Κρησφύγετο στο μέλλον
Του Περικλή Κοροβέση
Στην αρχαία Αθήνα δεν μπορούσες να είσαι πολίτης, αν ταυτόχρονα δεν ήσουν και οπλίτης. Και από άποψη ορθογραφίας είναι ένας ελάχιστος αναγραμματισμός. Εξαρτάται πού θα βάλεις το όμικρον. Πριν ή μετά το πι. Το νόημα δεν αλλάζει. Απλά οι λειτουργίες αλλάζουν. Στην περίπτωση του πολίτη, όπλο είναι ο λόγος. Στον οπλίτη λόγος είναι το όπλο του. Γιατί μόνον έτσι θα καταλάβει ο εχθρός.
Αλλά ο σκοπός είναι ίδιος. Ο ελεύθερος πολίτης υπεράσπιζε τις αξίες του. Ο μισθοφόρος τον μισθό του. Και έτσι μπορούμε να καταλάβουμε τον Μαραθώνα και τους άλλους μαραθώνιους αγώνες που έκανε η ανθρωπότητα. Και μια μικρή λεπτομέρεια. Η ασπίδα του οπλίτη δεν ήταν για τον εαυτό του. Αλλά για τον διπλανό του. Με το δεξί χέρι πολεμούσε και με το αριστερό χέρι που είχε την ασπίδα υπεράσπιζε τον σύντροφό του. Η φιλότης ήταν η υπέρτατη αρετή.
Αλλά ο πολίτης είχε και άλλες «αγγαρείες». Τη μια έπρεπε να είναι βουλευτής, την άλλη δικαστής και στην καθημερινή του ζωή αγρότης ή τεχνίτης. Και όλα αυτά γίνονταν αγόγγυστα. Και γιατί γίνονταν όλα αυτά; Ηταν μια προχρονολογημένη απάντηση στο αίτημα των Ινδιάνων της εξεγερμένης Τσιάπας, στο μακρινό Μεξικό: Δεν θέλουμε την εξουσία. Θέλουμε εξουσία. Και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι θα απαντούσαν:
Εχουμε την εξουσία. Δεν μας χρειάζεται καμιά άλλη εξουσία πάνω από τα κεφάλια μας. Γιατί αυτό θα είναι Τυραννία. Αυτά μοιάζουν παραμύθια. Και όμως, αυτή ήταν η ιστορική πραγματικότητα εδώ και 2.500 χρόνια. Και εμείς που λεγόμαστε Ελληνες την αγνοούμε.
Σήμερα όλοι μιλάμε για κρίση. Οικονομική, πολιτική, κοινωνική, πνευματική, κρίση του συστήματος, κρίση των κομμάτων. Ολοι μάς πρόδωσαν. Ολα τα κόμματα είναι ίδια. Τι Ν.Δ., τι ΠΑΣΟΚ, τι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. Να μην ξεχνάμε βέβαια τους κακούς Αμερικανούς και τους μοχθηρούς Ευρωπαίους που μας κατάντησαν αποικία τους και χάσαμε κάθε ανεξαρτησία. Ολοι φταίνε εκτός από μας, που είμαστε καθ’ έξιν θύματα. Γιατί εμείς οι φτωχοί δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Για να δούμε τα πράγματα λίγο πιο λεπτομερειακά: Οι ΗΠΑ ή η Ε.Ε. έκαναν εισβολή και επέβαλαν ένα κατοχικό καθεστώς; ‘Η μήπως μια ελληνική κυβέρνηση, με τη δική της θέληση -και φυσικά για το αμοιβαίο συμφέρον των δύο συμβαλλόμενων μερών- υπέγραφε φαρδιά-πλατιά τα πάντα; Δεν έχουν ευθύνη αυτές οι κυβερνήσεις;
Απολογήθηκε ποτέ καμιά κυβέρνηση, έστω και σε επίπεδο αυτοκριτικής ή ακόμα και σε επίπεδο απολογισμού λαθών; Πάντα τα λάθη είναι των άλλων. Και αυτές τις κυβερνήσεις ποιος τις εξέλεξε; Περίπου το 35-40% του εκλογικού σώματος απέχει. Αρα μιλάμε για κυβερνήσεις μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού, αλλά όχι όλου του λαού, που αφήνει απ’ έξω μια τεράστια μειοψηφία που μετράει σε εκατομμύρια. Αυτές οι κυβερνήσεις, και όταν ακόμα πάρουν την πλειοψηφία των ψηφισάντων, είναι μειοψηφία στον κορμό των εγγεγραμμένων. Τα πραγματικά ποσοστά των κομμάτων είναι περίπου τα μισά από αυτό που διεκδικούν.
Η αρχή της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας είναι πως η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία ελέγχει. Στην πράξη είναι ακριβώς το αντίθετο. Η μειοψηφία κυβερνά, ένα μέρος της αντιπολιτεύεται και η πλειοψηφία απέχει. Αυτό δεν είναι ολιγαρχία; Και όταν ψηφίζουμε τέτοια καθεστώτα, εμάς δεν μας χρειάζονται και δεν μας υπολογίζουν. Θα μας χρειαστούν για κορόιδα στις επόμενες εκλογές για να νομιμοποιήσουμε τα συμφέροντα της εξουσίας.
Λογικά, λοιπόν, δεν μας φταίει κανείς. Εμείς μόνοι μας ψηφίζουμε τις συμφορές μας. Μήπως το πραγματικό μας πρόσωπο πρέπει να το ψάξουμε στον τηλεοπτικό μας καθρέφτη και να δούμε πως είμαστε τα μεγάλα ποσοστά τηλεθέασης του «Survivor»; Μήπως κατοικούμε στα πρωινάδικα και το βράδυ για ξεκούραση, όταν η οικογένεια πάει για ύπνο, βλέπουμε κάποια τσόντα; ‘Η ίσως το Τζόκερ, που μοιράζει εκατομμύρια, θα διαλέξει εμάς, ως τον περιούσιο παίκτη; Και το αυτοκίνητό μας, εικονοστάσι. Αν τα παραπάνω ισχύουν, τότε ο ναζισμός έχει έτοιμη τη βάση του.
Και φυσικά δεν θα κατέβει με σύνθημα: «Δημιουργήστε ένα και δύο και τρία Αουσβιτς», αλλά θα φωνάζει: «Κάτω το σάπιο καθεστώς της φαυλοκρατίας» και «έξω οι ξένοι που μολύνουν τη φυλή μας». Αλλά προσοχή. Οχι όλοι οι ξένοι που είναι τουρίστες, αλλά μόνον αυτοί που είναι κυνηγημένοι, αδύναμοι και απροστάτευτοι. Ολοι όσοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Μας λένε πως οι πρόσφυγες, οι κυνηγημένοι και οι ανήμποροι, με διαφορετικές καταβολές, πολιτισμό και θρησκεία θα αλλάξουν τον πολιτισμό μας. Αυτό ποτέ και πουθενά δεν έγινε. Παράδειγμα οι ΗΠΑ. Δεκάδες πολιτισμοί και κουλτούρες αφομοιώθηκαν και ίσως έφεραν τις ΗΠΑ σήμερα στην πρώτη γραμμή της σκέψης και της δημιουργίας. Οι ΗΠΑ δεν είναι μόνο Τραμπ.
Αλλά τι κάνουμε εμείς που δεν ανήκουμε σε αυτή την κατηγορία; Ο,τι κάνουν και τα κυνηγημένα ζώα. Βρίσκουμε καταφύγιο στο μέλλον, που θα το χτίσουμε από τώρα, με μικρές κινήσεις, αλλά σταθερές. Και θα κελαηδάμε, γιατί έτσι αναπνέουμε.
Στην αρχαία Αθήνα δεν μπορούσες να είσαι πολίτης, αν ταυτόχρονα δεν ήσουν και οπλίτης. Και από άποψη ορθογραφίας είναι ένας ελάχιστος αναγραμματισμός. Εξαρτάται πού θα βάλεις το όμικρον. Πριν ή μετά το πι. Το νόημα δεν αλλάζει. Απλά οι λειτουργίες αλλάζουν. Στην περίπτωση του πολίτη, όπλο είναι ο λόγος. Στον οπλίτη λόγος είναι το όπλο του. Γιατί μόνον έτσι θα καταλάβει ο εχθρός.
Αλλά ο σκοπός είναι ίδιος. Ο ελεύθερος πολίτης υπεράσπιζε τις αξίες του. Ο μισθοφόρος τον μισθό του. Και έτσι μπορούμε να καταλάβουμε τον Μαραθώνα και τους άλλους μαραθώνιους αγώνες που έκανε η ανθρωπότητα. Και μια μικρή λεπτομέρεια. Η ασπίδα του οπλίτη δεν ήταν για τον εαυτό του. Αλλά για τον διπλανό του. Με το δεξί χέρι πολεμούσε και με το αριστερό χέρι που είχε την ασπίδα υπεράσπιζε τον σύντροφό του. Η φιλότης ήταν η υπέρτατη αρετή.
Αλλά ο πολίτης είχε και άλλες «αγγαρείες». Τη μια έπρεπε να είναι βουλευτής, την άλλη δικαστής και στην καθημερινή του ζωή αγρότης ή τεχνίτης. Και όλα αυτά γίνονταν αγόγγυστα. Και γιατί γίνονταν όλα αυτά; Ηταν μια προχρονολογημένη απάντηση στο αίτημα των Ινδιάνων της εξεγερμένης Τσιάπας, στο μακρινό Μεξικό: Δεν θέλουμε την εξουσία. Θέλουμε εξουσία. Και οι αρχαίοι ημών πρόγονοι θα απαντούσαν:
Εχουμε την εξουσία. Δεν μας χρειάζεται καμιά άλλη εξουσία πάνω από τα κεφάλια μας. Γιατί αυτό θα είναι Τυραννία. Αυτά μοιάζουν παραμύθια. Και όμως, αυτή ήταν η ιστορική πραγματικότητα εδώ και 2.500 χρόνια. Και εμείς που λεγόμαστε Ελληνες την αγνοούμε.
Σήμερα όλοι μιλάμε για κρίση. Οικονομική, πολιτική, κοινωνική, πνευματική, κρίση του συστήματος, κρίση των κομμάτων. Ολοι μάς πρόδωσαν. Ολα τα κόμματα είναι ίδια. Τι Ν.Δ., τι ΠΑΣΟΚ, τι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛΛ. Να μην ξεχνάμε βέβαια τους κακούς Αμερικανούς και τους μοχθηρούς Ευρωπαίους που μας κατάντησαν αποικία τους και χάσαμε κάθε ανεξαρτησία. Ολοι φταίνε εκτός από μας, που είμαστε καθ’ έξιν θύματα. Γιατί εμείς οι φτωχοί δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Για να δούμε τα πράγματα λίγο πιο λεπτομερειακά: Οι ΗΠΑ ή η Ε.Ε. έκαναν εισβολή και επέβαλαν ένα κατοχικό καθεστώς; ‘Η μήπως μια ελληνική κυβέρνηση, με τη δική της θέληση -και φυσικά για το αμοιβαίο συμφέρον των δύο συμβαλλόμενων μερών- υπέγραφε φαρδιά-πλατιά τα πάντα; Δεν έχουν ευθύνη αυτές οι κυβερνήσεις;
Απολογήθηκε ποτέ καμιά κυβέρνηση, έστω και σε επίπεδο αυτοκριτικής ή ακόμα και σε επίπεδο απολογισμού λαθών; Πάντα τα λάθη είναι των άλλων. Και αυτές τις κυβερνήσεις ποιος τις εξέλεξε; Περίπου το 35-40% του εκλογικού σώματος απέχει. Αρα μιλάμε για κυβερνήσεις μιας μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού, αλλά όχι όλου του λαού, που αφήνει απ’ έξω μια τεράστια μειοψηφία που μετράει σε εκατομμύρια. Αυτές οι κυβερνήσεις, και όταν ακόμα πάρουν την πλειοψηφία των ψηφισάντων, είναι μειοψηφία στον κορμό των εγγεγραμμένων. Τα πραγματικά ποσοστά των κομμάτων είναι περίπου τα μισά από αυτό που διεκδικούν.
Η αρχή της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας είναι πως η πλειοψηφία κυβερνά και η μειοψηφία ελέγχει. Στην πράξη είναι ακριβώς το αντίθετο. Η μειοψηφία κυβερνά, ένα μέρος της αντιπολιτεύεται και η πλειοψηφία απέχει. Αυτό δεν είναι ολιγαρχία; Και όταν ψηφίζουμε τέτοια καθεστώτα, εμάς δεν μας χρειάζονται και δεν μας υπολογίζουν. Θα μας χρειαστούν για κορόιδα στις επόμενες εκλογές για να νομιμοποιήσουμε τα συμφέροντα της εξουσίας.
Λογικά, λοιπόν, δεν μας φταίει κανείς. Εμείς μόνοι μας ψηφίζουμε τις συμφορές μας. Μήπως το πραγματικό μας πρόσωπο πρέπει να το ψάξουμε στον τηλεοπτικό μας καθρέφτη και να δούμε πως είμαστε τα μεγάλα ποσοστά τηλεθέασης του «Survivor»; Μήπως κατοικούμε στα πρωινάδικα και το βράδυ για ξεκούραση, όταν η οικογένεια πάει για ύπνο, βλέπουμε κάποια τσόντα; ‘Η ίσως το Τζόκερ, που μοιράζει εκατομμύρια, θα διαλέξει εμάς, ως τον περιούσιο παίκτη; Και το αυτοκίνητό μας, εικονοστάσι. Αν τα παραπάνω ισχύουν, τότε ο ναζισμός έχει έτοιμη τη βάση του.
Και φυσικά δεν θα κατέβει με σύνθημα: «Δημιουργήστε ένα και δύο και τρία Αουσβιτς», αλλά θα φωνάζει: «Κάτω το σάπιο καθεστώς της φαυλοκρατίας» και «έξω οι ξένοι που μολύνουν τη φυλή μας». Αλλά προσοχή. Οχι όλοι οι ξένοι που είναι τουρίστες, αλλά μόνον αυτοί που είναι κυνηγημένοι, αδύναμοι και απροστάτευτοι. Ολοι όσοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα. Μας λένε πως οι πρόσφυγες, οι κυνηγημένοι και οι ανήμποροι, με διαφορετικές καταβολές, πολιτισμό και θρησκεία θα αλλάξουν τον πολιτισμό μας. Αυτό ποτέ και πουθενά δεν έγινε. Παράδειγμα οι ΗΠΑ. Δεκάδες πολιτισμοί και κουλτούρες αφομοιώθηκαν και ίσως έφεραν τις ΗΠΑ σήμερα στην πρώτη γραμμή της σκέψης και της δημιουργίας. Οι ΗΠΑ δεν είναι μόνο Τραμπ.
Αλλά τι κάνουμε εμείς που δεν ανήκουμε σε αυτή την κατηγορία; Ο,τι κάνουν και τα κυνηγημένα ζώα. Βρίσκουμε καταφύγιο στο μέλλον, που θα το χτίσουμε από τώρα, με μικρές κινήσεις, αλλά σταθερές. Και θα κελαηδάμε, γιατί έτσι αναπνέουμε.
Αναδημοσίευση από: // efsyn