«Στη δουλειά & στον αγώνα»: Ο κοινωνικός χαρακτήρας της Επανάστασης του 1821 – Αλήθειες και ψέματα (βίντεο)
Στην 21η εκπομπή, «Στη δουλειά & στον αγώνα», που παρουσιάζει και επιμελείται ο Γιώργης Χρήστου και μεταδίδεται από το ραδιόφωνο της ΕΡΤopen στους 106,7 FM, το θέμα είναι ο κοινωνικός χαρακτήρας της Επανάστασης του 1821. Υπάρχουν ομοιότητες του τότε με το σήμερα; Ποιος ο ρόλος του τότε κεφαλαίου και των αρχών (προεστών, κοτζαμπάσηδων, εκκλησίας, αστών κ.λπ.); Ήθελαν την επανάσταση, ή έλεγαν πως... άμα βγούμε από το γρόσι, πάει χαθήκαμε;
Η εκπομπή μεταδόθηκε στις 26-03-16.
Σήμερα, κυρίες και κύριοι, με αφορμή την Επανάσταση του 1821, η εκπομπή θα έχει ως μοναδικό της θέμα τον κοινωνικό χαρακτήρα του 1821, το νόημά της και τα διδάγματά της στο σήμερα. Το βασικό της δίδαγμα είναι πως η πάλη των λαών, οι λαϊκές εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις, η πραγματική επαναστατική βία ενάντια στο κεφάλαιο -γιατί και τότε υπήρχε κεφάλαιο- αποτελούν τη δύναμη που κινεί την ιστορία προς τα εμπρός, σε μια πορεία ανατροπής αντιπάλων που φαντάζουν πανίσχυροι, αρκεί να πιστέψει η κοινωνία, ο εξεγερμένος λαός ότι είναι δυνατός και μπορεί να νικήσει.
Υπάρχουν ομοιότητες του τότε, του 1821, και του τώρα, της Ελλάδας του σήμερα. Η απάντηση είναι μία: ΝΑΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ. Το 1821, οι δυνάστες του λαού ήταν η οθωμανική αυτοκρατορία, οι φεουδάρχες, Έλληνες και Τούρκοι, η Ιερή Συμμαχία, η Εκκλησία, το τότε κεφάλαιο δηλαδή. Σήμερα, οι δυνάστες του λαού είναι το κεφάλαιο και η εξουσία του, οι εγχώριοι «νενέκοι» του, οι μνημονιακές κυβερνήσεις και τα φερέφωνά τους, τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, η Εκκλησία - διαχρονικός ο ρόλος της, καθώς το... μότο της «θα δικαιωθείς στην άλλη ζωή, εάν αδικηθείς σε τούτη» ή το «υπομονή, προσευχή και πίστη στο θεό» βολεύει πάντα το κεφάλαιο, αφού ουσιαστικά «ναρκώνει» τους πιστούς με απάθεια και υποταγή, και τους αποτρέπει από το να πάρουν οι ίδιοι την τύχη στα χέρια τους, να αντιδράσουν δυναμικά, να διεκδικήσουν, να ανατρέψουν. Στους σημερινούς δεινάστες, επίσης, οι διεθνείς συμμαχίες, όπως το ΝΑΤΟ, η ΕΕ κτλ., και φυσικά η σημερινή Ιερή Συμμαχία, οι δανειστές τοκογλύφοι.
Σε κάθε ιστορική εποχή, μια κοινωνική τάξη προβάλλει ως πρωτοπόρα, αποτελώντας την ηγέτιδα δύναμη - μοχλό της κοινωνικής προόδου. Το 1821, ο ρόλος αυτός ανήκε στην αστική τάξη, η οποία διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος. Σε μια μακρόχρονη πορεία, οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής έγιναν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων, των καπιταλιστικών. Έπρεπε, λοιπόν, να σπάσουν. Και έσπασαν, με τη νίκη των αστικών επαναστάσεων, οι οποίες συνέτριψαν τη φεουδαρχική εξουσία και συγκρότησαν τα αστικά έθνη – κράτη.
Η έννοια του έθνους, δε, είναι καθαρά αστική έμπνευση, και κυρίως των Φαναριωτών. Άλλωστε, οΚωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στην πεντάτομη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, το λέει ξεκάθαρα: δεν υπάρχει συνέχεια σε αυτό που όλοι μάθαμε στα σχολεία και διδάσκεται και σήμερα στο αρχέγονο και ανάδελφο έθνος «από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της σήμερον».
Η ελληνική επανάσταση του 1821, λοιπόν, δε διέφερε από τις αντίστοιχες επαναστάσεις και κινήματα που σημειώθηκαν σε μια σειρά χώρες το ίδιο διάστημα. Βεβαίως, πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οθωμανικής κατάκτησης, με ηγετική δύναμη την ελληνόφωνη χριστιανική αστική τάξη. Ήταν, επομένως, εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή και αστικοδημοκρατική στο περιεχόμενο. Ο σερραίος επαναστάτης Νίκος Κασομούλης, ένας εκ των πρωταγωνιστών της Επανάστασης του 1821, καταδεικνύοντας το κοινωνικό της περιεχόμενο, αναφέρει:«Ας εξετάση διακεκριμένως οποιοσδήποτε έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν, και θέλει ίδει ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησεν και εκίνησεν τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματολούς εις τα αίματα».
Η προοδευτική αστική τάξη της εποχής του 1821, ως φορέας των νέων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, που ωρίμασε ιδεολογικά μέσα στο περιβάλλον το οποίο είχε διαμορφώσει η γαλλική επανάσταση και οι άλλες μεγάλες αστικές επαναστάσεις της εποχής, μπήκε επικεφαλής του αγώνα ενάντια στους τότε δυνάστες, ξεσηκώνοντας τη φτωχολογιά, τις καταπιεζόμενες από τη φεουδαρχία λαϊκές μάζες. Έτσι, πήραν μέρος ως κινητήριες δυνάμεις, οι πλατιές μάζες της αγροτιάς, καθώς και η μικρή ακόμα αριθμητικά εργατική τάξη (ναύτες, τεχνίτες κ.ά.). Ήσαν Έλληνες, Αρβανίτες (που ήταν και οι περισσότεροι οπλαρχηγοί της επανάστασης, για παράδειγμα η Μπουμπουλία, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κ.λπ.), Βλάχοι, Ρουμάνοι, Σέρβοι, ακόμα και φτωχοί Τούρκοι. Ήταν χριστιανοί το θρήσκευμα, μωαμεθανοί το θρήσκευμα, εβραίοι κ.ά.
Το 1821 δεν υπήρχε εθνική ομοψυχία, κάτι που ακούμε σήμερα κάθε λίγο και λιγάκι από τους κυβερνώντες, τωρινούς και παλαιότερους, που έχουν πουληθεί ψυχή τε και σώματι στο κεφάλαιο για την πολιτική τους επιβίωση και την ευμαρεία τους. Το 1821 υπήρχαν Έλληνες που εχθρεύονταν την επανάσταση, υπερασπίζονταν το παλιό κοινωνικό καθεστώς, την εξουσία του σουλτάνου και την Ιερή Συμμαχία, γιατί αντλούσαν προνόμια απ’ αυτό. Καλλιεργούσαν τη μοιρολατρία και την υποταγή, το μάταιο του αγώνα και της επανάστασης. Σήμερα, κρύβουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει εθνική ομοψυχία σε μια κοινωνία που υπάρχουν τάξεις με αντιτιθέμενα συμφέροντα, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι.
Μπορεί η 25η Μάρτη να θεωρείται ως ημερομηνία έναρξης της ελληνικής εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης των Ελλήνων στα 1821, ωστόσο, η αρχή έγινε δύο ημέρες νωρίτερα, στις 23 Μάρτη 1821, όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης απελευθέρωνε την Καλαμάτα. Αλλά και δύο ημέρες νωρίτερα, στις 21 Μάρτη 1821, στην Πάτρα, όταν ο Παναγιώτης Καρατζάς (Αναστασόπουλος το πραγματικό του), μαζί με το έμπορο Βαγγέλη Λιβαδά και το φαρμακοποιό Νίκο Γερακάρη, ξεκίνησε το λαϊκό ξεσηκωμό, μπαίνοντας στο μάτι των προκρίτων της Πάτρας, που τον δολοφόνησαν μερικούς μήνες αργότερα.
Η επιλογή ότι η «σημαία της Επανάστασης υψώθηκε από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι μια καθαρά επιλογή από την κυρίαρχη μετά την επανάσταση τάξη, της αστών, για το συμβολισμό της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης και της δημιουργίας του ελληνικού κράτους. Με αυτή την επιλογή, εξάλλου, θέλησαν και θέλουν να επιβάλλουν συμβολικά και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην Επανάσταση. Και μάλιστα, μέχρι σήμερα, είναι ένα στοιχείο που επιδρά στη δημιουργία υποταγμένης σ' αυτήν συνείδησης στις λαϊκές μάζες. Το γεγονός πως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης στην Αγία Λαύρα είναι ανύπαρκτο.
Η ηγεσία της επίσημης εκκλησίας και στον ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας ή Λόγος περί Ελευθερίας» (Ανώνυμος Έλλην), όπως λέει χαρακτηριστικά και ο Νίκος Μπελογιάννης από τα «Κείμενα στην απομόνωση»: «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες». Μάλιστα, με αφορμή το ότι η Εκκλησία χρησιμοποίησε ως όπλο της για να καταπνίξει την επανάσταση τον αφορισμό, αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας»: «…δεν προφέρουν πια οι μαθητές και οι δάσκαλοι τη λέξη ελευθερία, μήπως τους ακούσουν οι προεστοί και οι αρχιερείς και τους κηρύξουν άθεους».
Είναι, επίσης, χαρακτηριστικοί οι διάλογοι του Παπαφλέσα με τους κοτζαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), στις 26 Γενάρη 1821, όταν ως πληρεξούσιος τουΑλέξανδρου Υψηλάντη τους συνάντησε στο σπίτι τού αστού Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση. Σας αναφέρω τι γράφει ο Αμβρόσιος Φραντζής στην «Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδας, τ. α΄ σελ. 98:
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός αρνιόταν την Επανάσταση, ρωτώντας: «Πού πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ' εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;».
Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε: «... πιστεύω πως η Ρωσία, όπου έχει την ίδια θρησκεία μ' εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ.: αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσας, αδελφός του Παπαφλέσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο έθνος με το λαό να 'χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτζαμπάσηδων, θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.
Αλλά ο Παπαφλέσας τούς δίνει την πρέπουσα απάντηση: «Η Επανάσταση είτε θέτε είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω το λαό και να την κάνω. Και τότες όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι, ας τον κόψουν...». Για να του ανταπαντήσει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Είσαι απατεώνας, άρπαγας, εξωλέστατος!» (εντελώς διαφθαρμένος, δηλαδή).
Ο 18ος αιώνας υπήρξε μια περίοδος, όπου η ελληνική αστική τάξη σημείωσε πρωτόγνωρη ανάπτυξη. Η Συνθήκη του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή (1774) και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι (1793-1813) δημιούργησαν τις συνθήκες για ραγδαία ανάπτυξη και κερδοφορία του ελληνικού εμπορικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου. Εκατοντάδες πλοία ναυπηγήθηκαν, εμπορικά δίκτυα εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη, ενώ οι δραστηριότητες των Ελλήνων κεφαλαιούχων επεκτάθηκαν γρήγορα στους τομείς των τραπεζών και των ασφαλειών. Σημαντική υπήρξε, επίσης, η ανάπτυξη της βιοτεχνίας. Στα τέλη αυτού του αιώνα, του 18ου δηλαδή, η ελληνική αστική τάξη, πέραν της οικονομικής δύναμης, οπλίστηκε ακόμη με ιδεολογία και πολιτικό πρόγραμμα, που άντλησε από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση.
Όλη αυτή η κίνηση - απειλή για την παλαιά τάξη πραγμάτων - προκάλεσε την αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας, η οποία καταδίκασε τα «αθεΐας λίμπερα» των Γάλλων, ζήτησε να καούν τα «ανίερα» βιβλία (όπως του Βολταίρου) και να αφοριστούν όσοι τα διάβαζαν. Δεν είναι τυχαίο το ότι από την Εκκλησία διώχθηκαν ή αφορίσθηκαν ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος, ο Κύριλλος Λούκαρης, ο Άνθιμος Γαζής, ο Ρήγας Φεραίος, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κ.ά. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' υπήρξε ο πιο πιστός προστάτης του φεουδαρχισμού και της οθωμανικής κυριαρχίας (την οποία διαφήμιζε ως θεόσταλτη), καθώς εξασφάλιζε προνόμια και εξουσία σ’ αυτόν και την τάξη του. Κάθε άλλο παρά εθνομάρτυρας ήταν. Αφόρισε την Επανάσταση του 1821.
Και για ανοίξουμε μια παρένθεση στο σήμερα, σκεφθείτε πως λειτουργεί και σήμερα η Εκκλησία... Για θυμηθείτε τα κηρύγματα του μουντζαζεντίν, του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου σε κυριακάτικο κήρυγμά του, για τη διάσωση της... Εθνικής Τράπεζας. Αντί να διαβάσει το Ευαγγέλιο, κάλεσε τους πιστούς και τους εργαζομένους στην τράπεζα να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να δώσουν δύο μισθούς για τη διάσωσή της, όπως θα έκανε και αυτός (δε γνωρίζω, πάντως, αν το έκανε· πολύ αμφιβάλλω, όμως, πολλώ δε μάλλον όταν έχει δείξει πως είναι ένας στυγνός εργοδότης, και για αυτό πολλά μπορούν να σας πουν οι εργαζόμενοι του ξενοδοχείου Διακονία, που ανήκει στην μητρόπολη Θεσσαλονίκης). Κλείνει η παρένθεση εδώ.
Ρήγας Φεραίος ή Βελεστινλής
Και για να επανέλθουμε στα της Επανάστασης του 1821 και τον κοινωνικό της χαρακτήρα να σταματήσουμε στη μεγάλη προσωπικότητα, το Ρήγα Φεραίο ή Βελεστινλή. Ο Ρήγας, μέσα από τον«Θούριο» πρόβαλλε τόσο ένα απελευθερωτικό σχέδιο όσο και ένα πολιτικό πρόγραμμα. Στο έργο του, «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας», το Σύνταγμα του Ρήγα δηλαδή, καλούσε σε εξέγερση όλους τους λαούς της Βαλκανικής («χριστιανούς και τούρκους»), με σκοπό το γκρέμισμα της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Σας διαβάζω τι λέει στο άρθρο 2 για τα δίκαια του ανθρώπου, του πολίτη: «Αυτά τα φυσικά δίκαια είναι: πρώτον το να είμαστε όλοι ίσοι και όχι ο ένας ανώτερος από τον άλλο˙ δεύτερο να είμαστε ελεύθεροι, και όχι ο ένας σκλάβος του άλλου˙ τρίτο να είμαστε σίγουροι στη ζωή μας και κανένας να μη μπορεί να μας την πάρει άδικα και κατά τη φαντασία του˙ και τέταρτον την περιουσία που κατέχουμε κανένας να μη μπορεί να μας την αγγίξει, αλλά να είναι δική μας και των κληρονόμων μας».
Στο άρθρο 35 αναφέρει ως αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών την επανάσταση, όταν το κράτος παραβιάζει τα δίκαιά τους και δεν ακούει τα παράπονά τους. Λέει χαρακτηριστικά. «Όταν η διοίκηση βιάζει, αθετεί, καταφρονεί τα δίκαια του λαού και δεν εισακούει τα παράπονά του, το να κάμνει τότε ο λαός, ή κάθε μέρος του λαού, επανάσταση, ν’ αρπάξει τ’ άρματα και να τιμωρήσει τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ’ όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητο απ’ όλα τα χρέη του. Αν βρίσκονται όμως σε τόπο όπου είναι περισσότεροι τύραννοι, οι πλέον ανδρείοι πατριώτες και φιλελεύθεροι πρέπει να πιάσουν τα περάσματα των δρόμων και τα ύψη των βουνών, μέχρι να ανταμωθούν πολλοί, να πληθύνει ο αριθμός τους, και τότε ν’ αρχίσουν την επιδρομή κατά των τυράννων, ορίζοντες για κάθε δέκα ανθρώπους ένα δέκαρχο, για κάθε πενήντα πεντηκόνταρχο, για κάθε εκατό εκατόνταρχο˙ ο χιλίαρχος να έχει δέκα εκατοντάρχους και ο στρατηγός τρεις χιλίαρχους˙ ο δε αρχιστράτηγος πολλούς στρατηγούς. Τα χρέη των πόλεων, των πολιτειών, των χωρών και των κατά μέρος πολιτών τα οποία χρωστούνε ληφθέντα προ πέντε χρόνων, και σε αυτό το διάστημα πληρωνόταν ο τόκος στους δανειστές, η παρούσα διοίκηση τα αναιρεί, και οι δανειστές δεν έχουν να ζητούν εις το έξης ούτε κεφάλαιο ούτε υπόλοιπα από τους οφειλέτες, ωσάν να εξοφλήθηκαν τα δάνεια τους, γιατί αυτοί διπλασιάζουν τα κεφάλαια τους μες σε πέντε χρόνια».
Ο Ρήγας ήρθε σε επαφή με το Διευθυντήριο της Γαλλικής Επανάστασης, ίδρυσε μυστική Εταιρεία και ανέπτυξε δράση στα εμποροβιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων, στον ελλαδικό χώρο και στα Βαλκάνια. Η σύσταση συνωμοτικών οργανώσεων με ταξικούς - εθνικοαπελευθερωτικούς σκοπούς υπήρξε συνήθης πρακτική για τα αντίστοιχα κινήματα της εποχής. Εκτός από την Εταιρεία του Ρήγα, συγκροτήθηκαν τα επόμενα χρόνια μια σειρά οργανώσεις, όπως η Εταιρεία των Πέντε, τοΕλληνόγλωσσον Ξενοδοχείον (Παρίσι 1809), η Φιλόμουσος Εταιρεία (Αθήνα 1813) και, βεβαίως, ηΦιλική Εταιρεία (Οδησσός 1814).
Η τελευταία υπήρξε σαφώς η πιο σημαντική, τόσο από την άποψη της μαζικότητας, όσο και της μαχητικότητας, αλλά και του ρόλου τον οποίο έπαιξε. Στον πυρήνα της Φιλικής Εταιρείας ήταν η αστική τάξη. Εντάχθηκαν πολλοί σημαίνοντες έμποροι, τραπεζίτες, εφοπλιστές, κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, και ενόψει της ταυτόχρονης κήρυξης της Επανάστασης στα Βαλκάνια εντάχθηκαν πολλοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Μολδαβοί και Βλάχοι. Το 1819-1820 άρχισαν να στρατολογούνται στο Μοριά και μέληαπό τις λαϊκές τάξεις.
Η Επανάσταση του 1821 εκδηλώθηκε όταν στη Γαλλία είχε ήδη ηττηθεί ο Ναπολέων (1815) και στην Ευρώπη είχε συγκροτηθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπιζε με καχυποψία έως και ανοιχτή καταστολή όλα τα ανάλογα πολιτικά - επαναστατικά κινήματα της εποχής (στη Νεάπολη, στη Σικελία, στο Πεδεμόντιο, στη Μαδρίτη, στη Λισαβόνα κ.α.). Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν υπήρξε ενιαία.
Ποιες όμως ήταν οι κοινωνικές δυνάμεις τον καιρό της Επανάστασης;
Η Εκκλησία: Κατέστη αναπόσπαστο τμήμα των οθωμανικών φεουδαρχικών δομών εξουσίας, επιφορτισμένη με συγκεκριμένα διοικητικά καθήκοντα, εξουσίες και αρμοδιότητες. Ανέπτυξε δεσμούς με το κεφάλαιο και εξελίχθηκε η ίδια σε οικονομική δύναμη. Όπως σας προανέφερα, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως όχι μόνο δεν ευνόησε, αλλά καταδίκασε και κατέστειλε κάθε απελευθερωτική ιδέα ή κίνηση. Η αντεπαναστατική δραστηριότητα της επίσημης Εκκλησίας συνεχίστηκε και στη διάρκεια της Επανάστασης.
Ωστόσο, ο κατώτερος κλήρου δε συντάχθηκε με τη γραμμή του Πατριαρχείου, μετέχοντας ενεργά στην Επανάσταση. Μαζί τους και μια σειρά μεσαίοι ή ανώτεροι κληρικοί, όπως οι Φιλικοί, Άνθιμος Γαζήςκαι Γρηγόριος (Δίκαιος) Παπαφλέσσας, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης κ.ά.
Οι Φαναριώτες: Πρόκειται για πρώην ευγενείς του Βυζαντίου που απέκτησαν σημαντικό πλούτο μέσω του εμπορίου, ενώ αναρριχήθηκαν σε υψηλά πόστα της οθωμανικής διοίκησης (Μεγάλου Δραγουμάνου της Πύλης, Δραγουμάνου του Στόλου και Ηγεμόνα της Βλαχίας και Μολδαβίας). Η στάση τους απέναντι στην Επανάσταση επίσης δεν ήταν ενιαία. Ορισμένοι υιοθετούσαν την προοπτική της ένοπλης εξέγερσης και συγκρότησης ενός ανεξάρτητου αστικού κράτους. Οι περισσότεροι, όμως, υποστήριζαν μια πολιτική «εκ των έσω διάβρωσης» της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου η ελληνική αστική τάξη θα κυριαρχούσε σταδιακά οικονομικά και πολιτικά.
Κλέφτες και αρματολοί: Οι κλέφτες ήταν κυρίως πρώην αγρότες ή κτηνοτρόφοι, οι οποίοι, είτε λόγω της φτώχειας είτε από αντίθεση στις οθωμανικές αρχές και τους κοτζαμπάσηδες (χριστιανούς και μουσουλμάνους), κατέφευγαν στην παρανομία, στο βουνό, μακριά από την κατασταλτική δυνατότητα των οργάνων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι αρματολοί ήταν κλέφτες που αμνηστεύονταν και επανεντάσσονταν στην οθωμανική νομιμότητα, επιφορτιζόμενοι με την τήρηση της τάξης σε συγκεκριμένες περιοχές.
Με την Επανάσταση του 1821, διεκδίκησαν την απεξάρτησή τους από πρότερες δεσμεύσεις εξουσίας (π.χ. τους προκρίτους), διεκδίκησαν αυτόνομη πολιτική παρουσία και ρόλο.
Οι πρόκριτοι - εφοπλιστές των νησιών: Αν και το εφοπλιστικό κεφάλαιο έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην προώθηση ενός αστικού τύπου κράτους, παραμονές της Επανάστασης υπήρξε εν μέρει επιφυλακτικό. Οι επιφυλάξεις αυτές οφείλονταν μεταξύ άλλων και στους δεσμούς που διατηρούσε με το αγγλικό κεφάλαιο, καθώς η Μεγάλη Βρετανία ήταν τότε κατά της προσβολής της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Οι όποιες επιφυλάξεις - αντιδράσεις κάμφθηκαν ή καταργήθηκαν σύντομα με επαναστατική βία από ένα γενικότερο αστικοδημοκρατικό κίνημα, που αναπτύχθηκε στα νησιά αυτά και πριν την Επανάσταση ακόμα, καθώς και από την αλλαγή της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Οι κοτζαμπάσηδες: Οι κοτζαμπάσηδες στελέχωναν το κατώτερο τμήμα της οθωμανικής διοικητικής ιεραρχίας. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας, για την απονομή δικαιοσύνης σε μια σειρά θέματα, για την είσπραξη των φόρων και βεβαίως για την καταστολή των χωρικών στις περιοχές ευθύνης τους. Πήγαιναν και έπαιρναν τους φόρους των μικροαγροτών και στην κυριολεξία τους κατέστρεφαν. Έκαναν τη δουλειά του σουλτάνου και έγδυναν με χίλιους δυο τρόπους τον ραγιά γεωργό και δουλευτή.
Με την έκρηξη της επανάστασης, αλλοι εντάχθηκαν στις γραμμές της Φιλικής, άλλοι κράτησαν στάση επιφυλακτική και άλλοι τάχθηκαν εναντίον. Κάποιοι κοτζαμπάσηδες συμπαρατάχτηκαν με τους εμπόρους, τους εφοπλιστές κλπ., ενώ άλλοι βρέθηκαν σε αντιπαράθεση με αυτούς, σε μια προσπάθεια να επικρατήσουν ως η ηγεμονική μερίδα της αστικής τάξης.
Η εξέλιξη της Επανάστασης και το αστικό πολίτευμα
Όσον αφορά, τώρα, στην εξέλιξη της Επανάστασης του 1821 και στο σκέλος του ελέγχου των επαναστατικών διεργασιών και των οργάνων, η σύγκρουση αυτή εκφράστηκε τόσο στο επίπεδο διαμόρφωσης των νέων επαναστατικών δομών και θεσμών (π.χ., συντάγματα, διοίκηση κλπ.), όσο και στη διαπάλη για την εξουσία, που δεν άργησε μάλιστα να λάβει και ένοπλη μορφή (π.χ., οι λεγόμενοι «εμφύλιοι»).
Το Προσωρινόν Πολίτευμα (Σύνταγμα) της Επιδαύρου που ψηφίστηκε στην Α' Εθνοσυνέλευση(Δεκέμβρης 1821) αποτέλεσε μια σύνθεση ιδεών και αρχών, επηρεασμένων από τα αντίστοιχα επαναστατικά Συντάγματα της Αμερικής (1787) και της Γαλλίας (1793 και 1795). Αντλώντας από την ιδεολογικοπολιτική δεξαμενή της επαναστατημένης αστικής τάξης και του Διαφωτισμού, το νέο Σύνταγμα προέβλεπε:
Τη διάκριση των εξουσιών (Βουλευτικό - Εκτελεστικό), την ανεξιθρησκία, την τυπική ισονομία, την κατοχύρωση των ατομικών, πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την εισαγωγή καθολικού συστήματος αντιπροσώπευσης και βεβαίως την κατάργηση των όποιων τοπικών - ταξικών προνομίων.
Έτσι, τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός αστικού κράτους. Οι πολιτικές εξουσίες (και κάποιες από τις οικονομικές) που απολάμβανε μέχρι πρότινος η Εκκλησία στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος καταργούνταν ή περιορίζονταν σημαντικά. Η αποδυνάμωση των τοπικών - περιφερειακών διοικήσεων και η μεταφορά των βασικών τους αρμοδιοτήτων στην κεντρική εξουσία, σήμαινε και αντίστοιχη αποδυνάμωση των τοπικών εξουσιών πάνω στις οποίες εδραζόταν μέχρι τότε η πολιτική δύναμη των κοτζαμπάσηδων. Οι βασικές αυτές αρχές επιβεβαιώθηκαν και στις επόμενεςΕθνοσυνελεύσεις (Β' του Άστρους, 1823 και Γ' της Τροιζήνας, 1827).
Η διαπάλη, που αρχικά εκφράστηκε σε πολιτικό επίπεδο, οδήγησε γρήγορα στη διάσπαση της Κεντρικής Διοίκησης και τη δημιουργία δύο χωριστών κυβερνήσεων: Της Τρίπολης (κοτζαμπάσηδες - Κολοκοτρώνης) και του Κρανιδίου (Υδραίοι, Μαυροκορδάτος, Κωλέττης και οι κοτζαμπάσηδες Λόντος και Ζαΐμης). Σύντομα, οι αντιθέσεις αυτές έλαβαν και ένοπλη μορφή.
Γνωρίζοντας πως το δάνειο από τη Μεγάλη Βρετανία είχε ήδη εγκριθεί, η κυβέρνηση του Κρανιδίου έδρασε αποφασιστικά. Επιτέθηκε σε όλα τα στρατηγικά σημεία που έλεγχε η άλλη πλευρά, κατέλαβε την Ακροκόρινθο, ενώ έθεσε σε πολιορκία Ναύπλιο και Τρίπολη. Δίχως προοπτική άμεσης επικράτησης της μίας ή της άλλης μεριάς, η πρώτη φάση του «εμφυλίου» (α' εξάμηνο του 1824)έληξε με συμβιβασμό, υπέρ της κυβέρνησης του Κρανιδίου. Οι «στασιαστές» αμνηστεύτηκαν, αποκλείστηκαν όμως από τα όργανα της Κεντρικής Διοίκησης.
Βεβαίως, οι προσωρινά ηττημένοι κοτζαμπάσηδες δεν προτίθεντο εύκολα να καταθέσουν τα όπλα. Όταν στις εκλογές της 3ης Οκτωβρίου 1824 για το Βουλευτικό - Εκτελεστικό δεν κατάφεραν και πάλι να συγκεντρώσουν την πλειοψηφία, άρχισαν να προσανατολίζονται ξανά προς την ένοπλη σύγκρουση: Κάτι που το επιδίωκε εξίσου και η άλλη πλευρά, ώστε να λύσει οριστικά το ζήτημα της μορφής άσκησης της εξουσίας. Ξεκίνησε, λοιπόν, η δεύτερη φάση του «εμφυλίου», που επικεντρώθηκε κυρίως στην Τρίπολη και έληξε στα τέλη του 1824 με ήττα των κοτζαμπάσηδων και τη φυγή τους εκτός Πελοποννήσου.
Σε μια περίοδο, λοιπόν, έντονων πολιτικών ζυμώσεων πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά και η οργάνωση των αντιτιθέμενων συμφερόντων σε κόμματα: Το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό. Και το όνομά τους φυσικά σημαίνει ένα και μόνον πράγμα: αστικά κόμματα προσκείμενα από άποψη συμφερόντων σε κάποιο ισχυρό κράτος.
Οδεύοντας προς τη Γ' Εθνοσυνέλευση, το ζήτημα που βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής διαπάλης ήταν η αναζήτηση διεξόδου στο τέλμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων (κυριαρχία Ιμπραήμ στη Πελοπόννησο, πτώση Μεσολογγίου κ.λπ.), μέσω της εξασφάλισης κάποιας διεθνούς διαμεσολάβησης - προστασίας ή την εκλογή ξένου μονάρχη. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν όλα τα κόμματα. Την πρωτοβουλία ανέλαβαν από τα μέσα του 1825 οι «αγγλόφιλοι» με τη λεγόμενη Αίτηση Προστασίας (ήΠράξη υποταγής). Η Γ' Εθνοσυνέλευση ψήφισε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως κυβερνήτη της Ελλάδος.
Το καλοκαίρι του 1827, η πορεία της Επανάστασης φαινόταν καταδικασμένη. Η πορεία αυτή ανατράπηκε από μια σειρά παρεμβάσεις του διεθνούς παράγοντα. Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (1826) και η Συνθήκη του Λονδίνου (1827), η Ναυμαχία του Ναβαρίνου (Οκτώβρης 1827), ο ρωσοτουρκικός πόλεμος (1828-1829) και η αποστολή γαλλικού εκστρατευτικού σώματοςκατά του Ιμπραήμ στο Μοριά (Ιούλιος 1828) υπήρξαν γεγονότα - σταθμοί ενόψει της αναγνώρισης της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους (Πρωτόκολλο του Λονδίνου, 3 Φλεβάρη 1830). Βασικός όρος της ανεξαρτησίας των Ελλήνων υπήρξε η μορφή του πολιτεύματος, το οποίο όφειλε να είναι μοναρχικό.
Το Γενάρη του 1828 αφίχθη στην επαναστατημένη Ελλάδα ο Ι. Καποδίστριας. Ο νέος κυβερνήτηςπροέβη άμεσα στη συγκέντρωση όλων των εξουσιών, γνωρίζοντας πως για να εφαρμοστούν οι αναγκαίες αστικές μεταρρυθμίσεις και να στερεωθεί το αστικό κράτος απαιτούνταν άμεσες κινήσεις, απαλλαγμένες από χρονοβόρες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, επιβαλλόμενες με πειθώ ή καιαυταρχισμό - όπου και όποτε αυτό κρινόταν αναγκαίο.
Οι αποκλεισμένοι από την εξουσία συσπειρώθηκαν και ανασυντάχθηκαν, συγκροτώντας το μέτωποτων «συνταγματικών» με κέντρο την Ύδρα. Η ένοπλη σύγκρουση δεν άργησε και γρήγορα γενικεύτηκε. Συνεχίστηκε δε και μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια στις 9 Οκτώβρη 1831, δίχως όμως μία από τις δύο πλευρές να μπορεί να επικρατήσει οριστικά επί της άλλης. Το 1832, λοιπόν, η κεντρική εξουσία είχε σχεδόν αποσυντεθεί ολοκληρωτικά, ενώ η ύπαιθρος στεκόταν ρημαγμένη από μια δεκαετία πολέμου και εχθροπραξιών.
Υπό αυτές τις συνθήκες στις 25 Γενάρη 1833 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο από τη βρετανική φρεγάτα«Μαδαγασκάρη» ο Όθωνας, υποσχόμενος να βάλει τέρμα στην «αναρχία» του παρελθόντος και εγκαθιδρύοντας - σύμφωνα πάντοτε με τους όρους των σχετικών διεθνών συνθηκών - καθεστώς απόλυτης μοναρχίας. Το ελληνικό αστικό κράτος άρχιζε να κάνει τα πρώτα του βήματα.
Το 1821 στο... σήμερα
Το κύριο, που σαν αποτέλεσμα του ένοπλου ξεσηκωμού κατακτήθηκε στην Ελλάδα με την Επανάσταση, είναι η δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού εθνικού αστικού κράτους. Ήταν ένα άλμα μπροστά στην ιστορική εξέλιξη, που συνέβαλε επίσης στην αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Αυτό το συμπέρασμα έχει διπλή σημασία για τις σύγχρονες συνθήκες. Η μία είναι η ίδια η επανάσταση σαν πράξη, το αναπόφευκτό της, όταν οι παλιές σχέσεις παραγωγής φρενάρουν τις νέες παραγωγικές δυνάμεις. Η δράση των καταπιεσμένων λαϊκών μαζών ενάντια στην παλιά εξουσία και την ξεπερασμένη ιστορικά κοινωνία, για την ανατροπή της και την εγκαθίδρυση της νέας εξουσίας και την οργάνωση της νέας ανώτερης κοινωνικής βαθμίδας. Η δεύτερη, είναι το γεγονός ότι όταν οι λαοί συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της δικής τους κοινωνικής απελευθέρωσης, τότε η δύναμη της δράσης τους γίνεται ακατανίκητη και καμιά εξουσία δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην επαναστατική τους πάλη. Η Επανάσταση του 1821 ήταν επανάσταση που σαν αποτέλεσμα, μαζί με την απελευθέρωση του έθνους, άνοιξε την πρώτη σελίδα της νέας κοινωνίας, του καπιταλισμού.
Στις σημερινές συνθήκες, το μήνυμα και το νόημά της έχουν το δικό τους περιεχόμενο. Σήμερα, στη χώρα μας, η επίθεση που έχουν εξαπολύσει οι δυνάμεις του κεφαλαίου, ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα, και τα κόμματά του, ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ, με την αρωγή της ΕΕ, του ΔΝΤ, της Γερμανίας, των ΗΠΑ, γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη για τη ζωή και το μέλλον του κόσμου της εργασίας, του λαού, της κοινωνίας μας.
Χτυπούν με λύσσα κάθε δικαίωμα, εργασιακό, συνταξιοδοτικό, δημοκρατικό. Αυξάνουν στο έπακρο το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, προωθούν αντεργατικά, αντικοινωνικά μέτρα, διαλύουν την Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια... Μειώνουν δραστικά τους μισθούς, αυξάνουν τον απλήρωτο χρόνο δουλειάς, επιβάλλοντας ευέλικτη εργασία, απολύουν κατά το δοκούν με δεδομένη τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και ξαναπροσλαμβάνουν με μισθούς πείνας κλπ., θυσιάζουν τις νέες γενιές για έναν και μόνον σκοπό: τα ακόμα περισσότερα κέρδη του κεφαλαίου και μάλιστα στα χέρια ακόμη λιγότερων.
Μάλιστα, στην ιμπεριαλιστική τους εκδοχή, καταστρέφουν χώρες, τρομοκρατούν, δημιουργούν αντίπαλα δέη, όπως για παράδειγμα τον Οσάμα Μπιν Λάντεν ή σήμερα το Ισλαμικό Κράτος, με σκοπό τον περιορισμό των ατομικών και δημοκρατικών ελευθεριών, την προσφυγιά, το φθηνό εργατικό δυναμικό, την υφαρπαγή του πλούτου μιας χώρας.
Μοναδικός δρόμος; Η αντίσταση, η πάλη για την ανατροπή όλων αυτών... Είναι η ώρα που επιτέλους ο κόσμος της εργασίας, όπως έχει γράψει και μια φίλη, είναι η ώρα που ο κόσμος της εργασίας, ο λαός, οι λαοί πρέπει να γκρεμίσουν τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού και τους φράχτες που έχει στήσει: από αυτούς για τους πρόσφυγες μέχρι αυτούς που μας έχουν καθηλώσει στους καναπέδες...
Το παλλαϊκό – πανεργατικό μέτωπο που έχει αναπτυχθεί, με αφορμή το ασφαλιστικό, πρέπει να ενδυναμωθεί, να εντείνει τη μάχη του ενάντια στη λιτότητα και τα μνημόνια, διεκδικώντας μεταξύ άλλων:
ergasianet
Η εκπομπή μεταδόθηκε στις 26-03-16.
Σήμερα, κυρίες και κύριοι, με αφορμή την Επανάσταση του 1821, η εκπομπή θα έχει ως μοναδικό της θέμα τον κοινωνικό χαρακτήρα του 1821, το νόημά της και τα διδάγματά της στο σήμερα. Το βασικό της δίδαγμα είναι πως η πάλη των λαών, οι λαϊκές εξεγέρσεις και οι επαναστάσεις, η πραγματική επαναστατική βία ενάντια στο κεφάλαιο -γιατί και τότε υπήρχε κεφάλαιο- αποτελούν τη δύναμη που κινεί την ιστορία προς τα εμπρός, σε μια πορεία ανατροπής αντιπάλων που φαντάζουν πανίσχυροι, αρκεί να πιστέψει η κοινωνία, ο εξεγερμένος λαός ότι είναι δυνατός και μπορεί να νικήσει.
Υπάρχουν ομοιότητες του τότε, του 1821, και του τώρα, της Ελλάδας του σήμερα. Η απάντηση είναι μία: ΝΑΙ ΥΠΑΡΧΟΥΝ. Το 1821, οι δυνάστες του λαού ήταν η οθωμανική αυτοκρατορία, οι φεουδάρχες, Έλληνες και Τούρκοι, η Ιερή Συμμαχία, η Εκκλησία, το τότε κεφάλαιο δηλαδή. Σήμερα, οι δυνάστες του λαού είναι το κεφάλαιο και η εξουσία του, οι εγχώριοι «νενέκοι» του, οι μνημονιακές κυβερνήσεις και τα φερέφωνά τους, τα συστημικά μέσα ενημέρωσης, η Εκκλησία - διαχρονικός ο ρόλος της, καθώς το... μότο της «θα δικαιωθείς στην άλλη ζωή, εάν αδικηθείς σε τούτη» ή το «υπομονή, προσευχή και πίστη στο θεό» βολεύει πάντα το κεφάλαιο, αφού ουσιαστικά «ναρκώνει» τους πιστούς με απάθεια και υποταγή, και τους αποτρέπει από το να πάρουν οι ίδιοι την τύχη στα χέρια τους, να αντιδράσουν δυναμικά, να διεκδικήσουν, να ανατρέψουν. Στους σημερινούς δεινάστες, επίσης, οι διεθνείς συμμαχίες, όπως το ΝΑΤΟ, η ΕΕ κτλ., και φυσικά η σημερινή Ιερή Συμμαχία, οι δανειστές τοκογλύφοι.
Σε κάθε ιστορική εποχή, μια κοινωνική τάξη προβάλλει ως πρωτοπόρα, αποτελώντας την ηγέτιδα δύναμη - μοχλό της κοινωνικής προόδου. Το 1821, ο ρόλος αυτός ανήκε στην αστική τάξη, η οποία διαμορφώθηκε και αναπτύχθηκε στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος. Σε μια μακρόχρονη πορεία, οι φεουδαρχικές σχέσεις παραγωγής έγιναν εμπόδιο για την περαιτέρω ανάπτυξη των νέων παραγωγικών δυνάμεων, των καπιταλιστικών. Έπρεπε, λοιπόν, να σπάσουν. Και έσπασαν, με τη νίκη των αστικών επαναστάσεων, οι οποίες συνέτριψαν τη φεουδαρχική εξουσία και συγκρότησαν τα αστικά έθνη – κράτη.
Η έννοια του έθνους, δε, είναι καθαρά αστική έμπνευση, και κυρίως των Φαναριωτών. Άλλωστε, οΚωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, στην πεντάτομη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, το λέει ξεκάθαρα: δεν υπάρχει συνέχεια σε αυτό που όλοι μάθαμε στα σχολεία και διδάσκεται και σήμερα στο αρχέγονο και ανάδελφο έθνος «από των αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι της σήμερον».
Η ελληνική επανάσταση του 1821, λοιπόν, δε διέφερε από τις αντίστοιχες επαναστάσεις και κινήματα που σημειώθηκαν σε μια σειρά χώρες το ίδιο διάστημα. Βεβαίως, πραγματοποιήθηκε σε συνθήκες οθωμανικής κατάκτησης, με ηγετική δύναμη την ελληνόφωνη χριστιανική αστική τάξη. Ήταν, επομένως, εθνικοαπελευθερωτική στη μορφή και αστικοδημοκρατική στο περιεχόμενο. Ο σερραίος επαναστάτης Νίκος Κασομούλης, ένας εκ των πρωταγωνιστών της Επανάστασης του 1821, καταδεικνύοντας το κοινωνικό της περιεχόμενο, αναφέρει:«Ας εξετάση διακεκριμένως οποιοσδήποτε έλαβεν μέρος εις την Επανάστασιν, και θέλει ίδει ότι η τάξις των ξενιτευμένων λογιοτάτων και εμπόρων είναι ήτις πρώτη ετόλμησεν και εκίνησεν τον μοχλόν τούτον και έμβασεν και τους Προεστούς και τους Αρματολούς εις τα αίματα».
Η προοδευτική αστική τάξη της εποχής του 1821, ως φορέας των νέων καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, που ωρίμασε ιδεολογικά μέσα στο περιβάλλον το οποίο είχε διαμορφώσει η γαλλική επανάσταση και οι άλλες μεγάλες αστικές επαναστάσεις της εποχής, μπήκε επικεφαλής του αγώνα ενάντια στους τότε δυνάστες, ξεσηκώνοντας τη φτωχολογιά, τις καταπιεζόμενες από τη φεουδαρχία λαϊκές μάζες. Έτσι, πήραν μέρος ως κινητήριες δυνάμεις, οι πλατιές μάζες της αγροτιάς, καθώς και η μικρή ακόμα αριθμητικά εργατική τάξη (ναύτες, τεχνίτες κ.ά.). Ήσαν Έλληνες, Αρβανίτες (που ήταν και οι περισσότεροι οπλαρχηγοί της επανάστασης, για παράδειγμα η Μπουμπουλία, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης κ.λπ.), Βλάχοι, Ρουμάνοι, Σέρβοι, ακόμα και φτωχοί Τούρκοι. Ήταν χριστιανοί το θρήσκευμα, μωαμεθανοί το θρήσκευμα, εβραίοι κ.ά.
Το 1821 δεν υπήρχε εθνική ομοψυχία, κάτι που ακούμε σήμερα κάθε λίγο και λιγάκι από τους κυβερνώντες, τωρινούς και παλαιότερους, που έχουν πουληθεί ψυχή τε και σώματι στο κεφάλαιο για την πολιτική τους επιβίωση και την ευμαρεία τους. Το 1821 υπήρχαν Έλληνες που εχθρεύονταν την επανάσταση, υπερασπίζονταν το παλιό κοινωνικό καθεστώς, την εξουσία του σουλτάνου και την Ιερή Συμμαχία, γιατί αντλούσαν προνόμια απ’ αυτό. Καλλιεργούσαν τη μοιρολατρία και την υποταγή, το μάταιο του αγώνα και της επανάστασης. Σήμερα, κρύβουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει εθνική ομοψυχία σε μια κοινωνία που υπάρχουν τάξεις με αντιτιθέμενα συμφέροντα, εκμεταλλευτές και εκμεταλλευόμενοι.
Μπορεί η 25η Μάρτη να θεωρείται ως ημερομηνία έναρξης της ελληνικής εθνικοαπελευθερωτικής Επανάστασης των Ελλήνων στα 1821, ωστόσο, η αρχή έγινε δύο ημέρες νωρίτερα, στις 23 Μάρτη 1821, όταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης απελευθέρωνε την Καλαμάτα. Αλλά και δύο ημέρες νωρίτερα, στις 21 Μάρτη 1821, στην Πάτρα, όταν ο Παναγιώτης Καρατζάς (Αναστασόπουλος το πραγματικό του), μαζί με το έμπορο Βαγγέλη Λιβαδά και το φαρμακοποιό Νίκο Γερακάρη, ξεκίνησε το λαϊκό ξεσηκωμό, μπαίνοντας στο μάτι των προκρίτων της Πάτρας, που τον δολοφόνησαν μερικούς μήνες αργότερα.
Η επιλογή ότι η «σημαία της Επανάστασης υψώθηκε από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό» είναι μια καθαρά επιλογή από την κυρίαρχη μετά την επανάσταση τάξη, της αστών, για το συμβολισμό της εθνικοαπελευθερωτικής εξέγερσης και της δημιουργίας του ελληνικού κράτους. Με αυτή την επιλογή, εξάλλου, θέλησαν και θέλουν να επιβάλλουν συμβολικά και τη συμμετοχή της επίσημης εκκλησίας στην Επανάσταση. Και μάλιστα, μέχρι σήμερα, είναι ένα στοιχείο που επιδρά στη δημιουργία υποταγμένης σ' αυτήν συνείδησης στις λαϊκές μάζες. Το γεγονός πως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης στην Αγία Λαύρα είναι ανύπαρκτο.
Η ηγεσία της επίσημης εκκλησίας και στον ελλαδικό χώρο, όπως και το Φανάρι, ήταν εχθρός της Επανάστασης. Ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας ή Λόγος περί Ελευθερίας» (Ανώνυμος Έλλην), όπως λέει χαρακτηριστικά και ο Νίκος Μπελογιάννης από τα «Κείμενα στην απομόνωση»: «ξεσκεπάζει και μαστιγώνει αλύπητα τους εχθρούς της Επανάστασης, τους εκμεταλλευτές του λαού, τον κλήρο, τους Φαναριώτες, τους κοτζαμπάσηδες». Μάλιστα, με αφορμή το ότι η Εκκλησία χρησιμοποίησε ως όπλο της για να καταπνίξει την επανάσταση τον αφορισμό, αναφέρει ο ίδιος ο συγγραφέας της «Ελληνικής Νομαρχίας»: «…δεν προφέρουν πια οι μαθητές και οι δάσκαλοι τη λέξη ελευθερία, μήπως τους ακούσουν οι προεστοί και οι αρχιερείς και τους κηρύξουν άθεους».
Είναι, επίσης, χαρακτηριστικοί οι διάλογοι του Παπαφλέσα με τους κοτζαμπάσηδες και τον Παλαιών Πατρών Γερμανό στη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), στις 26 Γενάρη 1821, όταν ως πληρεξούσιος τουΑλέξανδρου Υψηλάντη τους συνάντησε στο σπίτι τού αστού Αντρέα Λόντου, προκειμένου να τους πείσει να συμμετάσχουν στην Επανάσταση. Σας αναφέρω τι γράφει ο Αμβρόσιος Φραντζής στην «Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδας, τ. α΄ σελ. 98:
Ο Παλαιών Πατρών Γερμανός αρνιόταν την Επανάσταση, ρωτώντας: «Πού πολεμοφόδια; Πού όπλα; Πού χρήματα πολυάριθμα; Πού στρατός πεπαιδευμένος; Πού στόλος εφοδιασμένος;». Για να καταλήξει: «... Αλλ' εις την εποχήν ταύτην οποία δείγματα θετικότητας έχομεν, διά να πιστεύσωμεν όσα λέει ο Δικαίος και όσα γράφει ο Υψηλάντης;».
Ενώ ο Σωτήρης Χαραλάμπης είπε: «... πιστεύω πως η Ρωσία, όπου έχει την ίδια θρησκεία μ' εμάς, θα συντροφέψει τον Υψηλάντη με στρατεύματα... Μα εμείς εδώ, αφού ξεκάνουμε τους Τούρκους, σε ποιον θα παραδοθούμε; Ποιον θα 'χουμε ανώτερο; Ο ραγιάς, αφού πάρει τα όπλα δε θα μας ακούει πια και δε θα μας σέβεται και θα πέσουμε στα χέρια εκείνου, που δεν μπορεί να κρατήσει το πιρούνι να φάει! (σ.σ.: αυτός ήταν ο Νικήτας Φλέσας, αδελφός του Παπαφλέσα). Κάλλιο οι Τούρκοι κι ο ραγιάς υπόδουλος, παρά λεύτερο έθνος με το λαό να 'χει δικαιώματα»! Αυτό ήταν το πραγματικό τους πρόβλημα. Ο επαναστατημένος λαός, με τα όπλα, θα αφαιρούσε τα προνόμια των κοτζαμπάσηδων, θα αποκτούσε ο ίδιος δικαιώματα.
Αλλά ο Παπαφλέσας τούς δίνει την πρέπουσα απάντηση: «Η Επανάσταση είτε θέτε είτε όχι θα γίνει! Πάρτε το απόφαση. Αν εσείς γυρεύετε να την εμποδίσετε, εγώ πήρα προσταγή από την Αρχή να ξεσηκώσω το λαό και να την κάνω. Και τότες όποιον βρουν ξαρμάτωτο οι Τούρκοι, ας τον κόψουν...». Για να του ανταπαντήσει ο Παλαιών Πατρών Γερμανός: «Είσαι απατεώνας, άρπαγας, εξωλέστατος!» (εντελώς διαφθαρμένος, δηλαδή).
Ο 18ος αιώνας υπήρξε μια περίοδος, όπου η ελληνική αστική τάξη σημείωσε πρωτόγνωρη ανάπτυξη. Η Συνθήκη του Κιουτσούκ - Καϊναρτζή (1774) και οι ναπολεόντειοι πόλεμοι (1793-1813) δημιούργησαν τις συνθήκες για ραγδαία ανάπτυξη και κερδοφορία του ελληνικού εμπορικού και ναυτιλιακού κεφαλαίου. Εκατοντάδες πλοία ναυπηγήθηκαν, εμπορικά δίκτυα εξαπλώθηκαν σε όλη την Ευρώπη, ενώ οι δραστηριότητες των Ελλήνων κεφαλαιούχων επεκτάθηκαν γρήγορα στους τομείς των τραπεζών και των ασφαλειών. Σημαντική υπήρξε, επίσης, η ανάπτυξη της βιοτεχνίας. Στα τέλη αυτού του αιώνα, του 18ου δηλαδή, η ελληνική αστική τάξη, πέραν της οικονομικής δύναμης, οπλίστηκε ακόμη με ιδεολογία και πολιτικό πρόγραμμα, που άντλησε από το Διαφωτισμό και τη Γαλλική Επανάσταση.
Όλη αυτή η κίνηση - απειλή για την παλαιά τάξη πραγμάτων - προκάλεσε την αντίδραση της επίσημης Εκκλησίας, η οποία καταδίκασε τα «αθεΐας λίμπερα» των Γάλλων, ζήτησε να καούν τα «ανίερα» βιβλία (όπως του Βολταίρου) και να αφοριστούν όσοι τα διάβαζαν. Δεν είναι τυχαίο το ότι από την Εκκλησία διώχθηκαν ή αφορίσθηκαν ο Διονύσιος ο Φιλόσοφος, ο Κύριλλος Λούκαρης, ο Άνθιμος Γαζής, ο Ρήγας Φεραίος, ο Αδαμάντιος Κοραής, ο Αλέξανδρος Υψηλάντης κ.ά. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' υπήρξε ο πιο πιστός προστάτης του φεουδαρχισμού και της οθωμανικής κυριαρχίας (την οποία διαφήμιζε ως θεόσταλτη), καθώς εξασφάλιζε προνόμια και εξουσία σ’ αυτόν και την τάξη του. Κάθε άλλο παρά εθνομάρτυρας ήταν. Αφόρισε την Επανάσταση του 1821.
Και για ανοίξουμε μια παρένθεση στο σήμερα, σκεφθείτε πως λειτουργεί και σήμερα η Εκκλησία... Για θυμηθείτε τα κηρύγματα του μουντζαζεντίν, του μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Άνθιμου σε κυριακάτικο κήρυγμά του, για τη διάσωση της... Εθνικής Τράπεζας. Αντί να διαβάσει το Ευαγγέλιο, κάλεσε τους πιστούς και τους εργαζομένους στην τράπεζα να βάλουν το χέρι στην τσέπη και να δώσουν δύο μισθούς για τη διάσωσή της, όπως θα έκανε και αυτός (δε γνωρίζω, πάντως, αν το έκανε· πολύ αμφιβάλλω, όμως, πολλώ δε μάλλον όταν έχει δείξει πως είναι ένας στυγνός εργοδότης, και για αυτό πολλά μπορούν να σας πουν οι εργαζόμενοι του ξενοδοχείου Διακονία, που ανήκει στην μητρόπολη Θεσσαλονίκης). Κλείνει η παρένθεση εδώ.
Ρήγας Φεραίος ή Βελεστινλής
Και για να επανέλθουμε στα της Επανάστασης του 1821 και τον κοινωνικό της χαρακτήρα να σταματήσουμε στη μεγάλη προσωπικότητα, το Ρήγα Φεραίο ή Βελεστινλή. Ο Ρήγας, μέσα από τον«Θούριο» πρόβαλλε τόσο ένα απελευθερωτικό σχέδιο όσο και ένα πολιτικό πρόγραμμα. Στο έργο του, «Νέα Πολιτική Διοίκησις των κατοίκων της Ρούμελης, της Μικράς Ασίας, των Μεσογείων Νήσων και της Βλαχομπογδανίας», το Σύνταγμα του Ρήγα δηλαδή, καλούσε σε εξέγερση όλους τους λαούς της Βαλκανικής («χριστιανούς και τούρκους»), με σκοπό το γκρέμισμα της οθωμανικής κυριαρχίας και τη δημιουργία μιας Βαλκανικής Ομοσπονδίας.
Σας διαβάζω τι λέει στο άρθρο 2 για τα δίκαια του ανθρώπου, του πολίτη: «Αυτά τα φυσικά δίκαια είναι: πρώτον το να είμαστε όλοι ίσοι και όχι ο ένας ανώτερος από τον άλλο˙ δεύτερο να είμαστε ελεύθεροι, και όχι ο ένας σκλάβος του άλλου˙ τρίτο να είμαστε σίγουροι στη ζωή μας και κανένας να μη μπορεί να μας την πάρει άδικα και κατά τη φαντασία του˙ και τέταρτον την περιουσία που κατέχουμε κανένας να μη μπορεί να μας την αγγίξει, αλλά να είναι δική μας και των κληρονόμων μας».
Στο άρθρο 35 αναφέρει ως αναφαίρετο δικαίωμα των πολιτών την επανάσταση, όταν το κράτος παραβιάζει τα δίκαιά τους και δεν ακούει τα παράπονά τους. Λέει χαρακτηριστικά. «Όταν η διοίκηση βιάζει, αθετεί, καταφρονεί τα δίκαια του λαού και δεν εισακούει τα παράπονά του, το να κάμνει τότε ο λαός, ή κάθε μέρος του λαού, επανάσταση, ν’ αρπάξει τ’ άρματα και να τιμωρήσει τους τυράννους του, είναι το πλέον ιερόν απ’ όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητο απ’ όλα τα χρέη του. Αν βρίσκονται όμως σε τόπο όπου είναι περισσότεροι τύραννοι, οι πλέον ανδρείοι πατριώτες και φιλελεύθεροι πρέπει να πιάσουν τα περάσματα των δρόμων και τα ύψη των βουνών, μέχρι να ανταμωθούν πολλοί, να πληθύνει ο αριθμός τους, και τότε ν’ αρχίσουν την επιδρομή κατά των τυράννων, ορίζοντες για κάθε δέκα ανθρώπους ένα δέκαρχο, για κάθε πενήντα πεντηκόνταρχο, για κάθε εκατό εκατόνταρχο˙ ο χιλίαρχος να έχει δέκα εκατοντάρχους και ο στρατηγός τρεις χιλίαρχους˙ ο δε αρχιστράτηγος πολλούς στρατηγούς. Τα χρέη των πόλεων, των πολιτειών, των χωρών και των κατά μέρος πολιτών τα οποία χρωστούνε ληφθέντα προ πέντε χρόνων, και σε αυτό το διάστημα πληρωνόταν ο τόκος στους δανειστές, η παρούσα διοίκηση τα αναιρεί, και οι δανειστές δεν έχουν να ζητούν εις το έξης ούτε κεφάλαιο ούτε υπόλοιπα από τους οφειλέτες, ωσάν να εξοφλήθηκαν τα δάνεια τους, γιατί αυτοί διπλασιάζουν τα κεφάλαια τους μες σε πέντε χρόνια».
Ο Ρήγας ήρθε σε επαφή με το Διευθυντήριο της Γαλλικής Επανάστασης, ίδρυσε μυστική Εταιρεία και ανέπτυξε δράση στα εμποροβιοτεχνικά κέντρα των Ελλήνων, στον ελλαδικό χώρο και στα Βαλκάνια. Η σύσταση συνωμοτικών οργανώσεων με ταξικούς - εθνικοαπελευθερωτικούς σκοπούς υπήρξε συνήθης πρακτική για τα αντίστοιχα κινήματα της εποχής. Εκτός από την Εταιρεία του Ρήγα, συγκροτήθηκαν τα επόμενα χρόνια μια σειρά οργανώσεις, όπως η Εταιρεία των Πέντε, τοΕλληνόγλωσσον Ξενοδοχείον (Παρίσι 1809), η Φιλόμουσος Εταιρεία (Αθήνα 1813) και, βεβαίως, ηΦιλική Εταιρεία (Οδησσός 1814).
Η τελευταία υπήρξε σαφώς η πιο σημαντική, τόσο από την άποψη της μαζικότητας, όσο και της μαχητικότητας, αλλά και του ρόλου τον οποίο έπαιξε. Στον πυρήνα της Φιλικής Εταιρείας ήταν η αστική τάξη. Εντάχθηκαν πολλοί σημαίνοντες έμποροι, τραπεζίτες, εφοπλιστές, κοτζαμπάσηδες, Φαναριώτες, και ενόψει της ταυτόχρονης κήρυξης της Επανάστασης στα Βαλκάνια εντάχθηκαν πολλοί Σέρβοι, Βούλγαροι, Μολδαβοί και Βλάχοι. Το 1819-1820 άρχισαν να στρατολογούνται στο Μοριά και μέληαπό τις λαϊκές τάξεις.
Η Επανάσταση του 1821 εκδηλώθηκε όταν στη Γαλλία είχε ήδη ηττηθεί ο Ναπολέων (1815) και στην Ευρώπη είχε συγκροτηθεί η Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπιζε με καχυποψία έως και ανοιχτή καταστολή όλα τα ανάλογα πολιτικά - επαναστατικά κινήματα της εποχής (στη Νεάπολη, στη Σικελία, στο Πεδεμόντιο, στη Μαδρίτη, στη Λισαβόνα κ.α.). Η στάση των Μεγάλων Δυνάμεων δεν υπήρξε ενιαία.
Ποιες όμως ήταν οι κοινωνικές δυνάμεις τον καιρό της Επανάστασης;
Η Εκκλησία: Κατέστη αναπόσπαστο τμήμα των οθωμανικών φεουδαρχικών δομών εξουσίας, επιφορτισμένη με συγκεκριμένα διοικητικά καθήκοντα, εξουσίες και αρμοδιότητες. Ανέπτυξε δεσμούς με το κεφάλαιο και εξελίχθηκε η ίδια σε οικονομική δύναμη. Όπως σας προανέφερα, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως όχι μόνο δεν ευνόησε, αλλά καταδίκασε και κατέστειλε κάθε απελευθερωτική ιδέα ή κίνηση. Η αντεπαναστατική δραστηριότητα της επίσημης Εκκλησίας συνεχίστηκε και στη διάρκεια της Επανάστασης.
Ωστόσο, ο κατώτερος κλήρου δε συντάχθηκε με τη γραμμή του Πατριαρχείου, μετέχοντας ενεργά στην Επανάσταση. Μαζί τους και μια σειρά μεσαίοι ή ανώτεροι κληρικοί, όπως οι Φιλικοί, Άνθιμος Γαζήςκαι Γρηγόριος (Δίκαιος) Παπαφλέσσας, ο Θεόκλητος Φαρμακίδης κ.ά.
Οι Φαναριώτες: Πρόκειται για πρώην ευγενείς του Βυζαντίου που απέκτησαν σημαντικό πλούτο μέσω του εμπορίου, ενώ αναρριχήθηκαν σε υψηλά πόστα της οθωμανικής διοίκησης (Μεγάλου Δραγουμάνου της Πύλης, Δραγουμάνου του Στόλου και Ηγεμόνα της Βλαχίας και Μολδαβίας). Η στάση τους απέναντι στην Επανάσταση επίσης δεν ήταν ενιαία. Ορισμένοι υιοθετούσαν την προοπτική της ένοπλης εξέγερσης και συγκρότησης ενός ανεξάρτητου αστικού κράτους. Οι περισσότεροι, όμως, υποστήριζαν μια πολιτική «εκ των έσω διάβρωσης» της οθωμανικής αυτοκρατορίας, όπου η ελληνική αστική τάξη θα κυριαρχούσε σταδιακά οικονομικά και πολιτικά.
Κλέφτες και αρματολοί: Οι κλέφτες ήταν κυρίως πρώην αγρότες ή κτηνοτρόφοι, οι οποίοι, είτε λόγω της φτώχειας είτε από αντίθεση στις οθωμανικές αρχές και τους κοτζαμπάσηδες (χριστιανούς και μουσουλμάνους), κατέφευγαν στην παρανομία, στο βουνό, μακριά από την κατασταλτική δυνατότητα των οργάνων της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι αρματολοί ήταν κλέφτες που αμνηστεύονταν και επανεντάσσονταν στην οθωμανική νομιμότητα, επιφορτιζόμενοι με την τήρηση της τάξης σε συγκεκριμένες περιοχές.
Με την Επανάσταση του 1821, διεκδίκησαν την απεξάρτησή τους από πρότερες δεσμεύσεις εξουσίας (π.χ. τους προκρίτους), διεκδίκησαν αυτόνομη πολιτική παρουσία και ρόλο.
Οι πρόκριτοι - εφοπλιστές των νησιών: Αν και το εφοπλιστικό κεφάλαιο έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην προώθηση ενός αστικού τύπου κράτους, παραμονές της Επανάστασης υπήρξε εν μέρει επιφυλακτικό. Οι επιφυλάξεις αυτές οφείλονταν μεταξύ άλλων και στους δεσμούς που διατηρούσε με το αγγλικό κεφάλαιο, καθώς η Μεγάλη Βρετανία ήταν τότε κατά της προσβολής της ακεραιότητας της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Οι όποιες επιφυλάξεις - αντιδράσεις κάμφθηκαν ή καταργήθηκαν σύντομα με επαναστατική βία από ένα γενικότερο αστικοδημοκρατικό κίνημα, που αναπτύχθηκε στα νησιά αυτά και πριν την Επανάσταση ακόμα, καθώς και από την αλλαγή της βρετανικής πολιτικής απέναντι στην οθωμανική αυτοκρατορία.
Οι κοτζαμπάσηδες: Οι κοτζαμπάσηδες στελέχωναν το κατώτερο τμήμα της οθωμανικής διοικητικής ιεραρχίας. Μεταξύ άλλων, ήταν υπεύθυνοι για τη διαχείριση της κοινοτικής περιουσίας, για την απονομή δικαιοσύνης σε μια σειρά θέματα, για την είσπραξη των φόρων και βεβαίως για την καταστολή των χωρικών στις περιοχές ευθύνης τους. Πήγαιναν και έπαιρναν τους φόρους των μικροαγροτών και στην κυριολεξία τους κατέστρεφαν. Έκαναν τη δουλειά του σουλτάνου και έγδυναν με χίλιους δυο τρόπους τον ραγιά γεωργό και δουλευτή.
Με την έκρηξη της επανάστασης, αλλοι εντάχθηκαν στις γραμμές της Φιλικής, άλλοι κράτησαν στάση επιφυλακτική και άλλοι τάχθηκαν εναντίον. Κάποιοι κοτζαμπάσηδες συμπαρατάχτηκαν με τους εμπόρους, τους εφοπλιστές κλπ., ενώ άλλοι βρέθηκαν σε αντιπαράθεση με αυτούς, σε μια προσπάθεια να επικρατήσουν ως η ηγεμονική μερίδα της αστικής τάξης.
Η εξέλιξη της Επανάστασης και το αστικό πολίτευμα
Όσον αφορά, τώρα, στην εξέλιξη της Επανάστασης του 1821 και στο σκέλος του ελέγχου των επαναστατικών διεργασιών και των οργάνων, η σύγκρουση αυτή εκφράστηκε τόσο στο επίπεδο διαμόρφωσης των νέων επαναστατικών δομών και θεσμών (π.χ., συντάγματα, διοίκηση κλπ.), όσο και στη διαπάλη για την εξουσία, που δεν άργησε μάλιστα να λάβει και ένοπλη μορφή (π.χ., οι λεγόμενοι «εμφύλιοι»).
Το Προσωρινόν Πολίτευμα (Σύνταγμα) της Επιδαύρου που ψηφίστηκε στην Α' Εθνοσυνέλευση(Δεκέμβρης 1821) αποτέλεσε μια σύνθεση ιδεών και αρχών, επηρεασμένων από τα αντίστοιχα επαναστατικά Συντάγματα της Αμερικής (1787) και της Γαλλίας (1793 και 1795). Αντλώντας από την ιδεολογικοπολιτική δεξαμενή της επαναστατημένης αστικής τάξης και του Διαφωτισμού, το νέο Σύνταγμα προέβλεπε:
Τη διάκριση των εξουσιών (Βουλευτικό - Εκτελεστικό), την ανεξιθρησκία, την τυπική ισονομία, την κατοχύρωση των ατομικών, πολιτικών δικαιωμάτων και ελευθεριών, την εισαγωγή καθολικού συστήματος αντιπροσώπευσης και βεβαίως την κατάργηση των όποιων τοπικών - ταξικών προνομίων.
Έτσι, τέθηκαν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός αστικού κράτους. Οι πολιτικές εξουσίες (και κάποιες από τις οικονομικές) που απολάμβανε μέχρι πρότινος η Εκκλησία στα πλαίσια του φεουδαρχικού συστήματος καταργούνταν ή περιορίζονταν σημαντικά. Η αποδυνάμωση των τοπικών - περιφερειακών διοικήσεων και η μεταφορά των βασικών τους αρμοδιοτήτων στην κεντρική εξουσία, σήμαινε και αντίστοιχη αποδυνάμωση των τοπικών εξουσιών πάνω στις οποίες εδραζόταν μέχρι τότε η πολιτική δύναμη των κοτζαμπάσηδων. Οι βασικές αυτές αρχές επιβεβαιώθηκαν και στις επόμενεςΕθνοσυνελεύσεις (Β' του Άστρους, 1823 και Γ' της Τροιζήνας, 1827).
Η διαπάλη, που αρχικά εκφράστηκε σε πολιτικό επίπεδο, οδήγησε γρήγορα στη διάσπαση της Κεντρικής Διοίκησης και τη δημιουργία δύο χωριστών κυβερνήσεων: Της Τρίπολης (κοτζαμπάσηδες - Κολοκοτρώνης) και του Κρανιδίου (Υδραίοι, Μαυροκορδάτος, Κωλέττης και οι κοτζαμπάσηδες Λόντος και Ζαΐμης). Σύντομα, οι αντιθέσεις αυτές έλαβαν και ένοπλη μορφή.
Γνωρίζοντας πως το δάνειο από τη Μεγάλη Βρετανία είχε ήδη εγκριθεί, η κυβέρνηση του Κρανιδίου έδρασε αποφασιστικά. Επιτέθηκε σε όλα τα στρατηγικά σημεία που έλεγχε η άλλη πλευρά, κατέλαβε την Ακροκόρινθο, ενώ έθεσε σε πολιορκία Ναύπλιο και Τρίπολη. Δίχως προοπτική άμεσης επικράτησης της μίας ή της άλλης μεριάς, η πρώτη φάση του «εμφυλίου» (α' εξάμηνο του 1824)έληξε με συμβιβασμό, υπέρ της κυβέρνησης του Κρανιδίου. Οι «στασιαστές» αμνηστεύτηκαν, αποκλείστηκαν όμως από τα όργανα της Κεντρικής Διοίκησης.
Βεβαίως, οι προσωρινά ηττημένοι κοτζαμπάσηδες δεν προτίθεντο εύκολα να καταθέσουν τα όπλα. Όταν στις εκλογές της 3ης Οκτωβρίου 1824 για το Βουλευτικό - Εκτελεστικό δεν κατάφεραν και πάλι να συγκεντρώσουν την πλειοψηφία, άρχισαν να προσανατολίζονται ξανά προς την ένοπλη σύγκρουση: Κάτι που το επιδίωκε εξίσου και η άλλη πλευρά, ώστε να λύσει οριστικά το ζήτημα της μορφής άσκησης της εξουσίας. Ξεκίνησε, λοιπόν, η δεύτερη φάση του «εμφυλίου», που επικεντρώθηκε κυρίως στην Τρίπολη και έληξε στα τέλη του 1824 με ήττα των κοτζαμπάσηδων και τη φυγή τους εκτός Πελοποννήσου.
Σε μια περίοδο, λοιπόν, έντονων πολιτικών ζυμώσεων πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά και η οργάνωση των αντιτιθέμενων συμφερόντων σε κόμματα: Το Αγγλικό, το Γαλλικό και το Ρωσικό. Και το όνομά τους φυσικά σημαίνει ένα και μόνον πράγμα: αστικά κόμματα προσκείμενα από άποψη συμφερόντων σε κάποιο ισχυρό κράτος.
Οδεύοντας προς τη Γ' Εθνοσυνέλευση, το ζήτημα που βρέθηκε στο επίκεντρο της πολιτικής διαπάλης ήταν η αναζήτηση διεξόδου στο τέλμα των στρατιωτικών επιχειρήσεων (κυριαρχία Ιμπραήμ στη Πελοπόννησο, πτώση Μεσολογγίου κ.λπ.), μέσω της εξασφάλισης κάποιας διεθνούς διαμεσολάβησης - προστασίας ή την εκλογή ξένου μονάρχη. Στην κατεύθυνση αυτή κινήθηκαν όλα τα κόμματα. Την πρωτοβουλία ανέλαβαν από τα μέσα του 1825 οι «αγγλόφιλοι» με τη λεγόμενη Αίτηση Προστασίας (ήΠράξη υποταγής). Η Γ' Εθνοσυνέλευση ψήφισε τον Ιωάννη Καποδίστρια ως κυβερνήτη της Ελλάδος.
Το καλοκαίρι του 1827, η πορεία της Επανάστασης φαινόταν καταδικασμένη. Η πορεία αυτή ανατράπηκε από μια σειρά παρεμβάσεις του διεθνούς παράγοντα. Το Πρωτόκολλο της Πετρούπολης (1826) και η Συνθήκη του Λονδίνου (1827), η Ναυμαχία του Ναβαρίνου (Οκτώβρης 1827), ο ρωσοτουρκικός πόλεμος (1828-1829) και η αποστολή γαλλικού εκστρατευτικού σώματοςκατά του Ιμπραήμ στο Μοριά (Ιούλιος 1828) υπήρξαν γεγονότα - σταθμοί ενόψει της αναγνώρισης της Ελλάδας ως ανεξάρτητου κράτους (Πρωτόκολλο του Λονδίνου, 3 Φλεβάρη 1830). Βασικός όρος της ανεξαρτησίας των Ελλήνων υπήρξε η μορφή του πολιτεύματος, το οποίο όφειλε να είναι μοναρχικό.
Το Γενάρη του 1828 αφίχθη στην επαναστατημένη Ελλάδα ο Ι. Καποδίστριας. Ο νέος κυβερνήτηςπροέβη άμεσα στη συγκέντρωση όλων των εξουσιών, γνωρίζοντας πως για να εφαρμοστούν οι αναγκαίες αστικές μεταρρυθμίσεις και να στερεωθεί το αστικό κράτος απαιτούνταν άμεσες κινήσεις, απαλλαγμένες από χρονοβόρες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, επιβαλλόμενες με πειθώ ή καιαυταρχισμό - όπου και όποτε αυτό κρινόταν αναγκαίο.
Οι αποκλεισμένοι από την εξουσία συσπειρώθηκαν και ανασυντάχθηκαν, συγκροτώντας το μέτωποτων «συνταγματικών» με κέντρο την Ύδρα. Η ένοπλη σύγκρουση δεν άργησε και γρήγορα γενικεύτηκε. Συνεχίστηκε δε και μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια στις 9 Οκτώβρη 1831, δίχως όμως μία από τις δύο πλευρές να μπορεί να επικρατήσει οριστικά επί της άλλης. Το 1832, λοιπόν, η κεντρική εξουσία είχε σχεδόν αποσυντεθεί ολοκληρωτικά, ενώ η ύπαιθρος στεκόταν ρημαγμένη από μια δεκαετία πολέμου και εχθροπραξιών.
Υπό αυτές τις συνθήκες στις 25 Γενάρη 1833 αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο από τη βρετανική φρεγάτα«Μαδαγασκάρη» ο Όθωνας, υποσχόμενος να βάλει τέρμα στην «αναρχία» του παρελθόντος και εγκαθιδρύοντας - σύμφωνα πάντοτε με τους όρους των σχετικών διεθνών συνθηκών - καθεστώς απόλυτης μοναρχίας. Το ελληνικό αστικό κράτος άρχιζε να κάνει τα πρώτα του βήματα.
Το 1821 στο... σήμερα
Το κύριο, που σαν αποτέλεσμα του ένοπλου ξεσηκωμού κατακτήθηκε στην Ελλάδα με την Επανάσταση, είναι η δημιουργία του πρώτου ανεξάρτητου ελληνικού εθνικού αστικού κράτους. Ήταν ένα άλμα μπροστά στην ιστορική εξέλιξη, που συνέβαλε επίσης στην αποσύνθεση της οθωμανικής αυτοκρατορίας.
Αυτό το συμπέρασμα έχει διπλή σημασία για τις σύγχρονες συνθήκες. Η μία είναι η ίδια η επανάσταση σαν πράξη, το αναπόφευκτό της, όταν οι παλιές σχέσεις παραγωγής φρενάρουν τις νέες παραγωγικές δυνάμεις. Η δράση των καταπιεσμένων λαϊκών μαζών ενάντια στην παλιά εξουσία και την ξεπερασμένη ιστορικά κοινωνία, για την ανατροπή της και την εγκαθίδρυση της νέας εξουσίας και την οργάνωση της νέας ανώτερης κοινωνικής βαθμίδας. Η δεύτερη, είναι το γεγονός ότι όταν οι λαοί συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα της δικής τους κοινωνικής απελευθέρωσης, τότε η δύναμη της δράσης τους γίνεται ακατανίκητη και καμιά εξουσία δεν μπορεί να σταθεί εμπόδιο στην επαναστατική τους πάλη. Η Επανάσταση του 1821 ήταν επανάσταση που σαν αποτέλεσμα, μαζί με την απελευθέρωση του έθνους, άνοιξε την πρώτη σελίδα της νέας κοινωνίας, του καπιταλισμού.
Στις σημερινές συνθήκες, το μήνυμα και το νόημά της έχουν το δικό τους περιεχόμενο. Σήμερα, στη χώρα μας, η επίθεση που έχουν εξαπολύσει οι δυνάμεις του κεφαλαίου, ολόκληρο το αστικό πολιτικό σύστημα, και τα κόμματά του, ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ, ΕΝΩΣΗ ΚΕΝΤΡΩΩΝ, με την αρωγή της ΕΕ, του ΔΝΤ, της Γερμανίας, των ΗΠΑ, γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη για τη ζωή και το μέλλον του κόσμου της εργασίας, του λαού, της κοινωνίας μας.
Χτυπούν με λύσσα κάθε δικαίωμα, εργασιακό, συνταξιοδοτικό, δημοκρατικό. Αυξάνουν στο έπακρο το βαθμό εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, προωθούν αντεργατικά, αντικοινωνικά μέτρα, διαλύουν την Υγεία, την Παιδεία, την Πρόνοια... Μειώνουν δραστικά τους μισθούς, αυξάνουν τον απλήρωτο χρόνο δουλειάς, επιβάλλοντας ευέλικτη εργασία, απολύουν κατά το δοκούν με δεδομένη τη ραγδαία αύξηση της ανεργίας και ξαναπροσλαμβάνουν με μισθούς πείνας κλπ., θυσιάζουν τις νέες γενιές για έναν και μόνον σκοπό: τα ακόμα περισσότερα κέρδη του κεφαλαίου και μάλιστα στα χέρια ακόμη λιγότερων.
Μάλιστα, στην ιμπεριαλιστική τους εκδοχή, καταστρέφουν χώρες, τρομοκρατούν, δημιουργούν αντίπαλα δέη, όπως για παράδειγμα τον Οσάμα Μπιν Λάντεν ή σήμερα το Ισλαμικό Κράτος, με σκοπό τον περιορισμό των ατομικών και δημοκρατικών ελευθεριών, την προσφυγιά, το φθηνό εργατικό δυναμικό, την υφαρπαγή του πλούτου μιας χώρας.
Μοναδικός δρόμος; Η αντίσταση, η πάλη για την ανατροπή όλων αυτών... Είναι η ώρα που επιτέλους ο κόσμος της εργασίας, όπως έχει γράψει και μια φίλη, είναι η ώρα που ο κόσμος της εργασίας, ο λαός, οι λαοί πρέπει να γκρεμίσουν τη βαρβαρότητα του καπιταλισμού και τους φράχτες που έχει στήσει: από αυτούς για τους πρόσφυγες μέχρι αυτούς που μας έχουν καθηλώσει στους καναπέδες...
Το παλλαϊκό – πανεργατικό μέτωπο που έχει αναπτυχθεί, με αφορμή το ασφαλιστικό, πρέπει να ενδυναμωθεί, να εντείνει τη μάχη του ενάντια στη λιτότητα και τα μνημόνια, διεκδικώντας μεταξύ άλλων:
ergasianet