Ο αποδεκατισμός των Ελλήνων. Του Νίκου Ιγγλέση

Του Νίκου Ιγγλέση
https://greekattack.wordpress.com

Ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας μειώνεται σταθερά τα τελευταία μνημονιακά χρόνια, προδιαγράφοντας ένα ζοφερό μέλλον για την οικονομική, κοινωνική και εθνική επιβίωση της πατρίδας μας. Η μείωση του πληθυσμού οφείλεται σε δύο βασικούς λόγους: Ο πρώτος είναι η φυσική κίνηση, δηλαδή, η διαφορά μεταξύ γεννήσεων και θανάτων. Ο δεύτερος είναι η καθαρή μετανάστευση, δηλαδή, η διαφορά μεταξύ εισερχομένων και εξερχομένων ανθρώπων από τη χώρα. Το σημαντικό έγκειται στο γεγονός ότι οι εισερχόμενοι είναι αλλοεθνείς και οι εξερχόμενοι είναι, κατά κανόνα, Έλληνες. 

Από το 2011 η φυσική κίνηση του πληθυσμού έγινε αρνητική, για πρώτη φορά από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) το 2017 καταγράφηκαν 124.501 θάνατοι (αύξηση κατά 4,8% σε σχέση με το 2016) και μόνο 88.553 γεννήσεις (μείωση κατά 4,7% σε σχέση με το 2016). Από το λόγο αυτό ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 35.948 άτομα μέσα σ’ ένα χρόνο, όσοι περίπου είναι οι κάτοικοι μιας πόλης σαν την Καρδίτσα. Σημαντικό είναι να επισημάνουμε ότι από τις συνολικές γεννήσεις οι 12.397 ή το 14% προέρχονται από αλλοδαπές μητέρες. Έτσι τα Ελληνόπουλα που γεννήθηκαν, μέσα στη χώρα, το 2017 ήταν μόνο 76.156. Σημειώνουμε ότι το 2010 ήταν η τελευταία χρονιά που οι γεννήσεις υπερτερούσαν κατά 5.682 των θανάτων.

Η μείωση των γεννήσεων οφείλεται σε μια σειρά από λόγους που σχετίζονται με την οικονομική ανασφάλεια, το χαμηλό εισόδημα, την ανεργία, την αναγκαιότητα εργασίας για τις γυναίκες προκειμένου να συνεισφέρουν στα οικογενειακά βάρη, την έλλειψη κοινωνικών υποδομών (βρεφονηπιακοί σταθμοί-ολοήμερα σχολεία) και ουσιαστικών κρατικών οικονομικών ενισχύσεων για τα έξοδα ανατροφής των παιδιών. Συνέπεια όλων αυτών είναι οι νέοι Έλληνες να μην κάνουν οικογένεια ή να την κάνουν σε μεγαλύτερη ηλικία και αυτή να είναι ολιγομελής. Η ηλικία των γυναικών που τεκνοποιούν για πρώτη φορά αυξήθηκε, κατά μέσον όρο, από τα 28,8 έτη το 2008 στα 32,3 έτη το 2016. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ οι Ελληνίδες γεννούν, κατά μέσον όρο, μόνο 1,3 παιδιά κατά τη διάρκεια της ζωή τους, όταν για να μην υπάρχει μείωση του πληθυσμού θα έπρεπε να γεννούν 2,1 παιδιά.

Η υπογεννητικότητα προκαλεί τη γήρανση του πληθυσμού. Μειώνεται συνεχώς η ηλικιακή ομάδα μέχρι 14 έτη (14,4% του πληθυσμού) και αυξάνεται η ηλικιακή ομάδα άνω των 60 ετών. Η τελευταία ανέρχεται ήδη σε 2,7 εκατ. ή το 25,2% του συνολικού πληθυσμού. Καμιά οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει, κανένα ασφαλιστικό σύστημα δεν μπορεί είναι βιώσιμο, παρά τα όσα λέγονται, σε μια χώρα της οποίας ο πληθυσμός μειώνεται και γερνάει ταυτόχρονα.

Παράλληλα η μετανάστευση Ελλήνων στο εξωτερικό, κυρίως προς τις ανεπτυγμένες χώρες, για αναζήτηση εργασίας με ικανοποιητικές αποδοχές και προοπτικές επαγγελματικής σταδιοδρομίας αποτελεί το δεύτερο λόγο μείωσης του πληθυσμού. Σύμφωνα με παλαιότερη δήλωση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα, από το 2008 μέχρι το 2013 μετανάστευσαν (brain drain-διαρροή εγκεφάλων) 427.000 Έλληνες. Σήμερα ο αριθμός αυτός έχει υπερβεί τις 450.000 Πρόκειται κυρίως για νέους και μορφωμένους ανθρώπους ηλικίας μέχρι 40 ετών. Η Ελλάδα δε χάνει μόνο αυτούς τους πολίτες της, για τους οποίους δαπάνησε σημαντικά ποσά για την εκπαίδευσή τους, αλλά χάνει και τα παιδιά τους.

Ο συνολικός πληθυσμός της χώρας μας, σύμφωνα με την απογραφή του 2011, ήταν 10,8 εκατ. Από αυτούς 9,9 εκατ. ή το 90,8% είχαν την ελληνική ιθαγένεια συμπεριλαμβανομένων και των αλλοδαπών στους οποίους αυτή έχει χορηγηθεί. Οι υπόλοιποι 912 χιλιάδες ή το 9,2% ήταν αλλοεθνείς. Νεότερα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Αρχής (Eurostat) για το 2016 ανεβάζουν τον αριθμό των μεταναστών σε 1,25 εκατ. ή το 11,6% του συνολικού πληθυσμού, από τους οποίους 345 χιλιάδες ή το 3,2% προέρχονται από κράτη της Ε.Ε. (κυρίως Βουλγαρία και Ρουμανία) και 905 χιλιάδες ή 8,4% από κράτη εκτός της Ε.Ε.

Αν οι σημερινές δημογραφικές τάσεις συνεχιστούν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει (Ageing Report 2018) ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας θα μειωθεί μέχρι το 2060  κατά 2,5 εκατ. (από 10,8 εκατ. σε 8,3 εκατ. συμπεριλαμβανομένων και των μεταναστών). Κάτι αντίστοιχο έγινε και στη Βουλγαρία, μετά την κατάρρευση του «κομμουνιστικού» καθεστώτος, της οποίας ο πληθυσμός, από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, λόγω της μείωσης των γεννήσεων – συνέπεια της οικονομικής αποδιάρθρωσης – και της μετανάστευσης ελαττώθηκε κατά 2 εκατ. Η Ελλάδα πορεύεται ήδη σε μια ανάλογη κατεύθυνση με διαφορά φάσης 20 ετών. Στην περίπτωση της χώρας μας οι μνημονιακές πολιτικές προκάλεσαν μεγαλύτερη οικονομική ύφεση απ’ ό,τι η αλλαγή του οικονομικού συστήματος της Βουλγαρίας.

Η δημογραφική κατάρρευση της χώρας, εκτός των οικονομικών – κοινωνικών έχει και εθνικές διαστάσεις. Πόσοι θα είναι οι Έλληνες αύριο που θα υπερασπιστούν τα εθνικά συμφέροντα έναντι της τουρκικής απειλής και του αλβανικού και σκοπιανού αναθεωρητισμού; Οι Έλληνες το γένος μειώνονται και οι αλλοεθνείς αυξάνονται. Αυτό αλλάζει τη γεωπολιτική ταυτότητα της χώρας, γιατί γεωπολιτική είναι η γεωγραφία και οι άνθρωποι, όταν αλλάζουν οι άνθρωποι τότε αλλάζει η γεωπολιτική ταυτότητα της Ελλάδας. Η ευρωστία και ομοιογένεια του πληθυσμού αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους συντελεστές ισχύος μιας χώρας.

Απαιτείται μια ριζική αλλαγή, στις ακολουθούμενες μέχρι σήμερα πολιτικές, για την επιβίωση του Ελληνισμού ως διακριτής οντότητας. Πριν να είναι πολύ αργά πρέπει:

Πρώτον: Να υλοποιηθεί ένα μεγάλο πρόγραμμα παραγωγικών επενδύσεων στον αγροτικό, βιοτεχνικό και βιομηχανικό τομέα που θα προσφέρει σταθερές και με ικανοποιητική αμοιβή θέσεις εργασίας, για να μειωθεί η ανεργία και να σταματήσει η μετανάστευση στο εξωτερικό.

Δεύτερον: Να ενισχύεται κάθε οικογένεια που αποκτάει ένα νέο παιδί μ’ ένα αξιόλογο εφάπαξ ποσό. Στο οικογενειακό εισόδημα να καθοριστεί ένα αφορολόγητο ποσό για κάθε παιδί που θα καλύπτει τις πραγματικές δαπάνες διαβίωσής του και δε θα είναι συμβολικό όπως σήμερα. Για τις οικογένειες με χαμηλό εισόδημα (π.χ. άνεργοι), που δε θα μπορούν να επωφεληθούν από το αφορολόγητο, το αντίστοιχο ποσό θα δίνεται ως κοινωνικό επίδομα τέκνων, μέχρι την ενηλικίωση των παιδιών. Τα μέτρα αυτά να ισχύουν μόνο για τους έλληνες πολίτες, γιατί διαφορετικά θα αποτελούν κίνητρο για την προσέλκυση περισσότερων αλλοδαπών μεταναστών, προκειμένου να επωφεληθούν από αυτά οι, πολυπληθείς κατά κανόνα, οικογένειές τους. Το κράτος πρέπει με έξοδά του να αναλάβει την ανατροφή των Ελληνόπουλων για να υπάρχει και το ίδιο αύριο.

Τρίτον: Να ενισχυθεί το δίκτυο των βρεφονηπιακών σταθμών και των ολοήμερων σχολείων στα οποία προτεραιότητα θα έχουν οι ελληνίδες εργαζόμενες μητέρες.

Τέταρτον:  Να δοθούν, σε συνδυασμό με τις παραγωγικές επενδύσεις, ειδικά κίνητρα για τον επαναπατρισμό ενός – όσον το δυνατόν μεγαλύτερου – μέρους των Ελλήνων που αναγκάστηκαν, τα μνημονιακά χρόνια, να μεταναστεύσουν σε αναζήτηση εργασίας. Η χώρα μας χρειάζεται όχι μόνο αυτούς τους μορφωμένους Έλληνες αλλά και τα παιδιά τους, καθώς και αυτά που πρόκειται να γεννηθούν.

Οι γενναίες αυτές πολιτικές όμως απαιτούν χρήματα που σήμερα δεν υπάρχουν γιατί προέχει η εξυπηρέτηση (όχι η αποπληρωμή) ενός δυσθεώρητου συναλλαγματικού χρέους. Κάθε χρόνο απαιτείται η επίτευξη ενός πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ (περίπου 6,5 δις. ευρώ) για να πληρώνονται οι τόκοι και μόνο αυτοί, του δημόσιου χρέους. Το συντριπτικά μεγαλύτερο ποσοστό των τοκοχρεολυσίων πηγαίνει στους ξένους δανειστές, που απορροφούν κάθε οικονομική ικμάδα της χώρας. Οι κυβερνήσεις και τα πολιτικά κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα τα τελευταία, τουλάχιστον, 20 χρόνια, υλοποιούν τις πολιτικές της παγκοσμιοποίησης όπως αυτές εκπορεύονται από την Ε.Ε. και την Ευρωζώνη. «Χωρίς λύπην, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς αιδώ», δεξιοί και αριστεροί εθνομηδενιστές επιδιώκουν να μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια πολυπολιτισμική κοινωνία που θα απαρτίζεται από διάφορες πληθυσμιακές μειονότητες, μία εκ των οποίων θα είναι η, συνεχώς συρρικνούμενη, ελληνική. Μόνο που μια κοινωνία αποτελούμενη από διάφορες μειονότητες δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα έσχατα εθνικά συμφέροντα που δεν είναι πια κοινά για τις διαφορετικές πληθυσμιακές κοινότητες.

Ο Νίκος Ιγγλέσης είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας του βιβλίου
«Στρατηγικές Επιλογές Επιβίωσης του Ελληνισμού»
που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Στοχαστής».

Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ στις 19-1-2019 

Τελευταία τροποποίηση στις Δευτέρα, 21/01/2019 - 12:07