Σύροι πρόσφυγες περιμένουν να καταγραφούν στα περίχωρα της πόλης Arsal στο Λίβανο

Χιλιάδες άνθρωποι αψηφούν το ψύχος για να γλιτώσουν από τη σύγκρουση στη Συρία και να φτάσουν στο Λίβανο

 
Ο Μοχάμεντ, ένας οικοδόμος από την πόλη Χομς της δυτικής Συρίας, είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει το σπίτι του έξι φορές από την έναρξη της κρίσης στη χώρα το Μάρτιο του 2011. Μέχρι πρόσφατα, είχε καταφέρει να παραμείνει εντός των συνόρων της πατρίδας του.
 
Ωστόσο, ο νέος κύκλος βίας που ξεκίνησε την περασμένη εβδομάδα ισοπέδωσε το τελευταίο κατάλυμά του και τον οδήγησε να διασχίσει 40 χλμ. σε ορεινή περιοχή για να περάσει στο Λίβανο, μαζί τους επιζώντες της ευρύτερης οικογένειάς του. «Χάσαμε την πατρίδα μας, χάσαμε τα πάντα», δήλωσε σε μια αίθουσα γαμήλιων τελετών στην πόλη Arsal , όπου κατέφυγε μαζί με άλλες περίπου 60 οικογένειες από τη Συρία. «Δεν υπάρχει ασφάλεια στη Συρία», πρόσθεσε.
 
Ο Μοχάμεντ ανήκει στο τελευταίο κύμα προσφύγων που τράπηκαν σε φυγή λόγω του πολέμου στη Συρία. Πάνω από 1.200 οικογένειες, ή 6.000 άνθρωποι, έφτασαν την περασμένη εβδομάδα στην πόλη Arsal της κοιλάδας Μπεκάα, για να προστεθούν στα περισσότερα από 800.000 άτομα που έχουν μεταβεί στο Λίβανο για να ξεφύγουν από τις συγκρούσεις. Πολλές οικογένειες εγκαταλείπουν  την περιοχή γύρω από το Qalamoun, όπου διαμένουν περίπου 200.000 άνθρωποι. Καθώς η βία συνεχίζεται, οι κάτοικοι της Arsal φοβούνται ότι ακόμη περισσότεροι πρόσφυγες θα καταφθάσουν σε αυτή τις επόμενες ημέρες.
 
Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες (Υ.Α.) και οι εταίροι της προσφέρουν προσωρινά καταλύματα, κουβέρτες, θερμαντικά σώματα και άλλα είδη, για να βοηθήσουν τις οικογένειες να επιβιώσουν. Οι καιρικές συνθήκες είναι ιδιαίτερα δυσχερείς. Τη Δευτέρα, 18 Νοεμβρίου, έπεφτε παγωμένη βροχή, ενώ οι προβλέψεις κάνουν λόγο για έναν από τους σκληρότερους χειμώνες των τελευταίων ετών. Σε ολόκληρο το Λίβανο καθίσταται όλο και πιο επείγουσα η εύρεση καταλύματος για εκείνους που έχουν επιτακτική ανάγκη.
 
«Επιχειρούμε άμεσα να ικανοποιήσουμε τις ανάγκες που υπάρχουν εδώ, στην Arsal», δήλωσε η Maeve Murphy, υπεύθυνη συντονισμού στο πεδίο της Υ.Α., η οποία ανταποκρίνεται στην κρίση. «Συνεργαζόμαστε με τους εταίρους μας... για να δούμε πώς μπορούν να [υποστηρίξουν] άτομα που διαμένουν σε μέρη όπως υπόγεια και τα γκαράζ, τα οποία δεν είναι κατάλληλα γι’ αυτές τις καιρικές συνθήκες, καθώς, όπως μπορείτε να δείτε, βρέχει και έχει κρύο». Την Τρίτη, 19 Νοεμβρίου, η Υ.Α. ξεκίνησε την ανέγερση σκηνών σε ένα μικρό διαμετακομιστικό κέντρο «για τα πλέον ευάλωτα άτομα… μέχρι να τους βρούμε καλύτερη τοποθεσία», όπως σημείωσε η κ. Murphy.
 
H Arsal, στην οποία καταφθάνουν οι νέοι πρόσφυγες, είναι ιδιαίτερα επιβαρυμένη. Ακόμη και πριν από την έναρξη της τελευταίας εισροής, οι περισσότεροι από 30 μήνες πολέμου είχαν οδηγήσει στην αύξηση του πληθυσμού της, από 40.000 άτομα εν καιρώ ειρήνης σε 60.000 άτομα. Πρόκειται για αύξηση της τάξης του 50%.  
 
Όπως ο Mohammed και οι συγγενείς του, πολλές οικογένειες είχαν εκτοπιστεί και στο παρελθόν. Περίπου το 80% των οικογενειών προέρχεται από την πόλη Χομς. «Ένας Θεός ξέρει πού θα μας οδηγήσει αυτός ο πόλεμος την επόμενη φορά», είπε αναστενάζοντας μια μητέρα από τη Συρία, η οποία είχε ήδη τραπεί σε φυγή από δύο πόλεις, πριν εγκλωβιστεί από τις συγκρούσεις στην πόλη Qarah της περιοχής Qalamoun.
 
Πολλοί από τους νεοαφιχθέντες έχουν χάσει μέλη της οικογένειάς τους. Ο Mohammed έχει μαζί του δύο παιδιά που έχασαν τους γονείς τους στον πόλεμο , καθώς κι ένα μικρό κορίτσι του οποίου ο πατέρας αγνοείται. Όπως αναφέρει, ο ίδιος έχει χάσει τα ίχνη του θείου και της γιαγιάς του. «Ξεκινήσαμε να ψάχνουμε γι’ αυτούς, αλλά δεν μπορέσαμε να τους βρούμε.  Οι άνθρωποι δεν μπορούν να βρουν ο ένας τον άλλο σε αυτόν τον τόπο», δήλωσε.
 
Οι πρόσφυγες συνωστίζονται σε τέσσερα συλλογικά καταλύματα, μεταξύ των οποίων βρίσκεται μια αίθουσα γαμήλιων τελετών και ένα τοπικό τζαμί. Η Υ.Α. και οι εταίροι της τους προσφέρουν δέματα με τρόφιμα, μαγειρικά σκεύη και είδη προσωπικής υγιεινής, για να τους βοηθήσουν με το πλύσιμο και το μαγείρεμα. Παράλληλα, διεξάγονται εργασίες μόνωσης τοπικών κτηρίων από την υγρασία και το κρύο.
 
Οι τραυματίες πολέμου και οι έγκυες λαμβάνουν βοήθεια με προτεραιότητα. Η 24χρονη Aisha είναι έγκυος οχτώ μηνών και ήθελε απεγνωσμένα να γεννήσει στη Συρία. Έμεινε στην πόλη Qara όσο περισσότερο μπορούσε, μέχρις ότου ξεκίνησαν να πέφτουν οβίδες γύρω από το σπίτι της. Είχε ετοιμάσει ένα δωμάτιο για το μωρό, είχε αγοράσει παιδικά ρούχα και κούνια. Ωστόσο, πριν από λίγες ημέρες, αναγκάστηκε να τα αφήσει όλα πίσω. Πλέον, αποδέχεται ότι το παιδί της θα γεννηθεί πρόσφυγας. Όμως φοβάται για το μέλλον της οικογένειάς της. «Δεν είμαι σίγουρη πού θα ζω αύριο», δήλωσε.
 
Πηγή: Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες - Των Zahra Mackaoui, Lisa Abou Khaled και Dana Sleiman, από την Arsal στο Λίβανο
Τελευταία τροποποίηση στις Παρασκευή, 14/06/2013 - 23:54