Το δρόμο της ξενιτιάς προτιμά το 4,1% των Ελλήνων
Τον δρόμο της ξενιτιάς σκέφτεται να πάρει τους επόμενους 12 μήνες το 4,1% των Ελλήνων πολιτών, σύμφωνα με την τριμηνιαία έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απασχόληση και την κοινωνική κατάσταση στην Ευρώπη. Ακολουθούν οι Λιθουανοί (3,9%), οι Λετονοί (3,8%), οι Βούλγαροι (3,4%) και οι Ρουμάνοι (2,8%).
Το ποσοστό των Ευρωπαίων πολιτών «με σοβαρές προθέσεις να μεταναστεύσουν εντός των επόμενων 12 μηνών» υπερδιπλασιάστηκε από το 0,5% το 2010 στο 1,2% το 2012.
Σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία, το 2012 ένας στους τέσσερις Έλληνες (24%) επιθυμεί να μεταναστεύσει μόνιμα και το 63% εξ αυτών εντός της ΕΕ. Στην ΕΕ, τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 20% και 44%. Το μεγαλύτερο ποσοστό Ευρωπαίων που επιθυμούν να μεταναστεύσουν μόνιμα καταγράφεται από τους Βρετανούς (29%), ενώ επιθυμούν να μεταναστεύσουν μόνιμα περίπου ένας στους τέσσερεις Βέλγους, Βούλγαρους, Έλληνες, Κύπριους, Ούγγρους, Ιταλούς, Λετονούς, Λιθουανούς και Πορτογάλους.
Επίσης, σημειώνεται ότι από το 2010 ο αριθμός μεταναστών από τον ευρωπαϊκό Νότο προς τη Γερμανία αυξήθηκε κατά 19%, με εντυπωσιακότερη άνοδο το 2012 κατά 8%. Σε απόλυτους αριθμούς, οι μεγαλύτερες αυξήσεις μεταναστών προς τη Γερμανία καταγράφηκαν από τους Ιταλούς και τους Έλληνες.
Ειδικότερα, το διάστημα 2010-2013, οι Έλληνες μετανάστες στη Γερμανία αυξήθηκαν κατά 25%. Καταγράφονται δηλαδή 25.000 περισσότεροι απασχολούμενοι Έλληνες στη Γερμανία (συνολικά απασχολούνται 123,7 χιλιάδες).
Κύριες αιτίες της τάσης φυγής για μια καλύτερη μοίρα η μείωση της απασχόλησης και η εκτίναξη της ανεργίας των νέων, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, σε ορισμένα κράτη μέλη της ΕΕ.
Επισημαίνεται ότι στην Ελλάδα καταγράφεται το υψηλότερο ποσοστό μακροχρόνιων ανέργων, με 16,8% το 2012, καθώς και το υψηλότερο ποσοστό άνεργων νέων, με 60%, τον Φεβρουάριο του 2013.
Τέλος, σύμφωνα με την έκθεση της Επιτροπής, στην Ελλάδα παρατηρείται η μεγαλύτερη μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας (-5,5%) το 2012, σε σχέση με το 2011. Το ίδιο διάστημα το μοναδιαίο κόστος εργασίας στην ΕΕ αυξήθηκε κατά 0,4%. Παράλληλα, οι Έλληνες εμφανίζονται να είναι οι πολίτες της ΕΕ που εργάζονται περισσότερο σε εβδομαδιαία βάση (42,6 ώρες, έναντι 40,6 ώρες που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη).