Η συμβολή του Καρλ Μαρξ στην προοδευτική σκέψη της ανθρωπότητας. Tou Γιάννη Τόλιου

Τρίτη, 08/05/2018 - 19:00
200 Χρόνια από τη γέννηση του Καρλ Μαρξ

Η συμβολή του Κ.Μαρξ στην προοδευτική σκέψη της ανθρωπότητας

Γιάννης Τόλιος, διδάκτωρ Οικονομικών, συντονιστής του «ΜΑΧΩΜΕ»

Φέτος κλείνουν 200 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου διανοητή της ανθρωπότητας, Καρλ Μαρξ (Karl Marx), ο οποίος γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1818 στην πόλη Τριρ της Πρωσικής Ρηνανίας. Ήταν δεύτερο από τα επτά παιδιά του νομικού Χέρσελ Μορντεκάι (εβραϊκής καταγωγής), ο οποίος δύο χρόνια πριν από τη γέννηση του Καρλ, βαπτίστηκε χριστιανός, προσχωρώντας στην Ευαγγελική Εκκλησία της Πρωσίας με το όνομα Χάινριχ Μαρξ. Ο Καρλ Μαρξ σπούδασε φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Ιένας, ενώ ο τίτλος της διδακτορικής του διατριβής αφορούσε τη διαφορά μεταξύ της φιλοσοφίας του Δημόκριτου και του Επικούρου.

Η συμβολή του Μαρξ

Για τη συμβολή του Μαρξ στην προοδευτική σκέψη της ανθρωπότητας και το διεθνές επαναστατικό κίνημα, έχουν γραφεί πολλά. Όμως την καλύτερη συνόψιση της προσφοράς του, την έδωσε ο φίλος του Φρειδερίκος Ένγκελς, στον επικήδειο που εκφώνησε στο νεκροταφείο του Highgate του Λονδίνου, στις 17 Μάρτη 1883, τη μέρα της κηδείας του.

Εκεί ο Φρειδερίκος Ένγκελς τόνισε μεταξύ άλλων:

«Ο Μαρξ ήταν ο πρώτος που διατύπωσε την υλιστική αντίληψη της ιστορίας.! Όπως ο Δαρβίνος ανακάλυψε το νόμο εξέλιξης της οργανικής φύσης, ο Μαρξ ανακάλυψη το νόμο εξέλιξης της ανθρώπινης ιστορίας». Με άλλα λόγια έδειξε, ότι ο κόσμος και ειδικότερα η ανθρώπινη κοινωνία, δεν ήταν ένα συμπαγές κρύσταλλο, αλλά ένας ζωντανός οργανισμός που εξελίσσεται και βαδίζει από κατώτερες προς ανώτερες μορφές οργάνωσης. Ειδικότερα έδειξε ότι η ανθρώπινη κοινωνία, στην πορεία ανάπτυξης και εξέλιξης της, περνάει από διάφορα κοινωνικά συστήματα. Από την πρωτόγονη κοινωνία, στην κοινωνία της δουλοκτησίας, σε συνέχεια στη φεουδαρχία, αργότερα στον καπιταλισμό, ο οποίος αναπόφευκτα θα δώσει τη θέση του στο σοσιαλισμό. Με άλλα λόγια ο Μαρξ έδειξε ότι το καπιταλιστικό σύστημα δεν ήταν αιώνιο και αμετάβλητο, αλλά μια ιστορική βαθμίδα εξέλιξης της ανθρώπινης κοινωνίας. Στην εισαγωγή της «Κριτικής της Πολιτικής Οικονομίας» (1859) που θεωρείται από τα καλύτερα κείμενα της παγκόσμιας λογοτεχνίας, ο Μαρξ γράφει χαρακτηριστικά.

«…Στην κοινωνική παραγωγή της ζωής τους, οι άνθρωποι,\ έρχονται σε καθορισμένες, αναγκαίες, ανεξάρτητες από τη θέληση τους σχέσεις παραγωγής, που αντιστοιχούν σε μια ορισμένη βαθμίδα ανάπτυξης των υλικών παραγωγικών τους δυνάμεων. Το σύνολο αυτών των σχέσεων παραγωγής, αποτελεί την οικονομική διάρθρωση της κοινωνίας, την πραγματική βάση, που πάνω της υψώνεται ένα νομικό και πολιτικό εποικοδόμημα και στην οποία αντιστοιχούν ορισμένες μορφές κοινωνικής συνείδησης. Ο τρόπος παραγωγής της υλικής ζωής, καθορίζει την κοινωνική, πολιτική και πνευματική πορεία (προτσές) της ζωής γενικά. Δεν είναι η συνείδηση των ανθρώπων που καθορίζει το είναι τους, μα αντίθετα το κοινωνικό είναι καθορίζει τη συνείδηση τους. Σε μια ορισμένη βαθμίδα εξέλιξης τους, οι υλικές παραγωγικές δυνάμεις της κοινωνίας, έρχονται σε αντίφαση με τις υπάρχουσες σχέσεις παραγωγής ή - πράγμα που αποτελεί μονάχα τη νομική για αυτό έκφραση - με τις σχέσεις ιδιοκτησίας, μέσα στις ποίες είχαν κινηθεί ως τώρα. Από μορφές ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, οι σχέσεις αυτές μεταβάλλονται σε δεσμά τους. Τότε έρχεται μια εποχή κοινωνικής επανάστασης»…

Η δεύτερη μεγάλη συνεισφορά του Μαρξ, ήταν η βαθιά και ολοκληρωμένη μελέτη των νόμων κίνησης του καπιταλιστικού συστήματος. Αρχίζει τη μελέτη του με την ανάλυση του «εμπορεύματος», που αποτελεί το «κύτταρο» των οικονομικών σχέσεων του καπιταλισμού και καθορίζει την ανάπτυξη και ιστορικά του όρια. Όπως τονίζει στον Πρόλογο του Α’ τόμου του «Κεφαλαίου», «αυτό που έχω να ερευνήσω σε τούτο το έργο, είναι ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής και οι σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής που αντιστοιχούν σε αυτόν»…

Πολλοί προηγούμενοι ερευνητές, κυρίως οι κλασσικοί της αστικής πολιτικής οικονομίας (Ο.Πέττυ, Α.Σμιθ, Ν.Ρικάρντο), είχαν μιλήσει για το νόμο της αξίας (εργασιακή θεωρία της αξίας), που βρίσκεται στη βάση της ανταλλαγής των εμπορευμάτων. Δεν μπόρεσαν όμως να βρουν την πηγή του κέρδους - την υπεραξία - και το σύνθετο πλέγμα οικονομικών και κοινωνικών αντιθέσεων που δημιουργεί η παραγωγή και ιδιοποίηση της υπεραξίας. Ο μόνος διανοητής στην αρχαιότητα που είχε προσεγγίσει την έννοια του νόμου της αξίας ήταν ο Αριστοτέλης, για τον οποίο ο Μαρξ κάνει ειδική αναφορά στα έργα του. Ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά τα έργα των αρχαίων ελλήνων διανοητών, μιλούσε άπταιστα αρχαία ελληνικά και ο αγαπημένος του τραγικός ποιητής ήταν ο Αισχύλος. Οι κόρες του στην 50η επέτειο των γενεθλίων του, του ζήτησαν να τους απαγγείλει «Προμηθέα Δεσμώτη».!!

Όπως σημειώνει ο Ένγκελς «με την ανακάλυψη της υπεραξίας φωτίστηκαν με μιας όλα, ενώ όλες οι προηγούμενες έρευνες τόσο των αστών οικονομολόγων, όσο κα των σοσιαλιστικών κριτικών, που είχαν πλανηθεί στο σκοτάδι». Ο Μαρξ στο βασικό του έργο «Το Κεφάλαιο», έδειξε τον εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό χαρακτήρα του συστήματος και τους όρους εκμετάλλευσης του μισθωτού εργάτη. Έδειξε ότι παρά την τεράστια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που ο καπιταλισμός δημιουργεί, γεννάει ταυτόχρονα ανεργία, κρίσεις, εκμετάλλευση, δυστυχία, πολέμους κά. Ακριβώς λόγω του εκμεταλλευτικού και αλλοτριωτικού χαρακτήρα των σχέσεων που δημιουργεί, γεννάει μια ανειρήνευτη ταξική πάλη μεταξύ καπιταλιστών και εργατών και γενικότερα μεταξύ εκμεταλλευτών και εκμεταλλευόμενων, που σταματάει μόνο όταν σταματήσει η εκμετάλλευση «ανθρώπου από άνθρωπο». Όταν δηλαδή η κοινωνία περάσει από το σύστημα της μισθωτής δουλείας σε ένα άλλο κοινωνικό σύστημα, το κομμουνιστικό με πρώτο στάδιο το σοσιαλιστικό.

Με αφορμή την έκδοση του Α’ τόμου του Κεφαλαίου (1867), ο Μαρξ γράφει στον Έγκελς μια συγκινητική επιστολή:

«Αγαπητέ Φρεντ,

Σε σένα μόνο χρωστώ ότι αυτό έγινε δυνατό.

Χωρίς τη δική σου αυτοθυσία για μένα, θα μου ήταν αδύνατο να κάνω την τεράστια αυτή δουλειά για τους τρεις τόμους. Σε φιλώ γεμάτος ευγνωμοσύνη.

Χαίρε αγαπημένε μου, ακριβέ μου φίλε».!

Αξίζει να σημειώσουμε ότι τον Α’ τόμο ο Μαρξ τον αφιέρωσε στο Βίλχεμ Βολφ, «πιστό, τολμηρό, ευγενικό, πρωτοπόρο αγωνιστή του προλεταριάτου»!

Όμως η συνεισφορά του Μαρξ δεν εξαντλείται σε αυτά. Πολλοί φιλόσοφοι, οικονομολόγοι και προοδευτικοί διανοούμενοι πριν το Μαρξ, είχαν διαπιστώσει και καταγγείλει τα αρνητικά του καπιταλισμού και πρόβαλαν την ιδέα μιας άλλης καλύτερης κοινωνίας. Όμως την έβλεπαν να εμφανίζεται είτε με την ανάπτυξη της «φιλανθρωπίας», είτε με την «καλή θέληση», είτε με τον «περιορισμό» των αρνητικών πλευρών του συστήματος. Δηλαδή έβλεπαν την πραγματοποίηση της με έναν «ουτοπικό», εξωπραγματικό, μη ρεαλιστικό τρόπο. Ο Μαρξ κριτικάροντας αυτή τη στάση των διανοητών, θα πει χαρακτηριστικά. «Οι μέχρι τώρα φιλόσοφοι εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο. Το ζήτημα όμως είναι να τον αλλάξουμε».!!

Μέσα από τη μελέτη της καπιταλιστικής κοινωνίας, ο Μαρξ ανακάλυψε εκείνη την κοινωνική τάξη που ήταν προορισμένη να ανατρέψει την κυριαρχία του κεφαλαίου και να εγκαθιδρύσει ένα νέο σύστημα το σοσιαλισμό. Δηλαδή το «προλεταριάτο» τη σύγχρονη εργατική τάξη, που μέσα από την οργάνωση και ανάπτυξη της ταξικής πάλης (σε οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο), παίρνει την εξουσία από την αστική τάξη και εγκαθιδρύει την εξουσία των άμεσων παραγωγών. Τον ιστορικό ρόλο του «προλεταριάτου», ο Μαρξ τον προσδιόρισε με τα λόγια: «ο καπιταλισμός γεννά το νεκροθάφτη του, το σύγχρονο προλεταριάτο».!

Η ανάλυση του καπιταλιστικού συστήματος και η διατύπωση του ιστορικού ρόλου της εργατικής τάξης, η απόδειξη ότι το σύστημα αυτό είναι προσωρινό και όχι αιώνιο όπως πρόβαλλαν οι αστοί, όλα αυτά είχαν μεγάλη σημασία, διότι εξόπλισαν τους εργάτες σε κάθε γωνιά της γης, με μια επιστημονική κοσμοθεωρία που έδειχνε τον ιστορικό τους ρόλο στη σύγχρονη αστική κοινωνία. Τα συμπεράσματα αυτά ήταν φυσικό να προκαλέσουν την ανησυχία και μήνη των καπιταλιστών. Ο ίδιος ο Μαρξ με τη δημοσίευση του «Κεφαλαίου» θα πει χαρακτηριστικά: Το «Κεφάλαιο» ήταν η μεγαλύτερη βόμβα που έπεσε στο κεφάλι της αστικής τάξης. (Γράμμα του Μαρξ στο Μπαιϊκερ 17.4.1867).

Όμως υπάρχει κάτι ακόμα, που μόνο για αυτό, όπως τονίζει ο Ένγκελς, θα άξιζε να μείνει αθάνατος. Ο Μαρξ δεν ήταν μόνο επαναστάτης στη σκέψη, αλλά και στην πράξη. Ασχολήθηκε ενεργά με την οργάνωση της πάλης της εργατικής τάξης και θεωρείται ο πατέρας της Α' Διεθνούς, δηλαδή της διεθνούς οργάνωσης του προλεταριάτου που ιδρύθηκε στο Λονδίνο το 1864, με στόχο να συντονίσει την πάλη των εργατών σε παγκόσμια κλίμακα κατά του κεφαλαίου. Το σύνθημα «Προλετάριοι όλων των χωρών ενωθείτε» στην προμετωπίδα του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου» (που έγραψε από κοινού με τον Ένγκελς το 1848), δείχνει ότι οι εργάτες σε όλο τον κόσμο δεν είχαν τίποτα να χωρίσουν μεταξύ τους, αντίθετα είχαν έναν κοινό εχθρό, το «κεφάλαιο».

Για να φανεί ο μεγάλος ηρωισμός της γραφής του «Κεφαλαίου» από τον Μαρξ, αξίζει να επισημάνουμε ότι στην προσπάθεια ολοκλήρωσης του έργου, πέρασε πολλές στερήσεις, βάσανα και φτώχεια. Από τις άσχημες συνθήκες του ίδιου και της οικογένεια του, πέθαναν 4 από τα 7 παιδιά του. Μόνο η συμπαράσταση του φίλου του Ένγκελς (που τον στήριζε οικονομικά) και της γυναίκας του Τζέϋν (που κατανόησε βαθιά το έργο του, στάθηκε σταθερά δίπλα του και μοιράστηκε τα βάσανα της ζωής του), έγινε δυνατό να ολοκληρώσει τα κυριότερα μέρη του. Ο πρώτος τόμος του «Κεφαλαίου» δημοσιεύτηκε το 1867, ενώ οι υπόλοιποι μετά το θάνατο του Μαρξ (1883). Την επιμέλεια των χειρογράφων είχε ανέλαβε ο ίδιος ο Ένγκελς, ο οποίος βάζοντας στην άκρη δικά του σχέδια μελετών, συνέβαλε ουσιαστικά στην ολοκλήρωση του πολύτιμου αυτού του έργου. Έτσι το 1885 εκδόθηκε ο δεύτερος τόμος, ο οποίος επανεκδόθηκε με οριακές βελτιώσεις από τον ίδιο το 1893, ενώ το 1894 εκδόθηκε ο τρίτος τόμος.

Όσον αφορά τον λεγόμενο τέταρτο τόμο, που αναφέρεται στις «θεωρίες για την υπεραξία» (τρία βιβλία), εκδόθηκε αργότερα, αρχικά από τον Κάουτσκι (1905-1910) με πολλές παραλήψεις, ενώ η πλήρης έκδοση του έγινε από το Ινστιτούτο Μαρξισμού-Λενινισμού της Μόσχας (1954-1961). Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε στη δεκαετία ’80 από τη «Σύγχρονη Εποχή», σε μετάφραση Παναγιώτη Μαυρομάτη, ο οποίος είχε ήδη μεταφράσει και τους τρεις τόμους του «Κεφαλαίου». Για τη μεγαλοσύνη της σκέψης του Μαρξ, ο Ένγκελς θα πει χαρακτηριστικά. «Εμείς οι άλλοι το πολύ να είμαστε ταλέντα, ο Μαρξ ήταν ιδιοφυΐα».!

Επίλογος

Ίσως κάποιος αναρωτηθεί ….«ωραίες και καλές οι αναλύσεις και τα οράματα, αλλά τι γίνεται σήμερα»; Ισχύουν τα συμπέρασμα του Μαρξ και ποιος είναι ο «οδικός χάρτης» (ή το «φωτεινό μονοπάτι») υπέρβασης του καπιταλισμού και απελευθέρωσης της εργατικής τάξης από την καταπίεση και την εκμετάλλευση;

Ο Μαρξ μελέτησε τα γενικά χαρακτηριστικά του καπιταλισμού, στην ειδική μορφή που είχε την εποχή που ζούσε. Δηλαδή τον «ελεύθερο ανταγωνισμό». Προς το τέλος του 19ου αιώνα - αρχές 20ου, ο καπιταλισμός πέρασε σε νέο στάδιο, τον ιμπεριαλισμό, με την ανάπτυξη και κυριαρχία των μονοπωλίων στην οικονομική ζωή σεποικίλες μορφές τους. Ο Λένιν, ακολουθώντας τη μέθοδο ανάλυσης του Μαρξ, προσδιόρισε πριν 100 χρόνια τα βασικά χαρακτηριστικά του νέου σταδίου ανάπτυξης του τον ιμπεριαλισμό. Αυτόν δηλαδή τον ιμπεριαλισμό βιώνουμε και σήμερα με κυρίαρχο μοντέλο διαχείρισης τον νεοφιλελευθερισμό.

Ασφαλώς ο σημερινός ιμπεριαλισμός, έχει πολλά νέα γνωρίσματα σε σχέση με εκείνον των αρχών του περασμένου αιώνα (πχ. ολοκληρώσεις). Ωστόσο τα βασικά του γνωρίσματα παραμένουν αναλλοίωτα και κυρίως: η «μονοπωλιακή σχέση» και η απόσπαση μονοπωλιακού υπερκέρδους, η εντατικότερη ανισοκατανομή εισοδήματος και πλούτου υπέρ της χρηματιστικής ολιγαρχίας, η αυξανόμενη πόλωση «πλούτου-φτώχειας» σε κάθε χώρα και σε παγκόσμια κλίμακα, κά, γεγονός που φέρνει πιο κοντά - με αναγκαιότητα «φυσικού νόμου» που θάλεγε κι ο Μαρξ - την ανάγκη «απαλλοτρίωσης των απαλλοτριωτών» και μετάβασης σε ένα άλλο, ανώτερο σύστημα κοινωνικής συγκρότησης. Πώς θα γίνει αυτό; «Παρ’ ότι δεν υπάρχει μια για πάντα δοσμένη απάντηση … υπάρχει ωστόσο σίγουρη ιστορική επιλογή». Το μέλλον της ανθρωπότητας δεν μπορεί να είναι η επιστροφή στη «βαρβαρότητα», αλλά ο σοσιαλισμός και ο κομμουνισμός.!


                                                                                    
5.5.2018    

Στο "Δρόμο της Αριστεράς" ο Γιάννης Τόλιος: Τι συνεπάγεται για την Οικονομία, τους Εργαζόμενους και την Αριστερά, η 4η «βιομηχανική επανάσταση»

Τρίτη, 01/05/2018 - 21:00
Τι συνεπάγεται για την Οικονομία, τους Εργαζόμενους και την Αριστερά, η 4η «βιομηχανική επανάσταση»

Συνέντευξη Γιάννη Τόλιου* στο «Δρόμο της Αριστεράς» (28.4.18)

Ε: Τι συνίσταται η 4η βιομηχανική επανάσταση και ποια η διαφορά από τις προηγούμενες;

Στην εποχή του καπιταλισμού, οι τεχνολογικές εξελίξεις είναι κυρίως προϊόν του καπιταλιστικού ανταγωνισμού, στην προσπάθεια μείωσης του κόστους παραγωγής και μεγιστοποίησης κερδών. Κατά την 1η βιομηχανική επανάσταση (με κινητήρια δύναμη τον ατμό), έχουμε πέρασμα στη μεγάλη μηχανοποιημένη παραγωγή, η οποία συνοδεύεται από ταξική διαφοροποίηση ελεύθερων εμπορευματο-παραγωγών, σε προλετάριους-εργάτες και αστούς-κεφαλαιοκράτες, δημιουργώντας παράλληλα μια εφεδρική στρατιά ανέργων. Οι μισθωτοί εργάτες στην καλύτερη περίπτωση παίρνουν την αξία της εργατικής τους δύναμης (μέσα συντήρησης ιδίων και οικογενειών τους), ενώ τα οφέλη της βιομηχανοποιημένης παραγωγής πάνε στους καπιταλιστές.

Κάτι ανάλογο ισχύει στη 2η βιομηχανική επανάσταση, η οποία έχοντας κινητήρια δύναμη τον ηλεκτρισμό και το «φορντικό-τεϋλορικό» μοντέλο οργάνωσης της εργασίας και δημιουργίας μονοπωλιακών ενώσεων, πέτυχε αύξηση παραγωγικότητας, μείωση κόστους παραγωγής και αύξηση κερδών, ενώ οι εργάτες στην καλύτερη περίπτωση είχαν μισθούς επιβίωσης, με μόνιμο συνοδοιπόρο τη στρατιά ανέργων. Βέβαια με σκληρούς ταξικούς αγώνες, οι εργαζόμενοι πέτυχαν σημαντικές κατακτήσεις, οι οποίες βρήκαν έκφραση στο λεγόμενο «κοινωνικό κράτος», βελτίωσης των συνθηκών εργασίας, κά.

Ωστόσο με το πέρασμα στη 3η βιομηχανική επανάσταση (τεχνολογίες επικοινωνιών-πληροφορικής, μικροηλεκτρονικής, κά) και στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης (πολιτική απορρύθμισης, ελαστικοποίησης εργασιακών σχέσεων, ιδιωτικοποιήσεων, κά), τα πλεονεκτήματα των νέων τεχνολογιών (αύξηση παραγωγικότητας και εισοδήματος), πήγαν υπέρ των πολυεθνικών εταιριών και κατόχων χρηματιστικού κεφαλαίου. Δεν είναι τυχαίο που 1% του πληθυσμού του πλανήτη (με περιουσία πάνω από 1 εκατ. δολ.), κατείχε το 2017 πάνω από 50% του παγκόσμιου πλούτου, σε σχέση με 45,5% στις αρχές 2000. Το γεγονός δηλώνει, ότι και η 4η βιομηχανική επανάσταση θα έχει ανάλογα αποτελέσματα, αν δεν αλλάξουν οι συνθήκες ανάπτυξης και κατανομής των πλεονεκτημάτων τους.

Ε: Ποια πεδία και ποιες εφαρμογές αφορά η νέα βιομηχανική επανάσταση;

Η λεγόμενη 4η βιομηχανική επανάσταση, στηρίζεται στην παραπέρα ανάπτυξη των τεχνολογιών μικροηλεκτρονικής, βιοτεχνολογίας, πληροφορικής και αύξησης συνολικά του ρόλου της «γνώσης» στην υλική παραγωγή, η οποία σηματοδοτείται με ανάπτυξη της «ρομποτικής», της «τεχνητής νοημοσύνης», της «νανοτεχνολογίας», της «γονιδιωματικής», του «διαδικτύου πραγμάτων» (ΙοΤ), του «κυβερνοχώρου», της «ανάλυσης μαζικών δεδομένων» (bigdataanalysis), κά. Κάθε μια από τις συγκεκριμένες «βιομηχανίες του μέλλοντος», δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά εμπεριέχει και κινδύνους, έχει πλεονεκτήματα αλλά και αρνητικές παρενέργειες, ιδιαίτερα στο πεδίο της απασχόλησης, ασφάλειας προσωπικών δεδομένων, διεύρυνσης των ανισοτήτων, προστασίας των δημοκρατικών δικαιωμάτων, κά.

Ειδικότερα με την ανάπτυξη της «ρομποτικής» και «τεχνικής νοημοσύνης», θα πάψουν πολλές από τις χειρονακτικές εργασίες και θα καταργηθούν τα αντίστοιχα επαγγέλματα (χειρώνακτες εργάτες στη βιομηχανία, κατασκευές, εξόρυξη, αγροτικό τομέα, οδηγοί μέσων μεταφοράς, πωλητές σε εμπορικά καταστήματα, λογιστές, διοικητικοί υπάλληλοι, πωλητές μέσω τηλεφώνου, εφοριακοί, αναλυτές δεδομένων, κά). Από την άλλη θα αναβαθμιστούν οι εργασίες που απαιτούν δημιουργικότητα, επιτελικότητα, πρωτοβουλία, κοινωνική επαφή, συναίσθημα, κά. Ιδιαίτερα σημαντική προβλέπεται να είναι η εισφορά της ρομποτικής σε διάφορους τομείς ιατρικών υπηρεσιών, σε υπηρεσίες στήριξης ατόμων με ειδικές ανάγκες κά.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις που αφορούν 15 αναπτυγμένες χώρες, λόγω αυτοματοποίησης των εργασιακών διαδικασιών, θα επέλθει μείωση 7,1 εκατ. θέσεων εργασίας ως το 2020, ενώ προβλέπεται να δημιουργηθούν μόνο 2,1 εκατ. νέες θέσεις απασχόλησης σε εξειδικευμένες εργασίας, ενώ το μερίδιο των ρομπότ στην παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή θα εκτιναχτεί από 10% το 2015, στο 45% το 2025. Ταυτόχρονα προβλέπεται αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας κατά 30% σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, καθώς και μείωση του εργατικού κόστους, κατά 18-33% ως το 2020.

Ε: Ποιες οι συνέπειες της γενικευμένης χρήσης «ρομπότ» στους εργαζόμενους και στην κοινωνία;

Το κρίσιμο πρόβλημα με την 4η βιομηχανικής επανάσταση και τις ψηφιακές τεχνολογίες, βρίσκεται στο ότι η ανάπτυξη και αξιοποίηση γίνεται υπό καθεστώς ελεύθερης αγοράς και νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και τα οφέλη (αύξηση παραγωγικότητας) καρπώνονται κυρίως μεγάλοι κεφαλαιούχοι (πολυεθνικές εταιρίες), ενώ πολύ λίγο ή καθόλου οι εργαζόμενοι. Εκτός από εκτόπιση εργατικών χεριών, οι ψηφιακές τεχνολογίες σε συνθήκες νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, οδηγούν σε ακραίες μορφές ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, σε αύξηση μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης και ένταση εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, κά.

Ειδικότερα το μοντέλο των «mini-jobs», τείνει να γίνει μια «κανονικότητα» στις αναπτυγμένες χώρες. Το ρόλο του σύγχρονου γραφείου εύρεσης εργασίας, έχουν αναλάβει ψηφιακές πλατφόρμες, όπως η «microworkers.com» κά, οι οποίες λειτουργούν ως ιστοσελίδες «πληθο-πορισμού» (clouwd-sourcing). Οι πιο πάνω σελίδες, φέρνουν σε επαφή υποψήφιους εργοδότες και εργαζόμενους μιας χρήσης, ενώ μέρος της πληρωμής πηγαίνει στη μεσάζοντα-πλατφόρμα. Οι εργαζόμενοι σε «mini-jobs» παίρνουν ως αμοιβή ευτελή ποσά για εργασίες μέσω πληκτρολογίου και για χρόνο απασχόλησης μικρής διάρκειας. Οι αμοιβές σπάνια ξεπερνούν τα 15 ευρώ/δολ., ενώ η πληρωμή γίνεται από paypal (πύλη ηλεκτρονικών πληρωμών μέσω διαδικτύου). Το καθεστώς ασφάλισης και φορολόγησης του συγκεκριμένου είδους εργασίας, είναι εξαιρετικά θολό σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ το πεδίο συνδικαλιστικής οργάνωσης, σχεδόν ανύπαρκτο.!!

Ε: Αποτελεί η νέα βιομηχανική επανάσταση όχημα εξόδου από την οικονομική κρίση;

Η 4η βιομηχανική επανάσταση με τις αντιφατικές επιπτώσεις που θα έχει στο κυρίαρχο σύστημα παραγωγής, ανταλλαγής και κατανομής εισοδήματος, είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει ως καταλύτης στις μακροχρόνιες τάσεις εξέλιξης του καπιταλισμού και να διευκολύνει αντικειμενικά την υπέρβαση του, ανοίγοντας στους εργαζόμενους και λαούς ελπιδοφόρες προοπτικές στο μέλλον. Ωστόσο από τους απολογητές του συστήματος, γίνεται προσπάθεια εξωραϊσμού των προβλημάτων από την εφαρμογή των ψηφιακών τεχνολογιών, ιδιαίτερα στους τομείς απασχόλησης-ανεργίας και ανισοκατανομής εισοδήματος.

Ταυτόχρονα προβάλλονται τεχνοκρατικές απόψεις για μέτρα και ρυθμίσεις, που θα αμβλύνουν τάχα τα προβλήματα και θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος. Συγκεκριμένα μπροστά στη διαφαινόμενη έκρηξη της ανεργίας και φτωχοποίησης μεγάλου αριθμού εργαζόμενων, ο ιδιοκτήτης της «Microsoft» BillGates, πρότεινε την επιβολή φόρου στα ρομπότ, τους οποίους θα χρησιμοποιούν για την εξασφάλιση ενός «παγκόσμιου βασικού εισοδήματος» (UBI:UniversalBasicIncome), για τους εργαζόμενους που εξωθούνται στην ανεργία και στην εξαθλίωση.!!

Άλλοι εκπρόσωποι της τεχνοκρατικής θεώρησης, όπως Γ.Βαρουφάκης, ισχυρίζονται ότι θα ήταν καλύτερο να δημιουργηθεί ένα «δημόσιο ταμείο αρωγής» στο οποίο θα κατατίθεται ένα σταθερό κομμάτι από κάθε έκδοση νέων μετοχών, από το οποίο οι πολίτες θα λαμβάνουν ένα «παγκόσμιο βασικό μέρισμα» (UBD:UniversalBasicDividend), εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωση των ανέργων. Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι τεχνικό, αν θα δημιουργηθεί ένα UBI ή UBD, αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν αλλάζει το καθεστώς της παραγωγής «ανέργων-μισθωτών» ή «μισο-αμοιβόμενων» μισθωτών, ή καλύτερα αμοιβώμενων εργαζόμενων, ενώ διατηρείται ανέπαφο το σύστημα εκμετάλλευσης της ζωντανής εργασίας και ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής από τους καπιταλιστές.

Ε: Η Αριστερά αντιμετωπίζει «φοβικά», «ουδέτερα» ή τάσσεται «υπέρ» της νέας βιομηχανικής επανάστασης;

Το ζοφερό σενάριο ανάπτυξης των ψηφιακών τεχνολογιών, με μαζική ανεργία και κοινωνικό αποκλεισμό, θεωρώ ότι δεν είναι μοιραίο, ούτε αναπόφευκτο.! Να θυμίσουμε εδώ τα λόγια δύο πολύ γνωστών διανοητών. Του αστροφυσικού Στίβε Χόκινγκ ο οποίος έχει πει: «τον καπιταλισμό να φοβάστε και όχι τα ρομπότ», ενώ ο Καρλ Μαρξ, έχει δώσει πιο ολοκληρωμένη φιλοσοφική απάντηση, ότι «ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας είναι ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου».!!

Στη βάση αυτή, μπορούμε λογικά να ισχυριστούμε, ότι το δίλημμα «νέων τεχνολογιών» και «θέσεων εργασίας», ουσιαστικά είναι ψευτοδίλημμα, διότι με μικρότερο χρόνο εργασίας και δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και πλούτου, δεν υφίσταται ζήτημα. Κατά συνέπεια για την Αριστερά, πρωτεύον ζήτημα είναι, η δραστική μείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, χωρίς τη μείωση αποδοχών και δημιουργία νέων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, με αυξήσεις μισθών για τόνωση αγοραστικής δύναμης, λαμβάνοντας υπ’ όψιν την άνοδο της παραγωγικότητας εργασίας.

Η ανάπτυξη και χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών θα πρέπει να γίνεται με κριτήριο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών (δημόσια αγαθά, κοινωνικές υπηρεσίες, δημόσιες υποδομές, κά, αντί μεγιστοποίηση κερδών και πολυτελή κατανάλωση των ολίγων. Επιβολή φορολογίας κερδών εταιριών ψηφιακής τεχνολογίας στην επικράτεια της χώρας πραγματοποίησης, καθώς εφαρμογή νομοθετικών ρυθμίσεων προστασίας προσωπικών δεδομένων, αποτροπής πρακτικών χειραγώγησης της κοινής γνώμης, επιθέσεων στον κυβερνοχώρο, διασφάλισης δημόσιας υγείας, υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, προστασίας περιβάλλοντος, κά.

Όλα αυτά υπερβαίνουν τα όρια ανοχής του συστήματος και απαιτούν αλλαγές των κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών υπέρ της Αριστεράς. Η ανάπτυξη ενωτικού εργατικού κινήματος αποτροπής των αρνητικών παρενεργειών χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών και κατάργησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, καθώς η ενίσχυση της διεθνιστικής αλληλεγγύης εργατικών ενώσεων, επιστημονικών φορέων και λαϊκών κινημάτων, αποτελεί ζωτική ανάγκη, για προώθηση κοινωνικών μετασχηματισμών που ανοίγουν ελπιδοφόρους ορίζοντες στους εργαζόμενους και τους λαούς στο μέλλον.



(*) Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ Οικονομικών, μέλος Π.Γ. της ΛΑΕ και πρώην Γ.Γ.Βιομηχανίας, του υπ. «Παραγωγικής Ανασυγκρότησης», στην πρώτη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.



Τέταρτη «Βιομηχανική Επανάσταση»: Προεκτάσεις στη Μισθωτή Εργασία και στην Οικονομία - Γιάννης Τόλιος

Πέμπτη, 19/04/2018 - 19:00
Τέταρτη «Βιομηχανική Επανάσταση»: Προεκτάσεις στη Μισθωτή Εργασία και στην Οικονομία
                                                                Γιάννης Τόλιος, διδάκτωρ Οικονομικών

«Τον καπιταλισμό να φοβάστε και όχι τα ρομπότ»
Στίβ Χόκινγκ

«Ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας είναι ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου»
Καρλ Μaρξ



Εισαγωγή

Οι τεχνολογικές ανακαλύψεις στην πορεία εξέλιξης της κοινωνίας, οδήγησαν σε μεγαλύτερες ή μικρότερες ανατροπές στις διαδικασίες παραγωγής και αργά ή γρήγορα επέφεραν αλλαγές στις σχέσεις παραγωγής. Στην περίοδο του καπιταλισμού οι αλλεπάλληλες τεχνολογικές (βιομηχανικές) επαναστάσεις, επέφεραν εκρηκτική ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγής πλούτου, η οποία όμως συνοδεύτηκε από αυξανόμενη ανισότητα στην κατανομή του εισοδήματος, κυρίως υπέρ των κυρίαρχων οικονομικά και πολιτικά ελίτ, εντείνοντας τις οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις του συστήματος. Ωστόσο οι κοινωνίες για σειριά λόγους, δεν συνειδητοποιούν άμεσα την αναγκαιότητα αντιστοίχισης των οικονομικών σχέσεων στα νέα δεδομένα των τεχνολογικών αλλαγών και της ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, με αποτέλεσμα τα προβλήματα και οι αντιθέσεις πολλές φορές να αποδίδονται είτε σε εξωγενείς αιτίες, είτε σε τεχνολογικές εξελίξεις (βιομηχανικές επαναστάσεις), αντί στις παρωχημένες ιστορικά καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής.

1.      Τεχνολογικές επαναστάσεις και καπιταλισμός

Από την εποχή της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης, η οποία έχοντας ως βασική κινητήρια δύναμη τον ατμό και τον καταμερισμό εργασίας στη μεταποίηση, οδήγησε στη μεγάλη μηχανοποιημένη παραγωγή, επιφέροντας, όπως διεξοδικά αναλύει ο Μαρξ, την προλεταριοποίηση των μικρών εμπορευματο-παραγωγών και τη δημιουργίας ενός «εφεδρικού στρατού ανέργων», δένοντας τον εργάτη στο κεφάλαιο «πιο γερά απ’ ότι τα καρφιά του Ήφαιστου κάρφωσαν τον Προμηθέα στο βράχο» του Καυκάσου.[1] Ο μισθωτός εργάτης από τα πλεονεκτήματα της μεγάλης μηχανοποιημένης παραγωγής, στην καλύτερη περίπτωση έπαιρνε την αξία της εργατικής του δύναμης. Δηλαδή τα μέσα συντήρησης του ίδιου και της οικογένειάς του, ενώ το υπερ-προϊόν (υπεραξία) από την αύξηση της παραγωγικότητας πήγαινε στους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου.

Στη δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, έχοντας ως βασική κινητήρια δύναμη τον ηλεκτρισμό και το φορτικό-τεϋλορικό μοντέλο οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας, την εντατική συγκέντρωση και συγκεντρωποίηση της παραγωγής και του κεφαλαίου και τη δημιουργία μονοπωλιακών ενώσεων, έχουμε παραπέρα αύξηση της παραγωγικότητας και διόγκωση της ανισοκατανομής εισοδήματος και πλούτου. Η μεγάλη μάζα των εργατών, με «μπλε» και «λευκό» κολάρο, μετά από σκληρούς ταξικούς αγώνες, στην καλύτερη περίπτωση εξασφαλίζουν την αξία της εργατικής τους δύναμης, έχοντας μόνιμο συνοδοιπόρο τη μεγάλη στρατιά των ανέργων. Το κεϋνσιανό μοντέλο ρύθμισης της οικονομίας και ενσωμάτωσης των εργατικών κατακτήσεων στο λεγόμενο «κοινωνικό κράτος», άμβλυνε ως ένα βαθμό την ανισοκατανομή εισοδήματος, χωρίς ωστόσο να υπερβεί τις ενδογενείς, οικονομικές και κοινωνικές αντιθέσεις του καπιταλιστικού συστήματος.

Η τρίτη βιομηχανική επανάσταση (τεχνολογίες επικοινωνιών-πληροφορικής, ηλεκτρονικά, αυτοματοποίηση παραγωγής), συνοδευόμενη από τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της «απορρύθμισης» και της «κοινωνικής ρεβάνς» (συρρίκνωσης εργατικών μισθών και κοινωνικών παροχών, ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση δημοσίων αγαθών, κά), πέτυχε σχετική αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας και ενίσχυση της κερδοφορίας. Ταυτόχρονα η νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση των οικονομικών σχέσεων (πολυμερείς συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου, απελευθέρωση κίνησης κεφαλαίων, παγκοσμιοποίηση χρηματοπιστωτικών μηχανισμών, κά), με όχημα τους μεγάλους πολυκλαδικούς-πολυεθνικούς μονοπωλιακούς ομίλους, ενέτεινε την ανισοκατανομή εισοδήματος σε όφελος των κυρίαρχων ελίτ. Ταυτόχρονα η υψηλή ανεργία απόκτησε μόνιμο χαρακτήρα, ενώ η κλιματική αλλαγή, προϊόν της αχαλίνωτης καπιταλιστικής κερδοσκοπίας, απειλεί άμεσα τη βιωσιμότητα του πλανήτη.

Το συμπέρασμα που απορρέει από τις τρεις βιομηχανικές επαναστάσεις, είναι ότι οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι συνακόλουθες αλλαγές στην οργάνωση των παραγωγικών δυνάμεων (εργασίας, μέσων παραγωγής και επιστήμης), δεν μετασχημάτισαν την «ψυχή» του καπιταλισμού, ούτε φυσικά είχαν ουδέτερο αποτέλεσμα στην κοινωνική εξέλιξη. Αντίθετα η ανάπτυξη και η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων τους, πήρε συγκεκριμένο ταξικό περιεχόμενο, υπηρετώντας κυρίως τα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των ισχυρών του χρηματιστικού του κεφαλαίου. Αυτό αποκαλύπτουν τα στοιχεία της υπερ-συγκέντρωσης εισοδήματος και πλούτου σε όλο και λιγότερα χέρια.

Χαρακτηριστικό της αυξανόμενης ανισοκατανομής εισοδήματος, είναι το γεγονός ότι το 2017, το 1% του πληθυσμού του πλανήτη (με περιουσία άνω του 1 εκατ. $), κα­τείχε το 50,1% του παγκόσμιου πλούτου, σε σχέση με 45,5% που είχε στις αρχές του 2000.[2] Επίσης οι 500 πλουσιότεροι εκατομμυριούχοι, αύξησαν το 2017 τον πλούτο τους κατά 23% (από 4,4 τρις, σε 5,3 τρις δολάρια).[3] Ανάμεσα στους δέκα πρώτους πολυεκατομμυριούχους επτά ήταν στον τομέα της «πληροφορικής» και του «διαδικτύου»,[4] γεγονός που καταρρίπτει τις θεωρίες για διάχυση των ωφελειών ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών σε όλους τους πολίτες και χώρες του πλανήτη. Το συμπέρασμα βάζει αναπόφευκτα σε σκέψεις για τους όρους και τις προϋποθέσεις αξιοποίησης των πλεονεκτημάτων της «νέας βιομηχανικής επανάστασης», που βρίσκεται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια και συνοδεύεται από αντιφατικά σενάρια για το μέλλον των οικονομιών και των κοινωνιών, ιδιαίτερα για τους όρους εργασίας, επιπέδου εισοδήματος, κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων, κά.

2.      Ψηφιακές βιομηχανίες και νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση

Η σημερινή, τέταρτη βιομηχανική επανάσταση,[5] στηρίζεται στην παραπέρα ανάπτυξη των τεχνολογιών της μικροηλεκτρονικής, βιοτεχνολογίας, πληροφορικής και αύξησης συνολικά του ρόλου της γνώσης στην υλική παραγωγή, η οποία σηματοδοτείται με ανάπτυξη της «ρομποτικής», της «τεχνητής νοημοσύνης»,[6] της «νανοτεχνολογίας»,[7] της «γονιδιωματικής»[8], του «διαδικτύου πραγμάτων» (ΙοΤ),[9] του «κυβερνοχώρου», της «ανάλυσης μαζικών δεδομένων» (Bigdataanalysis), κά. Κάθε μια από τις συγκεκριμένες «βιομηχανίες του μέλλοντος»,[10] δημιουργεί ευκαιρίες, αλλά εμπεριέχει και κινδύνους, έχει πλεονεκτήματα αλλά περικλείει και αρνητικές παρενέργειες, ιδιαίτερα στο πεδίο της απασχόλησης, της ασφάλειας των προσωπικών δεδομένων, της διεύρυνσης των ανισοτήτων, της προστασίας των δημοκρατικών δικαιωμάτων, κά. Παρ’ ότι διάφορες αναλύσεις διογκώνουν τα θετικά, είναι γεγονός ότι πολλά από τα σημερινά δεδομένα στο πεδίο της οικονομίας, των συνθηκών εργασίας, της πολιτικής διακυβέρνησης, της καθημερινής ζωής, κλπ, θα αλλάξουν ίσως προς το χειρότερο, αν δεν διασφαλιστούν οι αναγκαίοι όροι αξιοποίησης τους, σε όφελος γενικά των πολιτών και συνολικά των κοινωνιών.

Ειδικότερα με την ανάπτυξη της «ρομποτικής» και της «τεχνικής νοημοσύνης», θα πάψουν πολλές από τις χειρονακτικές εργασίες και εργασίες επαναλαμβανόμενης κίνησης και θα καταργηθούν τα αντίστοιχα επαγγέλματα (χειρώνακτες εργάτες στη βιομηχανία, κατασκευές, εξόρυξη, αγροτικό τομέα, οδηγοί μέσων μεταφοράς, πωλητές σε εμπορικά καταστήματα, διοικητικοί υπάλληλοι, λογιστές, πωλητές μέσω τηλεφώνου, εφοριακοί, αναλυτές δεδομένων, κά). Από την άλλη θα αναβαθμιστούν οι εργασίες που απαιτούν δημιουργικότητα, επιτελικότητα, πρωτοβουλία, κοινωνική επαφή, συναίσθημα, κά. Ιδιαίτερα σημαντική προβλέπεται να είναι η εισφορά της ρομποτικής σε διάφορους τομείς ιατρικών υπηρεσιών, σε υπηρεσίες στήριξης ατόμων με ειδικές ανάγκες κά. Σύμφωνα με εκτιμήσεις,[11] σε 15 αναπτυγμένες χώρες λόγω της αυτοματοποίησης των εργασιακών διαδικασιών, θα επέλθει μείωση 7,1 εκατ. θέσεων εργασίας ως το 2020, ενώ προβλέπεται να δημιουργηθούν 2,1 εκατ. νέες θέσεις εργασίας σε εξειδικευμένες ειδικότητες, ενώ το μερίδιο των ρομπότ στην παγκόσμια βιομηχανική παραγωγή θα εκτιναχτεί από 10% το 2015, στο 45% το 2025. Ταυτόχρονα προβλέπεται αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας κατά 30% σε πολλούς τομείς της βιομηχανίας, καθώς και μείωση του εργατικού κόστους κατά 18-33% ως το 2020. [12] Από την άλλη η ανάπτυξη της «γονιδιωματικής» και της μελέτης των γονιδιωμάτων των οργανισμών, μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στη διάγνωση και καταπολέμηση του καρκίνου, στην ανάπτυξη φαρμάκων με ειδικά χαρακτηριστικά ανά ασθενή, στην αντιμετώπιση ψυχικών νόσων, κά.

Σημαντικές αλλαγές προβλέπονται επίσης στο τομέα των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Με τη «ψηφιακή κωδικοποίηση του χρήματος» και της «αγοραπωλησίας αγαθών και υπηρεσιών» με τη χρήση έξυπνων κινητών τηλεφώνων, θα επέλθει δραστική μείωση του κόστους και πολυπλοκότητας συναλλαγών και θα επιτευχθεί σύνδεση πολύ απομακρυσμένων κοινοτήτων με τη διεθνή οικονομία. Η ενίσχυση της αποδοτικότητας του συστήματος πληρωμών, θα επιφέρει σημαντική μείωση των θέσεων εργασίας, καθώς και αύξησης κινδύνων εξαπάτησης των συναλλασσωμένων μέσω της χρήσης ψηφιακών νομισμάτων (bitcoins). Επίσης η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών «διαδικτύου», παρ’ ότι δημιουργεί ένα παγκόσμιο ιστό γρήγορης επικοινωνίας με πολύ χαμηλό κόστος, από την άλλη ανοίγει δρόμους ανεξέλεγκτης χρήσης προσωπικών δεδομένων, χειραγώγησης της κοινής γνώμης,[13] καταστροφικών επιθέσεων στον «κυβερνοχώρο»,[14] κά.

Το κρίσιμο πρόβλημα με την 4η βιομηχανικής επανάσταση και ειδικότερα με τις ψηφιακές τεχνολογίες, βρίσκεται στο ότι η ανάπτυξης και αξιοποίηση τους γίνεται υπό καθεστώς ελεύθερης αγοράς και νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και τα οφέλη τους καρπώνονται κυρίως οι μεγάλοι κεφαλαιούχοι (πολυεθνικές εταιρίες), ενώ πολύ λίγο, ως σχεδόν καθόλου οι εργαζόμενοι. Η εμπειρία των προηγούμενων βιομηχανικών επαναστάσεων και ειδικότερα της τρίτης επανάστασης, δείχνει ότι τα οφέλη των νέων τεχνολογιών (αύξηση παραγωγικότητας εργασίας), πήγαν κυρίως στους ιδιοκτήτες των εταιριών, ενώ η ανισοκατανομή εισοδήματος, οι ελαστικές μορφές απασχόλησης και η αύξηση της ανεργίας, ήταν η «ανταμοιβή» για τους εργαζόμενους. Όπως επισημαίνει ο Στίβεν Χόκινγ, «ο καθένας θα μπορούσε να απολαύσει μια πολυτελή ζωή, αν η ευημερία που παράγεται από τις μηχανές, μοιράζονταν δίκαια, ενώ, οι άνθρωποι μπορούν να καταλήξουν άθλια φτωχοί αν οι ιδιοκτήτες συνεχίσουν το λόμπι κατά της αναδιανομής του πλούτου. Μέχρι τώρα η τάση δείχνει προς την δεύτερη εκδοχή, με την τεχνολογία να οδηγεί σε αυξανόμενη ανισότητα».[15]

Εκτός από εκτόπιση εργατικών χεριών, οι ψηφιακές τεχνολογίες σε συνθήκες νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού, οδηγούν σε ακραίες μορφές ελαστικοποίησης των εργασιακών σχέσεων, σε αύξηση της μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης και την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης. Ειδικότερα το μοντέλο των «mini-jobs» τείνει να γίνει μια «κανονικότητα» στις αναπτυγμένες χώρες. Το ρόλο του σύγχρονου γραφείου εύρεσης εργασίας, έχουν αναλάβει ψηφιακές πλατφόρμες, όπως η «microworkers.com», η «clickworkers.com», η «fiverr.com», κά, οι οποίες λειτουργούν ως ιστοσελίδες «πληθοπορισμού» («clouwdsourcing»). Οι πιο πάνω σελίδες φέρνουν σε επαφή υποψήφιους εργοδότες και εργαζόμενους μιας χρήσης, ενώ μέρος της πληρωμής πηγαίνει στο μεσάζοντα-πλατφόρμα. Οι εργαζόμενοι σε «mini-jobs» παίρνουν ως αμοιβή ευτελή ποσά για εργασίες μέσω πληκτρολογίου και για χρόνο απασχόλησης μικρής διάρκειας. Οι αμοιβές σπάνια ξεπερνούν τα 15 ευρώ ή δολάρια, ενώ η πληρωμή γίνεται από paypal (πύλη ηλεκτρονικών πληρωμών μέσω διαδικτύου). Το καθεστώς ασφάλισης και φορολόγησης του συγκεκριμένου είδους εργασίας, είναι εξαιρετικά θολό σε παγκόσμιο επίπεδο. Πρόκειται για ένα είδος «ελεύθερου επαγγελματία» που κινείται μεταξύ «μαύρης εργασίας» και «άτυπης οικονομίας», οι οποίοι δεν θεωρούνται μισθωτοί από τυπική άποψη.

Μια παραλλαγή του πιο πάνω συστήματος σε πανευρωπαϊκό κλίμακα, είναι η «κατά παραγγελία εργασία» (workondemand), οι «συμβάσεις σύντομης διάρκειας» (shorttermcontracts), οι συμβάσεις απασχόλησης «μηδενικών ωρών» (zerohourscontracts), η τηλε-εργασία, κά. Οι νέες μορφές απασχόλησης, ανεξάρτητα από τις ονομασίες τους, έχουν κοινά χαρακτηριστικά. Ευέλικτα ωράρια σύμφωνα με τις ανάγκες του εργοδότη, χαμηλότερες αμοιβές που δεν επαρκούν για τις βασικές ανάγκες, απουσία κοινωνικής προστασίας, ανυπαρξία εργασιακών δικαιωμάτων και συλλογικής εκπροσώπησης, ανασφάλεια, απουσία προοπτικών καριέρας, κά. Σύμφωνα με την 6η Ευρωπαϊκή Έρευνα Εργασιακών Συνθηκών (Eurofound 2016),[16] το 56% των εργαζόμενων απάντησε ότι η ευελιξία του χρόνου εργασίας ήταν επιλογή του εργοδότη, το 59% απάντησε ότι δεν ήταν στις προτιμήσεις τους, ενώ το 20% δήλωσε ότι δεν είχε άλλη επιλογή.

Η σύγχρονη «νεοφιλελεύθερη αντεπανάσταση» στην αγορά εργασίας, επαναφέρει στο προσκήνιο μορφές απόλυτης εξαθλίωσης της εργατικής τάξης της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Ο νέος εφιάλτης της εργασιακής ζούγκλας φέρνει στο προσκήνιο μια γενιά εργαζόμενων με 100 ευρώ το μήνα, με απασχόληση 4-8 ημερών, καθώς και ένα αυξανόμενο ποσοστό μερικά απασχολουμένων με μισθό 400 ευρώ το μήνα. Με πρόσχημα μάλιστα την οικονομική κρίση και την υψηλή ανεργία, οι συγκεκριμένες μορφές εργασίας επεκτείνονται κλαδικά και ηλικιακά σε όλο τον ευρωπαϊκό χώρο. Ωστόσο μια τέτοια εξέλιξη δεν δημιουργεί καμιά ελπιδοφόρα προοπτική, ούτε για τους εργαζόμενους, αλλά ούτε βαθύτερα για το ίδιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα. Η αύξηση του παραγόμενου κοινωνικού προϊόντος και αντίστοιχη δυσκολία ρευστοποίησης του, λόγω μειωμένης αγοραστικής δύναμης καταναλωτών-εργαζόμενων, εντείνει τη βασική αντίθεση του συστήματος, ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και στην ιδιωτικο-καπιταλιστική μορφή ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Η ιστορική αναγκαιότητα επίλυσης της συγκεκριμένης αντίθεσης, σε συνθήκες 4ης βιομηχανικής επανάστασης, κάνει περισσότερο ορατή και πάνω απ’ όλα πιο επιτακτική, την ανάγκη υπέρβασης της.

3.      Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και 4η Βιομηχανικής Επανάσταση

Η ΕΕ μετά την οξεία κρίση του 2009, αρχίζει να μιλάει για την ανάγκη εφαρμογή μιας νέας βιομηχανικής πολιτικής και ενίσχυσης της θέσης της στην παγκόσμια οικονομία. Μετά τη δημιουργία της ΟΝΕ, με εξαίρεση τη Γερμανία, όλες οι μεγάλες χώρες (Αγγλία, Γαλλία, Ιταλία, κλπ) είχαν υποστεί συρρίκνωση της βιομηχανικής βάσης, με αποτέλεσμα το μερίδιο της ΕΕ στη μεταποίηση από 18% το 2000 να περιοριστεί στο 14% το 2009, ενώ το 2011 ανέβηκε λίγο στο 16%. Το 2012 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιεύει την έκθεση για «AStrongerEuropeanIndustryforGrowthandEconomicRecovery» με στόχο την ενίσχυση της βιομηχανικής της βάσης της ΕΕ. Με την έκθεση ετέθη στόχος το 2020 να φθάσει στο 20%. Το 2016 η ΕΕ εξαγγέλλει το πρόγραμμα «Industry 4.0.» [17] το οποίο έχει ως βάση το αντίστοιχο πρόγραμμα «Industry 4.0.» της Γερμανίας, που είχε εξαγγελθεί το 2014 στο Ανόβερο με βασικό στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής βιομηχανίας.

Τοπρόγραμμα «Industry 4.0.», παρουσίασεεπίσηςτο 2016, ως «The Fourth Industrial Revolution», στοΦόρουμτουΝταβός, ο Klaus Schwab, Founder and Executive Chairman of the World Economic Forum. Το «Industry 4.0.» περιγράφει την οργάνωση των διαδικασιών παραγωγής, με βάση την τεχνολογία και τις συσκευές που επικοινωνούν αυτόματα μεταξύ τους, κατά μήκος της αλυσίδας αξίας. Είναι ένα μοντέλο «έξυπνου εργοστασίου» του μέλλοντος, όπου τα συστήματα κινούνται μέσω υπολογιστή, ελέγχουν τις φυσικές διαδικασίες, δημιουργούν ένα εικονικό αντίγραφο του φυσικού κόσμου και παίρνουν αποκεντρωμένες αποφάσεις, βασιζόμενες σε μηχανισμούς αυτό-οργάνωσης, κά. Σύμφωνα με αναλυτές,[18] «το πρόγραμμα Industry 4.0. είναι καθαρά ένα εθνικό, γερμανικό πρόγραμμα, χωρίς καμία ρητή αναφορά στην Ευρώπη. Η σιωπή αυτή συγκαλύπτει το γεγονός ότι χωρίς τους οικονομικούς και τους ανθρώπινους πόρους που θα αντληθούν από τα υπόλοιπα κράτη – μέλη της ΕΕ, το πρόγραμμα δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Είναι προφανές ότι οι Γερμανοί ιθύνοντες θεωρούν τη συνεργασία των υπόλοιπων Ευρωπαίων και την αποδοχή από αυτούς υποδεέστερων ρόλων στην υλοποίηση του προγράμματος, σαν κάτι το δεδομένο».

Η προώθηση του «Industry 4.0.» θα αλλάζει προς το δυσμενέστερο τις συνθήκες ανταγωνισμού μεγάλους μέρους των ΜΜ-Επιχειρήσεων, οι οποίες δεν μπορούν να αξιοποιήσουν τα πλεονεκτήματα της ψηφιοποίησης. Σε ειδική έρευνα που έγινε στη Γερμανία το 2014,[19] σε δείγμα 1.000 ΜΜΕ (SMEs) με κύκλο εργασιών 0,5-125 εκατ. €, το 35% απάντησε ότι οι ψηφιακές τεχνολογίες δεν παίζουν σημαντικό ρόλο στη δραστηριότητα τους, ενώ στις μικρότερες επιχειρήσεις η αναλογία ήταν στο 52%. Σε ότι αφορά τη μελλοντική προοπτική το 28% πιστεύει ότι οι ψηφιακές τεχνολογίες δεν θα έχουν σημαντική επίδραση στη λειτουργία τους, ενώ το 49% θεωρεί ότι η ψηφιοποίηση θα αποτελέσει μέρος της στρατηγική τους. Τα προσδοκώμενα οφέλη αφορούσαν τη μείωση του κόστους, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας δια μέσου «έξυπνων» συστημάτων παραγωγής, την εφαρμογή καινοτομιών μέσω ευέλικτης παραγωγής, νέα δίκτυα πωλήσεων, κά.

Από την άλλη οι προοπτικές για τους εργαζόμενους, σε ότι αφορά τις θέσεις εργασίας, τις ειδικότητες, τις αμοιβές, τα εργασιακά δικαιώματα, το χρόνο εργασίας και τις συνθήκες ζωής, εμφανίζονται πολύ σκοτεινές. Όπως αναφέρει το κείμενο του προγράμματος «Industry 4.0, «Θα υπάρξει νέα λειτουργική και οργανωτική δομή που θα απαιτεί τη λήψη αποφάσεων, συντονισμό, έλεγχο και στήριξη υπηρεσιών – ένα πιο σύνθετο περιβάλλον. Θα υπάρξει επίσης ανάγκη συντονισμού μεταξύ έξυπνων και πραγματικών μηχανών και των εγκαταστάσεων, στη διεύθυνση των παραγωγικών συστημάτων».[20] Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδικάτου Μετάλλου της Γερμανίας "IGMetall", DetlefWetzel,[21] με την επερχόμενη ψηφιακή επανάσταση προκύπτει κίνδυνος για «ισχυρή ένταση στην διεξαγωγή της εργασίας και νέοι τρόποι επίβλεψης και μέτρησης της». Η οικονομία θα στηρίζεται σε όλο και περισσότερο σε ευέλικτες εργασιακές σχέσεις, όπως σε “clickworkers” και “cloudworkers”. Τέτοιες εργασίες δεν πληρώνονται καθόλου καλά, ενώ συνδέονται κατά κανόνα με καθεστώς ανασφάλιστης εργασίας. Κάθε δεύτερη θέση απασχόλησης βρίσκεται σε κίνδυνο. Δεν ξέρουμε ακόμα τι είδους θα είναι το κύμα αυτοματοποίησης που θα επέλθει. Πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο κόσμος εξακολουθεί να είναι επιφυλακτικός στη τεχνολογία και ότι οι αυτές δεν θα έλθουν να καταδυναστεύσουν τους ανθρώπους».

Όσον αφορά τη διάχυση των δυνητικών ωφελειών από την εφαρμογή του «Industry 4.0.» στις χώρες της ΕΕ, με βάση τη μελέτη της ITRE, οι χώρες κατατάσσονται σε τέσσερις ομάδες: a) τους “πρωτοπόρους” (Γερμανία, Σουηδία, Αυστρία, Ιρλανδία), b) τους “δυνητικούς” (Βέλγιο, Δανία, Ολλανδία, Αγγλία, Γαλλία, και Φινλανδία μεταξύ «πρωτοπόρων» και «δυνητικών», c) τους “παραδοσιακούς” (Τσεχία, Σλοβακία, Σλοβενία, Ουγγαρία, Λιθουανία) και d) τους “διστακτικούς” (Ιταλία, Ισπανία, Εσθονία, Πορτογαλία, Πολωνία, Κροατία, Βουλγαρία). Για τις υπόλοιπες χώρες, μεταξύ αυτών Ελλάδα, Κύπρος, Λετονία, Μάλτα, κλπ, δεν γίνεται καμιά αναφορά. Είναι φανερό ότι το «Industry 4.0.», στοχεύει όχι απλώς στην αναπαραγωγή, αλλά κυρίως την ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και επέκταση της γερμανικής οικονομίας. Η συνεισφορά των υπολοίπων χωρών περνάει μέσα από το σύνολο των πολιτικών της ΕΕ, τις οποίες ουσιαστικά έχει επιβάλλει η Γερμανία. Οι «κοινές πολιτικές», ο «ενιαίος οικονομικός χώρος» και το «ενιαίο νόμισμα» (Ευρώ), λειτουργούν υπέρ της ισχυρότερης οικονομίας. Ανεξάρτητα από τις αυτοτελείς προσπάθειες που κάνει κάθε χώρα μαζί και η Ελλάδα,[22] είναι φανερό ότι το συγκεκριμένο σχέδιο δεν αντιστοιχεί στο όραμα του «ευρωπαϊκού φεντεραλισμού» αλλά σε μια ΕΕ των «πολλών ταχυτήτων» που στηρίζεται όχι στην ισότιμη συνεργασία αλλά στην ισχύ και τον ανταγωνισμό. Γιαυτό αντί σύγκλιση οικονομιών έχουμε απόκλιση και ένταση ανισόμετρης ανάπτυξης, με τις συνακόλουθες οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες. Υπό αυτές τις συνθήκες, δεν μπορούν να υπάρξουν συνθήκες αξιοποίηση των ψηφιακών τεχνολογιών σε όφελος των εργαζόμενων και των λαών, αλλά μόνο των ισχυρών πολυεθνικών εταιριών, κυρίως του γερμανικού κεφαλαίου.

4.      Τεχνοκρατικές θεωρήσεις και ανεδαφικές προσεγγίσεις

Η τέταρτη βιομηχανική επανάσταση με τις αντιφατικές επιπτώσεις που θα έχει στο κυρίαρχο σύστημα παραγωγής, ανταλλαγής και κατανομής εισοδήματος, είναι πολύ πιθανό να λειτουργήσει ως καταλύτης στις μακροχρόνιες τάσεις εξέλιξης του καπιταλισμού και να διευκολύνει αντικειμενικά την υπέρβαση του, ανοίγοντας στους εργαζόμενους και λαούς ελπιδοφόρες προοπτικές στο μέλλον. Ωστόσο από τους απολογητές του συστήματος, γίνεται προσπάθεια εξωραϊσμού των προβλημάτων από την ανάπτυξη και την εφαρμογή των ψηφιακών τεχνολογιών, ιδιαίτερα στους τομείς απασχόλησης-ανεργίας και ανισοκατανομής εισοδήματος. Ταυτόχρονα προβάλλονται και απόψεις για μέτρα και ρυθμίσεις που θα αμβλύνουν τα προβλήματα και θα εξασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του συστήματος. Συγκεκριμένα μπροστά στη διαφαινόμενη έκρηξη της ανεργίας και φτωχοποίησης μεγάλου αριθμού εργαζόμενων με τις συνακόλουθες κοινωνικές προεκτάσεις, ο ιδιοκτήτης της «Microsoft» BillGates, πρότεινε την επιβολή φόρου στα ρομπότ,[23] τους οποίους θα χρησιμοποιούν για την εξασφάλιση ενός «παγκόσμιου βασικού εισοδήματος» (UniversalBasicIncome-UBI), για τους εργαζόμενους που εξωθούνται στην ανεργία και στην εξαθλίωση.!!

Ανεξάρτητα από τα ερωτήματα που προκύπτουν, για το ύψος του φόρου, του βασικού εισοδήματος, ο τρόπος διανομής του, κά, ο βαθύτερος λόγος της πρότασης, δεν εδράζεται τόσο στην κοινωνική ευαισθησία, όσο στη μεγάλη ανησυχία από τη δραματική πτώση της καταναλωτικής ζήτησης και μείωσης της αγοραστικής δύναμης εκατομμυρίων εργαζόμενων, λόγω συρρίκνωσης μισθών και αύξησης ανεργίας από τη χρήσης ψηφιακών τεχνολογιών. Την συγκεκριμένη πρόταση απορρίπτουν ως μη λειτουργική άλλοι εκπρόσωποι της τεχνοκρατικής θεώρησης των ψηφιακών τεχνολογιών, όπως ο Γ.Βαρουφάκης,[24] ισχυριζόμενοι ότι θα ήταν καλύτερο να δημιουργηθεί ένα «δημόσιο ταμείο αρωγής» στο οποίο θα κατατίθεται ένα σταθερό κομμάτι από κάθε έκδοση νέων μετοχών, από το οποίο οι πολίτες θα λαμβάνουν ένα «παγκόσμιο βασικό μέρισμα» (UniversalBasicDividend-UBD), εξασφαλίζοντας έτσι την επιβίωση των ανέργων. Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι τεχνικό, αν θα δημιουργηθεί ένα UBIή UBD, αφού και στις δύο περιπτώσεις δεν αλλάζει το καθεστώς της παραγωγής «ανέργων-μισθωτών» ή «μισο-αμοιβόμενων» μισθωτών, είτε και σχετικά καλύτερα αμοιβώμενων «εργαζόμενων-μισθωτών», ενώ διατηρείται ανέπαφο το σύστημα της εκμετάλλευσης της ζωντανής εργασίας και της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής από τους καπιταλιστές.

Αυτό που στην ουσία φέρνει στο προσκήνιο η ανάπτυξη των ψηφιακών τεχνολογιών και η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, είναι ότι έχει ουσιαστικά εξαντληθεί, το ιστορικό όριο των κυρίαρχων σχέσεων παραγωγής, ανταλλαγής και διανομής του εισοδήματος και πλούτου και γίνεται πλέον ζωτικά αναγκαίο, ένα νέο σύστημα οικονομικής οργάνωσης, όπου η παραγωγή και η διανομή των υλικών αγαθών θα γίνεται σε όφελος όλων των μελών της κοινωνίας και η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής θα βρίσκεται υπό τον έλεγχο των πραγματικών δημιουργών του υλικού και πνευματικού πλούτου της κοινωνίας.

Υπό αυτές τις συνθήκες, στις σημερινές κοινωνίες προβάλλουν σχηματικά δύο «εναλλακτικά μέλλοντα».[25] Το πρώτο, είναι η διατήρηση της τάσης συγκέντρωσης του εισοδήματος και πλούτου στα χέρια των κυρίαρχων ελίτ, οι οποίες ζουν προνομιούχα σε περίκλειστες κοινότητες και από την άλλη η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού να ζει στα όρια της φτώχιας και του κοινωνικού αποκλεισμού, ενώ ένα άλλο ενδιάμεσο μικρό στρώμα, θα κινείται ανάμεσα στους δύο πόλους απολαμβάνοντας μια άνετη ζωή. Το δεύτερο «εναλλακτικό μέλλον», είναι η ανάδυση ενός νέου υποδείγματος μετα-καπιταλιστικής οργάνωσης, στον αντίποδα του σημερινού κόσμου, που θα αξιοποιεί τις δυνατότητες αυτοματοποίησης και ανάπτυξης των νέων τεχνολογιών, έχοντας στο επίκεντρο την ικανοποίηση των αυξανόμενων και μεταβαλλόμενων κοινωνικών αναγκών (υλικών και πνευματικών). Η υπέρβαση της «δυστοπίας» και η μετάβαση στην «ουτοπία», είναι ζήτημα πολιτικού αγώνα, εκείνων των κοινωνικών δυνάμεων που έχουν ζωτικό συμφέρον από μια τέτοια εξέλιξη.

5.      Πως τα ρομπότ, αντί για «δυνάστες», μπορούν να γίνουν «υπηρέτες» των ανθρώπων

Το ζοφερό σενάριο ανάπτυξης των ψηφιακών τεχνολογιών με μαζική ανεργία και κοινωνικό αποκλεισμό, δεν είναι μοιραίο ούτε αναπόφευκτο. Και στις προηγούμενες «βιομηχανικές επαναστάσεις» είχαν τεθεί με μικρότερη ένταση, ανάλογα διλήμματα και είχαν δοθεί απαντήσεις. Ακόμα και ο J.M.Keynes, στη δεκαετία του ’30, στην κορύφωση της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης, είχε μιλήσει για εβδομαδιαία εργασία 15 ωρών. [26] Ωστόσο ο πρώτος που έδωσε φιλοσοφική απάντηση στο ερώτημα, ήταν ο Κ.Μαρξ, με τη γνωστή φράση ότι «ο πραγματικός πλούτος της κοινωνίας είναι ο ελεύθερος χρόνος του ανθρώπου».[27]

Στη βάση αυτή μπορούμε βάσιμα να ισχυριστούμε, ότι το δίλημμα μεταξύ «ρομπότ» και «θέσεων εργασίας», ουσιαστικά είναι ένα ψευτοδίλημμα, διότι με μικρότερο χρόνο εργασίας και δικαιότερη κατανομή εισοδήματος και πλούτου, δεν υφίσταται ζήτημα. Άλλωστε στα πλαίσια του κυρίαρχου συστήματος, συντελείται μείωση του εργάσιμου χρόνου, αλλά με όρους αγοράς και κυρίως με ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και ένταση της ανισοκατανομής εισοδήματος (ιδιοποίηση παραγωγικότητας εργασίας από τους ιδιοκτήτες των νέων τεχνολογιών).

Κατά συνέπεια πρωτεύον ζήτημα άμεσης διεκδίκησης των εργαζόμενων, είναι η δραστική μείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, χωρίς μείωση αποδοχών, η αύξηση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης και αυξήσεις μισθών λαμβάνοντας υπ’ όψη την άνοδο της παραγωγικότητας εργασίας.

Δεύτερο ζήτημα, η προγραμματισμένη ανάπτυξη και διάχυση των ψηφιακών τεχνολογιών, αντί της άναρχης με όρους αγοράς εφαρμογή τους, καθώς και η αναπροσαρμογή του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης για την παραγωγή κατάλληλου εργατικού δυναμικού, αντί του «κυνηγητού εγκεφάλων» ή της «φυγής μυαλών» (brain drain), ένα φαινόμενο που βιώνει με ιδιαίτερα οδυνηρό τρόπο η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης.[28]

Τρίτο ζήτημα η ανάπτυξη και η χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών με κριτήριο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών (δημόσια αγαθά, κοινωνικές υπηρεσίες, δημόσιες υποδομές, κά, που αφορούν ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού), αντί την μεγιστοποίηση των κερδών και την πολυτελή κατανάλωση των ολίγων.

Τέταρτο ζήτημα, η επιβολή φορολογίας κερδών στις εταιρίες ψηφιακής τεχνολογίας (έσοδα από διαφημίσεις και παρεχόμενες υπηρεσίες) στην επικράτεια της χώρας που πραγματοποιούνται, με εφαρμογή ταμιακών, αναπτυξιακών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων. Παροχή ειδικών κινήτρων ανάπτυξης νεοφυών επιχειρήσεων και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. Ειδικά μέτρα αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών από ΜΜ-Επιχειρήσεις.

Πέμπτο ζήτημα, η εφαρμογή νομοθετικών ρυθμίσεων προστασίας των προσωπικών δεδομένων, αποτροπής πρακτικών χειραγώγησης της κοινής γνώμης (τύπου Face-book & CambridgeAnalytica), επιθέσεων κυβερνοχώρου, διασφάλισης δημόσιας υγείας, της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, προστασίας περιβάλλοντος, κά, καθώς και κοινωνικός έλεγχος στην εφαρμογή του.

Έκτο ζήτημα, η ανάπτυξη ισότιμης και αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας μεταξύ χωρών, αντί «εμπορικών πολέμων» και «οικονομικών κυρώσεων», για την ανάπτυξη και διάχυση των νέων τεχνολογιών, με σεβασμό του διεθνούς δικαίου, της εθνικής κυριαρχίας και ειρηνικής χρήσης των πλεονεκτημάτων τους.

Τέλος ιδιαίτερα σημαντικό, είναι η ανάπτυξη ενωτικού κινήματος αντίστασης για αποτροπή των αρνητικών παρενεργειών της χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών, προς τους εργαζόμενους και την κοινωνία, καθώς και ενίσχυση της διεθνιστικής αλληλεγγύης των εργατικών ενώσεων, επιστημονικών και κοινωνικών φορέων και λαϊκών κινημάτων, για την προώθηση κοινωνικών μετασχηματισμών που ανοίγουν ελπιδοφόρους ορίζοντες στους λαούς στο μέλλον.



(*) Βασικά σημεία του κειμένου, παρουσιάστηκαν στον Διεθνές Οικονομικό Συνέδριο που έγινε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας (2.4.18), από το «Ινστιτούτο Νέας Βιομηχανικής Ανάπτυξης» (ИНСТИТУТ НОВОГО ИНДУСТРИАЛЬНОГО РАЗВИТИЯ» (ИНИР) ИМ. С.Ю.ВИТТЕ’), μεθέμα: “Foresight "RUSSIA": New Industrial Society & Future” (April 2, 2018, St. Petersburg).



[1]. Κ.Μαρξ. Το Κεφάλαιο. Α’ τόμος, σελ.668, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα.



[2]. Global Wealth Report 2017, Credit Suisse Bank.



[3]. Bloomberg Billionaires Index, https://www.bloomberg.com/billionaires



[4]. Πρώτος στη σειρά, ήταν ο ιδιοκτήτης της εταιρίας ηλεκτρονικού εμπορίου «Amazon.comInc.» (Jeff Bezos με 132 δις), της μεγαλύτερης στον κόσμο εταιρίας πώλησης αγαθών και υπηρεσιών μέσω Διαδικτύου. Δεύτερος ο ιδιοκτήτης της εταιρίας λογισμικού «MicrosoftCor.» (Bill Gates με 91,3 δις), τρίτος ο ιδιοκτήτης του πολυκλαδικού ομίλου «Berkshire Hathaway» (Warren Buffett με 87,8 δις), τέταρτος ο ιδιοκτήτης της παγκόσμιας αλυσίδας καταστημάτων «ΖΑRΑ» (Amancio Ortega, με 70,3 δις), πέμπτος ο ιδιοκτήτης της εταιρίας «FacebookInc.» (Mark Zuckerberg, με 68,6 δις). Στους δέκα πρώτους πολυεκατομμυριούχους, έξι ήταν αμερικανοί. https://www.bloomberg.com/billionaires/..



[5]. Γύρω από τον ορισμό της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης υπάρχει μια φιλολογία για το περιεχόμενο της. Ο Klaus Schwab(2016), ορίζει ως «Τέταρτη Βιομηχανική Επανάσταση», τις νέες τεχνολογίες που συνενώνουν το φυσικό, ψηφιακό και βιολογικό κόσμο, επιδρώντας σε όλες τις επιστήμες της οικονομίας και βιομηχανίας, καθώς επίσης ιδέες που αγγίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη». https://www.weforum.org/about/the-fourth-industrial-revolution. Από την άλλη υπάρχουν ορισμοί που συνδέουν την 4η βιομηχανική επανάσταση με το νέο βιομηχανικό σύστημα του 21ου αιώνα και τη «Νέα Βιομηχανική Κοινωνία» 2ης Γενιάς. Αναλυτικότερα βλ. Bordunov S. & J.K.Galbraith (2017), «New Industrial Revolution and Inequality Issues», Study guide, ed, SPEC, Moscow, σελ, 55.



[6]. Η «τεχνητή νοημοσύνη» (artificialintelligence), κατανοείται καλύτερα από τις εφαρμογές της. Ενδεικτικά αναφέρουμε, την «αναγνώριση προσώπων» (facerecognition), τα «αυτόνομα αυτοκίνητα» (autonomouscars), «γεωργία ακρίβειας» (precisionagriculture), «βιομηχανικός αυτοματισμός» (industrialautomation), «δημιουργία έργων τέχνης» (creationofworksofart), «ιατρική διάγνωση» (medicaldiagnosis), «σχεδίαση φαρμάκων» (drugdesign), «κυβερνο-ασφάλεια» (cybersecurity), «μη επανδρωμένα σκάφη υδάτων και αέρος» (drones), «παίξιμο παιγνιδιών» (gameplaying), «συμβουλευτικά συστήματα» (recommendationsystems), κά. Αναλυτικότερα βλ. Κόντος Ιωάννης, (2017), «Τεχνητή Νοημοσύνη και Ελληνικές Εφαρμογές», εκδ. «Νότιος Άνεμος», Αθήνα, σελ. 17



[7]. Η «Νανοτεχνολογία»ως επιστήμη, είναι η μηχανική και η τεχνολογία στην νανοκλίμακα, δηλαδή στην κλίμακα διαστάσεων από 1 έως 100nm. Στο επίπεδο αυτό αποκαλύπτονται διαφορετικές και συχνά καταπληκτικές ιδιότητες της ύλης και είναι δυσδιάκριτα τα όρια μεταξύ των καθιερωμένων επιστημών και τεχνικών κλάδων. Με άλλα λόγια η «Νανοτεχνολογία» είναι η μελέτη και η χρήση εφαρμογών, εξαιρετικά μικρών διαστάσεων, σε πολλά επιστημονικά πεδία, όπως στη φυσική, στη χημεία, στην επιστήμη των υλικών και στις μηχανικές επιστήμες. (Από την ομιλία Λευτ.Λιδωρίκη, Αναπληρωτή Καθηγητή στο Τμήμα Μηχανικών Επιστήμης Υλικών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, στην εκδήλωση του «ΜΑΧΩΜΕ» για τη «Νανοτεχνολογία», στις 26.9.17). www.maxome.gr



[8]. Η «γωνιδιοματική», είναι κλάδος της βιο-ιατρικής τεχνολογίας, που ασχολείται με την «ανάλυση της αλληλουχίας ολόκληρου του ανθρώπινου γωνιδιόματος» (DNA), για την παραγωγή κατάλληλων φαρμάκων (πχ. καρκίνου) ή μέσων θεραπείας (μεταμοσχεύσεις οργάνων, τεχνητές καρδιές, κά). Βλ. RossAlec (2017), «Οι βιομηχανίες του μέλλοντος», εκδ. «Ικαρος». Αθήνα. σελ. 86



[9]. Το «διαδίκτυο πραγμάτων» (InternetofThinks) ή IoT, σημαίνει όλα να μιλάνε μεταξύ τους. Τα πράγματα που «ομιλούν» περιλαμβάνουν αισθητήρες, καταναλωτικές συσκευές, αυτοματισμός σπιτιού, συνδεδεμένα οχήματα, κά. Το ΙοΤ αφορά τη σχέση μεταξύ πελατών με υπηρεσίες ή προϊόντα.



[10]. RossAlec (2017), το ίδιο με 8.



[11]. CNNGreece, Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός, 6η Φεβρουαρίου 2016.



[12]. Bank of America Annual Report (2015), Robot Revolution – Global Robot & AI Primer



[13]. Σύμφωνα με πρόσφατες αποκαλύψεις της βρετανικής εφημερίδα «Observer» και της αμερικανικής «NewYorkTimes» (17.5.18), η διαδικτυακή εταιρία «FacebookInc.» και η αγγλική εταιρία ανάλυσης δεδομένων «CambridgeAnalytica», χρησιμοποίησαν προσωπικά δεδομένα 50 εκατομμυρίων χρηστών του Facebook, για χειραγώγηση ψηφοφόρων (με προβολή ψευδών ειδήσεων κά), στις αμερικανικές εκλογές υπέρ του Ντ.Τράμπ, και στο δημοψήφισμα Brexit στη Βρετανία. https://www.theguardian.com/news/2018/mar/17/cambridge-analytica-facebook-influence-us-election



[14]. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της «επίθεσης» που δέχτηκε στις 15.8.2015, το δίκτυο υπολογιστών της SaudiAramco, από ιό υπολογιστή, με στόχο να σβήσει τη μνήμη του συστήματος και αποτέλεσμα να διακοπεί προσωρινά η λειτουργία ολόκληρου του δικτύου της SaudiAramco. Ο ιός ανακαλύφτηκε την επόμενη ημέρα από μια τριάδα εταιριών ασφάλειας κυβερνοχώρου (ΗΠΑ, Ρωσίας και Ισραήλ). Αναλυτ. βλ. Alec Ross, «The Industries of the Future». (εκδ. Ίκαρος, 2017, σελ. 207).



[15]. www.viralnet.gr



[16]. The Sixth European Working Conditions Survey (EWCS), based on face-to-face interviews with 43,850 workers in 35 European countries, attempts to capture the multi-faceted dimensions of work in Europe todayhttps://www.eurofound.europa.eu/publications/report/2016/workin.



[17]. Industry 4.0: Policy Department, Economic and Scientific Policy. Study of for the European Parliament’s Committee on “Industry, Research and Energy” (ITRE), 2016 http://www.europarl.europa.eu/RegData/etudes/STUD/2016/570007/IPOL_STU(2016)570007_EN.pdf



[18]. Χρήστος Χατζηιωσήφ,Ομότιμος Καθηγητής Παν. Κρήτης, «Η ευρωπαϊή ενοποίηση, η Γερμανία και η επιστροφή των εθνικισμών», Ημερίδα, Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτών «ΕΝΑ», 28 Νοε 2017, http://www.enainstitute.org/event/



[19]. Το ίδιο με 17, σελ. 58



[20]. Το ίδιο με 17, σελ. 47


[21].Detlef Wetzel, Chairman of the "IG Metall" the dominant metalworkers' union in Germany and the country's largest union as well as Europe's largest industrial union.http://www.dw.com/en/journal-interview-with-ig-metall-union-chairman-detlef-wetzel/av-17342137

[22]. Η Ελλάδα, παρά την ύπαρξη υψηλού επιπέδου επιστημονικού δυναμικού, πολύ αργά μπαίνει στο δρόμο των ψηφιακών τεχνολογιών. Τα αποσπασματικά βήματα, αφορούν κυρίως προγράμματα «Στρατηγικών Έρευνας και Καινοτομίας για την Έξυπνη Εξειδίκευση» (RIS3), από τη Γενική Γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής (καταπολέμηση φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής, πληροφοριακό σύστημα ενιαίου φορέα κοινωνικής ασφάλισης, πληροφοριακή υποστήριξη εθνικού δικτύου πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, δικτύωση του δημόσιου τομέα «ΣΥΖΕΥΞΗ ΙΙ», κά). Πηγή: Υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, 12.3.18


[23]. http://www.businessinsider.com/bill-gates-basic-income-2017-2

[24]. https://www.weforum.org/agenda/2017/03/taxing-robots-wont-work-says-yanis-varoufakis


[25]. Α.Γεωργίου & Γ.Μαριά (2017), «Τέταρτη βιομηχανική επανάσταση και εναλλακτικά μέλλοντα», 25/9/17, www.anaireseis.gr


[26]. Keynes J.M. (1930), «Economic opportunities for our grandchildren» Source: Scanned from John Maynard Keynes, Essays in Persuasion, New York: W. W. Norton & Co., 1963, pp. 358-373


[27]. Karl Marx, «Grundrisse», https://athens.indymedia.org/post/1391821/. Για το Μαρξ ο «ελεύθερος χρόνος» (leisure), δεν σημαίνει «απραξία» ή «τεμπελιά», αλλά δημιουργική αξιοποίηση του, για ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου και όλων των μελών της κοινωνίας.

Κατά συνέπεια πρωτεύον ζήτημα άμεσης διεκδίκησης των εργαζόμενων, είναι η δραστική μείωση του ημερήσιου και εβδομαδιαίου χρόνου εργασίας, χωρίς μείωση αποδοχών, η αύξηση των θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης και αυξήσεις μισθών λαμβάνοντας υπ’ όψη την άνοδο της παραγωγικότητας εργασίας.

Δεύτερο ζήτημα, η προγραμματισμένη ανάπτυξη και διάχυση των ψηφιακών τεχνολογιών, αντί της άναρχης με όρους αγοράς εφαρμογή τους, καθώς και η αναπροσαρμογή του συστήματος εκπαίδευσης και κατάρτισης για την παραγωγή κατάλληλου εργατικού δυναμικού, αντί του «κυνηγητού εγκεφάλων» ή της «φυγής μυαλών» (brain drain), ένα φαινόμενο που βιώνει με ιδιαίτερα οδυνηρό τρόπο η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λόγω της κρίσης.[1]

Τρίτο ζήτημα η ανάπτυξη και η χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών με κριτήριο την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών (δημόσια αγαθά, κοινωνικές υπηρεσίες, δημόσιες υποδομές, κά, που αφορούν ζωτικές ανάγκες του πληθυσμού), αντί την μεγιστοποίηση των κερδών και την πολυτελή κατανάλωση των ολίγων.

Τέταρτο ζήτημα, η επιβολή φορολογίας κερδών στις εταιρίες ψηφιακής τεχνολογίας (έσοδα από διαφημίσεις και παρεχόμενες υπηρεσίες) στην επικράτεια της χώρας που πραγματοποιούνται, με εφαρμογή ταμιακών, αναπτυξιακών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών κριτηρίων. Παροχή ειδικών κινήτρων ανάπτυξης νεοφυών επιχειρήσεων και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. Ειδικά μέτρα αξιοποίησης των ψηφιακών τεχνολογιών από ΜΜ-Επιχειρήσεις.

Πέμπτο ζήτημα, η εφαρμογή νομοθετικών ρυθμίσεων προστασίας των προσωπικών δεδομένων, αποτροπής πρακτικών χειραγώγησης της κοινής γνώμης (τύπου Face-book & CambridgeAnalytica), επιθέσεων κυβερνοχώρου, διασφάλισης δημόσιας υγείας, της υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, προστασίας περιβάλλοντος, κά, καθώς και κοινωνικός έλεγχος στην εφαρμογή του.

Έκτο ζήτημα, η ανάπτυξη ισότιμης και αμοιβαία επωφελούς συνεργασίας μεταξύ χωρών, αντί «εμπορικών πολέμων» και «οικονομικών κυρώσεων», για την ανάπτυξη και διάχυση των νέων τεχνολογιών, με σεβασμό του διεθνούς δικαίου, της εθνικής κυριαρχίας και ειρηνικής χρήσης των πλεονεκτημάτων τους.

Τέλος ιδιαίτερα σημαντικό, είναι η ανάπτυξη ενωτικού κινήματος αντίστασης για αποτροπή των αρνητικών παρενεργειών της χρήσης των ψηφιακών τεχνολογιών, προς τους εργαζόμενους και την κοινωνία, καθώς και ενίσχυση της διεθνιστικής αλληλεγγύης των εργατικών ενώσεων, επιστημονικών και κοινωνικών φορέων και λαϊκών κινημάτων, για την προώθηση κοινωνικών μετασχηματισμών που ανοίγουν ελπιδοφόρους ορίζοντες στους λαούς στο μέλλον.



(*) Βασικά σημεία του κειμένου, παρουσιάστηκαν στον Διεθνές Οικονομικό Συνέδριο που έγινε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας (2.4.18), από το «Ινστιτούτο Νέας Βιομηχανικής Ανάπτυξης» (ИНСТИТУТ НОВОГО ИНДУСТРИАЛЬНОГО РАЗВИТИЯ» (ИНИР) ИМ. С.Ю.ВИТТЕ’), μεθέμα: “Foresight "RUSSIA": New Industrial Society & Future” (April 2, 2018, St. Petersburg).











[28]. Ο συνολικός αριθμός των νέων Ελλήνων που έφυγαν στην περίοδο 2008-16, ανέρχεται σε 450.000 άτομα. Σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ (επίκ. καθηγητής Σπ.Παπαευθυμίου), η Ελλάδα για την πολυετή εκπαίδευση των συγκεκριμένων νέων, δαπάνησε πάνω από 15 δις ευρώ. Επομένως η Ελλάδα λόγω του «braindrain» χάρισε ουσιαστικά στις χώρες υποδοχής το παραπάνω ποσό, πέρα από την προστιθέμενη αξία, τις φορολογικές και ασφαλιστικές εισφορές που προσφέρουν ως εργαζόμενοι, στις αντίστοιχες χώρες. ΜΕΤΑ, 5.2.18, www.ergasianet.gr/2018/02/....






Γιάννης Τόλιος: Το de facto και de jure υπόβαθρο του σκανδάλου Novartis ! Ανάγκη εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο και την Υγεία

Πέμπτη, 29/03/2018 - 19:00

Το de facto και de jure υπόβαθρο του σκανδάλου Novartis!
Ανάγκη εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο και την Υγεία


*Γιάννης Τόλιος:



Εισαγωγή

Το σκάνδαλο «Novartis», δεν έχει μόνο οικονομική και ηθική διάσταση, αλλά αποτελεί πρώτα απ’ όλα πολιτικό σκάνδαλο, με σημαντικές νομικές, διεθνείς και κοινωνικές προεκτάσεις, στον κρίσιμο τομέα της υγείας και του φάρμακου. Το σκάνδαλο είναι προϊόν «δεσπόζουσας θέσης» (μονοπωλιακής κυριαρχίας) των μεγάλων εταιριών και του «συστήματος διαπλοκής», δηλ. του lobby των πολυεθνικών του φάρμακου, με κυβερνητικούς αξιωματούχους στην Ελλάδα, στην ΕΕ και διεθνώς, καθώς και του πολύμορφου δικτύου διαφθοράς γιατρών, υπηρεσιακών στελεχών και δημοσιογράφων κυρίαρχων «μ.μ.ε.».!

Η αποκάλυψη του σκανδάλου Novartis ….«δυστυχώς» δεν είναι προϊόν πολιτικής βούλησης της κυβερνητικής για πάταξη της διαφθοράς και της διαπλοκής, αλλά προϊόν ανταγωνισμού μεταξύ πολυεθνικών εταιριών ΗΠΑ-ΕΕ με την παρέμβαση του FBI.
Οι πολιτικές ευθύνες κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών είναι διαχρονικές και αγγίζουν όχι μόνο τις κυβερνήσεις ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, αλλά και της σημερινής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και πρώτα απ’ όλα τον πρώην υπουργό Υγείας Π.Κουρουπλή και άλλων υπηρεσιακών στελεχών. Ταυτόχρονα είναι ιδιαίτερα λυπηρό, ότι ενώ όλοι οι «εμπλεκόμενοι» αναγνωρίζουν την αναγκαιότητα διερεύνησης του σκανδάλου, ουδείς αναλαμβάνει οποιαδήποτε πολιτική ευθύνη[1] για την επώαση και γιγάντωση του σκανδάλου.! Από την άλλη είναι προφανής η προσπάθεια της κυβέρνησης, για τη διαχείριση του σκανδάλου με όρους «μικροπολιτικής», αντί της ανάδειξης των βαθύτερων αιτίων (της «defacto» και «dejure» δημιουργίας του) και πολύ περισσότερο την απουσία πολιτικής βούλησης, για την αποτροπή επανάληψης ανάλογων σκανδάλων στο μέλλον.



1.Το σκάνδαλο Novartisαποτελεί κορυφή του «παγόβουνου»!

Το σκάνδαλο Novartis, όπως κι άλλα σκάνδαλα στο παρελθόν (πχ Siemens), δεν απετέλεσε «κεραυνό εν αιθρία». Είναι κατ’ αρχάς προϊόν της ασυδοσίας των πολυεθνικών της φαρμακοβιομηχανίας και των «σχέσεων διαπλοκής» μεταξύ «οικονομικής ελίτ» και πολιτικής εξουσίας, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο. Το καθεστώς «ασυδοσίας» και «διαπλοκής», στηρίζεται σε «άτυπους» και «θεσμικούς» πυλώνες. Ειδικότερα στηρίζεται:

Α) Στην κυρίαρχη θέση των μεγάλων εταιριών παραγωγής και εμπορίας φαρμακευτικών προϊόντων και δημιουργίας διεθνούς δικτύου θυγατρικών και ελεγχόμενων εταιριών (κυρίως off-shore), το οποίο επιτρέπει τον καθορισμό μονοπωλιακών τιμών και την εφαρμογή πρακτικών «υπερ/υπο-τιμολόγησης» μέσω «τριγωνικών συναλλαγών», εξασφαλίζοντας την αποφυγή πληρωμής των αναλογούντων φόρων, με τελικό αποτέλεσμα τα υψηλά κέρδη, σε όφελος των βασικών τους μετόχων.

Ειδικότερα στον τομέα του φάρμακου, οι 20 μεγαλύτερες πολυεθνικές, κατείχαν το 2017 «δεσπόζουσα θέση», με κύκλο εργασιών που ξεπερνούσε τα 642 δις ή 53% του συνόλου των εταιριών του κλάδου, ενώ οι 5 πρώτες είχαν κύκλο εργασιών 278 δις ή 23,2% του συνόλου. Μεταξύ των πέντε πρώτων εταιριών βρίσκονταν οι «Jonson & Jonson» (ΗΠΑ), «Roche» (Ελβετία), «Pfizer» (ΗΠΑ), «Novartis» (Ελβετία) και «Sanofi» (Γαλλία), ενώ στο σύνολο των 20 μεγαλύτερων, οι 10 ήταν αμερικανικές, 2 ελβετικές, 2 γερμανικές, 2 αγγλικές, 1 γαλλική, 1 ιταλική, 1 νορβηγική και 1 ισραηλινή.[2]

Στην Ελλάδα το 2015, σε σύνολο 104 μεγάλων φαρμακευτικών εταιριών (ΑΕ & ΕΠΕ), οι 55 ήταν θυγατρικές ξένων πολυεθνικών ομίλων, μεταξύ αυτών και μάλιστα στην πρώτη σειρά η «Novartis (Hellas) AEBE». Στην πρώτη πεντάδα εκτός από τη Novartis, ήταν η γερμανική «BoehringerIngelheim (Hellas) AE», η αμερικανική «Pfrizer (Hellas) ΑΕ», η ελληνική «ΒΙΑΝΕΞ ΑΕ» και η ελβετική «Roche (Hellas) AE». Οι συγκεκριμένες εταιρίες είχαν το 35% του κύκλου εργασιών (1,5 δις ευρώ) των 50 μεγαλύτερων φαρμακευτικών εταιριών στην Ελλάδα, με συνολικό κύκλο εργασιών 4,1 δις.[3]

Β) Η οικονομική δύναμη των πολυεθνικών στο φάρμακο, ενισχύεται με τις ειδικές ρυθμίσεις που έχουν εξασφαλίσει (με τη στήριξη των ΗΠΑ και ΕΕ), στα πλαίσια του «Παγκόσμιο Οργανισμού Εμπορίου» (ΠΟΕ) για τα «πνευματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας» (πατέντες), με τη συμφωνία TRIPS (AgreementonTradeRelatedAspectsofIntellectualPropertyRights).[4] Η συγκεκριμένη συμφωνία προστατεύει για μια 20ετία, τα «δικαιώματα ιδιοκτησίας» σε φάρμακα, καθώς κι άλλα «πνευματικά δικαιώματα (διπλώματα ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικά σχέδια, σήματα κλπ), σε όφελος των εταιριών.

Στην ουσία τη «Συμφωνία TRIPS», ήταν αποτέλεσμα των πιέσεων των πολυεθνικών της φαρμακοβιομηχανίας και της βιοτεχνολογίας, για τη μεγιστοποίηση των κερδών τους, σε βάρος των αναπτυσσόμενων χωρών, οι οποίες αρνούνται να την αποδεχτούν, θεωρώντας ως ένα είδος «οικονομικής αποικιοκρατίας». Πρωταγωνιστικό ρόλο παίζουν σε αυτό οι χώρες BRICS,[5] οι οποίες κυριαρχούν στην παραγωγή παραδοσιακών φαρμάκων και επιδιώκουν, μέσω του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας», να αλλάξουν το καθεστώς ασυδοσίας των πολυεθνικών, οι οποίες αλλάζοντας οριακά τη σύνθεση γνωστών φαρμάκων, τα εμφανίζουν ως «νέα», χωρίς στην ουσία να έχουν καμιά προστιθέμενη φαρμακευτική αξία. Στην πραγματικότητα «πατεντάρουν» την φαρμακευτική κληρονομιά της ανθρωπότητας και στερούν πολύτιμα φάρμακα από λαϊκά στρώματα και από αναπτυσσόμενες χώρες (πχ φάρμακα aidsστην Αφρική), κάτι ανάλογο που κάνουν οι πολυεθνικές βιοτεχνολογίας, οι οποίες «πατεντάρουν» το υπάρχον στη φύση γενετικό υλικό και κερδοσκοπούν με τη βιοποικιλότητα του πλανήτη.

Γ) Οι πολυεθνικές φάρμακου, δεν περιορίζονται μόνο στη αξιοποίηση της «δεσπόζουσας θέσης» που κατέχουν και στις σκανδαλώδεις ρυθμίσεις της «Συμφωνίας TRIPS». Έχουν οργανώσει, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, αλλά και ΕΕ, θεσμική παρέμβαση στα βουλευόμενα και εκτελεστικά όργανα και με πρακτικές lobbyδημιουργούν συνθήκες «θερμοκηπίου» για άνθιση της «διαπλοκής» και «οικονομικής διαφθοράς», υπονομεύοντας μεταξύ άλλων και τη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών.

Ειδικότερα στα όργανα της ΕΕ (Κομισιόν και Ευρωκοινοβούλιο), οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρίες και οι εθνικές επιχειρηματικές ενώσεις, μεταξύ αυτών κι ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ), έχουν οργανώσει, σύμφωνα με στοιχεία του «Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου Επιχειρήσεων» (CEO),[6] σε συνεργασία με τις εταιρίες «λομπιστών», ένα πυκνό δίκτυο επαφών με μέλη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (Επιτρόπους) και ανώτερα στελέχη των Γενικών Διευθύνσεων. Κύριος στόχος των επαφών είναι ο επηρεασμός και ο προσανατολισμός των αποφάσεων στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Οι δηλωθείσες δαπάνες των φαρμακευτικών εταιριών για «λομπισμό», σύμφωνα με την έκθεση του CEO, ξεπέρασαν το 2015 τα 40 εκατ. €. Ανάμεσα στη λίστα των 10 πρώτων βρίσκεται και η Novartis, με δαπάνες 1,5-2 εκατ. €, όπως και στη συχνότητα των συναντήσεων (8 συναντήσεις στο 2015).[7] Κατά συνέπεια δεν είναι τυχαίο, που πολλές αποφάσεις και ρυθμίσεις των Γενικών Δ/σεων, γράφονται από εκπροσώπους των εταιριών και των επιχειρηματικών lobby.

Κορυφαία ευρωπαϊκή οργάνωση των πολυεθνικών στο φάρμακο, η οποία ασκεί μεγάλη επιρροή στα θεσμικά όργανα της ΕΕ, είναι η EFPIA (EuropeanFederationofPharmaceuticalIndustriesandAssociations). Το 2015 οι βιομηχανικές και εμπορικές ενώσεις της φαρμακοβιομηχανίας, ξόδεψαν πάνω από 7,7 εκατ. ευρώ για «λομπισμό» (σε σχέση με 2,3 εκατ. το 2012), από τα οποία 5 εκατ. € προήλθαν από την EFPIA.[8] Αποφασιστικό ήταν επίσης ο ρόλος της EFPIA στην προετοιμασία και προκαταρκτική υπογραφή της γνωστής πολυμερούς συμφωνίας Τ.Τ.Ι.Ρ., μεταξύ ΗΠΑ-ΕΕ. Η ενδεχόμενη εφαρμογή της, θα έχει σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της, αρνητικές επιπτώσεις στη δυνατότητα πρόσβασης των λαϊκών στρωμάτων σε αναγκαία φάρμακα, καθώς και στη δημόσια υγεία. Ειδικότερα η ΤΤΙΡ, προβλέπει χαμηλότερα στάνταρτ προστασίας των καταναλωτών, των συνθηκών εργασίας, της δημόσιας υγείας, του περιβάλλοντος, κά, ενώ η επίλυση των διαφορών μεταξύ πολυεθνικών και δημοσίων αρχών θα γίνεται από ιδιωτικά διεθνή δικαστήρια ISDS (Investor State Dispute Settlement).

Δ) Από την άλλη η κυριαρχία των μεγάλων πολυεθνικών στην παραγωγή και στη διακίνηση φαρμάκων, έχει προεκτάσεις στον τομέα της ιατρικής έρευνας, καθώς στον τομέα της ιατρικής ενημέρωσης και μετεκπαίδευσης γιατρών. Ειδικότερα στον τομέα της «φαρμακευτικής έρευνας» ο ρόλος της EFPIAήταν ιδιαίτερα αποφασιστικός στην προώθηση του φαρμακευτικού προγράμματος ΙΜΙ (InnovativeMedicinesInitiative) με τη συμμετοχή της ΕΕ, στα πλαίσια της «Συνεργασίας Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα» (ΣΔΙΤ).

Το συγκεκριμένο ερευνητικό πρόγραμμα, στο όνομα της «παραγωγής νέων και ασφαλών φαρμάκων», χρηματοδοτήθηκε από κονδύλια της ΕΕ, ενώ τα αποτελέσματα αξιοποιήθηκαν από τις φαρμακοβιομηχανίες, για εξασφάλιση υψηλών κερδών μέσω του συστήματος «πνευματικών δικαιωμάτων». Η δεύτερη φάση του προγράμματος ΙΜΙ 2014-24 που βρίσκεται σε εξέλιξη, προβλέπει χρηματοδότηση 3,3 δις από την ΕΕ και μόλις 1,4 δις συμμετοχή των επιχειρηματικών ενώσεων και εταιριών που ανήκουν στην EFPIA.[9] Το μεγαλύτερο μέρος των κονδυλίων συμμετοχής της EFPIA, καλύπτεται από τις φαρμακευτικές εταιρίες και τις εταιρίες ιατρικού εξοπλισμού, επηρεάζοντας ταυτόχρονα και τα αποτελέσματα των επιθεωρήσεων στον ποιοτικό έλεγχο της χρήσης των φαρμάκων.!

Ε) Τέλος το μοντέλο «εμπορευματοποίησης» του φάρμακου που προωθούν οι πολυεθνικές και γενικότερα το νεοφιλελεύθερο μοντέλο πολιτικής, οδηγεί σε ανορθολογική κατανομή πόρων (προτεραιότητα σε φάρμακα που έχουν υψηλά κέρδη και όχι σε φάρμακα που καλύπτουν ζωτικές ανάγκες της κοινωνίας). Τροφοδοτεί επίσης το σύστημα των «χορηγιών» προς τους γιατρούς για υπερσυνταγογραφίσεις, χρησιμοποιεί συστηματικά τις διαφημίσεις και το δαπανηρό marketing[10] για επηρεασμό των ασθενών, προβάλλει ως κατώτερη την ποιότητα των «γενόσημων» υπονομεύοντας την αρχή «φάρμακα για όλους», κά.

Η αυξανόμενος έλεγχος των πολυεθνικών στο φάρμακο, σε συνδυασμό με τις τάσεις ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών υγείας που προωθεί ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός, οδηγούν σε κατασπατάληση πόρων, μετατοπίζοντας ζωτικούς πόρους για την Υγεία, από το δημόσιο και ασφαλιστικά ταμεία, προς άλλους τομείς, εντείνοντας τα φαινόμενα του παρασιτισμού, υψηλών επιβαρύνσεων των λαϊκών στρωμάτων, με παράλληλη υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας.



2.Η αγορά φάρμακου στην Ελλάδα και το σκάνδαλο Novartis

Το σκάνδαλο «Novartis» έφερε αναταράξεις στα «λιμνάζοντα ύδατα» της διαφθοράς και διαπλοκής στην «αγορά φάρμακου» στην Ελλάδα. Ήλθαν στο φως σοβαρές πτυχές της ασυδοσίας των πολυεθνικών και των εγχώριων εταιριών παραγωγής και εμπορίας φαρμάκων, καθώς επίσης πρακτικές lobbyκαι οικονομικής διαφθοράς. Ταυτόχρονα αναδείχτηκαν οι πολιτικές ευθύνες των κυβερνήσεων, σε επίπεδο πρωθυπουργών και υπουργών υγείας της τελευταίας εικοσαετίας, τόσο πριν τα Μνημόνιο, όσο και της περιόδου των Μνημονίων. Αν στην περίοδο πριν την κρίση, υπήρξε υπερδιόγκωση των δημοσίων δαπανών σε φάρμακα, μετά την κρίση έχουμε μεγάλη συρρίκνωση, με ταυτόχρονη μεγάλη αύξηση της επιβάρυνσης των ασθενών και υποβάθμιση γενικότερα της φαρμακευτικής περίθαλψης των λαϊκών στρωμάτων.

Συγκεκριμένα σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ,[11] η αγορά φαρμάκου στην Ελλάδα (παραγωγή και εισαγωγές), καλύπτεται από τις 110 περίπου φαρμακευτικές επιχειρήσεις (παραγωγικές και εμπορικές), από τις οποίες οι μισές είναι θυγατρικές πολυεθνικών, καθώς και από μια αλυσίδα επιχειρήσεων διακίνησης και λιανικής πώλησης (100 φαρμακαποθήκες, 26 συνεταιρισμούς φαρμακοποιών, 10.400 φαρμακεία και 29 φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ). Η προστιθεμένη αξία του κλάδου της εγχώριας παραγωγής φαρμάκων το 2016, ήταν 624 εκατ. € (σε σχέση με 619 εκατ. το 2009 και 805 εκατ. 2005), ενώ οι απασχολούμενοι στην εγχώρια παραγωγή γύρω στις 15,5 χιλιάδες. Η Ελλάδα κάνει εισαγωγές φαρμάκων 2,9 δις και εξαγωγές 1 δις (εμπορικό έλλειμμα -1,9 δις). Το σύνολο των πωλήσεων στα φαρμακεία και στις φαρμακαποθήκες το 2016 ήταν 3,4 δις, ενώ με τις πωλήσεις φαρμάκων στα νοσοκομεία και τα φαρμακεία του ΕΟΠΥΥ (1,8 δις), ανέρχονταν συνολικά σε 5,2 δις σε σχέση με 8,2 δις (συνολικά) το 2009.

Τα φάρμακα χωρίζονται σε «προστατευόμενα» (on-patent) τα οποία αντιπροσώπευαν το 9,9% της αγοράς, σε «μη προστατευόμενα» (off-patent) 34,2%, σε «γενόσημα» (generics) 33,2% και σε όλα τα υπόλοιπα 22,7%. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο μέσος όρος στην ΕΕ με την αντίστοιχη σειρά ποσοστών, ήταν 6,5%, 66,9%, 19,8%, και 6,8%. Δηλαδή το ποσοστό των προστατευόμενων φαρμάκων στην Ελλάδα, είναι κατά 50% υψηλότερο σε σχέση με την ΕΕ, ενώ αντίθετα τα «γενόσημα» είναι κατά 50% λιγότερα, γεγονός που σηματοδοτεί και την υψηλότερη φαρμακευτική δαπάνη. Μάλιστα συγκρίνοντας το ρυθμό χορήγησης νέων πατεντών στην Ελλάδα σε σχέση με την ΕΕ, διαπιστώνουμε ότι ο ρυθμός αύξησης τους στο διάστημα 2009-2016, στην Ελλάδα ήταν γύρω στο 14%, ενώ στην ΕΕ μόλις 3,5%.[12] Αυτό δείχνει ότι στην Ελλάδα εφαρμόζεται σε μεγάλη έκταση η πρακτική της εμφάνισης του ίδιου ουσιαστικά φάρμακου ως νέα «πατέντα», προκειμένου να αυξηθεί η τιμή και να εξασφαλιστούν υψηλότερα κέρδη. Αποτελεί δε ανοιχτό ζήτημα, κατά πόσο ο ΕΟΦ παίζει ουσιαστικά το ρόλο του, στη διαδικασία έγκρισης «νέων» φαρμάκων.!

Από την άλλη ο τρόπος τιμολόγησης των φαρμάκων είναι από μόνος «σκανδαλώδης» και λειτουργεί υπέρ των φαρμακοβιομηχανιών. Ο καθορισμός με βάση το μέσο όρο στις τρεις χώρες της ΕΕ με τη χαμηλότερη τιμή, ή η μείωση της τιμής όταν μπαίνει στην κατηγορία των γενόσημων, ή η κυκλοφορία σε νέα συσκευασία κά, είναι πρακτικές που συσκοτίζουν τα πραγματικά δεδομένα κόστους και ποσοστών κέρδους, με αποτέλεσμα την επιβολή υψηλών τιμών για επίτευξη υψηλών κερδών. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της κυκλοφορίας στην Ελλάδα από τη Novartis ενός αντιδιαβητικού φάρμακου (Eucreas), έχοντας ως βάση ένα προηγούμενο (Gluvaz) το οποίο είχε 11 ευρώ, ενώ το «νέο» τιμολογήθηκε με 135 ευρώ, κά.[13] Η συνολική ζημιά του δημοσίου από τέτοιες πρακτικές των εταιριών και από πρακτικές οικονομικής διαφθοράς κυβερνητικών στελεχών, υπηρεσιακών παραγόντων και γιατρών, στην περίοδο 2000-2015, ανήλθε σύμφωνα με τα στοιχεία της εισαγγελικής έρευνας σε 23 δις,[14] ενώ η ζημιά που προκάλεσε η «Novartis» την ίδια περίοδο, εκτιμάται σε 3 δις ευρώ.[15]

Κωδικοποιώντας τις κυριότερες αιτίες της έκρηξης των δημόσιων φαρμακευτικών δαπανών, αυτές οφείλονται κυρίως: στην κυκλοφορία μεγάλου αριθμού νέων και ακριβών φαρμάκων ιδιαίτερα την περίοδο 2000-2009, στην υποκατάσταση παλαιών φθηνών φαρμάκων με «νέα» ακριβότερα, στην ανυπαρξία ουσιαστικού ελέγχου καθορισμού των τιμών, στην επιβολή υψηλής πρώτης τιμής παρά το καθεστώς τιμολόγησης με βάση το μέσο όρο των τριών χωρών της ΕΕ με τις χαμηλότερες τιμές, στη διατήρηση της πρώτης τιμής σταθερής για πάνω από τρία χρόνια, στην καθυστέρηση της ανατιμολόγησης, στην ανυπαρξία αξιολόγησης και αποζημίωσης χωρίς έλεγχο από τα Ταμεία, στην άκρατη συνταγογράφηση χωρίς δικλείδες ασφαλείας, στην ανυπαρξία ηλεκτρονικής συνταγογράφησης και μηχανογραφικών συστημάτων, στις παράνομες εξαγωγές σκευασμάτων τα οποία αποζημιώνονταν και εντός της Ελλάδας, στο συστηματικό marketing και lobbyingφαρμακευτικών εταιριών, στην έξαρση της πολυφαρμακίας, κά.[16]

Από την άλλη με την εφαρμογή των Μνημονίων, έχει επέλθει δραστική μείωση της δημόσια φαρμακευτικής δαπάνης, καθώς των δημόσιων δαπανών υγείας. Οι παραπάνω αιτίες, δυστυχώς δεν έχουν αντιμετωπιστεί, παρά τις κάποιες ρυθμίσεις σε ορισμένα θέματα. Όπως τονίζουν ειδικοί της δημόσιας υγείας, «η υπερσυνταγογράφηση υπερεξακοντίστηκε (72 εκατ. σε σχέση με 58 εκατ. το 2012), τα θεραπευτικά πρωτόκολλα ακόμα δεν έχουν συνδεθεί με την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, οι πρώτες διαπραγματεύσεις του ΕΟΠΥΥ μόλις ξεκίνησαν (ηπατίτιδα), τα νοσοκομεία υποχρηματοδοτούνται, τα ΤΟΜΥ δεν μπορούν να στελεχωθούν», κά.[17] Τις συνέπειες πληρώνουν κατ’ εξοχήν οι ασθενείς με την αύξηση της συμμετοχής στα φάρμακα, ενώ οι εταιρίες αντισταθμίζουν τις όποιες περικοπές εσόδων από τους μηχανισμού επιστροφών και εκπτώσεων (clawbackκαι rebate), με τη αύξηση του αριθμού των μη συνταγογραφούμενων φαρμάκων και την απελευθέρωση της τιμής τους, την παραγωγή «νέων» φαρμάκων στη θέση των παλιών, κά.

Όσον αφορά τη συνολική χρηματοδότηση της υγείας, με βάση τα επίσημα στοιχεία, ανήλθε 14,8 δις το 2016 (σε σχέση με 22,5 δις το 2009), από τα οποία 8,5 δις ήταν δημόσια χρηματοδότηση (σε σχέση με 15,4 δις το 2009). Δηλαδή έχουμε συνολική μείωση της που φθάνει 42,5%.! Σε ποσοστό του ΑΕΠ, η δημόσια χρηματοδότηση της υγείας, το 2016 κατέβηκε στο 4,8% (σε σχέση με το 6,5% του ΑΕΠ το 2009), ενώ ο μέσος όρος της ΕΕ ήταν 7,8% του ΑΕΠ. Αξίζει να σημειωθεί σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, ότι η κατά κεφαλήν δαπάνες υγείας στην Ελλάδα, αυξήθηκαν από 1.766 δολ. το 2000, σε 2.937 δολ. το 2008 και σε συνέχεια μειώθηκαν σε 1.970 δολ. το 2016. Αντίθετα στην ΕΕ την ίδια περίοδο, αυξήθηκαν κατά μ.ο. από 2.226 δολ. το 2000, σε 3.056 δολ. το 2008 και παραπέρα σε 3.365 δολ. το 2016.[18] Άρα το χάσμα υγειονομικών δαπανών, μεταξύ Ελλάδας και ΕΕ, τελικά διευρύνθηκε.!

Αντίστοιχα, η φαρμακευτική δαπάνη, το 2015, διαμορφώθηκε συνολικά στα 3,8 δις, σε σχέση με 6,1 δις το 2009, ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη περιορίστηκε (από το 2016) λιγότερο από 2 δις, από 5,1 δις το 2009. Ειδικότερα η δημόσια εξωνοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, μαζί με αυτήν της συμμετοχής των ασθενών, ανήλθε το 2017 σε 3,7 δις, ενώ η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ανήλθε σε 1,9 δις έναντι 5,1 δις το 2009 (μείωση -61,9%), αυξάνοντας κατακόρυφα τη συμμετοχή των ασθενών και μειώνοντας παράλληλα τα κέρδη των φαρμακίων. Σύμφωνα με τον υπουργό Υγείας Αν.Ξανθό, η συμμετοχή των ασθενών έχει φθάσει σήμερα το 30%, από 25% το 2014 και 9% το 2009.[19] Όσον αφορά τη δημόσια νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη, με το σύστημα των υποχρεωτικών επιστροφών και εκπτώσεων (calwback και rebate) σε βάρος των εταιριών, περιορίστηκε το 2016 στα 260 ευρώ, ενώ το 2017 εκτιμάται σε 320 ευρώ.[20]

Σε αυτήν τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, περιλαμβάνονται τα φάρμακα της «θετικής λίστας», δηλ. αυτά που συνταγογραφούνται και ο ΕΟΠΥΥ κατά κανόνα τα αποζημιώνει (η συμμετοχή των ασθενών είναι από 0%-10%-25%). Ωστόσο οι ασθενείς πληρώνουν για τα φάρμακα της «αρνητική λίστας» (συνταγογραφούνται αλλά δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ), καθώς και τα «Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα» (ΜΗΣΥΦΑ), η τιμή των οποίων διαμορφώνεται πλέον ανεξέλεγκτα.!! Έτσι «εκτός λίστας» βρίσκονται 1.582 φάρμακα (1.366 ΜΗΣΥΦΑ και 216 Γενικής Διάθεσης Φάρμακα-ΓΕΔΙΦΑ), τα οποία πληρώνουν 100% για την αγορά τους οι ασθενείς και οι συνταξιούχοι.[21]

Αξίζει να σημειωθεί ότι η μεγάλη αύξηση του αριθμού των ΜΗΣΥΦΑ (452 σκευάσματα) έγινε το Γενάρη 2014 από τον υπουργό Υγείας Α.Γεωργιάδη και η απελευθέρωση της τιμής τους (ανατίμηση ως και 40%) έγινε τον Ιούνιο 2014 από τον υπουργό Ανάπτυξης Κ.Χατζηγάκη, μετακυλίοντας το βάρος της δαπάνης στους ασθενείς. Και οι δύο αποφάσεις εξυπηρετούσαν πλήρως τα συμφέροντα των πολυεθνικών εταιριών και τις κατευθύνσεις της τρόϊκα, ενώ από την άλλη σημαντικά έσοδα αποκόμισαν και τα μεγάλα «μ.μ.ε.» από τις διαφημίσεις των ΜΗΣΥΦΑ.[22]

Ωστόσο υπάρχει μια σκανδαλώδης διάσταση που αφορά τις υποχρεωτικές κατευθύνσεις της τρόϊκα υπέρ των ακριβών εισαγόμενων φαρμάκων. Στην Ελλάδα σήμερα 8 στα 10 φάρμακα που αποζημιώνει ο ΕΟΠΥΥ, είναι ακριβά εισαγόμενα και μόνο 2 στα 10 είναι οικονομικά γενόσημα τα οποία παράγονται στην Ελλάδα. Η αντίστοιχη αναλογία στις χώρες της ΕΕ είναι σχεδόν αντίστροφη (Γερμανία 80% γενόσημα, Ολλανδία 75%, Αγγλία 70%, Σουηδία 60%, Γαλλία 55% κλπ). Αλλά και η τιμολογιακή πολιτική είναι εξ’ ίσου σκανδαλώδης. Οι μειώσεις τιμών που επιβλήθηκαν στα οικονομικά ελληνικά γενόσημα ήταν 67%, στα νέα ακριβά εισαγώμενα 33%, στα off-patent 50% και στα φάρμακα υψηλού κόστους 26%.[23]

Τέλος μια ακόμα όψη του σκανδάλου Novartisστην Ελλάδα, αφορά τις «χορηγίες» φαρμακευτικών εταιριών προς «υγειονομικούς φορείς» (επιστημονικές ιατρικές εταιρίες, πανεπιστήμια, νοσοκομεία), καθώς σε «επιστήμονες υγείας». Πρόκειται για βασική πτυχή του συστήματος διαπλοκής, παρ’ ότι οι χορηγίες δεν καταγράφονται ευθέως στο πεδίο της οικονομικής διαφθοράς, διότι συνδέονται με κάποιο χρήσιμο αποτέλεσμα (επιστημονική έρευνα, επιστημονική ενημέρωση, κά). Ωστόσο σε τελευταία ανάλυση υπηρετούν τα συμφέροντα των φαρμακευτικών εταιριών.

Σύμφωνα με στοιχεία που κατέθεσαν 56 φαρμακευτικές εταιρίες στον ΕΟΦ το 2016 (με βάση τις προβλέψεις του σχετικού νόμου), οι «επιστημονικοί υγειονομικοί φορείς» έλαβαν από τις φαρμακοβιομηχανίες 27,9 εκατ. ευρώ χορηγίες, ενώ οι «επιστήμονες υγείας» 3,7 εκατ, που αθροιζόμενα φθάνουν 31,6 εκατ. ευρώ.! Στην πραγματικότητα το ύψος τους είναι μεγαλύτερο, αν υπολογιστούν και των 24 φαρμακευτικών εταιριών που δεν έδωσαν στοιχεία. Στην κορυφή των 10 πρώτων, βρισκόταν η «Novartis» με χορηγίες 2,6 εκατ. ευρώ, (2.527 χιλ. σε «επιστημονικούς φορείς» και 31 χιλ. σε «επιστήμονες υγείας») και ακολουθούν οι υπόλοιπες εννέα, με ποσά που κυμαίνονται από 1.3 εκατ. ως 2.3 εκατ. ευρώ.[24]

3.Ανάγκη εφαρμογής εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο

Το σκάνδαλο Novartisαναπόφευκτα έφερε στην επιφάνεια, τα σοβαρά προβλήματα στον ευαίσθητο χώρο του Φάρμακου και γενικότερα του χώρου της Υγείας. Κατά συνέπεια η συζήτηση δεν πρέπει να παραμείνει στα «επιφαινόμενα» του σκανδάλου, αλλά κυρίως πρέπει να εστιαστεί στην ανάδειξη των αξόνων εναλλακτικής πολιτικής στο Φάρμακο και στην Υγεία, παράλληλα με την απαίτηση πλήρους διαλεύκανσης του σκανδάλου και του καταλογισμού των πολιτικών και ποινικών ευθυνών όπου υπάρχουν, καθώς και την απαίτηση επιστροφής όπου είναι εφικτό ….των «κλεμμένων».!

Όσον αφορά το πλαίσιο εναλλακτικής πολιτικής σημειώνουμε επιγραμματικά τα εξής:

Α. Αφετηριακό σημείο μιας φιλολαϊκής πολιτικής στο Φάρμακο, είναι η αντιμετώπιση του, κατ’ αρχάς όχι ως εμπόρευμα, αλλά ως δημόσιο κοινωνικό αγαθό που θα πρέπει να εξασφαλίζεται η προσφορά του σε όσους έχουν ανάγκη. Αντίστοιχα η προσφορά σύγχρονων υπηρεσιών Υγείας, συνεπάγεται τη δημιουργία ολοκληρωμένου δημόσιου συστήματος υγείας με εξασφάλιση δωρεάν παροχής υγειονομικής φροντίδας σε όσους έχουν ανάγκη και την απαραίτητη οικονομική στήριξη από τον κρατικό προϋπολογισμό και το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.

Β. Κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της συγκεκριμένη πολιτικής, είναι η δημιουργία Εθνικής Βιομηχανίας και Εθνικής Φαρμακαποθήκης, καθώς και η ουσιαστική αναβάθμιση του ρόλου του ΕΟΦ, που θα εξασφαλίζουν την κάλυψη σε βασικά φάρμακα και θα λειτουργούν ως παρεμβατικοί μοχλοί σε όλο το κύκλωμα παραγωγής, τιμολόγησης, ποιοτικού ελέγχου και επάρκειας των αναγκαίων φαρμάκων.

Γ. Εφαρμογή τιμολογιακής πολιτικής στα φάρμακα, που θα στηρίζεται στον έλεγχο του πραγματικού κόστους παραγωγής, έλεγχο των αυθαίρετων ανατιμήσεων και των πρακτικών υπερ/υπο-τιμολογήσεων των πολυεθνικών και καταχρηστικής εκμετάλλευσης δεσπόζουσας θέσης, με ουσιαστικό έλεγχο από την «Επιτροπή Ανταγωνισμού».

Δ. Εξασφάλιση των αναγκαίων πόρων της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, με την κατάργηση των Μνημονίων, την προώθηση σχεδίου παραγωγικής ανόρθωσης της οικονομίας, αύξησης του εισοδήματος και δικαιότερης κατανομής του. Συγκρότησης κοινοβουλευτικής επιτροπής ελέγχου της φαρμακευτικής πολιτικής, διαχείρισης των φαρμακευτικών δαπανών και των προμηθειών νοσοκομείων (φαρμάκων, εξοπλισμού, κά).

Ε. Ενίσχυση και αναβάθμιση του ρόλου του ΙΦΕΤ στην προώθηση της φαρμακευτικής έρευνας και επιστημονικής ενημέρωσης των γιατρών στα νέα φάρμακα.

ΣΤ. Ολοκληρωμένη ανάπτυξη πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ΠΦΥ) και κέντρων υγείας (ΚΥ) αστικού τύπου 24ωρης λειτουργίας, με γιατρούς βασικών ειδικοτήτων, στροφή στην πρωτογενή πρόληψη και ολιστική προσέγγιση στην Υγεία.

Ζ. Ενίσχυση με αναγκαίο προσωπικό των δημοσίων δομών Υγείας, διασφάλιση εργασιακών δικαιωμάτων, θεσμοθέτηση κοινωνικού και εργατικού ελέγχου, μαζί και των χρηστών υπηρεσιών υγείας, στα κέντρα αποφάσεων που χαράσσουν και υλοποιούν φαρμακευτική πολιτική και πολιτικές υγείας, κά.

Η. Τέλος αξιοποίηση της διεθνούς συνεργασίας, κυρίως με τις χώρες BRICS, που διαθέτουν σύγχρονη τεχνογνωσία στην παραγωγή παραδοσιακών αλλά και νέων φαρμάκων, σύμφωνα με τις προδιαγραφές του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (WHO), για τον απεγκλωβισμό από τον ασφυκτικό κλοιό και έλεγχο των πολυεθνικών, στην αγορά των αναγκαίων φαρμάκων με ευνοϊκότερους όρους.

Εξυπακούεται ότι η συνολική απόδοση του ανωτέρω πλαισίου πολιτικής, προϋποθέτει αντίστοιχες αλλαγές στο γενικότερο χαρακτήρα της οικονομικής πολιτικής και στην απαλλαγή της χώρας από την ευρωζωνική επιτροπεία, αλλάζοντας προσανατολισμό και θέτοντας ως προτεραιότητα την ικανοποίηση των κοινωνικών αναγκών, όλων εκείνων που δημιουργούν τον υλικό και πνευματικό πλούτο της ελληνικής κοινωνίας.

                                                                               26.3.18



[1]. Κατά τη συζήτηση στη Βουλή για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής (21.2.18), ουδείς από τα 10 πολιτικά πρόσωπα που θα εξεταστούν στην προανάκριση από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή (Α.Σαμαράς, Π.Πικραμμένος, Ε.Βενιζέλος, Δ.Αβραμόπουλος, Α.Γεωργιάδης, Α.Λοβέρδος, Γ.Κουτρουμάνης, Μ.Σαλμάς και Γ.Στουρνάρας), δεν αποδέχτηκε την ύπαρξη οποιασδήποτε πολιτικής ευθύνης για το σκάνδαλο. Αναλυτικότερο ρεπορτάζ, βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 23.2.18



[2]. Αναλυτικότερα βλ. https://en.wikipedia.org



[3]. Αναλυτικότερα βλ. http://www.onmed.gr/farmako



[4]. Η Ελλάδα έχει κυρώσει τη Συμφωνία TRIPS με το Ν.2290/1995



[5]. Στις 15.12.17, έγινε στη Μόσχα η σύνοδος των χωρών BRICS, με αφορμή την ανάληψη της προεδρίας του «Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας» (WHO), από τη ρωσίδα υπουργό Υγείας V.I.Skvortsova, όπου χαράχτηκε η στρατηγική στα παραδοσιακά φάρμακα, το ρόλο του WHO στο πεδίο του Φάρμακου κά. http://www.defenddemocracy.press/ 7.1.2018



[6]. Policy Prescriptions: The firepower of the EU pharmaceutical lobby and implications on public health. “Corporate Europe Observatory” (CEO), September 2015. Research and writing: Rachel Tansey.



[7]. Στην κορυφή της λίστας των 10 πρώτων εταιριών, βρισκόταν η Bayer με 2,5 εκατ., η GlaxoSmithKline με 1,5-2 εκατ., η Novartis 1,5-2 εκατ., η AstraZeneca 1,5 εκατ., κοκ. Όσον αφορά τον αριθμό των συναντήσεων στο 2015, η GlaxoSmithKline είχε 15, η Novartis 8, η Jonhson & Jonhson 6, η Sanofi 6, κοκ. Το ίδιο με πιο πάνω σελ. 10, 13.



[8]. Το ίδιο με πιο πάνω, σελ. 15-17



[9]. Το ίδιο με 5, σελ. 25



[10]. Στις ΗΠΑ οι δαπάνες για μάρκετινγκ φαρμάκων είναι πολλαπλάσιες από τις δαπάνες για έρευνα. Εκτιμάται ότι για κάθε 1 δολάριο βασικής έρευνας, δαπανώνται 19 δολάρια για προβολή και διαφήμιση. Αναλυτικότερα βλ. Λ.Βατικιώτης. «Η γάγκραινα της παγκόσμιας φαρμακοβιομηχανίας», Πηγή: Νέα Σελίδα, 22.2.18



[11]. «Η Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα. Γεγονότα & Στοιχεία, 2017, ΙΟΒΕ «Παρατηρητήριο Οικονομικών της Υγείας» και Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ).,



[12]. Αναλυτικότερα βλ. «Η Φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα. Γεγονότα & Στοιχεία, 2017, ΙΟΒΕ. Παρατηρητήριο Οικονομικών της Υγείας, σελ.49



[13]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 21.2.18



[14]. Τα 23 δις προκύπτουν σωρευτικά από το άλμα των φαρμακευτικών δαπανών στο διάστημα 2000-2015. Συγκεκριμένα από 1.278 εκατ. το 2000, ανέβηκαν σε 2.870 το 2005, σε 5.108 εκατ. το 2009 και σε συνέχεια σε 3.750 το 2011, σε 2.371 το 2013 και 1.945 εκατ. από το 2016 και μετά).



[15]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 7.2.18



[16]. Αναλυτικότερα, βλ. «Ναυτεμπορική», 13.2.18



[17]. Α.Δημόπουλος, πρ. γ.γ. Δημόσιας Υγείας, www.slpress.gr, 7.3.2018



[18]. Πηγή πρωτογενών στοιχείων του ΟΟΣΑ



[19]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 1/1/18



[20]. Το ίδιο με υποσημ.8, σελ. 42



[21]. Ιδιαίτερα πλήττονται από την αυξημένη δαπάνη σε φάρμακα, οι συνταξιούχοι, που έχουν υποστεί παράλληλα δραματική μείωση συντάξεων. Όπως αναφέρει ο πρόεδρος των Συνταξιούχων ΙΚΑ Νομού Ηρακλείου Ανδρέας Κριαράς, «όταν βλέπεις έναν συνταξιούχο 80 ετών, να έρχεται στο σωματείο και να ζητάει 10 ευρώ για να μπορέσει να συμπληρώσει να πάρει τα φάρμακα του, μπορείς να καταλάβεις, τι ακριβώς συμβαίνει στις μέρες μας. Όταν η φαρμακευτική αγωγή που πρέπει να λάβει, δε συμπεριλαμβάνεται στη λίστα με τα φάρμακα που συνταγογραφούνται, τότε αναγκάζεται να τα πληρώνει εξ ολοκλήρου από την τσέπη του». Πηγή: newsbeast.gr



[22]. Αναλυτικότερα βλ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 28.2.18



[23]. Αναλυτικότερα βλ. Οικονομία, RealNews, 4.3.18



[24]. Οι δέκα ΤΟΠ χορηγοί το 2016 ήταν: «Novartis» με 2,55 εκατ. ευρώ, η «Γένεσις Φάρμα» με 2,3 εκατ., η «ΕLPEN» 1,95 εκατ. η «PFIZER» με 1,75 εκατ., η «FARMASEBLILLY» 1,7 εκατ., η «ROCHE» 1,7 εκατ., η «GILEADSIENCES» 1,5 εκατ., η «BAYER» 1,4 εκατ., η «ΒΙΑΝΕΞ» 1,3 εκατ., η «MERCKSHARP & DOHME» 1,3 εκατ. «Εφημερίδα των Συντακτών», 16-18/2/18





Καλλιέργεια κάνναβης: "Κυκλώματα πιέζουν για απελευθέρωση της" του Γιάννη Τόλιου

Παρασκευή, 16/02/2018 - 19:02
Καλλιέργεια κάνναβης: «Κυκλώματα» πιέζουν για απελευθέρωση της

Γιάννης Τόλιος, διδάκτωρ Οικονομικών

Εισαγωγή

Τον τελευταίο χρόνο από ετερόκλιτους κύκλους, προβάλλονται απόψεις για την πλήρη απελευθέρωση της καλλιέργειας και της χρήσης κάνναβης, οι οποίες αντανακλώνται και στους κόλπους της κυβέρνησης.1 Ήδη με ΝΣ που κατατέθηκε στις 2.7.18 στη Βουλή για την φαρμακευτική κάνναβη, έγινε ένα σημαντικό βήμα. Για να περάσει εύκολα η ιδέα της απελευθέρωσης, ορισμένοι προβάλλουν τις «θεραπευτικές ιδιότητες» της κάνναβης, άλλοι τα «οικονομικά οφέλη» της καλλιέργειας, άλλοι τα «διατροφικά πλεονεκτήματα» (!), άλλοι την ….«οικολογική σωτηρία του πλανήτη», ενώ άλλοι, την αναγκαιότητα της «ίδιας χρήσης», στο όνομα της διάκρισης «μαλακών» και «σκληρών» ναρκωτικών.Ασφαλώς το ζήτημα είναι σύνθετο και συνδέεται με τις κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές και άλλες πτυχές της χρήσης ναρκωτικών ουσιών,2 καθώς και τις ποικίλες θεωρήσεις στην αντιμετώπιση τους. Θα εξετάσουμε συνοπτικά ορισμένες απόψεις και επιλογές πολιτικής, που άμεσα ή έμμεσα, οδηγούν στην εξοικείωση της ελληνικής κοινωνίας με την ιδέα της πλήρους απελευθέρωσης παραγωγής και χρήσης κάνναβης, υποτιμώντας ή αποσιωπώντας τις αρνητικές κοινωνικές επιπτώσεις που θα έχει μια τέτοια εξέλιξη, με την ανάπτυξη σε εκτεταμένη κλίμακα της καλλιέργειας κάνναβης στη χώρα μας.

1.Οι ιδιότητες της κάνναβης

Η κάνναβη ως φυτό, χρησιμοποιείτο από την αρχαιότητα (κυρίως στην Ασία) για την παραγωγή διαφόρων ειδών υφασμάτων και σχοινιών, καθώς ως φάρμακο για ορισμένες παθήσεις, όπως και ως παραισθησιογόνο. Στην Ελλάδα είχαμε καλλιέργεια κάνναβης μέχρι τη δεκαετία ’80 για την παραγωγή κυρίως μοριοσανίδων (νοβοπάν), αλλά από το 1993 η καλλιέργεια της απαγορεύτηκε, κυρίως γιατί ήταν δύσκολο να ελεγχθεί η χρήση της παραγωγής της, ενώ υπήρχαν και πιέσεις εμπόρων εισαγωγής αντίστοιχων ειδών. Το δίλημμα που τίθεται με τη καλλιέργεια της κάνναβης, είναι κατά πόσο μπορεί να γίνει αξιοποίηση ινών και σπόρων για την παραγωγή διαφόρων ειδών, χωρίς την παραγωγή ρητινών που βγαίνει η ναρκωτική ουσία «χασίς».

Σύμφωνα με γεωτεχνικούς επιστήμονες,3 τα φυτά της κάνναβης από τη φύση τους είναι δίοικα (αρσενικά και θηλυκά). Την δυνατότητα έκκρισης ρητίνης (τετραϋδροκανναβινόλης-THC) που κατατάσσεται στις ναρκωτικές ουσίες, έχουν μόνο τα θηλυκά κατά την περίοδο της ανθοφορίας και λίγο πριν την ωρίμανση του σπόρου. Κατάλληλη για την παραγωγή ινών είναι η «κοινή κάνναβη» (Cannabissativa), ενώ για την παραγωγή χασίς η «ινδική» (Cannabisindica). Ωστόσο η γεωτεχνική έρευνα από διασταυρώσεις και υβρίδια, έχει καταφέρει να δημιουργήσει ποικιλίες με χαμηλή περιεκτικότητα ρητίνης THC, κάτω από το όριο 0,2%. Στα πλαίσια της ΚΑΠ της ΕΕ, επιτρέπεται η καλλιέργεια συγκεκριμένων ποικιλιών, υπό ειδικό καθεστώς αυστηρής επίβλεψης και ελέγχου (σποράς, αποκομιδής, αποθήκευσης, χρησιμοποίησης, κά), δεδομένου ότι τα φυτά διαφόρων ποικιλιών (κοινής και ινδικής κάνναβης), εξωτερικά δεν διαφέρουν.! Από τα στελέχη (κορμό) της κάνναβης, βγαίνουν οι ίνες που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή διαφόρων ειδών (σχοινιών, δικτύων, σάκων, πανιά ιστιοφόρων, κά), ενώ από το σπόρο της κάνναβης βγαίνει το λάδι-κάνναβης, κά, που εκτός από τη φαρμακοποιία, χρησιμοποιείται στη σαπωνοποιία, βερνικοποιία κά.

2.Η «βιομηχανική» ή «κλωστική» κάνναβη

Στην Ελλάδα επιτρέπεται και πάλι (ΦΕΚ Β 929, 6η Απρίλη 2016), η καλλιέργεια «βιομηχανικής ή κλωστικής» κάνναβης (CannabissativaL), με τη χρήση σπόρων από ποικιλίες και υβρίδια που βρίσκονται στον ειδικό κοινοτικό κατάλογο και έχουν περιεκτικότητα κάτω από 0,2% της κανναβινοειδούς THC. Από πλευράς συνθηκών καλλιέργειας (καιρικές συνθήκες, έδαφος, υγρασία, κά), οι απαιτήσεις είναι ανάλογες με την καλλιέργεια του εαρινού καλαμποκιού. Ωστόσο η καλλιέργεια της προϋποθέτει την αυστηρή τήρηση συγκεκριμένων όρων (άδεια χρήσης νερού, ενιαία αίτηση εκμετάλλευσης κάθε χρόνο, οι υποψήφιοι καλλιεργητές να μην έχουν καταδικαστεί για αδικήματα περί ναρκωτικών, ανάληψη κόστους εργαστηριακών αναλύσεων των προβλεπομένων ελέγχων, δήλωση χρόνου συγκομιδής, ώστε να είναι παρόντες οι ελεγκτές, αποθήκευση σε ειδικούς αποθηκευτικούς χώρους, κά), προκειμένου να αποφευχθούν αυστηρές διοικητικές και ποινικές κυρώσεις. Όλα αυτά δημιουργούν πολλαπλές δυσκολίες στην καλλιέργεια, πέρα από τις δυσκολίες που αφορούν την επεξεργασία των ινών ως κλωστικής ύλης, την παραγωγή, διακίνηση και εμπορία των συναφών προϊόντων, στην εγχώρια και εξωτερική αγορά. Όπως τονίζουν ειδικοί ερευνητές, αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα δεν υπάρχουν μονάδες μεταποίησης της ίνας», ενώ «το κόστος επένδυσης είναι υψηλό».4

Τίθεται κατά συνέπεια ένα κρίσιμο ερώτημα, σε όλους εκείνους που προβάλλουν τα «οικονομικά πλεονεκτήματα» της καλλιέργειας. Από τη στιγμή που στην Ελλάδα σχεδόν όλες οι παραδοσιακές αγροτικές καλλιέργειες (βαμβάκι, αμπελουργία, σιτηρά, τεύτλα, κά) πάνε από το «κακό στο χειρότερο», εξ αιτίας της ασκούμενης αγροτικής πολιτικής της ΚΑΠ, άραγε η καλλιέργεια κάνναβης θα τονώσει την αγροτική παραγωγή και την απασχόληση στην ύπαιθρο, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι είναι εφικτή η όποια παραγωγική αξιοποίηση της; Επισημαίνουμε αυτή τη διάσταση, διότι διάφορα «κυκλώματα» που προπαγανδίζουν τα «οικονομικά οφέλη» της καλλιέργειας, έχουν στο μυαλό τους κυρίως την απελευθέρωση της παραγωγής και χρήσης κάνναβης, βασικά ως «χασίς».!

Επίσης από πλευράς δημόσιας υγείας (δηλ. αποτροπή διάδοσης ναρκωτικών ουσιών), τίθεται το ερώτημα, κατά πόσο διασφαλίζεται ο αποτελεσματικός έλεγχος της παραγωγής ποικιλιών που δεν παράγουν την ουσία THC σε ποσοστό άνω του 0,2%, όταν έχουμε αποδυνάμωση των ελεγκτικών μηχανισμών καταπολέμησης των διαφόρων μορφών «οικονομικού εγκλήματος»; Πως άραγε μπορούν να καταπολεμηθούν φαινόμενα διαπλοκής και συγκάλυψης της παραγωγής ινδικής κάνναβης (χασίς), όταν άλλα παρόμοια κυκλώματα, πχ. στον τομέα του λαθρεμπορίου καυσίμων και άλλων ειδών οικονομικής διαφθοράς, «ζουν και βασιλεύουν», παρά τους φραστικούς «αφορισμούς» και λεκτικές «καταδίκες» από τους κυβερνώντες; Αν σήμερα υπάρχουν δυσκολίες, καταπολέμησης της παράνομης καλλιέργειας κάνναβης για την παραγωγή χασίς, προφανώς αυτές οι δυσκολίες θα αυξηθούν κατακόρυφα, με την άδεια παραγωγής «νόμιμης» (βιομηχανικής) κάνναβης και αναπόφευκτα θα γιγαντωθούν τα «κυκλώματα διαπλοκής» σε όλα τα επίπεδα.

Και ένα τελευταίο, ίσως το σημαντικότερο. Αποτελεί άραγε ελπιδοφόρα προοπτική αναζωογόνησης της υπαίθρου και ενίσχυσης της «διατροφικής ασφάλειας» της χώρας η παραγωγή κάνναβης; Μπορεί να αποτελέσει το συγκεκριμένο είδος μοχλό παραγωγικής ανασυγκρότησης της υπαίθρου, όπως υπαινίσσεται ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Βαγ.Αποστόλου,5 φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να πλέκει το εγκώμιο στον Ν.Καρανίκα, πρωθυπουργικό σύμβουλο (!!!) για το ρόλο του στην ….προώθηση του ΝΣ.6 Δεν είναι άραγε οικτρή αποτυχία της αγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης που καταφεύγει να ποντάρει στην κάνναβη ως μοχλό ανάπτυξης; Αυτό που χρειάζεται η χώρα, είναι μια αγροτική πολιτική «διατροφικής αυτοδυναμίας» (food-sovereignty),7 με επίκεντρο την παραγωγή ποιοτικών προϊόντων, κυρίως για την κάλυψη των εγχώριων αναγκών σε βασικά είδη διατροφής, καθώς και για εξαγωγές, αντί της παραγωγής δευτερευόντων προϊόντων, τα οποία ακόμα κι αν παράγουν κάποια προστιθεμένη αξία, είναι δευτερεύουσας σημασίας και εμμέσως οικοδομούν «παρακυκλώματα», παραγωγής και διακίνησης χασίς, εντός και εκτός της χώρας.!

3.Η κάνναβη για φαρμακευτικούς λόγους

Η κάνναβη και η ρητίνη THC (τετραϋδροκανναβινόλη), μπορεί με ειδική επεξεργασία να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα φαρμακευτικά σκευάσματα, ως αναλγητικό (μείωσης πόνου), όπως επίσης κατά της ναυτίας, διέγερση της όρεξης, μειωμένου μυϊκού σπασμού, κά. Κάτι παρόμοιο ισχύει με ορισμένες άλλες ναρκωτικές ουσίες (πχ μορφίνη για καταστολή πόνου, κλπ). Επίσης το έλαιο «κανναβιδιόλη» (DBD) που παράγεται από το σπόρο κάνναβης (όπως και το αιθέριο έλαιο που παράγεται από άνθη και φύλλα κάνναβης και έχει υψηλή περιεκτικότητα THC), χρησιμοποιείται στην παραγωγή διαφόρων φαρμακευτικών σκευασμάτων. Ωστόσο η αποτελεσματικότητα της DBD, σε σχέση με τις ανωτέρω καταστάσεις (και πολλές άλλες), δεν έχει αποδειχθεί επιστημονικά, ενώ πολλές δοκιμές είναι ακόμα στο προκλινικό στάδιο.8 Αυτό που ξέρουμε με σχετικά βεβαιότητα, είναι ότι η CBD έχει αποδειχθεί αποτελεσματική στη μείωση του άγχους και βοηθάει σε διάφορες φλεγμονοειδείς καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένης της αρθρίτιδας και άλλων φλεγμονικών καταστάσεων, καθώς επίσης στη σκλήρυνση κατά πλάκας.

Σήμερα τα φαρμακευτικά προϊόντα από την κάνναβη που εισάγονται στην Ελλάδα από χώρες της Ευρώπης, είναι προϊόντα κατά 50% εκχύλισμα φαρμακευτικής κάνναβης που περιέχουν και ψυχότροπες ουσίες και κατά 50% από βιομηχανική κάνναβη που δεν περιέχει ψυχότροπες ουσίες, αλλά κυρίως «κανναβιδιόλη» (CBD). Στον Κοινοτικό Κατάλογο για την παραγωγή CBD, είναι εγγεγραμμένες μόνο οι ποικιλίες που περιέχουν λιγότερο από 0,2% THC. Ωστόσο οι φαρμακευτικές εταιρίες πιέζουν για την απελευθέρωση των καλλιεργειών με μεγαλύτερη περιεκτικότητα σε THC από το όριο 0,2%, ώστε να παίρνουν από την ίδια καλλιέργεια, περισσότερη ποσότητα και από τις δύο ουσίες (THC, CBD).9

Παρ’ ότι ορισμένα δημοσιεύματα διογκώνουν σκόπιμα το εύρος των φαρμακευτικών ιδιοτήτων της κάνναβης, στις περιπτώσεις που η χρήση της ενδείκνυται για ορισμένες παθήσεις ασθενών, πρέπει να χορηγείται αυστηρά, κατόπιν συνταγογράφησης. Η απόφαση των υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης (ΦΕΚ 2238/Β/29.6.17), για μετακίνηση της κάνναβης και της ρητίνης κάνναβης, από τον πίνακα Α στον πίνακα Β των ναρκωτικών ουσιών, μπορεί κατ’ αρχάς να δικαιολογηθεί για ιατρικούς λόγους, διότι δίνει τη δυνατότητα χρήσης σκευασμάτων φαρμακευτικής κάνναβης, με διαδικασία ελεγχόμενης συνταγογράφησης (δίγραμμη) μέσω Κρατικού Μονοπωλίου. Ωστόσο από εδώ αρχίζουν τα προβλήματα, με το άνοιγμα του δρόμου (από το νέο ΝΣ), της παραγωγής και κυκλοφορίας σκευασμάτων φαρμακευτικής κάνναβης εκτός Κρατικού Μονοπωλίου, δηλ. από εταιρίες και ιδιώτες. Πρόκειται για ουσιαστικό βήμα στην κατεύθυνση της πλήρους απελευθέρωσης της καλλιέργειας και χρήσης κάνναβης.

Η ως τώρα νομοθεσία δεν επέτρεπε την καλλιέργεια φαρμακευτικής κάνναβης από ιδιώτες, ενώ υπήρχε έντονη πίεση να αλλάξει το άρθρο 2 του Ν.4139/13. Να σημειώσουμε ότι η κάνναβη κατατάσσεται από τις ευρωπαϊκές έννομες τάξεις, είτε στον πίνακα Α, είτε στον πίνακα Β. Η κυβέρνηση με την τελευταία ρύθμιση, έκανε ένα μεγάλο βήμα «χαλάρωσης».10 Ωστόσο η επιδίωξη των συγκεκριμένων κυκλωμάτων είναι να …«ξεχειλώσουν» πλήρως τους περιορισμούς στην παραγωγή και διάθεση σκευασμάτων από ιδιωτικές εταιρίες, φτάνοντας μέχρι και τη δυνατότητα «αυτοκαλλιέργειας» ….για ιατρικούς σκοπούς,11 ανοίγοντας τον δρόμο της πλήρους απελευθέρωσης, μαζί και τους «ασκούς του Αιόλου».

4.Η κάνναβη ως «συμπληρώματα διατροφής» και ως τρόφιμο

Το τίτλος θα ξενίσει τον καθημερινό αναγνώστη, αλλά πρόκειται για την τρίτη διάσταση της φιλολογίας εξωραϊσμού, της καλλιέργειας και χρήσης κάνναβης. Ποια είναι η αλήθεια και που αρχίζουν οι …«περενέργειες»; Ο σπόρος της κάνναβης, όπως όλοι οι σπόροι, έχουν θρεπτικά συστατικά και μπορούν μετά από επεξεργασία να παραχθούν παράγωγα προϊόντα. Ειδικότερα ο σπόρος της κάνναβης, όπως όλοι οι σπόροι, περιέχει πρωτεΐνες που μπορεί να καταναλωθεί ακατέργαστος, τεμαχισμένος ή αλεσμένος (άλευρα), για πουλιά, ζώα και ανθρώπους. Επίσης ως ελαιούχος σπόρος μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή σπορελαίου από κάνναβη. Ωστόσο το κρίσιμο ερώτημα είναι για ποιους σπόρους κάνναβης μιλάμε; Μιλάμε για σπόρους CannabisSativaL., που περιέχουν λιγότερη από 0,2% THC (τετραυδροκανναβινόλη) και CBD (κανναβιδιόλη), ή για σπόρους της ινδικής κάνναβης (Cannabisindica);

Και πάλι τα ερωτήματα δεν σταματούν εδώ. Από πλευράς υγιεινής τροφίμων και εν τέλει δημόσιας υγείας, έχει μεγάλη σημασία ο βαθμός συγκέντρωσης της CBD στους χρησιμοποιούμενους σπόρους. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ούτε σε ευρωπαϊκό, ούτε πολύ περισσότερο σε εθνικό επίπεδο, μια κατηγοριοποίηση τους, ώστε για παράδειγμα τα προϊόντα με υψηλή συγκέντρωση CBD (άνω των 200 mg) να θεωρούνται φαρμακευτικά, εκείνα με μέτρια συγκέντρωση CBD (20-200 mg) φυτικό-φαρμακευτικά προϊόντα χωρίς συνταγή («συμπληρώματα διατροφής») και εκείνα με λιγότερο των 20 mg να θεωρούνται τρόφιμα (τσάι κάνναβης, σπορέλαιο κάνναβης, παστέλια, σοκολάτες, νιφάδες δημητριακών, κά).

Κατά προέκταση προκύπτει ένα άλλο κρίσιμο ερώτημα, κατά πόσο ο ΕΦΕΤ (Εθνικός Φορέας Ελέγχου Τροφίμων), θα έχει ουσιαστικό λόγο για αυτά τα «συμπληρώματα διατροφής» από πλευράς δημόσιας υγείας; Ένα επιπλέον κρίσιμο ερώτημα, αλλά όχι το τελευταίο, είναι πως θα οριοθετούνται οι καλλιέργειες κάνναβης με διαφορετικές περιεκτικότητας ουσιών και πως θα γίνονται αξιόπιστοι έλεγχοι για τον εντοπισμό υψηλής, μέτριας και χαμηλής περιεκτικότητας σε CBD (κανναβιδιόλη) και ιδιαίτερα σε πολύ χαμηλή (κάτω του 0,2%) σε THC; Είναι να απορεί κανείς με την ευκολία προβολής απόψεων για τα «αγαθά» της κάνναβης και την ενθάρρυνση των «κοινωνικών συνεταιρισμών» (ΚΟΙΝΣΕΠ), να γίνουν διακινητές τέτοιων προϊόντων, καθώς και τη δημιουργία μικρών συνεταιρισμών ή ομάδων παραγωγών,12 για την καλλιέργεια κάνναβης ως πηγή εισοδήματος και βιοπορισμού.!!

Τέλος, επειδή γίνεται λόγος για μια «ελπιδοφόρα» εναλλακτική καλλιέργεια στην Ελλάδα με πολλά «πλεονεκτήματα» (διατροφικά, απασχόλησης, εισοδήματος, κλπ), έχει σημασία να υπογραμμιστεί, ότι υπάρχουν άλλες εναλλακτικές καλλιέργειες με ασύγκριτα πολλαπλάσια πλεονεκτήματα σε σχέση με τα αμφίβολης ποιότητας διατροφικά προϊόντα της κάνναβης. Εντελώς ενδεικτικά αναφέρουμε, τα «μύρτιλλα» που θεωρείται ελιξίριο μακροζωΐας ή φυτό της νεότητας, τα «τζίτζιφα» από τις τζιτζιφιές που ο καρπός του θυμίζει μήλο και μπορούν να παραχθούν πολλά υγιεινά είδη διατροφής, η «αρώνια» υψηλής διατροφικής αξίας, η γνωστή «στέβια», κοκ.

Η ενδεικτική αναφορά των παραπάνω προϊόντων, γίνεται για να δείξουμε ότι έχουμε ως χώρα μεγάλες δυνατότητες - λόγω ευνοϊκών κλιματικών και εδαφολογικών συνθηκών - να παράγουμε μεγάλη «γκάμα» προϊόντων υψηλής διατροφικής αξίας, να εξασφαλίσουμε τη «διατροφική αυτοδυναμία» της χώρα, να αυξήσουμε τις εξαγωγές, την απασχόληση και το εθνικό εισόδημα, αντί να ….«ανακαλύπτουμε» διατροφικά «πλεονεκτήματα» στην κάνναβη, που τελικά προβάλλονται ως πρόσχημα για την εξυπηρέτηση άλλων στόχων και συγκεκριμένα, την ελεύθερη παραγωγή και χρήση χασίς.!!Η αξιοποίηση αυτών των δυνατοτήτων απαιτεί, την επεξεργασία εκ μέρους της κυβέρνησης, συγκεκριμένων μέτρων και προγραμμάτων και πάνω απ’ όλα την ενημέρωση, ιδιαίτερα προς άνεργους νέους, για τις δυνατότητες ανάπτυξης νέων καλλιεργειών.!

5.Μπίζνες με ….«φούντες»

Τα συμφέροντα που διαπλέκονται γύρω από την παραγωγή και την επεξεργασία κάνναβης, είναι ασφαλώς ισχυρά και διαβαθμίζονται ανάλογα με το σκοπό χρήσης (βιομηχανική κάνναβη, φαρμακευτική κάνναβη, κάνναβη σε είδη διατροφής και κάνναβη-χασίς). Κεντρική επιδίωξη είναι η χαλάρωση των ελέγχων και των περιορισμών, μέχρι την πλήρη κατάργηση τους. Τα βήματα γίνονται βαθμιαία στο όνομα της «βελτίωσης του θεσμικού πλαισίου». Όπως μας πληροφορούν ορισμένοι αρθρογράφοι,13 «παρά τις θετικές αλλαγές που έκανε η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, δεν επαρκούν για έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας…. Οι επενδυτές περιμένουν να ολοκληρωθούν ορισμένες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο…. Το ζητούμενο για τους επενδυτές είναι να περάσουν την κάνναβη για ιατρική χρήση και τα φυσικά παράγωγά της στην Δ’ κατηγορία, που είναι τα βότανα ως παραδοσιακό φάρμακο φυτικής προέλευσης.».!!!

Στη βάση αυτού του προσανατολισμού «οικοδομούνται» και τα αντίστοιχα επιχειρήματα, «βελτίωσης του θεσμικού πλαισίου», το οποίο τάχα θα είναι σε όφελος των ασθενών που κάνουν χρήση και προμηθεύονται παράνομα σκευάσματα, είτε από το εξωτερικό, είτε από το εσωτερικό. Επιπλέον όπως μας πληροφορεί ο ίδιος αρθρογράφος, όταν «θα έλθουν ξένοι επενδυτές», θα δημιουργηθούν «χιλιάδες θέσεις εργασίας» (!), θα «χτυπηθεί η παραοικονομία» (!) και θα δημιουργηθεί «μεγάλο πεδίο ανάπτυξης προς όφελος της κοινωνίας (έσοδα στα ταμεία υγείας και ασφάλισης, θέσεις εργασίας, έρευνας)», κά».!! Αυτά δυστυχώς επανέλαβε σχεδόν κατά γράμμα και ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Δ.Παπαδημητρίου, στις 7.2.18, κατά την παρουσίαση του ΝΣ. Τέλος σύμφωνα με τον αρθρογράφο, υπάρχουν ήδη δεκάδες αιτήσεις επενδυτών «παρκαρισμένες» εν αναμονή των «βελτιώσεων», για την ανάπτυξη της παραγωγής και εμπορίας σκευασμάτων φαρμακευτικής κάνναβης, με στόχο προφανώς την αποκόμιση υψηλών κερδών.

Δυστυχώς αυτές οι απόψεις, δεν αφορούν μόνο το πεδίο της δημοσιογραφίας, αλλά έχουν υποστηριχτεί ανοικτά και από στελέχη της κυβέρνησης το τελευταίο διάστημα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Γιάννη Τσιρώνη (14.1.18), ο οποίος προσδοκά επενδύσεις μέχρι και 2 δις από πολυεθνικές για παραγωγή φαρμακευτικών προϊόντων.14 Μάλιστα θεωρεί ότι το ενδιαφέρον για την παραγωγή βιομηχανικής κάνναβης από μεγάλους βιομηχανικούς ομίλους, εγχώριους και ξένους, θα «δώσει τεράστια ώθηση στη βιομηχανίας μας».!! Ιδού λοιπόν το νέο …«όραμα» της βιομηχανικής και αγροτικής ανάπτυξης της χώρας, από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με άξονα την κάνναβη.!!

Ωστόσο λόγω του υψηλού κόστους διάθεσης φαρμακευτικών σκευασμάτων, προβάλλεται σε «πλάγιο ήχο», το δικαίωμα της αυτοκαλλιέργειας κάνναβης για ιατρικούς λόγους (πχ. γλάστρες σε μπαλκόνια, κά), καθώς και ο αποχαρακτηρισμός της από την κατηγορία των «σκληρών» ναρκωτικών ουσιών και η απελευθέρωση της καλλιέργειας. Κι εδώ ο αναπληρωτής υπουργός Γ.Τσιρώνης είναι πολύ αποκαλυπτικός. Σε συνέντευξη του στο Realfm (13.10.17), τάχτηκε υπέρ της δυνατότητας να έχουν οι χρήστες ένα φυτό κάνναβης στο μπαλκόνι τους για ιδιόχρηση και να πληρώνουν ένα παράβολο 150 €. (!) Όμως εδώ γίνεται μια σκόπιμη σύγχυση. Η «αδειοδότηση» καλλιέργειας στις γλάστρες για ιατρικούς λόγους, ευτελίζει την έννοια των θεραπευτικών ιδιοτήτων της κάνναβης.! Άλλο η ελεγχόμενη συνταγογράφηση για τη θεραπεία συγκεκριμένων παθήσεων με την έγκριση γιατρού και άλλο η απελευθέρωση της καλλιέργειας στο όνομα της ιατρικής θεραπείας. Τη χρήση την εγκρίνει ο γιατρός όχι ο θεραπευόμενος, ενώ η ελεγχόμενη συνταγογράφηση αποσκοπεί στη θεραπεία ή ανακούφιση παθήσεων και όχι στη δημιουργία νέων καταναλωτών, σε όφελος τελικά των φαρμακοβιομηχανιών.!

6.Επιστρατεύεται και η οικολογική ευαισθησία

Στην προσπάθεια νομιμοποίησης της παραγωγής και χρήσης κάνναβης, εκτός από φαρμακευτικούς, διατροφικούς και οικονομικούς λόγους, επιστρατεύεται και η οικολογική διάσταση (η λεγόμενη greenecomony), ενώ «καταγγέλλονται» τα οικονομικά συμφέροντα που διακινούν ναρκωτικά, τα οποία παρεμποδίζουν (!) τη νομιμοποίηση της παραγωγής και χρήσης κάνναβης. Συγκεκριμένα σύμφωνα με δημοσιεύματα,15 «μια λύση απέναντι στην κρίση, στο δρόμο για την ειρήνη και την οικολογική σωτηρία του πλανήτη, μπορεί να αποτελέσει η κάνναβη, αν νομιμοποιηθεί».!!! Μάλιστα η συγκεκριμένη αρθρογράφος, θεωρεί ότι λόγω των οικολογικών πλεονεκτημάτων της, μπορεί η καλλιέργεια της να λειτουργήσει μεταξύ άλλων και ως «αντίδοτο στο φαινόμενο του θερμοκηπίου».!! Πρόκειται για «οικολογικό φυτό που καθαρίζει νερό και έδαφος και η στρεμματική του απόδοση σε οξυγόνο, μπορεί να είναι ως και 40% μεγαλύτερη συγκρινόμενη με αυτήν του δάσους».!! Και τέλος διερωτάται, γιατί δε χρησιμοποιείται η καλλιέργεια της κάνναβης «ώστε να πρασινίσουμε τους ρημαγμένους ορεινούς όγκους της πρωτεύουσας, μπας και καταφέρουμε να ανασάνουμε επί τέλους…».16 Εμπρός λοιπόν στη νομιμοποίηση της κάνναβης για τη «σωτηρία του πλανήτη» και την αναδάσωση της Αττικής με χασισόδενδρα ….«για να ανασάνουμε». Τι ακριβώς θα «ανασάνουμε», δεν μας το λέει, αλλά δεν είναι δύσκολο να υποθέσουμε.!

Θεωρούμε περιττό να σχολιάσουμε τέτοιες απόψεις και «προτάσεις». Αυτό ιδιαίτερα που μας προβληματίζει και ταυτόχρονα μας ανησυχεί, είναι ότι οι συγκεκριμένες απόψεις που προβάλλονται από φιλοκυβερνητικά έντυπα, καθώς και στενούς «συνεργάτες» του πρωθυπουργού (!!), απηχούν προσανατολισμούς της κυβέρνησης, στο χειρισμό ενός τόσο κρίσιμου θέματος.

7.Σκληρά» και «μαλακά» ναρκωτικά, «αποποινικοποίηση» σε τι;

Θα αναφερθούμε σε ένα ακόμα ζήτημα, ιδιαίτερα ευαίσθητο από κοινωνική άποψη, που αφορά τη χρήση κάνναβης (χασίς) για «ψυχαγωγικούς» λόγους. Ορισμένοι αμφισβητούν τον όρο «ναρκωτικό» και ότι τάχα το χασίς δεν δημιουργεί «εξάρτιση», επικαλούμενοι μάλιστα το γεγονός ότι άλλες ουσίες (πχ. το τσιγάρο ή το αλκοόλ) δημιουργούν μεγαλύτερη εξάρτηση χωρίς να κατατάσσονται στα ναρκωτικά. Όμως είναι ανώφελο να παίζουμε με τις λέξεις. Το «χασίς» είναι κατ’ αρχάς «ναρκωτικό» (ψυχότροπη-ψυχοδραστική ουσία), που με τη λήψη του «θολώνει» για ορισμένο διάστημα την κανονική λειτουργία του εγκεφάλου, ενώ ταυτόχρονα είναι και εξαρτησιογόνο. Παρ’ ότι η ένταση της εξάρτησης είναι μειωμένη, σε σχέση με άλλες ψυχοενεργές και εξαρτησιογόνες ουσίες (πχ. κοκαΐνη, ηρωίνη, κά),17 δεν παύει να δημιουργεί εξάρτηση, ενώ ανοίγει την πόρτα διολίσθησης (όχι πάντα), προς τα πιο σκληρά ναρκωτικά. Σε αυτό έγκειται και η σχηματική διάκριση των ψυχότροπων ουσιών μεταξύ «σκληρών» και «μαλακών» ναρκωτικών.

Ωστόσο η διαβάθμιση δεν αποδίδει το πραγματικό φάσμα της έντασης των ψυχότροπων ουσιών, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερο εύρος κατηγοριοποίησης, αν λάβουμε υπ’ όψιν και τα χημικά παρασκευάσματα, όπως LSD, κά. Η κατάταξη στα «μαλακά», έχει να κάνει με την αντίληψη της «αποποινικοποίησης», όχι απλά και μόνο της χρήσης, αλλά της παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας του. Και εδώ ακριβώς το ζήτημα γίνεται πιο σύνθετο από κοινωνική άποψη.

Χωρίς να είναι στους στόχους του σημειώματος, η διατύπωση συγκεκριμένων νομικών ρυθμίσεων, θεωρούμε ότι άλλο πράγμα η «ποινικοποίηση» της χρήσης ιδιαίτερα για νεαρής ηλικίας άτομα που περιστασιακά για λόγους άγνοιας, περιέργειας, ή ψυχολογικής κατάστασης, κάνουν χρήση «χασίς» και άλλο ο μόνιμος χρήστης που κάνει παράλληλα διακίνηση και εμπορία (σε μικρές ή μεγαλύτερες ποσότητες), και τέλος άλλο η διακίνηση μεγάλων ποσοτήτων από τα οργανωμένα δίκτυα, παράνομης παραγωγής και εμπορίας. Στην πρώτη περίπτωση ο κύριος στόχος της απαγόρευσης πρέπει να είναι η «αποτροπή» της χρήσης (θα λέγαμε μικρά πρόστιμα με ανασταλτικό χαρακτήρα). Στη δεύτερη περίπτωση πρέπει να έχει στόχο την «απεξάρτηση» με την ένταξη των χρηστών σε κάποιο πρόγραμμα αντί του εγκλεισμού στη φυλακή. Στην τρίτη περίπτωση, πρέπει να υπάρχουν αυστηρές ποινικές κυρώσεις. Για να το πούμε αλλιώς. Ο «εχθρός» δεν είναι ο χρήστης (ουσιαστικά το θύμα), αλλά εκείνα τα οικονομικά συμφέροντα (λόμπυ), που αναπτύσσουν παρασιτικές «παραγωγικές» δραστηριότητες, οι οποίες δεν υπηρετούν στις πραγματικές ανάγκες μιας κοινωνίας, ιδιαίτερα σήμερα που βιώνει την υψηλή ανεργία, τη φτώχεια, την ανέχεια και κοινωνική περιθωριοποίηση.

Σε κάθε περίπτωση το πρόβλημα ναρκωτικών και ειδικότερα του «χασίς», απαιτεί σύνθετη θεώρηση και πρέπει να βρίσκεται στο επίκεντρο των προσπαθειών, των κυβερνήσεων και ειδικών φορέων, όχι μόνο σε εθνικό αλλά και διεθνές επίπεδο. Πολύ περισσότερο που το πρόβλημα εμφανίζει τάσεις διόγκωσης, τόσο στην Ελλάδα όσο και ολόκληρο τον κόσμο. Ο βασικός παράγοντας διόγκωσης (πέρα από τις κοινωνικές και ψυχολογικές αιτίες), είναι τα «ισχυρά οικονομικά κυκλώματα» (τα λεγόμενα cartels και lobby) που ελέγχουν διεθνώς το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής, διακίνησης και εμπορίας ναρκωτικών και συναποτελούν συστατικό μέρος της «οικονομίας του εγκλήματος».18 Από την άλλη ας μην ξεχνάμε ότι το «σύστημα» διευκολύνεται με την εκτόνωση των κοινωνικών αντιδράσεων σε ακίνδυνα πεδία, όπως τα ναρκωτικά, τα οποία σε τελευταία ανάλυση λειτουργούν ως μηχανισμός χειραγώγησης, ανεξάρτητα από τη δράση των κυκλωμάτων προώθησης τους.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΗΕ, περίπου το 4% του παγκόσμιου ενήλικου πληθυσμού (162 εκατομμύρια άνθρωποι) το 2004, είχαν κάνει χρήση κάνναβης τουλάχιστον μια φορά στη ζωή τους και περίπου 0,6% (22,5 εκατομμύρια) έκαναν σε καθημερινή βάση.19Στην Ελλάδα, σύμφωνα με πανελλήνια έρευνα του ΕΠΙΨΥ,20 το 8,6% του πληθυσμού ηλικίας 12-64 ετών είχαν το 2004 χρησιμοποιήσει μία ή περισσότερες φορές στη ζωή τους κάποια ναρκωτική ουσία, με πιο διαδεδομένη την κάνναβη. Ο εκτιμούμενος αριθμός αυτών που είχαν εμπειρία ναρκωτικών ήταν 671.346 άτομα, εκ των οποίων οι 380.414 ανήκουν στον πληθυσμό των νέων ηλικίας 12-35 ετών.

Τα νεότερα στοιχεία δείχνουν τάσεις επιδείνωσης του προβλήματος στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.21 Σύμφωνα με το «Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο για τα Ναρκωτικά» (EMCDDA),τα άτομα που το 2016 είχαν κάνει χρήση τουλάχιστον μια φορά κάνναβης (χασίς), ανήλθαν στην ΕΕ σε 87,7 εκατ. και ηλικίας 15-64 ετών ή το 26,3% της συγκεκριμένης πληθυσμιακής ομάδας. Από αυτά, τα 17,1 εκατ. ήταν άτομα ηλικίας 15-34 και 10 εκατ. άτομα ηλικίας 15-24 ετών. Επίσης λόγω παρενεργειών που έχει η χρήση κάνναβης στην υγεία, τα άτομα που εισήχθησαν σε θεραπευτική αγωγή αυξήθηκαν από 43.000 το 2006 σε 76.000 το 2015. Από την άλλη το άμεσο κοινωνικό κόστος για τη θεραπεία προβλημάτων της υγείας των χρηστών ναρκωτικών ουσιών, εκτιμάται μεταξύ 0,1% ως 0,5% του ΑΕΠ στις 23 ευρωπαϊκές χώρες που αναφέρεται η έκθεση.22 Ας μην υποτιμήσουμε, αυτήν την ιδιαίτερη διάσταση, δηλαδή τις αρνητικές συνέπειες στην δημόσια υγεία, κατά τη θεώρηση του προβλήματος της κάνναβης.!

Κατά συνέπεια όλη αυτή η «φιλολογία» και τα «εν πολλοίς» αμφίβολης αξιοπιστίας δημοσιεύματα για τα «πλεονεκτήματα» της κάνναβης, αποσιωπούν τους μεγάλους κινδύνους και τις προεκτάσεις μιας αναπόφευκτης επέκτασης της χρήσης χασίς στην ελληνική κοινωνία. Η μονομερής ανάδειξη των όποιων πλεονεκτημάτων παραγωγής κάνναβης για βιομηχανική και φαρμακευτική χρήση, χωρίς να αναδείχνονται ταυτόχρονα οι μεγάλοι κίνδυνοι (παράπλευρες απώλειες) από την επέκταση της καλλιέργειας, είναι τουλάχιστον απόδειξη πολιτικής ανευθυνότητας. Η άποψη του αναπληρωτή υπουργού Γ.Τσιρώνη, για «νόμιμη χρήση ψυχότροπων ουσιών σε ειδικά σημεία, ώστε να χτυπηθούν τα παράνομα κυκλώματα»,23 (κάτι σαν χασιποτεία) φέρνει στο νου μας ιστορίες από τη μακρινή Κίνα, με την πλατιά χρήση του Οπίου την οποία προωθούσαν για οικονομικούς και πολιτικούς λόγους οι Άγγλοι.24Αν στα σχέδια της κυβέρνησης είναι να μετατραπεί η χώρα (λόγω ευνοϊκών συνθηκών καλλιέργειας και ευνοϊκού καθεστώτος ασυδοσίας των πολυεθνικών), σε ζώνη μεγάλης παραγωγής κάνναβης, στο όνομα της «βιομηχανικής ανάπτυξης» και των «ξένων επενδύσεων», αναλαμβάνουν μεγάλες ευθύνες, τόσο ο πρωθυπουργός Α.Τσίπρας, όσο και οι υπουργοί Υγείας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Οικονομίας, για αποφάσεις με αρνητικές μακροπρόθεσμα συνέπειες στην ελληνική κοινωνία.! Ταυτόχρονα μεγάλες ευθύνες φέρουν, όλα τα κόμματα και πολιτικές δυνάμεις που είτε σιωπούν, είτε στηρίζουν ανάλογες επιλογές.!!

8.Υπάρχει εναλλακτικό πλαίσιο πολιτικής;

Η τάση αύξησης της χρήσης ναρκωτικών ουσιών, φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη πολλαπλών παρεμβάσεων, οι οποίες δεν πρέπει να εξαντλούνται στο χώρο του ποινικού ελέγχου και της καταστολής, αλλά αντίθετα θα πρέπει να αναπτύσσονται στα πλαίσια ενός ευρύτερου πλαισίου δράσης, ενημέρωσης και κοινωνικού ελέγχου των ναρκωτικών ουσιών, με πρωτογενή και δευτερογενή μέτρα πρόληψης και αποτροπής, τόσο της χρήσης όσο και της παραβατικής συμπεριφοράς. Ειδικότερα η αντιμετώπιση της κάνναβης, απαιτεί ένα πλαίσιο πολιτικής, που θα στηρίζεται στις θεμελιώδεις αξίες ζωής, στις πραγματικές κοινωνικές ανάγκες, στην άνοδο της λαϊκής ευημερίας και στην απαλλαγή του λαού από πρακτικές χειραγώγησης, καταπίεσης, εξαθλίωσης και εκμετάλλευσης.

Οι ψυχοτρόπες ουσίες μαζί και το χασίς, δεν έχουν δικαιωθεί ιστορικά ως στοιχείο ποιότητας ζωής και προόδου της ανθρώπινης κοινωνίας. Κάτι ανάλογο θα λέγαμε ισχύει και για την περίπτωση του τσιγάρου, το οποίο χωρίς να είναι ναρκωτικό οι συνέπειες του είναι επιβλαβείς στην ανθρώπινη υγεία, γιαυτό και αναπτύσσεται η αντικαπνική εκστρατεία και παρατηρείται τάση μείωσης του. Αντίστοιχα η αντιμετώπιση της κάνναβης, χωρίς να αρνούμαστε την αξιοποίηση ιδιοτήτων της για καθαρά ιατρικούς σκοπούς, απαιτεί την επεξεργασία δημόσιων πολιτικών «αποτροπής» της χρήσης ως ψυχότροπης ουσίας, για την αποφυγή των αρνητικών συνεπειών, πρωταρχικά στους νέους και συνολικά στην κοινωνία. Επιγραμματικά επισημαίνουμε ορισμένες πτυχές μιας τέτοιας πολιτικής.

Το πρώτο και βασικόείναι η απόρριψη των τάσεων εξωραϊσμού της κάνναβης (προβολή αμφίβολων «πλεονεκτημάτων» και αποσιώπηση αρνητικών συνεπειών), με τη συστηματική και ολόπλευρη ενημέρωση, ιδιαίτερα της νεολαίας και στόχο την αποτροπή της χρήσης «χασίς», καθώς των πάσης φύσεως ψυχότροπων ουσιών.

Το δεύτερο,είναι η εφαρμογή προγραμμάτων απεξάρτησης και διευκόλυνσης της επανένταξης χρηστών στην κοινωνική ζωή (κρίσιμο θέμα προνοιακής πολιτικής και πολιτικής απασχόλησης), όλων εκείνων που έχουν πέσει στα δύνη των ναρκωτικών και ορισμένοι περιφέρονται ως ανθρώπινα ράκη σε απόμερους δρόμους στα κέντρα των πόλων. Η ίδρυση νέων Κέντρων Πρόληψης και η ενίσχυση των υπαρχόντων (ΟΚΑΝΑ, κά), η επέκταση των προγραμμάτων υποκατάστασης, κά, θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη μείωση της ζήτησης ναρκωτικών ουσιών στο σύνολο του πληθυσμού και σε ειδικές ομάδες όπως στη νεολαία.

Το τρίτο,είναι η συστηματική καταστολή των κυκλωμάτων διακίνησης και εμπορίας ναρκωτικών, αντί της απελευθέρωσης της χρήσης κάνναβης στο όνομα της «καταπολέμησης» των κυκλωμάτων. Δεν υπάρχει κανένα απολύτως επιχείρημα, παρά μόνο θεωρητικές υποθέσεις, κινούμενες συνήθως, είτε από αφέλεια, είτε υστεροβουλία, ότι η απελευθέρωση της θα χτυπήσει δήθεν τα «κυκλώματα». Είναι ένας ισχυρισμός απολύτως έωλος.

Το τέταρτο,είναι η δυνατότητα παροχής φαρμακευτικών σκευασμάτων σε συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών, σύμφωνα με τα πορίσματα επιστημονικών ερευνών, αποκλειστικά από δημόσιους φορείς.

Ένα πέμπτον,είναι η αναζωογόνηση της αγροτικής παραγωγής, με προϊόντα που ενισχύουν τη διατροφική αυτοδυναμία και την ανασυγκρότηση της οικονομίας, καθώς την δημιουργία θέσεων εργασίας και παραγωγής ποιοτικών προϊόντων που να καλύπτουν πραγματικές κοινωνικές ανάγκες.

Έκτο,χρειάζεται να αλλάξει η αντιμετώπιση της «χρήσης» και «κατοχής» πολύ μικρής ποσότητας κάνναβης (χασίς). Το πρόβλημα δεν καταπολεμιέται με το να πηγαίνουν νεαρά άτομα στη φυλακή, έστω για λίγους μήνες. Με δεδομένες μάλιστα τις συνθήκες του σωφρονιστικού συστήματος, στο τέλος βγαίνουν πολύπλευρα τραυματισμένα (ηθικά, ψυχικά, κοινωνικά). Η αντιμετώπιση πρέπει να είναι ελαστική (πχ. μικρό πρόστιμο με αναστολή) που να υπηρετεί την αποτροπή χρήσης και κατοχής. Στόχος δεν πρέπει να είναι να «περιθωριοποιηθούν» οι χρήστες, αλλά τα «κυκλώματα» της ποικιλόμορφης «παραοικονομίας του εγκλήματος».

Τέλος, η απάντηση στη φιλολογία «απελευθέρωσης» της κάνναβης, βρίσκεται στο «όραμα ζωής» που προσφέρεται στη νέα γενιά και το οποίο δεν πρέπει να είναι κούφια λόγια, αλλά να στηρίζεται με συγκεκριμένες πολιτικές, ενώ παράλληλα να διεκδικείται αγωνιστικά σε πολλαπλά πεδία, στη λογική «συν Αθηνά και χείρα κίνει», με βασική κατεύθυνση την πρόοδο και δημιουργία, αντί την καταφυγή στον «κόσμο των παραισθήσεων».

Όλα αυτά βέβαια έχουν κοινωνικό και πολιτικό παρανομαστή. Συνδέονται με την υπέρβαση της κρίσης και την ανατροπή των νεοφιλελεύθερων και μνημονιακών πολιτικών. Τον προσανατολισμό της οικονομίας και της παραγωγής στην κάλυψη των πραγματικών κοινωνικών αναγκών, αντί στην υποταγή και διαιώνιση των ολιγαρχικών συμφερόντων, με δικαιότερη κατανομή και ανακατανομή εισοδημάτων και πλούτου και διασφάλιση θεμελιωδών εργασιακών, κοινωνικών, δημοκρατικών δικαιωμάτων.

12.2.18

1. Το τελευταίο διάστημα, τρεις φιλοκυβερνητικές εφημερίδες με εκτεταμένα δημοσιεύματα εκθειάζουν τα μεγάλα «πλεονεκτήματα» από την καλλιέργειας της κάνναβης.
Ενδεικτικά αναφέρουμε: Α) «Αυγή, 14/1/18, «Ανακούφιση για χιλιάδες ασθενείς», Β) «Εφ/Συν», 13-14/1/18, «Η κάνναβη μπορεί να μας οδηγήσει σε έξοδο από την κρίση», καθώς «Φαρμακευτική κάνναβη. Η νομιμοποίηση, οι τεράστιες επενδυτικές ευκαιρίες και οι παγίδες», και τέλος Γ) «Εποχή» 14/1/18, «Τα πολλαπλά οφέλη ενός παρεξηγημένου φυτού», κά.



2. Αναλυτικότερα βλ. Α.Σπανουγιώργου, (2008), «Ναρκωτικά»: Κοινωνική προσέγγιση, Νομικό πλαίσιο και Στατιστικά στοιχεία». Διπλωματική Εργασία, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τομέας Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας του Δικαίου, με επιβλέποντες καθηγητές: Ν. Ιντζεσίλογλου – Κ. Σταμάτη – Κ. Κυριαζόπουλο, Θεσσαλονίκη, Ιανουάριος 2008.



3. «Η καλλιέργεια της κάνναβης βήμα-βήμα», Χρ.Αυγουλάς, καθηγητής Γεωργίας στο Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας. www.paragogi.net/1080/h-kanavh



4. Τσαλίκη Ελένη, «Βιομηχανική κάνναβη, νέα καλλιέργεια στην Ελλάδα», ερευνήτρια του Ινστιτούτου της «ΕΛΓΟ-Δήμητρα», «Εφημερίδα των Συντακτών», 2-3 Δεκέμβρη 2017



5. Στη συνέντευξη τύπου 7.2.18, κατά την παρουσίαση του ΝΣ, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης Β.Αποστόλου, ισχυρίστηκε ότι «ανοίγεται μια νέα αναπτυξιακή προοπτική για τον αγροτικό τομέα της χώρας». www.in.gr



6. «Εφημερίδα των Συντακτών», 8.2.18



7. Αναλυτικότερα βλ. Γιάννης Τόλιος (2009), «Περιβάλλον και Αγροτική Πολιτικής σε συνθήκες Παγκοσμιοποίησης. Εναλλακτική Στρατηγική Αυτοδυναμίας Τροφίμων (Food Sovereignty)» Εκδ. «Κ.Ψ.Μ.». Αθήνα



8. Αναλυτικότερα βλ. https://healthyhempoil.com/cannabidiol/



9. Το ίδιο βλ. υποσημ. 4



10. Με το σχέδιο νόμου που κατατέθηκε, παρέχεται δυνατότητα χορήγηση άδειας, σε φυσικά και νομικά πρόσωπα, για την παραγωγή ποικιλιών κάνναβης του είδους Cannabis Sativa L, περιεκτικότητας άνω του 0,2% σε THC (τετραϋδροκανναβινόλη), σε περίκλειστη περιοχή τουλάχιστον τεσσάρων στρεμμάτων, καθώς και τη λειτουργία μεταποιητικής μονάδας επεξεργασίας και παραγωγής τελικών προϊόντων φαρμακευτικής κάνναβης, με σκοπό, είτε την προμήθεια του κρατικού μονοπωλίου και διάθεση τους για ιατρικούς σκοπούς, είτε για εξαγωγή τους. Η αίτηση συνοδεύεται από τη δέσμευση τήρησης των κανόνων αφαλούς φύλαξης (εγκαταστάσεων, πρώτων υλών και τελικών προϊόντων), την πραγματοποίηση τακτικών ελέγχων τουλάχιστον μια φορά το χρόνο, ενώ σε περίπτωση παραβίασης των όρων μπορεί να οδηγήσει στην ανάκληση της άδειας, κά.



11. Σωτήρχου Ιωάννα, «Ιατρική Κάνναβη. Θα τολμήσουμε;», «Εφημερίδα των Συντακτών», 6.2.18



12. Βάση Παναγοπούλου, «Εφημερίδα των Συντακτών», 2-3 Δεκέμβρη 2017



13. Κ.Πουλακίδας, «Επενδύσεις 2 δις για φαρμακευτική κάνναβη στην Ελλάδα», «Αυγή», 27.8.17



14. «Πρώτο Θέμα», 14.1.18, www.protothema.gr



15. Σωτήρχου Ιωνάννα, «Νόμιμη κάνναβη, για τον άνθρωπο και το περιβάλλον», «Εφημερίδα Συντακτών», 5.5.17



16. Σωτήρχου Ιωνάννα, «Κάνναβη: μερικά πράγματα που ξέρω γι’ αυτήν», «Εφημερίδα Συντακτών», 31/8/17



17. Με τον όρο «ναρκωτικά», νοούνται γενικά όλες εκείνες οι ουσίες, φυτικής ή χημικής προέλευσης, που ασκούν ποικίλη φαρμακολογική ενέργεια στο κεντρικό νευρικό σύστημα των ανθρώπων, από της απλής διεγερτικής μέχρι της κατασταλτικής και έχουν την κοινή χαρακτηριστική ιδιότητα, να προκαλούν εθισμό ή κατά την ορολογία της «Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας» (ΠΟΥ), «εξάρτηση φυσική ή χημική». Από νομική σκοπιά, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 Ν. 3459/2006 (Κώδικας Νόμων για τα Ναρκωτικά), ναρκωτικά κατά την έννοια του νόμου αυτού, είναιουσίες τεχνητές ή φυσικές που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλούν εξάρτηση του ατόμου από αυτές. Οι ουσίες που υπάγονται στα ναρκωτικά περιλαμβάνονται στους τέσσερις πίνακες Α΄, Β΄, Γ΄ και Δ΄... που ανέρχονται «ενδεικτικά» τις 284... Αναλυτικότερα βλ. ίδιο με υποσημείωση 2



18. Βλ. Παύλου Στέφανος, «Ναρκωτικά. Δογματικά και ερμηνευτικά προβλήματα του Ν.1729/1987», εκδόσεις «Σάκκουλα», 1997, Αθήνα.



19. United Nations, Office on Drugs and Crime (2006), (PDF). Cannabis: Why We Should Care. Βικιπαίδεια.



20. Αναλυτικότερα βλ. Ε.Π.Ι.Ψ.Υ. (Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικών Ερευνών). www.epipsi.gr



21. Σε Ημερίδα που διοργάνωσε ο «Σύλλογος Ελλήνων Εγκληματολόγων Παντείου Παπανεπιστημίου» (ΣΕΕΠΠ) με τον ΟΚΑΝΑ (14.12.17), ανακοινώθηκε ότι η διακίνηση ψυχοδραστικών ουσιών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυξήθηκε. Από τα 400 δις του παράνομου εμπορίου ναρκωτικών διεθνώς, από τα Βαλκάνια περνάνε τα 28 δις. Η ευρωπαϊκή αγορά βαθμιαία μετατρέπεται από περιοχή κατανάλωσης και σε περιοχή παραγωγής ναρκωτικών ουσιών μεταξύ αυτών και κάνναβης. www.Slpress.gr.



22. Αναλυτικότεραβλ. EMCDDA (European Monitoring Center for Drugs and Drag Addiction), “The European Drug Report 2017: Trends and Developments”.



23. Συνέντευξη «Real FM», 13.10.17



24. Οι Άγγλοι τον 18ο αιώνα, λόγω των μεγάλων εισαγωγών τσαγιού από Κίνα, προτίμησαν να τις «ξεπληρώνουν» με την εξαγωγή οπίου που προέρχονταν από την Ινδία. Μια πολιτική που επέβαλαν δια των όπλων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η χρήση οπίου να πάρει τεράστια έκταση στην Κίνα, με αρνητικές κοινωνικές προεκτάσεις. Αναλυτικότερα, για το Όπιο και τον λεγόμενο «πόλεμο του Οποίου» βλ. http://el.wikipedia.org



FYROM και «Μακεδονικό»: Υπάρχει φερέγγυα λύση; Του Γιάννη Τόλιου

Πέμπτη, 25/01/2018 - 12:00
FYROM και «Μακεδονικό»: Υπάρχει φερέγγυα λύση;

Γιάννης Τόλιος, διδάκτωρ Οικονομικών



Εισαγωγή


Το λεγόμενο «Μακεδονικό» και η ονομασία της FYROM (former Yugoslav Republic of Macedonia, ή πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας), έχει εξελιχθεί σε κεντρικό πολιτικό ζήτημα που επισκιάζει άλλες κρίσιμες πτυχές της οικονομικής και κοινωνικής ζωής της χώρας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ζήτημα βγήκε στην επιφάνεια, εξ’ αιτίας των στρατηγικών σχεδιασμών των ΗΠΑ και ΝΑΤΟ στα Βαλκάνια, οι οποίοι επιδιώκουν να αξιοποιήσουν τη FYROM (με ένταξη της στο ΝΑΤΟ), ως ένα ακόμα ορμητήριο των γεωστρατηγικών τους επιδιώξεων στην ευρύτερη περιοχή της Ευρω-Ασίας, ιδιαίτερα μετά τις τριβές με την Τουρκία και κλείσιμο της βάσης του Isirlik στα Άδανα της Μ.Ασίας.

Το πρόβλημα είναι γνωστό. Μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας (1991) με τις μεθοδεύσεις των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ και Γερμανίας, το νότιο τμήμα της Γιουγκοσλαβικής Ομοσπονδίας, έγινε το 1993 μέλος του ΟΗΕ με την προσωρινή ονομασία FYROM, ενώ μερικά χρόνια αργότερα αποφασίστηκε η συγκρότηση διμερούς επιτροπής διαλόγου, μεταξύ Ελλάδας-FYROM, για το οριστικό όνομα, με διαμεσολάβηση του αμερικανού διπλωμάτη Μάθιου Νίμιτς. Παρά τις αλλεπάλληλες συναντήσεις και κατάθεση εναλλακτικών προτάσεων, δεν κατέστη δυνατή ως σήμερα, μια αμοιβαία αποδεκτή ονομασία.

  1. Η «μάχη» για τον όρο «Μακεδονία» δεν είναι επουσιώδης…

Σε έναν τρίτο παρατηρητή, φαίνεται ίσως υπερβολική η αντιπαράθεση για τον όρο «Μακεδονία», αν δεν γνωρίζει τις σκοπιμότητες και προεκτάσεις που σηματοδοτεί, όπως επίσης αν αγνοεί τα ιστορικά γεγονότα που βαραίνουν στη σημερινή επίλυση του προβλήματος. Μιλώντας με ιστορικούς όρους, το βασίλειο των Μακεδόνων, ο Φίλιππος, ο Μέγας Αλέξανδρος, κλπ, αποτελούν μέρος της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και της πολιτιστικής κληρονομιάς της Ελλάδας και είναι καθαρή πλαστογραφία η διεκδίκηση της από τους ηγέτες της FYROM. Αρκεί ενδεικτικά να θυμίσουμε τη γνωστή φράση, κατά τη σύνοδο που οργάνωσε ο Μ.Αλέξανδρος στην Κόρινθο (335 πχ) πριν ξεκινήσει την εκστρατεία στη Μ.Ασία, όπου τονίζεται ότι «παραβρέθηκαν εκπρόσωποι όλων των Ελλήνων πλην Λακεδαιμονίων».!!

Ωστόσο στο διάβα των αιώνων, έγιναν πολλά και σημαντικά γεγονότα. Η Μακεδονία των επιγόνων του Αλεξάνδρου κατελήφθη από τους Ρωμαίους, ενώ αργότερα αποτέλεσε μέρος του Βυζαντίου. Παράλληλα τον 7ον αιώνα μχ, έχουμε τη μετακίνηση των σλάβων στα Βαλκάνια που έφθασαν ως τη νότια Ελλάδα, ενώ μετά την πτώση του Βυζαντίου, η περιοχή Μακεδονία αποτέλεσε επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με πολλά ιδιαίτερα τοπωνύμια. Με τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τους Βαλκανικούς πολέμους 1912-13, η γεωγραφική περιοχή «Μακεδονία», με βάση τη συνθήκη του Βουκουρεστίου (1913), χωρίζεται σε τρία μέρη λαμβάνοντας υπ’ όψιν (κατά προσέγγιση) την εθνολογική τους σύνθεση. Η Ελλάδα πήρε το μεγαλύτερο μέρος (τη σημερινή Μακεδονία), η Σερβία την περιοχή FYROM), η Βουλγαρία την περιοχή Πιρίν) και ένα πολύ μικρό μέρος πήγε στην Αλβανία. Με βάση το συγκεκριμένο γεγονός, παρ’ ότι ιστορικά ο όρος «Μακεδονία» ανήκει αποκλειστικά στην Ελλάδα, σύμφωνα με τη «γεωγραφική περιοχή» και την «εθνολογική της σύνθεση» ισχύει μόνο εν μέρει.

Από την άλλη έχουμε τη στάση της FYROM, που ενώ πληθυσμιακά αποτελείται βασικά από σλαβομακεδόνες και μια ισχυρή μειονότητα αλβανών, η ηγεσία της διεκδικεί την αποκλειστική χρήση του όρου «Μακεδονία», μάλιστα ως ιστορική συνέχεια της Μακεδονίας του Φιλίππου, Μ.Αλεξάνδρου κλπ. Αν ήταν απλώς «εθνολογική φαντασίωση», θα ήταν λίγο το κακό.! Το ουσιαστικό ζήτημα είναι ότι πίσω από αυτή τη «φαντασίωση», απορρέουν εδαφικές διεκδικήσεις και επαναχάραξη συνόρων, εμμέσως πλην σαφώς σε βάρος της Ελλάδας και Βουλγαρίας (χαρακτηριστική είναι και η αντίδραση της τελευταίας στην αποκλειστική χρήση του όρου «Μακεδονία» και «σλαβομακεδόνων» από τη FYROM).

Παρ’ ότι στην αρχική διαίρεση της περιοχής της «Μακεδονίας», με βάση τη συνθήκη του Βουκουρεστίου, υπήρχαν σε κάθε τμήμα της στοιχεία άλλων εθνοτήτων (πχ. έλληνες στην Αν.Ρωμυλία και Β.Ήπειρο, σλαβομακεδόνες σε παραμεθόριες περιοχές της Δυτ.Μακεδονίας, κά), στην πορεία λόγω των μετακινήσεων, των αποτελεσμάτων του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς του εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα, συντελέστηκε σταδιακά η ομοιογενοποίηση των πληθυσμών. Κατά συνέπεια στην Ελλάδα, δεν υφίσταται σήμερα «εν τοις πράγμασι» μειονότητα που να αυτοπροσδιορίζεται ως «σλαβομακεδονική» και να διεκδικεί δικαίωμα «αυτοδιάθεσης» ή επαναχάραξης συνόρων. Αντίθετα αυτές οι αντιλήψεις καλλιεργούνται κυρίως από τους ηγέτες της FYROM. Είναι άλλο πράγμα η αναφορά σε παραδόσεις, ήθη και έθιμα, τόπος καταγωγής, συγγένειες, κά, τα οποία πρέπει να είναι σεβαστά και να προστατεύονται και άλλο πράγμα η καλλιέργεια ιδεών «αλυτρωτισμού» και διεκδικήσεων, είτε για τη δημιουργία μεγάλης «Μακεδονίας» (Σλαβομακεδονίας) ή μεγάλης Αλβανίας, ή νέας «Οθωμανικής Αυτοκρατορίας» ή νέας «μεγάλης Ελλάδας», κοκ.

Οι μονομερείς προσεγγίσεις και απολυτοποιήσεις τροφοδοτούν τον εθνικισμό, τον ανταγωνισμό και αξιοποιούνται συνήθως από ιμπεριαλιστικές δυνάμεις για τις γεωστρατηγικές τους επιδιώξεις. Από την άλλη τα ακροδεξιά στοιχεία βρίσκουν την ευκαιρία να εμφανιστούν ως «πατριώτες» και να πλασάρουν αντιδραστικά «αφηγήματα» εξόδου από την κρίση σε ένα λαό που δεινοπαθεί από τα Μνημόνια και δεν βρίσκουν να που τίποτα για την ουσιαστική κατάργηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας και την υποταγή της χώρας στις κυρίαρχες ελίτ Βρυξελλών και Βερολίνου. Πολύ περισσότερο διαμορφώνου ευνοϊκό πολιτικό κλίμα στα φασιστοειδή της «Χρυσής Αυγής» να προβάλλουν ως «υπερ-πατριώτες» όταν παραμένουν «βαθιά εφεδρεία» του συστήματος και οι ομογάλακτοι τους ήταν συνεργάτες των Γερμανών-ναζί κατακτητών.

  1. Ποιο είναι το έδαφος για βιώσιμη λύση στο «Μακεδονικό»;

Το πρώτο βασικό βήμα είναι προφανώς να σταματήσει η πλαστογράφηση της ιστορίας από την ηγεσία της FYROM. Η διεκδίκηση της ιστορικής συνέχειας της αρχαίας Μακεδονίας του Φιλίππου, Μ.Αλεξάνδρου, κλπ, είναι απαράδεκτη. Οι σλάβοι ήλθαν στην περιοχή της Μακεδονίας μια χιλιετηρίδα αργότερα και από αυτήν την άποψη δεν υπάρχει πεδίο διαπραγμάτευσης.

Το δεύτερο είναι να σταματήσουν οι ηγέτες της FYROM να προβάλλουν «αλλητρωτικές» αντιλήψεις που βρίσκουν συγκεκριμένη έκφραση στο Σύνταγμα, σύστημα εκπαίδευσης, σύμβολα, κά, σηματοδοτώντας εδαφικές βλέψεις και επιδιώξεις επαναχάραξης συνόρων, λειτουργώντας ως παράγοντας έντασης και αστάθειας στην περιοχή. Η συμφωνία του Βουκουρεστίου και οι μετέπειτα εξελίξεις, πιστεύουμε ότι έχουν δώσει οριστική απάντηση στο ζήτημα.

Το τρίτο, στη βάση των παραπάνω, πρέπει να αναζητηθεί μια ονομασία αμοιβαία αποδεκτή, προς πάσα χρήση, στο εσωτερικό και στο εξωτερικό και προς κάθε κατεύθυνση (ergaomnes). Ασφαλώς μια ονομασία τύπου «δημοκρατία Βαρδάρη» ή «δημοκρατία Δαρδανίας» ή «δημοκρατία Σκοπίων», θα ήταν η καταλληλότερη. Ωστόσο θα μπορούσε να ήταν και μια σύνθετη ονομασία, όπως «Σλαβομακεδονία», ή «Νοβομακεδόνια», κά.

Τέλος, το τέταρτο στοιχείο είναι, η επίτευξη λύσης ως αποτέλεσμα της απ’ ευθείας συμφωνίας μεταξύ Ελλάδα-FYROM και της εδραίωσης ισότιμων και αμοιβαία επωφελών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών, χωρίς την αναγκαστική σύνδεση με ένταξη της τελευταίας στο ΝΑΤΟ και ΕΕ, επιλογές που «εν τέλει» εξυπηρετούν μόνο συμφέροντα των Αμερικανών-Νατοϊκών και Ευρωπαίων ιμπεριαλιστών.

  1. Με σημαία τον εθνικισμό δεν εξασφαλίζεται φερέγγυα λύση

Ανατρέχοντας την εμπειρία της τελευταίας 25ετίας, διαπιστώνουμε ότι ο χειρότερος σύμβουλος για την επίλυση του θέματος, είναι ο εθνικισμός από κάθε κατεύθυνση, κυρίως από την πλευρά της FYROM, καθώς και η υποταγή των δύο χωρών στα κελεύσματα των ιμπεριαλιστών. Από αυτήν την άποψη οι αντιφατικές ενέργειες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, δεν δημιουργούν σταθερό έδαφος για σωστή επίλυση. Να σημειώσουμε ότι το 1992, η πρόταση Ζ.Ν.Πινέιρο για ονομασία «Νέα Μακεδονία», απορρίφθηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη, όπως και η ονομασία «Άνω Μακεδονία». Στις αρχές 1993 η FYROM αναγνωρίζεται από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ με προσωρινό σημερινό όνομα, ενώ στις αρχές 1994 ο αναπληρωτής υπ. Εξωτερικών της κυβέρνησης Παπανδρέου, Θ.Πάγκαλος, δηλώνει ότι «πρέπει να αφήσουμε κατά μέρος τη διαμάχη για το όνομα». Το 1995 αρχίζει στη Ν.Υόρκη ο διάλογος μεταξύ Ελλάδας-FYROM για οριστική επίλυση της ονομασία, ενώ το 2008 ο Κώστας Καραμανλής βάζει άτυπο βέτο στην ένταξη της FYROM στο ΝΑΤΟ, αν πρώτα δεν γίνει αλλαγή ονόματος.

Στις σημερινές συνθήκες, κάτω από τις πιέσεις των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ, το θέμα της ονομασίας επανήλθε πιεστικά στο προσκήνιο. Η ηγεσία της FYROM με αντάλλαγμα την ένταξη της στο ΝΑΤΟ και προοπτικά στην ΕΕ, φαίνεται να θέλει κάποια ρύθμιση στο όνομα, αποσιωπώντας τα άλλα κρίσιμα ζητήματα. Από την άλλη η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ευθυγραμμιζόμενη με τα αμερικανικά σχέδια, φαίνεται να συναινεί σε μια ρύθμιση του ονόματος, υποβαθμίζοντας τις άλλες πτυχές, στην προσπάθεια της να κάνει το «καλό παιδί» και να βγάλει επικοινωνιακά επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική, ενώ είναι υποταγμένη πλήρως στην «επιτροπεία» της ευρωζώνης και στην εφαρμογή διαχρονικά, σκληρών αντιλαϊκών μέτρων. Παράλληλα η μνημονιακή αντιπολίτευση και ιδιαίτερα η ΝΔ, παλαντζάρει καιροσκοπικά, μεταξύ εθνικισμού και υποτέλειας, προς τους αμερικανο-νατοϊκούς σχεδιασμούς.

Τέλος τα διάφορα κέντρα φουσκώνουν τα πανιά των εθνικιστικών και λαϊκίστικων αντιλήψεων, λειτουργώντας αποπροσανατολιστικά στη σωστή θεώρηση του προβλήματος και στη διεκδίκηση μιας φερέγγυας και βιώσιμης λύσης πραγματικά πατριωτικής, σε όφελος του ελληνικού λαού, του λαού της FYROM και των γειτονικών λαών της Βαλκανικής και ευρύτερης περιοχής της Ανατολικής Ευρώπης.

Γιάννης Τόλιος: «Ο νέος Προϋπολογισμός 2018, φορτώνει νέα βάρη 2,6 δις στα λαϊκά στρώματα, εντείνοντας το φοροκυνηγητό και τις περικοπές κοινωνικών δαπανών. Η μόνη ελπιδοφόρα προοπτική, η ανατροπή των Μνημονιακών πολιτικών»."

Πέμπτη, 23/11/2017 - 09:00
Με αφορμή την κατάθεση του νέου Προϋπολογισμού 2018, ο Γιάννης Τόλιος, μέλος της Π.Γ. της ΛΑΕ και υπεύθυνος Οικονομικής Πολιτικής, δήλωσε ότι, «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, με τις οδηγίες της «τρόϊκα» (ΕΕ-ΕΚΤ-ΔΝΤ), φορτώνει με το νέο «μνημονιακό ευαγγέλιο» (προϋπολογισμό), πρόσθετα βάρη ύψους 2,6 δις στα λαϊκά στρώματα (φόρους και περικοπές κοινωνικών δαπανών).

Ταυτόχρονα προσπαθεί να εξωραΐσει την αντιλαϊκή της πολιτική, με τη χορήγηση «ψευτο-μερίσματος» από τα λεγόμενα «πρωτογενή πλεονάσματα». Ουσιαστικά πρόκειται για «πλεονάσματα» από τη λεηλασία των λαϊκών εισοδημάτων και τη ραγδαία φτωχοποίηση του λαού, τα οποία συνοδεύονται από «πλεονάσματα» υποκρισίας και κούφιας αισιοδοξίας για έξοδο τάχα της χώρας από την κρίση και πέρασμα στο δρόμο της ανάπτυξης.!!

Ειδικότερα με το νέο Προϋπολογισμό φορτώνονται νέοι φόροι (άμεσοι και έμμεσοι) ύψους 1 δις, κυρίως σε μισθωτούς και συνταξιούχους, ενώ οι μεγάλες επιχειρήσεις (ΑΕ & ΕΠΕ) θα πληρώσουν λιγότερους παρά την αύξηση της κερδοφορίας τους.!! Ταυτόχρονα θα αφαιρεθούν 1,6 δις, από φτωχά κυρίως λαϊκά στρώματα, με νέες περικοπές κοινωνικών δαπανών (επιδομάτων πολυτέκνων, φαρμακευτικής περίθαλψης, πετρελαίου θέρμανσης, αύξησης ασφαλιστικών εισφορών, κά). Ειδικότερα προβλέπεται η κατάργηση της έκπτωσης 10% στις ιατρικές δαπάνες, της έκπτωσης φόρου 1,5% στην εκκαθάριση φορολογικών δηλώσεων μισθωτών-συνταξιούχων, περικοπή επιδομάτων απροστάτευτων τέκνων, κατάργηση ΕΚΑΣ, επιδόματος ανεργίας για νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, επιδομάτων φτώχειας και φυσικών καταστροφών, περικοπή κατά 50% του κονδυλίου επιδόματος θέρμανσης, αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ σε 32 νησιά του Αιγαίου, κά.!

Από την άλλη, για μια ακόμα χρονιά στο Μινώταυρο του δημόσιου χρέους θα πληρωθούν 10 δις τοκοχρεολύσια (και μερικά ακόμα δις για τόκους βραχυπρόθεσμου χρέους), ενώ το ύψος του χρέους θα αγγίξει το 180% του ΑΕΠ το 2018, σε σχέση με 176,8% το 2015 και 113% το 2009.!! Με λίγα λόγια τα Μνημόνια και τα δάνεια της τρόϊκας όχι μόνο δεν έλυσαν το πρόβλημα του χρέους, αλλά μετέτρεψαν τη χώρα σε «αποικία χρέους» και στην ουσιαστική κατάργηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.

Με το νέο Προϋπολογισμό επιταχύνονται επίσης, στο όνομα της νέας αξιολόγησης, οι διαδικασίες εκποίησης κερδοφόρων ΔΕΚΟ και δημόσιας περιουσίας (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, κά), καθώς οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί «κόκκινων» δανείων μαζί και πρώτης κατοικίας, η κατάργηση θεμελιωδών εργασιακών δικαιωμάτων (ουσιαστική εξάλειψη δικαιώματος απεργίας, απολύσεις συνδικαλιστών), κά. Ταυτόχρονα τείνει να γίνει μόνιμο καθεστώς η πολιτική λιτότητας των μισθών στο δημόσιο, ενώ στον ιδιωτικό τομέα κυριαρχούν οι ατομικές συμβάσεις εργασίας και η αυξανόμενη μετατροπή των εργασιακών θέσεων πλήρους απασχόλησης σε μερική απασχόληση και μισθούς κάτω των 400 €.

Προφανώς στη βάση αυτών των εργασιακών συνθηκών ο πρωθυπουργός Α.Τσίπρας και όλοι οι υπουργοί με μια φωνή, προβάλλουν το νέο successstory της «δίκαιης ανάπτυξης». Ωστόσο πως άραγε θα γίνει το ….«θαύμα» της ανάπτυξης 2,5% το 2018, τι στιγμή που η δημόσια και η ιδιωτική κατανάλωση διαχρονικά συρρικνώνεται, ενώ οι επενδύσεις και εξαγωγές κινούνται σε «βαρομετρικό χαμηλό»; Εξασφαλίζουν οι συγκεκριμένες συνθήκες προϋποθέσεις ανάκαμψης της οικονομίας, ουσιαστικής μείωσης της ανεργίας και βελτίωσης του επιπέδου ζωής;

Όλα τα παραπάνω σε ένα μόνο συμπέρασμα οδηγούν. Ότι η πολιτική των Μνημονίων και το δόγμα παραμονής «πάση θυσία» στην ευρωζώνη, λειτουργούν ως οδοστρωτήρας στα λαϊκά εισοδήματα και στα εργασιακά δικαιώματα. Οι μόνοι ωφελημένοι από αυτήν την πολιτική είναι οι κυρίαρχες ελίτ στην Ελλάδα και στην ευρωζώνη. Δεν είναι τυχαία η πρόσφατη δήλωση του προέδρου του ΣΕΒ ότι, «η διεκδίκηση επιστροφής στο εργασιακό καθεστώς πριν την κρίση …αποτελεί καθαρή ουτοπία».!! Η ανατροπή της συγκεκριμένης πολιτικής και της εξουσίας των δυνάμεων που τη στηρίζουν, με την ανάδειξη μιας λαϊκής κυβέρνησης, αποτελούν προϋπόθεση φερέγγυας εξόδου από την κρίση, σε όφελος του λαού και της χώρας.

Η ιστορική εμπειρία της ΝΕΠ και η σημασία της για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό του Γιάννη Τόλιου

Κυριακή, 22/10/2017 - 20:00
Η ιστορική εμπειρία της ΝΕΠ και η σημασία της για τη μετάβαση στο σοσιαλισμό

του Γιάννη Τόλιου*



Εισαγωγή

Η συμπλήρωση 100 χρόνων από τη μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, φέρνει στο προ­σκήνιο κρίσιμα ερωτήματα αλλά και πολύτιμα διδάγματα, από τη μεγάλη «έφοδο στους ουρανούς» που συγκλόνισε τον κόσμο, τα οποία στις σημερινές συνθήκες, της βαθιάς κρίσης του καπιταλιστικού συστήματος, έχουν για το λαϊκό κίνημα όχι μόνο ιστορική αλλά και σύγχρονη σημασία. Ειδικότερα η εμπειρία της «Νέας Οικονομικής Πολιτικής» (ΝΕΠ) που επεξεργάστηκε ο Λένιν και συνολικά η οικονομική πολιτική που εφάρμοσε η κυβέρνηση των Σοβιέτ στην πρώτη δεκαετία μετά από την κατάκτηση της εξουσίας, παρουσιάζει διαχρονικά εξαιρετικό ενδιαφέρον για όλα τα επαναστατικά και ριζοσπα­στικά κινήματα σε όλες τις χώρες. Στο παρόν κείμενο θα επιχειρήσουμε, έχοντας αφετηρία τις θέσεις του Λένιν, να κάνουμε μια συνοπτική εξέταση της ταξικής ουσίας των μέτρων της ΝΕΠ, ως μεταβατικής πολιτικής περάσματος από τον καπιταλισμό στο σο­σιαλισμό, καθώς και των σχέσεων «σχεδίου» και «εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων» (Ε/Χ-σχέσεων) ή «πλάνου-αγοράς», στην πορεία του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού.

Τα συγκεκριμένα ζητήματα βρέθηκαν στο επίκεντρο των εξελίξεων στην ΕΣΣΔ, σε όλη τη διάρκεια ύπαρξής της, από την ίδρυσή ως τη διάλυσή της το 1991. Οι μεταβατικές οικονομικές μορφές διεύθυνσης και οι πολιτικές της ΝΕΠ στη δεκαετία του 1920, έδωσαν θετικά αποτελέσματα και επέτρεψαν στη σοβιετική οικονομία να ανα­συγκροτηθεί γρήγορα από τις καταστροφές του Α' παγκοσμίου πολέμου, αλλά και του εμφυλίου, καθώς της ξένης επέμβασης (Γερμανών-Γάλλων-Άγγλων ιμπεριαλιστών) και παράλληλα να τεθούν οι βάσεις για μια ολόπλευρη και βιώσιμη σοσιαλιστική ανάπτυξη. Δυστυχώς, η πρόωρη κατάργησή της στο τέλος της δεκαετίας του 1920 περιόρισε αυτές τις δυνατότητες. Αργότερα, με το 20ό Συνέδριο στη δεκαετία ’50 και πολύ αργότερα με την Περεστρόικα, συνειδητοποιήθηκε ο λαθεμένος χαρακτήρας πολλών επιλογών και επιχειρήθηκε μια στροφή σε μεταρρυθμίσεις που από πολλές απόψεις θύμιζαν μέτρα της ΝΕΠ, χωρίς ωστόσο να υπάρξει μια αντίστοιχη θεμελίωσή τους σαν εκείνη που είχε δώσει ο Λένιν. Κατά συνέπεια η συζήτηση για το χαρακτήρα της ΝΕΠ παραμένει επίκαιρη για άντληση διδαγμάτων σχετικά με τις προοπτικές και τις δυσχέρειες της σοσιαλιστικής μετάβασης στην εποχή μας.




Η μετάβαση στο σοσιαλισμό και η εμπειρία της ΝΕΠ

Σύμφωνα με τις θεμελιώδεις θεωρητικές επεξεργασίες των κλασικών του μαρξισμού (Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν), οι διαδικασίες μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό ξεκινούν με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της και τη «μετατροπή του προλεταριάτου σε κυρίαρχη τάξη».1Η νέα πολιτική εξουσία που αποτελεί ανώτερη μορφή δημοκρατίας,2προχωρά στην «κατάργηση της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα βασικά μέσα παραγωγής» και το πέρασμά τους στα χέ­ρια των ίδιων των εργαζόμενων.3Καταργεί επίσης την ταξική εκμετάλλευση και εφαρμόζει ορθολογική, με βάση σχέδιο, κατανομή των παραγωγικών δυνάμεων στους διάφορους κλάδους της οικονομίας, εξασφαλίζοντας την αναλογική ανάπτυξη, με στόχο την ικανοποίηση των βασικών κοινωνικών αναγκών.4Στο βαθμό που «οι εμπράγματοι όροι παραγωγής αποτελούν συνεταιριστική ιδιοκτησία των ίδιων των εργατών», προκύπτει η δυνατότητα εφαρμογής «της διανομής των μέσων κατανάλωσης με βάση την εργασία».5

Ταυτόχρονα πραγματοποιούνται ριζοσπαστικές αλλαγές σε όλο το θεσμικό εποικο­δόμημα (κράτος, αντιπροσωπευτικοί θεσμοί, κ.ά.), που ανοίγουν δρόμους ουσιαστικής συμμετοχής των εργαζόμενων στη διεύθυνση των οικονομικών και κοινωνικών υποθέσεων, μαζί και νέους ορίζοντες στην πνευματική ζωή της κοινωνίας, στην προοπτική της μετάβασης της από το «βασίλειο της ανάγκης στο βασίλειο της ελευθερίας».

Η περίοδος μετάβασης από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, είναι μια περίοδος ριζοσπαστικών οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών και έντονης ταξικής πάλης. Όπως σημειώνει ο Λένιν, η συγκεκριμένη «περίοδος δεν μπορεί να μην είναι παρά περίοδος αγώνα ανάμεσα στον καπιταλισμό που πεθαίνει και στον κομμουνισμό που γεννιέται, με άλλα λόγια ανάμεσα στο νικημένο καπιταλισμό, που όμως δεν συντρίφτηκε ολότελα και στον κομμουνισμό που γεννήθηκε, αλλά που είναι ακόμα πολύ αδύνατος».6Το κοινωνικοοικονομικό περιεχόμενο της μεταβατικής περιόδου είναι διαδικασία βαθιών κοινωνικών μετασχηματισμών υπέρβασης των κυρίαρχων καπιταλιστικών σχέσεων, σε καινούργιες σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής. Οι ιδιαίτερες συνθήκες κατάληψης της εξουσίας από την εργατική τάξη και τους συμμάχους της, το επίπεδο ανάπτυξης των «παραγωγικών δυνάμεων» της κοινωνίας, οι εθνικές ιδιαιτερότητες κάθε χώρας, κ.ά., παίζουν κρίσιμο ρόλο στους ρυθμούς και τις μορφές των κοινωνικών αλλαγών, στη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, ως την οριστική νίκη του σοσιαλισμού.

Η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης των Μπολσεβίκων, μετά την κατάληψη της εξουσίας, πέρασε από τρεις διακριτές φάσεις, που όλες τους εξυπηρετούσαν τον κεντρικό πολιτικό στόχο της μεταβατικής περιόδου, δηλαδή τη νίκη του σοσιαλισμού πάνω στον καπιταλισμό. Η πρώτη περίοδος, ήταν από τον Οκτώβρη του 1917 ως το καλοκαίρι του 1918, η δεύτερη («πολεμικός κομμουνισμός»), από το καλοκαίρι του 1918 ως τις αρχές του 1921 και η τρίτη (περίοδος ΝΕΠ), από τις αρχές του 1921 ως το 1928. Στην πρώτη περίοδο, εφαρμόστηκε η πολιτική εθνικοποίησης μόνο της μεγάλης βιομηχανίας, των τραπεζών, κ.ά., καθώς και το μέτρο της «καταγραφής και του ελέγχου» της παραγωγής και διανομής των προϊόντων στις κρατικές επιχειρήσεις (εργατικός έλεγχος με εθνικοποίηση λίγων μεγάλων επιχειρήσεων, τραπεζών, κ.ά.), ώστε να αποκτήσουν οι εργάτες εμπειρία στη διεύθυνση των επιχειρήσεων, παράλληλα με την αποκατάσταση της εργασιακής πειθαρχίας για αύξηση της παραγωγικότητας. Το Δεκέμβρη του 1917 δημιουργήθηκε το Συμβούλιο Εθνικής Οικονομίας, ενώ έγινε και προετοιμασία του νέου κρατικού προϋπολογισμού του 1918.

Η δεύτερη περίοδος («πολεμικός κομμουνισμός»), αρχίζει το καλοκαίρι του 1918, με το ξέσπασμα της αντεπανάστασης και της ξένης ένοπλης επέμβασης (Άγγλων - Γάλλων - Γερμανών, κ.ά.), με στόχο την κατάπνιξη της εξουσίας των Σοβιέτ. Το βασικό γνώρισμα του πολεμικού κομμουνισμού στον αγροτικό τομέα, ήταν η εφαρμογή του συ­στήματος «ολοκληρωτικής επίταξης» όχι μόνο του υπερ-προϊόντος αλλά και μέρους του αναγκαίου προϊόντος των αγροτών. Ο Λένιν χαρακτήρισε τον «πολεμικό κομμουνισμό» ως «στρατιωτικο-πολιτική συμμαχία του προλεταριάτου και της αγροτιάς». Το σοβιετικό κράτος εξασφάλισε τη γη στους αγρότες και οι αγρότες έδιναν μέρος από το αναγκαίο προϊόν για τη νίκη της επανάστασης και για τη διατήρηση της γης τους.

Στον τομέα της βιομηχανίας, ο πολεμικός κομμουνισμός πήρε το χαρακτήρα της πλήρους εθνικοποίησης των μεγάλων και μικρών βιομηχανικών επιχειρήσεων, παραμερίζοντας την ως τότε πολιτική του εργατικού ελέγχου της παραγωγής και διανομής. Το δίλημμα που τέθηκε ήταν, είτε όλη η βιομηχανία θα γίνει το οπλοστάσιο της επανάστασης, είτε η αποδιοργάνωση θα χρησιμοποιηθεί από την αντεπανάσταση για συντριβή των σοβιέτ. Η πλήρης εθνικοποίηση της βιομηχανίας αποσκοπούσε παράλληλα να χτυπήσει σε βάθος τα οικονομικά στηρίγματα των εκμεταλλευτριών τάξεων. Εφαρμόστηκε ακόμα η αυστηρή συγκεντρωτική διεύθυνση σε όλη τη βιομηχανική παραγωγή η οποία προσανατολίστηκε στην παραγωγή ειδών για τις ανάγκες του μετώπου.

Επιβλήθηκε τέλος η υποχρεωτική εργασία, ένα μέτρο που στρεφόταν ενάντια στους εκμεταλλευτές, αλλά και για την κινητοποίηση εργασιακών εφεδρειών για τις ανάγκες του μετώπου, ενώ από την άλλη καταργήθηκε το εμπόριο και επεβλήθη η κατανομή των αγαθών σύμφωνα με δελτίο. Το μέτρο είχε στόχο να πλήξει τους κερδοσκόπους, αλλά και να συγκεντρώσει διάφορα είδη για τις ανάγκες του πολέμου. Αντίθετα οι κοινωνικές υπηρεσίες, νερό, φως, κ.ά., παρέχονταν δωρεάν. Συνοπτικά η πολιτική του πολεμικού κομμουνισμού ήταν μια βίαιη προσωρινή πολιτική, με σκοπό την υπεράσπιση της επανάστασης από τους εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς.

Η τρίτη περίοδος, η περίοδος της «Νέας Οικονομικής Πολιτικής» (ΝΕΠ), αρχίζει μετά τη συντριβή της αντεπανάστασης. Λόγω του πολέμου (Α΄ παγκόσμιος πόλεμος), του εμφυλίου πολέμου και της ξένης επέμβασης, η οικονομία της Ρωσίας ήταν σχεδόν κατεστραμμένη. Η βιομηχανική παραγωγή έφτανε μόλις στο 14% της παραγωγής του 1913, παρόμοια είχε μειωθεί και η αγροτική. Η μαύρη αγορά απλωνόταν, η πείνα θέριζε, ενώ πολλοί έφευγαν από τη Ρωσία. Από την άλλη η δυσφορία των αγροτών κατά του «πολεμικού κομμουνισμού», όλο και δυνάμωνε. Η ανάγκη αλλαγής οικονομικής πολιτικής έμπαινε επιτακτικά.

Ο Λένιν, στη βάση του σχεδίου οικοδόμησης του σοσιαλισμού που είχε επεξερ­γαστεί την άνοιξη του 1918,7αλλά και με βάση τα νέα δεδομένα, επεξεργάστηκε τους βασικούς άξονες της «Νέας Οικονομικής Πολιτικής» (ΝΕΠ), τους οποίους ενέκρινε το 10ο Συνέδριο του Κόμματος των Μπολσεβίκων, το Μάρτη του 1921. Βασικός σκοπός της ΝΕΠ ήταν, μέσα από την αναζωογόνηση των εμπορευματικών σχέσεων (αγορά) και τόνωση ως ένα βαθμό των καπιταλιστικών στοιχείων, να επιτευχθεί η ανάπτυξη της παραγωγής και η οικονομική ανόρθωση της χώρας, με ταυτόχρονο δυνάμωμα της οικονομικής συμμαχίας της εργατικής τάξης και της αγροτιάς και τελικό στόχο τη νίκη του σοσιαλισμού.

Το πλαίσιο βασικών αρχών της ΝΕΠ προέβλεπε τα εξής:8

Εθνικοποίηση μόνο των βασικών μέσων παραγωγής.

Δυνατότητα ανάπτυξης της μικρο-εμπορευματικής παραγωγής και ενίσχυση των οικονομικών δεσμών εργατών-αγροτιάς μέσω των εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων.

Δυνατότητα λειτουργίας ξένων (εκχωρήσεις) ή εγχώριων καπιταλιστικών επιχει­ρήσεων και προσανατολισμό τους (με ρυθμίσεις) στην ανόρθωση της οικονομίας.

Διατήρηση των μεγάλων βιομηχανικών επιχειρήσεων σε στρατηγικούς κλάδους κάτω από τον έλεγχο του σοβιετικού κράτους.

Αναδιοργάνωση του τραπεζικού συστήματος, αυξημένος ρόλος των εμπορικών τραπεζών.

Υποβοήθηση της ανασυγκρότησης των παραγωγικών δυνάμεων με πλήρη αξιοποίηση των ηθικών και υλικών κινήτρων στην εργασία.

Αξιοποίηση αστών ειδικών στην παραγωγή.

Πολιτική βαθμιαίου περιορισμού των καπιταλιστικών στοιχείων.

Τα ειδικότερα οικονομικά μέτρα της ΝΕΠ αφορούσαν:9

Α) Αντικατάσταση της επίταξης του υπερπροϊόντος των αγροτών με το «φόρο σε είδος», που ήταν αναλογικά δύο φορές μικρότερος, πράγμα που έδωσε κίνητρο αύξησης της παραγωγής στους αγρότες. Ο φόρος σε είδος επιβαλλόταν πριν από τη σοδειά και διαφοροποιούταν ανάλογα με την κατάσταση των νοικοκυριών, δίνοντας έτσι ώθηση στην αύξηση της παραγωγής και την καλλιέργεια νέων εκτάσεων. Ενίσχυσε τους δεσμούς της αγροτιάς με τους εργάτες.

Β) Κατάργηση της απαγόρευσης του εμπορίου (εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων) που είχε επιβληθεί επί πολεμικού κομμουνισμού. Δημιουργήθηκε κρατική επιτροπή εμπορίου που ρύθμιζε τους κανόνες λειτουργίας του. Εκτός από την ανάπτυξη του ιδιωτικού εμπορίου δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στην ανάπτυξη του συνεταιριστικού εμπορίου. Η επαναλειτουργία του εμπορίου ενίσχυσε τους οικονομικούς δεσμούς της πόλης με το χωριό και έδωσε τη δυνατότητα στους αγρότες, πώλησης του πλεονάσματος παραγωγής για την αγορά βιομηχανικών προϊόντων. Η αναζωογόνηση του εμπορίου (χονδρικό και λιανικό) ενίσχυσε τα καπιταλιστικά στοιχεία, τόσο στη σφαίρα της κυκλοφορίας, όσο και στη σφαίρα της παραγωγής (μικρομεσαία βιομηχανία).

Γ) Παραχωρήθηκαν με ενοίκιο για εκμετάλλευση διάφορες Μικρομεσαίες Επιχειρήσεις που είχαν επιταχθεί επί πολεμικού κομμουνισμού. Και αυτό το μέτρο είχε ως συνέπεια την ενίσχυση των καπιταλιστικών στοιχείων.

Δ) Εφαρμογή κρατικού καπιταλισμού, με την υπογραφή συμβολαίων εκμετάλλευσης φυσικών πόρων με συμμετοχή του κράτους, από εγχώριες και ξένες επιχειρήσεις, με ταυτόχρονη εφαρμογή της «καταγραφής και του έλεγχου» της παραγωγής και διανομής εκ μέρους των εργατών.

Ε) Κατάργηση της αυστηρής συγκεντρωτικής διεύθυνσης που είχε επιβάλλει ο πολεμικός κομμουνισμός και πέρασμα των κρατικών επιχειρήσεων στο σύστημα της κοστολόγησης και των αρχών της «οικονομικής ιδιοσυντήρησης», για αύξηση της παραγωγής και ενίσχυση της αποδοτικότητας τους.

Στη δέσμη των πιο πάνω μέτρων, αργότερα προστέθηκαν σειρά από άλλα μέτρα, όπως η νομισματική μεταρρύθμιση (1922-24), ενώ διατηρήθηκαν σε ισχύ τα μέτρα εθνικοποίησης των τραπεζών και το κρατικό μονοπώλιο εξωτερικού εμπορίου, κ.ά., που είχαν ληφθεί στην πρώτη φάση.

Τα οικονομικά μέτρα της ΝΕΠ, ως προς το ταξικό τους περιεχόμενο, είχαν αντιφατικό χαρακτήρα. Ο Λένιν επισήμανε σχετικά ότι «τώρα επιτρέπεται να αναπτύσσεται το ελεύθερο εμπόριο και ο καπιταλισμός, που όμως ρυθμίζονται από το κράτος, ενώ από το άλλο μέρος οι κρατικές επιχειρήσεις περνούν στη λεγόμενη αρχή της οικονομικής ιδιοσυντήρησης, δηλαδή στην ουσία σε σημαντικό βαθμό σε εμπορικές και καπιταλιστικές αρχές. Το προλεταριακό κράτος χωρίς να αλλάξει την ουσία του, μπορεί να επιτρέψει την ελευθερία του εμπορίου και την ανάπτυξη του καπιταλισμού μόνο ως ένα ορισμένο βαθμό και μόνο με τον όρο, ότι το ελεύθερο εμπόριο και ο ιδιωτικός καπιταλισμός θα υπόκεινται σε ρύθμιση (επίβλεψη, έλεγχο, καθορισμό των μορφών, της τάξης πραγμάτων, κλπ) από το κράτος».10

Τα μέτρα της ΝΕΠ συνετέλεσαν στην αναζωογόνηση της παραγωγής και στην εδραίωση της σοβιετικής εξουσίας, ενώ ταυτόχρονα ενίσχυσαν τα καπιταλιστικά στοιχεία. Δίπλα στα παλιά υπολείμματα των εκμεταλλευτριών τάξεων, εμφανίστηκε ένα νέο στρώμα νεόπλουτων, οι «νέπμεν», γεγονός που καθόρισε και την κύρια οικονομική αντίθεση της μεταβατικής περιόδου, η οποία συμπυκνώθηκε στο δίλημμα «ποιος-ποιον». Δηλαδή ποια τάξη θα ηγεμονεύσει στις εξελίξεις και θα δημιουργήσει τους όρους για να νικήσουν τα καπιταλιστικά στοιχεία ή ο σοσιαλισμός;11

Ο Λένιν γνωρίζοντας τους κινδύνους από την αναζωογόνηση των καπιταλιστικών στοιχείων, θεωρούσε ότι κάνοντας ένα βήμα πίσω, διευκόλυνε τη σοβιετική εξουσία να κάνει στη συνέχεια δύο βήματα εμπρός. Εκτιμούσε ότι ο σοσιαλιστικός τομέας της οικονομίας και ο τομέας του κρατικού καπιταλισμού, με ισχυρό ρυθμιστικό ρόλο του σοβιετικού κράτους και εργατικό έλεγχο (καταγραφή και έλεγχο της παραγωγής και διανομής, προστασία εργατικών δικαιωμάτων, κ.ά.), μπορούσε να κερδίσει τη μάχη. Τελικά το αποτέλεσμα δικαίωσε τις εκτιμήσεις του Λένιν. Η αγροτική παραγωγή αυξήθηκε όπως και η βιομηχανική, ενώ βελτιώθηκε η κατάσταση των αγροτών και των εργατών. Η αγροτική παραγωγή το 1925 είχε φθάσει το 83,7% του 1913, ενώ η βιομηχανική παραγωγή, η παραγωγικότητα εργασίας και το επίπεδο μισθών, ήταν το 1926 στα επίπεδα του 1913.

Η ΝΕΠ, η οποία, σύμφωνα με τον Λένιν, παρά τους κινδύνους της, ήταν ο κατάλληλος τρόπος προσέγγισης των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών στις συνθήκες της μετεμφυλιακής Ρωσίας, συνδεόταν επίσης στενά με το λενινιστικό σχέδιο για τον εξηλεκτρισμό. Στους λόγους και τα γραπτά του της περιόδου ο Λένιν υπογράμμιζε αδιάλειπτα ότι η προώθηση του εξηλεκτρισμού ήταν η πρώτη προτεραιότητα για τη Σοβιετική Ρωσία. Παραπέρα βήματα προς το σοσιαλισμό, στην αγροτική οικονομία και αλλού, μπορούσε να αναληφθούν μόνο με τον όρο ότι θα είχε προωθηθεί επαρκώς το πρόγραμμα του εξηλεκτρισμού. Συνόψισε αυτές τις θέσεις με δυο λακωνικές φόρμουλες: «Σοσιαλισμός = σοβιέτ + εξηλεκτρισμός» και «Από τη Ρωσία της ΝΕΠ θα βγει η σοσιαλιστική Ρωσία».

Από την άλλη, παρά την ανάπτυξη των Ε/Χ-σχέσεων, το βάρος του ιδιωτικού το­μέα της οικονομίας, περιοριζόταν βαθμιαία όπως και των καπιταλιστικών στοιχείων. Το 1923-24 το ιδιωτικό εμπόριο ήλεγχε 57,7% του εμπορίου, ενώ το κράτος 42,3%. Το 1924-25 η κατάσταση ήταν αντίστροφη. Επίσης ο σοσιαλιστικός τομέας το 1924 είχε 80% της βιομηχανικής παραγωγής και ο ιδιωτικός μόνο 20%. Σημαντική ανάπτυξη πήρε επίσης το κίνημα των εθελοντικών συνεταιρισμών, αρχικά των προμηθευτικών και σε συνέχεια των παραγωγικών. Το 1925 υπήρχαν 54.812 συνεταιρισμοί, ενώ μέχρι το 1930 ο αριθμός τους αυξήθηκε κατά 3 φορές, ελέγχοντας το 25% της παραγωγής αγροτικών προϊόντων.12

Σημαντικό ρόλο στην εφαρμογή της ΝΕΠ έπαιξε ο Γκριγκόρι Σοκόλνικοφ, ο οποίος τοποθετήθηκε με πρόταση του Λένιν, Λαϊκός Επίτροπος Οικονομικών (υπουργός Οικονομικών), θέση που διατήρησε στα 1921-1927.13Ο Σοκόλνικοφ ήταν υπέρ του δραστικού περιορισμού των διοικητικών μορφών διεύθυνσης της οικονομίας και ενίσχυσης των οικονομικών μοχλών, με τη χρησιμοποίηση όλου του πλέγματος των «εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων» και με ισχυρή κρατική ρύθμιση. Προχώρησε σε νομισματική μεταρρύθμιση και δημιουργία τραπεζικού συστήματος με επικεφαλής την κρατική τράπεζα Gosbank.14Πήρε μέτρα σταθεροποίησης του ρουβλιού με την έκδοση ειδικών κρατικών τίτλων (chervonets) σε αντίκρισμα χρυσού.

Προχώρησε επίσης στη δημιουργία φορολογικού μηχανισμού και στην αντικατάσταση του φόρου σε είδος (1925), με ενιαίο αγροτικό φόρο σε χρήμα. Ήταν υπέρ του ισοσκελισμένου κρατικού προϋπολογισμού και της αποκέντρωσης των πόρων του, καθώς και της ενίσχυσης των προϋπολογισμών των τοπικών οργάνων (αυτοδιοίκησης). Επίσης ήταν υπέρ της μεγάλης μείωσης των στρατιωτικών δαπανών. Τέλος τάχτηκε κατά των υποστηρικτών της «αυτάρκειας» και θεωρούσε «αντιδραστική ουτοπία» την αποκοπή της χώρας από τη διεθνή αγορά. Ήταν υπέρ του κρατικού μονοπωλίου στο εξωτερικό εμπόριο και της δημιουργίας μικτών εταιριών εξωτερικού εμπορίου, για τις οποίες ωστόσο ο Λένιν είχε σοβαρές αντιρρήσεις.

Εξαιτίας της αντιφατικότητας των μέτρων της ΝΕΠ, στους κόλπους των Μπολσεβίκων υπήρξαν έντονες αντιδράσεις, από τη λεγόμενη «αριστερή πτέρυγα» για την αναζωογόνηση των καπιταλιστικών στοιχείων και το ρόλο της αγοράς. Από την άλλη οι επιτυχίες της ΝΕΠ ενίσχυαν τις απόψεις για την πλατιά χρησιμοποίηση των Ε/Χ-σχέσεων, ενώ η «κεντριστική» τάση τασσόταν υπέρ του συνδυασμού τους. Ο θάνατος του Λένιν (Απρίλης 1924) άφησε δυσαναπλήρωτο θεωρητικό και πολιτικό κενό στο Κομμουνιστικό Κόμμα όσο και στην κυβέρνηση των Σοβιέτ.

Το 1928 άρχισε η εφαρμογή του πρώτου πεντάχρονου πλάνου (1928-32) το οποίο ενίσχυσε τις διοικητικές μέθοδες διεύθυνσης της οικονομίας και σηματοδότησε ουσιαστικά το τέλος της ΝΕΠ. Μπροστά στο κόμμα των Μπολσεβίκων, τέθηκαν κρίσιμα ερωτήματα για την παραπέρα κίνηση της νεαρής Σοβιετικής Ένωσης στο δρόμο του σοσιαλισμού. Τα θέματα του εξηλεκτρισμού, της εκβιομηχάνισης, της αναζήτησης δρόμων υπέρβασης της μικρής παραγωγής, της συνεταιριστικοποίησης των αγροτών, κ.ά. Θέματα τα οποία περιπλέχτηκαν με εσωκομματικούς ανταγωνισμούς και «ενοχοποίηση» απόψεων αδικώντας γόνιμες αναζητήσεις. Ειδικότερα οι αντιθέσεις μεταξύ Στάλιν, Τρότσκι, Μπουχάριν, Ζινόβιεφ, Κάμενεφ, κ.ά., «ομαδοποιήθηκαν» στην κορυφή του κόμματος, ενώ οι τελικές αποφάσεις στα συνέδρια και όργανα του ΚΚΣΕ και του Ανωτάτου Σοβιέτ, οδήγησαν σε περιθωριοποίηση απόψεων και προσώπων, εντείνοντας τις αντιθέσεις σε ηγετικό επίπεδο.

Ειδικότερα μετά την ανάδειξη του Στάλιν στην ηγεσία του κόμματος, παρά τις ρητές προειδοποιήσεις του Λένιν, η κατάπνιξη της εσωκομματικής δημοκρατίας οδήγησε από τα τέλη της δεκαετίας του 1920 στη λήψη σοβαρών λαθεμένων αποφάσεων. Η ολοκληρωτική και βίαιη κολεκτιβοποίηση, χωρίς την ύπαρξη των αναγκαίων υλικοτεχνικών όρων, διατάραξε τη συμμαχία της εργατικής τάξης με την αγροτιά, στη διαφύλαξη της οποίας επέμενε απόλυτα ο Λένιν. Η απροετοίμαστη προώθηση των αλλαγών προκάλεσε σοβαρές κρίσεις, όπως αγροτικές ταραχές, ο λιμός του 1932-33, με μεγάλες απώλειες σε υλικούς πόρους και ανθρώπινες ζωές. Αυτό, με τη σειρά του επέδρασε παραπέρα αρνητικά στην πολιτική και κοινωνική ζωή στην ΕΣΣΔ, με την καλλιέργεια της προσωπολατρίας, το συστηματικό παραμερισμό στελεχών που διαφωνούσαν με τον Στάλιν. Η πρακτική των «εκκαθαρίσεων» και των «δικών της Μόσχας» στην δεκαετία του 1930, κ.ά., είχε ως αποτέλεσμα να αφυδατωθεί η δημοκρατία των Σοβιέτ και να αμαυρωθούν τα ιδανικά του Οκτώβρη.15




Σχέσεις «πλάνου-αγοράς» στο σοσιαλισμό: η μετέπειτα εμπειρία της ΕΣΣΔ

Το κρίσιμο πεδίο που έμελλε να παίζει καίριο ρόλο στην παραπέρα πορεία της ΕΣΣΔ ως τη διάλυσή της στη δεκαετία του ’90, ήταν οι σχέσεις «πλάνου» και «αγοράς» δηλ. σχεδιοποίησης και εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων στη λειτουργία της σοβιετικής οικονομίας και στην κίνησή της προς την εμβάθυνση των σοσιαλιστικών μετασχηματισμών. Για να συζητήσουμε το συγκεκριμένο ζήτημα, είναι αναγκαίο να σταθούμε πρώτα στη γενική τοποθέτησή του από τους κλασικούς του μαρξισμού, που περιλαμβάνει την ανάλυσή των όρων εμφάνισης και του περιεχομένου των Ε/Χ-σχέσεων γενικά, όσο και στην περίοδο της σοσιαλιστικής μετάβασης και να αποτιμήσουμε στη συνέχεια την εμπειρία της ΕΣΣΔ.

Οι εμπορευματο-χρηματικές σχέσεις ή σχέσεις αγοράς, αποτελούν ιστορικό προϊόν ανάπτυξης της εμπορευματικής παραγωγής που έχει ως βάση το νόμο της αξίας που καθορίζει την ανταλλαγή εμπορευμάτων. Η απλή εμπορευματική παραγωγή εμφανίστηκε στις απαρχές της ανθρώπινης κοινωνίας, αλλά πήρε γενικευμένη μορφή στα πλαίσια του καπιταλισμού, με τη μετατροπή της εργατικής δύναμης σε εμπόρευμα και την παραγωγή υπεραξίας σε όφελος των κατόχων κεφαλαίου. Στον καπιταλισμό, ο νόμος της αξίας, γίνεται νόμος παραγωγής και ιδιοποίησης υπεραξίας και τελικά νόμος κίνησης ολόκληρου του «δέντρου» των εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων (τιμή, χρήμα, μισθός, κόστος, κέρδος, τόκος, επιταγή, ομόλογα, repos, κ.ά. ως τα σύγχρονα χρηματο-οικονομικά παράγωγα).

Ο Μαρξ στο Κεφάλαιο, έδειξε ότι η λειτουργία του νόμου της αξίας (κοινωνικά ανα­γκαίος χρόνος για την παραγωγή ενός εμπορεύματος), οδηγεί σε ταξική διαφοροποίηση των εμπορευματοπαραγωγών (καταστροφή μικρών και ενίσχυση μεγάλων). Ειδικότερα η καπιταλιστική εμπορευματική παραγωγή, που έχει ως βάση το νόμο της υπεραξίας, μετατρέπει τους εύπορους εμπορευματο-παραγωγούς σε αστούς (κεφαλαιοκράτες) και τους φτωχούς σε προλετάριους. Με βάση αυτό, ο Λένιν τόνιζε ότι «η μικρή εμπορευματική παραγωγή, γεννάει τον καπιταλισμό και την αστική τάξη, αδιάκοπα, καθημερινά, κάθε ώρα, αυτόματα και σε μαζική κλίμακα».16Από την άλλη η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, συνεπάγεται την αναρχία και τις δυσαναλογίες στην παραγωγή, καθώς σε περιοδικές κρίσεις υπερπαραγωγής, υψηλή ανεργία, συγκέντρωση πλούτου σε λιγότερα χέρια, κ.ά.

Εξαιτίας των ανταγωνιστικών αντιθέσεων που γεννά η λειτουργία του νόμου της αξίας (υπεραξίας) και του όλου πλέγματος των εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων στον καπιταλισμό, έγινε προσπάθεια κρατικής ρύθμισης της «αγοράς». Έτσι προέκυψε το σύστημα της «κρατικο-μονοπωλιακής ρύθμισης», το οποίο εξασφάλισε, μετά το Β΄ παγκόσμιο πόλεμο ως τις αρχές της δεκαετίας του ’70, μια σχετικά ομαλή λειτουργία και ανάπτυξη της καπιταλιστικής οικονομίας. Ωστόσο οι κεϋνσιανές συνταγές ρύθμισης, παρότι άμβλυναν την οξύτητα των αντιθέσεων και συνετέλεσαν σε μια δικαιότερη κατανομή εισοδήματος (κάτω από την πίεση του εργατικού κινήματος), δεν κατάφεραν να επιλύσουν τις ενδογενείς αντιθέσεις του συστήματος, που είχαν βαθύτερα ως κύρια αιτία τον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την καπιταλιστική ιδιοποίηση (ατομική και εταιρική) των παραγόμενων προϊόντων.17Το πέρασμα στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης του συστήματος όχι μόνο δεν έδωσε λύση στην αποτυχία της κρατικής ρύθμισης, αλλά οδήγησε σε νέα βαθιά κρίση της «ελεύθερης οικονομίας της αγοράς».

Η υπέρβαση του καπιταλισμού με την κατάληψη της εξουσίας από την εργατική τάξη και την κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής στην ΕΣΣΔ και μετά τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο στις άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού», εκτός από την κατάργηση της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, επέτρεψε κατ' αρχήν τη σχεδιασμένη συνένωση των μέσων παραγωγής και των εργασιακών δυνάμεων και την κατανομή των αποτελεσμάτων της παραγωγής, ανάλογα με την προσφορά καθενός στην παραγωγική προσπάθεια. Ταυτόχρονα άλλαξαν οι γενικότεροι όροι λειτουργίας της οικονομίας, με όραμα μια μελλοντική κοινωνία, όπου στη θέση «της διαχείρισης προσώπων θα έμπαινε η διαχείριση πραγμάτων και η διεύθυνση των λειτουργιών της παραγωγής».18

Συνοπτικά, η ιδέα μιας σχεδιασμένης διεύθυνσης της οικονομίας, με στόχο τη σταθερή άνοδο της ευημερίας όλων των πολιτών και μια ανώτερη δημοκρατία με ουσιαστική συμμετοχή του λαού στη διαχείριση των κοινωνικών υποθέσεων, την πνευματική ανάπτυξη και τη γόνιμη πολιτιστική δημιουργία, ήταν και παραμένει μόνη εναλλακτική λύση στο εκμεταλλευτικό και καταπιεστικό κεφαλαιοκρατικό σύστημα, της οικονομικής και πολιτικής κυριαρχίας της αστικής τάξης.

Ωστόσο οι ιστορικές εμπειρίες έδειξαν ότι η κίνηση των κοινωνιών προς το ιστο­ρικά αναγκαίο, δεν ήταν ένας εύκολος δρόμος, όπως ίσως αρχικά είχαν οραματιστεί οι κλασικοί του μαρξισμού και μεταγενέστεροι διανοητές, ηρωικοί επαναστάτες και ριζοσπαστικά κινήματα. Αποδείχτηκε ιδιαίτερα ότι η χρήση των Ε/Χ-σχέσεων στα πλαίσια του σοσιαλισμού και ο συνδυασμός τους με τις απαιτήσεις του «σχεδίου» (πλάνου), είναι μια μακροχρόνια ανάγκη. Αυτό περιλαμβάνει πολλές δυσχέρειες και άγνωστα προβλήματα για την εξασφάλιση μιας βιώσιμης εναλλακτικής λύσης στην καπιταλιστική βαρβαρότητα. Χρειάζεται λοιπόν να ξαναδιαβάσουμε πιο προσεκτικά παλαιότερες και νεώτερες θεωρητικές προσεγγίσεις και κυρίως να βγάλουμε τα αναγκαία διδάγματα από την πλούσια ιστορική εμπειρία της ΕΣΣΔ και των άλλων χωρών.

Ας δούμε λοιπόν, λαμβάνοντας υπόψη τους αντικειμενικούς περιορισμούς του κειμένου, πού σκόνταψε κατ’ αρχήν η σχεδιοποίηση και πού οδήγησαν οι προσπάθειες υπέρβασης των προβλημάτων. Αρχικά τα 5ετή πλάνα στην ΕΣΣΔ, είχαν θεαματικά αποτελέσματα όσο συνδέονταν με την εκτατική (ποσοτική) ανάπτυξη. Η βιομηχανική πα­ραγωγή στο πρώτο 5χρονο 1928-32 αυξανόταν, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, κατά 23,6% ετήσια, και η εργατική τάξη διπλασιάστηκε από 3 σε 6 εκατομμύρια. Ωστόσο, ακόμη και σε αυτή την περίοδο η προσοχή έπεφτε μονόπλευρα στην «ποσότητα», ενώ υπήρχαν προβλήματα σπατάλης, ελλείψεις καταναλωτικών αγαθών και οργανωτικές ανεπάρκειες. Στις μεταπολεμικές δεκαετίες, όταν η οικονομία πέρασε στην εντατική (ποιοτική) ανάπτυξη, οι ρυθμοί αύξησης της βιομηχανικής παραγωγής και του ΑΕΠ, σταδιακά μειώνονταν και η σοβιετική οικονομία μετά το 10ο πεντάχρονο πλάνο (1976-80), βρέθηκε στα μέσα της δεκαετίας του ’80, σε κατάσταση στασιμότητας.19Δηλαδή ο ρυθμός ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών στην παραγωγή και η αξιοποίηση του εργατικού και επιστημονικού δυναμικού σε συνθήκες σχεδιοποίησης, ήταν πολύ αργός σε σχέση με τις απαιτήσεις.

Από την άλλη η επεξεργασία των πλάνων, στα πλαίσια του κεντρικού σχεδιασμού, ήταν «μια δυσκίνητη, γραφειοκρατική, χρονοβόρα και δαπανηρή διαδικασία, με μεγάλο δημοκρατικό έλλειμμα ουσιαστικής συμμετοχής των εργαζόμενων στην επιλογή, την επεξεργασία και υλοποίηση των στόχων... Ο υπερβολικός συγκεντρωτισμός, η γραφειοκρατική επεξεργασία και οι πολλαπλοί δείκτες ελέγχου, δεν άφηναν ουσιαστικά περιθώρια πρωτοβουλιών στη δράση των σοσιαλιστικών επιχειρήσεων… ούτε και πολλές δυνατότητες αμφίδρομων σχέσεων μεταξύ διαφόρων επιπέδων εξειδίκευσης (Κέντρου-Δημοκρατίας-Περιφέρειας-Πόλης)… Επίσης η θεώρηση των αναγκών και ο σχεδιασμός των προϊόντων είχαν μια “στατικότητα” (π.χ. τύποι υποδημάτων που είχαν σχεδιαστεί για τις ανάγκες του πληθυσμού, έμεναν για μια πενταετία ίδιοι, όπως η τεχνολογία, οι πρώτες ύλες κλπ)…. Επίσης στο σχεδιασμένο καθορισμό των τιμών των προϊόντων, υπήρχαν μεγάλες αποκλίσεις μεταξύ πραγματικού κόστους παραγωγής και τελικής τι­μής, που δεν δικαιολογούνταν από κάποιες λογικές εξαιρέσεις (χαμηλότερες τιμές σε βασικά είδη και υψηλότερες σε μη βασικά), με αποτέλεσμα να μην υπάρχει ουσιαστική εικόνα του πραγματικού κόστους σε γενικότερη κλίμακα. Από την άλλη ο αποκλεισμός της μικρής παραγωγής στερούσε τη δυνατότητα αξιοποίησης παραγωγικών δυνατοτήτων στη βάση της συμπληρωματικότητας της μικρής προς τη μεγάλη παραγωγή», κ.ά.20

Αυτή ωστόσο ήταν η μία όψη. Η άλλη αφορούσε τη χρήση των Ε/Χ-σχέσεων.

Κατ’ αρχήν η ύπαρξη σχέσεων αγοράς στο σοσιαλισμό, απορρέει από τον καταμερισμό εργασίας μεταξύ επιχειρήσεων και την ανταλλαγή προϊόντων και υπηρεσιών μεταξύ τους, την ύπαρξη διαφόρων μορφών ιδιοκτησίας (δημόσιας, συνεταιριστικής και ατομικών παραγωγών), καθώς και από την ανάπτυξη εμπορικών σχέσεων με άλλες χώρες. Ωστόσο η λειτουργία τους δεν είναι στοιχειακή αλλά υποτάσσεται στους στόχους της σχεδιοποίησης. Η σφαίρα δράσης τους περιορίζεται (εργατική δύναμη, κοινωνικά αγαθά, υποδομές, γη, κ.ά., παύουν να είναι εμπορεύματα), ενώ η κατανομή των παραγωγικών δυνάμεων στους διάφορους κλάδους γίνεται σχεδιασμένα.

Οι Ε/Χ-σχέσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στο σύστημα οικονομικής ιδιοσυντήρησης των επιχειρήσεων, στον υπολογισμό του κοινωνικά αναγκαίου χρόνου εργασίας, στην κατανομή ανάλογα με την ποσότητα και ποιότητα εργασίας, διαμεσολαβούν σε όλες τις φάσεις αναπαραγωγής του κοινωνικού προϊόντος, μεταξύ κράτους και σοσιαλιστικών επιχειρήσεων, μεταξύ των σοσιαλιστικών επιχειρήσεων, καθώς και μεταξύ επιχειρήσεων και πολιτών, με τη μεσολάβηση χρήματος και όλων των κατηγοριών της εμπορευματικής παραγωγής (τιμές, κόστος, πίστωση, κέρδος, κ.ά.). Με άλλα λόγια στο σοσιαλισμό, η εμπορευματική παραγωγή και ο νόμος της αξίας δεν καταργούνται, αλλά υφίστανται σοβαρές αλλαγές υπό την επίδραση των νέων σχέσεων παραγωγής (κοινωνική ιδιοκτησία στα βασικά μέσα παραγωγής, σχεδιοποίηση, συρρίκνωση σφαίρας δράσης τους, κρατικές ρυθμίσεις, εποπτεία και έλεγχοι, κ.ά.).

Ωστόσο το κύριο ερώτημα παραμένει αναπάντητο: πού σταματούν τα όρια του σχε­διασμού και πού αρχίζουν οι σχέσεις αγοράς; Ποιο το βάρος του καθενός στη ρύθμιση της οικονομικής δραστηριότητας; Τέλος, πώς μπορούν να συναρθρωθούν αποδοτικά με στόχο την αναπτυγμένη σοσιαλιστική κοινωνία; Πρόκειται για δύο μηχανισμούς διεύθυνσης της οικονομίας εν δυνάμει ανταγωνιστικούς μεταξύ τους, που το βάρος τους διαφοροποιείται στην πορεία ανάπτυξης του σοσιαλισμού. Στη μεταβατική περίοδο ο ρόλος των Ε/Χ-σχέσεων, για αντικειμενικούς λόγους παραμένει ισχυρός, λόγω των διαφορετικών μορφών ιδιοκτησίας και της ανάγκης ανταλλαγών μεταξύ τους, αλλά στα πλαίσια των δεσμεύσεων του σχεδίου. Για την αποτροπή παρενεργειών που σηματοδοτεί η λειτουργία τους (τάση εμφάνισης και ανάπτυξης καπιταλιστικών στοιχείων), απαιτείται ισχυρή κρατική ρύθμιση και ουσιαστικός εργατικός έλεγχος, με στόχο την εξυπηρέτηση των κοινωνικών αναγκών. Για να χρησιμοποιήσουμε μια άλλη έκφραση, οι Ε/Χ-σχέσεις έχουν το διπλό πρόσωπο του Ιανού, ενώ η χρήση τους πρέπει να βρίσκεται πάντα υπό συνεχή έλεγχο και παρακολούθηση. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον οικονομικό μηχανισμό, αλλά και τη λειτουργία του εποικοδομήματος (πολιτικό σύστημα). Οι μορφές και τα όρια λειτουργίας τους σε συνθήκες σοσιαλιστικού μετασχηματισμού δεν είναι σαφώς καθορισμένα και η ιστορική εμπειρία έδειξε σοβαρές δυσχέρειες διαχείρισής τους, οφειλόμενες όχι μόνο στην απειρία της εξουσίας της εργατικής τάξης, αλλά και στο σχετικά χαμηλό επίπεδο οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες όπου επικράτησε η επανάσταση, στην ΕΣΣΔ όσο και τις άλλες χώρες του «υπαρκτού σοσιαλισμού».

Από την άλλη το «σχέδιο», θέτοντας τις γενικές προτεραιότητες της κοινωνικο-οι­κονομικής ανάπτυξης και εξασφαλίζοντας τους αναγκαίους πόρους (μέσων παραγωγής και εργασιακών δυνάμεων) για την ανάπτυξη των διαφόρων κλάδων και τομέων της οικονομίας, προωθεί, με το ισχυρό δίκτυο κρατικών επιχειρήσεων στα βασικά μέσα πα­ραγωγής και τις δημόσιες επενδύσεις, τη δημιουργία των αναγκαίων τεχνικο-οικονομικών και κοινωνικών υποδομών, την παροχή δωρεάν (ή με πολύ χαμηλό τίμημα) στους πολίτες των βασικών κοινωνικών αγαθών (υγείας, παιδείας, κατοικίας, συγκοινωνιών, υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, κ.ά.). Ταυτόχρονα αξιοποιεί τις Ε/Χ-σχέσεις και εν γένει τους «οικονομικούς μοχλούς ρύθμισης» (τραπεζικές πιστώσεις, επιτόκιο, φορολογία, έλεγχος τιμών, δημόσιες δαπάνες, κ.ά.), για τον υπολογιστικό-λογιστικό έλεγχο της αποδοτικής διαχείρισης των κρατικών πόρων, την κατανομή σύμφωνα με την ποσότητα και ποιότητα εργασίας, την ενθάρρυνση της παραγωγικότητας της εργασίας, την αύξηση της αποδοτικότητας κρατικών επιχειρήσεων και κοινωνικών φορέων και συνολικά της οικονομίας.

Όσον αφορά την οριστική εξάλειψη των Ε/Χ-σχέσεων, δεν εξαρτάται από την πολιτική βούληση ή τις εκάστοτε μεθόδους διοίκησης, αλλά από την ύπαρξη των απαραίτητων αντικειμενικών όρων. Σε γενικευμένη κλίμακα, οι όροι αυτοί εμφανίζονται μόνο στην αναπτυγμένη σοσιαλιστική κοινωνία, σε ένα πολύ υψηλό επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικότητας της εργασίας. Τότε που τα προϊόντα εργασίας δεν θα είναι εμπορεύματα, γιατί η εργασία θα έχει άμεσο κοινωνικό χαρακτήρα και η κατανομή τους θα γίνεται «από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητες του, στον καθένα σύμφωνα με τις ανάγκες του». Αλλά ακόμα και τότε «οι συμβατικοί οικονομικοί υπολογισμοί θα εξακολουθούν να είναι αναγκαίοι».21Όπως παρατηρεί ο Μαρξ, «ο χρόνος εργασίας, ακόμα και στην περίπτωση όπου θα έχει καταργηθεί η ανταλλακτική αξία, παραμένει πάντα η δημιουργός ουσία του πλούτου και το μέτρο του κόστους που απαιτεί η παραγωγή του».22

Σε όλη την 70χρονη πορεία της ΕΣΣΔ, η χρησιμοποίηση των Ε/Χ-σχέσεων πέρασε από διάφορες φάσεις. Μετά την εφαρμογή των 5ετών πλάνων και την ουσιαστική εγκατάλειψη της ΝΕΠ, ο ρόλος τους συρρικνώθηκε ενώ η παραδοσιακή τους λειτουργία περιορίστηκε κυρίως στον αγροτικό τομέα με τη λειτουργία των κολχόζ. Η κυρίαρχη αντίληψη στη δεκαετία του ’30 ως το θάνατο του Στάλιν, ήταν ότι οι Ε/Χ-σχέσεις θα εξαλειφθούν σύντομα μαζί με τα «καπιταλιστικά υπολείμματα». Ωστόσο μετά το θάνατο του Στάλιν ξανάρχισαν οι συζητήσεις για τη θέση τους στη σοβιετική οικονομία23και στη δεκαετία του ’60 με τις μεταρρυθμίσεις Κοσύγκιν (1966), ο ρόλος τους σχετικά ενισχύθηκε, με τη διεύρυνση της αυτοτέλειας των επιχειρήσεων στην επεξεργασία και υλοποίηση των πλάνων. Παρ’ όλα αυτά, ο κεντρικός σχεδιασμός παρέμεινε ο βασικός μηχανισμός διεύθυνσης της οικονομίας, ο οποίος καθόριζε την κατανομή των αναγκαίων μέσων παραγωγής και τις εργασιακές δυνάμεις στους διάφορους κλάδους, τους χρηματικούς πόρους, την ονοματολογία των προϊόντων, κ.ά., ενώ το κράτος αναλάμβανε τη ρευστοποίησή τους, προς το κράτος, τις άλλες επιχειρήσεις και το λιανικό εμπόριο, υπό καθεστώς αυστηρής συγκεντρωτικής διεύθυνσης και ελέγχου.

Στη δεκαετία του ’80 με την ανάδειξη του Μ. Γκορμπατσόφ στην ηγεσία του ΚΚΣΕ και της ΕΣΣΔ, αποφασίστηκε η εφαρμογή μέτρων οικονομικής «ανασυγκρότησης» (περεστρόικα) και πολιτικής «διαφάνειας» (γκλάσνοστ)24, με στόχο το ξεπέρασμα των κρισιακών φαινομένων και την αναγέννηση του σοσιαλισμού. Σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου Σοβιέτ (30.6.1987), στα πλαίσια της περεστρόικα, προβλεπόταν ευρύτατος εκδημοκρατισμός της διεύθυνσης της εθνικής οικονομίας, με διεύρυνση της αυτοτέλειας των κρατικών επιχειρήσεων και πέρασμά τους στην αρχή της πλήρους οικονομικής ιδιοσυντήρησης, της αυτοχρηματοδότησης και της αυτοδιεύθυνσής τους. Αποφασίστηκε επίσης ο μετασχηματισμός του συστήματος σχεδιοποίησης, των οικονομικών κινήτρων και των οργανωτικών δομών διεύθυνσης, καθώς και βαθιές αλλαγές στις διευθύνσεις κλάδων και περιοχών. Αποφασίστηκε τέλος η ουσιαστική μετάβαση, από τις κατ’ εξοχήν «διοικητικές» στις κατ’ εξοχήν «οικονομικές» μεθόδους διεύθυνσης της οικονομίας.25Δηλαδή ουσιαστική ενίσχυση του ρόλου των εμπορευματο-χρηματικών σχέσεων, με χαλάρωση της κρατικής ρύθμισης και του ελέγχου.

Συνοπτικά τα μέτρα της περεστρόικα,26αφορούσαν πρώτα απ’ όλα το νέο καθεστώς λειτουργίας των κρατικών επιχειρήσεων, που αποτελούσε τη βάση της ανασυγκρότησης όλης της διεύθυνσης της σοβιετικής οικονομίας. Ήταν επίσης οι ριζικές αλλαγές στη συγκεντρωτική διεύθυνση της οικονομίας (κεντρικός σχεδιασμός) με την επικέντρωση κυρίως στα ζητήματα που καθορίζουν τη στρατηγική, την ποιότητα, τους ρυθμούς και τις αναλογίες ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Επίσης, η ριζική μεταρρύθμιση των διαδικασιών σχεδιασμού, διαμόρφωσης των τιμών και του χρηματοπιστωτικού μηχανισμού, καθώς και η δημιουργία χονδρεμπορίου των μέσων παραγωγής, ανασυγκρότηση της διεύθυνσης επιστημονικο-τεχνικής προόδου και των εξωτερικών σχέσεων. Τέλος, προβλεπόταν το πέρασμα, από το υπερβολικά συγκεντρωτικό σύστημα διοίκησης του κράτους στο δημοκρατικό, με ενίσχυση του ρόλου των κατώτερων οργάνων εξουσίας, τον αυστηρό καθορισμό των αρμοδιοτήτων και τη ριζική αλλαγή του στιλ και μεθόδων δράσης των κομματικών, κρατικών και οικονομικών οργάνων, κ.ά.

Δεν χωράει αμφιβολία ότι η ιδέες της περεστρόικα απηχούσαν αντικειμενικές ανάγκες της σοβιετικής κοινωνίας, για υπέρβαση της στασιμότητας και αντιμετώπιση των κρισιακών φαινομένων. Από αυτήν την άποψη, η κριτική της περεστρόικα στην «παλιά κατάσταση πραγμάτων», ήταν βάσιμη και εντόπιζε τις κυριότερες αιτίες των προβλημάτων. Ωστόσο στο πεδίο της εξόδου από την κρίση, υπήρξαν εσφαλμένες επιλογές, μεγάλο έλλειμμα ταξικής θεώρησης και έντονος υποκειμενισμός στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Επιπλέον αγνοήθηκε ο ρόλος του λαϊκού παράγοντα ως «κινητήριας δύναμης» των αλλαγών και της αντιμετώπισης ανεπιθύμητων εξελίξεων, ενώ από την άλλη, οι αλλαγές εμφανίζονταν μονοσήμαντα ότι οδηγούν σε «περισσότερο σοσιαλισμό», σε αντίθεση με την πρακτική του Λένιν που εξηγούσε όχι μόνο τα πλεονεκτήματα, αλλά και τους κινδύνους εφαρμογής της ΝΕΠ, δίνοντας μάλιστα ιδιαίτερη έμφαση για να καμφθούν οι προβαλλόμενες αντιρρήσεις.27 Μεγάλες είναι οι ευθύνες της ηγεσίας του ΚΚΣΕ και πρώτα απ’ όλα του Μ. Γκορμπατσόφ, τόσο για τις λαθεμένες θεωρήσεις και αποφάσεις, όσο και για το μεγάλο έλλειμμα βαθύτερης γνώσης των οικονομικών ζητημάτων και πολύ περισσότερο το έλλειμμα ταξικής θεώρησης.

Ειδικότερα στο νέο νόμο για τις κρατικές επιχειρήσεις (ενώσεις), υπήρξε μεγάλη σύγχυση στο ζήτημα της παλλαϊκής ιδιοκτησίας, με αποτέλεσμα αντί την ενίσχυση και αποτελεσματική αξιοποίησή της, να μετατραπεί ουσιαστικά σε ομαδική ιδιοκτησία, η οποία με μεταγενέστερες ρυθμίσεις (μετοχοποίηση) οδηγήθηκε στην ιδιωτικοποίησή της. Ο Λένιν μετά την επανάσταση είχε εκφράσει την πλήρη αντίθεσή του στο πέρασμα της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής στις κολεκτίβες των εργαζόμενων. «Καθήκον του σοσιαλισμού» τόνιζε, «είναι να περάσουν όλα τα μέσα παραγωγής στην ιδιοκτησία του λαού και καθόλου δεν είναι να περάσουν τα πλοία στους ναυτεργάτες και οι τράπεζες στους τραπεζοϋπαλλήλους…. Βασική προϋπόθεση σε μας είναι η πειθαρχία και η οργανωμένη παράδοση όλης της ιδιοκτησίας στο λαό, όλων των πηγών του πλούτου στα χέρια της σοβιετικής δημοκρατίας και η αυστηρή πειθαρχημένη διαχείρισή τους. Γι’ αυτό όταν μας λένε ότι οι ναύτες των ποταμόπλοιων θα είναι ατομικοί αφέντες της διεύθυνσης, είναι καθαρό ότι εμείς με αυτό δεν συμφωνούμε».28

Κατά συνέπεια άλλο πράγμα το πέρασμα της οικονομίας από τους συγκεντρωτικούς-διοικητικούς μοχλούς διεύθυνσης σε οικονομικούς (έχοντας ως βάση την παλλαϊκή ιδιοκτησία) και άλλο η μετατροπή της τελευταίας σε ομαδική ιδιοκτησία, η οποία στην πορεία κατακερματίζεται σε πολλοστημόρια ατομικής ιδιοκτησίας, που φθάνει σε μια κατάσταση παρόμοια με τις «εταιρίες λαϊκής βάσης». Η κυριότητα, νομή, διάθεση και διαχείριση της παλλαϊκής ιδιοκτησίας, αντί να είναι σε όφελος όλων των εργαζόμενων και της κοινωνίας, γίνεται μόνο σε όφελος της συγκεκριμένης κολεκτίβας. Αυτό οδηγεί με τη σειρά του στην εμφάνιση «ομάδων συμφερόντων» που δρουν ανταγωνιστικά μεταξύ τους κατά την κατανομή του υπερπροϊόντος και σε κοινωνική κλίμακα.

Επίσης ο ανταγωνισμός μπορεί να λειτουργεί θετικά ως μοχλός πίεσης για κερδοφό­ρα αποτελέσματα, ωστόσο φέρνει μαζί του την εισοδηματική και ταξική διαφοροποίηση των «εμπορευματο-παραγωγών σοσιαλιστικού τύπου», δηλαδή των κολεκτίβων. Παράλληλα η άνιση κατανομή των παλλαϊκών μέσων παραγωγής στις κολεκτίβες (η αξία των περιουσιακών στοιχείων των κρατικών επιχειρήσεων διαφέρει μεταξύ τους), εντείνει την περιουσιακή και την εισοδηματική διαφοροποίηση των μελών τους. Τέλος. μέσα από τη διαδικασία «μετοχοποίησης» (μοριοποίησης) της παλλαϊκής ιδιοκτησίας και της αγοραπωλησίας μετοχών, άνοιξε ο δρόμος συγκέντρωσής της σε λιγότερα χέρια, ενώ επί Γιελτσιν άνοιξε και επίσημα ο δρόμος της ιδιωτικοποίησης κρατικών επιχειρήσεων και εμφάνισης τελικά των «ολιγαρχών». Αυτό, ασφαλώς, διευκολύνθηκε και από το γεγονός ότι μεταπολεμικά και ιδιαίτερα στα χρόνια της στασιμότητας, είχαν πάρει αρκετή έκταση στη σοβιετική οικονομία τα φαινόμενα της «μαύρης αγοράς», δημιουργώντας έναν σκιώδη κερδοσκοπικό τομέα, όπου εκκολάπτονταν τα έμβρυα της μετέπειτα αστικής τάξης.

Δεν ήταν τυχαίο που αυτές οι ομάδες συμφερόντων –η «μαφία» της μαύρης αγοράς και της «παραοικονομίας», οι διάφοροι κερδοσκόποι και το «σκιώδες κεφάλαιο», καθώς μέρος της κομματικής γραφειοκρατικής ελίτ και ανώτερων στελεχών κρατικών επιχειρήσεων, υπηρεσιών και οργανισμών, που έβλεπαν δυνατότητες γρήγορου πλουτισμού– πίεζαν για μεγαλύτερες αλλαγές, πέρα από τα όρια σοσιαλιστικής προοπτικής, προς την κατεύθυνση επιστροφής στον καπιταλισμό. Αυτό ακριβώς ολοκληρώθηκε επί Γιέλτσιν, όταν στο τιμόνι διεύθυνσης της οικονομίας και της κοινωνίας πέρασαν οι δυνάμεις της καπιταλιστικής παλινόρθωσης.

Συμπερασματικά, οι αλλαγές που προωθούσε η περεστρόικα δημιουργούσαν ή ενίσχυσαν προηγούμενα υπάρχουσες «ομάδες συμφερόντων» με διαφορετικές ταχύτητες και επιδιώξεις. Η ενίσχυση του ρόλου των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων (σχέσεων αγοράς) στη διεύθυνση της οικονομίας, συνοδευόταν από την ενίσχυση όχι των «παλλαϊκών», αλλά των «ομαδικών» και «ατομικών» συμφερόντων, που καλλιεργούσαν αντιλήψεις για περισσότερη «ελεύθερη αγορά» και οι οποίες σε συνθήκες κρίσης και μη ορατών αποτελεσμάτων της ανασυγκρότησης, κέρδιζαν σταθερά περισσότερο έδαφος.

Το έλλειμμα οικονομικο-ταξικής θεώρησης των «σχέσεων αγοράς» (διαφορετικό πε­ριεχόμενο των εμπορευματοχρηματικών σχέσεων σε συνθήκες παλλαϊκής ιδιοκτησίας, διαφορετικό σε συνθήκες ομαδικής ή συνεταιριστικής ιδιοκτησίας και διαφορετικό σε συνθήκες ατομικής εργασιακής απασχόλησης και μικρής καπιταλιστικής παραγωγής), δημιούργησε συγχύσεις στη θεώρηση των αντιθέσεων (και της πάλης συμφερόντων) για τη διανομή του υπερπροϊόντος στο επίπεδο όλης της κοινωνίας.

Στο 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ (Απρίλιος 1990),29υπήρξε ανοικτή διαφοροποίηση μεταξύ των μελών της ηγεσίας, με τη δημιουργία «κίνησης κομμουνιστικής πρωτοβουλίας» που αμφισβήτησε την πολιτική Γκορμπατσόφ. Στο Συνέδριο ψηφίστηκε η πλατφόρμα που εισηγήθηκε ο Γκορμπατσόφ, η οποία έκανε λόγο για πέρασμα στην «οικονομία της ρυθμιζόμενης αγοράς» ή απλά «οικονομία της αγοράς», σε σχέση με την «οικονομία της σχεδιασμένης αγοράς», που γινόταν λόγος την πρώτη περίοδο της περεστρόικα.

Κατά συνέπεια, ενώ η κριτική των λαθών της τελευταίας σοβιετικής ηγεσίας και το τεράστιο έλλειμμα ταξικής θεώρησης των επιλογών της περεστρόικα είναι απαραίτητη, δεν δικαιώνει από την άλλη την εμφάνισή της ως «αντεπανάστασης», όπως επιχειρήθηκε μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ από διάφορες πλευρές. Στην πραγματικότητα, οι μεταρρυθμίσεις ήταν αναγκαίες λόγω των ανεπαρκειών του μοντέλου λειτουργίας της σοβιετικής οικονομίας. Το λάθος της ηγεσίας Γκορμπατσόφ ήταν ότι δεν ανάλυσε σε βάθος το ταξικό τους περιεχόμενο και δεν προσδιόρισε με σαφήνεια τα όρια τους. Η «αντεπανάσταση» (καπιταλιστική παλινόρθωση) ήλθε ως επακόλουθο των αδιεξόδων της περεστρόικα. Η τελευταία πράξη παίχτηκε με την απόπειρα πραξικοπήματος των «συντηρητικών» το καλοκαίρι του 199130, η οποία ουσιαστικά απέτυχε γιατί δεν είχε όραμα που να εμπνέει το λαό, ενώ ταυτόχρονα υπήρξε αντίδραση στρατιωτικών δυνάμεων και του λαού της Μόσχας με επικεφαλής τον Γιέλτσιν. Ο Γκορμπατσόφ επέστρεψε για λίγο στην εξουσία, για να παραμεριστεί οριστικά στο τέλος 1991, μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ και την έναρξη μιας οδυνηρής πορείας επιστροφής της Ρωσίας και σε συνέχεια των άλλων «λαϊκών δημοκρατιών» στον καπιταλισμό και στην «οικονομία της ελεύθερης αγοράς».31Ωστόσο η συγκεκριμένη κατάληξη δεν ήταν ούτε μοιραία, ούτε αναπόφευκτη.




Συμπέρασμα

Επισημάναμε εδώ μόνο ορισμένες βασικές αιτίες των αδιεξόδων του ιστορικού εγχει­ρήματος του Οκτώβρη του ’17, συνδεόμενες με τις δυσχέρειες και τους κινδύνους που απέρρεαν από την αρχική οικονομική καθυστέρηση, το έλλειμμα προηγούμενων εμπειριών σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, τις λαθεμένες επιλογές του Στάλιν στη δεκαετία ’30 και τις ανεπαρκώς μελετημένες μετέπειτα διορθωτικές κινήσεις. Χρειάζεται ωστόσο να δούμε βαθύτερα τις αιτίες της αποτυχίας, εξετάζοντας και τις εμπειρίες των άλλων χωρών, όπως π.χ. της Κίνας, που μέσα από άλλο δρόμο «μεταρρυθμίσεων», με σημαία τη «σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς» και το «σοσιαλισμό με κινέζικα χαρακτηριστικά»,32κατέληξε κι αυτή στην καπιταλιστική παλινόρθωση. Επίσης πρέπει να μελετηθεί η εμπειρία της Κούβας,33όπου παρά τις πιέσεις και τον οικονομικό πόλεμο των ιμπεριαλιστών, κυρίως των ΗΠΑ, το σοσιαλιστικό εγχείρημα παραμένει ζωντανό, εξασφαλίζοντας ποιοτικούς δείκτες ζωής για το λαό της.

Σε κάθε περίπτωση, η εμπειρία της ΝΕΠ και η σχετική θεωρητική προβληματική του Λένιν, έχουν θεμελιώδη σημασία στη μελέτη των ζητημάτων της μετάβασης στο σοσιαλισμό. Η ΝΕΠ ήταν ένα μεταβατικό εγχείρημα που έγινε δυνατό μετά την επαναστατική κατάληψη της εξουσίας, σε συνθήκες όπου είχαν διασφαλιστεί οι πολιτικοί όροι για την έναρξη της σοσιαλιστικής μετάβασης. Ωστόσο, τα ζητήματα των ελιγμών και των ελεγχόμενων υποχωρήσεων που περιλάμβανε, είχαν και έχουν ιδιαίτερη σημασία στη διεξαγόμενη ταξική πάλη στην καπιταλιστική Δύση, όπου η αστική τάξη, όπως είχε επανειλημμένα υπογραμμίσει ο Λένιν, είναι πολύ καλύτερα οργανωμένη από ό,τι στην τσαρική Ρωσία και διαθέτει πολύ περισσότερες δυνατότητες αντίστασης και επιθέσεων ενάντια στο επαναστατικό κίνημα. Στις συνθήκες αυτές, όπως τόνισε ο Λένιν στον λόγο του στο 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, είναι αναγκαίο οι κομμουνιστές να μαθαίνουν και να ξέρουν να εφαρμόζουν όχι μόνο την τέχνη της επίθεσης αλλά και εκείνη της υποχώρησης34. Στην πράξη, αυτό περιλαμβάνει την αναγκαία συγκέντρωση δυνάμεων μέσω μιας πολιτικής συμμαχιών, στο κοινωνικό και στο πολιτικο-κοινοβουλευτικό πεδίο, που θα δημιουργεί σε κάθε φάση το μέγιστο δυνατό ευνοϊκό συσχετισμό δυνάμεων, πάνω στα εκάστοτε επίδικα ζητήματα.

Εκατό χρόνια μετά τη μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, η βαθιά κρίση του καπιτα­λισμού, η έκρηξη των ανισοτήτων και των ανταγωνισμών που γεννά το νεοφιλελεύθερο μοντέλο διαχείρισης, σε κάθε χώρα διεθνώς και στην Ελλάδα, δεν παύει να επαναφέρει διαρκώς, με σύγχρονους όρους στο προσκήνιο, το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα». Στην απόκριση σε αυτό το δίλημμα, πολύτιμη παραμένει πάντα η θεωρητική και μεθοδολογική συμβολή και η γόνιμη αξιοποίηση των διδαγμάτων του Οκτώβρη.




ΣΗΜΕΣΕΙΣ

1. Κ. Μαρξ - Φ. Ένγκελς, «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», Διαλεκτά Έργα, τόμ. ΙΙ, σελ. 42-43.

2. Οι κλασικοί του μαρξισμού χρησιμοποίησαν διάφορους όρους για το πολιτικό καθεστώς της μεταβατικής περιόδου. Και οι τρεις μίλησαν για «δικτατορία του προλεταριάτου» ως επαναστατική εξουσία της εργατικής τάξης. Παράλληλα ο Μαρξ μίλησε για «λαοκρατική δημοκρατία», ο Λένιν για «δημοκρατική δικτατορία του προλεταριάτου και της αγροτιάς», ενώ η Τρίτη Διεθνής έκανε λόγο για «εργατική κυβέρνηση».

3. Κ. Μαρξ, Το Κεφάλαιο, τόμ. Ι, σελ. 787-788.

4. «Τα μέσα παραγωγής –έλεγε ο Ένγκελς– αναμένουν να τα πάρει στην κατοχή της η οργανωμένη κοινωνία για συντονισμένη και σχεδιοποιημένη μεθοδική αξιοποίηση». Κ. Μαρξ - Φ. Ένγκελς, Άπαντα, τόμ. 20, σελ. 154 (ρωσ. έκδ.)

5. Κ. Μαρξ, «Κριτική του Προγράμματος της Γκότα», Κ. Μαρξ - Φ. Ένγκελς, Διαλεχτά Έργα, τόμ. ΙΙ, σελ. 13.

6. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 39, σελ 271 (ρωσ. έκδ.).

7. Β.Ι. Λένιν, «Τα άμεσα καθήκοντα της σοβιετικής εξουσίας», Άπαντα, τόμ. 27 (4η ρωσ. έκδ.), σελ. 219-260.

8. Αναλυτικότεραβλ. E. Andres, (1981), The New Economic Policy. It’s origin and goals, Novosti Press Agency, Μόσχα.

9. Στο ίδιο.

10. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 44, σελ. 342, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή».

11. Ο Λένιν έθεσε χαρακτηριστικά το ερώτημα: «Ποιος ποιον θα ξεπεράσει; Αν προλάβουν οι καπι­ταλιστές να οργανωθούν νωρίτερα, τότε δεν χωράει καμιά συζήτηση πως θα κυνηγήσουν τους κομμουνιστές… Ή η προλεταριακή εξουσία, στηριζόμενη στην αγροτιά θα καταφέρει να βάλει ένα γερό χαλινάρι στους κυρίους καπιταλιστές ώστε …να δημιουργήσει ένα καπιταλισμό που θα πειθαρχεί στο κράτος και θα το υπηρετεί; [Μόνο αν] οι πρωτοπόροι εργάτες και μια μικρή μερίδα πρωτοπόροι αγρότες θα κατανοήσουν αυτό το καθήκον και θα μπορέσουν να οργανώσουν γύρω τους ένα λαϊκό κίνημα… τότε θα βγούμε νικητές». Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, τόμ. 44, σελ. 161, 163.

12. E. Andres, (1981), «The New Economic Policy. It’s origin and goals», Novosti Press Agency, Μόσχα.

13. Πιοαναλυτικάβλ. Sammuel A. Oppeheim (1989), «Between right and left. Grigori Y. Sokolnikov and the development of Soviet State, 1921-29», Slavic Review.

14. Η κεντρική τράπεζα Gosbank, δημιουργήθηκε τον Οκτώβρη του 1921 και από αρχές του 1922 άρχισε τη δημιουργία δικτύου υποκαταστημάτων (το 1924 είχαν φθάσει τα 389). Επίσης το 1926 ίδρυσε εξειδικευμένες κρατικές τράπεζες (Probank, Κεντρική Αγροτική Τράπεζα), καθώς και συνεταιριστική τράπεζα (Πανρωσική Συνεταιριστική Τράπεζα) και άλλους πιστωτικούς οργανισμούς (αναλυτικότερα βλ. στο ίδιο).

15. Το 1925 ο Σοκόλνικοφ, υποστήριξε κείμενο των Ζινόβιεφ-Κάμενεφ-Κρούπσκαγια κατά του Στάλιν για την εσωκομματική δημοκρατία. Αυτό έπαιξε ρόλο στην απομάκρυνσή του από τη θέση του Λαϊκού Επιτρόπου των Οικονομικών και την τοποθέτησή του ως αντιπροέδρου της «κεντρικής επιτροπής σχεδιασμού» (Gosplan), χωρίς ο ίδιος να είναι ένθερμος οπαδός του 5ετούς πλάνου. Το 1928 απομακρύνθηκε από το Gosplan και τέθηκε επικεφαλής της βιομηχανίας πετρελαίου, ενώ το 1929, που τέθηκε σε εφαρμογή το πρώτο 5χρονο πλάνο, ο Σοκόλνικοφ τοποθετήθηκε πρεσβευτής της ΕΣΣΔ στην Αγγλία ως το 1932. Το 1937 με τις σταλινικές «εκκαθαρίσεις» συνελήφθη και καταδικάστηκε σε 10 χρόνια φυλακή, όπου και πέθανε (;) το 1939.

16. Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, τόμ. 41, σελ. 6.

17. Όπως σημειώνει ο Ένγκελς, «στις περιόδους των κρίσεων η αντίφαση ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και την καπιταλιστική ιδιοποίησή της, αγγίζει τα όρια της έκρηξης». Φ. Ένγκελς, «Αντι-Ντίρινγκ», εκδ. Αναγνωστίδη, Αθήνα, σελ. 409.

18. Στο ίδιο, σελ. 417.

19. Αναλυτικότερα, βλ. Γιάννης Τόλιος, (2010), «Οικονομικές αιτίες κατάρρευσης του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού” στην ΕΣΣΔ», στη συλλογή κειμένων, Ο Οκτώβρης και η Εποχή μας, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2010, σελ. 555, 559.

20. Στο ίδιο, σελ. 556.

21. Γιάννης Τόλιος - Χρήστος Κεφαλής, «Η διαπάλη σχεδίου-αγοράς: Μοχλός εξόδου από την κρίση με ορίζοντα το σοσιαλισμό», στη συλλογή κειμένων Κυβέρνηση της Αριστεράς. Δρόμος για το μέλλον ή παρένθεση;, εκδ. Τόπος, Αθήνα 2013, σελ. 242.

22. Κ. Μαρξ, Θεωρίες για την Υπεραξία, τόμ. 3, Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, σελ. 294.

23. Αναλυτικότεραβλ. A.D. Smirnov, V.V. Golosov and V.P. Maximova (1984), The Teaching of Political Economy. A Critique of Non-Marxian Theories, Progress Publishers, Μόσχα.

24. Η πολιτική «διαφάνειας» (γκλάσνοστ) ήταν η πολιτική μεταρρύθμισης του πολιτικού συστήματος και λειτουργιών του σοβιετικού κράτους, σε κεντρικό και ενωσιακό επίπεδο. Αφορούσε σημαντικές αλλαγές με στόχο την ενίσχυση του ρόλου των Σοβιέτ από πάνω μέχρι κάτω, της δημοκρατίας και της ελευθερίας έκφρασης, τη θεσμοθέτηση του πολυκομματισμού, την ενίσχυση της αυτονομίας των ενωσιακών δημοκρατιών, τη μετατροπή του ΚΚΣΕ σε ομοσπονδιακό κόμμα κ.ά. (Για πιο αναλυτική αναφορά βλέπε, Μ. Γκορμπατσόφ, Ανασυγκρότηση-Διαφάνεια-Δημοκρατία, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1988, σελ. 34-76).

25. Η Περεστρόικα στους τόπους δουλειάς, Ντοκουμέντα-Διάλογος, εκδ. Σύγχρονη Εποχή. Αθήνα 1988, σελ. 134-135.

26. Για αναλυτικότερη παρουσίαση των μέτρων της περεστρόικα, αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της και των μετέπειτα εξελίξεων ως την απομάκρυνση του Μ. Γκορμπατσόφ και την οριστική διάλυση της ΕΣΣΔ, βλ. Γιάννης Τόλιος, (2010), «Οικονομικές αιτίες κατάρρευσης του “Υπαρκτού Σοσιαλισμού” στην ΕΣΣΔ», στη συλλογή Ο Οκτώβρης και η Εποχή μας, σελ. 548-575. Εδώ δίνουμε συνοπτικά τα κυριότερα σημεία.

27. «Τώρα κάνουμε στρατηγική υποχώρηση» έλεγε ο Λένιν. «Υποχωρούμε (δεν θα φοβηθούμε να το παραδεχτούμε, δεν είναι φοβερή η υποχώρηση, φοβερές είναι οι ψευδαισθήσεις και οι αυταπάτες, ολέθριος είναι ο φόβος της αλήθειας) – προς τι; Προς τον κρατικό καπιταλισμό (εκχωρήσεις), προς τον συνεταιριστικό καπιταλισμό, προς τον ιδιωτικοοικονομικό καπιταλισμό και προς το εμπόριο…. Δεν είναι άραγε επικίνδυνη αυτή η υποχώρηση; Δεν δυναμώνει τον εχθρό;… Ναι, κίνδυνος. Ναι δυναμώνει. Όμως κάθε άλλη στρατηγική όχι μόνο θα δυναμώσει το εχθρό, αλλά θα του δώσει τη νίκη... Τον κίνδυνο δεν τον υποτιμούμε. Τον ατενίζουμε κατά πρόσωπο. Λέμε στους εργάτες και στους αγρότες: ο κίνδυνος είναι μεγάλος – περισσότερη συνοχή, αντοχή, ψυ­χραιμία…. Κάνουμε κάθε υποχώρηση που μας δυναμώνει και που κομματιάζει τις δυνάμεις του εχθρού». Β.Ι. Λένιν, Άπαντα, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, τόμ. 44, σελ. 487-488, 471.

28. Β.Ι. Λένιν, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, τόμ. 35, σελ. 411-412.

29. Για έναν Ανθρώπινο Δημοκρατικό Σοσιαλισμό. Υλικά 28ου Συνεδρίου ΚΚΣΕ, , εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1990, σελ. 303-304.

30. Το πραξικόπημα των «συντηρητικών» εκδηλώθηκε τη 19η Αυγούστου 1991, όταν ο Γκορμπα­τσόφ ήταν σε διακοπές στην Κριμαία. Πρωταγωνιστές ήταν ανώτατα κρατικά στελέχη με επικεφαλής τους Γ. Γιανάεφ, αντιπρόεδρο της ΕΣΣΔ, Β. Παυλόφ, πρωθυπουργό, Β. Κριουτσκόφ, πρόεδρο της KGB, Λ. Κραβτσούκ, πρόεδρο της Ουκρανίας, Σ. Σουσκέβιτς, πρόεδρο της Λευκορωσίας, κ.ά., που εμφανίστηκαν ως «Κρατική Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης». Ο Γιέλτσιν ως πρόεδρος της Ρωσικής Δημοκρατίας (είχε εκλεγεί τον Ιούλιο 1991), κάλεσε το λαό και το στρατό στη Μόσχα να αποτρέψουν την επικράτησή τους. Μετά τρεις ημέρες το πραξικόπημα κατάρρευσε, οι επικεφαλείς συνελήφθησαν, δικάστηκαν, φυλακίστηκαν, αλλά μετά από λίγο διάστημα αμνηστεύτηκαν. Στις 22 Αυγούστου ο Γκορμπατσόφ γύρισε στη Μόσχα και παρέμεινε πρόεδρος του Ανωτάτου Σοβιέτ ως το τέλος του 1991, την επίσημη ημέρα διάλυσης της ΕΣΣΔ, τη θέση της οποίας πήρε η «Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών» (ΚΑΚ). Από τις αρχές του 1992 ο Γιέλτσιν ως πρόεδρος της Ρωσικής Δημοκρατίας, με τις συμβουλές του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, εφάρμοσε πρόγραμμα νεοφιλελεύθερων οικονομικών μεταρρυθμίσεων με ολέθριες συνέπειες στη μεγάλη πλειοψηφία του ρωσικού λαού (μεγάλες ανατιμήσεις τροφίμων, υψηλά επιτόκια, ιδιωτικοποιήσεις, κλείσιμο επιχειρήσεων, παρατεταμένη ύφεση, κ.ά.), με αποτέλεσμα το 1993, να ξεσπάσουν ογκώδεις λαϊκές διαμαρτυρίες, καθώς το βιοτικό επίπεδο έπεσε κάθετα, ενώ το ΑΕΠ συρρικνώθηκε στο μισό του 1989.

31. Οι κοινωνικές συνέπειες από το σοκ μετάβασης στον καπιταλισμό έχουν σε μεγάλο βαθμό απο­σιωπηθεί από τα δυτικά μέσα ενημέρωσης. Για μια συνοπτική παρουσίαση βλέπε σχετικά: Γιάννης Τόλιος, «Πέντε χρόνια μετά: Οι οικονομίες των πρώην σοσιαλιστικών χωρών», περιοδικό «Άλφα», Νοέμβρης 1995, σελ. 46-51.

32. Για τις μεταρρυθμίσεις στην Κίνα, βλ. Γιάννης Τόλιος, «Οικονομικές Μεταρρυθμίσεις στην Κίνα», περιοδικό Διάπλους, Αθήνα, Ιούνιος-Ιούλιος 2005, σελ. 50-55. Βλέπε επίσης αναλυτικό ειδικό αφιέρωμα του περιοδικού Μαρξιστική Σκέψη, «Κίνα: Από ημι-αποικία στον 20ό, υπερδύ­ναμη στον 21ο αιώνα», τεύχος 17, Απρίλης-Σεπτέμβρης 2015, εκδ. Τόπος, Αθήνα.

33. Για μια συνοπτική παρουσίαση των εξελίξεων με βάση τα κείμενα του 7ου συνεδρίου του ΚΚ Κούβας το 2016, βλ. Καλτσώνης Δ. (2016), «Το 7ο συνέδριο του ΚΚ Κούβας: Πού βαδίζει η κουβανέζικη επανάσταση», Αθήνα, www.iskra.gr.

34. Βλέπε Λένιν, Άπαντα, τόμ. 45, σελ. 281-282.




* Ο Γιάννης Τόλιος είναι διδάκτωρ Οικονομικών.

Τρεις «Εξουσίες», τρία «Δικαστήρια» και ένας «Πρόεδρος»

Παρασκευή, 07/07/2017 - 19:00
Γιάννης Τόλιος,
μέλος ΠΓ της «Λαϊκής Ενότητας»:


Ορισμένα γεγονότα στην πολιτική ζωή, συμπυκνώνουν με ιδιαίτερο τρόπο την ταξική φύση του αστικού συστήματος κυριαρχίας, αποκαλύπτοντας ότι τα περί «δημοκρατίας», «ανθρωπίνων δικαιωμάτων», «λαϊκής βούλησης», «συνταγματικής τάξης» κά, είναι νεκρές έννοιες, ενός πολιτικού συστήματος που βρίσκεται σε βαθειά κρίση και ιστορική παρακμή.

Οι τρεις εξουσίες

Στην πολιτική επιστήμη υπάρχει η διάκριση των εξουσιών, σε «νομοθετική», «εκτελεστική» και «δικαστική», έχοντας ευρύτερο πλαίσιο λειτουργίας το Σύνταγμα και τους νόμους. Δυστυχώς στην ελληνική κοινωνία, κυρίως από το 2010 μέχρι σήμερα, με την εφαρμογή των Μνημονίων, βιώνουμε όχι απλά τη στρέβλωση του ρόλου των τριών εξουσιών σε βάρος της λαϊκής βούλησης, αλλά και την υποταγή τους στα υπερεθνικά κέντρα επικυριαρχίας (EENT-EKT-EMS), με κορυφαίο το άτυπο όργανο Eurogroup, που αναιρεί κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.

Η «νομοθετική εξουσία» με τις πρακτικές του «κατεπείγοντος» και των Πράξεων Νομοθετικού Περιεχομένου (ΠΝΠ), έχει πλήρως ευτελιστεί, με ουσιαστική υποβάθμιση του ρόλου της Βουλής και των βουλευτών (ψηφίζουν κατά κανόνα χωρίς καν να έχουν δει τα πολυσέλιδα κείμενα) και την ουσιαστική υποταγή της στην «εκτελεστική εξουσία» (κυβέρνηση), η οποία με τη σειρά της είναι πλήρως υποταγμένη στις Μνημονιακές δεσμεύσεις και στα κελεύσματα των υπερεθνικών αφεντικών, παράγοντας νομοθετικά «τερατουργήματα», όπως ο πρόσφατος νόμος για τα προαπαιτούμενα της β’ αξιολόγησης με ορίζοντα το ….2060.!! Η τρίτη εξουσία, η «δικαστική», που θεωρείται θεματοφύλακας του Συντάγματος και των νόμων, με πυλώνες τα τρία ανώτατα δικαστήρια (Συμβούλιο Επικρατείας, «Άρειο Πάγο και «Ελεγκτικό Συνέδριο»), είναι κι αυτά πλήρως υποταγμένα στις επιλογές της εκτελεστικής εξουσίας.

Τα τρία δικαστήρια

Ειδικότερα τα τρία δικαστήρια αντί να τηρούν την πεμπτουσία των Συνταγματικών ρυθμίσεων, με καινοφανή σκεπτικά, τις παραβιάζουν βάναυσα, υπηρετώντας της επιλογές των κυβερνήσεων και τελικά της ευρωκηδεμονίας. Πρόσφατο παράδειγμα η απόφαση του «Συμβουλίου Επικρατείας» να κρίνει αντισυνταγματική την πρακτική των παρατάσεων μη παραγραφής των φορολογικών αδικημάτων (λίστες Λαγκάρντ, Μπόγιαρνς, κά), δίνοντας «συγχωροχάρτι φοροδιαφυγής» σε ισχυρά οικονομικά συμφέρονται (φυσικά πρόσωπα & εταιρίες). Προφανώς για το ΣτΕ θεωρείται «αντισυνταγματική» η πρακτική των παρατάσεων μη παραγραφής φορολογικών αδικημάτων, ενώ θεωρείται «συνταγματική» η εξοντωτική φορολογική επίθεση σε μισθωτούς, συνταξιούχους και λαϊκά στρώματα και επιβολής Μνημονίων στο όνομα του ….«δημοσίου συμφέροντος», σύμφωνα με «γνωμοδότηση» του πριν κάποιο διάστημα. Ωστόσο το άρθρο 4 του Συντάγματος, τονίζει ότι «οι έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς διάκριση στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τη δύναμη τους».! Πως το συγκεκριμένο άρθρο περιφρουρείται κατά το ΣτΕ;

Επίσης ο «Άρειο Πάγος» με τη σειρά του, άσκησε πρόσφατα «αναίρεση» κατά του παραπεμπτικού βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών (999/2017), με το οποίο ασκείτο ποινική δίωξη για απιστία, σε έξι εμπειρογνώμονες του ΤΑΙΠΕΔ (τρεις ξένοι), για σκανδαλώδη πώληση και επαναμίσθωση 28 ακινήτων του ελληνικού δημοσίου (στην περίοδο 2013-14), προκαλώντας ζημιά 580 εκατ. € στο δημόσιο. Τα υπερεθνικά αφεντικά, μέσω του αντιπροέδρου της ΕΕ Β.Ντομπρόφσκι, απαίτηση της απαλλαγή τους, …..διαφορετικά δεν πρόκειται να γίνει εκταμίευση της δόσης της β’ αξιολόγησης.!

Τέλος το «Ελεγκτικό Συνέδριο», έκρινε τελευταία αντισυνταγματική την παράταση των συμβάσεων των εργαζόμενων στους ΟΤΑ, καθώς επίσης και την πληρωμή τους (!!), αναγνωρίζοντας ωστόσο ότι καλύπτουν «πάγιες και διαρκείς ανάγκες». Από την άλλη η μειοψηφία του Ελεγκτικού Συνεδρίου, θεωρεί ότι με βάση το ΠΔ 2004 «για την αποτελεσματικότερη προστασία των εργαζόμενων», οι συμβασιούχοι πρέπει να πληρωθούν και να παραμείνουν στη θέση τους μέχρι τη συμπλήρωση 24μηνου. Στη βάση αυτή αναζητείται κάποια προσωρινή λύση, ενώ η σωστή αντιμετώπιση προφανώς είναι η μονιμοποίηση για την «κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών». Διερωτόμαστε αν στο σκεπτικό της απόφασης του Ελεγκτικού Συνεδρίου ελήφθη υπ’ όψιν η ρητή αναφορά του Συντάγματος (άρθρο 22), ότι «η εργασία αποτελεί δικαίωμα και προστατεύεται από το Κράτος, το οποίο μεριμνά για τη δημιουργία συνθηκών απασχόλησης όλων των πολιτών».!

Και ο Πρόεδρος….!

Σύμφωνα με το άρθρο 33 του Συντάγματος, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ορκίζεται ενώπιον της Βουλής, …. «να φυλάσσει το Σύνταγμα και τους νόμους, να μεριμνά για την πιστή τους τήρηση, να υπερασπίζεται την εθνική ανεξαρτησία και ακεραιότητα της χώρας, να προστατεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Ελλήνων και να υπηρετεί το γενικό συμφέρον του ελληνικού λαού». Η εμφανής αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας (κατά Σόϊμπλε η Ελλάδα είναι χώρα περιορισμένης κυριαρχίας) και η επιβολή αποφάσεων από ένα άτυπο υπερεθνικό όργανο το Eurogroup (απαράδεκτο κατά το σημερινό Πρόεδρο Δημοκρατίας, Π.Παυλόπουλο, σύμφωνα με ομιλία του στο Παν/μιο Κόϊμπρα της Πορτογαλίας τον περασμένο χρόνο), τι ευθύνες συνεπάγονται για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας; Ποιος Πρόεδρος και ποια συγκεκριμένα νομοθετήματα απέπεμψε ως αντισυνταγματικά, που αντιβαίνουν το γενικό συμφέρον και πρόοδο του ελληνικού λαού τα τελευταία χρόνια; Ποιο είναι το όριο, παρεμπόδισης της πορείας φτωχοποίησης του ελληνικού λαού, καταβαράθρωσης της οικονομίας και εξανδραποδισμού της νεολαίας;

Όλα τα παραπάνω αποκαλύπτουν το ωμό ταξικό πρόσωπο του αστικού συστήματος κυριαρχίας και υποταγής της άρχουσας ελίτ και των μνημονιακών κομμάτων στα υπερεθνικά αφεντικά, για τη διασφάλιση των στενών, εγωιστικών συμφερόντων της, σε βάρος των μισθωτών, συνταξιούχων, νεολαίας και λαϊκών στρωμάτων. Αυτό το σύστημα κυριαρχίας χρειάζεται με λαϊκούς αγώνες να ανατραπεί, για να ανοίξει ο δρόμος της φιλολαϊκής εξόδου από την κρίση με επικεφαλής μια λαϊκή κυβέρνηση.!

30.6.17




Η εκδήλωση της Πανελλαδική Πρωτοβουλίας “Όχι σε TTIP, CETA,TISA - Όχι στα μνημόνια” με θέμα “Η CETA, τα μνημόνια & η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας”

Τετάρτη, 08/02/2017 - 13:00
Πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 1η Φεβρουαρίου στο Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων η εκδήλωση της Πανελλαδικής Πρωτοβουλίας “Όχι σε TTIP,CETA,TISA-Όχι στα μνημόνια” με θέμα “Η CETA τα μνημόνια και η εκποίηση της δημόσιας περιουσίας”.
Η εκδήλωση έγινε με αφορμή την επικείμενη συζήτηση και πιθανή ψήφιση στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο της CETA, μίας από τις διατλαντικές συμφωνίες που επιχειρούν να επιβάλλουν οι πολυεθνικές επιχειρήσεις για να αυξήσουν τα υπερκέρδη τους.
Κάτι που όπως τόνισαν όλοι οι ομιλητές, εάν γίνει, θα έχει πολύ αρνητικές συνέπειες και για τους λαούς και για το περιβάλλον και των Ευρωπαϊκών χωρών και του Καναδά:
Θα καταργηθεί δηλαδή ουσιαστικά η δημοκρατία, θα απορρυθμιστούν οι εργασιακές σχέσεις και θα καταργηθούν τα εργασιακά δικαιώματα, ενώ θα απαξιωθούν τα εθνικά δικαστήρια, ΄με τη θέσπιση των “ρυθμιστικών αρχών”, όπως είναι ο ISDS. Παράλληλα θα υπάρξουν μεγάλοι κίνδυνοι για τη διατροφική υγεία, αφού θα καταργηθούν οι έλεγχοι στα τρόφιμα, θα πληγεί η τοπική και εθνική αγροτική παραγωγή, και θα υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές το περιβάλλον, το περιβάλλον ιδιαίτερα με την εφαρμογή του fracking. Εκτός όμως από αυτά η CETA και οι άλλες διατλαντικές συμφωνίες προβλέπου την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και των δημόσιων αγαθών και υπηρεσιών και στερεί τα κράτη από τη χάραξη ανεξάρτητης οικονομικής πολιτικής και τους λαούς από βασικά αγαθά και υπηρεσίες.

Βέβαια για τη χώρα μας οι περισσότερες από τις προαναφερθείσες επιπτώσεις συμβαίνουν ήδη με την εφαρμογή των μνημονίων και ιδιαίτερα μετά από την νομική θέσπιση του υπερταμείου και της μετατροπής της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων (ΓΓΔΕΣ)σε ανεξάρτητη αρχή (με βάση το νόμο και το υπερταμείο και η ΓΓΔΕΣ είναι ιδιωτικές εταιρείες που διευθύνονται από τους λεγόμενους “θεσμούς” δηλαδή τους εκπροσώπους των πολυεθνικών)


Στις επιπτώσεις λοιπόν και από την πιθανή εφαρμογή της CETA, αλλά και των εφαρμοζόμενων μηνμονίων σχετικά με την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας και των δημόσιων αγαθών αναφέρθηκαν οι ομιλητές της εκδήλωσης που μίλησαν με τα ακόλουθα θέματα

Ο Μάκης Σταύρου, από την Εναλλακτική Δράση για Ποιότητα Ζωής με θέμα Τι είναι η CETA και ποια η σχέση της με τα μνημόνια

Η Μαρία Καδόγλου, από το Παρατηρητήριο Μεταλλευτικών Ερευνών με θέμα Η CETA, τα μνημόνια, η Ελντοράντο και οι εξορύξεις στη Χαλκιδική

Η Όλγα Σακαλή, Πρόεδρος Συλλόγου Ελλήνων Αρχαιολόγων με θέμα Η CETA, τα μνημόνια, και η εκποίηση των αρχαιολογικών χώρων και των ιστορικών μνημείων

Ο Γιάννης Τόλιος, από την Ενωτική ΑντιΜνημονιακή Συσπείρωση Οικονομολόγων με θέμα Οι οικονομικές πτυχές της CETA και

Ο Κώστας Λυμπέρης από το Συμμετοχικό Ενωτικό Κίνημα Εργαζομένων Συνταξιούχων ΕΥΔΑΠ (ΣΕΚΕΣ-ΕΥΔΑΠ) με θέμα Ο ρόλος της CETA και των μνημονίων στην εκποίηση του νερού

Από όλους τους ομιλητές επισημάνθηκε το γεγονός ότι αν και ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δεσμευθεί προεκλογικά ότι δε θα ψήφιζε καμία από τις υπερατλαντικές συμφωνίες, υποχώρησε και σε αυτό το θέμα και ο υπουργός κ. Σταθάκης υπέγραψε τη CETA σε επίπεδο υπουργών Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μετά από τις ομιλίες ακολούθησε ενδιαφέρων διάλογος και συζητήθηκαν πολλά ερωτήματα σχετικά με τη CETA και την εφαρμογή της στη χώρα μας, ενώ ακούσθηκαν και εμπειρίες πολιτών και από άλλες περιοχές της Ελλάδας, εκτός από τη Χαλκιδική.
Μία από αυτές ήταν από τα Τρίκαλα, όπου όπως τόνισε η εκπρόσωπός της
Επιτροπής Αγώνα Ενάντια στο Φράγμα της Μεσοχώρας, η κυβέρνηση παρά τους αγώνες που έχουν δοθεί και με τη συμμετοχή πολλών σημερινών στελεχών της και παρά τις προεκλογικές της δεσμεύσεις εναντίον της εκτροπής του Αχελώου, τώρα επιμένει να καταστρέψει τη Μεσοχώρα, ένα από τα ωραιότερα χωριά των Τρικάλων, βυθίζοντάς την στο βάθος του φράγματος. Άλλη επίσης εμπειρία καταστροφής φυσικού τοπίου ακούσθηκε από εκπρόσωπο του Περιβαλλοντικού Συλλόγου Ωρωπού, για τη συνεχιζόμενη μόλυνση του ποταμού. Ο ίδιος μάλιστα άκουσε έκπληκτος ότι ο κ Σταθάκης έχει υπογράψει τη CETA και δήλωσε ότι σαν μέλος των Οικολόγων Πράσινων θα έθετε το θέμα στο κόμμα του.

Το συντονισμό της εκδήλωσης έκανε ο δημοσιογράφος Νίκος Κλέτσας



 

stopttipstopmnimonia.blogspot.gr --fb Stopttip Stopmnimonia

Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.