Ένας ύμνος στη ζωή
γράφει ο Κώστας Καναβούρης
Οφείλουμε χάρες, πολλές χάρες στον υψηλόφρονα και βαθύψυχο Παλαιστινιακό λαό. Γιατί πολλές φορές αυτός ο μαρτυρικός λαός με τη στάση του έσωσε την τιμή ολόκληρης της ανθρωπότητας, όχι μονάχα με την άτρομη πεποίθησή του, όχι μονάχα για το απίστευτο και ανυποχώρητο κουράγιο του αλλά και γιατί η ποιότητα και το σθένος του, έδειξαν, για όποιον θέλει να δει, αυτό που πραγματικά είναι ο άνθρωπος. Έδειξαν την απαράμιλλη ομορφιά του ανθρώπινου όντος και κατέδειξαν ότι η αποθηρίωση δεν είναι νίκη αλλά κατάντια. Ακόμα μια φορά λοιπόν το απέδειξαν πριν από λίγες μέρες με μια στ’ αλήθεια μεγαλειώδη πρωτοβουλία, διοργανώνοντας φεστιβάλ κινηματογράφου με ταινίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Και που; Στην ισοπεδωμένη από την φρικαλέα πολεμική μηχανή του Ισραήλ, συνοικία Σουτζάγια της Γάζας.
Η φωτογραφία από το γεγονός είναι συγκλονιστική. Κόσμος καθισμένος στα χαλάσματα, παρακολουθεί μια ταινία. Είναι ένα σκηνικό που δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί ακόμα και ο πιο ευφάνταστος εικαστικός των εγκαταστάσεων, των περφόρμανς ή όπως αλλιώς λέγονται τα μοντέρνα και μεταμοντέρνα ρεύματα (χωρίς καμιά διάθεση ειρωνείας, απλώς με δηλωμένη έλλειψη γνώσεων). Γύρω – όπως είπαμε – χαλάσματα. Γύρω το τρομερό ερείπιο οδυνηρών προσπαθειών που βομβαρδίστηκαν. Γύρω σχεδόν ν’ ακούγεται «ο ρόγχος του θανάτου» και στο βάθος οι σκιές των παιδιών που δεν θα μεγαλώσουν ποτέ. Γύρω να βουίζει το ανηλεές ενός παράλογου πολέμου. Κι όμως όλο αυτό το πένθος να γίνεται ένας ύμνος στη ζωή. Δηλαδή μια δόξα της ανθρωπότητας. Γύρω λοιπόν το σκηνικό ολέθρου. Και στη μέση του υπαίθριου θανάτου μια οθόνη. Και ένα πλήθος, καθισμένο ή όρθιο να παρακολουθεί ήρεμο και προσηλωμένο. Δεν είναι στιγμή, είναι ωδή στην απέραντη ψυχή.
Ε, ναι. Αυτό είναι ο πολιτισμός ως Τέχνη της ζωής. Αυτό είναι το αείζωο και το νηπενθές. Αυτό είναι το σπαρακτικά εγερσίπλαγκτο και βαθιά ταραξικάρδιο της Τέχνης. Οι άνθρωποι μέσα στο σκηνικό τους. Δεν είναι θεατές. Είναι μέρος του έργου τέχνης. Και αν ισχύει (που ισχύει) η αξιωματική θέση πως η ομορφιά είναι η σύνθεση των μερών με τέτοιο τρόπο ώστε να μην περισσεύει τίποτα και να μην λείπει τίποτα, τότε εδώ ζητωκραυγάζει και κυματίζει το πλήρες της ωραιότητας. Καταλήγει στο ποίημα με τίτλο «Τα στοιχειώδη» (από την συλλογή «Διάδρομος και σκάλα») ο Γιάννης Ρίτσος: «Αν είναι ο θάνατος πάντοτε – δεύτερος είναι./ Η ελευθερία πάντοτε είναι πρώτη». Πως είναι δυνατόν επομένως ένας λαός που έκανε τον συλλογικό του εαυτό, έργο ελευθερίας, δηλαδή έργο Τέχνης στην πιο υψηλή και στην πιο σεπτή της μορφή, πώς είναι δυνατόν αυτός ο λαός να νικηθεί; Πώς είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να νικηθεί από τα θηρία;
Προσωπικά υποκλίνομαι στο Παλαιστινιακό λαό για το μέγα μάθημα. Και το κουράγιο που μου έδωσε.
Οφείλουμε χάρες, πολλές χάρες στον υψηλόφρονα και βαθύψυχο Παλαιστινιακό λαό. Γιατί πολλές φορές αυτός ο μαρτυρικός λαός με τη στάση του έσωσε την τιμή ολόκληρης της ανθρωπότητας, όχι μονάχα με την άτρομη πεποίθησή του, όχι μονάχα για το απίστευτο και ανυποχώρητο κουράγιο του αλλά και γιατί η ποιότητα και το σθένος του, έδειξαν, για όποιον θέλει να δει, αυτό που πραγματικά είναι ο άνθρωπος. Έδειξαν την απαράμιλλη ομορφιά του ανθρώπινου όντος και κατέδειξαν ότι η αποθηρίωση δεν είναι νίκη αλλά κατάντια. Ακόμα μια φορά λοιπόν το απέδειξαν πριν από λίγες μέρες με μια στ’ αλήθεια μεγαλειώδη πρωτοβουλία, διοργανώνοντας φεστιβάλ κινηματογράφου με ταινίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Και που; Στην ισοπεδωμένη από την φρικαλέα πολεμική μηχανή του Ισραήλ, συνοικία Σουτζάγια της Γάζας.
Η φωτογραφία από το γεγονός είναι συγκλονιστική. Κόσμος καθισμένος στα χαλάσματα, παρακολουθεί μια ταινία. Είναι ένα σκηνικό που δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί ακόμα και ο πιο ευφάνταστος εικαστικός των εγκαταστάσεων, των περφόρμανς ή όπως αλλιώς λέγονται τα μοντέρνα και μεταμοντέρνα ρεύματα (χωρίς καμιά διάθεση ειρωνείας, απλώς με δηλωμένη έλλειψη γνώσεων). Γύρω – όπως είπαμε – χαλάσματα. Γύρω το τρομερό ερείπιο οδυνηρών προσπαθειών που βομβαρδίστηκαν. Γύρω σχεδόν ν’ ακούγεται «ο ρόγχος του θανάτου» και στο βάθος οι σκιές των παιδιών που δεν θα μεγαλώσουν ποτέ. Γύρω να βουίζει το ανηλεές ενός παράλογου πολέμου. Κι όμως όλο αυτό το πένθος να γίνεται ένας ύμνος στη ζωή. Δηλαδή μια δόξα της ανθρωπότητας. Γύρω λοιπόν το σκηνικό ολέθρου. Και στη μέση του υπαίθριου θανάτου μια οθόνη. Και ένα πλήθος, καθισμένο ή όρθιο να παρακολουθεί ήρεμο και προσηλωμένο. Δεν είναι στιγμή, είναι ωδή στην απέραντη ψυχή.
Ε, ναι. Αυτό είναι ο πολιτισμός ως Τέχνη της ζωής. Αυτό είναι το αείζωο και το νηπενθές. Αυτό είναι το σπαρακτικά εγερσίπλαγκτο και βαθιά ταραξικάρδιο της Τέχνης. Οι άνθρωποι μέσα στο σκηνικό τους. Δεν είναι θεατές. Είναι μέρος του έργου τέχνης. Και αν ισχύει (που ισχύει) η αξιωματική θέση πως η ομορφιά είναι η σύνθεση των μερών με τέτοιο τρόπο ώστε να μην περισσεύει τίποτα και να μην λείπει τίποτα, τότε εδώ ζητωκραυγάζει και κυματίζει το πλήρες της ωραιότητας. Καταλήγει στο ποίημα με τίτλο «Τα στοιχειώδη» (από την συλλογή «Διάδρομος και σκάλα») ο Γιάννης Ρίτσος: «Αν είναι ο θάνατος πάντοτε – δεύτερος είναι./ Η ελευθερία πάντοτε είναι πρώτη». Πως είναι δυνατόν επομένως ένας λαός που έκανε τον συλλογικό του εαυτό, έργο ελευθερίας, δηλαδή έργο Τέχνης στην πιο υψηλή και στην πιο σεπτή της μορφή, πώς είναι δυνατόν αυτός ο λαός να νικηθεί; Πώς είναι δυνατόν η ανθρωπότητα να νικηθεί από τα θηρία;
Προσωπικά υποκλίνομαι στο Παλαιστινιακό λαό για το μέγα μάθημα. Και το κουράγιο που μου έδωσε.
πηγή: artinews.gr