Συνεργασία εναντίον εγωισμού
Θανάσης Γιαλκέτσης
Την περασμένη Τρίτη, πέθανε στα 77 του χρόνια ένας σημαντικός στοχαστής, ο βουλγαρικής καταγωγής Γάλλος φιλόσοφος, θεωρητικός της λογοτεχνίας και ιστορικός των ιδεών Τσβετάν Τοντορόφ.
Το ακόλουθο κείμενο του Τοντορόφ είναι η απάντηση που έδωσε σε ερώτημα που του έθεσε το περιοδικό «Cahiers Pedagogiques» για την ιδέα της συνεργασίας.
Είναι δύσκολο να μιλήσουμε για τη συνεργασία στο σχολείο ή στον κόσμο της εργασίας, επειδή είναι μεγάλος ο πειρασμός να διολισθήσουμε σε έναν λόγο ηθικολογικό: όλοι συμφωνούν στο να λένε ότι η συνεργασία είναι προτιμότερη από τον πόλεμο, αλλά και στο να υπαινίσσονται ότι αυτή δεν προκύπτει αυθόρμητα, ότι, στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι το αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών.
Η συνεργασία είναι το ιδεώδες, αλλά η πραγματικότητα είναι ο πόλεμος ή τουλάχιστον ο εγωισμός. Αυτή η άποψη δεν είναι καινούργια. Διαποτίζει εδώ και τέσσερις αιώνες τον λόγο για τον άνθρωπο που διατυπώνουν φιλόσοφοι και πολιτικοί, ψυχολόγοι και ανθρωπολόγοι. Στον 16ο και τον 17ο αιώνα συγκροτείται, πράγματι, μια θεωρία σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη φύση είναι βαθιά κακή (ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο).
Αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, είναι επειδή δεν μας αρέσουν οι τόσο πικρές αλήθειες (από τότε συνηθίσαμε να συμπεραίνουμε και το αντίστροφο: Αν μια περιγραφή του ανθρώπου είναι πικρή, τότε πρέπει σίγουρα να είναι αληθινή).
Η ηθική είναι ενάντια στη φύση, η συνεργασία συγκρούεται με τον έμφυτο εγωισμό μας. Μπροστά σε αυτήν τη διαπίστωση, ορισμένοι θα κηρύξουν το καλό (χρειάζεται να υπερβαίνουμε τις αδυναμίες μας, διδάσκει ο Καντ, πιστός σε αυτό στη διδασκαλία της χριστιανικής Εκκλησίας), ενώ άλλοι θα υποστηρίξουν ότι πρέπει να απελευθερώσουμε τη φύση από κάθε καταπιεστική κηδεμονία («Το μοναδικό χρέος του ανθρώπου είναι να ακολουθεί σε όλα τις αδυναμίες της καρδιάς του», έλεγαν οι εγκυκλοπαιδιστές).
Στην ίδια πάντοτε σοφία βρισκόμαστε και σήμερα, αν και προτιμάμε να την εκφράζουμε με το λεξιλόγιο των ψυχαναλυτών μάλλον παρά των ηθικολόγων. Μια τέτοια αντίληψη του ανθρώπου δεν είναι εντελώς εσφαλμένη (διαφορετικά δεν θα είχε διατηρηθεί επί τόσους αιώνες), αλλά είναι υπερβολικά σχηματική.
Και αν λέγαμε ότι η ανθρώπινη φύση είναι, αντίθετα, καλή; Τότε θα πέφταμε από την ηθικολογία στην αγγελική θεώρηση των πραγμάτων. Ενας τρόπος για να βγούμε από αυτές τις απορίες θα ήταν να έρθουμε σε ρήξη με το ηθικό πλαίσιο αυτών των υποθέσεων και να ξεκινήσουμε από την ακόλουθη απλή διαπίστωση: Περισσότερο από καλή ή κακή, η ανθρώπινη φύση είναι πάνω απ’ όλα κοινωνική. Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων θεμελιώνουν το ανθρώπινο.
Εξάλλου, η κοινωνικότητα δεν είναι μόνον ανθρώπινη. Αν έκανε κάποιος τον κόπο να παρατηρήσει αυτόν τον φουκαρά τον λύκο, αντί να τον μετατρέπει σε φόβητρο για τον άνθρωπο, θα αντιλαμβανόταν ότι ο λύκος δεν είναι «λύκος» για τον λύκο.
Οπως και τα άλλα θηλαστικά, οι λύκοι αρχίζουν τη ζωή τους με μιαν ισχυρή κοινωνική σχέση, εκείνη που συνδέει το λυκόπουλο με τη μητέρα του. Αργότερα, οργανώνονται σε ομάδες που υποτάσσονται σε μια αυστηρή ιεραρχία. Οι συγκρούσεις δεν λείπουν, αλλά απέχουν πολύ από το να είναι η κυρίαρχη μορφή αλληλεπίδρασης. Επικρατεί, και μάλιστα κατά πολύ, η συνεργασία.
Η ανθρώπινη ύπαρξη, με τη σειρά της, δεν γνωρίζει κόσμο στερούμενο κοινωνικότητας. Το παιδί εξαρτάται από τους άλλους όχι μόνον για την επιβίωση, αλλά και για την ύπαρξή του στον κοινωνικό κόσμο. Μέσα στο βλέμμα του άλλου (της μητέρας του) βρίσκει την πρώτη αναγνώριση της ύπαρξής του.
Είμαι αυτό που εσύ βλέπεις: έτσι γεννιέται η αυτοσυνείδηση. Και σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής μας θα συνεχίσουμε να νιώθουμε αυτήν την ανάγκη της αναγνώρισης από τους άλλους (ή, για να το πούμε διαφορετικά, παραμένουμε καταδικασμένοι σε μιαν αθεράπευτη ατέλεια), ακόμη και αν μαθαίνουμε βαθμιαία να αποκρύπτουμε ή να αμβλύνουμε αυτήν την ανάγκη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είμαστε όλοι σε διαρκή ανταγωνισμό για την ίδια αναγνώριση.
Είναι η ίδια η πράξη της αναγνώρισης του άλλου αυτή που επιφέρει την ανταπόδοσή της: ο άλλος με αναγνωρίζει ως εκείνον που μπορεί να τον αναγνωρίσει. Δεν είναι μόνον το παιδί που επωφελείται από το βλέμμα της μητέρας του. Και η μητέρα, με τη σειρά της, αναγνωρίζεται χάρη στο ίδιο αίτημα του παιδιού της.
Χρειάζομαι την αναγνώριση, αλλά ακόμη περισσότερο χρειάζομαι να έχει κάποιος ανάγκη από τη δική μου αναγνώριση. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία θα μπορούσαμε έπειτα να οικοδομήσουμε τη συνεργασία μας. Ποιες πρακτικές συνέπειες θα μπορούσε να αντλήσει ο εκπαιδευτικός από αυτή τη διαπίστωση; Είναι σχετικά εύκολο να διαγνώσουμε ορισμένες συνέπειες, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν αποφασιστική σημασία.
Οι συμπεριφορές μας είναι κοινωνικές, αλλά οι πλέον συνήθεις τρόποι σκέψης μας δεν υπολογίζουν ορθά αυτό το δεδομένο. Οι τρόποι σκέψης μας όμως επηρεάζουν με τη σειρά τους τις συμπεριφορές μας.
Εξαιτίας του ότι ακούμε να λένε ότι ζούμε σε μια κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων, ότι η ζωή του ανθρώπου διέπεται από την αρχή της απόλαυσης, ότι η βούληση για δύναμη είναι το κρυφό κίνητρο όλων των ενεργειών μας, θα καταλήξουμε να μοιάζουμε σε αυτήν την εικόνα.
Χρειάζεται να καταπολεμάμε αυτά τα στερεότυπα και να θυμίζουμε αυτό που καθένας μας μπορεί να παρατηρήσει γύρω του: οι ανθρώπινες υπάρξεις ζουν χάρη στις μεταξύ τους σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.
Είναι πιο δύσκολο να πούμε από την αρχή ποιες μπορεί να είναι οι εποικοδομητικές συνέπειες αυτής της πιο ρεαλιστικής αντίληψης του ανθρώπου. Κι εγώ, που δεν είμαι επαγγελματίας εκπαιδευτικός, θα απέφευγα να παραστήσω κάποιον που παραδίδει μαθήματα. Μπορούμε να υποδείξουμε ότι πρέπει να επωφεληθούμε από την αμοιβαία μας εξάρτηση.
Οι μαθητές είναι, όπως κι ο καθένας μας, σε αναζήτηση της αναγνώρισης της ύπαρξής τους. Η καλύτερη όμως αναγνώριση προέρχεται από αυτό που σας ζητάει να αναγνωρίσετε κάποιος άλλος.
Ολοι μας έχουμε ανάγκες, αλλά η πιο έντονη ανάγκη είναι κάποιος να μας έχει ανάγκη. Το να δίνεις σε ανταμείβει περισσότερο από το να καταναλώνεις. Οχι επειδή το ένα είναι πιο ηθικό από το άλλο, αλλά επειδή το όφελος είναι πραγματικά μεγαλύτερο. Χρειάζεται να γίνουμε ικανοί να αντιλαμβανόμαστε αυτό το όφελος και ο εκπαιδευτικός σίγουρα μπορεί να συμβάλει σ’ αυτό.
πηγή efsyn
Την περασμένη Τρίτη, πέθανε στα 77 του χρόνια ένας σημαντικός στοχαστής, ο βουλγαρικής καταγωγής Γάλλος φιλόσοφος, θεωρητικός της λογοτεχνίας και ιστορικός των ιδεών Τσβετάν Τοντορόφ.
Το ακόλουθο κείμενο του Τοντορόφ είναι η απάντηση που έδωσε σε ερώτημα που του έθεσε το περιοδικό «Cahiers Pedagogiques» για την ιδέα της συνεργασίας.
Είναι δύσκολο να μιλήσουμε για τη συνεργασία στο σχολείο ή στον κόσμο της εργασίας, επειδή είναι μεγάλος ο πειρασμός να διολισθήσουμε σε έναν λόγο ηθικολογικό: όλοι συμφωνούν στο να λένε ότι η συνεργασία είναι προτιμότερη από τον πόλεμο, αλλά και στο να υπαινίσσονται ότι αυτή δεν προκύπτει αυθόρμητα, ότι, στην καλύτερη περίπτωση, θα είναι το αποτέλεσμα μεγάλων προσπαθειών.
Η συνεργασία είναι το ιδεώδες, αλλά η πραγματικότητα είναι ο πόλεμος ή τουλάχιστον ο εγωισμός. Αυτή η άποψη δεν είναι καινούργια. Διαποτίζει εδώ και τέσσερις αιώνες τον λόγο για τον άνθρωπο που διατυπώνουν φιλόσοφοι και πολιτικοί, ψυχολόγοι και ανθρωπολόγοι. Στον 16ο και τον 17ο αιώνα συγκροτείται, πράγματι, μια θεωρία σύμφωνα με την οποία η ανθρώπινη φύση είναι βαθιά κακή (ο άνθρωπος είναι λύκος για τον άνθρωπο).
Αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, είναι επειδή δεν μας αρέσουν οι τόσο πικρές αλήθειες (από τότε συνηθίσαμε να συμπεραίνουμε και το αντίστροφο: Αν μια περιγραφή του ανθρώπου είναι πικρή, τότε πρέπει σίγουρα να είναι αληθινή).
Η ηθική είναι ενάντια στη φύση, η συνεργασία συγκρούεται με τον έμφυτο εγωισμό μας. Μπροστά σε αυτήν τη διαπίστωση, ορισμένοι θα κηρύξουν το καλό (χρειάζεται να υπερβαίνουμε τις αδυναμίες μας, διδάσκει ο Καντ, πιστός σε αυτό στη διδασκαλία της χριστιανικής Εκκλησίας), ενώ άλλοι θα υποστηρίξουν ότι πρέπει να απελευθερώσουμε τη φύση από κάθε καταπιεστική κηδεμονία («Το μοναδικό χρέος του ανθρώπου είναι να ακολουθεί σε όλα τις αδυναμίες της καρδιάς του», έλεγαν οι εγκυκλοπαιδιστές).
Στην ίδια πάντοτε σοφία βρισκόμαστε και σήμερα, αν και προτιμάμε να την εκφράζουμε με το λεξιλόγιο των ψυχαναλυτών μάλλον παρά των ηθικολόγων. Μια τέτοια αντίληψη του ανθρώπου δεν είναι εντελώς εσφαλμένη (διαφορετικά δεν θα είχε διατηρηθεί επί τόσους αιώνες), αλλά είναι υπερβολικά σχηματική.
Και αν λέγαμε ότι η ανθρώπινη φύση είναι, αντίθετα, καλή; Τότε θα πέφταμε από την ηθικολογία στην αγγελική θεώρηση των πραγμάτων. Ενας τρόπος για να βγούμε από αυτές τις απορίες θα ήταν να έρθουμε σε ρήξη με το ηθικό πλαίσιο αυτών των υποθέσεων και να ξεκινήσουμε από την ακόλουθη απλή διαπίστωση: Περισσότερο από καλή ή κακή, η ανθρώπινη φύση είναι πάνω απ’ όλα κοινωνική. Οι σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων θεμελιώνουν το ανθρώπινο.
Εξάλλου, η κοινωνικότητα δεν είναι μόνον ανθρώπινη. Αν έκανε κάποιος τον κόπο να παρατηρήσει αυτόν τον φουκαρά τον λύκο, αντί να τον μετατρέπει σε φόβητρο για τον άνθρωπο, θα αντιλαμβανόταν ότι ο λύκος δεν είναι «λύκος» για τον λύκο.
Οπως και τα άλλα θηλαστικά, οι λύκοι αρχίζουν τη ζωή τους με μιαν ισχυρή κοινωνική σχέση, εκείνη που συνδέει το λυκόπουλο με τη μητέρα του. Αργότερα, οργανώνονται σε ομάδες που υποτάσσονται σε μια αυστηρή ιεραρχία. Οι συγκρούσεις δεν λείπουν, αλλά απέχουν πολύ από το να είναι η κυρίαρχη μορφή αλληλεπίδρασης. Επικρατεί, και μάλιστα κατά πολύ, η συνεργασία.
Η ανθρώπινη ύπαρξη, με τη σειρά της, δεν γνωρίζει κόσμο στερούμενο κοινωνικότητας. Το παιδί εξαρτάται από τους άλλους όχι μόνον για την επιβίωση, αλλά και για την ύπαρξή του στον κοινωνικό κόσμο. Μέσα στο βλέμμα του άλλου (της μητέρας του) βρίσκει την πρώτη αναγνώριση της ύπαρξής του.
Είμαι αυτό που εσύ βλέπεις: έτσι γεννιέται η αυτοσυνείδηση. Και σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξής μας θα συνεχίσουμε να νιώθουμε αυτήν την ανάγκη της αναγνώρισης από τους άλλους (ή, για να το πούμε διαφορετικά, παραμένουμε καταδικασμένοι σε μιαν αθεράπευτη ατέλεια), ακόμη και αν μαθαίνουμε βαθμιαία να αποκρύπτουμε ή να αμβλύνουμε αυτήν την ανάγκη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είμαστε όλοι σε διαρκή ανταγωνισμό για την ίδια αναγνώριση.
Είναι η ίδια η πράξη της αναγνώρισης του άλλου αυτή που επιφέρει την ανταπόδοσή της: ο άλλος με αναγνωρίζει ως εκείνον που μπορεί να τον αναγνωρίσει. Δεν είναι μόνον το παιδί που επωφελείται από το βλέμμα της μητέρας του. Και η μητέρα, με τη σειρά της, αναγνωρίζεται χάρη στο ίδιο αίτημα του παιδιού της.
Χρειάζομαι την αναγνώριση, αλλά ακόμη περισσότερο χρειάζομαι να έχει κάποιος ανάγκη από τη δική μου αναγνώριση. Αυτή είναι η βάση πάνω στην οποία θα μπορούσαμε έπειτα να οικοδομήσουμε τη συνεργασία μας. Ποιες πρακτικές συνέπειες θα μπορούσε να αντλήσει ο εκπαιδευτικός από αυτή τη διαπίστωση; Είναι σχετικά εύκολο να διαγνώσουμε ορισμένες συνέπειες, που θα μπορούσαμε να πούμε ότι έχουν αποφασιστική σημασία.
Οι συμπεριφορές μας είναι κοινωνικές, αλλά οι πλέον συνήθεις τρόποι σκέψης μας δεν υπολογίζουν ορθά αυτό το δεδομένο. Οι τρόποι σκέψης μας όμως επηρεάζουν με τη σειρά τους τις συμπεριφορές μας.
Εξαιτίας του ότι ακούμε να λένε ότι ζούμε σε μια κατάσταση πολέμου όλων εναντίον όλων, ότι η ζωή του ανθρώπου διέπεται από την αρχή της απόλαυσης, ότι η βούληση για δύναμη είναι το κρυφό κίνητρο όλων των ενεργειών μας, θα καταλήξουμε να μοιάζουμε σε αυτήν την εικόνα.
Χρειάζεται να καταπολεμάμε αυτά τα στερεότυπα και να θυμίζουμε αυτό που καθένας μας μπορεί να παρατηρήσει γύρω του: οι ανθρώπινες υπάρξεις ζουν χάρη στις μεταξύ τους σχέσεις και αλληλεπιδράσεις.
Είναι πιο δύσκολο να πούμε από την αρχή ποιες μπορεί να είναι οι εποικοδομητικές συνέπειες αυτής της πιο ρεαλιστικής αντίληψης του ανθρώπου. Κι εγώ, που δεν είμαι επαγγελματίας εκπαιδευτικός, θα απέφευγα να παραστήσω κάποιον που παραδίδει μαθήματα. Μπορούμε να υποδείξουμε ότι πρέπει να επωφεληθούμε από την αμοιβαία μας εξάρτηση.
Οι μαθητές είναι, όπως κι ο καθένας μας, σε αναζήτηση της αναγνώρισης της ύπαρξής τους. Η καλύτερη όμως αναγνώριση προέρχεται από αυτό που σας ζητάει να αναγνωρίσετε κάποιος άλλος.
Ολοι μας έχουμε ανάγκες, αλλά η πιο έντονη ανάγκη είναι κάποιος να μας έχει ανάγκη. Το να δίνεις σε ανταμείβει περισσότερο από το να καταναλώνεις. Οχι επειδή το ένα είναι πιο ηθικό από το άλλο, αλλά επειδή το όφελος είναι πραγματικά μεγαλύτερο. Χρειάζεται να γίνουμε ικανοί να αντιλαμβανόμαστε αυτό το όφελος και ο εκπαιδευτικός σίγουρα μπορεί να συμβάλει σ’ αυτό.
πηγή efsyn