Δεν είναι μόνο η Hudea, είναι και ο Άχμεντ και όλα τα παιδιά του πολέμου
Κιρκάν, Θωμάς Σίδερης
Επαρχία Χατάι, στα νοτιοανατολικά σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία. Με το αυτοκίνητο του Νούρι ανηφορίζουμε έναν χωμάτινο λόφο. Αυτή τη φορά έχω μαζί μου, σε ρόλο μεταφραστών, τον Χάνι, έναν 28χρονο φαρμακοποιό από το Αλέπο που κάνει το διδακτορικό του στην Αγγλία και παράλληλα εργάζεται σε εταιρεία του Λονδίνου και την Τζίλντα, ένα νέο κορίτσι 22 χρόνων, πολύ κοινωνικό, που γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά. Οι γονείς του Χάνι βρίσκονται στο προσφυγικό στρατόπεδο του Ρεϊνχαλί και εκείνος ήρθε να τους επισκεφτεί λόγω του Ραμαζανιού.
Σταματάμε έξω από ένα ετοιμόρροπο κίτρινο σπίτι που το απαλό φως του απογεύματος «γλυκαίνει» την ασχήμια του. Τρέχει να μας προϋπαντήσει ένας τρίχρονος πιτσιρικάς, ο Άχμεντ, με μια μικρή μπάλα στα χέρια. Το ρήμα «τρέχει» είναι κάπως σχετικό γιατί στο ένα του πόδι φορά ένα μπλε βατραχοπέδιλο. Το βλέμμα του Άχμεντ καρφώνεται στη δημοσιογραφική μου ταυτότητα που κρέμεται από το λαιμό μου με ένα μαύρο κορδόνι.
Εκείνη την ώρα περνά από πάνω μας ένα αεροπλάνο της γραμμής που μόλις έχει απογειωθεί από το αεροδρόμιο του Χατάι. Το αγόρι τρέχει γρήγορα στο σπίτι του να κρυφτεί. Λίγο αργότερα θα μάθω από τον Χάνι ότι το παιδί αυτό φοβάται τα αεροπλάνα επειδή πιστεύει ότι θα πετάξουν βόμβες και θα τους σκοτώσουν. Δεν έχει περάσει άλλωστε και πολύς καιρός από εκείνη την Κυριακή του περασμένου Απριλίου, τότε που μια ρουκέτα από τον ουρανό έπεσε στο σπίτι τους και σκότωσε τους έξι θείους του την ώρα του μεσημεριανού φαγητού.
Ο Σιμάβ, ο πατέρας του Άχμεντ, πίστευε ότι η επανάσταση θα έβαζε ένα τέλος στην αυταρχική διακυβέρνηση από τον Άσαντ. Γι’ αυτόν, οι δημοκρατικές ελευθερίες ήταν και παραμένουν το μεγάλο ζητούμενο. Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι αυτός και η οικογένειά του βρέθηκαν εγκλωβισμένοι ανάμεσα στους κυβερνητικούς στρατιώτες, στους αντάρτες και στους κάθε λογής ανεξέλεγκτους μισθοφόρους. «Μετά τον βομβαρδισμό του σπιτιού μας και τον θάνατο των έξι αδελφών μου, πήρα τα παιδιά μου και τους γονείς μας και ήρθαμε πρόσφυγες στην Τουρκία. Τουλάχιστον, εδώ είμαστε ασφαλείς», λέει.
πηγή:treno.gr
Επαρχία Χατάι, στα νοτιοανατολικά σύνορα της Τουρκίας με τη Συρία. Με το αυτοκίνητο του Νούρι ανηφορίζουμε έναν χωμάτινο λόφο. Αυτή τη φορά έχω μαζί μου, σε ρόλο μεταφραστών, τον Χάνι, έναν 28χρονο φαρμακοποιό από το Αλέπο που κάνει το διδακτορικό του στην Αγγλία και παράλληλα εργάζεται σε εταιρεία του Λονδίνου και την Τζίλντα, ένα νέο κορίτσι 22 χρόνων, πολύ κοινωνικό, που γνωρίζει πολύ καλά αγγλικά. Οι γονείς του Χάνι βρίσκονται στο προσφυγικό στρατόπεδο του Ρεϊνχαλί και εκείνος ήρθε να τους επισκεφτεί λόγω του Ραμαζανιού.
Σταματάμε έξω από ένα ετοιμόρροπο κίτρινο σπίτι που το απαλό φως του απογεύματος «γλυκαίνει» την ασχήμια του. Τρέχει να μας προϋπαντήσει ένας τρίχρονος πιτσιρικάς, ο Άχμεντ, με μια μικρή μπάλα στα χέρια. Το ρήμα «τρέχει» είναι κάπως σχετικό γιατί στο ένα του πόδι φορά ένα μπλε βατραχοπέδιλο. Το βλέμμα του Άχμεντ καρφώνεται στη δημοσιογραφική μου ταυτότητα που κρέμεται από το λαιμό μου με ένα μαύρο κορδόνι.
Εκείνη την ώρα περνά από πάνω μας ένα αεροπλάνο της γραμμής που μόλις έχει απογειωθεί από το αεροδρόμιο του Χατάι. Το αγόρι τρέχει γρήγορα στο σπίτι του να κρυφτεί. Λίγο αργότερα θα μάθω από τον Χάνι ότι το παιδί αυτό φοβάται τα αεροπλάνα επειδή πιστεύει ότι θα πετάξουν βόμβες και θα τους σκοτώσουν. Δεν έχει περάσει άλλωστε και πολύς καιρός από εκείνη την Κυριακή του περασμένου Απριλίου, τότε που μια ρουκέτα από τον ουρανό έπεσε στο σπίτι τους και σκότωσε τους έξι θείους του την ώρα του μεσημεριανού φαγητού.
Ο Σιμάβ, ο πατέρας του Άχμεντ, πίστευε ότι η επανάσταση θα έβαζε ένα τέλος στην αυταρχική διακυβέρνηση από τον Άσαντ. Γι’ αυτόν, οι δημοκρατικές ελευθερίες ήταν και παραμένουν το μεγάλο ζητούμενο. Γρήγορα όμως κατάλαβε ότι αυτός και η οικογένειά του βρέθηκαν εγκλωβισμένοι ανάμεσα στους κυβερνητικούς στρατιώτες, στους αντάρτες και στους κάθε λογής ανεξέλεγκτους μισθοφόρους. «Μετά τον βομβαρδισμό του σπιτιού μας και τον θάνατο των έξι αδελφών μου, πήρα τα παιδιά μου και τους γονείς μας και ήρθαμε πρόσφυγες στην Τουρκία. Τουλάχιστον, εδώ είμαστε ασφαλείς», λέει.
πηγή:treno.gr