Ώρα να φεύγουν και ο «κωλοβελόνης» και ο «Μαντρακούκος»
...αναδημοσίευση από την Ικαριακή Ραδιοφωνία, σταθμό που στηρίζει τον αγώνα της ΕΡΤ ενάντια στο "μαύρο"...
Mέρες που είναι, πρέπει να αναφερθούμε και στους καλικάντζαρους. Σύμφωνα με τις παραδόσεις είναι «ταραχοποιά» στοιχεία και δημιουργούν προβλήματα σε ανυποψίαστους ανθρώπους που τους ταλαιπωρούν και σε νοικοκυριά που τα ανακατεύουν. Πρόκειται για δοξασίες που έρχονται από μακριά και τις συναντάμε σε διάφορες παραλλαγές ανά την Ελλάδα.
Η πιο πρόσφατη, αναφέρεται σε μεταλλαγμένους καλικάντζαρους, που μας κατσικώθηκαν στο σβέρκο, όχι χρονιάρες μέρες, αλλά ένα μεσημέρι του 2010 από το Καστελόριζο.
Από τότε πέρασαν πολλά Θεοφάνια, αλλά όλο έφευγαν και όλο έμεναν με κάποιες προσθαφαιρέσεις στην αγέλη τους.
Κάνουν χουνέρια στους ανθρώπους με διάφορα προσχήματα, όπως ΕΝΦΙΑ, «αξιολόγηση», «διαθεσιμότητα», απολύσεις, δυσμενείς αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, διάλυση των νοσοκομείων, ακτοπλοΐα της συμφοράς, έξαρση της φορολόγησης και ετοιμάζονται να μπουν και στα σπίτια, όχι για να κάνουν τσαπατσουλιές, αλλά για να τα πάρουν.
Κατά την παράδοση «οι καλικάντζαροι έρχονται (βγαίνουν) την παραμονή των Χριστουγέννων, (στη Σκιάθο: με πλοιάριο, στην Οινόη: με χρυσή βάρκα, στην Ικαρία: επί των φλοιών των καρυδιών) από «το κάτω κόσμο» τον Άδη. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού».
Στις μέρες μας οι τρισκατάρατοι εκσυγχρονίστηκαν και μεταρρυθμίστηκαν, αφού βγαίνουν όχι από τα προαναφερόμενα σημεία, αλλά από τράπεζες και υπουργεία. Οι πιο θρασείς από αυτούς και από τη Βουλή.
Στην παράδοση η πιο σκληρή εκδοχή για την αντιμετώπισή τους περιγράφεται ως εξής: “Την παραμονή των Θεοφανίων τους «ζεματίζουν» από το λάδι που παρασκευάζουν οι νοικοκυρές τηγανίτες (λαλαγγίτες, λουκουμάδες). Όταν όμως συλλάβουν κανένα από τους καλικάντζαρους τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου, και μετά τους πνίγουν μέχρι θανάτου”.
Στις μέρες μας υπάρχουν και άλλοι τρόποι λιγότερο αιμοβόροι, για να τους τελειώσουμε με σκληρό αλλά αποτελεσματικό τρόπο και όπως μεταφορικά λέμε στα καριώτικα «να τους δώκουμε άδικο θάνατο».
Αρκεί να κάνουμε δύο βασικά πράγματα. Πρώτον να μην μας παραπλανούν, διότι όπως αναφέρει η παράδοση: “Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα”.
Στα μείον της παράδοσης, είναι ότι δεν διευκρινίζει αν οι στέγες στις οποίες μεταπηδούν είναι μόνο σπιτιών, ή μπορεί να είναι και κομμάτων.
Δεύτερο μέτρο να είμαστε συλλογικοί, αφού οι καλικάντζαροι είναι λίγοι και εμείς είμαστε οι πολλοί.
Ώρα να φεύγουν και ο «κωλοβελόνης» και ο «Μαντρακούκος» (ονόματα των αρχηγών των καλικαντζάρων κατά την παράδοση).
Νάσος Μπράτσος
Mέρες που είναι, πρέπει να αναφερθούμε και στους καλικάντζαρους. Σύμφωνα με τις παραδόσεις είναι «ταραχοποιά» στοιχεία και δημιουργούν προβλήματα σε ανυποψίαστους ανθρώπους που τους ταλαιπωρούν και σε νοικοκυριά που τα ανακατεύουν. Πρόκειται για δοξασίες που έρχονται από μακριά και τις συναντάμε σε διάφορες παραλλαγές ανά την Ελλάδα.
Η πιο πρόσφατη, αναφέρεται σε μεταλλαγμένους καλικάντζαρους, που μας κατσικώθηκαν στο σβέρκο, όχι χρονιάρες μέρες, αλλά ένα μεσημέρι του 2010 από το Καστελόριζο.
Από τότε πέρασαν πολλά Θεοφάνια, αλλά όλο έφευγαν και όλο έμεναν με κάποιες προσθαφαιρέσεις στην αγέλη τους.
Κάνουν χουνέρια στους ανθρώπους με διάφορα προσχήματα, όπως ΕΝΦΙΑ, «αξιολόγηση», «διαθεσιμότητα», απολύσεις, δυσμενείς αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις, διάλυση των νοσοκομείων, ακτοπλοΐα της συμφοράς, έξαρση της φορολόγησης και ετοιμάζονται να μπουν και στα σπίτια, όχι για να κάνουν τσαπατσουλιές, αλλά για να τα πάρουν.
Κατά την παράδοση «οι καλικάντζαροι έρχονται (βγαίνουν) την παραμονή των Χριστουγέννων, (στη Σκιάθο: με πλοιάριο, στην Οινόη: με χρυσή βάρκα, στην Ικαρία: επί των φλοιών των καρυδιών) από «το κάτω κόσμο» τον Άδη. Συνήθη μέρη που μένουν μετά τον ερχομό τους είναι οι μύλοι, τα γεφύρια, τα ποτάμια και τα τρίστρατα (μεγάλα μονοπάτια) όπου παραμονεύουν μόνο κατά τη νύκτα και φεύγουν με το τρίτο λάλημα του πετεινού».
Στις μέρες μας οι τρισκατάρατοι εκσυγχρονίστηκαν και μεταρρυθμίστηκαν, αφού βγαίνουν όχι από τα προαναφερόμενα σημεία, αλλά από τράπεζες και υπουργεία. Οι πιο θρασείς από αυτούς και από τη Βουλή.
Στην παράδοση η πιο σκληρή εκδοχή για την αντιμετώπισή τους περιγράφεται ως εξής: “Την παραμονή των Θεοφανίων τους «ζεματίζουν» από το λάδι που παρασκευάζουν οι νοικοκυρές τηγανίτες (λαλαγγίτες, λουκουμάδες). Όταν όμως συλλάβουν κανένα από τους καλικάντζαρους τον δένουν και τον υποχρεώνουν να μετρήσει τις τρύπες του κόσκινου, και μετά τους πνίγουν μέχρι θανάτου”.
Στις μέρες μας υπάρχουν και άλλοι τρόποι λιγότερο αιμοβόροι, για να τους τελειώσουμε με σκληρό αλλά αποτελεσματικό τρόπο και όπως μεταφορικά λέμε στα καριώτικα «να τους δώκουμε άδικο θάνατο».
Αρκεί να κάνουμε δύο βασικά πράγματα. Πρώτον να μην μας παραπλανούν, διότι όπως αναφέρει η παράδοση: “Είναι πολύ ευκίνητοι ανεβαίνουν στα δένδρα πηδούν από στέγη σε στέγη σπάζοντας κεραμίδια κάνοντας μεγάλη φασαρία. Και ότι βρουν απλωμένα τα ποδοπατούν. Άμα βρουν ευκαιρία κατεβαίνουν από τις καμινάδες στα σπίτια και μαγαρίζουν τα πάντα”.
Στα μείον της παράδοσης, είναι ότι δεν διευκρινίζει αν οι στέγες στις οποίες μεταπηδούν είναι μόνο σπιτιών, ή μπορεί να είναι και κομμάτων.
Δεύτερο μέτρο να είμαστε συλλογικοί, αφού οι καλικάντζαροι είναι λίγοι και εμείς είμαστε οι πολλοί.
Ώρα να φεύγουν και ο «κωλοβελόνης» και ο «Μαντρακούκος» (ονόματα των αρχηγών των καλικαντζάρων κατά την παράδοση).
Νάσος Μπράτσος