To Σύμφωνο Χίτλερ-Στάλιν (1939) και οι σύγχρονοι Απολογητές του.
Mια απάντηση και τοποθέτηση της Ο.Κ.Δ.Ε.
του Στέφανου Ιωαννίδη
–Στις 23 Αυγούστου 2016, ο υπογράφων ως «Γ.Γ.» ανήρτησε στην ιστοσελίδα vathikokkino.gr δύο παλαιότερα κείμενα με θέμα την υπογραφή του διαβόητου συμφώνου Ρίμπεντροπ–Μολότοφ μεταξύ ναζιστικής Γερμανίας και ΕΣΣΔ, τα οποία «σε γενικές γραμμές, εκφράζουν τον υπογράφοντα».
Ο Γ.Γ., αφού παρέθεσε απόσπασμα από το πρώτο μόνο άρθρο του συμφώνου (γιατί όχι και από τα υπόλοιπα;), περιορίστηκε στο να ξεκαθαρίσει
α) ότι δεν θα σταθεί «στο τι αναστάτωση προκάλεσε στο παγκόσμιο κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα η υπογραφή αυτού του συμφώνου»
και
β) ότι το σύμφωνο ναζιστικής Γερμανίας–ΕΣΣΔ «αντιμετωπίζεται προβληματικά» όχι μόνο «από αντιδραστικές δυνάμεις, αλλά και από οργανώσεις –ειδικά τροτσκιστικές– της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς».
Ο Γ.Γ. δεν εξήγησε γιατί επέλεξε να μην «σταθεί» στο ζήτημα της «αναστάτωσης» που προκλήθηκε από το σύμφωνο. Μήπως γιατί αυτή δεν υπήρξε σημαντική; Ή μήπως γιατί το σύμφωνο… παρεξηγήθηκε από εκατομμύρια κομμουνιστές και αγωνιστές, που δεν κατανόησαν την μεγαλοφυή πολιτική του Στάλιν; Αποφυγή της αναφοράς της τότε κριτικής του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν ισοδυναμεί με αποφυγή του καίριου ερωτήματος, δηλαδή το τι σήμαινε η συμφωνία αυτή για το παγκόσμιο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα.
Επίσης, αντί ο Γ.Γ. να παραθέσει στοιχεία που να καταδεικνύουν την «προβληματική αντιμετώπιση» του συμφώνου ναζιστικής Γερμανίας–ΕΣΣΔ, ειδικά εκ μέρους των τροτσκιστών, παρέθεσε δύο κείμενα που υπογράφονται κατά σειρά από τους Νίκο Μπογιόπουλο και την εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ, που δεν φημίζονται βέβαια για τις τροτσκιστικές θέσεις τους. Φαίνεται ότι αποκλειστική πηγή πληροφοριών του Γ.Γ. για την «προβληματική αντιμετώπιση» του ζητήματος του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν από τους τροτσκιστές είναι σταλινικοί και απολογητές του σταλινισμού… Βρισκόμαστε ενώπιον αδιάσειστων στοιχείων! Η εξίσωση «αντιδραστικών δυνάμεων» και τροτσκιστικών οργανώσεων, με την οποία φαίνεται να φλετάρει ο Γ.Γ., είναι εντελώς αυθαίρετη και ανιστόρητη.
Βέβαια, τη δεκαετία του 1940, δεν χρειαζόταν κανείς να αιτιολογεί την πολιτική λάσπη που πετούσε, ειδικά αν αυτή είχε ως αποδέκτη «τροτσκιστικές οργανώσεις». Νομίζουμε όμως ότι το ημερολόγιό μας δείχνει 2016, έτος κατά το οποίο η προσκόμιση στοιχείων προς υποστήριξη μιας θέσης θεωρείται όχι μόνο καλοδεχούμενη αλλά αναγκαία. Καλό θα ήταν λοιπόν να αφήναμε πίσω εκείνες τις παλιές «καλές» εποχές.
Ν. Μπογιόπουλος: Αντιπαράθεση με την αστική τάξη… με τα εργαλεία παραποίησης της αστικής τάξης
Ο Ν. Μπογιόπουλος, στο κείμενό του, γραμμένο τον Αύγουστο του 2014, στιγμάτισε –σωστά– την εξίσωση κομμουνισμού και ναζισμού, που επιχειρείται εδώ και χρόνια από την Ε.Ε., η οποία καθιέρωσε ήδη από το 2008 ως σχετική «μέρα μνήμης» των θυμάτων των δύο «ολοκληρωτικών» καθεστώτων την 23η Αυγούστου, ημέρα υπογραφής του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν. Ο Ν. Μπογιόπουλος εξεγείρεται γιατί το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν παρουσιάζεται ως «ντοκουμέντο της “σύμπλευσης” κομμουνισμού–ναζισμού», προκειμένου «να φαίνεται πως πίσω από τις κομμουνιστικές ιδέες υπάρχει κάτι το εγκληματογόνο», με στόχο να καταστεί η «κομμουνιστική ιδεολογία και πράξη συνώνυμη του ναζισμού». Πράγματι, το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν ακριβώς έτσι χρησιμοποιείται από την αστική τάξη, από την ημέρα της υπογραφής του – και και, αν ο Στάλιν δεν το είχε υπολογίσει αυτό, αυτό ήταν πρόβλημα του ιδίου και είναι σημερινό πρόβλημα των σύγχρονων απολογητών του όπως ο Ν. Μπογιόπουλος.
Φυσικά και το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν αποτελεί «ντοκουμέντο σύμπλευσης» ΕΣΣΔ–Γερμανίας, ενώ υπήρξε και «εγκληματογόνο», και όχι μόνο από την άποψη των συμφερόντων της εργατικής τάξης και της προώθησης της παγκόσμιας επανάστασης. Επ’ αυτού καμία αμφιβολία δεν χωρά. Η λαθροχειρία και η παραποίηση της αστικής τάξης (και της Ε.Ε.) αφορά τη ταύτιση της σταλινικής γραφειοκρατίας με τον «κομμουνισμό» και κάθε πράξης της τελευταίας με τις «κομμουνιστικές ιδέες». Ο Ν. Μπογιόπουλος όχι μόνο δεν λέει τίποτε γι’ αυτό, αλλά υιοθετεί ακριβώς την ίδια λογική με αυτούς τους οποίους επικρίνει: Ο Στάλιν είναι ο παγκόσμιος κομμουνισμός και κάθε πράξη του είναι αποτέλεσμα των «κομμουνιστικών ιδεών» και της «κομμουνιστικής ιδεολογίας»! Επειδή τόσο η Ε.Ε. όσο και ο Ν. Μπογιόπουλος συμφωνούν πάνω σ’ αυτό, ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να κάνει το άσπρο–μαύρο, δηλαδή να επιχειρήσει να δείξει ότι δεν υπήρξε καμία «σύμπλευση» και τίποτε το «εγκληματογόνο» στο σύμφωνο Χίτλερ – Στάλιν. Δύσκολο εγχείρημα! Θα ήταν καλύτερα για τον Ν. Μπογιόπουλο να μας έλεγε ότι δεν υπεγράφη ποτέ το σύμφωνο και ότι αυτά είναι προπαγάνδα της αστικής τάξης. Όπως θα δούμε παρακάτω, ένα βήμα πριν απ’ αυτό το σημείο φτάνει το έτερο κείμενο με το οποίο «σε γενικές γραμμές συμφωνεί» ο Γ.Γ., αυτό της εφημερίδας ΚΟΝΤΡΑ.
Η «Παγκόσμια Ιστοριογραφία» του Ν. Μπογιόπουλου
Πώς επιχειρεί να φέρει εις πέρας ο Ν. Μπογιόπουλος το δύσκολο –ακατόρθωτο– εγχείρημά του; Με επίκληση στην «παγκόσμια ιστοριογραφία – την οποία φυσικά δεν έγραψαν Σοβιετικοί ή κομμουνιστές». Η «παγκόσμια ιστοριογραφία», σύμφωνα με τον Ν. Μπογιόπουλο, έχει αποφανθεί ότι το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν:
α) «έσωσε την Ευρώπη από τη χιτλερική χολέρα»,
β) προέκυψε μόνο μετά την άρνηση Αγγλίας–Γαλλίας για συνεργαστούν με την ΕΣΣΔ για την αντιμετώπιση της Γερμανίας και
γ) επέτρεψε στην ΕΣΣΔ να «αναδιοργανώσει τον Κόκκινο Στρατό και την οικονομία».
Η «παγκόσμια ιστοριογραφία» έχει επίσης αποφανθεί ότι ήταν «η συμφωνία του Μονάχου, ένα χρόνο πριν (30 Σεπτέμβρη 1938) […] με την οποία Αγγλία και Γαλλία άνοιξαν το δρόμο για τη ναζιστική επιδρομή στην Ευρώπη» και, συνεπώς, ότι «το Σύμφωνο “Μολότοφ–Ρίμπεντροπ” […] ήταν το μοναδικό μέσο άμυνας που είχε απομείνει στη Σοβιετική Ενωση δεδομένων των συνθηκών. Εξασφάλισε στη χώρα 21 πολύτιμους μήνες προετοιμασίας, που κατόπιν αποδείχτηκαν ανεκτίμητοι στην πολεμική της προεργασία ενόψει της αναπόφευκτης γερμανικής επίθεσης».
Ας αφήσουμε κατά μέρος το γεγονός ότι ούτε υπερήλικας ομότιμος καθηγητής του τμήματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Χάρβαρντ δεν θα τολμούσε, με τόση άνεση, να στηρίζει τις απόψεις του με κατηγορηματικές αναφορές στην «παγκόσμια ιστοριογραφία». Επειδή εμείς δεν διεκδικούμε δάφνες γνώσης της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας». Θα παραθέσουμε εδώ ορισμένες απόψεις ιστορικών, που –όπως απαιτεί ο Ν. Μπογιόπουλος– δεν υπήρξαν «Σοβιετικοί ή κομμουνιστές», εκτός ίσως από έναν, σχετικά με το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν:
Τον Αύγουστο του 1939, ο Στάλιν και οι συνεργάτες του, έχοντας αποτύχει να πείσουν τη Βρετανία και τη Γαλλία να συμμαχήσουν με τη Σοβιετική Ένωση με τους σοβιετικούς όρους, υπέγραψαν μια δική τους συμφωνία με τη ναζιστική κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα ήταν να δώσουν στον Χίτλερ το πράσινο φως για μια επίθεση στην Πολωνία. Οι δύο δικτάτορες έμειναν σύμφωνοι να μοιράσουν την Πολωνία μεταξύ τους. (E. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία. Εισαγωγή στην Ιστορία και τον Πολιτισμό της Νεότερης Ευρώπης, μτφ. Τ. Δαρβέρης, Θεσσαλονίκη χ.χ., τόμ 2, σ. 368).
Ύστερα από όλη την προπαγάνδα που είχαν κάνει η μεν εναντίον της μπολσεβικικής–σλαβικής βαρβαρότητας και η δε εναντίον της φασιστικής–καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, Γερμανία και Ρωσία συνήψαν συμφωνία τον Αύγουστο που πρόβλεπε το μοίρασμα της Πολωνίας μεταξύ τους. Τα αυταρχικά κράτη διαθέτουν μεγάλη διπλωματική ευελιξία. Εξοπλισμένος με αυτή τη συμφωνία, ο Χίτλερ προχώρησε σε επίθεση κατά της Πολωνίας, αρχίζοντας έτσι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την 1η Σεπτεμβρίου 1939. (J. M. Roberts, Παγκόσμια Ιστορία, μτφ. Τ. Παπαϊωάννου, τόμ. 2, Αθήνα 2002, σ. 511).
Ο Στάλιν αποφάσισε ότι οι επιδιώξεις του μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα με την άμεση συμφωνία με τον Χίτλερ. Ορισμένοι [ιστορικοί] υποστήριξαν ότι η σκέψη αυτή ήταν στο μυαλό του Στάλιν τουλάχιστον από το Μόναχο και διέβλεπαν τις ενδείξεις της στο γεγονός ότι ο Στάλιν συμφώνησε να αποσύρει τις Διεθνείς Ταξιαρχίες από την Ισπανία και να μειώσει τη βοήθεια προς τη δημοκρατική κυβέρνηση, που τελικά ηττήθηκε ολοσχερώς από τον Φράνκο τον Μάρτιο του 1939. […] Η αντικατάσταση πάλι του υπουργού Εξωτερικών Λιτβίνοφ από τον Μολότοφ στις αρχές του Μαΐου φάνηκε να συμβολίζει τη διακοπή της πολιτικής της συλλογικής ασφάλειας και της συνεργασίας με τη δύση, με την οποία ο πρώτος είχε συνδεθεί ανοικτά. […] Από τα μέσα του Αυγούστου οι Ρώσοι, που προφανώς είχαν πειστεί ότι οι διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία και τη Γαλλία δεν είχαν αποτέλεσμα, ήταν έτοιμοι να στραφούν προς τη Γερμανία. […] Υπογράφηκε το γερμανο–σοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης με ένα μυστικό πρωτόκολλο, με το οποίο ορίζονταν σφαίρες επιρροής στην ανατολική Ευρώπη. (J. Joll, Η Ευρώπη, 1870–1970, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 507).
Στις περισσότερες αφηγήσεις, το γερμανο–σοβιετικό Σύμφωνο ήταν η μεγάλη προδοσία του Λαϊκού Μετώπου, αποκαλύπτοντας τη σοβιετική υποκρισία με παράλληλη άρνηση του αντιφασισμού. Αλλά για τους Κομμουνιστές ήταν λιγότερο αποκαλυπτικό. Το Λαϊκό Μέτωπο ήταν ήδη νεκρό, στραγγαλισμένο από τα σοσιαλιστικά κόμματα της Βόρειας Ευρώπης και τη βρετανική κυβέρνηση, θαμμένο από τη θυσία της Τσεχοσλοβακίας. […] Σύμφωνα με τους κομμουνιστικούς υπολογισμούς, η μεγάλη προδοσία είχε ήδη λάβει χώρα όταν οι βρετανικές και γαλλικές κυβερνήσεις […] αγνόησαν την Ισπανική Δημοκρατία, διέλυσαν την τσεχοσλοβάκικη δημοκρατία και απέρριψαν τις σοβιετικές προσφορές για αντι–χιτλερική συνεργασία. […] Η σοβιετική συμφωνία με τον Χίτλερ φαινόταν μια λογική προσπάθεια να κερδίσουν χρόνο, να κρατηθεί σε απόσταση η ναζιστική επιθετικότητα, με παράλληλη απόρριψη της κούφιας διπλωματίας με τη Δύση. Αν κάποιοι “αφοσιωμένοι σύντροφοι αφήνονταν δίχως πυξίδα”, οι περισσότεροι ήταν ασφαλείς στα αντιφασιστικά τους διαπιστευτήρια και θα μπορούσαν να συλλάβουν μια πραγματιστική εξήγηση για το Σύμφωνο. […] Το γερμανο–σοβιετικό σύμφωνο ήταν οπωσδήποτε δύσκολο να το καταπιεί κανείς. […] Έπειτα από μια σύντομη ανάπαυλα, η Μόσχα επέβαλλε ενιαία στάση: Το σύμφωνο μη επίθεσης απαιτούσε αντιπολεμική αγκιτάτσια – οι επιθέσεις στη ναζιστική Γερμανία θα έπρεπε να σταματήσουν. […] Η κομμουνιστική γραμμή δημιουργούσε σύγχυση [στα ΚΚ] και ήγειρε ηθικής τάξης υποψίες». (G. Eley,Forging Democracy. The History of the Left in Europe, 1850–2000, Οξφόρδη 2002, σ. 279–280).
Πράγματι, ο φόβος μήπως και τελικά έμενε μόνος του να αντιμετωπίσει τον Χίτλερ, οδήγησε τον Στάλιν, ο οποίος από το 1934 και μετά υπήρξε αταλάντευτα υποστηρικτής της συμμαχίας με τη Δύση εναντίον του Χίτλερ, να συνάψει τον Αύγουστο του 1939 το Σύμφωνο Μολότοφ–Ρίμπεντροπ. Ήλπιζε με αυτό να κρατήσει την ΕΣΣΔ έξω από τον πόλεμο, ενώ η Γερμανία και οι δυτικές δυνάμεις θα εξασθενούσαν προς όφελος του δικού του κράτους, το οποίο, σύμφωνα με τις μυστικές ρήτρες του συμφώνου, αποκτούσε μεγάλο μέρος των δυτικών εδαφών που η Ρωσία είχε χάσει μετά την επανάσταση. Ο υπολογισμός του αποδείχθηκε εσφαλμένος αλλά, όπως και η αποτυχημένη προσπάθεια να δημιουργήσει κοινό μέτωπο εναντίον του Χίτλερ, έδειξε τις διαιρέσεις που υπήρχαν μεταξύ κρατών, πράγμα που επέτρεψε την εκπληκτική και ουσιαστικά άνευ αντίσταση άνοδο της Ναζιστικής Γερμανίας μεταξύ 1933 και 1939.
[…] Καθώς οι Γερμανοί ταχύτατα και βάναυσα κατέστρεψαν την Πολωνία και διαμοίρασαν τα υπολείμματά της με τον Στάλιν, ο οποίος αποτραβήχτηκε σε μια καταδικασμένη εκ των πραγμάτων ουδετερότητα, ένας «ψευτοπόλεμος» πήρε τη θέση μιας μη εύλογης ειρήνης στη Δύση. (E. Hobsbawm, Η Εποχή των Άκρων. Ο Σύντομος Εικοστός Αιώνας 1914–1991, μτφ. Β. Καπετανγιάννης, Αθήνα 2004, 197, 202).
Συμπέρασμα: Η «παγκόσμια ιστοριογραφία», και αυτό με πολλές επιφυλάξεις, στην καλύτερη περίπτωση επιβεβαιώνει μόνο τη β) θέση του Ν. Μπογιόπουλου, δηλαδή το ότι ο Στάλιν στράφηκε στον Χίτλερ αφού απέτυχε η συνεννόησή του με τους υπόλοιπους ιμπεριαλιστές. Σπουδαία ανακάλυψη, πρόκειται σίγουρα για την καρδιά του ζητήματος! Κατά τα άλλα, τα περί διάσωσης της Ευρώπης από τη χιτλερική χολέρα, αναδιοργάνωσης του Κόκκινου Στρατού και της οικονομίας, «μοναδικού μέσου άμυνας που είχε απομείνει στην ΕΣΣΔ» κ.λπ. είναι απόψεις του Ν. Μπογιόπουλου και όχι της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας».
Παρόλα αυτά, ο Ν. Μπογιόπουλος επιμένει ότι ο «κάθε αντικειμενικός και αμερόληπτος ιστορικός έχει αναγνωρίσει ότι εκείνο το σύμφωνο αποδείχτηκε μια ευφυής κίνηση της ΕΣΣΔ, που της έδωσε το χρόνο να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει και, τελικά, να συντρίψει το ναζισμό». Η επιμονή του αυτή δείχνει ότι τα τεχνάσματα εντυπωσιασμού περί «μη Σοβιετικών και κομμουνιστών» ιστορικών μάλλον συγκαλύπτουν το ακριβώς αντίθετο: Κάποιοι συνεχίζουν, εν έτει 2016, να αντλούν πληροφορίες για την «παγκόσμια ιστοριογραφία» αποκλειστικά από την… Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ.
Ας ξεκαθαρίσουμε εδώ ότι οι απόψεις των ιστορικών που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν μας «εκφράζουν σε μεγάλο βαθμό», απλώς εξυπηρετούν την ορθή τοποθέτηση του ζητήματος περί της άποψης ή απόφανσης της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας». Γενικά, δίνουμε στους ακαδημαϊκούς ιστορικούς πολύ λιγότερη αξία απ’ όση φαίνεται να τους αποδίδει ο Ν. Μπογιόπουλος, αν και περιέργως δεν φαίνεται να τους πολυδιαβάζει. Δεν πιστεύουμε καθόλου στην υποτιθέμενη «αντικειμενικότητα» και «αμεροληψία» της ιστορίας, όχι γιατί αυτή δεν μπορεί υπό όρους να υπάρξει (καλύτερα ίσως να μιλάμε για «επιστημονικότητα»), αλλά γιατί η ικανότητα του ιστορικού να καταπιαστεί με πολιτικά ζητήματα εξαρτάται από τη γνώση του αντικειμένου, στην προκειμένη περίπτωση της πολιτικής.
Πιο συγκεκριμένα: Κανένας ιστορικός που δεν γνωρίζει σε τι συνίσταται μια επαναστατική πολιτική σε μια περίοδο πολέμου, καθώς και πώς η πρώτη διακρίνεται από μια αντεπαναστατική πολιτική, δεν θα είναι ποτέ σε θέση να αποτιμήσει το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν, όσο καλός ιστορικός κι αν είναι. Γι’ αυτό και ο Τρότσκι, στόχος του οποίου παρέμενε –σε αντίθεση με τον Στάλιν– η παγκόσμια επανάσταση, είναι καλύτερη πηγή από πολλούς ακαδημαϊκούς (και φυσικά σταλινικούς) όσον αφορά την παγκόσμια πολιτική έως το 1940 (όταν και δολοφονήθηκε από πράκτορα του Στάλιν).
Ο Ν. Μπογιόπουλος κλείνει το κείμενό του με μια υπόμνηση: «Η Ιστορία είναι η πολιτική του παρελθόντος» και «η σημερινή πολιτική δεν είναι τίποτα λιγότερο από την Ιστορία του μέλλοντος». Ο Ν. Μπογιόπουλος προφανώς εγκρίνει τα αποτελέσματα της σταλινικής «πολιτικής του παρελθόντος». Κι όμως, σοσιαλισμός σήμερα δεν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη. Φασισμός και ναζισμός υπάρχουν, και γι’ αυτό εξάλλου έγραψε το άρθρο του. Δεν πειράζει! Η «παγκόσμια ιστοριογραφία» του Ν. Μπογιόπουλου έχει αποφανθεί: Η «πολιτική του παρελθόντος» ήταν σωστή! Γι’ αυτό πρέπει και η «σημερινή πολιτική» να είναι η «πολιτική του παρελθόντος» ώστε… το μέλλον να είναι ίδιο με το παρελθόν!
ΚΟΝΤΡΑ: «Όχι» στην ιστορία που βολεύει την αστική τάξη, «ναι» στην ιστορία που βολεύει εμάς!
Σε αντίθεση με τον Ν. Μπογιόπουλο, ο οποίος δεν ανησυχεί για την κατάσταση της παγκόσμιας ιστοριογραφίας, η εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ (Σεπτέμβριος 2009) βλέπει την τελευταία να απειλείται από «αναθεωρητές ιστορικούς» (ποιους;), οι οποίοι ξαναγράφουν την ιστορία «έτσι όπως βολεύει την αστική τάξη» (προηγουμένως, φαίνεται, η ιστορία γραφόταν… κατά πώς βόλευε την εργατική τάξη). Οι αναθεωρητές αυτοί ματαιοπονούν, όμως, καθώς η ιστορία «έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη συνείδηση των λαών και μεταφέρεται από γενιά σε γενία». Παρ’ όλα αυτά, οι… αόρατοι ιστορικοί επιχειρούν τις εξής αναθεωρήσεις:
α) Λένε ψέματα για την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπάρχει μια «επίσημη δυτική άποψη» για την έναρξη του πολέμου, σύμφωνα με την οποία ο Β΄ Παγκόσμιος ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1939. Η έγκυρη, προφανώς «ανατολική» άποψη είναι ότι ο Β΄ ΠΠ ξεκίνησε «ένα χρόνο πριν, με τη συμφωνία του Μονάχου και την κατάκτηση της Τσεχοσλοβακίας από τη Γερμανία». Η εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ, όπως και προηγούμενα ο Ν. Μπογιόπουλος, δεν φαίνεται να κατανοούν τη διαφορά μεταξύ της κατάκτησης μιας χώρας ή τμήματός της, και ενός παγκοσμίου πολέμου. Εκτός και αν η προσάρτηση της Κριμαίας από τον Πούτιν είναι η έναρξη του Γ΄ ΠΠ.
β) Επιχειρούν, μεταξύ άλλων, να σβήσουν «τις εικόνες από την παρέλαση της νίκης στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας ή την εικόνα της κόκκινης σημαίας με το σφυροδρέπανο και το αστέρι να καρφώνεται στη σκεπή του Ράιχσταγκ». Πρώτος διδάξας ο Στάλιν, που στο σβήσιμο των εικόνων και στο photoshop του πρώτου μισού του 20ου αιώνα είχε αναδειχθεί πρωταθλητής, με τα πενιχρά μάλιστα μέσα της εποχής. Σε κάθε περίπτωση, η λαθροχειρία που επιχειρείται εδώ (παρόμοια είναι και η λογική του Ν. Μπογιόπουλου) είναι προφανής: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν κρίνεται με βάση μετέπειτα αποτελέσματα (ήττα ναζιστικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου), τα οποία δεν οφείλονται καθόλου στο ίδιο το σύμφωνο. Εκτός και αν το σχέδιο του Στάλιν ήταν να γιγαντωθεί πρώτα ο φασισμός προκειμένου στη συνέχεια να συντριβεί… πιο εύκολα. Κάτι δεν πάει καλά μ’ αυτή τη λογική.
γ) Κρύβουν «το αναμφισβητήτητο ιστορικό γεγονός, ότι ο ναζισμός δεν ήταν γέννημα ενός παράφρονα, αλλά πολιτική του κεφάλαιου». Κρίμα που το θέμα μας είναι το αν η πολιτική της ΕΣΣΔ ήταν επαναστατική ή αντεπαναστατική, κατά τα άλλα η πληροφορία είναι σωστή.
δ) Μιλούν για «δήθεν διαμελισμό της Πολωνίας». Σύμφωνα με τους ιστορικούς της ΚΟΝΤΡΑ, δεν υπήρξε κανένας διαμελισμός: 1) επειδή όταν εισέβαλλε η ΕΣΣΔ στην Πολωνία (διόρθωση: «πέρασε τα σοβιετοπολωνικά σύνορα») «η Πολωνία είχε ήδη συντριβεί» και επειδή 2) «ο Κόκκινος Στρατός μπήκε στα εδάφη που η σοβιετική εξουσία είχε αναγκαστεί να παραδώσει με τη συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ το 1918». Όσο για το πρώτο, δεν γνωρίζαμε ότι εξωτερικές επεμβάσεις μπορούν να δικαιολογηθούν από τη συντριβή της γείτονας χώρας. Όσο για το δεύτερο, πρόκειται για λάθος ιστορικό και γεωγραφικό.
Η ιστορική αλήθεια αποκαθίσταται με αυτά που λένε οι ίδιοι σταλινικοί ή και ο Τσόρτσιλ: Ότι η ΕΣΣΔ «αναγκάζεται να υπογράψει το σύμφωνο μη επίθεσης με τη Γερμανία, σε μια προσπάθεια να κερδίσει χρόνο για να οργανώσει την άμυνά της. Ηταν μια καθαρά αμυντική πράξη, η οποία επιβλήθηκε στην ΕΣΣΔ. Η μόνη επιλογή που της είχε απομείνει, όπως σημειώνει και ο Τσόρτσιλ». Ευτυχώς που η ΚΟΝΤΡΑ προτιμά να παραθέτει τον… αντιφασίστα σύμμαχο Τσόρτσιλ.
Επτά Γεγονότα για το Σύμφωνο Στάλιν–Χίτλερ
Γεγονός 1: Ο Β΄ Π.Π. ξεκίνησε με το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν. Ανεξάρτητα από τα βαθύτερα αίτια του πολέμου (οικονομική κρίση μεσοπολέμου, ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, επεκτατισμός Γερμανίας) απαράγραφτο γεγονός παραμένει ότι ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία την ημέρα της επικύρωσης του συμφώνου από τη σοβιετική πλευρά. Καμία εξίσωση του συμφώνου αυτού με προηγούμενες συμφωνίες του Χίτλερ (Μόναχο) δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό. Το να ισχυρίζεται κανείς οτιδήποτε άλλο είναι άγνοια ή παραποίηση των γεγονότων, είναι σφάλμα της ίδιας τάξης με το να ισχυρίζεται ότι στον Β΄ ΠΠ κέρδισε… ο Χίτλερ.
Γεγονός 2: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν ήταν ένα πολεμικό σύμφωνο. Το γεγονός ότι ήταν ένα σύμφωνο μη επίθεσης και όχι ένα σύμφωνο ενεργούς πολεμικής υποστήριξης δεν αναιρεί καθόλου το ότι σκοπός του ήταν (όπως και έγινε) η διεξαγωγή πολέμου από την πλευρά της Γερμανίας. Στη συγκεκριμένη φάση, «μη επίθεση» μεταξύ Γερμανίας–ΕΣΣΔ σήμαινε… φουλ επίθεση της Γερμανίας σε άλλες χώρες. Ήταν ένα σύμφωνο που αξιοποιήθηκε για την εξαπόλυση άγριου ιμπεριαλιστικού πολέμου, και καμία πλαστογραφία δεν μπορεί να αλλάξει ούτε και αυτό το απλό γεγονός. Και μια «λεπτομέρεια» που ξεχνούν οι σταλινικοί: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν δεν προέβλεπε μόνο μη–επίθεση μεταξύ ΕΣΣΔ και Γερμανίας. Προέβλεπε επίσης ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν θα βοηθούσε τρίτη χώρα που τυχόν θα επιτίθενταν σε κάποιο από αυτά. Δηλαδή η ΕΣΣΔ υπέγραφε ότι δεν θα υποστήριζε π.χ. την Αγγλία, αν αυτή κήρυσσε τον πόλεμο στον Χίτλερ. Κατά τα άλλα, στόχος του Στάλιν ήταν η συντριβή του φασισμού!
Γεγονός 3: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν συνοδεύτηκε και από την υπογραφή οικονομικού συμφώνου Γερμανίας–ΕΣΣΔ. Οι σύγχρονοι απολογητές του σταλινισμού το «ξεχνούν» αυτό, οπότε εμείς ας τους το υπενθυμίσουμε. Για τη γερμανική πλευρά, η οικονομική συμφωνία με την ΕΣΣΔ ήταν, ή τουλάχιστον θεωρούνταν, απαραίτητος όρος για τη διεξαγωγή πολέμου (ο βασικός λόγος της ήττας της Γερμανίας στον Α΄ ΠΠ ήταν η μη πρόσβαση στις πρώτες ύλες της Ρωσίας, κάτι το οποίο οι γερμανοί ιμπεριαλιστές είχαν νιώσει στο πετσί τους). Επί τη ευκαιρία, ας υπενθυμίσουμε στους απολογητές μας ότι η ιταλική επίθεση στην Αιθιοπία είχε γίνει με ρώσικο πετρέλαιο –ή μήπως ξύνουμε πληγές; Αν δεν αρκούν αυτά, ας μας εξηγήσουν ποιο το νόημα της σπουδής που επέδειξε η ΕΣΣΔ για να γειτνιάσει με τη Γερμανία (μοίρασμα Πολωνίας) αν όχι και η διευκόλυνση των εμπορικών σχέσεων; Μήπως η περαιτέρω… αποτροπή του πολέμου; Ποια άλλα στοιχεία χρειάζονται για να αποδειχθεί ότι ο φόβος του Στάλιν –υπαρκτός και βάσιμος– απέναντι στο ενδεχόμενο γερμανικής επίθεσης μεταφράστηκε σε μια προσπάθεια προσεταιρισμού της Γερμανίας και υποστήριξης των ενεργειών της ενάντια στην υπόλοιπη Ευρώπη; Ποια άλλα τεκμήρια απαιτούνται για να «χωνευτεί» από τους απολογητές μας το απλό γεγονός ότι το οικονομικό σκέλος του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν (όπως και το πολιτικο–στρατιωτικό) έδωσε το πράσινο φως για την εξαπόλυση του πολέμου; Κατά τα άλλα, ο σκοπός του Στάλιν ήταν… η ανατροπή του Χίτλερ και η παγκόσμια επανάσταση!
Γεγονός 4: Ο Στάλιν προχώρησε στη συμφωνία με τον Χίτλερ για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του ιδίου και της γραφειοκρατίας του Κρεμλίνου. Αυτό δεν είναι διαφορετικό από το να ισχυρίζεται κανείς ότι ο Χίτλερ υπέγραψε το σύμφωνο με τον Στάλιν για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του ιδίου και της γερμανικής αστικής τάξης (κάτι το οποίο πιθανολογούμε ότι οι απολογητές μας θα δέχονταν) ή ότι η συμφωνία του Μονάχου υπεγράφη για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των (ιμπεριαλιστικών) μερών που την υπέγραψαν (κάτι που επίσης φανταζόμαστε ότι θα δέχονταν). Μήπως υπογράφονται συμφωνίες μεταξύ κρατών για άλλους λόγους; Κι όμως, αυτή η απλή λογική δεν κάθεται καλά στους σύγχρονους απολογητές του σταλινισμού. Η προσπάθεια διαφόρων να θολώσουν τα νερά με ανούσιες και κοινότοπες αναφορές σε «γεωστρατηγικούς λόγους» (για τη γερμανική πλευρά, ποιοι ήταν οι αντίστοιχοι «γεωστρατηγικοί λόγοι»; μήπως ο πόλεμος;), προσπάθεια για κέρδισμα χρόνου κ.λπ. –πολύ περισσότερο η επίκληση της… ευφυίας του Στάλιν μόνο γέλια προκαλούν. Πράγματι, πρέπει να είναι κανείς χαζός για να μην υπογράψει μια συμφωνία η οποία θεωρεί ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντά του. Αυτό φυσικά δεν τον κάνει καθόλου ευφυή.
Γεγονός 5: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν δεν είχε καμία σχέση με την πολιτική του Λένιν. Το πρόγραμμα του Λένιν ήταν η ανατροπή του παγκόσμιου στάτους κβο και η νίκη του παγκόσμιου σοσιαλισμού. Φυσικά, η υπεράσπιση του εργατικού κράτους της ΕΣΣΔ, απαραίτητος όρος για την επέκταση της παγκόσμιας επανάστασης, θα μπορούσε κατά περίπτωση να προϋποθέτει εκμετάλλευση των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, και θεωρητικά θα μπορούσε να περιλαμβάνει –γιατί όχι, άλλωστε;– και την υπογραφή συμφωνιών με ιμπεριαλιστικές χώρες. Οι συμφωνίες αυτές όμως θα έπρεπε να εξυπηρετούν το στόχο της επέκτασης της παγκόσμιας επανάστασης και θα έπρεπε να κρίνονται με βάση αυτό. Το σύμφωνο Μπρεστ–Λιτόφσκ είχε αυτόν τον χαρακτήρα, γιατί η ύπαρξη της ΕΣΣΔ εκείνη την περίοδο (και η γερμανική επανάσταση, την οποία οι μπολσεβίκοι υποστήριζαν και ανέμεναν) σήμαινε ανατροπή του στάτους κβο. Πράγματι, ανεξάρτητα από την τελική της τραγική κατάληξη, το ξέσπασμα της γερμανικής επανάστασης ευνοήθηκε από το σύμφωνο Μπρεστ–Λιτόφσκ, το οποίο αποκάλυπτε στις γερμανικές μάζες το άθλιο ιμπεριαλιστικό ποιον της παραπαίουσας αστικής ηγεσίας τους.
Πώς είναι δυνατόν να συγκρίνει κανείς αυτήν την πολιτική με αυτή της σταλινικής γραφειοκρατίας, που στόχευε όχι στην ανατροπή, αλλά απεναντίας στη διατήρηση του στάτους κβο, πολιτική που αποτέλεσε τη βάση για όλες τις συμφωνίες (ή αποτυχημένες απόπειρες συμφωνιών) του Στάλιν; Ποια ακριβώς επανάσταση στο εξωτερικό αναμενόταν να υποβοηθήσει το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν; Την… πολωνική, τη δανέζικη, τη νορβηγική, την ολλανδική, τη βέλγικη, τη λουξεμβουργιανή ή τη γαλλική (χώρες που κατά σειρά κατακτήθηκαν από τον Χίτλερ εντός ενός έτους από την υπογραφή του συμφώνου – κατά τα άλλα, ο Β΄ Π.Π. είχε ξεκινήσει… νωρίτερα); Από την πλευρά της ΕΣΣΔ, το σύμφωνο σήμαινε ένα μόνο πράγμα: Ζήσε (έστω λίγο ακόμη!) και άσε τους άλλους να πεθάνουν… Το να βλέπει κανείς συνέχειες μεταξύ της μιας και της άλλης πολιτικής είναι σαν να βλέπει συνέχειες μεταξύ της τσαρικής εξωτερικής πολιτικής και αυτής των μπολσεβίκων, επειδή τόσο ο Νικόλαος όσο και ο Λένιν… κοιτούσαν έξω από τα σύνορα της Ρωσίας. Οι αστοί και όσοι συκοφαντούν τον μπολσεβικισμό αυτές τις συνέχειες προσποιούνται ότι βλέπουν. Αλλά αυτοί ξέρουμε τουλάχιστον με ποιο σκοπό το κάνουν – την κατασυκοφάντηση του μπολσεβικισμού και του μαρξισμού. Μακάρι να ήταν τόσο σαφή τα κίνητρα των απολογητών μας!
Γεγονός 6: Έπειτα από την υπογραφή του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν, η ΕΣΣΔ παρέδωσε εκατοντάδες γερμανούς κομμουνιστές στον Χίτλερ. Πάρα πολλά μέλη του ΚΚ Γερμανίας είχαν βρει –νόμιζαν– καταφύγιο στην ΕΣΣΔ μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Πολλοί είχαν συλληφθεί, βασανιστεί, εξοριστεί και εκτελεστεί στα πλαίσια των διαβόητων «Δικών της Μόσχας». Μετά την υπογραφή του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν και τη γειτνίαση των δύο χωρών (από τις 17 Σεπτέμβρίου 1939, όταν η ΕΣΣΔ εισέβαλε στην Πολωνία) εκατοντάδες γερμανοί πολιτικοί εμιγκρέδες παραδόθηκαν στον Χίτλερ ως ένδειξη καλής θέλησης. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και πολλοί Εβραίοι, γεγονός που δεν προβλημάτιζε τους σταλινικούς. Φυσικά οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους γερμανούς κομμουνιστές εκτελέστηκαν ή πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ευτυχώς ορισμένοι κατόρθωσαν να δραπετεύσουν/επιβιώσουν και συνέγραψαν ντοκουμέντα με τη μορφή απομνημονευμάτων – μήπως κι αυτά είναι αστική προπαγάνδα;
Γεγονός 7: Η ΕΣΣΔ δεν είχε κανένα μακροπρόθεσμο όφελος από το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν. Τα περί «πολύτιμου χρόνου», «ανασυγκρότησης» (!) του Κόκκινου Στρατού και τα παρόμοια μόνο ανιστόρητους και πολιτικά ανίδεους μπορούν να πείθουν. Ίσως οι απολογητές μας, παρότι γνώστες της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας» να μην γνωρίζουν ότι ήταν ο Στάλιν που τη δεκαετία του 1930, ειδικά μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και τις παραμονές του πολέμου (1936–1938), αποδεκάτισε τον Κόκκινο Στρατό, φέρνοντάς τον στα όρια της απόλυτης διάλυσης (διαφορετικά, εξάλλου, ο τελευταίος δεν θα χρειαζόταν και «ανασυγκρότηση»). Ας τους υπενθυμίσουμε ότι στα θύματα των διαβόητων «Δικών της Μόσχας» και των γενικότερων εκκαθαρίσεων της περιόδου συμπεριλήφθηκε όλη πρακτικά η ηγεσία του Κόκκινου Στρατού. Από τους πρώτους πέντε «στρατηγούς» του Κόκκινου Στρατού (Τουχατσέφσκι, Μπλιούκερ, Γιεγκόροφ, Βοροσίλοφ, Μπουντιόνι) μόνο οι δύο τελευταίοι διατηρήθηκαν στις θέσεις τους. Στις αμέσως κατώτερες βαθμίδες αξιωματικών οι εκκαθαρίσεις ήταν της τάξης του 80%–100%. Όλα αυτά στα πλαίσια της γενικότερης εκκαθάρισης όλων των μπολσεβίκων που συμμετείχαν στη Ρώσικη Επανάσταση του 1917 (600.000 – 1.000.000 άτομα). Αλλά φαίνεται ότι όλοι αυτοί δεν ήταν αρκετά… ευφυείς για να συλλάβουν την μετέπειτα εξωτερική πολιτική του Στάλιν και υπήρχε κίνδυνος να μην κατανοήσουν ότι αποτελούσε συνέχεια της πολιτικής του Λένιν…
Κατά τα άλλα, τα πρόσκαιρα, πραγματικά οφέλη της ΕΣΣΔ (αποφυγή άμεσης εμπλοκής στον πόλεμο, απομόνωση Ιαπωνίας, ελάφρυνση της πίεσης στα ανατολικά σύνορα), όπως είναι γνωστό, κράτησαν λιγότερο από δύο χρόνια, όταν η ΕΣΣΔ αντιμετώπισε (παντελώς απροετοίμαστη) την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα – και ευτυχώς διασώθηκε από την ηρωική πάλη των εργατικών μαζών, που υπεράσπιζαν τις κατακτήσεις της ΕΣΣΔ και της Οκτωβριανής Επανάστασης, όχι την σωστή πολιτική του ηγέτη τους. Από την άλλη, η τεράστια ηθική και ιδεολογική ζημιά, η υποχώρηση και ο αποπροσανατολισμός εκατομμυρίων μελών των ΚΚ ανά τον κόσμο, που με έκπληξη και τρόμο άκουγαν τα νέα της υπογραφής του συμφώνου κάτω από τα χαιρέκακα γέλια της αστικής τάξης, σημάδεψαν τον σοσιαλισμό και την Κομμουνιστική Διεθνή για πάντα, εξισώνοντάς την ιδεολογία μας με τον πολιτικό κυνισμό και την εγωκεντρική προδοσία. Φυσικά τα αποτελέσματα εντός των ΚΚ θα ήταν ακόμη χειρότερα αν δεν είχε προηγηθεί τουλάχιστον μια δεκαετία μαζικών εκκαθαρίσεων των ΚΚ ανά τον κόσμο και «φυτέματος» ηγεσιών που είχαν σπουδάσει την… ευφυή πολιτική του Στάλιν. Ακόμη και έτσι, τι αποτέλεσμα δίνουν τα κέρδη και οι ζημιές όταν μπαίνουν στη ζυγαριά των απολογητών μας; Τι αποτέλεσμα έφερε η «πολιτική του παρελθόντος»;
Συνεχίζοντας με κάποια ιστορικά στοιχεία και αναφορές
Προετοιμαζόμενος για την υπογραφή του Συμφώνου:
[…] στο 18ο συνέδριο του κόμματος, ο Στάλιν εγκαταλείπει δημόσια τον αγωνιστικό αντιφασισμό. Κάνει απλώς μια επιδέξια ασαφή αναφορά στον πόλεμο της Ισπανίας και στιγματίζει τη θέληση των δυτικών δημοκρατιών να προκαλέσουν τεχνητή σύγκρουση ανάμεσα στη Γερμανία και την ΕΣΣΔ. Καταγγέλει τις φήμες που διαδίδονται για τη θέληση της Γερμανίας να κατακτήσει την Ουκρανία και που έχουν ως μοναδικό στόχο να «εξάψουν την οργή της Σοβιετικής Ένωσης» εναντίον της Γερμανίας, να δηλητηριάσουν την ατμόσφαιρα και να προκαλέσουν σύγκρουση με τη Γερμανία χωρίς εμφανή λόγο». […]
Στις 27 Απριλίου, καλεί τον Λιτβίνοφ [σημ. συντ.: επίτροπος εξωτερικών, που λίγες μέρες πριν είχε προτείνει ένα σχέδιο συμφωνίας με τη Γαλλία και την Αγγλία, η οποία ουσιαστικά το απέρριψε] στο γραφείο του. Δίπλα του ο Μόλοτοφ ουρλιάζει και λούζει με βρισιές τον επίτροπο Εξωτερικών, ο οποίος σύντομα θα καθαιρεθεί από τα καθήκοντά του και θα αντικατασταθεί από τον ίδιο τον Μόλοτοφ. Πράγματι, ο Μόλοτοφ είναι καταλληλότερος από τον προκάτοχό του, εβραίο και οπαδό της συμμαχίας με τις δημοκρατίες, για να τείνει το χέρι στον Χίτλερ. Εξάλλου ο Στάλιν τον συμβουλεύει να «απαλλάξει το Επιτροπάτο του από τους εβραίους». Σαράντα χρόνια μετά, ο Μόλοτοφ θα αγάλλεται: «Ευτυχώς που μου το είπε! Γιατί οι εβραίοι αποτελούν την απόλυτη πλειοψηφία της διεύθυνσης και των πρεσβευτών. Αυτό είναι εμφανώς κακό. Λετονοί και εβραίοι. Ο καθένας έσερνε πίσω του ένα τσούρμο ολόκληρο». Ο Μπέρια θα φυλακίσει τα δύο τρίτα των συνεργατών του έκπτωτου επιτρόπου. […]
Φτάνοντας στις 23 Αυγούστου, όπου μετά από πολλές εκατέρωθεν διπλωματικές μανούβρες επίκειται η τελική υπογραφή του Συμφώνου:
[…] Οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν στο Κρεμλίνο στις 3:30 το απόγευμα στο γραφείο του Μόλοτοφ, ο οποίος έχει δίπλα του τον Στάλιν […] Ο Μόλοτοφ και ο Στάλιν δεν έχουν ενημερώσει κανένα μέλος του Πολιτικού Γραφείου. […]
Μετά την ολοκλήρωση της υπογραφής:
Ο Ρίμπεντροπ έχει προετοιμάσει μια πομπώδη ομιλία για «την ανακτηθείσα γερμανοσοβιετική φιλία», που προκαλεί το χαμόγελο και ένα σκωπτικό σχόλιο του Στάλιν: «Επί χρόνια, ρίχναμε ο ένας στον άλλο κάδους σκουπίδια… Πρέπει να προετοιμάσουμε προοδευτικά την κοινή γνώμη για τις αλλαγές που θα επιφέρει στις σχέσεις μας αυτή η συνθήκη».
Στη γιορτή, που συγκεντρώνει το βράδυ τους στιγμιαίους κομπάρσους, ο Στάλιν εμφανίζεται πολύ εγκάρδιος. Πίνει στην υγεία του Φίρερ: «Ξέρω την αγάπη που έχει το γερμανικό έθνος για τον Φίρερ του. Θα ήθελα λοιπόν να πιο στην υγειά του». Κάνει άλλη μια πρόποση για τον Χίμλερ που εξασφαλίζει την τάξη στη χώρα του.
[…] Ο ίδιος ο περίγυρος του Στάλιν δεν αντιλαμβάνεται αμέσως το μέγεθος της ανατροπής. Στις 27 Αυγούστου, σε γράμμα τους στον Στάλιν, ο Δημητρόφ και ο Μανουίλσκι [σημ. συντ.: επικεφαλής της σταλινοποιημένης Κομιντέρν] δηλώνουν βέβαια την υποστήριξη των κομμουνιστικών κομμάτων στο γερμανοσοβιετικό σύμφωνο «που ματαιώνει τα σχέδια πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ», αλλά προσθέτουν ότι το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να εξακολουθήσει «να αντιστέκεται στην επίθεση της φασιστικής Γερμανίας» […] Ο Στάλιν δεν απαντά σ’ αυτό το γράμμα. […]
Αφού τη νύχτα της 1ης Σεπτεμβρίου 62 μεραρχίες του Χίτλερ εισβάλλουν στην Πολωνία, που κατανικούν με κάθε ευκολία, στις 8 Σεπτεμβρίου τα ναζιστικά στρατεύματα φτάνουν στις πύλες της Βαρσοβίας.
Από τις 5 Σεπτεμβρίου, ο γερμανός πρεσβευτής έχει κοινοποιήσει στον Στάλιν την επιθυμία που διατύπωσε ο Χίτλερ δύο μέρες νωρίτερα: να πάρει η ΕΣΣΔ το μερίδιό της από το πολωνικό γλυκό. Ο Στάλιν διστάζει. […] παρουσιάζει την εισβολή του ως επιχείρηση που στοχεύει να προστατεύσει του Ουκρανούς [σημ. συντ.: αυτούς που η ναζιστική Γερμανία ήταν… φήμες ότι θέλει να κατακτήσει!] και τους Λευκορώσους που κατοικούν σ’ αυτές τις περιοχές (ο Στάλιν ξεχνά τους εβραίους) εναντίον της γερμανικής προέλασης. Ο Χίτλερ δεν ικανοποιείται και προτείνει κοινό ανακοινωθέν, το οποίο αποδέχεται ο Στάλιν με μερικές τροπολογίες. Στις 11 Σεπτεμβρίου βγαίνει από τα τυπογραφεία της Μόσχας ένα έργο με τίτλο Ο ευρωπαϊκός χώρος και η φασιστική γεωπολιτική, που υπογράφεται από τρεις ιστορικούς. Αποσύρεται εσπευσμένα από τα βιβλιοπωλεία…
[…] Από τη φυλακή του στο Βερολίνο, ο Ερνστ Τέλμαν, ο παλιός πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, γράφει στον Στάλιν: «Ορισμένοι σύντροφοι δεν κατανοούν πως μπορούν να συνενοούνται ο Χίτλερ και ο Στάλιν και μιλούν για προδοσία σχετικά με το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο». Στις 5 Σεπτεμβρίου, σε γράμμα του στον Ζντάνοφ, ο Δημητρόφ υπογραμμίζει τις «εξαιρετικές δυσκολίες» που συναντά η ηγεσία της Κομιντέρν στον καθορισμό των καθηκόντων και στην εφαρμογή της τακτικής των κομμουνιστικών κομμάτων στις νέες συνθήκες και απαιτεί επειγόντως συνάντηση με τον Στάλιν. Ο τελευταίος τον δέχεται στις 7 Σεπτεμβρίου και διαλύει κάθε διφορούμενο. […] Επαναλαμβάνοντας την ανάλυση που οι γερμανοί κομμουνιστές είχαν εκφράσει με το σύνθημα «Μετά τον Χίτλερ, θα είναι η σειρά μας», προσθέτει: «Χωρίς να το κατανοεί και χωρίς να το θέλει,ο Χίτλερ κλονίζει, υπονομεύει το καπιταλιστικό σύστημα». […] Ο αντιφασισμός, που είχε αξία σε εποχή ειρήνης, είναι ξεπερασμένος σε εποχή πολέμου και επομένως πρέπει να εγκαταληφθεί το σύνθημα του λαϊκού μετώπου: «Η διαίρεση των καπιταλιστικών χωρών σε φασιστικές και σε δημοκρατικές έχασε την προηγούμενη σημασία της». […] Η Πολωνία; Πρόκειται για φασιστική χώρα. Η εξαφάνισή της θα σημαίνει ένα φασιστικό κράτος λιγότερο.
[…] Η ηγεσία της Κομιντέρν δυσκολεύεται να εφαρμόσει αυτή την πολιτική. […] Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, του οποίου η ηγεσία είναι στη Μόσχα, δεν καλοδέχεται στην στροφή. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, Ο Βίλχελμ Πικ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και της Γραμματείας της Κομιντέρν, υποβάλλει στον Μανουίλσκι ένα σχέδιο προκήρυξης που πρόκειται να μοιραστεί στη Γερμανία, στην Τσεχοσλοβακία και την Αυστρία […] Αυτή η προκήρυξη μέμφεται τους αγγλογάλλους ιμπεριαλιστές, αλλά καταγγέλει εξίσου «το γερμανικό μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο», καλεί τους γερμανούς εργαζόμενους και στρατιώτες να πολλαπλασιάσουν τις διεκδικήσεις για να «ανατρέψουν τον χιτλερικό φασισμό». Τους παροτρύνει να «απελευθερώσουν τη Γερμανία από τον χιτλερικό φασισμό και από την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου με τη σοσιαλιστική επανάσταση» […] Ακόμη και ο ευπηθής Βίλχελμ Πικ δεν κατάλαβε τίποτα. Η Γραμματεία της Κομιντέρν ξαναδουλεύει το κείμενο, σβήνει τις λέξεις «φασισμός» και «χιτλερισμός» και αφήνει μόνο την καταγγελία του «γερμανικού μεγάλου κεφαλαίου». Και αυτό ακόμα πάει πολύ […] η Γραμματεία, την οποία επιπλήττει σφοδρά ο Στάλιν, που παρατηρεί με πολύ προσεκτικό μάτι αυτό το μαγείρεμα, θα απαγορεύσει στα κομμουνιστικά κόμματα των τριών χωρών να μοιράσουν αυτό το γεμάτο στρογγυλεμένες διατυπώσεις κείμενο, το οποίο και παραπέμπεται στα αρχεία. Τα κομμουνιστικά κόμματα δεν θα μοιράσουν προκηρύξεις εναντίον του «γερμανικού ιμπεριαλισμού». Ο Στάλιν επαγρυπνεί.
Στις 27 Σεπτεμβρίου, αφού τα γερμανικά και σοβιετικά στρατεύματα βρίσκονται στη συμφωνημένη γραμμή της κατειλημμένης και διαμελισμένης Πολωνίας, γίνονται διαπραγματεύσεις.
Ο Ρίμπεντροπ τείνει στον Στάλιν έναν χάρτη της Πολωνίας που περιέχει διορθώσεις του μοιράσματος των εδαφών. Ο Στάλιν τον υπογράφει με μπλε μολύβι, ο Ρίμπεντροπ με κόκκινο. Κατόπιν ο Ρίμπεντροπ απαιτεί το ένα τρίτο της Λιθουανίας. Ο Στάλιν του παραχωρεί ένα κομμάτι 398 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στο οποίο κατοικούν 184.000 άτομα. Όταν ο υπουργός Εξωτερικών, Ούρμπσις, θα του εκφράσει τη δυσαρέσκειά του, σε μια σπάνια εκδήλωση αυτοκριτικής, ο Στάλιν θα υποχωρήσει: «Εδώ διαπράξαμε εμφανώς λάθος». Στην ίδια κατεύθυνση, η ΕΣΣΔ υπογράφει «σύμφωνα φιλίας» με την Εσθονία στις 28 Σεπτεμβρίου, με τη Λετονία στις 5 Σεπτεμβρίου, με τη Λιθουανία στις 10 Οκτωβρίου. Ο Στάλιν προσδιορίζει σαφώς τη φύση αυτών των συμφώνων, όταν δηλώνει, στις 2 Οκτωβρίου, σε μια λετονική αντιπροσωπεία ότι οι συμφωνίες του 1920 είναι άκυρες: «Ο Μεγάλος Πέτρος νοιαζόταν ήδη για τη διέξοδο της Ρωσίας στη θάλλασα […]». Έτσι ο Στάλιν τοποθετείται ευθαρσώς στα πλαίσια της αυτοκρατορικής παράδοσης, όμως ο υπολογισμός του είναι απατηλός. Σε λιγότερο από μια εβδομέδα μετά την εισβολή στην ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 1941, αυτή η διέξοδος και αυτές οι προσβάσεις θα εξαφανιστούν.
Στις 29 Σεπτεμβρίου […] οι Σοβιετικοί και οι Γερμανοί χωρίζουν, αφού πρώτα υπογράψουν μυστικό τροποποιημένο πρωτόκολλο μοιράσματος των εδαφών, εμπορική συμφωνία και κοινή διακήρυξη για την ειρήνη. […] Οι δύο αντιπροσωπείες γιορτάζουν τις τρεις συμφωνίες στη διάρκεια μιας βραδινής γιορτής, της οποίας η εγκαρδιότητα παρακινή τον γκαουλάιτερ (διοικητή περιφέρειας) του Ντάντσιχ, Φέρστερ, να επαναλάβει: «Όλα έγιναν σαν να μιλούσαμε με παλιούς συντρόφους». Σε αυτή τη γιορτή, όπως και στην προηγούμενη, ο Στάλιν δεν προσκαλεί τον Καγκάνοβιτς. Μόνο οι μη εβραίοι του Πολιτικού Γραφείου θα έχουν αυτή την τιμή. […]
Στις 17 Οκτωβρίου, ο Δημητρόφ υποβάλλει στον Στάλιν ένα άρθρο με τίτλο «Ο πόλεμος και η εργατική τάξη». […] Ο Στάλιν ζητεί από τον Δημητρόφ να σβήσει από το κείμενο κάθε επαναστατικό σύνθημα. Του εξηγεί: «Αν συνδέσουμε το ζήτημα της ειρήνης με τη διάλυση του κεφαλαίου, βοηθούμε τον Τσάμπερλεν και τους πολεμοκάπηλους, απομονωνόμαστε απότις μάζες».
[…] Ο Μολότοφ εκφράζει πλήρως την σκέψη του [σημ. συντ.: του Στάλιν] όταν, στις 31 Οκτωβρίου, μπροστά στο Ανώτατο Σοβιέτ χαιρετίζει την εξαφάνιση της Πολωνίας, «αυτού του τερατώδους τέκνου της συνθήκης των Βερσαλλιών», που υπήρχε πολύ πριν, αλλά διαμελιζόταν συνεχώς επί 130 χρόνια από τη Ρωσία, την Πρωσία και την Αυστρία. Έτσι, ο Μόλοτοφ, δικαιολογώντας τον διαμελισμό της Πολωνίας από τις τρεις αυτοκρατορίες, επιβεβαιώνει ότι ο διεθνισμός του 1917 δεν είναι παρά μια μακρινή ανάμνηση […] «Μπορεί να μας αρέσει ή να μη μας αρέσει ο χιτλερισμός. Όμως κάθε άτομο με σώας τας φρένας κατανοεί ότι δεν μπορούμε να καταστρέψουμε με τη βία μια ιδεολογία. Είναι λοιπόν όχι μόνο παράλογο αλλά ακόμη και εγκληματικό να συνεχίζεται ο πόλεμος για την καταστροφή του χιτλερισμού υπό την ψευδή σημαία του αγώνα για τη δημοκρατία». Ο Χίτλερ δεν ζητεί τόσα.
Μετά από τις αποτυχίες του σοβιετικού στρατού στη Φινλανδία (που έδειξαν το μέγεθος των προβλημάτων του, ακόμα πιο απειλητικά υπό την εντύπωση των πρόσφατων κεραυνοβόλων νικών της Βέρμαχτ στην Πολωνία) και κυρίως αφού η επίθεση της Γερμανίας σύντριψε τη ραχοκοκκαλιά του γαλλικού στρατού στις 10 Μάη του 1940, πετυχαίνοντας την κατάληψη του Παρισιού μέσα σε 5 εβδομάδες:
[…] Με αυτό το νέο ο Στάλιν σπάει. Το κατασκεύασμα πάνω στο οποίο από τον Αύγουστο του 1939 στήριζε την εξωτερική του πολιτική καταρρέει. Στο Πολιτικό Γραφείο που ακολουθεί […] τρέχει πάνω κάτω στο δωμάτιο, βλαστημώντας σαν αμαξάς – βρίζει τους Γάλλους και τους Άγγλους: «Πως μπόρεσαν να αφήσουν τον Χίτλερ να τους νικήσει, να τους συντρίψει με αυτό τον τρόπο;» Ήλπιζε ότι θα έβλεπε τους Γερμανούς, τους Γάλλους και τους Άγγλους να αλληλοεξαντλούνται σ’ έναν μακροχρόνο πόλεμο όπως το 1914 […] Η κατάρρευση της Γαλλίας αναγγέλει την εισβολή στην ΕΣΣΔ. Το ξέρει. Τρομαγμένος από τη νεότητα ενός υπό εκπαίδευση σώματος αξιωματικών, ο Στάλιν επαναφέρει στις θέσεις τους 11.000 ανώτερους αξιωματικούς και στρατηγούς που είχαν απομακρυνθεί, φυλακιστεί ή εκτοπιστεί. Όμως οι περισσότεροι από τους διασωθέντες, τους οποίους έχουν συντρίψει η σύλληψη ή οι σκληρές ανακρίσεις, οι παράλογες ομολογίες που απαιτούσαν από αυτούς, η φυλακή ή το Γκούλαγκ, δεν είναι πια καθόλου ικανοί να διοικούν. Ο Στάλιν συνάγει ότι πρέπει να αποφύγει να δυσαρεστήσει τον Χίτλερ. Μέχρι την τελευταία μέρα, η ΕΣΣΔ θα εφαρμόζει στο εξής με ακρίβεια τις ρήτρες της εμπορικής συμφωνίας και θα παραδίδει όλα τα προβλεπόμενα εμπορεύματα που ήταν αναγκαία για την γερμανική πολεμική μηχανή.
[…] Ο Στάλιν επαγρυπνεί ώστε τα [σημ. συντ.: καλλιτεχνικά] έργα να είναι σύμφωνα με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1940, παρεμβαίνει προσωπικά ώστε το Πολιτικό Γραφείο να απαγορεύσει το ανέβασμα και τύπωμα του θεατρικού έργου του Λεονίντ Λεόνοφ Η θύελλα. Ποιο είναι το έγκλημά του; […] Ο ένας από τους δύο ήρωες […] δεν συμβαδίζει πια με την τρέχουσα πολιτική. Πράγματι, αυτός ο παλιός λευκός αξιωματικός είχε αναγεννηθεί, πηγαίνοντας να παλέψει εναντίον του φασισμού στην Ισπανία το 1936. Αυτή η ενοχλητική υπόμνηση δεν μπορούσε παρά να δυσαρεστήσει τον Χίτλερ. […] Μερικούς μήνες αργότερα, η λογοκρισία αντικαθιστά στην Πτώση του Παρισιού του Έρενμπουργκ το σύνθημα «Κάτω οι φασίστες», που φώναζαν οι διαδηλωτές του Λαϊκού Μετώπου, με το φανταστικό, ανώδυνο και δυσκολοπρόφερτο «Κάτω οι αντιδραστικοί!».
Η σύνεσή του εξηγείται με τον φόβο του μήπως δεν είναι σε θέσει να αντιμετωπίσει έναν πόλεμο που εντούτοις ξέρει ότι είναι αναπόφευκτος. […] Τα σοβιετικά αεροπλάνα, που κατασκευάζονται μαζικά εδώ και μερικούς μήνες, είναι στην πραγματικότητα ιπράμενοι τάφοι. […] Όμως κανείς δεν νοιάζεται για όλα αυτά τα προβλήματα – έτσι, για παράδειγμα, δεν ειδοποίησαν τους κατασκευαστές των αεροπλάνων να λάβουν τα μέτρα τους.
Στην πραγματικότητα, ο Στάλιν πληρώνει το τίμημα της συγκέντρωσης όλων των εξουσιών στα χέρια του, συγκέντρωση που αφαιρεί από τους συνεργάτες του, ακόμη και τους πιο κοντινούς, κάθε πρωτοβουλία. Και καθώς αρνείται να αναγνωρίσει αυτό το γεγονός, δεν μπορεί παρά να κατηγορεί και να απειλεί: «Ασχολούμαι ολομόναχος με όλα τα ζητήματα. Κανείς από σας δεν σκέφτεται καν. Είμαι μόνος. Πως μπορώ να μελετώ, να διαβάζω, να παρακολουθώ τα νέα κάθε μέρα, αν εσείς δεν κάνετε τίποτα; […]» Ο Καλίνιν ψελλίζει ότι τους λείπει χρόνος, εξάπτοντας ακόμα περισσότερο τον θυμό του Στάλιν. […] Οι δεκαπέντε περίπου αξιωματούχοι τον ακούν, όρθιοι, άκαμπτοι. Ο Δημητρόφ, που δεν είχε δει ποτέ τον Στάλιν σε τέτοια κατάσταση, αντιλαμβάνεται δάκρα στα μάτια του Βοροσίλοφ […].
Από τον Ιανουάριο του 1941, απέναντι στη Γερμανία:
[…] ο Στάλιν συμπεριφέρεται με σύνεση και πολλαπλασιάζει τις φιλικές χειρονομίες. Δίνει άδεια στον ακόλουθο της γερμανικής αεροπορίας, τον πτέραρχο Ασενμπρένερ, να επισκεφτεί τα πιο σύγχρονα σοβιεταικά εργοστάσια αεροναυπηγικής. Στις 10 Ιανουαρίου 1941, η Μόσχα υπογράφει με το Βερολίνο καινούρια εμπορική συμφωνία. […] Η υπογραφή της συμφωνίας γίνεται ανάμεσα σε δύο στρατιωτικές ασκήσεις […] και οι δύο υπογραμμίζουν τις αρυναμίες του Κόκκινου Στρατού.
Αφού διορίσει τον Ζούκοφ επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου, παρότι αυτός του είχε αντιτείνει ότι δεν είχε εργαστεί ποτέ σε επιτελείο:
Ο Ζούκοφ […] ανακαλύπτει ότι το Επιτροπάτο Μεταφορών […] δεν έχει κανένα σχέδιο επιστράτευσης των σιδηροδρόμων της δυτικής ζώνης της χώρας σε περίπτωση πολέμου. Απαιτεί να υπάρξει ένα τέτοιο σχέδιο. […] Και ο Στάλιν ενδιαφέρεται επίσης ελάχιστα για τις εκθέσεις των διοικητών μετώπου. Στις 18 Φεβρουαρίου, ο Πάβλοφ του απευθύνει μια έκθεση σχετικά με την αξιοθρήνητη κατάσταση των επικοινωνιών στο δυτικό μέτωπο. Ο Στάλιν δεν παίρνει κανένα σοβαρό μέτρο. Αναμφίβολα φοβάται μήπως το γερμανικό επιτελείο θεωρήσει ως απειλή τα έργα εκσυγχρονισμού των οδών επικοινωνίας σ’ αυτό τον τομέα. […]
Παρά την εμφανή ανησυχία του, καθώς δεν υπάρχουν σχέδια για τα εναλλακτικά σημεία και διαδρομές ξεσπάσματος της επερχόμενης γερμανικής επίθεσης, ο Στάλιν:
[…] εξακολουθεί να αρνείται τη συγκέντρωση των στρατευμάτων προς τα σύνορα. […] Τα στρατιωτικά μέτρα που λαμβάνονται […] εντυπωσιάζουν με τον ασυντόνιστο, αντιφατικό και ακόμη χαοτικό χαρακτήρα τους. […]
Ο κατάλογος των ασυνεπειών είναι εντυπωσιακός. Οι παλιές οχυρώσεις που είχαν κατασκευαστεί από το 1929 μέχρι το 1935 στα παλιά σύνορα έχουν εγκαταληφθεί ή ακόμα και διαλυθεί. Η κατασκευή των νέων οχυρώσεων κατά μήκος των συνόρων που έχουν πρόσφατα επαναχαραχτεί αρχίζει αργά και τον Ιούνιο θα έχουν καλύψει μόλις το ήμισυ της συνοριακής γραμμής με χάσματα 50 έως 60 χιλιομέτρων. Όταν θα αρχίσει ο πόλεμος, μέρος των μεραρχιών που προορίζονταν να καλύψουν τα σύνορα (όπως 13η στρατιά) θα είναι ακόμη σε διαδικασία σχηματισμού – τα στρατεύματα των συνοριακών φρουρών, που παρατάσσονται σε μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων, δεν είναι σε θέση να σταματήσουν και ούτε καν να επιβραδύνουν σοβαρή επίθεση. Ο αντιαρματικός εξοπλισμός είναι ελλειμματικός. Τα πυρομαχικά και οι οβίδες παραμένουν στοιβαγμένα στις αποθήκες. Δύο εβδομάδες πριν από τη γερμανική εισβολή, το επιτελείο της 4ης στρατιάς στη Λευκορωσία διατάζει τη διοίκηση της 22ης μεραρχίας τεθωρακισμένων να αποσύρει τα πυρομαχικά από τα οχήματα και να τα τοποθετήσει στις αποθήκες.
Σίγουρα ο Στάλιν δεν μπορεί να θεωρηθεί άμεσα υπεύθυνος για το καθένα από τα μέτρα που πάρθηκαν, αλλά φέρει τη γενική ευθύνη με τη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα την οποία δημιούργησε στην ανώτερη στρατιωτική διοίκηση, με την ανικανότητα πολυάριθμων προαχθέντων, με την εμφανή αναποφασιστικότητα της πολιτικής του, που τις λεπτομέρειες της αγνοούν πλήρως οι στρατιωτικοί αρχηγοί. Πράγματι ο Στάλιν τους αποκρύπτει το κύριο μέρος των πληροφοριών. […]
Παράλληλα, οι αυθαιρεσίες, ανακατατάξεις και διαγραφές κομματικών στελεχών στην Κεντρική Επιτροπή και την Επιτροπή Ελέγχου πάνε σύννεφο.
Τον Απρίλιο του 1941, ο Στάλιν, σε μια κίνηση μάλλον κακομετρημένη (όμως, ποια απ’ αυτές δεν ήταν τέτοια, τελικά;) υπογράφει σύμφωνο μη επίθεσης με τη Γιουγκοσλαβία, την οποία ο Χίτλερ σχεδιάζει να κατακτήσει.
[…] Στις 6 Απριλίου το βράδυ, ένα συμπόσιο πρέπει να συγκεντρώσει τους υπογράφοντες για να γιορταστεί η συμφωνία. Όμως […] η Λούφτβαφε βομβαρδίζει το Βελιγράδι, ισοπεδώνει τη μισή πόλη και η Βέρμαχτ διασχίζει τα γιουγκοσλαβικά σύνορα. […] Ο Στάλιν κατανοεί το μήνυμα […] Ανακαλεί το συμπόσιο, που η πραγματοποίησή του, λέει, θα είχε αναπόφευκτα «χαρακτήρα προβοκατόρικης πρόκλησης». […]
[…] Το πρωταρχικό μέλημα του Στάλιν εξακολουθεί να είναι να μην ερεθίσει τον Χίτλερ. Στις 20 Απριλίου, τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου […] πηγαίνουν στο Κρεμλίνο. Ο Στάλιν έχει καλέσει και τον Δημητρόφ. Αναγγέλει την πρόθεσή του να διαλύσει την Κομιντέρν […] η επιχειρηματολογία δεν είναι παρά ιδεολογική κάλυψη με στόχο να συγκαλύψει το πραγματικό κίνητρο: να κάνει μια χειρονομία καλής θέλησης προς τον Χίτλερ. […] Επίσης, ο Στάλιν ζητά από τον Δημητρόφ και τους συντρόφους του, που επιδίδονται στο έργο από την επόμενη μέρα, να αντικαταστήσουν τους περίφημους 21 όρους εισδοχής στην Κομιντέρν του 1920 με καινούριους. Την επόμενη ημέρα ο Δημητρόφ, ο Τολιάτι και ο Τορέζ, που συνεδριάζουν, επικροτούν τη θέση του Στάλιν.
Οι σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών, που θέλουν […] να αποφύγουν την καταγγελία προδοσίας, δεν αποκρύβουν τίποτα ουσιαστικό από τον Στάλιν, αλλά του παρουσιάζουν εκθέσεις a la carte, αφήνοντάς ττου την επιλογή να υιοθετήσει εκείνη που του ταιριάζει καλύτερα.
Όταν πια ολοκληρώνονται οι τελευταίες προετοιμασίες της Γερμανίας για την εισβολή στην ΕΣΣΔ:
[…] ακόμα και το βράδυ της 21ης Ιουνίου, ο Κόκκινος Στρατός εξακολουθεί να μη διαθέτει Μεγάλο Γενικό Επιτελείο και πρέπει να αρκεστεί σε ένα σχέδιο δημιουργίας αυτού του οργανισμού […] Η απουσία στις αρχές του πολέμου αυτού του ανώτατου οργάνου στρατιωτικής διεύθυνσης, απουσία την οποία υπαγόρευε η θέληση του Στάλιν να καθησυχάσει τον Χίτλερ ή που οφειλόταν στην γραφειοκρατική βραδύτητα, εμπόδισε την καθοδήγηση των στρατευμάτων στις αρχές της εισβολής. Πράγματι, ο Στάλιν, έχοντας επίγνωση της γερμανικής απειλής, την οποία ήλπιζε να αναβάλλει μέχρι το 1942, προετοιμάζει διάφορα σχέδια που μέουν όλα ανολοκλήρωτα και αολληλοκαλύπτονται. Αυτό υπογραμμίζει ο στρατάρχης Ροκοσόφκσι, διοικητής τότε του 9ου σώματος μηχανικού, ο οποίος βλέπει στις αποφάσεις που λαμβάνονταν ένα τόσο αντιφατικό μείγμα επιθετικών και αμυντικών μέτρων, που αναρωτιέται «αν υπάρχει σχέδιο».
[…] Ο Στάλιν ξέρει ότι ο στρατός και η βιομηχανία όπλων, που βρίσκεται σε φάση πλήρους αναδιοργάνωσης, θα είναι έτοιμοι μόνο στα μέσα του 1942.
[…] Στις 26 Μάη, […] δύο υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί [σημ. συντ.: Ζούκοφ και Τιμοσένκο] ζητούν την άδεια να αναχαιτίζουν τα γερμανικά αεροπλάνα που παραβιάζουν συστηματικά τον εναέριο χώρο. Ο Στάλιν αρνείται […]
[…] Στις αρχές Ιουνίου, ο Στάλιν συλλαμβάνει τον πρώην επίτροπο Εξοπλισμών Βανίκοφ, ένοχο γιατί αντιτάχθηκε στο σταμάτημα κατασκευής τανκς με κανόνια μεγάλου διαμετρήματος και όλμων, που ο Στάλιν αναδιοργανώνει τότε τις αλυσίδες μονταρίσματός τους, σαν να είχε μπροστά του όλο τον χρόνο. […] παραμερίζει όλες τις προειδοποιήσεις για την επικείμενη γερμανική εισβολή. Αυτή η χοντροκεφαλιά μετασχηματίζεται σε τύφλωση. […] δηλώνει στον Τιμοσένκο: «Πρέπει να καταλάβετε ότι η Γερμανία δεν θα πολεμήσει ποτέ ολομόναχη εναντίον της Ρωσίας».
[…] Στις 13 Ιουνίου, ο Ζούκοφ και ο Τιμοσένκο ζητούν από τον Στάλιν να δώσει διαταγή για την ανάπτυξη των στρατευμάτων κοντά στα σύνορα. Ο Στάλιν αρνείται και τους καλεί ειρωνικά να διαβάσουν τις εφημερίδες της επόμενης μέρας. Ένα ανακοινωθέν του πρακτορείου Tass δηλώνει ότι οι γερμανοσοβιετικές σχέσεις είναι εντελώς φυσιολογικές και δικαιολογεί τη συγκέντρωση μεραρχιών της Βέρμαχτ στα σύνορα. […]
Το βράδυ της 14ης Ιουνίου, ο Στάλιν προσκαλεί τον Ζούκοφ και τον Τιμοσένκο στο Πολιτικό Γραφείο. Οι δύο στρατηγοί φτάνουν με τους χάρτες κάτω από την μασχάλη τους. Ο Ζούκοφ επιμένοι πως είναι αναγκαίο να τεθεί ο στρατός σε κατάσταση ετοιμότητας για μάχη. Ο Στάλιν […] εκρήγνυται: «Τι! Ήρθατε να με φοβίσετε κραδαίνοντας τον πόλεμο ή μήπως θέλετε τον πόλεμο; Δεν έχετε αρκετά παράσημα και επωμίδες». […] Ο Τιμοσένκο […] δηλώνει: αν τα στρατεύματα παραμείνουν ως έχουν, η γερμανική επίθεση θα τα διασπάσει. Ο Στάλιν κάθεται και χλευάζει ξερά: «Ο Τιμοσένκο θέλει να μας προδιαθέσει όλους για τον πόλεμο, θα πρέπει να τον τουφεκίσουμε. […] Αν ερεθίσετε τους Γερμανούς στα σύνορα και κινητοποιήσετε τα στρατεύματα χωρίς την άδειά μας, τότε θα πέσουν κεφάλια, σκεφτείτε το» […]
Στις 16 Ιουνίου, ο Στάλιν ενημερώνεται από μια έκθεση της Κρατικής Ασφάλειας (NKGB) ότι σύμφωνα με σοβιετικούς πράκτορες στο επιτελείο της αεροπορίας και στο υπουργείο Βιομηχανίας στο Βερολίνο, οι προετοιμασίες για τη γερμανική εισβολή ολοκληρώθηκαν και η επίθεση μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή. Ο Στάλιν:
[…] σημειώνει οργισμένα πάνω στην έκθεση: «Μπορείτε να στείλετε στο διάβολο την “πηγή” σας στο επιτελείο της γερμανικής αεροπορίας. Δεν πρόκειται για πηγή, αλλά για πληροφοριοδότη». […]
[…] Ο Ρίχαρντ Ζόργκε [σημ. συντ.: όπως και ο Λέοπολντ Τρέπερ, επικεφαλής του περίφημου κατασκοπευτικού δικτύου της «Κόκκινης Ορχήστρας» – βλ. Τρέπερ, Το Μεγάλο Παιχνίδι, εκδ. Εργατική Πάλη], σοβιετικός πράκτορας που είχε διεισδύσει στη γερμανική πρεσβεία στην Ιαπωνία, αναγγέλει τη γερμανική επίθεση για τις 22 Ιουνίου. Ο Στάλιν χλευάζει: «Αυτό ο Ζόργκε συχνάζει πολύ σε οίκους ανοχής».
[…] Στις 21 Ιουνίου, ο Στάλιν φθάνει στο Κρεμλίνο στις 6:30 το απόγευμα […] Τον ενημερώνουν ότι ένας γερμανός λιποτάκτης ανήγγειλε ότι η επίθεση θα γίνει το πρωί της επόμενης μέρας. Είναι προβοκάτορας, αποφαίνεται ο Στάλιν. Ο Τιμοσένκο προτείνει να επιταχυνθεί η μετακίνηση των σοβιετικών δυνάμεων προς τα σύνορα. «Είναι πρώιμο να δημιοσιεύσουμε την οδηγία», αντιτείνει ο Στάλιν, «γιατί ίσως είναι ακόμα δυνατό να λύσουμε το πρόβλημα με ειρηνικά μέσα».
Και ως προς έναν συνολικό απολογισμό της στρατιωτικής και εξοπλιστικής προετοιμασίας της ΕΣΣΔ:
Παρότι ο Κόκκινος Στρατός αριθμεί 186 μεραρχίες (χωρίς να υπολογίζουμε τους συνοριακούς φρουρούς και τα ειδικά στρατεύματα της NKVD) και ο γερμανικός στρατός μονο 153, ο γερμανικός στρατός παρατάσσει στους τρεις άξονες που έχει επιλέξει ο Φίρερ 4,4 εκ. άνδρεςς καλά προετοιμασμένους και με καλή στελέχωση. Απέναντι στον γερμανικό στρατό, ο Κόκκινος Στρατός συγκεντρώνει κατά μήκος των δυτικών συνόρων μόνο 3 εκ. άνδρες άσχημα προετοιμασμένους και με κακή στελέχωση. Τις παραμονές της επίθεσης, ο Κόκκινος Στρατός διαθέτει ανώτερο εξοπλισμό […] Ενώ τα γερμανικά αεροπλάνα είναι ανώτερα και η εκπαίδευση των πιλότων τους πολύ καλύτερη, τα σοβιετικά τανκς είναι ίσης αξίας με τα γερμανικά. Όμως από αυτή την υλική ανωτερότητα δεν θα απομείνει τίποτα μετά από τρεις μέρες πολέμου λόγω της έλλειψης προετοιμασίας για σύγκρουση.
Τη νύχτα της 21ης προς την 22α Ιουνίου, ξεσπά η γερμανική εισβολή. Η πανωλεθρία που ακολούθησε είναι πασίγνωστη, με ιστορικά στοιχεία αδιάσειστα πλέον… Ευτυχώς, την ΕΣΣΔ διέσωσαν, κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού, οι εργατικές και λαϊκές μάζες της – παρότι ο «τυφλός τιμονιέρης» είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να την υποσκάψει. Άλλωστε, πριν επανακάμψει ως «στρατάρχης της νίκης», είναι γνωστό ότι είχε παραλύσει πλήρως. Για να μείνουμε μόνο στην πρώτη μέρα της εισβολής, στις 22 Ιουνίου:
Στο Κρεμλίνο, οι πολιτικοί και οι στρατιωτικοί που συνεδριάζουν προτείνουν στον Στάλιν να απευθυνθεί στο λαό από το ραδιόφωνο. «Δεν έχω τίποτα να πω» […] «να μιλήσει ο Μόλοτοφ!» […] Κανείς δεν σκέφτεται να οργανώσει λαϊκές πατριωτικές διαδηλώσεις.
Το 1947, όταν ο Στάλιν θα πάρει τα δοκίμια της εγκεκριμένης βιογραφίας του, θα διορθώσει με ιδιαίτερη φροντίδα το 11ο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στον πόλεμο. […] Με τελετουργικό τρόπο οι συγγραφείς παρουιάζουν την απαρχή του πολέμου ως «δόλια επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης». Ο Στάλιν θα διευκρινίσει: «Η Γερμανία παραβίασε χονδροειδώς το σύμφωνο μη επίθεσης» και θα χαρακτηρίσει την επίθεση «απρόσμενη». Κανείς δεν μπορούσε να την προβλέψει, η σοφία του αρχηγού παραμένει άθικτη…
Ο πόλεμος τον βυθίζει σε μια εντελώς νέα κατάσταση. […] Επί μήνες τα έχει χαμένα, έπεται των γεγονότων και αντισταθμίζει αυτό το διαρκές χάσμα με ξεσπάσματα οργισμένης λύσσας, με παράλογες αποφάσεις και με σκληρά μέτρα. (αποσπάσματα από το ίδιο βιβλίο του Ζαν Ζακ Μαρί, Στάλιν, κεφάλαιο 16: «Η πανωλεθρία»)
Οι έλληνες τροτσκιστές για το Σύμφωνο και τον πόλεμο: η επαναστατική μαρξιστική θέση
Γραμμένο από τον Παντελή Πουλιόπουλο στις φυλακές της μεταξικής δικτατορίας τον Ιούνιο του 1939 και συμπληρωμένο τον Δεκέμβριο του 1939 (μετά το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν), το ντοκουμέντο Ο Πόλεμος που έρχεται και τα Καθήκοντα των Κομμουνιστών στην Ελλάδα (Παντελής Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα, εκδ. Εργατική Πάλη) δίνει τη σωστή, επαναστατική μαρξιστική εκτίμηση για τις αποτυχημένες μανούβρες της σταλινικής διπλωματίας. Παραθέτουμε τα πιο καίρια σχετικά αποσπάσματα:
[…] Οπωσδήποτε ο Χίτλερ θα ήταν αδύνατο στις συγκεκριμένες συνθήκες του Σεπτέμβρη 1939 να τολμήσει μια πολεμική επιδρομή στην Πολωνία δίχως την προηγούμενη αυτή συνενόηση με τον Στάλιν […]
Για τον Στάλιν η στροφή είναι πρώτα μια επίσημη αυτοκαταδίκη του σε θάνατο. Με μια σειρά δικαστικές και αστυνομικές σκηνοθεσίες, που όμοιές τους δεν έχει γνωρίσει η παγκόσμια ιστορία, βασάνισε, θανάτωσε και εξόρισε ομαδικά την παλιά μπολσεβίκικη φρουρά και την ηγεσία του Κόκκινου Στρατού, με τη συκοφαντία ότι ήταν φίλοι του Χίτλερ. Τώρα επίσημα ο Κάιν υπογράφει τη φιλία με τον Χίτλερ. […]
Οι αιτίες της νέας σταλινικής στροφής 180 μοιρών βρίσκονται στην κατάρρευση όλων των διπλωματικών σχεδίων που στηριζότανε η υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης με την υπεράσπιση του καθεστώτος των Βερσαλλιών και τη συμμαχία με τους «δημοκράτες» ιμπεριαλιστές. Η κατάρρευση της πολιτικής εκείνης φανερώθηκε στην Ισπανία και την Τσεχοσλοβακία, όπου οι «σύμμαχοι» ιμπεριαλιστές δείξανε ότι ήταν στον «αντιφασισμό» πολύ λιγότερο πιστοί από όσο τους φανταζότανε και τους ήθελε ο Στάλιν. […] Η υπόκωφη αντίσταση των σοβιετικών εργαζομένων κατά ενδεχόμενης πολεμικής συμμαχίας με τους ιμπεριαλιστές της Δύσης, ο τρόμος της γραφειοκρατίας μπρος σε μια ενδεχόμενη εξόρμηση του γερμανικού ιμπεριαλισμού προς την Ανατολική Ευρώπη και αργότερα προς τη Νότια Ρωσία, η απόγνωση της σταλινικής γραφειοκρατίας από το αδιέξοδο της απομόνωσης όπου βρέθηκε μετά τις συμφωνίες του Μονάχου (που έγιναν από τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές ερήμην της Μόσχας), οδήγησε τη βοναπαρτιστική κλίκα του Κρεμλίνου στη νέα απελπισμένη ιδέα: ότι θα μπορούσανε ν’ αποφύγουν τους κινδύνους με μια συμφωνία με τον Χίτλερ, που θ’ άφηνε ελεύθερα τα χέρια στον γερμανικό ιμπεριαλισμό με τον όρο να μοιραστεί αυτός την Πολωνία με τη Σοβιετική Ένωση και ν’ αφήσει στην τελευταία ελευθερία δράσης για την καθυπόταξη όλης της Βαλτικής.
Η συμφωνία της Μόσχας […] είναι ωστόσο στη βάση της μια τυχοδιωκτική πράξη απόγνωσης του Κρεμλίνου, με την οποία αυτοί […] νομίζουνε ότι ασφαλίζουνε βάσεις άμυνας της ΕΣΣΔ, δηλαδή ότι ασφαλίζουνε τη δική τους πολιτική αυτοσυντήρηση, για την οποία και μόνον ενδιαφέρονται, εναντίον του κινδύνουν, που βλέπουνε να πλησιάζει, μιας κύκλωσης του εργατικού κράτους από τους ιμπεριαλιστές της Ευρώπης. Εννοείται ότι η νέα πολιτική ασφαλίζει τη Σοβιετική Ένωση τόσο λίγο όσο την ασφάλιζε η πολιτική του στάτους κβο των Βερσαλλιών. Ίσα ίσα η νέα πολιτική (σταλινο–χιτλερικό Σύμφωνο, Πολωνία, Φινλανδία), αποτελεί κυριολεκτικά μια παραφροσύνη, όπως τη χαρακτήρισε ο Τρότσκι, από την άποψη των συμφερόντων του εργατικού κράτους και της σωτηρίας των κατακτήσεων του Οκτώβρη. […] Η με μεθόδους διπλωματικού δόλου και στρατιωτικής βίας κατάκτηση της μισής Πολωνίας και καθυπόταξη άλλων μικρών χωρών, υποβοηθεί θαυμάσια το έργο της αντισοβιετικής προπαγάνδας σ’ όλα τα μεσαία στρώματα και στην εργατική τάξη. Ποτέ άλλοτε δεν λερώθηκε τόσο φοβερά η Οκτωβριανή Επανάσταση και το κράτος της όσο από τους τελευταίους «θριάμβους»της επαρχιώτικης διπλωματίας του Μόλοτοφ και τις εύκολες στρατιωτικές νίκες του Βοροσίλοφ πάνω στο πτώμα της Πολωνίας. […] Το κράτος του Οκτώβρη, που άλλοτε είχε την αίγλη του προστάτη των μικρών λαών κατά της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, τώρα πια παρουσιάζεται σαν απομιμητής των μεθόδων του Χίτλερ. […] Λογική συνέπεια της μεγαλύτερης απομόνωσης που φέρνει ο νέος προσανατολισμός, είναι και η ανάγκη να κάνουν στενότερες τις σχέσεις τους με το Ράιχ και τη χιτλερική του κυβέρνηση, δηλαδή να συνδεθούνε μ’ ένα πολιτικό σύστημα μισητό παντούκαι προπαντός καταδικασμένο σε βέβαιο θάνατο. Η χιτλερική Γερμανία είναι σήμερα ο μοναδικός «φίλος της ΕΣΣΔ» στον κόσμο […]
Δύσκολο είναι να προβλεφτεί ποιες συγκεκριμένες μορφές μπορεί να πάρει στο κοντινό μέλλον αυτή η στενότερη σχέση Στάλιν–Χίτλερ. […] Η σταλινοχιτλερική συμφωνία έγινε και στο γράμμα της και στο πνεύμα της πάνω στη βάση της «τήρησης της τάξεως και της ησυχίας» στην Ευρώπη και του «σεβασμού του κοινωνικού καθεστώτος» των χωρών τους. […] Δεν γνωρίζομε τις περιπέτειες του σοβιετο–φινλανδικού πολέμου ούτε τις διεθνείς απ’ αυτόν περιπλοκές. Είναι όμως γεγονός ότι οι νέοι τυχοδιωκτισμοί των εγκληματιών που κυβερνούνε στο Κρεμλίνο θα χειροτερέψουνε από κάθε άποψη τη διεθνή θέση της Σοβιετικής Ένωσης αντί να την καλυτερέψουνε. Τις εύκολες και πρόσκαιρες δάφνες των Βοροσίλοφ και Σία κινδυνεύει να τις πληρώσει αύριο το εργατικό κράτος με την ίδια του την ύπαρξη […].
Αυτά ήταν η γλώσσα της αλήθειας των τροτσκιστών και της 4ης Διεθνούς προς το ελληνικό και παγκόσμιο προλεταριάτο. Αυτά είναι τα γρανιτένια θεμέλια για την επαναστατική, διεθνιστική πάλη ενάντια στον πόλεμο και όχι τα χαλκεία των σύγχρονων απολογητών του σταλινισμού και των καταστροφικών συμφώνων του.
Στέφανος Ιωαννίδης
του Στέφανου Ιωαννίδη
Σεπτέμβριος 2016
–Στις 23 Αυγούστου 2016, ο υπογράφων ως «Γ.Γ.» ανήρτησε στην ιστοσελίδα vathikokkino.gr δύο παλαιότερα κείμενα με θέμα την υπογραφή του διαβόητου συμφώνου Ρίμπεντροπ–Μολότοφ μεταξύ ναζιστικής Γερμανίας και ΕΣΣΔ, τα οποία «σε γενικές γραμμές, εκφράζουν τον υπογράφοντα».
Ο Γ.Γ., αφού παρέθεσε απόσπασμα από το πρώτο μόνο άρθρο του συμφώνου (γιατί όχι και από τα υπόλοιπα;), περιορίστηκε στο να ξεκαθαρίσει
α) ότι δεν θα σταθεί «στο τι αναστάτωση προκάλεσε στο παγκόσμιο κομμουνιστικό και εργατικό κίνημα η υπογραφή αυτού του συμφώνου»
και
β) ότι το σύμφωνο ναζιστικής Γερμανίας–ΕΣΣΔ «αντιμετωπίζεται προβληματικά» όχι μόνο «από αντιδραστικές δυνάμεις, αλλά και από οργανώσεις –ειδικά τροτσκιστικές– της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς».
Ο Γ.Γ. δεν εξήγησε γιατί επέλεξε να μην «σταθεί» στο ζήτημα της «αναστάτωσης» που προκλήθηκε από το σύμφωνο. Μήπως γιατί αυτή δεν υπήρξε σημαντική; Ή μήπως γιατί το σύμφωνο… παρεξηγήθηκε από εκατομμύρια κομμουνιστές και αγωνιστές, που δεν κατανόησαν την μεγαλοφυή πολιτική του Στάλιν; Αποφυγή της αναφοράς της τότε κριτικής του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν ισοδυναμεί με αποφυγή του καίριου ερωτήματος, δηλαδή το τι σήμαινε η συμφωνία αυτή για το παγκόσμιο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα.
Επίσης, αντί ο Γ.Γ. να παραθέσει στοιχεία που να καταδεικνύουν την «προβληματική αντιμετώπιση» του συμφώνου ναζιστικής Γερμανίας–ΕΣΣΔ, ειδικά εκ μέρους των τροτσκιστών, παρέθεσε δύο κείμενα που υπογράφονται κατά σειρά από τους Νίκο Μπογιόπουλο και την εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ, που δεν φημίζονται βέβαια για τις τροτσκιστικές θέσεις τους. Φαίνεται ότι αποκλειστική πηγή πληροφοριών του Γ.Γ. για την «προβληματική αντιμετώπιση» του ζητήματος του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν από τους τροτσκιστές είναι σταλινικοί και απολογητές του σταλινισμού… Βρισκόμαστε ενώπιον αδιάσειστων στοιχείων! Η εξίσωση «αντιδραστικών δυνάμεων» και τροτσκιστικών οργανώσεων, με την οποία φαίνεται να φλετάρει ο Γ.Γ., είναι εντελώς αυθαίρετη και ανιστόρητη.
Βέβαια, τη δεκαετία του 1940, δεν χρειαζόταν κανείς να αιτιολογεί την πολιτική λάσπη που πετούσε, ειδικά αν αυτή είχε ως αποδέκτη «τροτσκιστικές οργανώσεις». Νομίζουμε όμως ότι το ημερολόγιό μας δείχνει 2016, έτος κατά το οποίο η προσκόμιση στοιχείων προς υποστήριξη μιας θέσης θεωρείται όχι μόνο καλοδεχούμενη αλλά αναγκαία. Καλό θα ήταν λοιπόν να αφήναμε πίσω εκείνες τις παλιές «καλές» εποχές.
Ν. Μπογιόπουλος: Αντιπαράθεση με την αστική τάξη… με τα εργαλεία παραποίησης της αστικής τάξης
Ο Ν. Μπογιόπουλος, στο κείμενό του, γραμμένο τον Αύγουστο του 2014, στιγμάτισε –σωστά– την εξίσωση κομμουνισμού και ναζισμού, που επιχειρείται εδώ και χρόνια από την Ε.Ε., η οποία καθιέρωσε ήδη από το 2008 ως σχετική «μέρα μνήμης» των θυμάτων των δύο «ολοκληρωτικών» καθεστώτων την 23η Αυγούστου, ημέρα υπογραφής του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν. Ο Ν. Μπογιόπουλος εξεγείρεται γιατί το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν παρουσιάζεται ως «ντοκουμέντο της “σύμπλευσης” κομμουνισμού–ναζισμού», προκειμένου «να φαίνεται πως πίσω από τις κομμουνιστικές ιδέες υπάρχει κάτι το εγκληματογόνο», με στόχο να καταστεί η «κομμουνιστική ιδεολογία και πράξη συνώνυμη του ναζισμού». Πράγματι, το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν ακριβώς έτσι χρησιμοποιείται από την αστική τάξη, από την ημέρα της υπογραφής του – και και, αν ο Στάλιν δεν το είχε υπολογίσει αυτό, αυτό ήταν πρόβλημα του ιδίου και είναι σημερινό πρόβλημα των σύγχρονων απολογητών του όπως ο Ν. Μπογιόπουλος.
Φυσικά και το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν αποτελεί «ντοκουμέντο σύμπλευσης» ΕΣΣΔ–Γερμανίας, ενώ υπήρξε και «εγκληματογόνο», και όχι μόνο από την άποψη των συμφερόντων της εργατικής τάξης και της προώθησης της παγκόσμιας επανάστασης. Επ’ αυτού καμία αμφιβολία δεν χωρά. Η λαθροχειρία και η παραποίηση της αστικής τάξης (και της Ε.Ε.) αφορά τη ταύτιση της σταλινικής γραφειοκρατίας με τον «κομμουνισμό» και κάθε πράξης της τελευταίας με τις «κομμουνιστικές ιδέες». Ο Ν. Μπογιόπουλος όχι μόνο δεν λέει τίποτε γι’ αυτό, αλλά υιοθετεί ακριβώς την ίδια λογική με αυτούς τους οποίους επικρίνει: Ο Στάλιν είναι ο παγκόσμιος κομμουνισμός και κάθε πράξη του είναι αποτέλεσμα των «κομμουνιστικών ιδεών» και της «κομμουνιστικής ιδεολογίας»! Επειδή τόσο η Ε.Ε. όσο και ο Ν. Μπογιόπουλος συμφωνούν πάνω σ’ αυτό, ο τελευταίος είναι υποχρεωμένος να κάνει το άσπρο–μαύρο, δηλαδή να επιχειρήσει να δείξει ότι δεν υπήρξε καμία «σύμπλευση» και τίποτε το «εγκληματογόνο» στο σύμφωνο Χίτλερ – Στάλιν. Δύσκολο εγχείρημα! Θα ήταν καλύτερα για τον Ν. Μπογιόπουλο να μας έλεγε ότι δεν υπεγράφη ποτέ το σύμφωνο και ότι αυτά είναι προπαγάνδα της αστικής τάξης. Όπως θα δούμε παρακάτω, ένα βήμα πριν απ’ αυτό το σημείο φτάνει το έτερο κείμενο με το οποίο «σε γενικές γραμμές συμφωνεί» ο Γ.Γ., αυτό της εφημερίδας ΚΟΝΤΡΑ.
Η «Παγκόσμια Ιστοριογραφία» του Ν. Μπογιόπουλου
Πώς επιχειρεί να φέρει εις πέρας ο Ν. Μπογιόπουλος το δύσκολο –ακατόρθωτο– εγχείρημά του; Με επίκληση στην «παγκόσμια ιστοριογραφία – την οποία φυσικά δεν έγραψαν Σοβιετικοί ή κομμουνιστές». Η «παγκόσμια ιστοριογραφία», σύμφωνα με τον Ν. Μπογιόπουλο, έχει αποφανθεί ότι το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν:
α) «έσωσε την Ευρώπη από τη χιτλερική χολέρα»,
β) προέκυψε μόνο μετά την άρνηση Αγγλίας–Γαλλίας για συνεργαστούν με την ΕΣΣΔ για την αντιμετώπιση της Γερμανίας και
γ) επέτρεψε στην ΕΣΣΔ να «αναδιοργανώσει τον Κόκκινο Στρατό και την οικονομία».
Η «παγκόσμια ιστοριογραφία» έχει επίσης αποφανθεί ότι ήταν «η συμφωνία του Μονάχου, ένα χρόνο πριν (30 Σεπτέμβρη 1938) […] με την οποία Αγγλία και Γαλλία άνοιξαν το δρόμο για τη ναζιστική επιδρομή στην Ευρώπη» και, συνεπώς, ότι «το Σύμφωνο “Μολότοφ–Ρίμπεντροπ” […] ήταν το μοναδικό μέσο άμυνας που είχε απομείνει στη Σοβιετική Ενωση δεδομένων των συνθηκών. Εξασφάλισε στη χώρα 21 πολύτιμους μήνες προετοιμασίας, που κατόπιν αποδείχτηκαν ανεκτίμητοι στην πολεμική της προεργασία ενόψει της αναπόφευκτης γερμανικής επίθεσης».
Ας αφήσουμε κατά μέρος το γεγονός ότι ούτε υπερήλικας ομότιμος καθηγητής του τμήματος Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας του Χάρβαρντ δεν θα τολμούσε, με τόση άνεση, να στηρίζει τις απόψεις του με κατηγορηματικές αναφορές στην «παγκόσμια ιστοριογραφία». Επειδή εμείς δεν διεκδικούμε δάφνες γνώσης της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας». Θα παραθέσουμε εδώ ορισμένες απόψεις ιστορικών, που –όπως απαιτεί ο Ν. Μπογιόπουλος– δεν υπήρξαν «Σοβιετικοί ή κομμουνιστές», εκτός ίσως από έναν, σχετικά με το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν:
Τον Αύγουστο του 1939, ο Στάλιν και οι συνεργάτες του, έχοντας αποτύχει να πείσουν τη Βρετανία και τη Γαλλία να συμμαχήσουν με τη Σοβιετική Ένωση με τους σοβιετικούς όρους, υπέγραψαν μια δική τους συμφωνία με τη ναζιστική κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα ήταν να δώσουν στον Χίτλερ το πράσινο φως για μια επίθεση στην Πολωνία. Οι δύο δικτάτορες έμειναν σύμφωνοι να μοιράσουν την Πολωνία μεταξύ τους. (E. Burns, Ευρωπαϊκή Ιστορία. Εισαγωγή στην Ιστορία και τον Πολιτισμό της Νεότερης Ευρώπης, μτφ. Τ. Δαρβέρης, Θεσσαλονίκη χ.χ., τόμ 2, σ. 368).
Ύστερα από όλη την προπαγάνδα που είχαν κάνει η μεν εναντίον της μπολσεβικικής–σλαβικής βαρβαρότητας και η δε εναντίον της φασιστικής–καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, Γερμανία και Ρωσία συνήψαν συμφωνία τον Αύγουστο που πρόβλεπε το μοίρασμα της Πολωνίας μεταξύ τους. Τα αυταρχικά κράτη διαθέτουν μεγάλη διπλωματική ευελιξία. Εξοπλισμένος με αυτή τη συμφωνία, ο Χίτλερ προχώρησε σε επίθεση κατά της Πολωνίας, αρχίζοντας έτσι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την 1η Σεπτεμβρίου 1939. (J. M. Roberts, Παγκόσμια Ιστορία, μτφ. Τ. Παπαϊωάννου, τόμ. 2, Αθήνα 2002, σ. 511).
Ο Στάλιν αποφάσισε ότι οι επιδιώξεις του μπορούσαν να εξυπηρετηθούν καλύτερα με την άμεση συμφωνία με τον Χίτλερ. Ορισμένοι [ιστορικοί] υποστήριξαν ότι η σκέψη αυτή ήταν στο μυαλό του Στάλιν τουλάχιστον από το Μόναχο και διέβλεπαν τις ενδείξεις της στο γεγονός ότι ο Στάλιν συμφώνησε να αποσύρει τις Διεθνείς Ταξιαρχίες από την Ισπανία και να μειώσει τη βοήθεια προς τη δημοκρατική κυβέρνηση, που τελικά ηττήθηκε ολοσχερώς από τον Φράνκο τον Μάρτιο του 1939. […] Η αντικατάσταση πάλι του υπουργού Εξωτερικών Λιτβίνοφ από τον Μολότοφ στις αρχές του Μαΐου φάνηκε να συμβολίζει τη διακοπή της πολιτικής της συλλογικής ασφάλειας και της συνεργασίας με τη δύση, με την οποία ο πρώτος είχε συνδεθεί ανοικτά. […] Από τα μέσα του Αυγούστου οι Ρώσοι, που προφανώς είχαν πειστεί ότι οι διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία και τη Γαλλία δεν είχαν αποτέλεσμα, ήταν έτοιμοι να στραφούν προς τη Γερμανία. […] Υπογράφηκε το γερμανο–σοβιετικό σύμφωνο μη επίθεσης με ένα μυστικό πρωτόκολλο, με το οποίο ορίζονταν σφαίρες επιρροής στην ανατολική Ευρώπη. (J. Joll, Η Ευρώπη, 1870–1970, Θεσσαλονίκη 2006, σ. 507).
Στις περισσότερες αφηγήσεις, το γερμανο–σοβιετικό Σύμφωνο ήταν η μεγάλη προδοσία του Λαϊκού Μετώπου, αποκαλύπτοντας τη σοβιετική υποκρισία με παράλληλη άρνηση του αντιφασισμού. Αλλά για τους Κομμουνιστές ήταν λιγότερο αποκαλυπτικό. Το Λαϊκό Μέτωπο ήταν ήδη νεκρό, στραγγαλισμένο από τα σοσιαλιστικά κόμματα της Βόρειας Ευρώπης και τη βρετανική κυβέρνηση, θαμμένο από τη θυσία της Τσεχοσλοβακίας. […] Σύμφωνα με τους κομμουνιστικούς υπολογισμούς, η μεγάλη προδοσία είχε ήδη λάβει χώρα όταν οι βρετανικές και γαλλικές κυβερνήσεις […] αγνόησαν την Ισπανική Δημοκρατία, διέλυσαν την τσεχοσλοβάκικη δημοκρατία και απέρριψαν τις σοβιετικές προσφορές για αντι–χιτλερική συνεργασία. […] Η σοβιετική συμφωνία με τον Χίτλερ φαινόταν μια λογική προσπάθεια να κερδίσουν χρόνο, να κρατηθεί σε απόσταση η ναζιστική επιθετικότητα, με παράλληλη απόρριψη της κούφιας διπλωματίας με τη Δύση. Αν κάποιοι “αφοσιωμένοι σύντροφοι αφήνονταν δίχως πυξίδα”, οι περισσότεροι ήταν ασφαλείς στα αντιφασιστικά τους διαπιστευτήρια και θα μπορούσαν να συλλάβουν μια πραγματιστική εξήγηση για το Σύμφωνο. […] Το γερμανο–σοβιετικό σύμφωνο ήταν οπωσδήποτε δύσκολο να το καταπιεί κανείς. […] Έπειτα από μια σύντομη ανάπαυλα, η Μόσχα επέβαλλε ενιαία στάση: Το σύμφωνο μη επίθεσης απαιτούσε αντιπολεμική αγκιτάτσια – οι επιθέσεις στη ναζιστική Γερμανία θα έπρεπε να σταματήσουν. […] Η κομμουνιστική γραμμή δημιουργούσε σύγχυση [στα ΚΚ] και ήγειρε ηθικής τάξης υποψίες». (G. Eley,Forging Democracy. The History of the Left in Europe, 1850–2000, Οξφόρδη 2002, σ. 279–280).
Πράγματι, ο φόβος μήπως και τελικά έμενε μόνος του να αντιμετωπίσει τον Χίτλερ, οδήγησε τον Στάλιν, ο οποίος από το 1934 και μετά υπήρξε αταλάντευτα υποστηρικτής της συμμαχίας με τη Δύση εναντίον του Χίτλερ, να συνάψει τον Αύγουστο του 1939 το Σύμφωνο Μολότοφ–Ρίμπεντροπ. Ήλπιζε με αυτό να κρατήσει την ΕΣΣΔ έξω από τον πόλεμο, ενώ η Γερμανία και οι δυτικές δυνάμεις θα εξασθενούσαν προς όφελος του δικού του κράτους, το οποίο, σύμφωνα με τις μυστικές ρήτρες του συμφώνου, αποκτούσε μεγάλο μέρος των δυτικών εδαφών που η Ρωσία είχε χάσει μετά την επανάσταση. Ο υπολογισμός του αποδείχθηκε εσφαλμένος αλλά, όπως και η αποτυχημένη προσπάθεια να δημιουργήσει κοινό μέτωπο εναντίον του Χίτλερ, έδειξε τις διαιρέσεις που υπήρχαν μεταξύ κρατών, πράγμα που επέτρεψε την εκπληκτική και ουσιαστικά άνευ αντίσταση άνοδο της Ναζιστικής Γερμανίας μεταξύ 1933 και 1939.
[…] Καθώς οι Γερμανοί ταχύτατα και βάναυσα κατέστρεψαν την Πολωνία και διαμοίρασαν τα υπολείμματά της με τον Στάλιν, ο οποίος αποτραβήχτηκε σε μια καταδικασμένη εκ των πραγμάτων ουδετερότητα, ένας «ψευτοπόλεμος» πήρε τη θέση μιας μη εύλογης ειρήνης στη Δύση. (E. Hobsbawm, Η Εποχή των Άκρων. Ο Σύντομος Εικοστός Αιώνας 1914–1991, μτφ. Β. Καπετανγιάννης, Αθήνα 2004, 197, 202).
Συμπέρασμα: Η «παγκόσμια ιστοριογραφία», και αυτό με πολλές επιφυλάξεις, στην καλύτερη περίπτωση επιβεβαιώνει μόνο τη β) θέση του Ν. Μπογιόπουλου, δηλαδή το ότι ο Στάλιν στράφηκε στον Χίτλερ αφού απέτυχε η συνεννόησή του με τους υπόλοιπους ιμπεριαλιστές. Σπουδαία ανακάλυψη, πρόκειται σίγουρα για την καρδιά του ζητήματος! Κατά τα άλλα, τα περί διάσωσης της Ευρώπης από τη χιτλερική χολέρα, αναδιοργάνωσης του Κόκκινου Στρατού και της οικονομίας, «μοναδικού μέσου άμυνας που είχε απομείνει στην ΕΣΣΔ» κ.λπ. είναι απόψεις του Ν. Μπογιόπουλου και όχι της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας».
Παρόλα αυτά, ο Ν. Μπογιόπουλος επιμένει ότι ο «κάθε αντικειμενικός και αμερόληπτος ιστορικός έχει αναγνωρίσει ότι εκείνο το σύμφωνο αποδείχτηκε μια ευφυής κίνηση της ΕΣΣΔ, που της έδωσε το χρόνο να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει και, τελικά, να συντρίψει το ναζισμό». Η επιμονή του αυτή δείχνει ότι τα τεχνάσματα εντυπωσιασμού περί «μη Σοβιετικών και κομμουνιστών» ιστορικών μάλλον συγκαλύπτουν το ακριβώς αντίθετο: Κάποιοι συνεχίζουν, εν έτει 2016, να αντλούν πληροφορίες για την «παγκόσμια ιστοριογραφία» αποκλειστικά από την… Ακαδημία Επιστημών ΕΣΣΔ.
Ας ξεκαθαρίσουμε εδώ ότι οι απόψεις των ιστορικών που αναφέρθηκαν παραπάνω δεν μας «εκφράζουν σε μεγάλο βαθμό», απλώς εξυπηρετούν την ορθή τοποθέτηση του ζητήματος περί της άποψης ή απόφανσης της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας». Γενικά, δίνουμε στους ακαδημαϊκούς ιστορικούς πολύ λιγότερη αξία απ’ όση φαίνεται να τους αποδίδει ο Ν. Μπογιόπουλος, αν και περιέργως δεν φαίνεται να τους πολυδιαβάζει. Δεν πιστεύουμε καθόλου στην υποτιθέμενη «αντικειμενικότητα» και «αμεροληψία» της ιστορίας, όχι γιατί αυτή δεν μπορεί υπό όρους να υπάρξει (καλύτερα ίσως να μιλάμε για «επιστημονικότητα»), αλλά γιατί η ικανότητα του ιστορικού να καταπιαστεί με πολιτικά ζητήματα εξαρτάται από τη γνώση του αντικειμένου, στην προκειμένη περίπτωση της πολιτικής.
Πιο συγκεκριμένα: Κανένας ιστορικός που δεν γνωρίζει σε τι συνίσταται μια επαναστατική πολιτική σε μια περίοδο πολέμου, καθώς και πώς η πρώτη διακρίνεται από μια αντεπαναστατική πολιτική, δεν θα είναι ποτέ σε θέση να αποτιμήσει το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν, όσο καλός ιστορικός κι αν είναι. Γι’ αυτό και ο Τρότσκι, στόχος του οποίου παρέμενε –σε αντίθεση με τον Στάλιν– η παγκόσμια επανάσταση, είναι καλύτερη πηγή από πολλούς ακαδημαϊκούς (και φυσικά σταλινικούς) όσον αφορά την παγκόσμια πολιτική έως το 1940 (όταν και δολοφονήθηκε από πράκτορα του Στάλιν).
Ο Ν. Μπογιόπουλος κλείνει το κείμενό του με μια υπόμνηση: «Η Ιστορία είναι η πολιτική του παρελθόντος» και «η σημερινή πολιτική δεν είναι τίποτα λιγότερο από την Ιστορία του μέλλοντος». Ο Ν. Μπογιόπουλος προφανώς εγκρίνει τα αποτελέσματα της σταλινικής «πολιτικής του παρελθόντος». Κι όμως, σοσιαλισμός σήμερα δεν υπάρχει πουθενά στον πλανήτη. Φασισμός και ναζισμός υπάρχουν, και γι’ αυτό εξάλλου έγραψε το άρθρο του. Δεν πειράζει! Η «παγκόσμια ιστοριογραφία» του Ν. Μπογιόπουλου έχει αποφανθεί: Η «πολιτική του παρελθόντος» ήταν σωστή! Γι’ αυτό πρέπει και η «σημερινή πολιτική» να είναι η «πολιτική του παρελθόντος» ώστε… το μέλλον να είναι ίδιο με το παρελθόν!
ΚΟΝΤΡΑ: «Όχι» στην ιστορία που βολεύει την αστική τάξη, «ναι» στην ιστορία που βολεύει εμάς!
Σε αντίθεση με τον Ν. Μπογιόπουλο, ο οποίος δεν ανησυχεί για την κατάσταση της παγκόσμιας ιστοριογραφίας, η εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ (Σεπτέμβριος 2009) βλέπει την τελευταία να απειλείται από «αναθεωρητές ιστορικούς» (ποιους;), οι οποίοι ξαναγράφουν την ιστορία «έτσι όπως βολεύει την αστική τάξη» (προηγουμένως, φαίνεται, η ιστορία γραφόταν… κατά πώς βόλευε την εργατική τάξη). Οι αναθεωρητές αυτοί ματαιοπονούν, όμως, καθώς η ιστορία «έχει χαραχτεί ανεξίτηλα στη συνείδηση των λαών και μεταφέρεται από γενιά σε γενία». Παρ’ όλα αυτά, οι… αόρατοι ιστορικοί επιχειρούν τις εξής αναθεωρήσεις:
α) Λένε ψέματα για την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπάρχει μια «επίσημη δυτική άποψη» για την έναρξη του πολέμου, σύμφωνα με την οποία ο Β΄ Παγκόσμιος ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1939. Η έγκυρη, προφανώς «ανατολική» άποψη είναι ότι ο Β΄ ΠΠ ξεκίνησε «ένα χρόνο πριν, με τη συμφωνία του Μονάχου και την κατάκτηση της Τσεχοσλοβακίας από τη Γερμανία». Η εφημερίδα ΚΟΝΤΡΑ, όπως και προηγούμενα ο Ν. Μπογιόπουλος, δεν φαίνεται να κατανοούν τη διαφορά μεταξύ της κατάκτησης μιας χώρας ή τμήματός της, και ενός παγκοσμίου πολέμου. Εκτός και αν η προσάρτηση της Κριμαίας από τον Πούτιν είναι η έναρξη του Γ΄ ΠΠ.
β) Επιχειρούν, μεταξύ άλλων, να σβήσουν «τις εικόνες από την παρέλαση της νίκης στην Κόκκινη Πλατεία της Μόσχας ή την εικόνα της κόκκινης σημαίας με το σφυροδρέπανο και το αστέρι να καρφώνεται στη σκεπή του Ράιχσταγκ». Πρώτος διδάξας ο Στάλιν, που στο σβήσιμο των εικόνων και στο photoshop του πρώτου μισού του 20ου αιώνα είχε αναδειχθεί πρωταθλητής, με τα πενιχρά μάλιστα μέσα της εποχής. Σε κάθε περίπτωση, η λαθροχειρία που επιχειρείται εδώ (παρόμοια είναι και η λογική του Ν. Μπογιόπουλου) είναι προφανής: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν κρίνεται με βάση μετέπειτα αποτελέσματα (ήττα ναζιστικού ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου), τα οποία δεν οφείλονται καθόλου στο ίδιο το σύμφωνο. Εκτός και αν το σχέδιο του Στάλιν ήταν να γιγαντωθεί πρώτα ο φασισμός προκειμένου στη συνέχεια να συντριβεί… πιο εύκολα. Κάτι δεν πάει καλά μ’ αυτή τη λογική.
γ) Κρύβουν «το αναμφισβητήτητο ιστορικό γεγονός, ότι ο ναζισμός δεν ήταν γέννημα ενός παράφρονα, αλλά πολιτική του κεφάλαιου». Κρίμα που το θέμα μας είναι το αν η πολιτική της ΕΣΣΔ ήταν επαναστατική ή αντεπαναστατική, κατά τα άλλα η πληροφορία είναι σωστή.
δ) Μιλούν για «δήθεν διαμελισμό της Πολωνίας». Σύμφωνα με τους ιστορικούς της ΚΟΝΤΡΑ, δεν υπήρξε κανένας διαμελισμός: 1) επειδή όταν εισέβαλλε η ΕΣΣΔ στην Πολωνία (διόρθωση: «πέρασε τα σοβιετοπολωνικά σύνορα») «η Πολωνία είχε ήδη συντριβεί» και επειδή 2) «ο Κόκκινος Στρατός μπήκε στα εδάφη που η σοβιετική εξουσία είχε αναγκαστεί να παραδώσει με τη συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ το 1918». Όσο για το πρώτο, δεν γνωρίζαμε ότι εξωτερικές επεμβάσεις μπορούν να δικαιολογηθούν από τη συντριβή της γείτονας χώρας. Όσο για το δεύτερο, πρόκειται για λάθος ιστορικό και γεωγραφικό.
Η ιστορική αλήθεια αποκαθίσταται με αυτά που λένε οι ίδιοι σταλινικοί ή και ο Τσόρτσιλ: Ότι η ΕΣΣΔ «αναγκάζεται να υπογράψει το σύμφωνο μη επίθεσης με τη Γερμανία, σε μια προσπάθεια να κερδίσει χρόνο για να οργανώσει την άμυνά της. Ηταν μια καθαρά αμυντική πράξη, η οποία επιβλήθηκε στην ΕΣΣΔ. Η μόνη επιλογή που της είχε απομείνει, όπως σημειώνει και ο Τσόρτσιλ». Ευτυχώς που η ΚΟΝΤΡΑ προτιμά να παραθέτει τον… αντιφασίστα σύμμαχο Τσόρτσιλ.
Επτά Γεγονότα για το Σύμφωνο Στάλιν–Χίτλερ
Γεγονός 1: Ο Β΄ Π.Π. ξεκίνησε με το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν. Ανεξάρτητα από τα βαθύτερα αίτια του πολέμου (οικονομική κρίση μεσοπολέμου, ιμπεριαλιστικές αντιθέσεις, επεκτατισμός Γερμανίας) απαράγραφτο γεγονός παραμένει ότι ο Χίτλερ εισέβαλε στην Πολωνία την ημέρα της επικύρωσης του συμφώνου από τη σοβιετική πλευρά. Καμία εξίσωση του συμφώνου αυτού με προηγούμενες συμφωνίες του Χίτλερ (Μόναχο) δεν μπορεί να το αλλάξει αυτό. Το να ισχυρίζεται κανείς οτιδήποτε άλλο είναι άγνοια ή παραποίηση των γεγονότων, είναι σφάλμα της ίδιας τάξης με το να ισχυρίζεται ότι στον Β΄ ΠΠ κέρδισε… ο Χίτλερ.
Γεγονός 2: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν ήταν ένα πολεμικό σύμφωνο. Το γεγονός ότι ήταν ένα σύμφωνο μη επίθεσης και όχι ένα σύμφωνο ενεργούς πολεμικής υποστήριξης δεν αναιρεί καθόλου το ότι σκοπός του ήταν (όπως και έγινε) η διεξαγωγή πολέμου από την πλευρά της Γερμανίας. Στη συγκεκριμένη φάση, «μη επίθεση» μεταξύ Γερμανίας–ΕΣΣΔ σήμαινε… φουλ επίθεση της Γερμανίας σε άλλες χώρες. Ήταν ένα σύμφωνο που αξιοποιήθηκε για την εξαπόλυση άγριου ιμπεριαλιστικού πολέμου, και καμία πλαστογραφία δεν μπορεί να αλλάξει ούτε και αυτό το απλό γεγονός. Και μια «λεπτομέρεια» που ξεχνούν οι σταλινικοί: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν δεν προέβλεπε μόνο μη–επίθεση μεταξύ ΕΣΣΔ και Γερμανίας. Προέβλεπε επίσης ότι κανένα από τα συμβαλλόμενα μέρη δεν θα βοηθούσε τρίτη χώρα που τυχόν θα επιτίθενταν σε κάποιο από αυτά. Δηλαδή η ΕΣΣΔ υπέγραφε ότι δεν θα υποστήριζε π.χ. την Αγγλία, αν αυτή κήρυσσε τον πόλεμο στον Χίτλερ. Κατά τα άλλα, στόχος του Στάλιν ήταν η συντριβή του φασισμού!
Γεγονός 3: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν συνοδεύτηκε και από την υπογραφή οικονομικού συμφώνου Γερμανίας–ΕΣΣΔ. Οι σύγχρονοι απολογητές του σταλινισμού το «ξεχνούν» αυτό, οπότε εμείς ας τους το υπενθυμίσουμε. Για τη γερμανική πλευρά, η οικονομική συμφωνία με την ΕΣΣΔ ήταν, ή τουλάχιστον θεωρούνταν, απαραίτητος όρος για τη διεξαγωγή πολέμου (ο βασικός λόγος της ήττας της Γερμανίας στον Α΄ ΠΠ ήταν η μη πρόσβαση στις πρώτες ύλες της Ρωσίας, κάτι το οποίο οι γερμανοί ιμπεριαλιστές είχαν νιώσει στο πετσί τους). Επί τη ευκαιρία, ας υπενθυμίσουμε στους απολογητές μας ότι η ιταλική επίθεση στην Αιθιοπία είχε γίνει με ρώσικο πετρέλαιο –ή μήπως ξύνουμε πληγές; Αν δεν αρκούν αυτά, ας μας εξηγήσουν ποιο το νόημα της σπουδής που επέδειξε η ΕΣΣΔ για να γειτνιάσει με τη Γερμανία (μοίρασμα Πολωνίας) αν όχι και η διευκόλυνση των εμπορικών σχέσεων; Μήπως η περαιτέρω… αποτροπή του πολέμου; Ποια άλλα στοιχεία χρειάζονται για να αποδειχθεί ότι ο φόβος του Στάλιν –υπαρκτός και βάσιμος– απέναντι στο ενδεχόμενο γερμανικής επίθεσης μεταφράστηκε σε μια προσπάθεια προσεταιρισμού της Γερμανίας και υποστήριξης των ενεργειών της ενάντια στην υπόλοιπη Ευρώπη; Ποια άλλα τεκμήρια απαιτούνται για να «χωνευτεί» από τους απολογητές μας το απλό γεγονός ότι το οικονομικό σκέλος του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν (όπως και το πολιτικο–στρατιωτικό) έδωσε το πράσινο φως για την εξαπόλυση του πολέμου; Κατά τα άλλα, ο σκοπός του Στάλιν ήταν… η ανατροπή του Χίτλερ και η παγκόσμια επανάσταση!
Γεγονός 4: Ο Στάλιν προχώρησε στη συμφωνία με τον Χίτλερ για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του ιδίου και της γραφειοκρατίας του Κρεμλίνου. Αυτό δεν είναι διαφορετικό από το να ισχυρίζεται κανείς ότι ο Χίτλερ υπέγραψε το σύμφωνο με τον Στάλιν για να υπερασπίσει τα συμφέροντα του ιδίου και της γερμανικής αστικής τάξης (κάτι το οποίο πιθανολογούμε ότι οι απολογητές μας θα δέχονταν) ή ότι η συμφωνία του Μονάχου υπεγράφη για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα των (ιμπεριαλιστικών) μερών που την υπέγραψαν (κάτι που επίσης φανταζόμαστε ότι θα δέχονταν). Μήπως υπογράφονται συμφωνίες μεταξύ κρατών για άλλους λόγους; Κι όμως, αυτή η απλή λογική δεν κάθεται καλά στους σύγχρονους απολογητές του σταλινισμού. Η προσπάθεια διαφόρων να θολώσουν τα νερά με ανούσιες και κοινότοπες αναφορές σε «γεωστρατηγικούς λόγους» (για τη γερμανική πλευρά, ποιοι ήταν οι αντίστοιχοι «γεωστρατηγικοί λόγοι»; μήπως ο πόλεμος;), προσπάθεια για κέρδισμα χρόνου κ.λπ. –πολύ περισσότερο η επίκληση της… ευφυίας του Στάλιν μόνο γέλια προκαλούν. Πράγματι, πρέπει να είναι κανείς χαζός για να μην υπογράψει μια συμφωνία η οποία θεωρεί ότι εξυπηρετεί τα συμφέροντά του. Αυτό φυσικά δεν τον κάνει καθόλου ευφυή.
Γεγονός 5: Το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν δεν είχε καμία σχέση με την πολιτική του Λένιν. Το πρόγραμμα του Λένιν ήταν η ανατροπή του παγκόσμιου στάτους κβο και η νίκη του παγκόσμιου σοσιαλισμού. Φυσικά, η υπεράσπιση του εργατικού κράτους της ΕΣΣΔ, απαραίτητος όρος για την επέκταση της παγκόσμιας επανάστασης, θα μπορούσε κατά περίπτωση να προϋποθέτει εκμετάλλευση των ενδοιμπεριαλιστικών αντιθέσεων, και θεωρητικά θα μπορούσε να περιλαμβάνει –γιατί όχι, άλλωστε;– και την υπογραφή συμφωνιών με ιμπεριαλιστικές χώρες. Οι συμφωνίες αυτές όμως θα έπρεπε να εξυπηρετούν το στόχο της επέκτασης της παγκόσμιας επανάστασης και θα έπρεπε να κρίνονται με βάση αυτό. Το σύμφωνο Μπρεστ–Λιτόφσκ είχε αυτόν τον χαρακτήρα, γιατί η ύπαρξη της ΕΣΣΔ εκείνη την περίοδο (και η γερμανική επανάσταση, την οποία οι μπολσεβίκοι υποστήριζαν και ανέμεναν) σήμαινε ανατροπή του στάτους κβο. Πράγματι, ανεξάρτητα από την τελική της τραγική κατάληξη, το ξέσπασμα της γερμανικής επανάστασης ευνοήθηκε από το σύμφωνο Μπρεστ–Λιτόφσκ, το οποίο αποκάλυπτε στις γερμανικές μάζες το άθλιο ιμπεριαλιστικό ποιον της παραπαίουσας αστικής ηγεσίας τους.
Πώς είναι δυνατόν να συγκρίνει κανείς αυτήν την πολιτική με αυτή της σταλινικής γραφειοκρατίας, που στόχευε όχι στην ανατροπή, αλλά απεναντίας στη διατήρηση του στάτους κβο, πολιτική που αποτέλεσε τη βάση για όλες τις συμφωνίες (ή αποτυχημένες απόπειρες συμφωνιών) του Στάλιν; Ποια ακριβώς επανάσταση στο εξωτερικό αναμενόταν να υποβοηθήσει το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν; Την… πολωνική, τη δανέζικη, τη νορβηγική, την ολλανδική, τη βέλγικη, τη λουξεμβουργιανή ή τη γαλλική (χώρες που κατά σειρά κατακτήθηκαν από τον Χίτλερ εντός ενός έτους από την υπογραφή του συμφώνου – κατά τα άλλα, ο Β΄ Π.Π. είχε ξεκινήσει… νωρίτερα); Από την πλευρά της ΕΣΣΔ, το σύμφωνο σήμαινε ένα μόνο πράγμα: Ζήσε (έστω λίγο ακόμη!) και άσε τους άλλους να πεθάνουν… Το να βλέπει κανείς συνέχειες μεταξύ της μιας και της άλλης πολιτικής είναι σαν να βλέπει συνέχειες μεταξύ της τσαρικής εξωτερικής πολιτικής και αυτής των μπολσεβίκων, επειδή τόσο ο Νικόλαος όσο και ο Λένιν… κοιτούσαν έξω από τα σύνορα της Ρωσίας. Οι αστοί και όσοι συκοφαντούν τον μπολσεβικισμό αυτές τις συνέχειες προσποιούνται ότι βλέπουν. Αλλά αυτοί ξέρουμε τουλάχιστον με ποιο σκοπό το κάνουν – την κατασυκοφάντηση του μπολσεβικισμού και του μαρξισμού. Μακάρι να ήταν τόσο σαφή τα κίνητρα των απολογητών μας!
Γεγονός 6: Έπειτα από την υπογραφή του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν, η ΕΣΣΔ παρέδωσε εκατοντάδες γερμανούς κομμουνιστές στον Χίτλερ. Πάρα πολλά μέλη του ΚΚ Γερμανίας είχαν βρει –νόμιζαν– καταφύγιο στην ΕΣΣΔ μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία. Πολλοί είχαν συλληφθεί, βασανιστεί, εξοριστεί και εκτελεστεί στα πλαίσια των διαβόητων «Δικών της Μόσχας». Μετά την υπογραφή του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν και τη γειτνίαση των δύο χωρών (από τις 17 Σεπτέμβρίου 1939, όταν η ΕΣΣΔ εισέβαλε στην Πολωνία) εκατοντάδες γερμανοί πολιτικοί εμιγκρέδες παραδόθηκαν στον Χίτλερ ως ένδειξη καλής θέλησης. Ανάμεσά τους βρίσκονταν και πολλοί Εβραίοι, γεγονός που δεν προβλημάτιζε τους σταλινικούς. Φυσικά οι περισσότεροι απ’ αυτούς τους γερμανούς κομμουνιστές εκτελέστηκαν ή πέθαναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ευτυχώς ορισμένοι κατόρθωσαν να δραπετεύσουν/επιβιώσουν και συνέγραψαν ντοκουμέντα με τη μορφή απομνημονευμάτων – μήπως κι αυτά είναι αστική προπαγάνδα;
Γεγονός 7: Η ΕΣΣΔ δεν είχε κανένα μακροπρόθεσμο όφελος από το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν. Τα περί «πολύτιμου χρόνου», «ανασυγκρότησης» (!) του Κόκκινου Στρατού και τα παρόμοια μόνο ανιστόρητους και πολιτικά ανίδεους μπορούν να πείθουν. Ίσως οι απολογητές μας, παρότι γνώστες της «παγκόσμιας ιστοριογραφίας» να μην γνωρίζουν ότι ήταν ο Στάλιν που τη δεκαετία του 1930, ειδικά μετά την άνοδο του Χίτλερ στην εξουσία και τις παραμονές του πολέμου (1936–1938), αποδεκάτισε τον Κόκκινο Στρατό, φέρνοντάς τον στα όρια της απόλυτης διάλυσης (διαφορετικά, εξάλλου, ο τελευταίος δεν θα χρειαζόταν και «ανασυγκρότηση»). Ας τους υπενθυμίσουμε ότι στα θύματα των διαβόητων «Δικών της Μόσχας» και των γενικότερων εκκαθαρίσεων της περιόδου συμπεριλήφθηκε όλη πρακτικά η ηγεσία του Κόκκινου Στρατού. Από τους πρώτους πέντε «στρατηγούς» του Κόκκινου Στρατού (Τουχατσέφσκι, Μπλιούκερ, Γιεγκόροφ, Βοροσίλοφ, Μπουντιόνι) μόνο οι δύο τελευταίοι διατηρήθηκαν στις θέσεις τους. Στις αμέσως κατώτερες βαθμίδες αξιωματικών οι εκκαθαρίσεις ήταν της τάξης του 80%–100%. Όλα αυτά στα πλαίσια της γενικότερης εκκαθάρισης όλων των μπολσεβίκων που συμμετείχαν στη Ρώσικη Επανάσταση του 1917 (600.000 – 1.000.000 άτομα). Αλλά φαίνεται ότι όλοι αυτοί δεν ήταν αρκετά… ευφυείς για να συλλάβουν την μετέπειτα εξωτερική πολιτική του Στάλιν και υπήρχε κίνδυνος να μην κατανοήσουν ότι αποτελούσε συνέχεια της πολιτικής του Λένιν…
Κατά τα άλλα, τα πρόσκαιρα, πραγματικά οφέλη της ΕΣΣΔ (αποφυγή άμεσης εμπλοκής στον πόλεμο, απομόνωση Ιαπωνίας, ελάφρυνση της πίεσης στα ανατολικά σύνορα), όπως είναι γνωστό, κράτησαν λιγότερο από δύο χρόνια, όταν η ΕΣΣΔ αντιμετώπισε (παντελώς απροετοίμαστη) την επιχείρηση Μπαρμπαρόσα – και ευτυχώς διασώθηκε από την ηρωική πάλη των εργατικών μαζών, που υπεράσπιζαν τις κατακτήσεις της ΕΣΣΔ και της Οκτωβριανής Επανάστασης, όχι την σωστή πολιτική του ηγέτη τους. Από την άλλη, η τεράστια ηθική και ιδεολογική ζημιά, η υποχώρηση και ο αποπροσανατολισμός εκατομμυρίων μελών των ΚΚ ανά τον κόσμο, που με έκπληξη και τρόμο άκουγαν τα νέα της υπογραφής του συμφώνου κάτω από τα χαιρέκακα γέλια της αστικής τάξης, σημάδεψαν τον σοσιαλισμό και την Κομμουνιστική Διεθνή για πάντα, εξισώνοντάς την ιδεολογία μας με τον πολιτικό κυνισμό και την εγωκεντρική προδοσία. Φυσικά τα αποτελέσματα εντός των ΚΚ θα ήταν ακόμη χειρότερα αν δεν είχε προηγηθεί τουλάχιστον μια δεκαετία μαζικών εκκαθαρίσεων των ΚΚ ανά τον κόσμο και «φυτέματος» ηγεσιών που είχαν σπουδάσει την… ευφυή πολιτική του Στάλιν. Ακόμη και έτσι, τι αποτέλεσμα δίνουν τα κέρδη και οι ζημιές όταν μπαίνουν στη ζυγαριά των απολογητών μας; Τι αποτέλεσμα έφερε η «πολιτική του παρελθόντος»;
Συνεχίζοντας με κάποια ιστορικά στοιχεία και αναφορές
Ο μύθος ότι με το Σύμφωνο η ΕΣΣΔ «κέρδισε χρόνο» ώστε να «προετοιμαστεί» για τη γερμανική εισβολή
Ο γνωστός ιστορικός Ζαν Ζακ Μαρί, βασισμένος σε πληθώρα στοιχείων, που πολλά ήρθαν στο φως μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ, συνέγραψε την μνημειώδη βιογραφία Στάλιν (κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις Οδυσσέας). Θεωρούμε χρήσιμο να παραθέσουμε αποσπάσματα από τα κεφάλαια 14 («Ο μπλοφατζής χαρτοπαίκτης») και 15 («Ο τυφλός τιμονιέρης»), που αναφέρονται στην υπογραφή του συμφώνου Χίτλερ–Στάλιν, στις μανούβρες και την στάση του Στάλιν και της σταλινικής γραφειοκρατίας πριν τη γερμανική εισβολή στην ΕΣΣΔ. Αν μη τι άλλο, για να συμπληρωθεί η εικόνα της αντεπαναστατικότητας, του κυνισμού αλλά και της τύφλωσης της σταλινικής πολιτικής, που οι σύγχρονοι απολογητές λιβανίζουν ως ευφυή!Προετοιμαζόμενος για την υπογραφή του Συμφώνου:
[…] στο 18ο συνέδριο του κόμματος, ο Στάλιν εγκαταλείπει δημόσια τον αγωνιστικό αντιφασισμό. Κάνει απλώς μια επιδέξια ασαφή αναφορά στον πόλεμο της Ισπανίας και στιγματίζει τη θέληση των δυτικών δημοκρατιών να προκαλέσουν τεχνητή σύγκρουση ανάμεσα στη Γερμανία και την ΕΣΣΔ. Καταγγέλει τις φήμες που διαδίδονται για τη θέληση της Γερμανίας να κατακτήσει την Ουκρανία και που έχουν ως μοναδικό στόχο να «εξάψουν την οργή της Σοβιετικής Ένωσης» εναντίον της Γερμανίας, να δηλητηριάσουν την ατμόσφαιρα και να προκαλέσουν σύγκρουση με τη Γερμανία χωρίς εμφανή λόγο». […]
Στις 27 Απριλίου, καλεί τον Λιτβίνοφ [σημ. συντ.: επίτροπος εξωτερικών, που λίγες μέρες πριν είχε προτείνει ένα σχέδιο συμφωνίας με τη Γαλλία και την Αγγλία, η οποία ουσιαστικά το απέρριψε] στο γραφείο του. Δίπλα του ο Μόλοτοφ ουρλιάζει και λούζει με βρισιές τον επίτροπο Εξωτερικών, ο οποίος σύντομα θα καθαιρεθεί από τα καθήκοντά του και θα αντικατασταθεί από τον ίδιο τον Μόλοτοφ. Πράγματι, ο Μόλοτοφ είναι καταλληλότερος από τον προκάτοχό του, εβραίο και οπαδό της συμμαχίας με τις δημοκρατίες, για να τείνει το χέρι στον Χίτλερ. Εξάλλου ο Στάλιν τον συμβουλεύει να «απαλλάξει το Επιτροπάτο του από τους εβραίους». Σαράντα χρόνια μετά, ο Μόλοτοφ θα αγάλλεται: «Ευτυχώς που μου το είπε! Γιατί οι εβραίοι αποτελούν την απόλυτη πλειοψηφία της διεύθυνσης και των πρεσβευτών. Αυτό είναι εμφανώς κακό. Λετονοί και εβραίοι. Ο καθένας έσερνε πίσω του ένα τσούρμο ολόκληρο». Ο Μπέρια θα φυλακίσει τα δύο τρίτα των συνεργατών του έκπτωτου επιτρόπου. […]
Φτάνοντας στις 23 Αυγούστου, όπου μετά από πολλές εκατέρωθεν διπλωματικές μανούβρες επίκειται η τελική υπογραφή του Συμφώνου:
[…] Οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν στο Κρεμλίνο στις 3:30 το απόγευμα στο γραφείο του Μόλοτοφ, ο οποίος έχει δίπλα του τον Στάλιν […] Ο Μόλοτοφ και ο Στάλιν δεν έχουν ενημερώσει κανένα μέλος του Πολιτικού Γραφείου. […]
Μετά την ολοκλήρωση της υπογραφής:
Ο Ρίμπεντροπ έχει προετοιμάσει μια πομπώδη ομιλία για «την ανακτηθείσα γερμανοσοβιετική φιλία», που προκαλεί το χαμόγελο και ένα σκωπτικό σχόλιο του Στάλιν: «Επί χρόνια, ρίχναμε ο ένας στον άλλο κάδους σκουπίδια… Πρέπει να προετοιμάσουμε προοδευτικά την κοινή γνώμη για τις αλλαγές που θα επιφέρει στις σχέσεις μας αυτή η συνθήκη».
Στη γιορτή, που συγκεντρώνει το βράδυ τους στιγμιαίους κομπάρσους, ο Στάλιν εμφανίζεται πολύ εγκάρδιος. Πίνει στην υγεία του Φίρερ: «Ξέρω την αγάπη που έχει το γερμανικό έθνος για τον Φίρερ του. Θα ήθελα λοιπόν να πιο στην υγειά του». Κάνει άλλη μια πρόποση για τον Χίμλερ που εξασφαλίζει την τάξη στη χώρα του.
[…] Ο ίδιος ο περίγυρος του Στάλιν δεν αντιλαμβάνεται αμέσως το μέγεθος της ανατροπής. Στις 27 Αυγούστου, σε γράμμα τους στον Στάλιν, ο Δημητρόφ και ο Μανουίλσκι [σημ. συντ.: επικεφαλής της σταλινοποιημένης Κομιντέρν] δηλώνουν βέβαια την υποστήριξη των κομμουνιστικών κομμάτων στο γερμανοσοβιετικό σύμφωνο «που ματαιώνει τα σχέδια πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ», αλλά προσθέτουν ότι το Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα πρέπει να εξακολουθήσει «να αντιστέκεται στην επίθεση της φασιστικής Γερμανίας» […] Ο Στάλιν δεν απαντά σ’ αυτό το γράμμα. […]
Αφού τη νύχτα της 1ης Σεπτεμβρίου 62 μεραρχίες του Χίτλερ εισβάλλουν στην Πολωνία, που κατανικούν με κάθε ευκολία, στις 8 Σεπτεμβρίου τα ναζιστικά στρατεύματα φτάνουν στις πύλες της Βαρσοβίας.
Από τις 5 Σεπτεμβρίου, ο γερμανός πρεσβευτής έχει κοινοποιήσει στον Στάλιν την επιθυμία που διατύπωσε ο Χίτλερ δύο μέρες νωρίτερα: να πάρει η ΕΣΣΔ το μερίδιό της από το πολωνικό γλυκό. Ο Στάλιν διστάζει. […] παρουσιάζει την εισβολή του ως επιχείρηση που στοχεύει να προστατεύσει του Ουκρανούς [σημ. συντ.: αυτούς που η ναζιστική Γερμανία ήταν… φήμες ότι θέλει να κατακτήσει!] και τους Λευκορώσους που κατοικούν σ’ αυτές τις περιοχές (ο Στάλιν ξεχνά τους εβραίους) εναντίον της γερμανικής προέλασης. Ο Χίτλερ δεν ικανοποιείται και προτείνει κοινό ανακοινωθέν, το οποίο αποδέχεται ο Στάλιν με μερικές τροπολογίες. Στις 11 Σεπτεμβρίου βγαίνει από τα τυπογραφεία της Μόσχας ένα έργο με τίτλο Ο ευρωπαϊκός χώρος και η φασιστική γεωπολιτική, που υπογράφεται από τρεις ιστορικούς. Αποσύρεται εσπευσμένα από τα βιβλιοπωλεία…
[…] Από τη φυλακή του στο Βερολίνο, ο Ερνστ Τέλμαν, ο παλιός πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας, γράφει στον Στάλιν: «Ορισμένοι σύντροφοι δεν κατανοούν πως μπορούν να συνενοούνται ο Χίτλερ και ο Στάλιν και μιλούν για προδοσία σχετικά με το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο». Στις 5 Σεπτεμβρίου, σε γράμμα του στον Ζντάνοφ, ο Δημητρόφ υπογραμμίζει τις «εξαιρετικές δυσκολίες» που συναντά η ηγεσία της Κομιντέρν στον καθορισμό των καθηκόντων και στην εφαρμογή της τακτικής των κομμουνιστικών κομμάτων στις νέες συνθήκες και απαιτεί επειγόντως συνάντηση με τον Στάλιν. Ο τελευταίος τον δέχεται στις 7 Σεπτεμβρίου και διαλύει κάθε διφορούμενο. […] Επαναλαμβάνοντας την ανάλυση που οι γερμανοί κομμουνιστές είχαν εκφράσει με το σύνθημα «Μετά τον Χίτλερ, θα είναι η σειρά μας», προσθέτει: «Χωρίς να το κατανοεί και χωρίς να το θέλει,ο Χίτλερ κλονίζει, υπονομεύει το καπιταλιστικό σύστημα». […] Ο αντιφασισμός, που είχε αξία σε εποχή ειρήνης, είναι ξεπερασμένος σε εποχή πολέμου και επομένως πρέπει να εγκαταληφθεί το σύνθημα του λαϊκού μετώπου: «Η διαίρεση των καπιταλιστικών χωρών σε φασιστικές και σε δημοκρατικές έχασε την προηγούμενη σημασία της». […] Η Πολωνία; Πρόκειται για φασιστική χώρα. Η εξαφάνισή της θα σημαίνει ένα φασιστικό κράτος λιγότερο.
[…] Η ηγεσία της Κομιντέρν δυσκολεύεται να εφαρμόσει αυτή την πολιτική. […] Το Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας, του οποίου η ηγεσία είναι στη Μόσχα, δεν καλοδέχεται στην στροφή. Στις αρχές Σεπτεμβρίου, Ο Βίλχελμ Πικ, μέλος του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος Γερμανίας και της Γραμματείας της Κομιντέρν, υποβάλλει στον Μανουίλσκι ένα σχέδιο προκήρυξης που πρόκειται να μοιραστεί στη Γερμανία, στην Τσεχοσλοβακία και την Αυστρία […] Αυτή η προκήρυξη μέμφεται τους αγγλογάλλους ιμπεριαλιστές, αλλά καταγγέλει εξίσου «το γερμανικό μεγάλο χρηματιστικό κεφάλαιο», καλεί τους γερμανούς εργαζόμενους και στρατιώτες να πολλαπλασιάσουν τις διεκδικήσεις για να «ανατρέψουν τον χιτλερικό φασισμό». Τους παροτρύνει να «απελευθερώσουν τη Γερμανία από τον χιτλερικό φασισμό και από την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου με τη σοσιαλιστική επανάσταση» […] Ακόμη και ο ευπηθής Βίλχελμ Πικ δεν κατάλαβε τίποτα. Η Γραμματεία της Κομιντέρν ξαναδουλεύει το κείμενο, σβήνει τις λέξεις «φασισμός» και «χιτλερισμός» και αφήνει μόνο την καταγγελία του «γερμανικού μεγάλου κεφαλαίου». Και αυτό ακόμα πάει πολύ […] η Γραμματεία, την οποία επιπλήττει σφοδρά ο Στάλιν, που παρατηρεί με πολύ προσεκτικό μάτι αυτό το μαγείρεμα, θα απαγορεύσει στα κομμουνιστικά κόμματα των τριών χωρών να μοιράσουν αυτό το γεμάτο στρογγυλεμένες διατυπώσεις κείμενο, το οποίο και παραπέμπεται στα αρχεία. Τα κομμουνιστικά κόμματα δεν θα μοιράσουν προκηρύξεις εναντίον του «γερμανικού ιμπεριαλισμού». Ο Στάλιν επαγρυπνεί.
Στις 27 Σεπτεμβρίου, αφού τα γερμανικά και σοβιετικά στρατεύματα βρίσκονται στη συμφωνημένη γραμμή της κατειλημμένης και διαμελισμένης Πολωνίας, γίνονται διαπραγματεύσεις.
Ο Ρίμπεντροπ τείνει στον Στάλιν έναν χάρτη της Πολωνίας που περιέχει διορθώσεις του μοιράσματος των εδαφών. Ο Στάλιν τον υπογράφει με μπλε μολύβι, ο Ρίμπεντροπ με κόκκινο. Κατόπιν ο Ρίμπεντροπ απαιτεί το ένα τρίτο της Λιθουανίας. Ο Στάλιν του παραχωρεί ένα κομμάτι 398 τετραγωνικών χιλιομέτρων, στο οποίο κατοικούν 184.000 άτομα. Όταν ο υπουργός Εξωτερικών, Ούρμπσις, θα του εκφράσει τη δυσαρέσκειά του, σε μια σπάνια εκδήλωση αυτοκριτικής, ο Στάλιν θα υποχωρήσει: «Εδώ διαπράξαμε εμφανώς λάθος». Στην ίδια κατεύθυνση, η ΕΣΣΔ υπογράφει «σύμφωνα φιλίας» με την Εσθονία στις 28 Σεπτεμβρίου, με τη Λετονία στις 5 Σεπτεμβρίου, με τη Λιθουανία στις 10 Οκτωβρίου. Ο Στάλιν προσδιορίζει σαφώς τη φύση αυτών των συμφώνων, όταν δηλώνει, στις 2 Οκτωβρίου, σε μια λετονική αντιπροσωπεία ότι οι συμφωνίες του 1920 είναι άκυρες: «Ο Μεγάλος Πέτρος νοιαζόταν ήδη για τη διέξοδο της Ρωσίας στη θάλλασα […]». Έτσι ο Στάλιν τοποθετείται ευθαρσώς στα πλαίσια της αυτοκρατορικής παράδοσης, όμως ο υπολογισμός του είναι απατηλός. Σε λιγότερο από μια εβδομέδα μετά την εισβολή στην ΕΣΣΔ τον Ιούνιο του 1941, αυτή η διέξοδος και αυτές οι προσβάσεις θα εξαφανιστούν.
Στις 29 Σεπτεμβρίου […] οι Σοβιετικοί και οι Γερμανοί χωρίζουν, αφού πρώτα υπογράψουν μυστικό τροποποιημένο πρωτόκολλο μοιράσματος των εδαφών, εμπορική συμφωνία και κοινή διακήρυξη για την ειρήνη. […] Οι δύο αντιπροσωπείες γιορτάζουν τις τρεις συμφωνίες στη διάρκεια μιας βραδινής γιορτής, της οποίας η εγκαρδιότητα παρακινή τον γκαουλάιτερ (διοικητή περιφέρειας) του Ντάντσιχ, Φέρστερ, να επαναλάβει: «Όλα έγιναν σαν να μιλούσαμε με παλιούς συντρόφους». Σε αυτή τη γιορτή, όπως και στην προηγούμενη, ο Στάλιν δεν προσκαλεί τον Καγκάνοβιτς. Μόνο οι μη εβραίοι του Πολιτικού Γραφείου θα έχουν αυτή την τιμή. […]
Στις 17 Οκτωβρίου, ο Δημητρόφ υποβάλλει στον Στάλιν ένα άρθρο με τίτλο «Ο πόλεμος και η εργατική τάξη». […] Ο Στάλιν ζητεί από τον Δημητρόφ να σβήσει από το κείμενο κάθε επαναστατικό σύνθημα. Του εξηγεί: «Αν συνδέσουμε το ζήτημα της ειρήνης με τη διάλυση του κεφαλαίου, βοηθούμε τον Τσάμπερλεν και τους πολεμοκάπηλους, απομονωνόμαστε απότις μάζες».
[…] Ο Μολότοφ εκφράζει πλήρως την σκέψη του [σημ. συντ.: του Στάλιν] όταν, στις 31 Οκτωβρίου, μπροστά στο Ανώτατο Σοβιέτ χαιρετίζει την εξαφάνιση της Πολωνίας, «αυτού του τερατώδους τέκνου της συνθήκης των Βερσαλλιών», που υπήρχε πολύ πριν, αλλά διαμελιζόταν συνεχώς επί 130 χρόνια από τη Ρωσία, την Πρωσία και την Αυστρία. Έτσι, ο Μόλοτοφ, δικαιολογώντας τον διαμελισμό της Πολωνίας από τις τρεις αυτοκρατορίες, επιβεβαιώνει ότι ο διεθνισμός του 1917 δεν είναι παρά μια μακρινή ανάμνηση […] «Μπορεί να μας αρέσει ή να μη μας αρέσει ο χιτλερισμός. Όμως κάθε άτομο με σώας τας φρένας κατανοεί ότι δεν μπορούμε να καταστρέψουμε με τη βία μια ιδεολογία. Είναι λοιπόν όχι μόνο παράλογο αλλά ακόμη και εγκληματικό να συνεχίζεται ο πόλεμος για την καταστροφή του χιτλερισμού υπό την ψευδή σημαία του αγώνα για τη δημοκρατία». Ο Χίτλερ δεν ζητεί τόσα.
Μετά από τις αποτυχίες του σοβιετικού στρατού στη Φινλανδία (που έδειξαν το μέγεθος των προβλημάτων του, ακόμα πιο απειλητικά υπό την εντύπωση των πρόσφατων κεραυνοβόλων νικών της Βέρμαχτ στην Πολωνία) και κυρίως αφού η επίθεση της Γερμανίας σύντριψε τη ραχοκοκκαλιά του γαλλικού στρατού στις 10 Μάη του 1940, πετυχαίνοντας την κατάληψη του Παρισιού μέσα σε 5 εβδομάδες:
[…] Με αυτό το νέο ο Στάλιν σπάει. Το κατασκεύασμα πάνω στο οποίο από τον Αύγουστο του 1939 στήριζε την εξωτερική του πολιτική καταρρέει. Στο Πολιτικό Γραφείο που ακολουθεί […] τρέχει πάνω κάτω στο δωμάτιο, βλαστημώντας σαν αμαξάς – βρίζει τους Γάλλους και τους Άγγλους: «Πως μπόρεσαν να αφήσουν τον Χίτλερ να τους νικήσει, να τους συντρίψει με αυτό τον τρόπο;» Ήλπιζε ότι θα έβλεπε τους Γερμανούς, τους Γάλλους και τους Άγγλους να αλληλοεξαντλούνται σ’ έναν μακροχρόνο πόλεμο όπως το 1914 […] Η κατάρρευση της Γαλλίας αναγγέλει την εισβολή στην ΕΣΣΔ. Το ξέρει. Τρομαγμένος από τη νεότητα ενός υπό εκπαίδευση σώματος αξιωματικών, ο Στάλιν επαναφέρει στις θέσεις τους 11.000 ανώτερους αξιωματικούς και στρατηγούς που είχαν απομακρυνθεί, φυλακιστεί ή εκτοπιστεί. Όμως οι περισσότεροι από τους διασωθέντες, τους οποίους έχουν συντρίψει η σύλληψη ή οι σκληρές ανακρίσεις, οι παράλογες ομολογίες που απαιτούσαν από αυτούς, η φυλακή ή το Γκούλαγκ, δεν είναι πια καθόλου ικανοί να διοικούν. Ο Στάλιν συνάγει ότι πρέπει να αποφύγει να δυσαρεστήσει τον Χίτλερ. Μέχρι την τελευταία μέρα, η ΕΣΣΔ θα εφαρμόζει στο εξής με ακρίβεια τις ρήτρες της εμπορικής συμφωνίας και θα παραδίδει όλα τα προβλεπόμενα εμπορεύματα που ήταν αναγκαία για την γερμανική πολεμική μηχανή.
[…] Ο Στάλιν επαγρυπνεί ώστε τα [σημ. συντ.: καλλιτεχνικά] έργα να είναι σύμφωνα με την εσωτερική και εξωτερική πολιτική. Έτσι, τον Σεπτέμβριο του 1940, παρεμβαίνει προσωπικά ώστε το Πολιτικό Γραφείο να απαγορεύσει το ανέβασμα και τύπωμα του θεατρικού έργου του Λεονίντ Λεόνοφ Η θύελλα. Ποιο είναι το έγκλημά του; […] Ο ένας από τους δύο ήρωες […] δεν συμβαδίζει πια με την τρέχουσα πολιτική. Πράγματι, αυτός ο παλιός λευκός αξιωματικός είχε αναγεννηθεί, πηγαίνοντας να παλέψει εναντίον του φασισμού στην Ισπανία το 1936. Αυτή η ενοχλητική υπόμνηση δεν μπορούσε παρά να δυσαρεστήσει τον Χίτλερ. […] Μερικούς μήνες αργότερα, η λογοκρισία αντικαθιστά στην Πτώση του Παρισιού του Έρενμπουργκ το σύνθημα «Κάτω οι φασίστες», που φώναζαν οι διαδηλωτές του Λαϊκού Μετώπου, με το φανταστικό, ανώδυνο και δυσκολοπρόφερτο «Κάτω οι αντιδραστικοί!».
Η σύνεσή του εξηγείται με τον φόβο του μήπως δεν είναι σε θέσει να αντιμετωπίσει έναν πόλεμο που εντούτοις ξέρει ότι είναι αναπόφευκτος. […] Τα σοβιετικά αεροπλάνα, που κατασκευάζονται μαζικά εδώ και μερικούς μήνες, είναι στην πραγματικότητα ιπράμενοι τάφοι. […] Όμως κανείς δεν νοιάζεται για όλα αυτά τα προβλήματα – έτσι, για παράδειγμα, δεν ειδοποίησαν τους κατασκευαστές των αεροπλάνων να λάβουν τα μέτρα τους.
Στην πραγματικότητα, ο Στάλιν πληρώνει το τίμημα της συγκέντρωσης όλων των εξουσιών στα χέρια του, συγκέντρωση που αφαιρεί από τους συνεργάτες του, ακόμη και τους πιο κοντινούς, κάθε πρωτοβουλία. Και καθώς αρνείται να αναγνωρίσει αυτό το γεγονός, δεν μπορεί παρά να κατηγορεί και να απειλεί: «Ασχολούμαι ολομόναχος με όλα τα ζητήματα. Κανείς από σας δεν σκέφτεται καν. Είμαι μόνος. Πως μπορώ να μελετώ, να διαβάζω, να παρακολουθώ τα νέα κάθε μέρα, αν εσείς δεν κάνετε τίποτα; […]» Ο Καλίνιν ψελλίζει ότι τους λείπει χρόνος, εξάπτοντας ακόμα περισσότερο τον θυμό του Στάλιν. […] Οι δεκαπέντε περίπου αξιωματούχοι τον ακούν, όρθιοι, άκαμπτοι. Ο Δημητρόφ, που δεν είχε δει ποτέ τον Στάλιν σε τέτοια κατάσταση, αντιλαμβάνεται δάκρα στα μάτια του Βοροσίλοφ […].
Από τον Ιανουάριο του 1941, απέναντι στη Γερμανία:
[…] ο Στάλιν συμπεριφέρεται με σύνεση και πολλαπλασιάζει τις φιλικές χειρονομίες. Δίνει άδεια στον ακόλουθο της γερμανικής αεροπορίας, τον πτέραρχο Ασενμπρένερ, να επισκεφτεί τα πιο σύγχρονα σοβιεταικά εργοστάσια αεροναυπηγικής. Στις 10 Ιανουαρίου 1941, η Μόσχα υπογράφει με το Βερολίνο καινούρια εμπορική συμφωνία. […] Η υπογραφή της συμφωνίας γίνεται ανάμεσα σε δύο στρατιωτικές ασκήσεις […] και οι δύο υπογραμμίζουν τις αρυναμίες του Κόκκινου Στρατού.
Αφού διορίσει τον Ζούκοφ επικεφαλής του Γενικού Επιτελείου, παρότι αυτός του είχε αντιτείνει ότι δεν είχε εργαστεί ποτέ σε επιτελείο:
Ο Ζούκοφ […] ανακαλύπτει ότι το Επιτροπάτο Μεταφορών […] δεν έχει κανένα σχέδιο επιστράτευσης των σιδηροδρόμων της δυτικής ζώνης της χώρας σε περίπτωση πολέμου. Απαιτεί να υπάρξει ένα τέτοιο σχέδιο. […] Και ο Στάλιν ενδιαφέρεται επίσης ελάχιστα για τις εκθέσεις των διοικητών μετώπου. Στις 18 Φεβρουαρίου, ο Πάβλοφ του απευθύνει μια έκθεση σχετικά με την αξιοθρήνητη κατάσταση των επικοινωνιών στο δυτικό μέτωπο. Ο Στάλιν δεν παίρνει κανένα σοβαρό μέτρο. Αναμφίβολα φοβάται μήπως το γερμανικό επιτελείο θεωρήσει ως απειλή τα έργα εκσυγχρονισμού των οδών επικοινωνίας σ’ αυτό τον τομέα. […]
Παρά την εμφανή ανησυχία του, καθώς δεν υπάρχουν σχέδια για τα εναλλακτικά σημεία και διαδρομές ξεσπάσματος της επερχόμενης γερμανικής επίθεσης, ο Στάλιν:
[…] εξακολουθεί να αρνείται τη συγκέντρωση των στρατευμάτων προς τα σύνορα. […] Τα στρατιωτικά μέτρα που λαμβάνονται […] εντυπωσιάζουν με τον ασυντόνιστο, αντιφατικό και ακόμη χαοτικό χαρακτήρα τους. […]
Ο κατάλογος των ασυνεπειών είναι εντυπωσιακός. Οι παλιές οχυρώσεις που είχαν κατασκευαστεί από το 1929 μέχρι το 1935 στα παλιά σύνορα έχουν εγκαταληφθεί ή ακόμα και διαλυθεί. Η κατασκευή των νέων οχυρώσεων κατά μήκος των συνόρων που έχουν πρόσφατα επαναχαραχτεί αρχίζει αργά και τον Ιούνιο θα έχουν καλύψει μόλις το ήμισυ της συνοριακής γραμμής με χάσματα 50 έως 60 χιλιομέτρων. Όταν θα αρχίσει ο πόλεμος, μέρος των μεραρχιών που προορίζονταν να καλύψουν τα σύνορα (όπως 13η στρατιά) θα είναι ακόμη σε διαδικασία σχηματισμού – τα στρατεύματα των συνοριακών φρουρών, που παρατάσσονται σε μήκος εκατοντάδων χιλιομέτρων, δεν είναι σε θέση να σταματήσουν και ούτε καν να επιβραδύνουν σοβαρή επίθεση. Ο αντιαρματικός εξοπλισμός είναι ελλειμματικός. Τα πυρομαχικά και οι οβίδες παραμένουν στοιβαγμένα στις αποθήκες. Δύο εβδομάδες πριν από τη γερμανική εισβολή, το επιτελείο της 4ης στρατιάς στη Λευκορωσία διατάζει τη διοίκηση της 22ης μεραρχίας τεθωρακισμένων να αποσύρει τα πυρομαχικά από τα οχήματα και να τα τοποθετήσει στις αποθήκες.
Σίγουρα ο Στάλιν δεν μπορεί να θεωρηθεί άμεσα υπεύθυνος για το καθένα από τα μέτρα που πάρθηκαν, αλλά φέρει τη γενική ευθύνη με τη δηλητηριώδη ατμόσφαιρα την οποία δημιούργησε στην ανώτερη στρατιωτική διοίκηση, με την ανικανότητα πολυάριθμων προαχθέντων, με την εμφανή αναποφασιστικότητα της πολιτικής του, που τις λεπτομέρειες της αγνοούν πλήρως οι στρατιωτικοί αρχηγοί. Πράγματι ο Στάλιν τους αποκρύπτει το κύριο μέρος των πληροφοριών. […]
Παράλληλα, οι αυθαιρεσίες, ανακατατάξεις και διαγραφές κομματικών στελεχών στην Κεντρική Επιτροπή και την Επιτροπή Ελέγχου πάνε σύννεφο.
Τον Απρίλιο του 1941, ο Στάλιν, σε μια κίνηση μάλλον κακομετρημένη (όμως, ποια απ’ αυτές δεν ήταν τέτοια, τελικά;) υπογράφει σύμφωνο μη επίθεσης με τη Γιουγκοσλαβία, την οποία ο Χίτλερ σχεδιάζει να κατακτήσει.
[…] Στις 6 Απριλίου το βράδυ, ένα συμπόσιο πρέπει να συγκεντρώσει τους υπογράφοντες για να γιορταστεί η συμφωνία. Όμως […] η Λούφτβαφε βομβαρδίζει το Βελιγράδι, ισοπεδώνει τη μισή πόλη και η Βέρμαχτ διασχίζει τα γιουγκοσλαβικά σύνορα. […] Ο Στάλιν κατανοεί το μήνυμα […] Ανακαλεί το συμπόσιο, που η πραγματοποίησή του, λέει, θα είχε αναπόφευκτα «χαρακτήρα προβοκατόρικης πρόκλησης». […]
[…] Το πρωταρχικό μέλημα του Στάλιν εξακολουθεί να είναι να μην ερεθίσει τον Χίτλερ. Στις 20 Απριλίου, τα μέλη του Πολιτικού Γραφείου […] πηγαίνουν στο Κρεμλίνο. Ο Στάλιν έχει καλέσει και τον Δημητρόφ. Αναγγέλει την πρόθεσή του να διαλύσει την Κομιντέρν […] η επιχειρηματολογία δεν είναι παρά ιδεολογική κάλυψη με στόχο να συγκαλύψει το πραγματικό κίνητρο: να κάνει μια χειρονομία καλής θέλησης προς τον Χίτλερ. […] Επίσης, ο Στάλιν ζητά από τον Δημητρόφ και τους συντρόφους του, που επιδίδονται στο έργο από την επόμενη μέρα, να αντικαταστήσουν τους περίφημους 21 όρους εισδοχής στην Κομιντέρν του 1920 με καινούριους. Την επόμενη ημέρα ο Δημητρόφ, ο Τολιάτι και ο Τορέζ, που συνεδριάζουν, επικροτούν τη θέση του Στάλιν.
Οι σοβιετικές υπηρεσίες πληροφοριών, που θέλουν […] να αποφύγουν την καταγγελία προδοσίας, δεν αποκρύβουν τίποτα ουσιαστικό από τον Στάλιν, αλλά του παρουσιάζουν εκθέσεις a la carte, αφήνοντάς ττου την επιλογή να υιοθετήσει εκείνη που του ταιριάζει καλύτερα.
Όταν πια ολοκληρώνονται οι τελευταίες προετοιμασίες της Γερμανίας για την εισβολή στην ΕΣΣΔ:
[…] ακόμα και το βράδυ της 21ης Ιουνίου, ο Κόκκινος Στρατός εξακολουθεί να μη διαθέτει Μεγάλο Γενικό Επιτελείο και πρέπει να αρκεστεί σε ένα σχέδιο δημιουργίας αυτού του οργανισμού […] Η απουσία στις αρχές του πολέμου αυτού του ανώτατου οργάνου στρατιωτικής διεύθυνσης, απουσία την οποία υπαγόρευε η θέληση του Στάλιν να καθησυχάσει τον Χίτλερ ή που οφειλόταν στην γραφειοκρατική βραδύτητα, εμπόδισε την καθοδήγηση των στρατευμάτων στις αρχές της εισβολής. Πράγματι, ο Στάλιν, έχοντας επίγνωση της γερμανικής απειλής, την οποία ήλπιζε να αναβάλλει μέχρι το 1942, προετοιμάζει διάφορα σχέδια που μέουν όλα ανολοκλήρωτα και αολληλοκαλύπτονται. Αυτό υπογραμμίζει ο στρατάρχης Ροκοσόφκσι, διοικητής τότε του 9ου σώματος μηχανικού, ο οποίος βλέπει στις αποφάσεις που λαμβάνονταν ένα τόσο αντιφατικό μείγμα επιθετικών και αμυντικών μέτρων, που αναρωτιέται «αν υπάρχει σχέδιο».
[…] Ο Στάλιν ξέρει ότι ο στρατός και η βιομηχανία όπλων, που βρίσκεται σε φάση πλήρους αναδιοργάνωσης, θα είναι έτοιμοι μόνο στα μέσα του 1942.
[…] Στις 26 Μάη, […] δύο υψηλόβαθμοι στρατιωτικοί [σημ. συντ.: Ζούκοφ και Τιμοσένκο] ζητούν την άδεια να αναχαιτίζουν τα γερμανικά αεροπλάνα που παραβιάζουν συστηματικά τον εναέριο χώρο. Ο Στάλιν αρνείται […]
[…] Στις αρχές Ιουνίου, ο Στάλιν συλλαμβάνει τον πρώην επίτροπο Εξοπλισμών Βανίκοφ, ένοχο γιατί αντιτάχθηκε στο σταμάτημα κατασκευής τανκς με κανόνια μεγάλου διαμετρήματος και όλμων, που ο Στάλιν αναδιοργανώνει τότε τις αλυσίδες μονταρίσματός τους, σαν να είχε μπροστά του όλο τον χρόνο. […] παραμερίζει όλες τις προειδοποιήσεις για την επικείμενη γερμανική εισβολή. Αυτή η χοντροκεφαλιά μετασχηματίζεται σε τύφλωση. […] δηλώνει στον Τιμοσένκο: «Πρέπει να καταλάβετε ότι η Γερμανία δεν θα πολεμήσει ποτέ ολομόναχη εναντίον της Ρωσίας».
[…] Στις 13 Ιουνίου, ο Ζούκοφ και ο Τιμοσένκο ζητούν από τον Στάλιν να δώσει διαταγή για την ανάπτυξη των στρατευμάτων κοντά στα σύνορα. Ο Στάλιν αρνείται και τους καλεί ειρωνικά να διαβάσουν τις εφημερίδες της επόμενης μέρας. Ένα ανακοινωθέν του πρακτορείου Tass δηλώνει ότι οι γερμανοσοβιετικές σχέσεις είναι εντελώς φυσιολογικές και δικαιολογεί τη συγκέντρωση μεραρχιών της Βέρμαχτ στα σύνορα. […]
Το βράδυ της 14ης Ιουνίου, ο Στάλιν προσκαλεί τον Ζούκοφ και τον Τιμοσένκο στο Πολιτικό Γραφείο. Οι δύο στρατηγοί φτάνουν με τους χάρτες κάτω από την μασχάλη τους. Ο Ζούκοφ επιμένοι πως είναι αναγκαίο να τεθεί ο στρατός σε κατάσταση ετοιμότητας για μάχη. Ο Στάλιν […] εκρήγνυται: «Τι! Ήρθατε να με φοβίσετε κραδαίνοντας τον πόλεμο ή μήπως θέλετε τον πόλεμο; Δεν έχετε αρκετά παράσημα και επωμίδες». […] Ο Τιμοσένκο […] δηλώνει: αν τα στρατεύματα παραμείνουν ως έχουν, η γερμανική επίθεση θα τα διασπάσει. Ο Στάλιν κάθεται και χλευάζει ξερά: «Ο Τιμοσένκο θέλει να μας προδιαθέσει όλους για τον πόλεμο, θα πρέπει να τον τουφεκίσουμε. […] Αν ερεθίσετε τους Γερμανούς στα σύνορα και κινητοποιήσετε τα στρατεύματα χωρίς την άδειά μας, τότε θα πέσουν κεφάλια, σκεφτείτε το» […]
Στις 16 Ιουνίου, ο Στάλιν ενημερώνεται από μια έκθεση της Κρατικής Ασφάλειας (NKGB) ότι σύμφωνα με σοβιετικούς πράκτορες στο επιτελείο της αεροπορίας και στο υπουργείο Βιομηχανίας στο Βερολίνο, οι προετοιμασίες για τη γερμανική εισβολή ολοκληρώθηκαν και η επίθεση μπορεί να γίνει οποιαδήποτε στιγμή. Ο Στάλιν:
[…] σημειώνει οργισμένα πάνω στην έκθεση: «Μπορείτε να στείλετε στο διάβολο την “πηγή” σας στο επιτελείο της γερμανικής αεροπορίας. Δεν πρόκειται για πηγή, αλλά για πληροφοριοδότη». […]
[…] Ο Ρίχαρντ Ζόργκε [σημ. συντ.: όπως και ο Λέοπολντ Τρέπερ, επικεφαλής του περίφημου κατασκοπευτικού δικτύου της «Κόκκινης Ορχήστρας» – βλ. Τρέπερ, Το Μεγάλο Παιχνίδι, εκδ. Εργατική Πάλη], σοβιετικός πράκτορας που είχε διεισδύσει στη γερμανική πρεσβεία στην Ιαπωνία, αναγγέλει τη γερμανική επίθεση για τις 22 Ιουνίου. Ο Στάλιν χλευάζει: «Αυτό ο Ζόργκε συχνάζει πολύ σε οίκους ανοχής».
[…] Στις 21 Ιουνίου, ο Στάλιν φθάνει στο Κρεμλίνο στις 6:30 το απόγευμα […] Τον ενημερώνουν ότι ένας γερμανός λιποτάκτης ανήγγειλε ότι η επίθεση θα γίνει το πρωί της επόμενης μέρας. Είναι προβοκάτορας, αποφαίνεται ο Στάλιν. Ο Τιμοσένκο προτείνει να επιταχυνθεί η μετακίνηση των σοβιετικών δυνάμεων προς τα σύνορα. «Είναι πρώιμο να δημιοσιεύσουμε την οδηγία», αντιτείνει ο Στάλιν, «γιατί ίσως είναι ακόμα δυνατό να λύσουμε το πρόβλημα με ειρηνικά μέσα».
Και ως προς έναν συνολικό απολογισμό της στρατιωτικής και εξοπλιστικής προετοιμασίας της ΕΣΣΔ:
Παρότι ο Κόκκινος Στρατός αριθμεί 186 μεραρχίες (χωρίς να υπολογίζουμε τους συνοριακούς φρουρούς και τα ειδικά στρατεύματα της NKVD) και ο γερμανικός στρατός μονο 153, ο γερμανικός στρατός παρατάσσει στους τρεις άξονες που έχει επιλέξει ο Φίρερ 4,4 εκ. άνδρεςς καλά προετοιμασμένους και με καλή στελέχωση. Απέναντι στον γερμανικό στρατό, ο Κόκκινος Στρατός συγκεντρώνει κατά μήκος των δυτικών συνόρων μόνο 3 εκ. άνδρες άσχημα προετοιμασμένους και με κακή στελέχωση. Τις παραμονές της επίθεσης, ο Κόκκινος Στρατός διαθέτει ανώτερο εξοπλισμό […] Ενώ τα γερμανικά αεροπλάνα είναι ανώτερα και η εκπαίδευση των πιλότων τους πολύ καλύτερη, τα σοβιετικά τανκς είναι ίσης αξίας με τα γερμανικά. Όμως από αυτή την υλική ανωτερότητα δεν θα απομείνει τίποτα μετά από τρεις μέρες πολέμου λόγω της έλλειψης προετοιμασίας για σύγκρουση.
Τη νύχτα της 21ης προς την 22α Ιουνίου, ξεσπά η γερμανική εισβολή. Η πανωλεθρία που ακολούθησε είναι πασίγνωστη, με ιστορικά στοιχεία αδιάσειστα πλέον… Ευτυχώς, την ΕΣΣΔ διέσωσαν, κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού, οι εργατικές και λαϊκές μάζες της – παρότι ο «τυφλός τιμονιέρης» είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να την υποσκάψει. Άλλωστε, πριν επανακάμψει ως «στρατάρχης της νίκης», είναι γνωστό ότι είχε παραλύσει πλήρως. Για να μείνουμε μόνο στην πρώτη μέρα της εισβολής, στις 22 Ιουνίου:
Στο Κρεμλίνο, οι πολιτικοί και οι στρατιωτικοί που συνεδριάζουν προτείνουν στον Στάλιν να απευθυνθεί στο λαό από το ραδιόφωνο. «Δεν έχω τίποτα να πω» […] «να μιλήσει ο Μόλοτοφ!» […] Κανείς δεν σκέφτεται να οργανώσει λαϊκές πατριωτικές διαδηλώσεις.
Το 1947, όταν ο Στάλιν θα πάρει τα δοκίμια της εγκεκριμένης βιογραφίας του, θα διορθώσει με ιδιαίτερη φροντίδα το 11ο κεφάλαιο που είναι αφιερωμένο στον πόλεμο. […] Με τελετουργικό τρόπο οι συγγραφείς παρουιάζουν την απαρχή του πολέμου ως «δόλια επίθεση εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης». Ο Στάλιν θα διευκρινίσει: «Η Γερμανία παραβίασε χονδροειδώς το σύμφωνο μη επίθεσης» και θα χαρακτηρίσει την επίθεση «απρόσμενη». Κανείς δεν μπορούσε να την προβλέψει, η σοφία του αρχηγού παραμένει άθικτη…
Ο πόλεμος τον βυθίζει σε μια εντελώς νέα κατάσταση. […] Επί μήνες τα έχει χαμένα, έπεται των γεγονότων και αντισταθμίζει αυτό το διαρκές χάσμα με ξεσπάσματα οργισμένης λύσσας, με παράλογες αποφάσεις και με σκληρά μέτρα. (αποσπάσματα από το ίδιο βιβλίο του Ζαν Ζακ Μαρί, Στάλιν, κεφάλαιο 16: «Η πανωλεθρία»)
Οι έλληνες τροτσκιστές για το Σύμφωνο και τον πόλεμο: η επαναστατική μαρξιστική θέση
Γραμμένο από τον Παντελή Πουλιόπουλο στις φυλακές της μεταξικής δικτατορίας τον Ιούνιο του 1939 και συμπληρωμένο τον Δεκέμβριο του 1939 (μετά το σύμφωνο Χίτλερ–Στάλιν), το ντοκουμέντο Ο Πόλεμος που έρχεται και τα Καθήκοντα των Κομμουνιστών στην Ελλάδα (Παντελής Πουλιόπουλος, Διαλεχτά Έργα, εκδ. Εργατική Πάλη) δίνει τη σωστή, επαναστατική μαρξιστική εκτίμηση για τις αποτυχημένες μανούβρες της σταλινικής διπλωματίας. Παραθέτουμε τα πιο καίρια σχετικά αποσπάσματα:
[…] Οπωσδήποτε ο Χίτλερ θα ήταν αδύνατο στις συγκεκριμένες συνθήκες του Σεπτέμβρη 1939 να τολμήσει μια πολεμική επιδρομή στην Πολωνία δίχως την προηγούμενη αυτή συνενόηση με τον Στάλιν […]
Για τον Στάλιν η στροφή είναι πρώτα μια επίσημη αυτοκαταδίκη του σε θάνατο. Με μια σειρά δικαστικές και αστυνομικές σκηνοθεσίες, που όμοιές τους δεν έχει γνωρίσει η παγκόσμια ιστορία, βασάνισε, θανάτωσε και εξόρισε ομαδικά την παλιά μπολσεβίκικη φρουρά και την ηγεσία του Κόκκινου Στρατού, με τη συκοφαντία ότι ήταν φίλοι του Χίτλερ. Τώρα επίσημα ο Κάιν υπογράφει τη φιλία με τον Χίτλερ. […]
Οι αιτίες της νέας σταλινικής στροφής 180 μοιρών βρίσκονται στην κατάρρευση όλων των διπλωματικών σχεδίων που στηριζότανε η υπεράσπιση της Σοβιετικής Ένωσης με την υπεράσπιση του καθεστώτος των Βερσαλλιών και τη συμμαχία με τους «δημοκράτες» ιμπεριαλιστές. Η κατάρρευση της πολιτικής εκείνης φανερώθηκε στην Ισπανία και την Τσεχοσλοβακία, όπου οι «σύμμαχοι» ιμπεριαλιστές δείξανε ότι ήταν στον «αντιφασισμό» πολύ λιγότερο πιστοί από όσο τους φανταζότανε και τους ήθελε ο Στάλιν. […] Η υπόκωφη αντίσταση των σοβιετικών εργαζομένων κατά ενδεχόμενης πολεμικής συμμαχίας με τους ιμπεριαλιστές της Δύσης, ο τρόμος της γραφειοκρατίας μπρος σε μια ενδεχόμενη εξόρμηση του γερμανικού ιμπεριαλισμού προς την Ανατολική Ευρώπη και αργότερα προς τη Νότια Ρωσία, η απόγνωση της σταλινικής γραφειοκρατίας από το αδιέξοδο της απομόνωσης όπου βρέθηκε μετά τις συμφωνίες του Μονάχου (που έγιναν από τους ευρωπαίους ιμπεριαλιστές ερήμην της Μόσχας), οδήγησε τη βοναπαρτιστική κλίκα του Κρεμλίνου στη νέα απελπισμένη ιδέα: ότι θα μπορούσανε ν’ αποφύγουν τους κινδύνους με μια συμφωνία με τον Χίτλερ, που θ’ άφηνε ελεύθερα τα χέρια στον γερμανικό ιμπεριαλισμό με τον όρο να μοιραστεί αυτός την Πολωνία με τη Σοβιετική Ένωση και ν’ αφήσει στην τελευταία ελευθερία δράσης για την καθυπόταξη όλης της Βαλτικής.
Η συμφωνία της Μόσχας […] είναι ωστόσο στη βάση της μια τυχοδιωκτική πράξη απόγνωσης του Κρεμλίνου, με την οποία αυτοί […] νομίζουνε ότι ασφαλίζουνε βάσεις άμυνας της ΕΣΣΔ, δηλαδή ότι ασφαλίζουνε τη δική τους πολιτική αυτοσυντήρηση, για την οποία και μόνον ενδιαφέρονται, εναντίον του κινδύνουν, που βλέπουνε να πλησιάζει, μιας κύκλωσης του εργατικού κράτους από τους ιμπεριαλιστές της Ευρώπης. Εννοείται ότι η νέα πολιτική ασφαλίζει τη Σοβιετική Ένωση τόσο λίγο όσο την ασφάλιζε η πολιτική του στάτους κβο των Βερσαλλιών. Ίσα ίσα η νέα πολιτική (σταλινο–χιτλερικό Σύμφωνο, Πολωνία, Φινλανδία), αποτελεί κυριολεκτικά μια παραφροσύνη, όπως τη χαρακτήρισε ο Τρότσκι, από την άποψη των συμφερόντων του εργατικού κράτους και της σωτηρίας των κατακτήσεων του Οκτώβρη. […] Η με μεθόδους διπλωματικού δόλου και στρατιωτικής βίας κατάκτηση της μισής Πολωνίας και καθυπόταξη άλλων μικρών χωρών, υποβοηθεί θαυμάσια το έργο της αντισοβιετικής προπαγάνδας σ’ όλα τα μεσαία στρώματα και στην εργατική τάξη. Ποτέ άλλοτε δεν λερώθηκε τόσο φοβερά η Οκτωβριανή Επανάσταση και το κράτος της όσο από τους τελευταίους «θριάμβους»της επαρχιώτικης διπλωματίας του Μόλοτοφ και τις εύκολες στρατιωτικές νίκες του Βοροσίλοφ πάνω στο πτώμα της Πολωνίας. […] Το κράτος του Οκτώβρη, που άλλοτε είχε την αίγλη του προστάτη των μικρών λαών κατά της ιμπεριαλιστικής καταπίεσης, τώρα πια παρουσιάζεται σαν απομιμητής των μεθόδων του Χίτλερ. […] Λογική συνέπεια της μεγαλύτερης απομόνωσης που φέρνει ο νέος προσανατολισμός, είναι και η ανάγκη να κάνουν στενότερες τις σχέσεις τους με το Ράιχ και τη χιτλερική του κυβέρνηση, δηλαδή να συνδεθούνε μ’ ένα πολιτικό σύστημα μισητό παντούκαι προπαντός καταδικασμένο σε βέβαιο θάνατο. Η χιτλερική Γερμανία είναι σήμερα ο μοναδικός «φίλος της ΕΣΣΔ» στον κόσμο […]
Δύσκολο είναι να προβλεφτεί ποιες συγκεκριμένες μορφές μπορεί να πάρει στο κοντινό μέλλον αυτή η στενότερη σχέση Στάλιν–Χίτλερ. […] Η σταλινοχιτλερική συμφωνία έγινε και στο γράμμα της και στο πνεύμα της πάνω στη βάση της «τήρησης της τάξεως και της ησυχίας» στην Ευρώπη και του «σεβασμού του κοινωνικού καθεστώτος» των χωρών τους. […] Δεν γνωρίζομε τις περιπέτειες του σοβιετο–φινλανδικού πολέμου ούτε τις διεθνείς απ’ αυτόν περιπλοκές. Είναι όμως γεγονός ότι οι νέοι τυχοδιωκτισμοί των εγκληματιών που κυβερνούνε στο Κρεμλίνο θα χειροτερέψουνε από κάθε άποψη τη διεθνή θέση της Σοβιετικής Ένωσης αντί να την καλυτερέψουνε. Τις εύκολες και πρόσκαιρες δάφνες των Βοροσίλοφ και Σία κινδυνεύει να τις πληρώσει αύριο το εργατικό κράτος με την ίδια του την ύπαρξη […].
Αυτά ήταν η γλώσσα της αλήθειας των τροτσκιστών και της 4ης Διεθνούς προς το ελληνικό και παγκόσμιο προλεταριάτο. Αυτά είναι τα γρανιτένια θεμέλια για την επαναστατική, διεθνιστική πάλη ενάντια στον πόλεμο και όχι τα χαλκεία των σύγχρονων απολογητών του σταλινισμού και των καταστροφικών συμφώνων του.
Στέφανος Ιωαννίδης