευρωπαϊκή Οικονομική Ζώνη EU/EEA. Αυτό είναι εξαιρετικά ανησυχητικό διότι είναι τεκμηριωμένο με μελέτες ότι η υποστελέχωση των νοσοκομείων και η χαμηλή αναλογία νοσηλευτών προς κλίνες οδηγεί σε κακή συμμόρφωση στις πρακτικές της πρόληψης των λοιμώξεων από τους νοσηλευτές, καθώς αυτοί κατακλύζονται και συντρίβονται από τον εργασιακό φόρτο.

Ευτυχώς η στελέχωση είναι καλύτερη σε ότι αφορά τον μέσος αριθμό νοσηλευτών των οποίων η κύρια απασχόληση είναι η πρόληψη και ο έλεγχος των λοιμώξεων. Η αναλογία τους είναι 1.38 ανά 250 κρεβάτια, δηλαδή αντίστοιχος με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Η ευρωπαϊκή επιτροπή σημειώνει στην αναφορά της ότι υπάρχουν στα ελληνικά νοσοκομεία εξαιρετικά ικανοί και αφοσιωμένοι νοσηλευτές επιτήρησης λοιμώξεων. Ωστόσο, πρέπει να τονιστεί ότι τα νοσοκομεία που επισκέφτηκε η επιτροπή λαμβάνουν μέρος σε προγράμματα επιτήρησης λοιμώξεων, τα οποία χρηματοδοτούνται από «τρίτα» μέρη όπως από προσωρινά ευρωπαϊκά προγράμματά ή από ιδιωτικά ιδρύματα-μεγάλους δωρητές.

Ενδεικτικά αναφέρεται το REVERSE project (=pREVention and management tools for rEducing antibiotic Resistance in high prevalence SEttings) και το GRIPP (= Greek Infection Prevention Programme). Εξαιτίας των παραπάνω προγραμμάτων, υπήρξαν ευκαιρίες να προσληφθούν περισσότεροι νοσηλευτές επιτήρησης λοιμώξεων και επομένως σε κάποια νοσοκομεία, να υπάρχει η συνιστώμενη αναλογία 1 νοσηλευτής επιτήρησης λοιμώξεων ανά 250 κλίνες. 

Ωστόσο σε άλλα νοσοκομεία που δεν συμμετέχουν στα προγράμματα REVERSE and GRIPP, οι νοσηλευτές επιτήρησης λοιμώξεων είναι πολύ λιγότεροι. Και ενώ για την αντιμετώπιση των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων όλοι οι πόροι είναι σημαντικοί, τα προγράμματα έχουν συγκεκριμένη διάρκεια με ημερομηνία λήξης και δεν εξασφαλίζουν την μόνιμη ενίσχυση σε ανθρώπινο δυναμικό και πόρους.

Σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των νοσοκομείων, πρέπει σε κάθε νοσοκομείο να υπάρχουν επιτροπές λοιμώξεων αποτελούμενες από διάφορους επαγγελματίες υγείας (λοιμωξιολόγους, μικροβιολόγους κ.α).

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το νομοθετικό πλαίσιο, σε κάθε νοσοκομείο πρέπει να υπάρχουν επιτροπές επιτήρησης της χρήσης αντιβιοτικών (Ομάδα Επιτήρησης Κατανάλωσης και Ορθολογικής Χρήσης Αντιβιοτικών = ΟΕΚΟΧΑ), σύμφωνα με τον 388/2014 και τον κανονισμό του 2019 του υπουργείου Υγείας για την κατάλληλη διαχείριση των αντιμικροβιακών φαρμάκων στο ενδονοσοκομειακό περιβάλλον (Ministry of Health Bulletin 2019 on appropriate management of antimicrobial agents in hospital settings).

Στα νοσοκομεία που επισκέφθηκε η επιτροπή σημείωσε διαφορές στον αριθμό των λοιμωξιολόγων για κάθε νοσοκομείο και κυρίως διαφόρους βαθμούς εμπλοκής αυτών στην επιτήρηση της χρήσης των αντιβιοτικών. Εδώ, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι σε πολλά νοσοκομεία οι λοιμωξιολόγοι εργάζονται κυρίως ως παθολόγοι με τεράστιο φόρτο εργασίας που δεν τους επιτρέπει να εμπλακούν ούτε στην πρόληψη των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων και ούτε στην επιτήρηση της χρήσης των αντιβιοτικών.

Δυστυχώς επί του παρόντος, με τον δεδομένο εργασιακό φόρτο στα νοσοκομεία σε πολλές περιπτώσεις, τα παραπάνω συνήθως αποτελούν μια επιπρόσθετη απασχόληση των λοιμωξιολόγων/παθολόγων και των κλινικών μικροβιολόγων στα ήδη υπάρχοντα καθήκοντα τους, χωρίς να υπάρχει ξεκάθαρα καθορισμένος χρόνος ο οποίος να είναι αφιερωμένος σε αυτές τις εξειδικευμένες δραστηριότητες. Στην πράξη, σύμφωνα με την έκθεση του ECDC η αναλογία γιατρών που ασχολούνται με την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων είναι 0.00 FTP (full time position) ανά 250 κλίνες, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός 0.30/250. Επίσης, σύμφωνα πάντα με την έκθεση, θα έπρεπε να υπάρχει 1 λοιμωξιολόγος/500 κλίνες με μοναδικό καθήκον την ορθολογική χρήση αντιβιοτικών.

Τι συμβαίνει στις ΜΕΘ

Σε όλες τις ΜΕΘ που επισκέφτηκε η επιτροπή αναγνωρίστηκαν ασθενείς με πολυανθεκτικά μικρόβια. Συχνά οι ασθενείς νοσηλευόταν στις ΜΕΘ για πολλές εβδομάδες ακόμα και μήνες  και συχνά αυτή η μακροχρόνια νοσηλεία ήταν αποτέλεσμα της έλλειψης άλλων επιλογών  για τους ασθενείς όπως, π.χ. μονάδες αυξημένης φροντίδας , μονάδες μακροχρόνιας φροντίδας για αποκατάσταση μετά τη νοσηλεία σε ΜΕΘ. Οι παραπάνω ασθενείς με τις μακροχρόνιες νοσηλείες είναι σύμφωνα με την έκθεση του ECDC μια συνεχής πηγή μετάδοσης πολυανθεκτικών μικροβίων σε όλους τους νεοεισαχθέντες ασθενείς.

Υποδομές και συστημικά προβλήματα

Η επιτροπή αναγνώρισε πολλά προβλήματα στις υποδομές των νοσοκομείων. Μια από τις σημαντικότερες είναι η ευρεία και διαδεδομένη απουσία μονόκλινων δωματίων τα οποία είναι απαραίτητα για την απομόνωση των ασθενών με λοίμωξη η γνωστό αποικισμό από πολύ ανθεκτικά μικρόβια ώστε αυτά να μην μεταδοθούν και στους υπόλοιπους ασθενείς. Η αναλογία μονόκλινων θαλάμων στο ΕΣΥ (=θαλάμων απομόνωσης) είναι μόνο 4.5%,πολύ χαμηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που είναι 11.3%

Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την αναφορά του ECDC, η πρακτική διαρκούς εναλλαγής των νοσοκομείων που εισάγουν ασθενείς συμβάλει στη διασπορά των πολυανθεκτικών μικροβίων. Για παράδειγμα, αν ένας ασθενής πάρει εξιτήριο και χρειαστεί επανεισαγωγή για οποιονδήποτε λόγο, η πιθανότητα είναι να απορριφθεί από έτερο νοσοκομείο το οποίο θα εφημερεύει εκείνη την ημέρα. Έτσι οι ασθενείς με πολυανθεκτικά μικρόβια συχνά παρατηρείται να έχουν πρόσφατες νοσηλείες σε τουλάχιστον 2 νοσοκομεία, με αποτέλεσμα τη διασπορά των πολυανθεκτικών μικροβίων από νοσοκομείο σε νοσοκομείο.

Ο κίνδυνος της διασποράς των πολυανθεκτικών μικροβίων αυξάνεται με την έλλειψη κεντρικής βάσης δεδομένων με καθολική πρόσβαση από όλες τις μονάδες υγείας, όπου θα καταγράφεται εάν ο ασθενής είναι αποικισμένος από πολυανθεκτικά μικρόβια και επομένως χρειάζεται επιπρόσθετα μέτρα προφύλαξης κατά τη νοσηλεία του. Επομένως, ασθενείς αποικισμένοι από πολυανθεκτικά μικρόβια δεν μπορούν να εντοπιστούν και νοσηλεύονται χωρίς τα δέοντα προφυλακτικά μέτρα, ενισχύοντας τον φαύλο κύκλο της διασποράς των πολυανθεκτικών μικροβίων.

Προτάσεις του ECDC

Η αναφορά του ολοκληρώνεται με τις παρακάτω προτάσεις

  • Σημαντική αύξηση νοσηλευτικού προσωπικού σε όλα τα τμήματα των νοσοκομείων. Η αναφορά αναγνωρίζει ότι αυτό χρειάζεται σημαντικούς πόρους, τονίζει ωστόσο ότι δεδομένης της έκτασης του προβλήματος αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό σημείο και θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της διασποράς των μικροβίων και των ενδονοσοκομειακων λοιμώξεων. Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα αντιστοιχούν 7 νοσηλευτές ανά 1000 κατοίκους ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος ορός είναι περισσότερο από διπλάσιος, δηλαδή 9.7 per 1000 κατοίκους.
  • Αύξηση του αριθμού εξειδικευμένων νοσηλευτών επιτήρησης λοιμώξεων ανεξάρτητα από research funds και εξασφάλιση της συνεχόμενης και μόνιμης παρουσίας τους στα νοσοκομεία. Προτείνεται η αναλογία 1 νοσηλευτής επιτήρησης λοιμώξεων ανά 100 κλίνες, η οποία δικαιολογείται από το μέγεθος του προβλήματος στα ελληνικά νοσοκομεία.
  • Συνεχόμενη εκπαίδευση επαγγελματιών υγείας σε όλες τις βαθμίδες για την πρόληψη των λοιμώξεων και την ορθολογική χρήση των αντιβιοτικών.
  • Τα μεγάλα νοσοκομεία που δέχονται επείγοντα περιστατικά πρέπει να διαθέτουν εξειδικευμένο ιατρικό προσωπικό για την πρόληψη των λοιμώξεων (κλινικό μικροβιολόγο, λοιμωξιολόγο) ο οποίος θα ασχολείται αποκλειστικά με την πρόληψη και των έλεγχο των λοιμώξεων. Ένα αποδεκτό όριο είναι 1 εξειδικευμένος γιατρός ανά 500 κλίνες. Επιπρόσθετα, όλα τα νοσοκομεία θα πρέπει να διαθέτουν εξειδικευμένες ομάδες πρόληψης και ελέγχου λοιμώξεων οι οποίες θα συντονίζουν και θα επιβλέπουν τα μέτρα πρόληψης και θα εκπαιδεύουν τους υπόλοιπους επαγγελματίες υγείας.
  • Αύξηση των μονόκλινων θαλάμων νοσηλείας. Η αναφορά τονίζει ότι κατανοεί τη δυσκολία και τις ριζικές αλλαγές που πρέπει να γίνουν στις υποδομές υγείας του ΕΣΥ για να αποκτήσει θαλάμους απομόνωσης, ωστόσο τονίζει ότι δεν πρόκειται αν αντιμετωπιστεί η διασπορά των μικροβίων εάν δεν ξεκινήσουμε να ανιχνεύουμε και να απομονώνουμε με συστηματικό τρόπο τα πολυανθεκτικά μικρόβια.
  • Βελτίωση συστημάτων ηλεκτρονικής καταγραφής και αυτοματοποιημένη επιτήρηση για ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις, ώστε να υπάρχουν πραγματικά δεδομένα επιτήρησης λοιμώξεων και αυτόματη ειδοποίηση σε ενδονοσοκομειακές επιδημίες, αλλαγή στην επιδημιολογία των τμημάτων κλπ.
  • Μονάδες αυξημένης φροντίδας, μακροχρόνιας νοσηλείας/αποκατάστασης μετά από τη νοσηλεία σε ΜΕΘ, ώστε να αποφεύγονται οι πολύμηνες άνευ λόγου παραμονές στη ΜΕΘ.
  • Επείγουσα εγκατάσταση πληροφορικού συστήματος στα φαρμακεία των νοσοκομείων, το οποίο να συνδέει τα δεδομένα παραγγελίας φαρμάκων με την κατανάλωση τους στα τμήματα του νοσοκομείου και με συγκεκριμένη κλίνη ασθενούς. Τα δεδομένα πρέπει να μπορούν να εξαχθούν και να χρησιμοποιηθούν στην επιτήρηση της ορθολογικής χρήσης των αντιβιοτικών και επίσης να συνδέονται και με άλλα δεδομένα στο νοσοκομείο, π.χ. τα μικροβιολογικά δεδομένα.

Συμπεράσματα

Οι λοιμώξεις από πολυανθεκτικά μικρόβια έχουν ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη νοσηρότητα και θνητότητα, παρατεταμένες νοσηλείες και επιπλοκές. Τα παραπάνω «μπλοκάρουν» τις νοσοκομειακές κλίνες εμποδίζοντας την διάθεση των πόρων σε νέους ασθενείς.

Τα σημερινά επίπεδα μικροβιακής αντοχής αποτελούν τεράστιο φορτίο για το σύστημα υγείας στην Ελλάδα, καταναλώνοντας πόρους που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν σε άλλους τομείς, όπως στην αύξηση του αριθμού των νοσηλευτών και στην εφαρμογή προγραμμάτων πρόληψης και ελέγχου των λοιμώξεων αντί να τρέχουμε πίσω από την μικροβιακή αντοχή και τα αποτελέσματά της.

Ταυτόχρονα, η παρούσα τεράστια έλλειψη προσωπικού και η έλλειψη ανθρωπίνων και υλικών πόρων για την πρόληψη και τον έλεγχο των λοιμώξεων συμβάλλουν στην επιδείνωση της διασποράς των πολυανθεκτικών βακτηρίων, με αποτέλεσμα ένα θανατηφόρο σπιράλ με ακόμα λιγότερους πόρους και αυξημένη διασπορά μικροβίων.

Η ομάδα του ECDC παρατήρησε και κατέγραψε ενδιαφέρουσες πρωτοβουλίες για την πρόληψη των λοιμώξεων και την ορθολογική χρήση αντιβιοτικών από επαγγελματίες υγείας, που έχουν και τις γνώσεις και την αφοσίωση που απαιτείται στην αντιμετώπιση ενός τόσο πολύπλοκου προβλήματος όπως η μικροβιακή αντοχή. Όλες αυτές οι πρωτοβουλίες παρότι έχουν θετική επίδραση στα τμήματα των νοσοκομείων που εφαρμόζονται, αποτελούν ασύνδετες μεταξύ τους πρωτοβουλίες, οι οποίες είναι καταδικασμένες να αποτύχουν στην συνολική αντιμετώπιση αυτής της εξαιρετικά ανησυχητικής κρίσης δημόσιας υγείας, που είναι η μικροβιακή αντοχή και οι ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις.

Σύμφωνα με το ECDC, χρειάζεται επείγουσα, συντονισμένη και οργανωμένη προσπάθεια η οποία θα κινητοποιήσει όλα τα επίπεδα του Εθνικού Συστήματος Υγείας, από το υπουργείο Υγείας και τον ΕΟΔΥ, ως τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας, με ισχυρή πολιτική βούληση και γενναιόδωρη χρηματοδότηση. Η μικροβιακή αντοχή στην Ελλάδα αντιστοιχεί σε κρίση δημόσιας υγείας που αποτελεί και θα πρέπει να αποτελέσει ζήτημα υψίστης προτεραιότητας για το ΕΣΥ και για ολόκληρη την κοινωνία. Ίσως, αυτή η προσέγγιση και η προτεραιοποίηση του προβλήματος, θα μπορούσε να έχει κάποια επίδραση στην διασπορά των πολυανθεκτικών μικροβίων και να αντιστρέψει τις συνέπειες που έχει αυτή η κρίση τόσο για τους ασθενείς, όσο και για το προσωπικό του Εθνικού Συστήματος Υγείας στην Ε.Ε/Ευρωπαϊκή Οικονομική Ζώνη.

Πηγή: thepressproject.gr

ECDC: Η χρήση της μάσκας είναι μη υποχρεωτική σε αεροδρόμια και αεροπλάνα

Τετάρτη, 11/05/2022 - 18:53

Επισημαίνεται ότι οι κανόνες ειδικά για τις μάσκες θα συνεχίσουν να διαφέρουν ανάλογα με την αεροπορική εταιρεία.

Χαλάρωση των υγειονομικών μέτρων και πιο συγκεκριμένα της χρήσης μάσκας, τόσο στα αεροδρόμια όσο και κατά τη διάρκεια της πτήσης, συστήνουν το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC) και ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Ασφάλειας της Αεροπορίας (EASA).

Ειδικότερα, οι ECDC και EASA, σύμφωνα με κοινή ανακοίνωση, καταργούν τη σύσταση για υποχρεωτική χρήση ιατρικών μασκών στα αεροδρόμια και σε πτήσεις, ενώ επισημαίνεται ότι η μάσκα εξακολουθεί να είναι μια από τις καλύτερες προφυλάξεις κατά της μετάδοσης της COVID-19. Η νέα σύσταση θα ισχύσει από τις 16 Μαΐου.

Ωστόσο, επισημαίνεται ότι οι κανόνες ειδικά για τις μάσκες θα συνεχίσουν να διαφέρουν ανάλογα με την αεροπορική εταιρεία. Για παράδειγμα, οι εταιρείες με πτήσεις από ή προς έναν προορισμό, όπου εξακολουθεί να απαιτείται η χρήση μάσκας στα μέσα μαζικής μεταφοράς, θα πρέπει να συνεχίσουν να ενθαρρύνουν τη χρήση της.

Υπογραμμίζεται παράλληλα, ότι οι ευάλωτοι επιβάτες θα πρέπει να συνεχίσουν να φορούν μάσκα προσώπου ανεξάρτητα από τους κανόνες, ιδανικά μάσκα τύπου FFP2/N95/KN95 που προσφέρει υψηλότερο επίπεδο προστασίας από μια τυπική χειρουργική μάσκα.

Εκτός από τις αλλαγές σε ό,τι αφορά τις μάσκες, οι συστάσεις περιλαμβάνουν χαλάρωση των αυστηρότερων μέτρων για τις αεροπορικές δραστηριότητες, κάτι που θα συμβάλει στην ανακούφιση του φόρτου στον κλάδο, διατηρώντας παράλληλα τα κατάλληλα μέτρα.

Εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι

Η διευθύντρια του ECDC ‘Αντρεα Αμόν, ανέφερε ότι, «αν και εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι, έχουμε δει ότι οι μη φαρμακευτικές παρεμβάσεις και τα εμβόλια επέτρεψαν στη ζωή μας να αρχίσει να επιστρέφει στο φυσιολογικό. Ενώ η υποχρεωτική χρήση μάσκας σε όλες τις περιπτώσεις δεν συνιστάται πλέον, είναι σημαντικό να έχετε υπόψη σας ότι, μαζί με τη σωματική απόσταση και την καλή υγιεινή των χεριών, είναι μία από τις καλύτερες μεθόδους μείωσης της μετάδοσης. Οι κανόνες και οι απαιτήσεις των κρατών αναχώρησης και προορισμού θα πρέπει να τηρούνται και να εφαρμόζονται με συνέπεια και οι ταξιδιωτικοί φορείς θα πρέπει να φροντίζουν να ενημερώνουν έγκαιρα τους επιβάτες για τυχόν απαιτούμενα μέτρα. Η σημασία αυτών των μέτρων θα πρέπει να συνεχίσει να κοινοποιείται αποτελεσματικά στους επιβάτες για την ασφάλειά τους και το ECDC θα συνεχίσει να συνεργάζεται με τους συναδέλφους μας στον EASA για να αξιολογεί τακτικά και να τροποποιεί τις συστάσεις, όπως απαιτείται.»

Από την πλευρά του, ο Εκτελεστικός Διευθυντής του EASA Πατρίκ Κι, σημείωσε ότι «από την επόμενη εβδομάδα οι μάσκες δεν θα χρειάζεται πλέον να είναι υποχρεωτικές στα αεροπορικά ταξίδια σε όλες τις περιπτώσεις, με ευθυγράμμιση σε γενικές γραμμές με τις μεταβαλλόμενες απαιτήσεις των εθνικών αρχών σε όλη την Ευρώπη για τις δημόσιες συγκοινωνίες» προσθέτοντας ότι «για τους επιβάτες και τα πληρώματα , αυτό είναι ένα μεγάλο βήμα προς τα εμπρός για την εξομάλυνση των αεροπορικών ταξιδιών. Ωστόσο, οι επιβάτες θα πρέπει να συμπεριφέρονται υπεύθυνα και να σέβονται τις επιλογές των άλλων γύρω τους. Ένας επιβάτης που βήχει και φτερνίζεται θα πρέπει να σκεφτεί να φορέσει μάσκα προσώπου για να καθησυχάσει όσους κάθονται κοντά».

Η επικαιροποίηση του εν λόγω κοινού πρωτοκόλλου λαμβάνει υπόψη τις τελευταίες εξελίξεις στην πανδημία, ιδίως τα επίπεδα εμβολιασμού και την φυσικά αποκτηθείσα ανοσία, καθώς και τη συνοδευτική άρση των περιορισμών σε έναν αυξανόμενο αριθμό ευρωπαϊκών χωρών.

ECDC: Εξαπλώνονται τα κρούσματα ηπατίτιδας σε παιδιά - Εντοπίζονται πλέον σε πέντε χώρες της Ευρώπης

Τρίτη, 19/04/2022 - 20:43

Κρούσματα άγνωστης προέλευσης παιδικής ηπατίτιδας, που ταυτοποιήθηκαν πρώτα στο Ηνωμένο Βασίλειο, έχουν εντοπισθεί σε παιδιά σε άλλες τέσσερις χώρες της Ευρώπης, ανακοίνωσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Κέντρο Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC).

«Έπειτα από κρούσματα άγνωστης προέλευσης οξείας ηπατίτιδας που εντοπίσθηκαν από τη βρετανική Υπηρεσία Υγειονομικής Ασφάλειας» στις αρχές Απριλίου, «επιπλέον κρούσματα σε παιδιά έχουν αναφερθεί στη Δανία, την Ιρλανδία, την Ολλανδία και την Ισπανία», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η ευρωπαϊκή υπηρεσία.

Εννέα ύποπτα κρούσματα εντοπίσθηκαν επίσης σε παιδιά ηλικίας από 1 ως 6 ετών στην Αλαμπάμα των Ηνωμένων Πολιτειών, σύμφωνα με το ECDC.

«Οι έρευνες συνεχίζονται σε όλες τις χώρες που αναφέρουν κρούσματα. Αυτή τη στιγμή, η ακριβής αιτία της ηπατίτιδας παραμένει άγνωστη», γράφει το ECDC, όμως οι βρετανοί ερευνητές «θεωρούν πως μια μολυσματική αιτία είναι η πιθανότερη λόγω των κλινικών και των επιδημιολογικών χαρακτηριστικών των κρουσμάτων».

Προβλέψεις του ΠΟΥ για αύξηση των κρουσμάτων

Την Παρασκευή, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας είχε ανακοινώσει πως περιμένει να ανακοινωθούν νέα κρούσματα τις επόμενες ημέρες και είχε ήδη αναφέρει «λιγότερα από πέντε» κρούσματα στην Ιρλανδία και τρία στην Ισπανία.

Το ECDC, με το οποίο ήρθε σε επαφή το Γαλλικό Πρακτορείο, δεν ήταν σε θέση να γνωστοποιήσει τον αριθμό των κρουσμάτων ανά χώρα.

Δεν έχει καταγραφεί θάνατος, ωστόσο σε ορισμένες περιπτώσεις στη Βρετανία χρειάσθηκε να γίνει μεταμόσχευση ήπατος.

«Οι εργαστηριακές έρευνες για τα κρούσματα απέκλεισαν ιογενείς ηπατίτιδες τύπου Α, Β, C, D και E σε όλα τα κρούσματα», σύμφωνα με το ECDC.

Σε μια πρώτη φάση το Ηνωμένο Βασίλειο είχε ανακοινώσει στις 5 Απριλίου στον ΠΟΥ 10 κρούσματα σοβαρής ηπατίτιδας στη Σκωτία, πριν ανακοινώσει τρεις ημέρες αργότερα συνολικά 74 κρούσματα, σύμφωνα με τον οργανισμό του ΟΗΕ.

Μεταξύ των βρετανικών κρουσμάτων, «πολλά είχαν σημάδια ίκτερου».

«Ορισμένα κρούσματα είχαν γαστρεντερικά συμπτώματα, περιλαμβανομένων κοιλιακών πόνων, διάρροιας και εμετών τις προηγούμενες εβδομάδες», σύμφωνα με το ECDC.

Πηγή: news247.gr

Η Ε.Ε. αλλάζει θέση για τη χρήση μάσκας από το κοινό - Τι προτείνει το ECDC

Πέμπτη, 09/04/2020 - 00:42

Η Ε.Ε. άλλαξε τη θέση της αναφορικά με τη χρήση μάσκας εν μέσω πανδημίας και τώρα προτείνει να τις φορούν και πολίτες που δεν έχουν παρουσιάσει συμπτώματα COVID-19.

Σύμφωνα με τη νέα οδηγία του Ευρωπαϊκού Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων η χρήση μάσκας μπορεί ενδεχομένως να μειώσει την μετάδοση της ασθένειας.

⇒Δείτε live όλες τις εξελίξεις για την πανδημία σε Ελλάδα και κόσμο

Μεταξύ άλλων η έκθεση του ECDC αναφέρει:

  • Η χρήση μάσκας από εργαζόμενους στον τομέα της υγείας πρέπει να είναι προτεραιότητα
  • Η χρήση μάσκας από το κοινό θα μπορούσε να λειτουργήσει ως πηγή ελέγχου και μείωσης της εξάπλωσης της ασθένειας, μειώνοντας την έκκριση αναπνευστικών σταγονιδίων από ασυμπτωματικούς πολίτες. Δεν είναι γνωστό πόσο η χρήση μάσκας μπορεί να προσφέρει στην μείωση της εξάπλωσης σε συνδυασμό και με άλλα αποτρεπτικά μέτρα.
  • Η χρήση μάσκας στην κοινότητα πρέπει να εξεταστεί, ιδιαίτερα όταν επισκεπτόμαστε κλειστούς χώρους με πολύ κόσμο, όπως καταστήματα τροφίμων ή μέσα μαζικής μεταφοράς
  • Η χρήση μη ιατρικών μασκών, κατασκευασμένων από διάφορα υλικά, πρέπει να εξεταστεί μόνο σαν συμπληρωματικό μέτρο και όχι ως αντικατάσταση των αποτρεπτικών μέτρων, όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση, το σωστό πλύσιμο των χεριών κλπ .
  • Η σωστή χρήση μάσκας είναι κομβική για την αποτελεσματικότητα του μέτρου και μπορεί να βελτιωθεί μέσω εκπαιδευτικής καμπάνιας
  • Οι προτάσεις για χρήση μάσκας από την κοινότητα πρέπει να λάβουν υπόψη τα αποθέματα, την έλλειψη στοιχείων και τις πιθανές παρενέργειες.

Διαβάστε όλη την έκθεση του ECDC ΕΔΩ

Η οδηγία αυτή έρχεται μία ημέρα μετά την ανακοίνωση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ο οποίος παρέθετε νέα στοιχεία που έδειχναν ότι η μάσκα δεν επαρκεί για την προστασία των υγιών ανθρώπων.

Με την ανακοίνωση αυτή, ο ΠΟΥ ουσιαστικά πήρε πίσω την προηγούμενη σύστασή του υπέρ της χρήσης μάσκας, την οποία είχε κάνει έπειτα από στοιχεία που έδειχναν ότι στο Χονγκ Κονγκ βοήθησε στον περιορισμό της νόσου.

Ποια η στάση της Ελλάδας

Στο θέμα αναφέρθηκε εκτενώς και ο Σωτήρης Τσιόδρας κατά τη σημερινή ενημέρωση για την πορεία αντιμετώπισης της πανδημίας.

Ο καθηγητής υποστήριξε ότι «ο ΠΟΥ δεν υποστηρίζει την ευρεία χρήση μάσκα στον γενικό πληθυσμό καθώς η χρήση της φέρει αβεβαιότητες και σημαντικούς κινδύνους». Όπως είπε, οι κίνδυνοι σύμφωνα με τον ΠΟΥ είναι «να μολυνθείς χωρίς να θέλεις με το άγγιγμα και την επαναχρησιμοποίηση της μάσκας στο πρόσωπό σου, δυσκολία στην αναπνοή, ψευδή αίσθηση ασφάλειας η οποία θα οδηγήσει σε λάθος συμπεριφορές όπως η μη τήρηση πιο σημαντικών μέτρων όπως είναι η διατήρηση φυσικής απόστασης από άνθρωπο σε άνθρωπο, το συχνό και καλό πλύσιμο των χεριών και το άγγιγμα του προσώπου».

Όπως επισήμανε ο κος Τσιόδρας αναφερόμενος στις οδηγίες του ΠΟΥ, τα πιο σημαντικά μέτρα αυτή τη στιγμή για όλους είναι «να αποφεύγουμε συνωστισμό σε κλειστούς χώρους, να τηρούμε φυσικά απόσταση τουλάχιστον 1 μέτρου από άλλα άτομα ιδίως από άτομα με αναπνευστικά συμπτώματα όπως βήχα και φτέρνισμα». Όμως διευκρίνισε ότι ο ΠΟΥ δεν ήταν απόλυτος στο μήνυμά του και άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να αποφασιστεί η εφαρμογή αυτού του μέτρου ανάλογα με την επιδημία σε μία χώρα και σε συγκεκριμένους χώρους. «Και το ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης Νοσημάτων έκρινε ότι υπάρχουν περισσότερα κατά παρά υπέρ στη χρήση μάσκα αλλά άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο χρήσης της, ώστε να δώσει όπως λέει στην αναφορά του λιγότερες ευκαιρίες στον ιό να μεταδοθεί από ασυμπτωματικούς» κατέληξε ο κος Τσιόδρας.

«Έκρινα πως το θέμα είναι σημαντικό και αύριο θα σας αναφέρω και την τελική τοποθέτησή μας μετά και τη συνεδρίαση της αρμόδιας επιτροπής», είπε χαρακτηριστικά.