Συνέντευξη με τον 90χρονο Λεωνίδα Μεντάκη - Μακρόνησος, τόπος βασανιστηρίων
του Γιώργου Κώνστα
«Τι ήταν η Μακρόνησος. Ενας τόπος μαρτυρίου και βασανισμών». Ο 90χρονος Λεωνίδας Μεντάκης από τον Κουρνά Αποκορώνου είναι ένας από τους επιζώντες του στρατοπέδου συγκέντρωσης της Μακρονήσου. Παρότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από εκείνες τις θλιβερές μέρες του εμφυλίου, τα γεγονότα παραμένουν ζωντανά στη μνήμη του κ. Λεωνίδα.
Στην κατοχή εντάσσεται στην ΕΠΟΝ και στη συνέχεια στο ΕΑΜ - ΕΛΑΣ ως εφεδρικός, μετά τον πόλεμο καλείται η κλάση του να υπηρετήσει στον στρατό.
«Είπα να αρνηθώ γιατί δεν ήθελα να πολεμήσω τους αντάρτες. Για 3 μήνες κρυβόμουν στα βουνά μαζί με άλλους. Στη συνέχεια έβγαλε μία ανακοίνωση η κυβέρνηση για τους ανυπότακτους ότι, αν παρουσιαστούν, δεν θα υποστούν συνέπειες. Παρουσιάστηκα, λοιπόν, αρχικά στο Κέντρο Νεοσυλλέκτων στο Ηράκλειο και από εκεί με απέσπασαν στο Μεσολόγγι. Εκεί έμεινα περίπου 20 μέρες. Εκεί γινόταν η διαλογή για κάθε στρατιώτη για το 'τι καπνό φουμάρει;'. Ηρθαν τα χαρτιά μου από την Κοινότητα και έλεγαν για τα πολιτικά μου φρονήματα. Με κάλεσαν στο γραφείο, όπως τον καθένα. 'Θέλεις να πολεμήσεις τους συμμορίτες;', με ρώτησαν, 'Οχι', απάντησα. 'Γιατί;', με ρώτησαν. 'Γιατί ο αδελφός μου είναι στην αντίθετη παράταξη, δεν θέλω να κάνω πόλεμο με τον αδελφό και τον συγγενή μου'. Δεν ήθελαν άλλη απάντηση, μου χίμηξαν οι ραβδούχοι που ήταν μέσα στο δωμάτιο και με κτυπούσαν μέχρι να μείνω λιπόθυμος. Την επομένη σε κακή κατάσταση από το ξύλο μας έβαλαν σε ένα φορτηγό και μας πήγαν στη Μακρόνησο».
Στη Μακρόνησο ο κ. Λεωνίδας τοποθετήθηκε στο 2ο τάγμα σκαπανέων. Χιλιάδες στρατιώτες 'ύποπτου' πολιτικού φρονήματος κρατούνταν στο νησί κάτω από φοβερά βασανιστήρια.
Η ΖΩΗ ΣΤΟ ΚΑΤΕΡΓΟ
Η καθημερινότητα ήταν εφιαλτική για τους χιλιάδες κρατούμενους στην ουσία που έμεναν σε σκινέ στο αφιλόξενο νησί που δεν έχει δέντρα, παρά μόνο άμμο και πέτρα. «Υπήρχε ένα βάρβαρο σύστημα τιμωριών, πέρα από το καθημερινό ξύλο και τα βασανιστήρια για ασήμαντη αφορμή, κυρίως τα βράδια στις χαράδρες του νησιού. Προσπαθούσαν για την ηθική και σωματική εξόντωσή μας», θυμάται ο κ. Μεντάκης. Πολλά τα χαρακτηριστικά συμβάντα που έχουν παραμείνει στη μνήμη του συνομιλητή μας. «Φτιάχναμε ασβεστοκάμινα για τα κτήρια που θα φιλοξενούσαν το στρατόπεδο. Κάθε ομάδα έπρεπε να μαζέψει ξύλα. Μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα έπρεπε να βρεις ξύλα, δεν έβρισκες οι αλφαμίτες, οι ραβδούχοι σε ξυλοφόρτωναν άγρια. Είχαμε πάλι τενεκεδάκια με τα οποία μαζεύαμε άμμο από τις παραλίες για να τη χρησιμοποιήσουν για λάσπη για τα κτήρια που φτιάχναμε. Οι ακτές της Μακρονήσου είναι γεμάτες βράχια, δύσκολα έβρισκες την άμμο. Αν δεν γύριζες με γεμάτο το τενεκάκι, σε έβγαζαν από τη γραμμή οι αλφαμίτες και σε έδερναν. Το πιο γνωστό από τα βασανιστήρια ήταν το κουβάλημα της πέτρας. Καθημερινά μας έβαζαν να κουβαλάμε τεράστιες πέτρες από τη μια πλευρά του νησιού στην άλλη. Τις ρίχναμε λέει στη θάλασσα για να γίνει δρόμος προς το Λαύριο. Τρίχες! Καθαρό βασανιστήριο για να μας εξοντώσουν. Οσο ήσουν βέβαια στη Μακρόνησο απαγορεύονταν να μιλάς στον διπλανό σου. Αλλοίμονό σου αν σε έβλεπαν οι φύλακες, οι αλφαμίτες. Πήγαινες κατευθείαν στις χαράδρες...».
Οι χαράδρες σε διάφορα σημεία του νησιού ήταν οι χώροι που χρησιμοποιούνταν για βασανιστήρια, τις βραδινές κυρίως ώρες. Πολλοί ήταν αυτοί που έχασαν τη ζωή τους εκεί, άλλοι έμειναν ανάπηροι και εκατοντάδες αυτοί που έχασαν τα λογικά τους. Οσο για τους φύλακες και τους αλφαμίτες «η συντριπτική πλειοψηφία ήταν εγκληματικά στοιχεία από τις φυλακές, πρώην στελέχη των ταγμάτων ασφαλείας, ναρκομανείς, άνθρωποι του περιθωρίου».
Ο διοικητής του τάγματος Τζανετάτος, όπως και άλλοι διοικητές της Μακρονήσου, δεν δικάστηκαν για τα εγκλήματά τους, τα οποία εκτελούσαν έτσι και αλλιώς με εντολές της εμφυλιακής κυβέρνησης, αλλά για οικονομικές ατασθαλίες και κλοπή χρημάτων.
ΝΕΡΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ
Οσο για τη διατροφή των κρατουμένων, ελάχιστη, ίσα - ίσα για να μένουν στη ζωή. «Εβαζαν σε ένα καζάνι 3 - 4 φασόλες, ένα φυλλαράκι φρύο, το έβραζαν και μας έδιναν το ζουμί. Αυτό ήταν το κυρίως φαγητό μας. Είχαμε σοβαρό πρόβλημα με το πόσιμο νερό. Ενα παγουράκι είχε ο καθένας μας. Το νερό το έφερναν με υδροφόρα από το Λαύριο, αλλά τις περισσότερες φορές δεν πινόταν γι’ αυτό και περάσαμε πολλές δίψες, όταν δε είχε θαλασσοταραχή και έκανε ημέρες να έρθει το πλοίο τροφοδοσίας, δεν τρώγαμε και τίποτα. Ηταν και μέρες που το φαγητό ήταν αλμυρό, ενώ δεν μας έδιναν νερό. Δεν ξέρω αν το έκαναν επίτηδες, αλλά γινόταν. Οσο για τους αλφαμίτες, του αξιωματικούς, αυτοί έτρωγαν πλουσιοπάροχα...».
Η ΕΞΟΔΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΤΑ
Για έναν χρόνο έμεινε ο κ. Μεντάκης στη Μακρόνησο. Δήλωση μετανοίας με την οποία αποκήρυζε την ιδεολογία του δεν υπέγραψε ώστε να φύγει από το νησί και να πάει σε μάχιμη μονάδα που πολεμούσε τους αντάρτες. Πώς έφυγε; «Μέσα στις σκηνές μας στοίβαζαν. Θα χωρούσαν ίσα - ίσα 20 άτομα, μας έβαζαν 25 και 30 άτομα. Εγώ κοιμόμουν στον διάδρομο με μια κουβέρτα κάτω πάνω στις πλάκες του διαδρόμου άλλη μια πάνω μου. Εκεί έπαθα πλευρίτιδα, δεν μπορούσα να αναπνεύσω καλά - καλά. Ημουν σε κακή κατάσταση και μου έδωσαν απολυτήριο προς τα τέλη του ’49», λέει.
Ως πολίτης γύρισε στο χωριό του στον Κουρνά. Εκεί οι ενοχλήσεις ήταν καθημερινές από την Αστυνομία για να παρουσιαστεί άνευ λόγου στο Τμήμα, το ίδιο και οι ανακρίσεις, ενώ για να διαβάσει εφημερίδα μόνο στα κρυφά. Στη συνέχεια έφυγε μετανάστης στη Γερμανία, γύρισε και δούλεψε για χρόνια οικοδόμος στην Αθήνα και τα τελευταία χρόνια επέστρεψε στον τόπο καταγωγής του. «Είμαι υπερήφανος που τα πέρασα όλα αυτά. Ηρθα με το πόδι μου στον τάφο, αλλά δεν άλλαξα πιστεύω. Παραμένω κομμουνιστής», λέει σήμερα.
Αν εσείς καταλαμβάνατε την εξουσία μετά τον πόλεμο, δεν θα είχατε και εσείς στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους αντιπάλου σας, δεξιούς, αστούς είναι το ερώτημά μας. «Προσωπικά δεν ήταν αυτή η επιθυμία μου. Ανθρωποι είναι όλοι. Δεν μπορώ να δεχθώ τα βασανιστήρια για κανένα ούτε για τους βασανιστές μας», είναι τα λόγια του κ. Λεωνίδα.
Υπήρχαν και άνθρωποι
Μέσα σε όλη αυτή τη βαρβαρότητα υπήρξαν και στιγμές που ο άνθρωπος νίκησε. «Είχαν φέρει ως αλφαμίτη έναν χωριανό μου, έναν Ζυμβραγουδάκη, παλληκάρι. Τον έβαλαν να δείρει κάποιους κρατούμενος. Αυτός τους είπε ότι δεμένους δεν δέρνει. Τους έλυσαν και του είπαν να τους κτυπήσει. 'Τι μου έκανε αυτός ο άνθρωπος για να το κτυπήσω; Εγώ δεν είμαι γι’ αυτές τις δουλειές, γυρίστε με στο προηγούμενο πόσο μου. Ηταν ένας Ζυμβραγουδάκης, τον γνώρισα μετά την εξορία, παλληκάρι πραγματικό», λέει ο κ. Μεντάκης.
Ανάμεσα στους χιλιάδες κρατούμενους της Μακρονήσου, άνθρωποι των γραμμάτων και του πνεύματος, όπως ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης από την Κίσαμο, ο σκηνοθέτης Κούνδουρος, ο ηθοποιός Θανάσης Βέγγος, ο Απόστολος Σάντας, που μαζί με τον Γλέζο είχαν κατεβάσει τη ναζιστική σημαία από την Ακρόπολη και πάρα πολλοί άλλοι.
Πηγή: εφημερίδα Χανιώτικα Νέα