Να διασωθεί η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης
αναδημοσίευση από το exodospress
του Κώστα Λαπαβίτσα
Κλείνει η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης; Εκεί φαίνεται να οδηγείται η επιχείρηση μετά την αποχώρηση τριών εκτελεστικών μελών του Διοικητικού Συμβουλίου, εν όψει του σχεδίου αναδιάρθρωσης που πρότεινε η Τράπεζα Πειραιώς, ο κύριος πιστωτής. Πολύ λογική η αποχώρηση, διότι το σχέδιο θα οδηγήσει την ΕΒΖ σε δραστική συρρίκνωση και ουσιαστικά θα φέρει το τέλος. Δυστυχώς άργησαν να καταλάβουν οι διευθύνοντες που θα πήγαιναν τα πράγματα από τη στιγμή που η Πειραιώς πήρε το πάνω χέρι.
Οι μεγάλες ευθύνες φυσικά ανήκουν στον Υπουργό Ανάπτυξης, Γιώργο Σταθάκη, και στον Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, γιατί έδωσαν στους τραπεζίτες τη δυνατότητα να αποφασίζουν για τον παραγωγικό τομέα. Ο πρώτος κανόνας για την αναδιάρθρωση του παραγωγικού ιστού είναι να κρατιούνται υπό αυστηρό έλεγχο οι τράπεζες. Μπορεί να μιλούν τεχνοκρατικά και να φορούν γραβάτα, αλλά το μόνο που πραγματικά ξέρουν να κάνουν είναι να φροντίζουν τα δάνειά τους.
Η κατάρρευση της ΕΒΖ είναι δείγμα της αποβιομηχάνισης της Ελλάδας τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Ο κλάδος πληρώνει την καταστροφική πολιτική για τη ζάχαρη που επέβαλε η ΕΕ τη δεκαετία του 2000, ευνοώντας τις εισαγωγές, συχνά από άλλες χώρες της Ένωσης. Το 2006 η Ελλάδα αποποιήθηκε το 50% της εθνικής ποσόστωσης ζάχαρης, καταδικάζοντας στην ουσία την ΕΒΖ, η οποία ήταν κερδοφόρα μέχρι τότε. Μεγάλη ήταν και η ζημία από την εγκληματική διαχείριση της εταιρείας, με αλόγιστη πολιτική μισθών και κόστους, καθώς και ουκ ολίγη διαφθορά, από σειρά ανθρώπων οι οποίοι θα πρέπει κάποτε να λογοδοτήσουν στη Δικαιοσύνη.
Το τελικό πλήγμα δόθηκε από την απαράδεκτη και χαριστική απορρόφηση της Αγροτικής Τράπεζας Ελλάδας από την Τράπεζα Πειραιώς στο πλαίσιο των Μνημονίων το 2011-12. Βρέθηκε η Πειραιώς να είναι ο δανειστής της ΕΒΖ, ενώ τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας τέθηκαν στη διάθεση του Ειδικού Εκκαθαριστή. Μια τράπεζα που ελάχιστη σχέση είχε με την αγροτική ανάπτυξη – για να μη μιλήσουμε για τα άλλα ανομήματά της – άρχισε να παίζει το ρόλο του κέντρου αποφάσεων στον αγροτικό τομέα.
Η ΕΒΖ αντιμετωπίζει μεγάλα δομικά προβλήματα που είναι μεσοπρόθεσμα. Οι άκαρποι διαγωνισμοί για την πώλησή της μετά το 2012 πάγωσαν τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, ενθάρρυναν τη φυγή του ειδικευμένου προσωπικού και άφησαν τις δανειακές υποχρεώσεις να συσσωρεύονται. Η λανθασμένη εμπορική και τιμολογιακή πολιτική προκάλεσε έκρηξη των ανείσπρακτων απαιτήσεων και αδυναμία πληρωμής των τευτλοπαραγωγών. Η μείωση της καλλιέργειας τεύτλων ανέβασε το κόστος παραγωγής ζάχαρης σε απαγορευτικά ύψη. Πολύ φυσιολογικά η επιχείρηση δε μπορούσε να εξασφαλίσει κεφάλαιο κίνησης μέσω τραπεζικού δανεισμού.
Η παρέμβαση της πρώτης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ την άνοιξη του 2015 ήταν σωτήρια. Παρά τη λυσσαλέα άρνηση της Τράπεζας Πειραιώς να δώσει νέο δάνειο, βρέθηκε χρηματοδότηση 30 εκ από το ταμείο του Ειδικού Εκκαθαριστή, η οποία δεν εμπίπτει στους περιορισμούς της ΕΕ για κρατική επιχορήγηση. Διορίστηκε νέα διοίκηση, πείστηκαν οι τευτλοπαραγωγοί να σπείρουν σε μεγαλύτερη έκταση και διερευνήθηκαν νέες δυνατότητες για τελική επεξεργασία βραζιλιάνικης ζάχαρης που θα έδινε καινούργιο πεδίο στην ΕΒΖ. Κι επειδή στην πολιτική ζωή της Ελλάδας παρεπιδημεί η άγνοια, να ληφθεί υπόψη ότι οι τεχνικές επιδόσεις της ΕΒΖ είναι καλύτερες από αντίστοιχους φορείς της Βραζιλίας, χώρας που έχει μεγάλη παράδοση στη ζάχαρη.
Η παρέμβαση στην ΕΒΖ ήταν ένα από τα ελάχιστα επιτεύγματα της θλιβερής περιόδου της «σκληρής διαπραγμάτευσης», η οποία κατέληξε στην άνευ όρων παράδοση. Για να είχε αποτέλεσμα όμως θα έπρεπε να είχε συνεχιστεί παρέχοντας στην ΕΒΖ μεσοπρόθεσμο περιθώριο δράσης. Θα έπρεπε δηλαδή να είχε υπάρξει θαρραλέα και αποφασιστική κρατική παρουσία, περιορισμός του ρόλου της Τράπεζας Πειραιώς, συνεχής και ανυποχώρητη σύγκρουση με τις απαράδεκτες πολιτικές της ΕΕ για τη ζάχαρη. Όποιος ενδιαφέρεται για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Ελλάδας, καταλαβαίνει ότι δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Τα υπόλοιπα είναι κενολογίες υστερόβουλων τραπεζιτών, ή ανερμάτιστων πολιτικών που ψέλνουν τροπάρια «μεταρρυθμίσεων», χωρίς να καταλαβαίνουν τι λένε.
Μετά την υπογραφή του Τρίτου Μνημονίου δυστυχώς η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ανέκρουσε πρύμναν. Για μια ακόμη φορά άλλαξε η διοίκηση της ΕΒΖ, χωρίς αιτία και ειρμό, ενώ το σχέδιο αναδιάρθρωσης τέθηκε στη διακριτική ευχέρεια της Πειραιώς. Τα αποτελέσματα φάνηκαν την προηγούμενη εβδομάδα.
Η τράπεζα ενδιαφέρεται πρωτίστως να διασφαλίσει ό,τι μπορεί από τα περίπου 150 εκ που της χρωστάει η ΕΒΖ, τα οποία φυσικά της δόθηκαν ως «δώρο» με την απορρόφηση της ΑΤΕ. Για το σκοπό αυτό απαιτεί μεταβίβαση των αξιοποιήσιμων ακινήτων της ΕΒΖ, καθώς και πώληση των δύο κερδοφόρων θυγατρικών στη Σερβία, συγκεντρώνοντας έτσι περίπου 45-50 εκ. Το υπόλοιπο χρέος θα σπάσει σε δύο κομμάτια. Αν το πρώτο, ύψους 60 εκ και διαρκείας δεκαετίας, εξυπηρετηθεί κανονικά, τότε θα διαγραφεί το δεύτερο, ύψους 40 εκ. Παράλληλα θα πρέπει η ΕΒΖ να περιορίσει δραστικά το λειτουργικό κόστος, πράγμα που σημαίνει βαθιές περικοπές μισθών. Στη βάση αυτή, η γενναιόδωρη Πειραιώς θα διαθέσει δάνειο 12 εκ κι αυτό μάλιστα σε δύο δόσεις: 5,5 εκ αμέσως και τα υπόλοιπα σταδιακά με την πώληση των περιουσιακών στοιχείων.
Η πρόταση της τράπεζας είναι απλώς καταστροφική. Τα χρήματα δεν φτάνουν καν για να πληρωθούν αμέσως οι τευτλοπαραγωγοί που έσπειραν πέρσι. Ούτε λόγος να γίνεται για επαρκές κεφάλαιο κίνησης που θα επέτρεπε στην εταιρεία να κινηθεί με σχετική ευχέρεια. Η δε συρρίκνωση της ΕΒΖ δεν θα φέρει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα, αλλά θα κάνει το κόστος παραγωγής απαγορευτικό. Για να έχει προοπτική η εταιρεία θα πρέπει να κάνει ακριβώς το αντίθετο, δηλαδή να διευρύνει την παραγωγή της, ρίχνοντας το κόστος μέσω κλασικών οικονομιών κλίμακος σε ένα καθετοποιημένο αγροτικό και βιομηχανικό σύμπλεγμα.
Το νέο ΔΣ αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, εξ ου και οι παραιτήσεις. Αν κλείσει η ΕΒΖ, θα επακολουθήσει οικονομική και κοινωνική καταιγίδα στον κάμπο της Κεντρικής Μακεδονίας, στην Ορεστιάδα και στη Λάρισα. Το πλήγμα στον βαριά χτυπημένο βιομηχανικό ιστό της Ελλάδας θα είναι ανυπολόγιστο.
Η Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης έχει κάθε δυνατότητα να επιβιώσει και να πάει μπροστά, αρκεί να της δοθεί μεσοπρόθεσμο περιθώριο ανάπτυξης. Αν αυτό σημαίνει σύγκρουση με τις τράπεζες και την ΕΕ για το καλό της κοινωνίας και της χώρας, τότε ας υπάρξει σύγκρουση. Η Ελλάδα δεν πρέπει να μείνει χωρίς ικανή εγχώρια παραγωγή ζάχαρης. Η ευθύνη θα είναι τεράστια για τον Υπουργό Ανάπτυξης, τον Πρωθυπουργό και όλους τους εμπλεκόμενους.