Σημαντικά ευρήματα στην υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα της Σαλαμίνας

Σημαντικά ευρήματα στην υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα της Σαλαμίνας

Παρασκευή, 02/08/2024 - 17:42

Συνεχίσθηκε και τον Νοέμβριο-Δεκέμβριο 2023, για όγδοο κατά σειράν έτος, στο πλαίσιο νέου πενταετούς προγράμματος (2023-2027), η υποβρύχια έρευνα στις ανατολικές ακτές της Σαλαμίνας από το Ινστιτούτο Εναλίων Αρχαιολογικών Ερευνών (ΙΕΝΑΕ), με τη συνδρομή της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ) του ΥΠΠΟ, υπό την διεύθυνση του Γιάννου Γ. Λώλου, ομότιμου καθηγητή Προϊστορικής Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και μέλους του ΔΣ του ΙΕΝΑΕ, και της Δρος Αγγελικής Γ. Σίμωσι, προϊσταμένης της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων, με κύρια συνεργάτιδα την Δρα Χριστίνα Μαραμπέα, ως υπεύθυνη πεδίου και τεκμηρίωσης, και τον Νίκο Γκόλφη, ως τεχνικό υπεύθυνο, και με τη συμμετοχή αρχαιολόγων, άλλων ειδικών και τεχνικών. 

Όπως αναφέρει σημερινή ανακοίνωση του ΥΠΠΟ, πρόκειται για την πρώτη υποβρύχια έρευνα διεπιστημονικού χαρακτήρα, που διεξάγεται (από το 2016) συστηματικά από ελληνικούς φορείς, σε χώρους του ιστορικού Στενού της Σαλαμίνας, συγκεκριμένα στη θαλάσσια περιοχή Αμπελακίου-Κυνοσούρας. Η υποβρύχια έρευνα του 2023 διενεργήθηκε με επιτυχία από 12μελή ομάδα και εξελίχθηκε στη βορειοδυτική πλευρά του σημερινού Όρμου του Αμπελακίου, όπου ερευνώνται εντατικά, τα τελευταία χρόνια, καταποντισμένα λείψανα της Κλασικής πόλης της Σαλαμίνας στη νότια πλευρά της Χερσονήσου Πούντα.

Τι έχει εντοπιστεί 

Στα υπολείμματα περιλαμβάνονται μεγάλα τμήματα του επιθαλάσσιου τείχους πάχους 3-4 μ., ενισχυμένου με πύργους, καθώς και μέρη άλλων δημοσίων ισχυρών κατασκευών. Με βάση τα αποτελέσματα των ερευνών των προηγούμενων ετών, η πορεία του τείχους αυτού (του 4ου αι. π.Χ.) έχει πλέον διακριβωθεί.

Κατά το 2023 συνεχίσθηκε, στον βορειοδυτικό μυχό του σημερινού Όρμου, η ανασκαφική έρευνα ενός μεγάλου μακρόστενου δημοσίου κτηρίου, διευθετημένου στον άξονα Β.-Ν. και εν μέρει καταβυθισμένου, σε περιοχή που περικλείεται από το νότιο και το ανατολικό σκέλος του επιθαλάσσιου τείχους της Κλασικής πόλης.

Η διερεύνηση του καταβυθισμένου τμήματος του κτηρίου, προσαρμοσμένη σε κάναβο με τετράγωνα 4 x4 μ., πραγματοποιήθηκε σε δύσκολο βουρκώδες περιβάλλον με την εφαρμογή, και πάλι, ‘αμφίβιας' ανασκαφικής τεχνικής, η οποία συνδυάζει μεθόδους και πρακτικές της χερσαίας και της υποβρύχιας Αρχαιολογίας και επιτεύχθηκε με την τοποθέτηση ειδικού εύκαμπτου υδατοφράκτη και την χρησιμοποίηση 3 υδραντλιών για την καθημερινή απάντληση των υδάτων και την αφαίρεση των ιζημάτων σε θαλάσσιο πεδίο συνολικής εκτάσεως 190 τ.μ.

υπουργείο Πολιτισμού

Παρουσιάζει χαρακτηριστικά Στοάς

Στη σημερινή θαλάσσια έκταση που ερευνάται -συνεχίζει η ίδια ανακοίνωση- το αποκαλυπτόμενο κτήριο παρακολουθείται σε μήκος 32 μ., έχει πλάτος 6 μ., ενώ είναι βέβαιον ότι συνεχίζει προς τα βόρεια, στον αιγιαλό. Περιλαμβάνει, όπως εμφανίζεται σήμερα, σειρά 6 έως 7 δωματίων, με χώρους ανοικτούς μπροστά, προς τα δυτικά (δηλαδή στην πρόσοψη) και γενικά παρουσιάζει χαρακτηριστικά Στοάς. Το αρχαίο κατάλοιπο, όπως άλλωστε και το τείχος, λεηλατημένο σε πολύ μεγάλο βαθμό από το δομικό υλικό του ήδη από παλαιότερες εποχές, χαρακτηρίζεται από στιβαρούς τοίχους, πάχους 0,50-0,60 μ., κατασκευασμένους από μεγάλες λαξευμένες λιθοπλίνθους, που διατηρούνται σήμερα μόνον σε επίπεδο ενός ή δύο δόμων και εδράζονται σε καλοκτισμένο θεμέλιο/υπόβαθρο.

Με την ολοκλήρωση των ανασκαφικών εργασιών του 2022-2023, από την σειρά των δωματίων στον μακρό άξονα του κτηρίου έχουν ερευνηθεί πλήρως δύο διαδοχικά τετράγωνα δωμάτια (εσωτερικών διαστάσεων 4,7 x4,7 μ.) και δύο ακόμη μερικώς, καθώς και ένας παράπλευρος χώρος, ανοικτός μπροστά, προς τα δυτικά.

Από την τελευταία έρευνα προέκυψαν και δύο στοιχεία στην δυτική παρυφή του κτηρίου με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τμήμα λίθινου αγωγού (πλάτους 0,36 μ.), σε μήκος μέχρι στιγμής 4,15 μ. και σε απόσταση 3,50 μ. παράλληλα προς τον δυτικό μακρό τοίχο του κτηρίου, για την απορροή προφανώς των ομβρίων υδάτων από την στέγη, καθώς και π πιθανή λίθινη πεταλόσχημη βάση κίονος (0,76 x 0,64 μ.), με πάχος 0,40 μ., σε σημείο λίγο νοτιότερα.

Από την ανασκαφική διερεύνηση του μεγάλου δημοσίου κτηρίου προέκυψε πλήθος κινητών ευρημάτων. Συνελέγη μεγάλη ποσότητα κεραμεικής διαφόρων περιόδων, μέρος της οποίας, όμως, κυρίως των Υστερορωμαϊκών/Πρωτοβυζαντινών και Μεσαιωνικών-Νεωτέρων χρόνων, αποτελεί αναμφίβολα ανάμεικτο σωρευμένο υλικό, παρασυρμένο κατά καιρούς από τον ευρύτερο στεριανό χώρο. 

υπουργείο Πολιτισμού

Άφθονα θραύσματα αγγείων

Στα κεραμεικά ευρήματα που σχετίζονται με την λειτουργία του κτηρίου περιλαμβάνονται άφθονα θραύσματα αγγείων διαφόρων κατηγοριών και κεράμων της Κλασικής-Ελληνιστικής περιόδου, ανάμεσά τους πολλά δείγματα Αθηναϊκής μελαμβαφούς κεραμεικής της Ύστερης Κλασικής περιόδου (4ου αι. π.Χ.). Στο φερτό κεραμεικό υλικό εντοπίζονται, μεταξύ άλλων, πολλά όστρακα αμφορέων, πρόχων, ερυθροβαφών πινακίων, 1-2 ακέραιοι λύχνοι και θραύσματα άλλων, των Υστερορωμαϊκών χρόνων (μέχρι και του 6ου αι. μ.Χ.).

Στα υπόλοιπα κινητά ευρήματα από την ανασκαφή συγκαταλέγονται: ενσφράγιστη λαβή Ελληνιστικού εμπορικού αμφορέα, 95 πήλινα αντικείμενα (στην πλειονότητά τους πώματα αμφορέων, αλλά και λίγες αγνύθες και βάρη), 6 χάλκινα αντικείμενα, 25 λίθινα (και κάποια μαρμάρινα) αντικείμενα, ακέραια ή σε κομμάτια, 2 θραύσματα πολυτελών μαρμάρινων σκευών (λεκάνης/περιρραντηρίου και τράπεζας), επίσης 30 χάλκινα νομίσματα, εκ των οποίων τα περισσότερα του ύστερου 4ου - πρώιμου 3ου αι. π.Χ. (όπως και πολλά της ανασκαφής του 2022), προερχόμενα από το ένα τετράγωνο δωμάτιο (εμπορικής χρήσης;), με μεγάλο αποθηκευτικό πίθο στην Β.Δ. γωνία του. Τρία μαρμάρινα ευρήματα κρίνονται ιδιαιτέρως σημαντικά:

  • α) Δύο θραύσματα στηλών με αποσπασματικές επιγραφές. Η μία, των Ρωμαϊκών χρόνων, είναι κατάλογος ονομάτων και διατηρεί μέρος τριών στίχων, με ονόματα και πατρώνυμα. Η άλλη, αρκετά φθαρμένη, των Κλασικών-Ελληνιστικών χρόνων, σώζει μέρος πέντε στίχων και ενδεχομένως είναι του ιδίου χαρακτήρα, σύμφωνα με πρώτες εκτιμήσεις.
  • β) Θραύσμα αγαλματίου όρθιας ανδρικής μορφής, με ιμάτιο (σωζ. ύψους 15,5 εκ.). Πρόκειται για αγαλμάτιο Ασκληπιού, γνωστού και ευρύτατα διαδεδομένου τύπου (‘Ασκληπιού Este'), με βάση παράλληλα από την Επίδαυρο (π.χ. στο Ε.Α.Μ., Αρ. 265) και από άλλα μέρη, του προχωρημένου 4ου αι. π.Χ. Σύμφωνα με επιγραφικές και άλλες μαρτυρίες, η λατρεία του θεού τεκμηριώνεται και στην περιοχή, τουλάχιστον από τους Ελληνιστικούς χρόνους και οι έφηβοι, στο πλαίσιο της Αθηναϊκής εορτής των Αιαντείων, προσφέρουν θυσίες στην πόλη της Σαλαμίνος, όχι μόνον στον Αίαντα, αλλά και στον Ασκληπιό.

Αξιοσημείωτο εύρημα ναυτικού χαρακτήρα

Τέλος, πέρα από τις νέες επιγραφικές μαρτυρίες και το πλήθος των διαφόρων αντικειμένων, η ανασκαφή απέδωσε και ένα αξιοσημείωτο εύρημα ναυτικού χαρακτήρα. Μία μικρή λίθινη πλακοειδή άγκυρα (36 x 29 εκ., πάχους 8,5 εκ.), με οπή για το σχοινί πρόσδεσης, που βρέθηκε, μαζί με φερτό υλικό, έξω από το όριο του κτηρίου. Πρόκειται για το δεύτερο ναυτικό εύρημα που εντοπίζεται στην ευρύτερη περιοχή του αρχαίου λιμένα, μετά την λίθινη άγκυρα, διαφορετικού όμως τύπου, από παλαιότερη σωστική χερσαία ανασκαφή στον μυχό του Όρμου του Αμπελακίου (εκτεθειμένη, σήμερα, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνος, Αρ. 148).

Τα δεδομένα που προέκυψαν από την ανασκαφή του 2023 αναδεικνύουν περαιτέρω την σημασία του μεγάλου κτηρίου, ως δημοσίου οικοδομήματος, για την μελέτη της τοπογραφίας και της οικιστικής της αρχαίας πόλης της Σαλαμίνος, καθώς η θέση του κατά πάσα πιθανότητα ορίζει την ανατολική πλευρά της περιοχής της Αγοράς της Κλασικής-Ελληνιστικής πόλης, εγγύς του λιμένα, τα μέρη της οποίας είδε και περιγράφει (ως ‘αγοράς ερείπια') ο περιηγητής Παυσανίας (1.35.3) γύρω στα μέσα του 2ου αι. μ.Χ., καταλήγει μεταξύ άλλων η ανακοίνωση του ΥΠΠΟ.

Ανασκαφές Δεσποτικού - Άγαλμα που παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και νέο κτήριο τεσσάρων δωματίων ανάμεσα στα φετινά ευρήματα

Δευτέρα, 21/08/2023 - 13:05

Μεταξύ άλλων, ήλθε στο φως ακέφαλος ανδρικός κορμός του αυστηρού ρυθμού που τεχνοτροπικά παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ., έργο εξαιρετικής ποιότητας από παριανό μάρμαρο με λεία και στιλπνή επιδερμίδα. Επίσης, βρέθηκαν τμήματα αρχαϊκών κούρων εντοιχισμένα ως οικοδομικό υλικό.

Η συστηματική ανασκαφή στη Μάντρα, στη νησίδα του Δεσποτικού, που διενεργείται από το 2001 από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων υπό τη διεύθυνση του Γιάννου Κουράγιου, συνεχίστηκε και φέτος για επτά εβδομάδες από τις 22 Μαΐου έως τις 14 Ιουλίου 2023, εμπλουτίζοντας τα υπάρχοντα στοιχεία για την τοπογραφία της θέσης και την ιστορία της από την Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου έως και την Ύστερη Αρχαιότητα 

Εικ_1 Αεροφωτογραφία της θέσης Μάντρα από Ν. Διακρίνεται στη νότια πλευρά του τεμένους το σύστημα των δεξαμενών


Από το 2020 ανασκάπτεται ένα πολύπλοκο σύστημα συλλογής και διαχείρισης υδάτων στις υπώρειες του λόφου νότια του ιερού. Διερευνήθηκαν δύο μεγάλες δεξαμενές, η βορειότερη εκ των οποίων (Δεξαμενή 1), ορθογώνιας κάτοψης είχε εσωτερικές διαστάσεις 5,50 x 7 μ., και βάθος 4 μ. Μετά την πλήρη αποκάλυψη της ανατολικής, δυτικής, βόρειας και νότιας πλευράς της κατά τις δυο προηγούμενες χρονιές, φέτος οι εργασίες επικεντρώθηκαν στη ΝΔ γωνία της δεξαμενής όπου υπήρχε μια μεταβυζαντινή κατασκευή.

 

Εικ_2_ Ανασκαφή στη Δεξαμενή 1


Η εντυπωσιακών διαστάσεων δεξαμενή είναι κατασκευασμένη από μεγάλους ορθογωνισμένους λίθους γνευσίου προσεκτικά τοποθετημένους με ελάχιστα κενά στους αρμούς μεταξύ τους. Τόσο όλοι οι τοίχοι της δεξαμενής όσο και ο πυθμένας της ήταν καλυμμένοι με ένα παχύ στρώμα υδραυλικού κονιάματος υπόλευκου χρώματος.

Σε απόσταση περίπου ενός μέτρου νότια της δεξαμενής, αποκαλύφθηκαν δύο επιμέρους ορθογώνιοι χώροι – προλάκκια – εντός των οποίων πρέπει να γινόταν το φιλτράρισμα του νερού. Στο νότιο προλάκκιο καταλήγει λιθόκτιστος αγωγός μήκους 25 μ. ο οποίος ξεκινά την πορεία του από μία άλλη μεγάλη κτιστή δεξαμενή, ωοειδούς σχήματος (Δεξαμενή 3).

Κατά τη διάρκεια της φετινής ανασκαφικής περιόδου, αποκαλύφθηκε πλήρως ο πυθμένας της δεξαμενής αυτής μετά την αφαίρεση της επίχωσης από το εσωτερικό της. Στο μέσον της βόρειας πλευράς της είχε βρεθεί ήδη το 2020 μια ιδιαίτερη ορθογώνια πώρινη κατασκευή με τέσσερεις οπές διατεταγμένες σε δύο οριζόντιες σειρές για τον για τον έλεγχο της ροής των υδάτων από τη δεξαμενή στον αγωγό. Αντιδιαμετρικά της κατασκευής, στη νότια πλευρά της δεξαμενής είχε έρθει στο φως η είσοδος εισροής των υδάτων στη δεξαμενή που οριζόταν από ψηλές, κάθετες σχιστόπλακες. Ο φυσικός βράχος αποτελεί τον πυθμένα της δεξαμενής γύρω από τον οποίο κατασκευάστηκαν τα τοιχώματά της.

Η διάμετρος της Δεξαμενής 3 είναι 10,07 μ. στη διεύθυνση Α-Δ και 10,53 μ. σε Β-Ν. Το βάθος της φτάνει τα 1,10 μ. Από την επίχωση στο εσωτερικό της προέκυψε θραύσμα υποστατού βάσης πήλινου περιρραντηρίου με ανάγλυφη παράσταση λέοντα που χρονολογείται στον 6ο αιώνα π.Χ. 

 

Εικ_3 Η Δεξαμενή 3 (Λήψη από ΝΔ)


Επιπλέον, φέτος οι εργασίες συνεχίστηκαν στο Κτίριο Ζ, το οποίο είχε εντοπισθεί σε προηγούμενη ανασκαφική περίοδο και χρονολογείται στην Κλασική περίοδο. Το Κτίριο Ζ βρίσκεται βορειανατολικά του τεμένους σε μικρή απόσταση νότια του Κτιρίου Β και σχεδόν σε επαφή με το αρχαϊκό Κτίριο Υ. Στο βόρειο τμήμα του κτιρίου εντοπίστηκαν δύο παράλληλες επιμήκεις κατασκευές, μήκους περίπου 2,50 μ., πλάτους 0,64 μ. και ύψους 0,10-0,15 μ., πάνω στις οποίες πιθανώς εδράζονταν υπερυψωμένο δάπεδο. Στη δυτική πλευρά του κτιρίου είχε αποκαλυφθεί κατά τις προηγούμενες ανασκαφικές περιόδους αίθριος χώρος με πλακόστρωτο δάπεδο, το οποίο διερευνήθηκε περαιτέρω και έχει σωζόμενες διαστάσεις 6,19 μ. (Α-Δ) και 5,27 μ. (Β-Ν). Δυτικά αυτού βρεθηκαν κι άλλοι τοίχοι που δεν είναι σαφές αν ανήκουν σε δωμάτια άλλων κτηρίων.


Στη βορειοδυτική πλευρά του Κτιρίου Ζ αποκαλύφθηκαν δύο τοίχοι που σχηματίζουν γωνία, πιθανώς τμήμα δωματίου που αντιστοιχεί στην πρωιμότερη φάση του κτιρίου πάνω στο οποίο εδράζεται το Κτίριο Ζ. Το πρωιμότερο αυτό κτίριο ονομάστηκε Κτίριο Ζα. Εντός του δωματίου του κτιρίου αυτού εντοπίστηκε μαρμάρινο ανάγλυφο κυκλικού σχήματος με παράσταση ζώου. Νότια του Κτιρίου Ζ ήρθε στο φως ένα νέο κτίριο το οποίο ονομάστηκε Κτίριο ΖΥ, εφόσον γειτνιάζει με το Κτήριο Υ που εχει διμερή κάτοψη, αποτελούμενο από πρόδομο και σηκό. Η κατασκευή του Κτιρίου ΖΥ μπορεί να χρονολογηθεί με βάση την κεραμεική από το επίπεδο θεμελίωσης του στα τέλη του 6ου ή τις πρώτες δεκαετίες του 5ου αιώνα π.Χ.

 

Εικ_4_ Τα Κτίρια Ζ και ΖΥ (Λήψη από Α)


Εργασίες πραγματοποιήθηκαν και στην περιοχή δυτικά του Κτιρίου Β, το οποίο είχε διερευνηθεί στη διάρκεια αρκετών ανασκαφικών περιόδων στο παρελθόν έως και το 2017. Φέτος, αποκαλύφθηκε νέο δωμάτιο στη δυτική του απόληξη (Δωμάτιο 11), εντός του οποίου διερευνήθηκαν δύο λίθινες ορθογώνιες κατασκευές αποθηκευτικού χαρακτήρα. Το δωμάτιο απέδωσε πολλά θραύσματα πίθων και πήλινων κεράμων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει τμήμα πήλινης σίμης με εγχάρακτη διακόσμηση.

Τέλος, οι ανασκαφικές εργασίες του 2023 προσέθεσαν ένα ακόμα κτίριο στην τοπογραφία της θέσης. Πρόκειται για το Κτίριο ΜΝ που εντοπίστηκε 34 μ. νοτιοανατολικά του Κτιρίου Ρ σε κοντινή απόσταση από τα Κτίρια Β και Η εκτός του ιερού τεμένους.

 

Εικ_5 Το Κτίριο ΜΝ (Λήψη από ΒΑ)


Το κτίριο είναι ορθογώνιας κάτοψης και αποτελείται από τέσσερα δωμάτια, ανά δύο σε παράταξή με κατεύθυνση Β-Ν. Η κεραμεική που συλλέχθηκε από τα δωμάτια χρονολογείται στα μέσα περίπου του 6ου αιώνα π.Χ. Σχεδόν ακέραιος ταινιωτός κρατήρας εντοπίστηκε σε θραύσματα στο εσωτερικό του νοτιανατολικού δωματίου του κτιρίου (Δωμάτιο 2), ενώ στο κέντρο περίπου του βορειοδυτικού δωματίου (Δωμάτιο 4) βρέθηκε βυθισμένος στο δάπεδο χονδροειδής κρατήρας μεγάλων διαστάσεων.

Αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζουν ο νότιος και ο δυτικός τοίχος του κτιρίου οι οποίοι είναι διπλοί, φτάνοντας σε πάχος σχεδόν τα 1,20 μ. Επιπλέον, διερευνήθηκαν δύο τετράπλευρες κατασκευές μικρών διαστάσεων σχηματιζόμενες από κάθετα τοποθετημένες λίθινες πλάκες σε δύο από τα δωμάτια. Η κατασκευή του Δωματίου 2 έχει τοποθετηθεί στην είσοδό του που φαίνεται να καταργήθηκε σε μια δεύτερη φάση χρήσης. Από το εσωτερικό της κατασκευής συλλέχθηκαν αγγεία πόσης κυρίως σκύφοι και κύπελλα. Μεταξύ των ευρημάτων από το κτίριο συμπεριλαμβάνονται και αττικές μελανόμορφες ταινιωτές κύλικες. Το κτίριο ήταν στεγασμένο όπως υποδεικνύει η μεγάλη ποσότητα πήλινων κεράμων από το εσωτερικό των δυτικών δωματίων, αλλά και θραύσματα από πήλινα ακροκέραμα με τη μορφή γοργονείου και ταινιωτές σίμες.

Τα σημαντικότερα ευρήματα της φετινής ανασκαφικής περιόδου προέκυψαν από τη συνέχιση της διερεύνησης της μεγάλης αρχαϊκής κατασκευής που είχε εντοπισθεί το 2019 όχι πολύ μακριά από το λιμάνι (συμβατικά Κτίριο Ω). Ορίζεται από δύο τοίχους (Τ1 και Τ3). Πιθανότατα η κατασκευή είχε οχυρωματικό χαρακτήρα- ενδεχομένως κάποιο πρόπυλο με περίβολο. 

 

Εικ_6 Η ισχυρή κατασκευή (Κτίριο Ω) που ορίζουν οι Τ1 και Τ3 (Λήψη από ΝΑ)


Ο Τ1 έχει διεύθυνση Α-Δ, συνολικό μήκος 8,5μ και πλάτος 0,60-0,70μ. Είναι κατασκευασμένος από μεγάλους σχιστόλιθους και σώζει σώζουν τρείς με τέσσερεις σειρές δόμων, συνολικού ύψους έως και ένα μέτρο. Έντονη κατάρρευση καταλαμβάνει το νοτιότερο και ανατολικό του τμήμα 

 

Εικ_7 Η κατάρρευση νότια του Ω, στην οποία εντοπίστηκε ο κορμός του κούρου (Λήψη από Α)


Κατά τη διερεύνηση αυτής της κατάρρευσης ήρθε στο φως ακέφαλος ανδρικός κορμός του αυστηρού ρυθμού που τεχνοτροπικά παραπέμπει στο παιδί του Κριτίου και μπορεί να χρονολογηθεί αμέσως μετά το 480 π.Χ. Είναι έργο εξαιρετικής ποιότητας από παριανό μάρμαρο με λεία και στιλπνή επιδερμίδα. 

 

Εικ_8 Ο εντοπισμός του αυστηρορυθμικού κούρου

 

Εικ_9 Ο κούρος στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πάρου


Ο Τ1τέμνει τον Τ3 που έχει κατεύθυνση Β-Ν, μήκος 16,90 μ. και πλάτος 0,90 μ.

 

Εικ_10 Ανασκαφή του ανατολικού τοίχου της κατασκευής (Λήψη από Β)


Πρόκειται για ισχυρής κατασκευής τοίχο που φαίνεται να έκλεινε την περιοχή από ανατολικά. Δυστυχώς, δεν εντοπίστηκε η συνέχειά του. Από το μέσον περίπου του Τ3, εκκινεί ο μεγαλύτερος σε μήκος τοίχος με διεύθυνση σχεδόν Α-Δ. Ο Τ2 έχει συνολικό μήκος 26,30 μ. και πάχος 0,66 μ. και πρέπει να ήταν προσθήκη στην αρχαϊκή κατασκευή σε μεταγενέστερη περίοδο, ίσως κατά την Ύστερη Αρχαιότητα, όταν έγιναν εκτεταμένες επεμβάσεις και στα κτίρια του πυρήνα του ιερού, που έως τότε είχε παύσει να λειτουργεί.

 

Εικ_11 Ο Τ2 στον οποίο βρέθηκαν εντοιχισμένα τα θραύσματα των γλυπτών (Λήψη από Α)


Η διερεύνηση του Τ2 επεφύλασσε πολλές «εκπλήξεις», αφού σε διάφορα τμήματα του τοίχου βρέθηκαν εντοιχισμένα σε β΄χρήση ως οικοδομικό υλικό τμήματα αρχαϊκών κούρων. Συγκεκριμένα, εντοπίστηκαν τοποθετημένα «σε παράταξη» τρία θραύσματα του ίδιου κούρου :
 

 

Εικ_12 Τα τρία τμήματα του αρχαϊκού κούρου κατά τον εντοπισμό τους στον Τ2 (Λήψη από Α)

 

Εικ_13 Τα τρία τμήματα του αρχαϊκού κούρου κατά τον εντοπισμό τους στον Τ2 (Λήψη από Ν)

 

Εικ_14 Ο αρχαϊκός κούρος στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πάρου


ο άνω και κάτω κορμός και η αποκρουσμένη στην πίσω όψη κεφαλή του που σώζει τμήμα των βοστρύχων της μακριάς κόμης. Πρόκειται για έργο του δεύτερου μισού του 6ου αιώνα π.Χ. Επιπλέον, βρέθηκε τμήμα των μηρών και της βιυβωνικής χώρας δεύτερου κούρου 

 

Εικ_15 Τμήμα αρχαϊκού κούρου εντοιχισμένο στον Τ2 (Λήψη από Β)


, τμήμα άνω κορμού που πιθανόν συνανήκει με τον προηγούμενο, καθώς και τμήμα βραχίονα και ποδιού. Στον ίδιο τοίχο είχαν βρεθεί πέρυσι εντοιχισμένα δύο τμήματα κάτω άκρων άλλων δύο κούρων, καθιστό γυναικείο άγαλμα, καθώς και δύο μαρμάρινες βάσεις αναθηματικών κιόνων .

 

Εικ_16 Ανασκαφή του Τ2. Διακρίνονται εντοιχισμένα μαρμάρινη βάση και μαρμάρινο αγαλμάτιο (Λήψη από Β)


Η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού γλυπτών και βάσεων σε αυτή την περιοχή ίσως υποδηλώνει ότι αυτή ήταν και η αρχική θέση τους (Εικ.17). Είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι τα γλυπτά και οι κίονες θα ήταν τοποθετημένα σε περίοπτη θέση κοντά στο πρόπυλο, μέσα από το οποίο θα γινόταν η είσοδος στο ιερό και το τέμενος του θεού. Αυτά τα λαμπρά αφιερώματα προς το θεό Απόλλωνα, μετά την παύση της λειτουργίας του ιερού, θα αποτέλεσαν χρήσιμο και ανθεκτικό οικοδομικό υλικό για τα μεταγενέστερα κτίρια. Άλλωστε αυτού του είδους η «ανακύκλωση» μαρτυράται και σε άλλα κτίρια του ιερού, στα οποία έχουν βρεθεί εντοιχισμένα σε β΄χρήση δεκάδες θραύσματα αγαλμάτων.

Αναστήλωση: Ήδη από το 2022, έπειτα από άδεια του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, είχε ξεκινήσει η αποκατάσταση του Κτιρίου Δ που καταλαμβάνει τη ΒΑ γωνία του τεμένους και είχε λατρευτικό χαρακτήρα όπως μαρτυρεί ο μαρμάρινος βωμός που είχε βρεθεί μπροστά του και οι πελεκημένοι δόμοι του.

 

Εικ_18 Το αρχαϊκό Κτίριο Δ μετά τις εργασίες αναστήλωσης τον Ιούνιο 2023 (Λήψη από ΝΔ)


Πρόκειται για τετράστυλο πρόστυλο κτίριο με διμερή κάτοψη, αποτελούμενη από πρόδομο και σηκό, διαστάσεων 9.40 μ.Χ 12.50 μ.

Το κτίριο αυτό ήταν πολύ κατεστραμμένο καθώς πάνω του είχε θεμελιωθεί το τυροκομείο του βοσκού που διατηρεί τη μάντρα του στη θέση έως και σήμερα. Το Κτίριο Δ χρονολογείται στο γ΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. Μετά την συμπλήρωση της υπόβασης και του στυλοβάτη από γνεύσιο, τοποθετήθηκε το κατώφλι και οι παραστάδες του, αποκαταστάθηκαν οι βάσεις και τμήματα σπονδύλων από αρχαίο και νέο υλικό, αλλά και η πρόσοψη του κτιρίου από μαρμάρινους δόμους. Τέλος, αποκαταστάθηκε η ΒΔ γωνία της θεμελίωσης ώστε να τοποθετηθεί ο τοιχοβάτης από μαρμάρινους δόμους δουλεμένους με χοντρό βελόνι.

Οι αναστηλωτικές εργασίες, διάρκειας τεσσάρων εβδομάδων, πραγματοποιήθηκαν από τους εξιδεικευμένους μαρμαροτεχνίτες Β. Χατζή. Μ. Αρμάο, Γ. Σκαρή, Γ. Παλαμάρη, Λ. Ιωάννου, Γ. Κοντονικολάου υπό την επιβλεψη του αρχιτέκτονα Γουλιέλμου Ορεστίδη.

Επιπλέον, πραγματοποιήθηκαν εργασίες συντήρησης από τους συντηρητές Γ. Καράμπαλη και Ε. Τσαβού στις δεξαμενές και στον αγωγό που τις συνδέει, στον κεντρικό βωμό του ιερού, στα Κτίρια Ζ και Υ, αλλά και σε άλλα δωμάτια κτιρίων της θέσης.

Οι ανασκαφικές και αναστηλωτικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν με τη στήριξη των: ΑΙΓΕΑΣ ΑΜΚΕ (Αθανάσιος & Μαρίνα Μαρτίνου), Ίδρυμα Π&Α Κανελλοπούλου, Ίδρυμα Α.Γ. Λεβέντη, ΔΙΚΕΜΕΣ (C.Y.A), Ίδρυμα Ι. Λάτση, Μarion Stassinopoulos, Σύλλογος «Οι Φίλοι της Πάρου» και πολλών ιδιωτών φίλων της ανασκαφής.

Στην ανασκαφή συμμετείχαν τα μέλη της επιστημονικής ομάδας: Ίλια Νταϊφά (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας), Αλεξάνδρα Αλεξανδρίδου (Επικ. καθηγ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων), Dr. Erica Angliker (ΒSA), Dr. Caspar Meyer (Bard Graduate Center), Dr. Χριστίνα Κωνσταντακοπούλου (ΕΙΕ, Birkbeck College), Luigi Lafasciano, o γεωλόγος Dr. Erich Draganits (University of Vienna), απόφοιτοι και μεταπτυχιακοί φοιτητές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Λουίζα Πανοπούλου, Μάτα Σαμιώτη, Αναστασία Μαλλικοπουλου, Λένα Ασλανίδου και ο μεταπτυχιακός φοιτητής του Αριστοτελείου Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Ιγνάτιος Ασσάτωφ), καθώς και φοιτητές από πανεπιστήμια του εξωτερικού (CYA, Birkbeck College, Βard Graduate Center N.Y., Instituto de Estudos Avancados da Unicamp Brazil).

Πηγή: protothema.gr

Ποιο ήταν το διαιτολόγιο στη νεολιθική εποχή - Τι αποκάλυψαν ανασκαφικές έρευνες στη Θεσσαλία

Κυριακή, 30/07/2023 - 20:44

«Οι ανθρώπινες δραστηριότητες στην Περιφερειακή Ενότητα Τρικάλων ανιχνεύονται από την Παλαιολιθική ήδη εποχή, χρονολογικά ως 30.000 χρόνια πριν από το παρόν, κατά τη Μέση Παλαιολιθική περίοδο. Κατά τη Νεολιθική εποχή, που χαρακτηρίζεται από τον νέο τρόπο οργάνωσης της οικονομίας με τη μόνιμη εγκατάσταση, την καλλιέργεια της γης και την άσκηση της κτηνοτροφίας, οι άνθρωποι βασίζονται κυρίως στην παραγωγή της τροφής, αντί της συλλογής καρπών και της θήρας και από τη χρήση νέου τύπου λίθινων εργαλείων». Αυτά τονίζει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Λεωνίδας Π. Χατζηαγγελάκης, αρχαιολόγος, επί τιμή Έφορος Αρχαιοτήτων ΥΠΠΟ Α στο πλαίσιο σχετικής μελέτης.

Η πεδιάδα της Θεσσαλίας υπήρξε πόλος έλξης για τους πρώτους γεωργούς και κτηνοτρόφους. Αυτό αποδεικνύεται, όπως εξηγεί, από τον μεγάλο αριθμό νεολιθικών θέσεων τις «Μαγούλες» που σχηματίζονται από τη συνεχή και για μεγάλη χρονική περίοδο κατοίκηση, επειδή οι κάτοικοι τους δεν μετακινούνται αλλά επαναχρησιμοποιούν τον ίδιο χώρο.

Το νεολιθικό διαιτολόγιο περιελάμβανε δημητριακά (κριθάρι, σιτάρι, κεχρί και ρόβι), όσπρια (φακή, λαθούρι, μπιζέλι και λινάρι), φρούτα (σύκα νωπά ή αποξηραμένα και σταφύλια), άγριους καρπούς, χόρτα. Σε ανασκαφικές έρευνες σε προϊστορικούς οικισμούς, έχουν βρεθεί απανθρακωμένοι τέτοιοι καρποί. Το μαγείρεμα του φαγητού γινόταν στο σπίτι, επάνω σε εστίες ή σε φούρνους. Τα δημητριακά καταναλώνονταν και ωμά ή τα έψηναν στη φωτιά. Η κτηνοτροφία βασιζόταν κυρίως στα αιγοπρόβατα, καθώς οστά αυτών αποκαλύπτονται σε όλους τους νεολιθικούς οικισμούς, μαζί με οστά βοοειδών, χοίρων και άλλων ζώων, όπως ελαφιού, σκύλου. Τα ζώα εκτρέφονταν για το κρέας, το γάλα, το μαλλί και το δέρμα τους, αλλά και για προϊόντα που δεν εντοπίζονται αρχαιολογικά, όπως την κοπριά που τη χρησιμοποιούσαν ως λίπασμα για τα χωράφια, τα έντερα και τα νεύρα, που τα χρησιμοποιούσαν ως σχοινιά και χορδές.

Η αλιεία προσέφερε ένα συμπλήρωμα διατροφής με πολλά θρεπτικά συστατικά. Τεκμηριώνεται και σε οικισμούς στο εσωτερικό της Θεσσαλίας, που απείχαν πολύ από τη θάλασσα, με την παρουσία εργαλείων, όπως αγκίστρια, καμάκια από οστά ψαριών, λίθινα βαρίδια για τα δίχτυα. Στις πολλές περιπτώσεις, επικουρική ήταν και η συνδρομή του κυνηγιού. Στις καθημερινές δραστηριότητες συγκαταλέγονταν η υφαντική και η καλαθοπλεκτική.

Οι πρώτες ύλες για την κατασκευή των λίθινων λαξευμένων εργαλείων ήταν ο πυριτόλιθος, χρώματος σοκολατί από την Πίνδο. Τα οστέινα εργαλεία, όπως προκύπτει από τα ίδια στοιχεία, κατασκευάζονταν από τα μακριά οστά των ζώων. Κατάλληλα για εργαλεία ήταν και τα κέρατα από βόδια και ελάφια. Η κεραμική εμφανίζεται στον ελλαδικό χώρο σχεδόν με την έναρξη της νεολιθικής περιόδου. H κατασκευή αγγείων, πόσης, βρώσης ή αποθηκευτικού χαρακτήρα ξεκινά ως οικιακή παραγωγή και εξελίσσεται σε προϊόν εξειδικευμένων αγγειοπλαστών. Οι διακοσμημένες κατηγορίες της λεπτής κεραμικής είχαν ευρύτατη διάδοση, ενώ η υποκατηγορία «γκρίζο σε γκρίζο» παράγονταν αποκλειστικά στη ΒΔ Θεσσαλία (π.χ. Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου). Στην Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου μέσα στην ανασκαφική τομή της Νεολιθικής εποχής, αποκαλύφθηκε ένα πήλινο ομοίωμα οικίας με ειδώλια μέσα σ’ αυτή ως προσφορά, προκειμένου να διασφαλισθεί η ευημερία της οικίας και των ενοίκων (Εκτίθεται σήμερα στο Διαχρονικό Μουσείο Λάρισας).

Στον προϊστορικό οικισμό της Πλατιάς Μαγούλας Ζάρκου, η ανασκαφική έρευνα που διενεργήθηκε από τον Κων-νο Γαλλή, έδειξε πως κατοικήθηκε από το τέλος τουλάχιστον της Αρχαιότερης Νεολιθικής.

Στο νεκροταφείο, σε απόσταση 250 μ. βόρεια του οικισμού, βρέθηκαν ταφές καύσεων μέσα σε τεφροδόχα αγγεία που ήταν όρθια ή ανεστραμμένα, κάποιες δε φορές σκεπασμένα με ένα άλλο αγγείο. Από τις παρατηρήσεις του ερευνητή της ανασκαφής της Πλατιάς Μαγούλας Ζάρκου, φαίνεται πως ο προϊστορικός οικισμός βρισκόταν στην παρυφή μιας κοιλάδας με έντονη κλίση προς τα νότια, προς τον Πηνειό, που σήμερα έχει επιχωθεί. Πιθανώς η κοιλάδα αυτή, τονίζει ο κ. Χατζηαγγελάκης, πλημμύριζε κατά διαστήματα δημιουργώντας έτσι έδαφος κατάλληλο για καλλιέργεια. Ίσως και άλλοι οικισμοί να είχαν δημιουργηθεί σε επίκαιρες θέσεις κοντά στον ποταμό, οι οποίοι έχουν καλυφθεί πια από τις προσχώσεις του Πηνειού.

Στην κτηματική περιοχή του Δήμου Φαρκαδώνας, εκτός από την Πλατιά Μαγούλα Ζάρκου, έχουν καταγραφεί προϊστορικοί οικισμοί – μαγούλες, όπως η Μαγούλα Γριζάνου, η Μαγούλα Τσαϊρια, σε κοινοτική έκταση νότια της Φαρκαδόνας, η Μαγούλα Κουτσάκη, η θέση «Άγιος Βασίλειος», η θέση «Άγιοι Ταξιάρχες», στο Κεραμίδι και αλλού. Κατά τις εργασίες διαπλάτυνσης της Ε. Ο. Λάρισας – Τρικάλων, στο τμήμα Φαρκαδόνας – Μεγαλοχωρίου, αποκαλύφθηκαν αρχαιολογικά ευρήματα, όπως στη θέση «Ασβεσταριά», με πολλά τμήματα οικοδομημάτων με τοίχους κατασκευασμένους από αργούς λίθους, κιβωτιόσχημοι τάφοι και πληθώρα μικρών κινητών ευρημάτων και κεραμικής, που χρονολογούνται στη Μέση και Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Η συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας είναι σημαντική, καθώς στην εν λόγω θέση τοποθετείται η ομηρική «Οιχαλία». Ο Στράβων αναφέρει «…την δε Οιχαλίαν πόλιν Ευρύτου λεγομένην εν τε τοις τόποις τούτοις ιστορούσι και εν Ευβοία και εν Αρκαδία».

Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ

Λέσβος: Νέα σημαντικά ευρήματα στην ανασκαφή στην αρχαία Άντισσα – Το μαρμάρινο άγαλμα

Δευτέρα, 28/11/2022 - 15:38

Η Λέσβος στο επίκεντρο μετά τις ανασκαφές στην αρχαία Άντισσα που συνεχίζονται. Οι αρχαιολόγοι φέρνουν στο φως «θησαυρούς» που αποκαλύπτουν την ιστορία της ευρύτερης περιοχής…

Η συνεχιζόμενη από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου από το 2017 ανασκαφή στην αρχαία Αντισσα της Δυτικής Λέσβου, μια από τις έξι πόλεις κράτη της αρχαιότητας, συνεχίζει να φέρνει στο φως σημαντικά ευρήματα.

Ένα βίντεο με τίτλο «Ανακαλύπτοντας την αρχαία ‘Αντισσα της Λέσβου» που έδωσε στη δημοσιότητα η Εφορεία Αρχαιοτήτων Λέσβου στα πλαίσια της προβολής της χρηματοδοτούμενης από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων της Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου ανασκαφής και το οποίο επιμελήθηκε ο αρχαιολόγος επικεφαλής της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου και επικεφαλής της ανασκαφής Παύλος Τριανταφυλλίδης γνωστοποίησε τα νεότερα της ανασκαφής.

Συγκεκριμένα πέρα των άλλων αποκαλύφθηκε μια μαρμάρινη κεφαλή αγάλματος της υγείας του 3ου π.Χ αιώνα. Και ένα σιδερένιο σφενδοβόλο όπλο του 14ου μ.Χ αιώνα το οποίο και φαίνεται ότι είχε χρησιμοποιηθεί για την άμυνα του βυζαντινού κάστρου των Αγίων Θεοδώρων που ταυτίζεται με την αρχαία Αντισσα.

Τα δυο αυτά ευρήματα «βρέθηκαν το ένα δίπλα στο άλλο, ανατολικά της κεντρικής πύλης του νότιου επιθαλάσσιου τείχους, κοντά στη λίθινη σκάλα του περιδρόμου των μεσαιωνικών τειχών». Σύμφωνα δε με την αρχαιολογική υπηρεσία «αναμίχτηκαν κατά την πτώση των τειχών του μεσαιωνικού κάστρου το 1462 όταν αυτό πολιορκήθηκε, κατελήφθη και καταστράφηκε από τους Οθωμανούς».

Να σημειώσουμε εδώ ότι όπως πρόσφατα ανακοινώθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού, κατά τις ίδιες ανασκαφές εντοπίσθηκε πεσμένο, τμήμα μαρμάρινου υπέρθυρου, μήκους 3.50 μέτρων που βρέθηκε κοντά στη θεμελίωση της βυζαντινής πύλης του κάστρου των Αγίων Θεοδώρων.

Το υπέρθυρο φέρει ανάγλυφα τα οικόσημα της δυναστείας των Γατελούζων, καθώς και των Παλαιολόγων, τα οποία έως σήμερα ήταν γνωστά από αντίστοιχα του μεσαιωνικού κάστρου της Μυτιλήνης και υποδηλώνουν την παράδοση της διακυβέρνησης της Λέσβου, αλλά και των κάστρων της από τους Βυζαντινούς στους Γατελούζους στα 1355 μ.Χ.

Το πιο ενδιαφέρον όμως του υπερθύρου αυτού της βυζαντινής πύλης είναι ότι βρέθηκε δίπλα στο οικόσημο των Παλαιολόγων αντί του δικέφαλου αετού, συμβόλου του Βυζαντίου, η απεικόνιση ενός κάστρου με την κύρια πύλη και τους τρεις ορθογώνιους πύργους στην ακρόπολη, απεικόνιση η οποία ερμηνεύεται προς το παρόν, ότι ταυτίζεται με το βυζαντινό κάστρο των Αγίων Θεοδώρων.

Πηγή: in.gr

Εντυπωσιακές εικόνες από τις ανασκαφές στο αρχαίο ιερό στο Δεσποτικό Αντιπάρου

Δευτέρα, 17/10/2022 - 17:06

Οι ανασκαφές στη θέση Μάντρα Δεσποτικού διήρκησαν φέτος έξι εβδομάδες, από 22 Μαΐου έως και 1η Ιουλίου 2022.

Στη θέση που ανασκάπτεται από το 1997 έχει έρθει στο φως μια εκτεταμένη εγκατάσταση και ένα από τα σημαντικότερα λατρευτικά κέντρα στο κεντρικό Αιγαίο. Τα πρωιμότερα δείγματα δραστηριότητας ανάγονται στην Πρώιμη Εποχή του Σιδήρου, ενώ η περίοδος της ύψιστης ακμής τεκμηριώνεται περίπου στα μέσα του 6ου αι. π.Χ., όταν ιδρύεται το οριοθετημένο με περίβολο τέμενος του Απόλλωνα έκτασης 1600 τ.μ..

Η ανασκαφή έχει ως σήμερα αποκαλύψει 88 θραύσματα μαρμάρινων κούρων και 40 μαρμάρινες βάσεις αγαλμάτων διαφορετικών τύπων που αποτελούν και τα εντυπωσιακότερα αναθήματα στο ιερό συνιστώντας το μεγαλύτερο γνωστό σήμερα σύνολο στις Κυκλάδες. Εκτός τεμένους αναπτύσσεται μία μεγάλη εγκατάσταση με κτίρια και κτιριακά συγκροτήματα ποικίλης χρήσης (κατοικίες, εστιατόρια, αποθήκες, χώροι φύλαξης ζώων κ.ά.). Ενδεικτική του μεγέθους της εγκατάστασης ήταν η αποκάλυψη το 2020 ενός εκτενούς και πολύπλοκου συστήματος συλλογής και διαχείρισης υδάτων αποτελούμενου από δεξαμενές και κτιστό αγωγό, που εκτεινόταν στις υπώρειες του λόφου νότια του ιερού.

 

Ανασκαφή

Οι φετινές ανασκαφικές εργασίες επικεντρώθηκαν στο σύστημα των δεξαμενών καθώς και στην περιοχή νότια του τεμένους, στο Ανατολικό Συγκρότημα και στο Κτίριο Π. Συγκεκριμένα, συνεχίστηκε η ανασκαφή της κεντρικής (Δεξαμενή 1), αλλά και της νοτιότερης κυκλικής δεξαμενής (Δεξαμενή 3). Με βάση τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα μπορούν να διακριθούν τουλάχιστον δύο αρχιτεκτονικές φάσεις της κεντρικής δεξαμενής κατά την αρχαιότητα. Αρχικά, είχε ορθογώνια κάτοψη με εσωτερικές διαστάσεις 5,50 x 7 μ., βάθος περί τα 4 μ. και χωρητικότητα 154 κυβικά μέτρα. Ενώ πέρσι είχαν αποκαλυφθεί πλήρως μόνο ο νότιος και ανατολικός τοίχος, φέτος – μετά από ιδιαίτερα επίπονη και απαιτητική εργασία – αποκαλύφθηκαν σε όλο το μήκος και ύψος τους ο βόρειος και ο δυτικός τοίχος της αρχικής φάσης της. Όλοι οι τοίχοι είναι ιδιαίτερα ισχυροί με πλάτος 0,70-0,80 μ. Για την κατασκευή τους θα πρέπει να αξιοποιήθηκε το φυσικό ανάγλυφο και κάποια υπάρχουσα φυσική κοιλότητα. Η θεμελίωσή τους ύψους 0,40 μ. είναι ιδιαίτερα ισχυρή και εξέχει της ανωδομής περίπου 0,10 μ. αποτελούμενη από μεγάλες πλάκες γνευσίου μήκους 0,50-0,80 μ. Το ανώτερο τμήμα των τοίχων είναι κτισμένο με ορθογωνισμένους λίθους γνευσίου πάχους 0,10-0,15 μ. και μήκους 0,20-0,30 μ. Η δόμησή είναι ιδιαίτερα προσεγμένη με ελάχιστα κενά στους αρμούς μεταξύ των λίθων.

Οι όψεις των λίθων δεν είναι λειασμένες, πιθανότατα σκόπιμα, έτσι ώστε να εφαρμόζει καλύτερα ανάμεσα στους αρμούς το παχύ υδραυλικό κονίαμα υπόλευκου χρώματος που κάλυπτε όλη την επιφάνεια των τοίχων. Με το ίδιο κονίαμα είναι επιστρωμένος και ο πυθμένας της δεξαμενής. Τμήμα του σώζεται σε αρκετά καλή κατάσταση κατά μήκος του ανατολικού και νότιου τοίχου. Μετά την απομάκρυνση λίθων και χώματος που είχαν καταρρεύσει πάνω και μπροστά από το βόρειο και το δυτικό τοίχο ήρθε στο φως μία κατασκευή σχήματος Π, τμήμα της οποίας είχε αποκαλυφθεί το 2021 σε επαφή και κατά μήκος του βόρειου και ανατολικού τοίχου της δεξαμενής. Η βόρεια πλευρά της σώζεται σε ύψος 0,80 μ. και έχει πλάτος 0,60 μ. Αποτελείται από τρεις σειρές ορθογώνιων δόμων με επιμελημένες όψεις που μιμούνται ισοδομικό σύστημα τοιχοποιίας. Στο κατώτερο τμήμα τους σώζουν την επένδυση από κονίαμα. Ίδιας κατασκευής είναι και το ανατολικό και δυτικό τμήμα της που σώζονται σε μικρότερο μήκος. Η άνω επιφάνεια των τριών πλευρών της κατασκευής αποτελείται από επίπεδες πλάκες, στοιχείο που πιθανόν παραπέμπει σε χρήση της κατασκευής ως θρανίο. Συνεχίστηκε η διερεύνηση του εσωτερικού της κυκλικής Δεξαμενή 3 που εντοπίστηκε το 2021. Λόγω του όγκου της επίχωσης, αποφασίστηκε να ανοιχθεί δοκιμαστική τομή πλάτους 0,50 μ. σε επαφή με το εσωτερικό της, ώστε να αποκαλυφθεί η εσωτερική όψη της τοιχοποιίας της.

Σε απόσταση σχεδόν 1,5 μ. δυτικά από το νότιο άνοιγμα της και σε ελαφρώς υψηλότερο επίπεδο εντοπίστηκε τμήμα ορθογώνιου, αβαθούς κτίσματος που φαίνεται να διαιρείται σε δύο τμήματα (ανατολικό και δυτικό). Πρόκειται πιθανόν για μικρή δεξαμενή ή προλάκκιο, αλλά χρήζει περαιτέρω διερεύνησης. Στο Ανατολικό Συγκρότημα συνεχίστηκε η διερεύνηση του ΝΔ τμήματος του, όπου είχε ήδη αποκαλυφθεί τμήμα μεγάλου πλακόστρωτου χώρου. Διερευνήθηκε ένα ορθογώνιο δωμάτιο νότια του πλακόστρωτου και κατέστη σαφές ότι οι χώροι του Συγκροτήματος εκτείνονται περαιτέρω νότια και ανατολικά. Σημαντικό βάρος δόθηκε στην ανασκαφή της περιοχής νότια του ναόσχημου Κτιρίου Π. Το κτίριο χρονολογείται στα μέσα του 6ου αι. π.Χ. και λόγω κάτοψης και ευρημάτων μπορεί να συνδεθεί με λατρευτικές πρακτικές.

Νότια του κτιρίου έχει αποκαλυφθεί τμήμα πλακόστρωτου υπαίθριου χώρου, τα όρια του οποίου δεν ήταν σαφή. Φέτος ήρθε στο φως ο περίβολος που όριζε τον χώρο αυτό από ανατολικά, και τμήμα του τοίχου που τον όριζε από νότο. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσίασε η διαδοχή των φάσεων χρήσης του χώρου και τα ευρήματα από αυτόν. Στο επίπεδο της θεμελίωσης του αρχαϊκού ανατολικού τοίχου του υπαίθριου χώρου, σε απόσταση περί τα 4 μ. νότια του Κτιρίου Π, εντοπίστηκαν 3 μαρμάρινες βάσεις, πιθανότατα από περιρραντήρια, που μπορούν να χρονολογηθούν στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο, καθώς και σημαντική ποσότητα αρχαϊκής κεραμικής (ενεπίγραφα όστρακα, σκύφοι, λεκανίδες, όλπες κ.α.) και μεταλλικά αντικείμενα.

Στα υψηλότερα ανασκαφικά στρώματα, πάνω από και νότια του αρχαϊκού τοίχου αποκαλύφθηκαν τέσσερις τοίχοι που ορίζουν τρεις τουλάχιστον χώρους, η κεραμική από το εσωτερικό των οποίων μπορεί να χρονολογηθεί στους ύστερους Κλασικούς χρόνους. Εντοπίστηκαν, επίσης, δύο μαγειρικά σκεύη στην αρχική θέση τους, στο δάπεδο των χώρων.

Η ανασκαφή διεξήχθη υπό τη διεύθυνση του Γ. Κουράγιου (Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων) και τη συνεργασία των αρχαιολόγων Ίλιας Νταϊφά και Αλεξάνδρας Αλεξανδρίδου (Επικ. καθηγ. Πανεπιστημίου Ιωαννίνων). Συμμετείχαν επίσης οι Χριστίνα Κωνσταντακοπούλου (ΕΙΕ, Birkbeck College), Caspar Meyer (Bard Graduate Center), Erica Angliker (ICS London) και Luigi Lafasciano, μεταπτυχιακοί φοιτητές και απόφοιτοι από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων (Λουίζα Πανοπούλου, Ιγνάτιος Ασσάτωφ, Μάτα Σαμιώτη, Αναστασία Μαλλικοπουλου, Δέσποινα Καπετανίδου, Χριστίνα Γιαμούζη) και το Bard Graduate Center (New York), καθώς και προπτυχιακοί φοιτητές από το College Year in Athens, το Birkbeck College του Λονδίνου και το Πανεπιστήμιο του Sao Paolo (Βραζιλία).

Αναστήλωση

Μετά την ολοκλήρωση της αναστήλωσης του αρχαϊκού ναού και εστιατορίου του τεμένους, και στο πλαίσιο της ανάγκης προστασίας και αποκατάστασης εν γένει του αρχαϊκού τεμένους του ιερού εκπονήθηκε και η μελέτη αποκατάστασης του Κτιρίου Δ, του τρίτου καλύτερα σωζόμενου οικοδομήματος στο ιερό, μετά το ναό και το εστιατόριο που δεσπόζει στη ΒΑ γωνία του τεμένους και ήταν άρρηκτα συνδεμένο με τις λατρευτικές πρακτικές.

 

Χρονολογείται στο γ΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. και έχει διμερή κάτοψη με διαστάσεις 9.40μ.χ 12.50μ. Η πρόσοψη του κτιρίου αναπαρίσταται με τέσσερις κίονες εν παραστάσι και βάσει της εγκεκριμένης από το ΚΑΣ μελέτης του αρχιτέκτονα Γ. Ορεστίδη, η υπόβαση και ο στυλοβάτης της κύριας όψης του κτιρίου συμπληρώνονται με αρχαίο και νέο υλικό ώστε να τοποθετηθούν στην αρχική τους θέση οι βάσεις και οι κατώτεροι σπόνδυλοι των κιόνων του προστώου.

Πέρα από την κιονοστοιχία προβλέπεται αναστήλωση σε μικρό ύψος της ανατολικής και δυτικής παραστάδας και συμπλήρωση 3 έως 6 σειρών (δόμων) μαρμάρινων λιθόπλινθων στον εσωτερικό (θυραίο) τοίχο του προστώου και περιμετρικά του κτιρίου τοποθέτηση του κατωφλιού της θύρας του σηκού, και δύο θυραίων παραστάδων.

Οι αναστηλωτικές εργασίες διήρκησαν 3 εβδομάδες και πραγματοποιήθηκαν από τους εξειδεικευμένους μαρμαροτεχνίτες Β. Χατζή. Μ. Αρμάο, Γ. Σκαρή, Γ. Παλαμάρη, Λ. Ιωάννου, Γ. Κοντονικολάου. Σε αυτό το διάστημα ολοκληρώθηκε η υπόβαση του στυλοβάτη και τοποθετήθηκαν οι βάσεις των κιόνων, τοποθετήθηκε το κατώφλι του σηκού και ξεκίνησε η διαμόρφωση της νότιας πρόσοψης του κτιρίου, της βόρειας και νότιας παραστάδας.

Πηγή: newsit.gr

«Ανασκαφικός» τουρισμός για πλούσιους πελάτες ξενοδοχείου στην Αρχαία Μεσσήνη!

Κυριακή, 15/06/2014 - 12:00
Τουριστικό πακέτο το οποίο περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, και την έναντι πληρωμής συμμετοχή σε ανασκαφές στον αρχαιολογικό χώρο της Αρχαίας Μεσσήνης, περιλαμβάνει καλοκαιρινή πρόσφορά μεγάλου ξενοδοχειακού συγκροτήματος στη Μεσσηνία. Την προώθηση μάλιστα του πακέτου ανάλαβε η Εταιρεία Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών, ξεσηκώνοντας θύελλα αντιδράσεων από τους αρχαιολόγους. Συγκεκριμένα η Εταιρεία Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών σε ανακοίνωσή της αναφέρει: «Κατά την ανασκαφική περίοδο Ιουλίου - Σεπτεμβρίου του 2014 στην Αρχαία Μεσσήνη η Εταιρεία Μεσσηνιακών Αρχαιολογικών Σπουδών προσκαλεί ομάδες 4 - 8 ενήλικων ατόμων που θα διαμένουν στη Μεσσηνία, να λάβουν μέρος για μια μέρα ή για μια εβδομάδα στο πρόγραμμα της ανασκαφής και της συντήρησης υπό την εποπτεία έμπειρου επιστημονικού προσωπικού. Το κόστος της συμμετοχής τους υπολογίζεται σε 120 ευρώ κατά άτομο και ημέρα». (Διευκρίνιση: Ο πελάτης, υποψήφιος αρχαιολόγος, θα πληρώνει 120 ευρώ)