Στις 28 Νοεμβρίου η αίτηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής στην 53χρονη καθαρίστρια

Στις 28 Νοεμβρίου προσδιορίστηκε να συζητηθεί, μετά από παρέμβαση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξένης Δημητρίου, η αίτηση αναστολής εκτέλεσης της ποινής που επιβλήθηκε στην 53χρονη καθαρίστρια από τον Βόλο. Η γυναίκα έχει καταδικασθεί σε δεύτερο βαθμό σε 10ετή κάθειρξη, επειδή πλαστογράφησε το απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου (από Ε΄τάξη το έκανε ΣΤ΄ τάξη), προκειμένου να μπορεί να εργαστεί ως καθαρίστρια.

Η αίτηση για αναστολή εκτέλεσης της ποινής θα συζητηθεί στο Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων Λάρισας.

Ήδη, οι συνήγοροί της κατέθεσαν και αίτηση αναίρεσης της απόφασης του δευτεροβάθμιου δικαστηρίου, ενώ η κυρία Δημητρίου έχει ζητήσει να τής διαβιβαστεί η επίμαχη απόφαση, προκειμένου να εξετάσει αν πρέπει να αναιρεθεί ή όχι και αν συντρέχουν λόγοι πειθαρχικού ελέγχου των δικαστών που την εξέδωσαν.

Η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων για την υπόθεση της καθαρίστριας από τον Βόλο

Την «ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων», επισημαίνει η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (Ε.Δ.Ε.) σε ανακοίνωση που εξέδωσε μετά τη δημοσιότητα που πήρε το θέμα της καταδίκης της καθαρίστριας από τον Βόλο, σε 10ετη κάθειρξη για πλαστογραφία απολυτηρίου Δημοτικού.

Αναλυτικά, η ανακοίνωση που εξέδωσε η ΕΔΕ για την συγκεκριμένη υπόθεση έχει ως εξής:

«Στη δημόσια συζήτηση που άνοιξε με αφορμή την ποινική καταδίκη εργαζόμενης στην καθαριότητα από Εφετείο Κακουργημάτων, σημειώνουμε αρχικά την εκπεφρασμένη θέση μας περί ανάγκης εκλογίκευσης των δρακόντειων ποινών που προβλέπει ο ν. 1608/50 και ορθότερης διάκρισης των αδικημάτων. Η χρήση ενός νόμου που ψηφίστηκε σε εντελώς διαφορετικές ιστορικές συνθήκες ως εργαλείο αντιμετώπισης σύγχρονων ζητημάτων οδηγεί σε αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Η αναντιστοιχία αδικήματος και ποινής στην προκειμένη περίπτωση είναι προφανής. Η σύγχυση που δημιουργείται από δύο διαφορετικές τάσεις που διαμορφώθηκαν στην νομολογία και οδηγούν σε διαφορετική ποινική αντιμετώπιση όμοιων περιπτώσεων μπορεί να αρθεί είτε με νομοθετική παρέμβαση είτε με λύση του νομικού ζητήματος από σταθερή νομολογία του Αρείου Πάγου. Οι κατηγορίες περί αναλγησίας δικαστικών λειτουργών που εξέδωσαν τη συγκεκριμένη ή άλλες όμοιες αποφάσεις είναι τουλάχιστον άδικες και συγκαλύπτουν την πραγματική αιτία του προβλήματος. Οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί εκδίδουν πάντα τις αποφάσεις τους μέσα στα πλαίσια της νομιμότητας».



ΑΠΕ

Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54