Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (επάνω αριστερά) σε φωτογράφιση με μαθήτριες και καθηγητές του Παρθεναγωγείου Βόλου
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος γεννήθηκε στην Άμφισσα στις 31/12/1880 και προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια της πόλης. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου γνωρίστηκε με το Γεώργιο Σκληρό. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1908 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ανώτερου Παρθεναγωγείου του Βόλου. «Ήτανε κοντά 28 χρονών, γεμάτος νεανική φωτιά και πίστη για το δημοτικισμό και τα μελλούμενα του έθνους». Με το Παρθεναγωγείο του Βόλου το 1908 πρώτος έδωσε στην εκπαιδευτική του δράση μια εργατική και σοσιαλιστική απόχρωση και έμπασε στην εκπαίδευση τη γλώσσα του λαού, τη δημοτική.
«Ο Σαράτσης, ο δικηγόρος Ζάχος, ο Δελμούζος βοηθούσανε αυτή τη νεωτεριστική ’ ’ ’’πνευματική’’ κίνηση. Γιατί κατά βάθος ήτανε περισσότερο θεωρητική παρά πολιτική. Κάμνανε διαλέξεις στα εργατικά κέντρα για διάφορα ζητήματα επιστημονικά ή κοινωνιολογικά. Κάποτες μάλιστα ο Δελμούζος ανάλυσε στους εργάτες του τον ’’Εθνικό ύμνο’’ του Σολωμού κι άλλοτες πάλι αντίκρουσε τις κοινωνιολογικές ιδέες του Γ. Σκληρού.
Φαίνεται αμέσως καθαρά, πως οι ’’επαναστάτες’’ εκείνοι κι ’’άθεοι’’ επιστήμονες δεν ήτανε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αποτελούσανε μια φιλελεύθερη ’’ιντελιγκέντσια’’, που θεωρούσε το σοσιαλισμό για προοδευτική μορφή του πατριωτισμού και το δημοτικισμό για κίνημα φιλολαϊκό. Άλλο αν στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο, το πρώτο επίσημο σκολειό του δημοτικισμού, φοιτούσανε κυρίες και κορίτσια της πλουτοκρατίας κι όχι κορίτσια τού λαού!».
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (επάνω αριστερά) σε φωτογράφιση με μαθήτριες και καθηγητές του Παρθεναγωγείου Βόλου
Τα επόμενα χρόνια από υψηλές θέσεις του Υπουργείου Παιδείας υπηρετεί μαζί με τους Γληνό και Τριανταφυλλίδη την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση των κυβερνήσεων Βενιζέλου. Συμμετείχε στη συγγραφή των πρώτων βιβλίων στη δημοτική («Το αλφαβητάρι με τον ήλιο»). Μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου του 1920, έφυγε ξανά για τη Γερμανία, όπου συνδέθηκε με τον παιδαγωγό Γκέοργκ Κέρσενστάινερ, εισηγητή της θεωρίας του Σχολείου Εργασίας. Στην Αθήνα επέστρεψε το 1924 και ο Γληνός του ανάθεσε τη διεύθυνση της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας.
Με αφορμή την παρουσία του Βάρναλη (και λίγο αργότερα τον τρόπο διδασκαλίας της ιστορίας από τη Ρόζα Ιμβριώτη) ξεσπούν τα Μαρασλειακά (1924-1925).
Ο Δελμούζου απαντά στην «Εστία» (16/11/1924) που ξεκίνησε το θέμα: «Ο καθένας μας μπορεί ατομικά να έχη οποιαδήποτε πολιτική πίστη θέλει, ακόμα και αναρχικός να είνε, και σε σύλλογο αναρχικό να ανήκη, και θεωρητικά στην εξωσχολική του δράση να γράφη ακόμα υπέρ του αναρχισμού.
Πώς μπορεί να συμβιβάση σε τέτοια περίπτωση τη δική του πίστη με το έργο του διδασκαλείου, αυτό είνε ζήτημα δικής του συνειδήσεως. Σε αυτό δεν είμαστε εμείς που θα ελέγξωμεν».
Από τότε και μετά όμως ολισθαίνει σε όλο και σε πιο συντηρητικές θέσεις και μετά τη διάσπαση του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1927) άρχισε να υπηρετεί την πιο χυδαία αντίδραση.
Ο Δελμούζος που το 1914 στη δίκη του Ναυπλίου (για τα «Αθεϊκά» του Βόλου) είπε «ομολογώ… σας το είπα και προχθές, ότι και χιλιάδες εάν είχα, θα τις έδινα για την εργατική ιδέα», πολέμησε τη σοσιαλιστική θεωρία. Πήρε θέση στην αντιπαράθεση ιδεαλισμού – υλισμού ταυτιζόμενος με τον Γιάννη Αποστολάκη.
Η σύγκρουση με τον Κ. Βάρναλη μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930 ήταν πολύ έντονη. Το πέρασμα των χρόνων όμως εκτόνωσε την ένταση και έδωσε τη δυνατότητα μιας καθολικότερης εκτίμησης έτσι όπως αυτή εκφράζεται στα δημοσιεύματα του κ. Βάρναλη σε «Φιλελεύθερο Προοδευτικό» και «Αυγή» τη δεκαετία του 1950 (τα κείμενα αυτά τα συμπεριέλαβε ο Κ. Βάρναλη στα «Αισθητικά Κριτικά»):
«Ο Αλέκος Δελμούζος. Σαν επιστήμονας και παιδαγωγός, αλλά και σαν άνθρωπος της δράσης, στάθηκε στον καιρό του ένας από τους πιο προοδευτικούς αστούς, που αγαπήσανε το λαό και ζητήσανε το συγχρονισμό του. Είναι ο πρώτος που έμπασε στην εποχή της πιο έξαλλης γλωσσικής αντίδρασης, τη γλώσσα του λαού στην παιδεία».
Από το 1937 που παραιτήθηκε από την έδρα του στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης (είχε διοριστεί το 1929) διατήρησε χαμηλό προφίλ και πολιτική ουδετερότητα.
Πέθανε στις 10 Δεκέμβρη 1956
πηγή ://atexnos.gr
Αλέξανδρος Δελμούζος, αστός μεταρρυθμιστής
Γράφει ο Ηρακλής ΚακαβάνηςΠαιδαγωγός, αστός μεταρρυθμιστής την εποχή της ανόδου της αστικής τάξης, εκπρόσωπος του Εκπαιδευτικού Δημοτικισμού.
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος γεννήθηκε στην Άμφισσα στις 31/12/1880 και προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια της πόλης. Σπούδασε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές του στη Γερμανία, όπου γνωρίστηκε με το Γεώργιο Σκληρό. Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1908 ανέλαβε τη διεύθυνση του Ανώτερου Παρθεναγωγείου του Βόλου. «Ήτανε κοντά 28 χρονών, γεμάτος νεανική φωτιά και πίστη για το δημοτικισμό και τα μελλούμενα του έθνους». Με το Παρθεναγωγείο του Βόλου το 1908 πρώτος έδωσε στην εκπαιδευτική του δράση μια εργατική και σοσιαλιστική απόχρωση και έμπασε στην εκπαίδευση τη γλώσσα του λαού, τη δημοτική.
«Ο Σαράτσης, ο δικηγόρος Ζάχος, ο Δελμούζος βοηθούσανε αυτή τη νεωτεριστική ’ ’ ’’πνευματική’’ κίνηση. Γιατί κατά βάθος ήτανε περισσότερο θεωρητική παρά πολιτική. Κάμνανε διαλέξεις στα εργατικά κέντρα για διάφορα ζητήματα επιστημονικά ή κοινωνιολογικά. Κάποτες μάλιστα ο Δελμούζος ανάλυσε στους εργάτες του τον ’’Εθνικό ύμνο’’ του Σολωμού κι άλλοτες πάλι αντίκρουσε τις κοινωνιολογικές ιδέες του Γ. Σκληρού.
Φαίνεται αμέσως καθαρά, πως οι ’’επαναστάτες’’ εκείνοι κι ’’άθεοι’’ επιστήμονες δεν ήτανε ούτε το ένα ούτε το άλλο. Αποτελούσανε μια φιλελεύθερη ’’ιντελιγκέντσια’’, που θεωρούσε το σοσιαλισμό για προοδευτική μορφή του πατριωτισμού και το δημοτικισμό για κίνημα φιλολαϊκό. Άλλο αν στο Ανώτερο Παρθεναγωγείο, το πρώτο επίσημο σκολειό του δημοτικισμού, φοιτούσανε κυρίες και κορίτσια της πλουτοκρατίας κι όχι κορίτσια τού λαού!».
Ο Αλέξανδρος Δελμούζος (επάνω αριστερά) σε φωτογράφιση με μαθήτριες και καθηγητές του Παρθεναγωγείου Βόλου
Τα επόμενα χρόνια από υψηλές θέσεις του Υπουργείου Παιδείας υπηρετεί μαζί με τους Γληνό και Τριανταφυλλίδη την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση των κυβερνήσεων Βενιζέλου. Συμμετείχε στη συγγραφή των πρώτων βιβλίων στη δημοτική («Το αλφαβητάρι με τον ήλιο»). Μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου του 1920, έφυγε ξανά για τη Γερμανία, όπου συνδέθηκε με τον παιδαγωγό Γκέοργκ Κέρσενστάινερ, εισηγητή της θεωρίας του Σχολείου Εργασίας. Στην Αθήνα επέστρεψε το 1924 και ο Γληνός του ανάθεσε τη διεύθυνση της Μαρασλείου Παιδαγωγικής Ακαδημίας.
Με αφορμή την παρουσία του Βάρναλη (και λίγο αργότερα τον τρόπο διδασκαλίας της ιστορίας από τη Ρόζα Ιμβριώτη) ξεσπούν τα Μαρασλειακά (1924-1925).
Ο Δελμούζου απαντά στην «Εστία» (16/11/1924) που ξεκίνησε το θέμα: «Ο καθένας μας μπορεί ατομικά να έχη οποιαδήποτε πολιτική πίστη θέλει, ακόμα και αναρχικός να είνε, και σε σύλλογο αναρχικό να ανήκη, και θεωρητικά στην εξωσχολική του δράση να γράφη ακόμα υπέρ του αναρχισμού.
Πώς μπορεί να συμβιβάση σε τέτοια περίπτωση τη δική του πίστη με το έργο του διδασκαλείου, αυτό είνε ζήτημα δικής του συνειδήσεως. Σε αυτό δεν είμαστε εμείς που θα ελέγξωμεν».
Από τότε και μετά όμως ολισθαίνει σε όλο και σε πιο συντηρητικές θέσεις και μετά τη διάσπαση του Εκπαιδευτικού Ομίλου (1927) άρχισε να υπηρετεί την πιο χυδαία αντίδραση.
Ο Δελμούζος που το 1914 στη δίκη του Ναυπλίου (για τα «Αθεϊκά» του Βόλου) είπε «ομολογώ… σας το είπα και προχθές, ότι και χιλιάδες εάν είχα, θα τις έδινα για την εργατική ιδέα», πολέμησε τη σοσιαλιστική θεωρία. Πήρε θέση στην αντιπαράθεση ιδεαλισμού – υλισμού ταυτιζόμενος με τον Γιάννη Αποστολάκη.
Η σύγκρουση με τον Κ. Βάρναλη μέχρι και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1930 ήταν πολύ έντονη. Το πέρασμα των χρόνων όμως εκτόνωσε την ένταση και έδωσε τη δυνατότητα μιας καθολικότερης εκτίμησης έτσι όπως αυτή εκφράζεται στα δημοσιεύματα του κ. Βάρναλη σε «Φιλελεύθερο Προοδευτικό» και «Αυγή» τη δεκαετία του 1950 (τα κείμενα αυτά τα συμπεριέλαβε ο Κ. Βάρναλη στα «Αισθητικά Κριτικά»):
«Ο Αλέκος Δελμούζος. Σαν επιστήμονας και παιδαγωγός, αλλά και σαν άνθρωπος της δράσης, στάθηκε στον καιρό του ένας από τους πιο προοδευτικούς αστούς, που αγαπήσανε το λαό και ζητήσανε το συγχρονισμό του. Είναι ο πρώτος που έμπασε στην εποχή της πιο έξαλλης γλωσσικής αντίδρασης, τη γλώσσα του λαού στην παιδεία».
Από το 1937 που παραιτήθηκε από την έδρα του στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης (είχε διοριστεί το 1929) διατήρησε χαμηλό προφίλ και πολιτική ουδετερότητα.
Πέθανε στις 10 Δεκέμβρη 1956
πηγή ://atexnos.gr