Ο ΓΙΓΑΝΤΙΟΣ ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ «Ο Κομμουνισμός είναι αγώνας»: Αποκλειστική συνέντευξη της Λίντας Αλμα για τα 40 χρόνια από τον θάνατό του

Ο ΓΙΓΑΝΤΙΟΣ ΜΑΝΟΣ ΚΑΤΡΑΚΗΣ «Ο Κομμουνισμός είναι αγώνας»: Αποκλειστική συνέντευξη της Λίντας Αλμα για τα 40 χρόνια από τον θάνατό του

Δευτέρα, 29/07/2024 - 14:17

Της Εύας Νικολαΐδου

«Μάνο, το αίμα μας είναι ουρανός», του είχε γράψει ο Νικηφόρος Βρεττάκος.

Ο Μάνος Κατράκης μέσα στο θεατρικό πλανητικό σύστημα ήταν γιγάντιος σαν γαλαξίας, λαμπερός σαν τον ήλιο, φωτεινός σαν τα άστρα. Το έργο του τεράστιο σε όγκο και ποιότητα, άλλοτε ήρεμο και άλλοτε άγριο σαν τα τοπία και τα φαράγγια του Κισσάμου της Κρήτης, όπου γεννήθηκε. Αγέρωχος πάντα σαν το βενετσιάνικο κάστρο, το στολίδι στο Καστέλι, την πόλη του.

Θαλασσόλυκος της ζωής. Αγαπούσε πάντα τη θάλασσα και ήθελε να χάνεται στην απεραντοσύνη της. Ολα αυτά ήταν οι πόθοι του, τα όνειρά του. Ομως, έγραψε την ιστορία του στο θέατρο, με καθαρό φως, χωρίς φωτοσκιάσεις και ασυμμετρίες. Είχε τη μεγάλη ικανότητα να ερμηνεύει με ακρίβεια το μέγεθος του ρόλου. Σαν να είχε μέσα του τους χρυσούς αριθμούς του Πυθαγόρα, που πρέπει να αποδόσεις με λεπτομέρεια το παραμικρό. Ο Μάνος Κατράκης, όμως, πρόσθετε και την ελεύθερη έκφραση.

Δεν παρακολούθησα ποτέ μόνο μία φορά τις παραστάσεις του. Αυτή ήταν η μεγάλη αρετή του. Ενώ έπαιζε με απλό, άνετο τρόπο σπουδαία έργα, δεν ερμήνευε τίποτα μηχανικά. Ηταν σε κάθε έργο διαφορετικός. Αυτό οφειλόταν στην ολοκληρωμένη καλλιτεχνική του δύναμη, στην πλούσια ψυχοσύνθεσή του, στην ικανότητά του να συνομιλεί με τον θεατή. Εβλεπες πάνω του μια θεία χάρη, να τον ανεβάζει ψηλά σαν αερόστατο στις βουνοκορφές του θεάτρου, έτοιμος να πετάξει σαν αετός στα βουνά του Κισσάμου.

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, προσεγγίζοντας τον υποκριτικό του κώδικα, τον περιγράφει σε διάφορα έργα, τονίζοντας πως χρησιμοποιούσε όλα τα εργαλεία του σώματός του για να ερμηνεύσει τους ρόλους του:

Το στήθος του Προμηθέα

«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», θερινή περίοδος 1956, θέατρο στο Πεδίον του Αρεως (αρχείο «Elite»)

«Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», θερινή περίοδος 1956, θέατρο στο Πεδίον του Αρεως (αρχείο «Elite»)

«Πρώτα είδα τον Κατράκη, παιδί, στους Δελφούς να παίζει Προμηθέα σε κείνη την παράσταση του Καρζή σαν ήθελε να τιμήσει τα 25 χρόνια των Σικελιανών. Ελπίζω πως δεν θα φανεί παράξενο να πω ότι θυμάμαι μόνο το στήθος του. Δεν είναι η παιδική φαντασία που περιόρισε τη μνήμη σ' αυτό το καίριο σημείο του υποκριτικού σώματος. Τώρα ξέρω, και θα με καταλάβουν περισσότερο οι άξιοι ηθοποιοί, πως το κλειδί στον ρόλο του Προμηθέα είναι το στήθος του Τιτάνα. Ο Κατράκης είχε συλλάβει με το ένστικτο και με την πρόσφατη αιματηρή του πείρα πως ο τιμωρούμενος ή ο βασανιζόμενος πρέπει να ανακαλύψει στο δοκιμαζόμενο σώμα του ένα σημείο έσχατης αντοχής, ένα καταφύγιο επιβίωσης κι έναν αλτήρα ελπίδας. Το κέντρο βάρους της υπάρξεως. Ο Κατράκης βρήκε (οι μεγάλοι καλλιτέχνες δεν ψάχνουν, βρίσκουν) πως το σημείο του Προμηθέα είναι το στήθος του. Μ' αυτό το εργαλείο έπαιξε τον ρόλο. Το θυμάμαι αυτό το περήφανο στήθος να πάλλεται, να οργίζεται, να καραδοκεί, να ελπίζει, να φτύνει, να στοχάζεται, να αδημονεί και να οραματίζεται. Αυτό μιλούσε...

Το δεύτερο ήταν τα χέρια του... Τα χέρια του είχαν ιδεολογία. Αεικίνητα, γαμψά, αρπακτικά. Ψαχούλευαν συνεχώς τα έπιπλα για να βεβαιωθούν πως είναι εκεί, δικά του. Τα χέρια του Κατράκη αφηγούνταν την ιστορία της ανθρωπότητας μέσα από την ιστορία του ανθρώπινου χεριού...».

Η πλάτη του Μίσκιν

«Το τρίτο ήταν οι πλάτες του. Έπαιζε στο Ρεξ τον "Ηλίθιο" του Ντοστογιέφσκι, στη διασκευή του Σκουλούδη... Κυριαρχούσε στην απέραντη σκηνή η πλάτη του Κατράκη (Μίσκιν). Καθόταν σιωπηλός, κοντά στη σκάλα, με την πλάτη γυρισμένη στο κοινό. Κυριαρχούσε με την απουσία του...».

Τα μάτια του Δον Κιχώτη

«Ένα άλλο σήμα του Κατράκη μού δόθηκε στον "Δον Κιχώτη". Ήταν τα μάτια του. Πυρετικά και θλιμμένα. Πονετικά και ταυτόχρονα αγέρωχα. Πονηρά και αφοπλιστικά αθώα. Κολασμένα και παρθενικά... Τα μάτια του Κατράκη - Δον Κιχώτη κλαίγανε μαζί και γελούσαν, θρηνούσαν τη θλιβερή πραγματικότητα ενός κόσμου χωρίς όραμα και πίστη, και υμνούσαν τη ανατολή ενός κόσμου που ανέβαινε γεμάτος όνειρο, πίστη, αθωότητα και αγάπη».

«Οι Προστάτες»

«Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», θερινή περίοδος 1982, Ηρώδειο (αρχείο Ηνωμένων Φωτορεπόρτερ)

«Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολη», θερινή περίοδος 1982, Ηρώδειο (αρχείο Ηνωμένων Φωτορεπόρτερ)

Εκτός όμως από το θέατρο, παραμένουν θησαυροί και οι ταινίες του: «Συνοικία το Ονειρο», «Τα κόκκινα φανάρια», «Ταξίδι στα Κύθηρα», «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και πλήθος άλλων. Τον Μάνο Κατράκη τον θαύμασα ιδιαίτερα στην ταινία του Τάσιου «Οι Προστάτες», όπου υποδύεται τη ζωή του ζωγράφου Παρθένη. Να βλέπεις με ανεπανάληπτο τρόπο τον Μάνο Κατράκη να διδάσκει στη Σχολή Καλών Τεχνών. Σ' αυτήν ο Παρθένης είχε δημιουργήσει ένα σύστημα διδασκαλίας πρωτοποριακό, επαναστατικό, προσαρμοσμένο στην έμπνευση και στη χαρά της δημιουργίας. Ολες αυτές τις ιδέες προσπαθούσε να τις διδάξει, όμως συνάντησε αντιδράσεις.

Ο Μάνος Κατράκης σ' αυτήν την ταινία ένιωσε τόσο βαθιά τον χαρακτήρα και τη ζωή του ζωγράφου, που το μετέδιδε απευθείας στον θεατή με τόσο αληθινό τρόπο ώστε νόμιζες ότι είχες μπροστά σου τον ίδιο τον Παρθένη. «Φυλακίσατε την Τέχνη», τους έλεγε. Ενώ, απευθυνόμενος στην κόρη του, της είπε: «Πρέπει να βρούμε τη χαμένη μας ανθρωπιά, και ανθρωπιά θα πει ελευθερία».

Συνομιλώντας με την Λίντα Αλμα

22 χρόνια έζησαν μαζί, αχώριστα, γαλήνια, με τρυφερότητα και αγάπη. Συνάντησα την Λίντα Αλμα λίγο καιρό μετά τον θάνατό του, το 1984. Είχα ήδη αρχίσει τη σειρά συνεντεύξεων «Γυναίκες δίπλα σε σημαντικούς άντρες». Μέσα στα πρώτα ονόματα ήταν και το δικό της. Στο σπίτι τους με υποδέχτηκε με ζεστασιά και εγκαρδιότητα. Κάθε γωνιά και μια ανάμνηση. Κάθε στιγμή και μια θύμηση. Μου χάρισε και δύο φωτογραφίες, που δεν τις έχω δει πουθενά δημοσιευμένες και έρχονται στο φως σήμερα.

Ψάχνοντας για να μου δείξει τα ενθύμια, τις φωτογραφίες τους, τα δημοσιεύματα για τη ζωή του, μου αφηγήθηκε: «Ο Μάνος έζησε εποχές επαναστατικές, έλαβε μέρος σε κοινωνικούς αγώνες ως πατριώτης, με αγωνιστικό ηρωισμό. Δεν δέχτηκε επιδράσεις μόνο από το οικογενειακό του περιβάλλον, αλλά και από το πολιτικό σύστημα που πίστευε. Μου έλεγε ότι ο κομμουνισμός είναι αγώνας».

Χειρόγραφο του Νικηφόρου Βρεττάκου αφιερωμένο στον Μάνο Κατράκη (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Χειρόγραφο του Νικηφόρου Βρεττάκου αφιερωμένο στον Μάνο Κατράκη (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

-- Συζητούσατε για την εποχή που ήταν εξόριστος, φυλακισμένος;

Λίντα Αλμα: Βέβαια. Πέρασε από Μακρόνησο, Ικαρία, Αη Στράτη. Του ζήτησαν να υπογράψει δήλωση. Αρνιόταν συνέχεια. Εκεί μου είχε πει ότι ολοκλήρωσε την ιδεολογία του. Πίστεψε περισσότερο στον κομμουνισμό. Μου έλεγε μάλιστα ότι «το ΚΚΕ είναι ένα». Είχε στεναχωρηθεί τότε με τη διάσπαση. «Δεν είναι ούτε του Εσωτερικού ούτε του Εξωτερικού. Είναι ένα». Με μόχθο, αγώνες, εξορίες, κακουχίες, απογοητεύσεις, ο Μάνος είχε πάντα σίγουρα βήματα. Γι' αυτό άνοιξε και δρόμους που προκαλούν θαυμασμό και δέος.

Στους απελευθερωτικούς αγώνες που πήρε μέρος είχε σαν όπλο του την Τέχνη. Παρόλο που απολύθηκε, βασανίστηκε, ταλαιπωρήθηκε για να υπογράψει δηλώσεις μετάνοιας. Τον στήριζε βέβαια και η μητέρα του, Ειρήνη, που τον μεγάλωσε με πολλές στερήσεις. Πάντα θυμόταν έναν διάλογο μεταξύ τους:

- Τι είναι, Μανόλη;

- Θες να 'ρθω στο σπίτι, μάνα; Θέλεις; Θέλεις;

- Πώς θα 'ρθεις;

- Ε... Θα υπογράψω και θα 'ρθω...

- Ιντα θα υπογράψεις;

- Δήλωση.

- Ιντα 'ναι η δήλωση;

- Οτι δεν είμαι αυτό που είμαι.

- Και δεν είσαι;

- Είμαι.

- Μην υπογράψεις, κερατά... μην υπογράψεις...

-- Υπάρχει κάτι που να τον πίκρανε στον χώρο του θεάτρου;

Λ. Α.: Σ' αυτόν τον χώρο πάντα υπάρχουν συμπάθειες και αντιπάθειες. Ο καθένας προσπαθεί για την προβολή του. Τον στεναχώρησε που ενώ ήταν ο πρώτος Ελληνας ηθοποιός που τιμήθηκε με διεθνές βραβείο, το 1961 στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο για την ερμηνεία του στην «Αντιγόνη», δεν το ανέφεραν, δεν το πρόβαλαν πουθενά.

-- Πόσο δύσκολη είναι η ζωή με μια τέτοια προσωπικότητα;

Λ. Α.: Είναι δύσκολο και σημαντικό. Πρέπει να προσαρμόζεσαι στη ζωή του. Στις ιδιομορφίες του. Ο χαρακτήρας, η ζωή μου, πραγματικά άλλαξε από τον καιρό που γνώρισα τον Μάνο. Κατάφερα να βρω τον σωστό δρόμο δίπλα του. Σε εντυπωσίαζε η απλότητα, η αποφασιστικότητα, η εντιμότητά του.

Ο Μάνος Κατράκης με την Λίντα Αλμα

Ο Μάνος Κατράκης με την Λίντα Αλμα

Η Λίντα Αλμα

Η Λίντα Αλμα

-- Σας ένιωθε στήριγμα στη ζωή του;

Λ. Α.: Η αγάπη μου και μόνο τον εμψύχωνε. Τον βοήθησα με την αφοσίωσή μου. Εκείνος όμως είχε μια σιγουριά, συναίσθημα που του έδινε δύναμη να συνεχίζει. Επαιρνε, φυσικά, κουράγιο και από το δικό μου ενδιαφέρον. Τον συμπαραστεκόμουν σε όλες τις δυσκολίες του. Δεν είχαμε πολύ μεγάλες διαφορές. Πιστεύαμε τα ίδια πράγματα και τα αγαπούσαμε.

-- Ήταν μοναχικός;

Λ. Α.: Προτιμούσε τη μοναξιά, την απομόνωση, παρά τις πολλές συναναστροφές.

-- Σας ενθάρρυνε στο δικό σας επάγγελμα;

Λ. Α.: Παραδεχόταν την αξία μου. Στην εμφάνισή μου ήθελε να μη βάφομαι πολύ ή να μην πιάνω ψηλά τα μαλλιά μου. Κι εγώ πέρασα τρομερά δύσκολα χρόνια, όταν συνεργαζόμουν με τον Γιάννη Φλερύ, 25 χρόνια. Έκανα και διεθνή καριέρα, όταν γνώρισα την Εντίθ Πιάφ, με την οποία συνεργαστήκαμε επί 5 χρόνια.

-- Τι γνώμη έχετε για τους νέους;

Λ. Α.: Έχουν ταλέντο, αλλά βιάζονται. Τους λείπει η υπομονή. Για να γίνουν ονόματα που θα κερδίσουν χρήματα. Ο Μάνος ενώ ήταν από μόνος του ένας ολόκληρος θίασος, ενδιαφερόταν μόνο για την πνευματική προσφορά και όχι τόσο για την οικονομική. Έζησα 22 χρόνια δίπλα σ' αυτήν την τεράστια προσωπικότητα και μετά τον θάνατό του νιώθω τη ζωή μου άδεια.

«Σε χαιρετώ, δεν σε αποχαιρετώ, αθάνατε αδερφέ μου, σύντροφέ μας»

Από την εξορία: Κατράκης, Ρίτσος, Κέτσης (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Από την εξορία: Κατράκης, Ρίτσος, Κέτσης (αρχείο ΕΛΘ, Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά)

Ο Γιάννης Ρίτσος χαιρέτησε τον Μάνο Κατράκη:

«Μάνο μου, σύντεκνέ μου, αδέρφι μου, ρωμιέ κρητίκαρε, λυράρη και χορευταρά κι αγωνιστή αγονάτιστε, σύντροφέ μας, αισχυλικέ Προμηθέα, σαιξπηρικέ Ληρ, πώς να σε πω; Πώς να σε τραγουδήσω παληκάρι μου; Που μέσα στο λαρύγγι μου στριμώχτηκαν ο μέγας βόγγος κεραυνός κι ο πυκνωμένος θαυμασμός για σένα πληγωμένο μου λιοντάρι, κυνηγημένο απ' τα κακά σκυλιά με πάντα ολόρθο κι άτρωτο το χαιτοφόρο σου κεφάλι, πώς να σε τραγουδήσω εσένα πρωτοξάδερφε του Ψηλορείτη, αχ, κείνη η κρητικιά τεράστια χέρα σου, που κράταγε πάντα ψηλά το φλάμπουρο της Επανάστασης, πώς ήξερε απαλά και να χαϊδεύει ανθρώπους, ζώα, πουλιά και γιασεμιά, πώς ήξερε, στο Μακρονήσι, σε απαγορευμένους χώρους, να μαζεύει χόρτο χορταράκι να ετοιμάζεις δείπνο ταπεινό για τους ανήμπορους, τους πικραμένους που δεν είχαν τη δική σου αντρειά, μεγάλε εσύ και στα μικρά και στα μεγάλα, σε χαιρετώ, δεν σε αποχαιρετώ, αθάνατε αδερφέ μου, σύντροφέ μας Μάνο».

Ο Οδυσσέας Ελύτης στο μνημόσυνο των δύο χρόνων από τον θάνατο του Μάνου Κατράκη:

«Η ωχρή μορφή του Μάνου Κατράκη, χαραγμένη με επιμονή και με κόπο πάνω στο μέταλλο της νεοελληνικής πραγματικότητας, εξακολουθεί να αντιστέκεται στις αλλοιώσεις του χρόνου και να ακτινοβολεί όλο ήθος. Η καθαρότητα της φωνής του. Δεν έχω ακούσει ποτέ πιο ωραία ελληνικά. Οι λέξεις βγαίνουν απ' τα χείλη του λαμπερές και στρογγυλές, μ' ένα περίγραμμα φωτεινό, όπως τα βότσαλα κάποιου παρθένου γιαλού. Σαν ποιητής θέλω, για τη μεγάλη προσφορά που έκανε ο έξοχος αυτός καλλιτέχνης σ' όλο το μάκρος της ζωής του προς τον ζωντανό νεοελληνικό λόγο, να του πω ένα μεγάλο ευχαριστώ».

(Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου»)

Σαν σήμερα γεννιέται το 1908 ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης

Κυριακή, 14/08/2016 - 16:00
Ο Μάνος Κατράκης, κορυφαίος πρωταγωνιστής και θιασάρχης, γεννήθηκε στις 14 Αυγούστου του 1909 στο Καστέλι Κισσάμου των Χανίων Κρήτης. Ήταν το μικρότερο από τα πέντε παιδιά του εμπόρου Χαράλαμπου Κατράκη και της Ειρήνης.

Το 1919 η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα, όπου ο Μάνος, που από μικρός είχε δείξει το υποκριτικό ταλέντο του, εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε θεατρική σκηνή. Έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία μόλις 18 ετών, με το θίασο Οι Νέοι στο έργο Για την αγάπη της. Το μπρίο και η δυναμικότητά του ενθουσίασαν τον σκηνοθέτη Κώστα Λελούδα κι έτσι ένα χρόνο αργότερα, το 1928, έπαιξε στην πρώτη βουβή ταινία Το λάβαρο του '21.

Την ίδια περίοδο εντάχθηκε στο Θίασο της Ελευθέρας Σκηνής της Μαρίκας Κοτοπούλη, του Σπύρου Μελά και του Μήτσου Μυράτ, παίζοντας σε έργα όπως Η λύρα του γερο-Νικόλα, Οι άθλιοι και Στέλλα Βιολάντη. Το 1930 συνεργάστηκε με το Λαϊκό Θέατρο του Β. Ρώτα και το 1932 προσλήφθηκε στο νεοϊδρυόμενο Εθνικό Θέατρο, όπου ερμήνευσε μεταξύ άλλων τον Κορυφαίο στον Αγαμέμνονα και τον Κρητικό στη Βαβυλωνία.

Το 1934 συνεργάστηκε με τον Β. Αργυρόπουλο και το 1935 ξανά με τη Μ. Κοτοπούλη.

Αργότερα εντάσσεται στο ΚΚΕ και το 1943 ανέλαβε Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και από τη θέση αυτή συνέβαλε τα μέγιστα στην ίδρυση του Κρατικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης όπου και έπαιξε μέχρι το 1946, οπότε επέστρεψε στο Εθνικό. Εκδιώχθηκε, όμως, ένα χρόνο αργότερα, λόγω των αριστερών πεποιθήσεών του. Κατά την διάρκεια της Κατοχής, εντάσσεται και σε πολλούς καλλιτεχνικούς κύκλους του ΕΑΜ, όπως και στο ΕΑΜ ηθοποιών. Το 1947 διώκεται για τις πολιτικές του πεποιθήσεις και αρνούμενος πεισματικά να υπογράψει «δήλωση μετανοίας», εξορίζεται στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και τον Αϊ-Στράτη όπου υφίσταται κακουχίες και βασανιστήρια.

Επέστρεψε στην Αθήνα το 1952, διοργανώνοντας «ποιητικές απογευματινές» στο θέατρο Μουσούρη. Ξανανέβηκε στη σκηνή με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, λίγο αργότερα με τον θίασο του Αδαμάντιου Λεμού και αμέσως μετά με τον Θυμελικό Θίασοτου Λίνου Καρζή (Προμηθεύς Δεσμώτης). Στη συνέχεια και μέχρι το 1955 εμφανίστηκε με την Κυβέλη και αμέσως μετά συγκρότησε δικό του θίασο με την Ασπασία Παπαθανασίου (Ευγενία ΓκραντέΒαθιές είναι οι ρίζες, Το κορίτσι με το κορδελάκι κ.ά).

Το 1955 ίδρυσε το Ελληνικό Λαϊκό Θέατρο και εγκαταστάθηκε στον υπαίθριο χώρο του Πεδίου του Άρεως, τον οποίο εγκαινίασε με τον Αγαπητικό της Βοσκοπούλας. Σ' αυτό το θέατρο, με μεγάλη συμμετοχή κοινού και καλλιτεχνική επιτυχία, συνέχισε ως το 1967, υποστηρίζοντας συστηματικά το ελληνικό έργο (Ο μονοσάνδαλοςΤο κορίτσι με το κορδελάκιΗ Αντιγόνη της ΚατοχήςΟ Πατούχας και διασκευές από έργα του Καζαντζάκη όπως Ο Χριστός ξανασταυρώνεται και Ο Καπετάν Μιχάλης). Σποραδικά ανέβασε και κλασικό ρεπερτόριο (Ιούλιος ΚαίσαρΦουέντε Οβεχούνα). Τους χειμώνες, το ΕΛΘ φιλοξενείτο σε διάφορα θέατρα ή περιόδευε στην επαρχία, την Κύπρο και την Κωνσταντινούπολη.

Καθώς το 1968 του έγινε έξωση από το Πεδίο του Άρεως, ο Κατράκης συνέχισε την πρωταγωνιστική του πορεία, πότε με το θίασό του, πότε με άλλους πρωταγωνιστές. Το 1972 επέστρεψε στο Εθνικό Θέατρο και πρωταγωνίστησε στον Οθέλλο και τον Δον Κιχώτη, και στην Επίδαυρο στον Οιδίποδα Τύραννο (1973) και στον Προμηθέα Δεσμώτη(1974).

Αργότερα, συνεργάστηκε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, το ΚΘΒΕ, για να επανιδρύσει το 1977 το ΕΛΘ, ανεβάζοντας έργα Αρμπούζοφ (Φθινοπωρινή ιστορία με την Έλλη Λαμπέτη), Γκόρκι (Οι Τελευταίοι), Μπρεχτ (Συντροφιά με τον Μπρεχτ, με τη Μελίνα Μερκούρη), Λέοναρντ (Ντα), Μασάρι (Ταμπού) και τη Λειτουργία κάτω από την Ακρόπολητου Νικηφόρο​υ Βρεττάκου. Η τελευταία του εμφάνιση έγινε το 1984 στο Ηρώδειο, με το μουσικό έργο του Θόδωρου Αντωνίου Προμήθεια.

Συνεργάστηκε με πολύ σημαντικούς καλλιτέχνες (Δ. Ροντήρη, Π. Κατσέλη, Τ. Μουζενίδη, Μ. Βολανάκη, Σπ. Ευαγγελάτο, Μ. Θεοδωράκη, Σπ. Βασιλείου, Α. Κατσέλη, Τ. Καρούσο, Ελ. Χατζηαργύρη, Αν. Βαλάκου) και συμμετείχε σε εκατοντάδες εκδηλώσεις, όπου με την ανεπανάληπτη φωνή του δικαίωνε το νεοελληνικό ποιητικό λόγο. Οι αναγνώσεις του σε κείμενα νεοελληνικής λογοτεχνίας παρέμειναν κλασικές.

Ο Κατράκης έπαιξε και σε πολλές ταινίες στον κινηματογράφο. Αξιόλογες είναι οι ερμηνείες του στο Μαρίνο Κοντάρα του Γιώργου Τζαβέλα (1948), στη Συνοικία το όνειροτου Αλέκου Αλεξανδράκη (1961) στην Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη (1962), στο Ένας Ντελικανής του Μανόλη Σκουλούδη (1963). Βραβεύτηκε στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σαν Φρανσίσκο, για την ερμηνεία του στον ρόλο του Κρέοντα στην Αντιγόνη του Γ. Τζαβέλλα, και στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για τη συμμετοχή του στο Συνοικία το όνειρο.

Λίγο μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων της τελευταίας ταινίας Ταξίδι στα Κύθηρα, με σκηνοθέτη το Θόδωρο Αγγελόπουλο, άφησε την τελευταία του πνοή, στις 2 Σεπτεμβρίου του 1984, χτυπημένος από καρκίνο των πνευμόνων.


Ο Μάνος Κατράκης και το περιστατικό που παραλίγο να στοιχίσει τη ζωή του στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο... :

Με την κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, το 1940, ο Μάνος Κατράκης, έφυγε για το μέτωπο.
Ο ηθοποιός ήταν άτυπα, προστάτης οικογένειας, καθώς ο πατέρας του, που ήταν έμπορος, έλειπε συνεχώς για δουλειές στο εξωτερικό.
Έτσι ο Κατράκης άφησε πίσω του τη μητέρα και τις αδελφές του.
Την ημέρα της αναχώρησης ένας συνάδελφός του, που τον είδε πάνω στο άλογο, του είπε:
«Ε, μωρέ Κατράκη, σαν τον Άη Γιώργη τον καβαλάρη μοιάζεις».
Κι όμως, το άλογο αυτό που έκανε τον ηθοποιό να μοιάζει με άγιο, παραλίγο να γίνει η αιτία για να χάσει τη ζωή του. Την ημέρα του ατυχήματος, ο Κατράκης είχε σταλεί από το διοικητή του, να βοηθήσει τον οδηγό μιας κλινάμαξας που είχε μείνει σε μια ανηφόρα.
Το άλογο του όμως την ημέρα εκείνη ήταν δύστροπο και ανυπάκουο και έτσι ο Κατράκης πήρε άπραγος το δρόμο της επιστροφής.
Την ώρα που κατηφόρισε ένα κακοτράχαλο δρόμο, στο χείλος του γκρεμού, πέρασε με ταχύτητα ένα στρατιωτικό αυτοκίνητο, που τρόμαξε το άλογο.
Ο Μάνος Κατράκης κατάφερε να επιβιώσει στον πόλεμο Το ζώο σηκώθηκε στα δύο του πόδια και τότε ο ηθοποιός σκέφτηκε πως ήρθε το τέλος του,αφού ήταν δίπλα στον γκρεμό, αλλά για καλή του τύχη το άλογο παραπάτησε και έπεσε προς τη μεριά του δρόμου.
Το πόδι του ηθοποιού όμως πλακώθηκε από το χτυπημένο ζώο και εγκλωβίστηκε.
Προσπάθησε φωνάζοντας,  να προλάβει τους επιβάτες του αυτοκινήτου, που ήταν η αιτία του κακού, αλλά μάταια. Το όχημα είχε απομακρυνθεί αρκετά και κανείς δεν τον άκουσε. Το άλογο ήταν βαριά τραυματισμένο και δεν μπορούσε να σηκωθεί με αποτέλεσμα ο Κατράκης να μείνει για πολλές ώρες καταπλακωμένος.
Όπως είπε αργότερα, ούτε που θυμόταν πόσες ώρες είχαν περάσει μέχρι που τον βρήκαν κάποιοι περαστικοί στρατιώτες και τον μετέφεραν στο Μέτσοβο.
Οι συμπολεμιστές του, ήταν έτοιμοι να τον κηρύξουν αγνοούμενο, όταν εμφανίστηκε μπροστά τους σώος και αβλαβής. Παρά την περιπέτειά  δεν έπαψε να αγαπά τα άλογα. Διηγούμενος ιστορίες από τον πόλεμο, ανέφερε συχνά μια εικόνα φρίκης που του έμεινε χαραγμένη στο μυαλό για χρόνια. Λίγο πριν φτάσουν στα Γιάννενα, ο Κατράκης και οι υπόλοιποι στρατιώτες είδαν από μακριά, πεσμένο στο δρόμο ένα άλογο με μια μαύρη κηλίδα πάνω του. Πλησιάζοντας συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν κηλίδα αλλά ένα όρνιο που κατασπάραζε το χτυπημένο άλογο, το οποίο ήταν ζωντανό. Ο ηθοποιός και οι σύντροφοί του δεν άντεχαν να βλέπουν το ζώο να υποφέρει και αποφάσισαν να το λυτρώσουν με μια πιστολιά.
Ο Κατράκης περιέγραφε αυτή την ιστορία σαν «ένα από τα πιο συγκλονιστικά και τραγικά περιστατικά που είχε ζήσει στη ζωή του».

Ο Μάνος Κατράκης κατάφερε να επιβιώσει στο μέτωπο και επέστρεψε στο σπίτι του, ξαφνιάζοντας ευχάριστα τη μητέρα του, που από «μαντάτα» που είχαν φτάσει στα αυτιά της, τον θεωρούσε νεκρό.
Η υπόλοιπη ζωή του ηθοποιού δεν κύλησε ανέμελα. Κατά τη διάρκεια του εμφυλίου εξορίστηκε στη Μακρόνησο και τον Αη Στράτη, αλλά αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο της ζωής του, που αξίζει ξεχωριστή μνεία.... 



Ο Μάνος Κατράκης ως Προμηθέας Δεσμότης


Ο Μάνος Κατράκης (δεξιά) στην εξορία με τον Γ. Ρίτσο



πηγές : sansimera , mixanitouxronoukokkinosfakelos.blogspot.gr