Οι ήρωες της Επανάστασης ξεχασμένοι και υπό διωγμό

Κυριακή, 22/03/2020 - 21:30

Αφιέρωμα στην Επανάσταση του 1821 ● Δίκες, φυλακίσεις και φτώχεια ήταν το ευχαριστώ της ελεύθερης Ελλάδας για τους πρωτεργάτες της απελευθέρωσης ● Βαυαροί και Οθωνας εχθροί των αγωνιστών.

Οι πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας του νεοσύστατου ελληνικού κράτους άρχισαν να γράφονται αμέσως μετά την απελευθέρωση από τον οθωμανικό ζυγό.

Αγωνιστές της Επανάστασης, κάποιοι σακατεμένοι από τις μάχες, χήρες και ορφανά γύριζαν στους δρόμους ρακένδυτοι ζητιανεύοντας ένα κομμάτι ψωμί. Αντίθετα, εκλεκτοί του Παλατιού και όσοι είχαν προσβάσεις στο φαύλο πολιτικό σύστημα της εποχής απολάμβαναν παχυλούς μισθούς και συντάξεις.

Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, που έμεινε στην ιστορία ως Νικηταράς ο Τουρκοφάγος, ο Γεωργάκης Ολύμπιος, ο στρατηγός Δημήτριος Μακρής, ο Φιλικός Παναγιώτης Σέκερης και ο νομομαθής Κρητικός Μανουήλ Βερνάρδος είναι μερικοί από τους αγωνιστές που θυσίασαν τα πάντα για την ελευθερία και πέθαναν πάμφτωχοι, ενώ υπάρχει και ένα πλήθος λιγότερο γνωστών πολεμιστών που ξεχάστηκαν στη δυστυχία τους.

Ο στρατηγός Ιωάννης Μακρυγιάννης περιγράφει, γλαφυρά, στ’ Απομνημονεύματά του αυτή την αθλιότητα σημειώνοντας (Βιβλίο Γ’, Κεφ. 4) μεταξύ άλλων:

«(…) οι αγωνισταί και χήρες των σκοτωμένων κι᾿ αρφανά παιδιά τους, κ’ εκείνοι οπού θυσιάσαν το δικόν τους στα δεινά της πατρίδος ας γκεζερούν (= περιπλανώνται άσκοπα) εις τους δρόμους ξυπόλυτοι και ταλαιπωρημένοι κι ας λένε "ψωμάκι". Οι ακαθαρσίες της Κωσταντινόπολης και της Ευρώπης καρότζες, μπάλους, πολυτέλειες, λούσια (= λούσα) πλήθος. Αυτείνοι αφεντάδες μας κ’ εμείς είλωτές τους».

Ο Μακρυγιάννης ήταν από τους λίγους που είχαν αρχίσει να παίρνουν τον μισθό του βαθμού τους. Γι’ αυτόν ήταν 360 δραχμές, ένας πολύ καλός μισθός για την εποχή, αλλά όπως γράφει (Βιβλίο Γ’, Κεφ. 2):

«Είδα αυτό, και πέθαιναν και οι άνθρωποι εις τα παλιοκλήσια, οπλαρχηγοί κι’ άλλοι, κι’ από την πείνα κι’ από το κρύον, τότε στοχάστηκα: Οι αγωνισταί να πεθαίνουν της πείνας, κ’ εμείς να πλερωνώμαστε ολίγοι άνθρωποι; Εμείς οι ολίγοι φέραμεν την λευτεριά; Να κόψωμεν κ’ εμείς τον μιστόν μας, είτε να πάρουν και οι αδελφοί μας συναγωνισταί!».

Αυτή η πρόταση του Μακρυγιάννη και οι διαμαρτυρίες του στην Αντιβασιλεία προκάλεσαν τη δυσαρέσκεια των Βαυαρών, ενώ και ο αρχηγός του Γαλλικού Κόμματος και στέλεχος των πρώτων κυβερνήσεων Ιωάννης Κωλέττης τον κατηγόρησε ότι προετοίμαζε αντιμοναρχική επανάσταση…

Δυστυχώς, η θλιβερή αυτή κατάσταση συνεχίστηκε και τα επόμενα χρόνια, με αποτέλεσμα πολλοί αγωνιστές να προσδοκούν, μάταια, τη δικαίωσή τους με την απονομή ενός στρατιωτικού βαθμού βάσει της προσφοράς τους στο νεοσύστατο στράτευμα είτε με τη χορήγηση κάποιας αξιοπρεπούς σύνταξης.

«Σε κάποιους δόθηκαν καταχρηστικώς βαθμοί, σε άλλους δεν εδόθησαν οι ανάλογοι», είχε πει, στις 11 Ιουλίου 1849, σε συνεδρίαση της Γερουσίας (σ.σ. νομοθετικό σώμα που λειτούργησε παράλληλα με τη Βουλή) ένας γερουσιαστής, που δεν σώζεται το όνομά του, κατά τη συζήτηση νομοσχεδίου για την προικοδότηση με τη χορήγηση εθνικών γαιών σε ορφανές θυγατέρες στρατιωτικών.

Καθώς η προίκα ήταν βασικό ζήτημα για τον γάμο κάθε κοπέλας έγινε μεγάλη συζήτηση, αφού οι γερουσιαστές ζήτησαν τη χορήγηση ανάλογων αμοιβών για όλους τους αγωνιστές.

Ομως, ο υπουργός Οικονομικών και μετέπειτα πρωθυπουργός Δημήτριος Βούλγαρης, γνωστός με το προσωνύμιο «Τζουμπές» λόγω της μακριάς μπέρτας του, δεν δέχτηκε το αίτημα των γερουσιαστών επαναλαμβάνοντας μια υπόσχεση που είχε δοθεί από πολλούς υπουργούς, ότι για τους άλλους το θέμα θα λυθεί με το νομοσχέδιο για τη χορήγηση συντάξεων…

Μάταια, ένας γερουσιαστής τού θύμισε ότι η Εθνική Συνέλευση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 με το ψήφισμα 5 ζητούσε να οριστεί επιτροπή που θα εξέταζε ποιοι είχαν δικαίωμα απαίτησης αποζημιώσεων, αναφέροντας ακόμα πως «στην Ελλάδα, την εποχή του Αγώνα, δεν υπήρξε ιδιαιτέρα τάξη στρατιωτικών αλλ' άπαντες επολέμησαν κατά δύναμιν, και συνεισέφεραν έκαστος διαφοροτρόπως εις τον υπέρ ανεξαρτησίας αγώνα. 

Μετά την άφιξη του Καποδίστρια έμεινε ένα στρατιωτικό σώμα και υπόλοιποι επανήλθαν στις οικιακές υποθέσεις τους ή στο πολιτικό στάδιο. Επειτα ελθούσα η Αντιβασιλεία θεώρησε αναγκαίο για την ασφάλεια του κράτους την ύπαρξη τακτικού στρατού, διώρισε δε και επιτροπή διά να εξετάση τας εκδουλεύσεις εκάστου των αγωνιστών και ανταμείψη αυτούς αναλόγως των εκδουλεύσεών των διά τους ανήκοντος βαθμού. Εγιναν πολλά παράπονα από διάφορους αγωνιστές».

Τα επόμενα χρόνια, οι ξεχασμένοι και αδικημένοι αγωνιστές, οι χήρες και τα ορφανά τους άρχισαν να στέλνουν αιτήματα προς τα υπουργεία, στις οποίες εξέθεταν τους αγώνες τους και ζητούσαν συνήθως οικονομική βοήθεια.

Τα αιτήματα, μετά την αναγκαστική παραχώρηση Συντάγματος από τον Οθωνα, άρχισαν να κατευθύνονται στη Βουλή και τη Γερουσία. Δυστυχώς, όμως, το αποτέλεσμα δεν άλλαξε. Παρότι τα δύο νομοθετικά Σώματα εμφανίζονταν να συνηγορούν στα αιτήματα, τα υπουργεία δεν έκαναν τίποτα…

Σε κάποιες περιπτώσεις, που προκαλούνταν συζήτηση στη Βουλή ή στη Γερουσία, συνήθως με αφορμή την εισαγωγή νομοσχεδίου για τη συνταξιοδότηση χηρών και ορφανών κάποιου πολιτικού, οι υπουργοί υπόσχονταν ότι σύντομα θα κατατεθεί νομοσχέδιο που θα ρυθμίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις συνταξιοδότησης όλων.

Μια τέτοια συζήτηση έγινε στις 28 Ιανουαρίου 1849 στη Γερουσία, όταν εισήχθη νομοσχέδιο «περί χορηγήσεως μηνιαίας συντάξεως εις την χήραν και τα ορφανά του Κωνσταντίνου Θ. Κολοκοτρώνη».

Το νομοσχέδιο προέβλεπε ότι θα χορηγούνταν μηνιαία σύνταξη 400 δραχμών, που αντιστοιχούσε στον μισθό του διευθυντή της Αστυνομίας Αθηνών-Πειραιώς, στη χήρα και στα τέσσερα ορφανά του τρίτου από τα τέσσερα παιδιά του γενναίου οπλαρχηγού, ο οποίος ήταν βουλευτής Γόρτυνος και υπουργός επί του Βασιλικού Οίκου και των Εξωτερικών Σχέσεων.

Τελικά, το νομοσχέδιο ψηφίστηκε, αλλά ένας από τους γερουσιαστές παίρνοντας τον λόγο κάλεσε την κυβέρνηση για λόγους ίσης μεταχείρισης να παρουσιάσει, χωρίς άλλη αναβολή, νομοσχέδιο που θα κανονίζει τα προσόντα των συνταξιούχων. Με πρόταση άλλου γερουσιαστή εκδόθηκε και σύσταση προς τα υπουργεία, ενώ οι παριστάμενοι υπουργοί για μία ακόμα φορά διαβεβαίωναν ότι θα υλοποιηθεί η απόφαση της Γερουσίας.

Ομως, περίπου δύο χρόνια αργότερα αποδείχτηκε και πάλι ότι οι κυβερνήσεις της εποχής, ίσως για να συντηρήσουν ένα φαύλο σύστημα επιλεκτικών συνταξιοδοτήσεων, δεν προχωρούσαν στην καθιέρωση αντικειμενικών κριτηρίων συνταξιοδότησης.

Αφορμή έδωσε η προώθηση νομοσχεδίου «περί συντάξεως στην οικογένεια του δολοφονηθέντος υπουργού Ν. Κορφιωτάκη», το οποίο κατατέθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1850 στη Βουλή προβλέποντας σύνταξη 300 δραχμών τον μήνα για τη χήρα και τα τέσσερα ορφανά του Κορφιωτάκη (για την πολιτική δολοφονία Κορφιωτάκη βλ. «Εφ.Συν.»/«Νησίδες», φ. 19-20.10.2019).

Το ποσό θεωρήθηκε υπερβολικό καθώς, όπως αναφέρθηκε, την ίδια στιγμή η οικογένεια του Υδραίου ναυάρχου Αναστάσιου Τσαμαδού, ενός από τους επικεφαλής των ελληνικών ναυτικών δυνάμεων στη Πτώση της Σφακτηρίας, έπαιρνε σύνταξη 80 δραχμές, του Οδυσσέα Ανδρούτσου 48 δραχμές και του στρατηγού Ανδρέα Γριβογιώργη, που έπεσε κατά την έξοδο του Μεσολογγίου, μόλις 8 δραχμές!

Για να σχηματίσει ο αναγνώστης μια πληρέστερη εικόνα της αξίας των χρημάτων και των οικογενειακών αναγκών της εποχής, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι πολλές χήρες είχαν τη φροντίδα, εκτός των παιδιών τους, των ορφανών στενών συγγενών τους και σίγουρα των ηλικιωμένων γονέων. Για παράδειγμα, η Στάνα, χήρα του Γεωργάκη Ολύμπιου, εκτός από τα τρία παιδιά της, δύο αγόρια και ένα κορίτσι, φρόντιζε τρία ανίψια και την ηλικιωμένη μητέρα της με τη σύνταξη των 140 δραχμών που της είχε χορηγηθεί. Γι’ αυτό, η εφημερίδα «Συνένωσις» με αφορμή τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου 1845 έγραφε στο φύλλο εκείνης της ημέρας:

«Ο Γεώργιος Ολύμπιος ήτον πλούσιος αλλ’ ό,τι είχε μετά της ζωής του το έδωκεν εις το έθνος, εκτός άλλων ποσοτήτων, 65.000 δραχμών έδωκε εις μόνον τον Υψηλάντην. (…) Η οικογένεια του Γεωργίου Ολυμπίου εις Αθήνας ψωμοζητεί σήμερον, εκατόν τεσσαράκοντα δραχμών έχει σύνταξιν, οι δε υιοί της ανθυπολοχαγοί της τιμής δεν λαμβάνουσιν ουδένα μισθόν, με τοιαύτη μικράν σύνταξιν πώς δύναται να ζήση οικογένεια εκ δύο νεανιών, εκ μιας θυγατρός, εκ τριών ανεψιών και εκ μιας μητρός; (…) Οι υιοί του Γεωργίου Ολυμπίου δεν δύνανται να εξέλθωσιν της οικίας των επειδή οι αγκώνες των είναι τετρυπημένοι, η γυνή του Γεωργίου Ολυμπίου δεν έχει φόρεμα να εξέλθη και να παρακαλέση τους υπουργούς. Η ασθένεια προς τοις άλλοις δυστυχήμασι επέπεσε εις αυτόν τον οίκον (…) αυτή δε ετοιμάζεται γυμνή και εκτραχηλισμένη να φύγη από την Ελλάδα».

Γι’ αυτό, κάποιες χήρες με τις αιτήσεις τους εκλιπαρούσαν για αύξηση των πενιχρών συντάξεών τους, όπως η Αργυρή, χήρα του οπλαρχηγού από τη Μάνη Γεώργιου Καπετανάκη, από τους πρώτους που μπήκαν, στις 22 Μαρτίου 1821, στην Καλαμάτα, η οποία έπαιρνε σύνταξη 20 δραχμών και έπρεπε να προικίσει την κόρη της…

Το ίδιο ζητούσαν και αγωνιστές όπως ο Γεώργιος Αγγέλου, για τον οποίο δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα, πέρα από το ότι είχε πολλά τραύματα από τις μάχες, έπρεπε να προικίσει δύο κορίτσια και η σύνταξή του ήταν μόλις 12 δραχμές!

Βέβαια, σε ακόμα χειρότερη κατάσταση βρίσκονταν οι οικογένειες των αγωνιστών που δεν έπαιρναν καθόλου σύνταξη, όπως του Νικηταρά του Τουρκοφάγου, που είχε πεθάνει, πάμφτωχος και άρρωστος, 15 μήνες νωρίτερα, του Λυκούργου Λογοθέτη (πραγματικό όνομα Γεώργιος Παπλωματάς), πολιτικού και στρατιωτικού ηγέτη της σαμιακής επανάστασης του 1821, του Τριαντάφυλλου Ι. Τζουρά, σημαντικού αγωνιστή που πολέμησε σε πολλές μάχες (άλωση Τριπολιτσάς, Δερβενάκια, εκστρατεία Ολύμπου, πολιορκία Ακρόπολης κ.α.) ως επικεφαλής στρατιωτικού σώματος «μισθωμένου εξ ιδίων», και άλλων.

Η επιτροπή της Βουλής στην έκθεσή της για τη συνταξιοδότηση της χήρας Κορφιωτάκη υπογράμμιζε ότι ανάλογης προστασίας είχαν ανάγκη «πολλαί χήραι και ορφανά ανδρών υπέρ πατρίδος πεσόντων (...) ούσαι ενδεείς και άποροι», τελικά έκανε θετική εισήγηση και η Ολομέλεια ενέκρινε, κατά πλειοψηφία, το σχετικό νομοσχέδιο.

Ομως, λίγες ημέρες αργότερα η Γερουσία, ύστερα από θυελλώδη συνεδρίαση, απέρριψε τη συνταξιοδότηση της χήρας του υπουργού!

Καταλυτικό ρόλο είχε παίξει η αγόρευση του λόγιου γερουσιαστή Γεώργιου Ψύλλα, που άσκησε αυστηρή κριτική προς την κυβέρνηση του Αντώνιου Κριεζή (Δεκέμβριος 1849-Μάιος 1854), ο οποίος πριν γίνει πρωθυπουργός ήταν μεγάλος αυλάρχης της Βασιλικής Αυλής…

Ο Ψύλλας είχε ζητήσει, μεταξύ άλλων, να σταματήσει η χορήγηση σύνταξης «ειδικώς εις πρόσωπα ατομικών συμπαθειών» και να κατατεθεί νομοσχέδιο που θα προβλέπει γενικούς όρους χορήγησης συντάξεων.

Τη στάση του επικρότησε και ο Μακρυγιάννης, ο οποίος στα Απομνημονεύματά του (Βιβλίο Δ', Κεφ. 4) έγραψε, μεταξύ άλλων:

«Εις την Γερουσίαν το γκρέμισαν [το νομοσχέδιο] οι αξιοσέβαστοι Γερουσιασταί. (…) Ολα τα ταξίματα των υπουργών κι᾿ άλλα παρόμοια τα καταφρόνεσαν και τα καταφρονούν. Κι᾿ ο Γεώργιος Ψύλλας είναι πάντοτες το αγαθό τέκνο της πατρίδας, όπου μιλεί φρονίμως και πατριωτικώς εις το δίκιον και λέγει την γνώμη του ελεύτερα».

Τραγική ειρωνεία μοιάζει ότι ενώ πολλοί αγωνιστές του 1821 πέθαναν πάμφτωχοι και βλέποντας τις οικογένειές τους να δυστυχούν, ήρθε, μετά τον θάνατό τους, το κράτος να δώσει κάποιες συντάξεις-ψίχουλα στις χήρες τους. Κάτι τέτοιο έγινε με τη χήρα του Νικηταρά, Αγγελίνα, στην οποία απονεμήθηκε τελικά μόλις το 1854 μηνιαία σύνταξη 111 δραχμών και στη χήρα του Τζουρά, το 1853, 60 δραχμών…

Αντίθετα, είναι άγνωστο τι απέγινε με τη χήρα του Παναγιώτη Σέκερη (1783-1847), εύπορου εμπόρου και ηγετικού στελέχους της Φιλικής Εταιρείας, που διέθεσε όλη την περιουσία του για τις ανάγκες του Αγώνα.

Ο Σέκερης με την οικογένειά του επέστρεψαν, το 1830, από την Οδησσό στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στο Ναύπλιο. Ομως, σεμνός καθώς ήταν δεν πήρε αξιώματα ούτε κάποια αξιόλογη δημόσια θέση. Μόνο κάποια στιγμή ξεκίνησε προσπάθειες για να αποζημιωθεί, κάπως, για την υλική και ηθική προσφορά του στον Αγώνα.

Με μια αναφορά του στη Βουλή, με ημερομηνία 1η Απριλίου 1845, ζητούσε μόνο να του δοθεί μια μικρή ιδιοκτησία «δι’ ης να ασφαλίση την ύπαρξίν του εις τα έσχατα του βίου του και να αποκταστήση τα αδύνατα μέλη της οικογενείας του».

Η Βουλή είδε, όπως πάντα, θετικά το αίτημα και το διαβίβασε στο υπουργείο Οικονομικών, απ’ όπου δεν έγινε τίποτα. Ο Σέκερης πέθανε πάμφτωχος στις 29 Ιανουαρίου 1847 και δύο χρόνια αργότερα, στις 10 Φεβρουαρίου 1849, η χήρα του ζητούσε, με δική της αναφορά, τη χορήγηση μηνιαίας σύνταξης…

Κάτι ανάλογο συνέβαινε και με άλλους αγωνιστές, όπως ο Γεώργιος Κουφαργυράκος ή Κουφαργυράκης, από την Τρίπολη, που ζητούσε «μηνιαίαν σύνταξιν προς περίθαλψιν της πολυαρίθμου οικογενείας του». Κατέθεσε τουλάχιστον τρεις αναφορές στη Βουλή (18.8.1848, 29.1.1849 και 16.10.1849), που όλες αντιμετωπίστηκαν… θετικά, χωρίς να πάρει, τελικά, σύνταξη…

Δύο αναφορές είχε καταθέσει και ο Γεώργιος ή Κοσμάς Αρκαδοπολίτης, που είχε πολεμήσει δίπλα στους Νικηταρά, Καραϊσκάκη, Οδυσσέα Ανδρούτσο και Μακρυγιάννη, και από μία οι πυρπολητές Ανάργυρος Ζαρέμας, Αντώνης Μυτιληναίος κ.ά.

Ανάμεσα στις χήρες που ζητούσαν οικονομική στήριξη ήταν οι χήρες του Υδραίου καραβοκύρη Νικόλαου Θεοδ. Γκίκα, που διέθεσε τα χρήματά του και τα πλοία του στον Αγώνα, του Σπετσιώτη καπετάν Ανάργυρου Λεμπέση, που πήρε μέρος σε πολλές ναυμαχίες με τη θρυλική «ναβέτα» του, το τρικάταρτο ιστιοφόρο του, του Μυκονιάτη Γεώργιου Δαμασκηνού, που διέθεσε όλη την περιουσία του στον Αγώνα, του Υδραίου πυρπολητή Ιωάννη-Γκίκα Θεοδοσίου και άλλων.

◢ Οι ξεχασμένοι αγωνιστές

Μανουήλ Βερνάρδος: Δεν του έδωσαν ούτε σύνταξη

Ο Μανουήλ Βερνάρδος (1777-1852) ήταν τυπογράφος, νομομαθής και μέλος της Φιλικής Εταιρείας από το Ρέθυμνο.

Ο Κρητικός αγωνιστής ήταν απ’ αυτούς που διέθεσαν όλη την περιουσία τους στον Αγώνα και έφτασε να κηδεύσει την κόρη του με συνεισφορές φιλάνθρωπων, ζητώντας, απεγνωσμένα, μια οικονομική στήριξη από το κράτος του Οθωνα.

Οπως γνωρίζουμε ο Βερνάρδος διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον επίσκοπο Λάμπης Μεθόδιο, που ήταν θείος του. Αργότερα εγκατέλειψε την Κρήτη και έφτασε στο Ιάσιο, όπου ίδρυσε το 1812 τυπογραφείο. Αυτό λειτούργησε μέχρι το 1821 και πραγματοποίησε τουλάχιστον 21 εκδόσεις ελληνικών βιβλίων, μεταξύ των οποίων και το βιβλίο «Ασματα και πονήματα διαφόρων» με στιχουργήματα του Ρήγα Φεραίου και δικά του καθώς και φιλελληνικά κείμενα.

Το 1818 μυήθηκε, από τον ιατρό Ρίζο Καρεάδη, στη Φιλική Εταιρεία και εργάστηκε για την προετοιμασία του απελευθερωτικού αγώνα μαζί με άλλους Φιλικούς.

Μετά την έναρξη της επανάστασης στη Μολδοβλαχία αγωνίστηκε υπό τις διαταγές του Υψηλάντη, αλλά μετά την αποτυχία της διέφυγε αρχικά στην Οδησσό και στη συνέχεια στη Βενετία.

Τον Σεπτέμβριο του 1824 πήγε στο Ναύπλιο και ανέλαβε τη Γραμματεία του υπουργείου Δικαίου (1824-1825). Ελαβε μέρος στην Γ' και στην Δ' Εθνοσυνέλευση ως πληρεξούσιος των Κρητών και κατά την περίοδο του Καποδίστρια διορίστηκε πρόεδρος του Πρωτόκλητου Δικαστηρίου Κυκλάδων.

Κατά την περίοδο του Οθωνα υπηρέτησε επίσης ως δικαστικός στην Αθήνα και στη Λαμία. Ωστόσο, αργότερα παύθηκε από τη δικαστική θέση και στερούμενος τον μισθό του περιήλθε σε δεινή οικονομική κατάσταση.

Σε αναφορά που έστειλε στις 28 Ιουνίου 1846 στη Βουλή, ο Μανουήλ Βερνάρδος ανέφερε ότι αφού στερήθηκε τα μοναδικά έσοδά του με την παύση του από τη θέση του δικαστικού, περιήλθε σε «έσχατη πενία», η οποία «τον ηνάγκασε να πωλήση παν ό,τι είχε να διαθρέψη την οικογένειάν του και ότι εκ της ενδείας αποθανούσα η θυγατήρ του Φαίδρα ενταφιάσθη με συνεισφοράς φιλανθρώπων τινων».

Το μόνο που ζητούσε ήταν η χορήγηση μιας σύνταξης. Ομως, παρότι επανήλθε με άλλες δύο αιτήσεις, στις 5 Οκτωβρίου 1849 και στις 13 Μαρτίου 1851, δεν προκύπτει να έλαβε ποτέ σύνταξη…

Δημήτριος Μακρής: Στην αφάνεια γιατί δεν ήξερε να «τσακάει» τη μέση του

Ο Δημήτριος Μακρής (1772-1841) ήταν αγωνιστής της Επανάστασης του 1821. Ηταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας και ένας από τους ισχυρότερους οπλαρχηγούς του αγώνα στη Δυτική Στερεά Ελλάδα.

Αρχικά ήταν κλέφτης στο σώμα του καπετάνιου Γιώργου Σφαλτού και ανέλαβε μετά τον θάνατό του την αρχηγία του σώματος. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία λίγο πριν από την Ελληνική Επανάσταση και έδωσε το έναυσμα στη Δυτική Ελλάδα στις 5 Μαΐου 1821. Πρωταγωνίστησε στην πολιορκία του Μεσολογγίου, όπου στην ηρωική έξοδο οδήγησε την αριστερή πτέρυγα της φρουράς.

Οπως έγραψε σε αφιέρωμα το «Δελτίον της Εστίας» (αριθμ. τ. 377/18.3.1844), το ξίφος που κρατούσε εκείνη τηνμέρα ανήκε στον παλαιό αρματολό καπετάν Τσούτσο, που είχε πεθάνει το 1732. Για το δε τουφέκι του, που είχε το όνομα «Λιάρος», είχε γραφτεί το εξής ποίημα:

«Τούρκικα έστρωνες κουφάρια
εις τον πύρινόν σου δρόμον
εις τους χρόνους της σκλαβιάς μας
το τουφέκι σου ο Λιάρος
έσπειρε παντού τον τρόμον».

Σε άρθρο της εφημερίδας «Αθηνά», στις 14 Ιουνίου του 1858, διαβάζουμε σχετικά ότι «ο Μακρής παρά των συνεπαρχιωτών του ηγαπάτο θρησκευτικώς, διό και κατέστη τοσούτον ισχυρός, ώστε κατά τους χρόνους της Επαναστάσεως και όταν ακόμη ο Μαυροκορδάτος διηύθυνε τα της Δυτικής Ελλάδος, ουδεμία προκήρυξις και γενική διαταγή εδημοσιεύετο ή ετοιχοκολλείτο άνευ της συγκαταθέσεως αυτού και της αδείας του επισήμως εκφραζομένης διά του κήρυκος "κατά διαταγήν του καπετάν Μακρή"».

Η συνέχεια περιλαμβάνει τη δράση του Μακρή στην Πελοπόννησο, μέχρι που ξαναγύρισε στη Ρούμελη, υπό τον Καραϊσκάκη πλέον, και τη συμμετοχή του στην απελευθέρωση περιοχών ανατολικότερα της Αιτωλίας, στην οποία επέστρεψε μετά τη Μάχη της Αράχοβας και τη σήκωσε πάλι στα όπλα.

Με την ανάληψη της αρχιστρατηγίας των ελληνικών δυνάμεων από τον Τσωρτς ορίστηκε «αρχηγός των όπλων» της Δυτικής Ρούμελης. Τον βαθμό αυτό διατήρησε μέχρι την ανακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Ελλάδας, οπότε και επέστρεψε οριστικά στο Μεσολόγγι.

Ποτέ δεν δέχτηκε άλλο τίτλο απ’ αυτόν του καπετάνιου του Μεσολογγίου και όταν ο νεαρός βασιλιάς Οθωνας τον κάλεσε στα ανάκτορα για να τον διορίσει υπασπιστή του, αυτός αρνήθηκε λέγοντας περήφανα: «Μεγαλειότατε, δεν ξέρω εγώ να τσακάω τη μέση μου».

Και επέστρεψε στο Μεσολόγγι, όπου έζησε μέχρι το τέλος της ζωής του.

Για την Ιστορία, να πούμε ότι η χήρα του Δημητρίου Μακρή, Ευπραξία, ζήτησε και αυτή το 1849 με αναφορά της μια σύνταξη για τις ανάγκες της. Ομως, δεν προκύπτει να πήρε τίποτα, εκτός από καλές προθέσεις…

Νικηταράς: Ο Οθωνας τον φυλάκισε σε ένα υγρό, υπόγειο κελί

Ο Νικήτας Σταματελόπουλος, γνωστότερος ως Νικηταράς ο Τουρκοφάγος (Νέδουσα Μεσσηνίας 1782-Πειραιάς 25 Σεπτεμβρίου 1849) ήταν μια ηγετική μορφή της Επανάστασης του 1821, που παρότι η μεγάλη προσφορά του στον Αγώνα αναγνωρίστηκε απ’ όλουςκ διώχθηκε, μετά την απελευθέρωση, ανηλεώς από τους Βαυαρούς.

Η εφημερίδα «Αιών» στο αφιέρωμά της για τον θάνατο του Νικηταρά (φ. 28.9.1849) ανέφερε ότι ο γενναίος οπλαρχηγός «ηγάπα μέχρι σεβασμού και Κολοκοτρώνην και Υψηλάντην και Κυβερνήτην (ενν. τον Καποδίστρια) και πάντα μη ξενίζοντα· διά τούτο κατεδιώχθη μετ’ άλλων πολλών επί των έξωθεν υποκινηθέντων εμφυλίων πολέμων του 1824 (…) διά τούτο προεγράφη μετ’ άλλων πολλών τω 1833, ως πολέμιος δήθεν του θρόνου».

Ετσι, το 1839 ο Νικηταράς, που ανήκε στο Ρωσικό Κόμμα, συνελήφθη με την άδικη κατηγορία της συμμετοχής σε μια συνωμοσία εναντίον του Οθωνα και φυλακίστηκε στη Πύλο, ενώ λίγο πριν από τη δίκη του μεταφέρθηκε στην Αθήνα.

Στη διάρκεια της κράτησής του «εν τω στρατώνι των Αθηνών ξένοι βάρβαροι επειράθησαν τον διά καπνού πνιγηρόν θάνατό του», ανέφερε η εφημερίδα «Αιών».

Η δίκη του έγινε στις 11 Ιουλίου 1840 και καθώς δεν υπήρχαν στοιχεία αθωώθηκε. Ομως η αθωωτική απόφαση προκάλεσε την οργή της κυβέρνησης, η οποία με την προσυπογραφή του Οθωνα τον φυλάκισε στην Αίγινα. Από τότε άρχισε το μαρτύριό του. Οι Βαυαροί τον έβγαζαν στον δρόμο, τον χτυπούσαν με μπαστούνια και τον περιγελούσαν μπρος στα μάτια των Ελλήνων που έρχονταν να δουν τον ήρωά τους.

Ανάμεσα στους θεατές ήταν και η μία κόρη του η οποία δεν άντεξε να βλέπει τον πατέρα της σε αυτή την κατάσταση και τρελάθηκε, ενώ αυτός αρρώστησε με ζάχαρο το οποίο του κατέστρεψε την όραση.

Τελικά, στις 18 Σεπτεμβρίου 1841, με παρέμβαση του στρατηγού Μακρυγιάννη, αμνηστεύτηκε και αποφυλακίστηκε σχεδόν τυφλός.

Εκτός, όμως, από τις φυλακίσεις και τα βασανιστήρια, η Βαυαρική Αντιβασιλεία είχε αφαιρέσει, βίαια, μεταξύ του 1836 και του 1837, ένα μεγάλο μέρος από ένα αγρόκτημα που είχε ο Νικηταράς στη θέση Σερεμέτι, μεταξύ του Αργους και του Ναυπλίου και προσδοκούσε να ζήσει απ’ αυτό την οικογένειά του.

Οπως περιγράφει ο ίδιος σε μια αναφορά που κατέθεσε στις 28 Απριλίου 1846 στη Βουλή και στη Γερουσία, αναγκάστηκε την περίοδο των φυλακίσεών του να δανειστεί με υψηλό τόκο, με αποτέλεσμα να βρίσκεται καταχρεωμένος και να αναγκάζεται να πληρώνει μεγάλα πρόστιμα

Η αναφορά του Νικηταρά είχε θετική αποδοχή από τα νομοθετικά όργανα, αλλά τα υπουργεία στα οποία διαβιβάστηκε φαίνεται ότι την άφησαν παραπεταμένη σε κάποια συρτάρια…

Σε αυτό το διάστημα του απονεμήθηκε ο βαθμός του υποστράτηγου, αλλά το μόνο που του δόθηκε ήταν μια άδεια επαιτείας κάθε Παρασκευή στον ναό της Ευαγγελίστριας, προφανώς στην Αθήνα (στον Πειραιά δεν υπήρχε ακόμα αυτός ο ναός).

Αργότερα του χορηγήθηκε μια πενιχρή σύνταξη και έζησε με αυτή μέχρι τον θάνατό του, στις 25 Σεπτεμβρίου 1849. Ετάφη, όπως ήταν η επιθυμία του, δίπλα στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών.

Λίγες ημέρες μετά τον θάνατό του, η εφημερίδα «Αιών» έγραφε το εξής σχόλιο:

«Αποβιώσαντος του Κ. Μαυρομιχάλου προέτεινεν ευθύς ο τότε επί των Εσωτερικών Υπουργός Κωλέττης την ολόκληρον μεταβίβασιν του εκ Δρ. 500 μισθού του Μακαρίτου ως σύνταξιν εις την Σύζυγόν του. Αποβιώσαντος του Κ. Θ. Κολοκοτρώνου, προέτεινεν ευθύς ο τότε επί των Εσωτερικών Υπουργός Κ. Λόντος την εκ Δρ. 400 σύνταξιν εις τα τέκνα και την Χήραν του Μακαρίτου. Αλλ’ αποβιώσαντος εσχάτως του στρατηγού Νικηταρά, δεν ευρέθη ως φαίνεται, εις το παρόν Υπουργείον (= κυβέρνηση) φίλος του κανείς Υπουργός, διά να κάμη ό,τι και προς την οικογένειαν τούτου απητείτο».​​​

Με τα χρόνια «ξεχάστηκαν» η άδικη συμπεριφορά που επιφυλάχθηκε στον γενναίο στρατηγό και πολύ περισσότερο ο χώρος της κράτησής του στις φυλακές της Αίγινας, μέχρι που ανακαλύφθηκε από έναν άλλο πολιτικό κρατούμενο, μιας άλλης εποχής, τον πολιτικό μηχανικό Γιώργο Μπελαβίλα.

Το περιστατικό διηγήθηκε ο αείμνηστος Γιώργος Μπελαβίλας, πατέρας του καθηγητή του ΕΜΠ και δημοτικού συμβούλου Πειραιά Νίκου Μπελαβίλα, στον δημοσιογράφο Νίκο Πηγαδά.

Η διήγηση υπάρχει στο βιβλίο του Νίκου Πηγαδά «Αίγινα… κάθε κελί σελίδα ιστορίας» (εκδόσεις «Το Ποντίκι», σελ. 17-18) και έχει ως εξής:

«Είμαστε κρατούμενοι στην τέταρτη αχτίνα, την "αχτίνα απομόνωσης", όπως την έλεγαν. Εκεί έτυχε να διαβάσω ένα βιβλίο για τη ζωή και τη δράση του Νικηταρά. Σ' αυτό γινόταν λόγος και για τις φυλακές της Αίγινας, όπου κρατήθηκε ο Τουρκοφάγος. Το βιβλίο ανέφερε συγκεκριμένα για ένα υπόγειο σκοτεινό μπουντρούμι όπου έζησε ο ήρωας και από το οποίο βγήκε τυφλός. Από τον προσανατολισμό του κελιού που περιέγραφε το βιβλίο συμπέρανα ότι το υπόγειο αυτό έπρεπε να βρίσκεται στον χώρο της τέταρτης αχτίνας.

»Το 1955 βούλωσε η αποχέτευση του θαλάμου, όπου ήμασταν περίπου 20 κρατούμενοι. Ζητήσαμε από τη διεύθυνση των φυλακών (διευθυντής ήταν ο περιβόητος Τουρνάς) να μας επιτρέψει να την αποφράξουμε. Εγώ ως μηχανικός επέβλεπα στην εκτέλεση των εργασιών. Σκάβοντας στο δάπεδο του προαυλίου τρία μέτρα από την πόρτα του θαλάμου διαπίστωσα ότι: »Ο σωλήνας της αποχέτευσης κατέληγε σ’ έναν υπόγειο χώρο, που λειτουργούσε σαν βόθρος. Τα τοιχώματά του όμως ήταν επιχρισμένα με ασβεστοκονίαμα, δηλαδή με υλικό υδροχαρές, που αποκλείεται να είχε χρησιμοποιηθεί σε βόθρο που συγκεντρώνονται υγρά. Αντίθετα χρησιμοποιείται σε χώρους διαμονής ανθρώπων.

»Με το πρόσχημα ότι ζητούσα χώρο για να περάσω την αποχέτευση, ζήτησα να μας επιτρέψουν να σκάψουμε τη γύρω περιοχή αυτού του υπόγειου χώρου. Τότε ανακάλυψα πως ο χώρος αυτός ήταν ένα υπόγειο εγκαταλελειμμένο κελί. Ενας πραγματικός κτιστός τάφος, που χρησιμοποιούνταν σαν βόθρος τα κατοπινά χρόνια. Ηταν το υπόγειο κελί όπου ο Οθωνας είχε φυλακίσει τον γενναίο και περήφανο Νικηταρά, που σ’ αυτό τυφλώθηκε». ​​​​​​

 

Επανάσταση του 1821: Κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου τιμούμε και γιορτάζουμε τον ξεσηκωμό των υπόδουλων Ελλήνων

Δευτέρα, 25/03/2019 - 15:00

Κάθε χρόνο στις 25 Μαρτίου τιμούμε και γιορτάζουμε τον ξεσηκωμό των υπόδουλων Ελλήνων κατά του Τούρκου δυνάστη για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Εκ των πραγμάτων είναι η πιο σημαντική ημερομηνία στην ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας, ως αφετηρία της εθνικής παλιγγενεσίας.

 

Τι συνέβη, άραγε, στις 25 Μαρτίου του 1821 και την έχουμε αναδείξει ως την ημέρα της εθνικής μας εορτής; Τίποτα απολύτως λένε οι ιστορικοί. Ή σχεδόν τίποτα, για να είμαστε ακριβείς, πέρα από κάποιες αψιμαχίες. Κανένα σπουδαίο πολεμικό γεγονός που να δικαιολογεί αυτή την επιλογή. Ούτε καν η ύψωση του λαβάρου της Μονής της Αγίας Λαύρας και η ορκωμοσία των παλληκαριών από τον Παλαιών Πατρών Γερμανό.

Το περιστατικό της Αγίας Λαύρας είναι ένας εθνικός μύθος. Τον οφείλουμε στον γάλλο περιηγητή και ιστορικό Φρανσουά Πουκεβίλ (1770-1838), ο οποίος συνέγραψε την τετράτομη Ιστορία της Αναγεννήσεως της Ελλάδος (1824). Η ιστορία διαδόθηκε από στόμα σε στόμα, αλλά και μέσω του πίνακα Ο Όρκος της Αγίας Λαύρας (1851) του σημαντικού έλληνα ζωγράφου Θεόδωρου Βρυζάκη (1814-1878).

Άλλωστε και ο ίδιος ο Παλαιών Γερμανός δεν αναφέρει λέξη για το περιστατικό στα απομνημονεύματά του. Είναι ιστορικά εξακριβωμένο ότι εκείνη την ημέρα δεν βρισκόταν στη Μονή της Αγίας Λαύρας, αλλά στην Πάτρα, όπου όντως όρκισε τους επαναστάτες της περιοχής στην Πλατεία του Αγίου Γεωργίου.

Τί γιορτάζουμε 25 Μαρτιου (Διπλή Γιορτή)

Η επέτειος να γιορτάζουμε τον εθνικό ξεσηκωμό στις 25 Μαρτίου καθιερώθηκε στις 15 Μαρτίου 1838 από τον βασιλιά Όθωνα, προκειμένου να συνδεθεί με το εκκλησιαστικό γεγονός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου.
Ήταν και επιθυμία του Αλέξανδρου Υψηλάντη και της Φιλικής Εταιρείας να συνδεθεί η έναρξη της επανάστασης με μια μεγάλη εκκλησιαστική εορτή για να τονωθεί το φρόνημα των υπόδουλων Ελλήνων.

Στην πραγματικότητα, η Επανάσταση δεν ξεκίνησε στις 25 Μαρτίου 1821, αλλά λίγες μέρες νωρίτερα στην Πελοπόννησο, μία περιοχή με συμπαγείς ελληνικούς πληθυσμούς και μικρή στρατιωτική παρουσία των Τούρκων. Ο στρατιωτικός και πολιτικός διοικητής της Πελοποννήσου (Μόρα Βαλεσί) Χουρσίτ Πασάς βρισκόταν στα Γιάννινα για να εξοντώσει τον Αλή Πασά, ο οποίος είχε αυτονομηθεί από την Υψηλή Πύλη. Πριν από την αναχώρησή του, ο Χουρσίτ είχε λάβει διαβεβαιώσεις από τους προεστούς του Μοριά ότι οι φήμες που κυκλοφορούσαν για τον επικείμενο ξεσηκωμό των ραγιάδων ήταν ανυπόστατες.

Αχαιοί και Μανιάτες ερίζουν για το ποιος έριξε την πρώτη τουφεκιά του εθνικού ξεσηκωμού. Στις 21 Μαρτίου αρχίζει η πολιορκία των Καλαβρύτων από τον Σωτήρη Χαραλάμπη και τους Πετμεζαίους. Είναι η πρώτη πολεμική ενέργεια της Επανάστασης και θα λήξει νικηφόρα μετά από πέντε ημέρες.

Στις 23 Μαρτίου οι Μανιάτες υπό την αρχηγία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και τη συνεπικουρία του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη καταλαμβάνουν την Καλαμάτα και με διακήρυξή τους κάνουν γνωστό στη διεθνή κοινότητα τον ξεσηκωμό των Ελλήνων. Την ίδια ημέρα, οι άνδρες του Αντρέα Λόντου θέτουν υπό τον έλεγχό τους τη Βοστίτσα (σημερινό Αίγιο), ενώ επαναστατικός αναβρασμός επικρατεί στην Πάτρα. Από την Κωνσταντινούπολη με προορισμό το Άγιο Όρος αναχωρεί ο σερραίος έμπορος και φλογερός πατριώτης Εμμανουήλ Παππάς, προκειμένου να ξεκινήσει την Επανάσταση στη Μακεδονία.

Η 23η Μαρτίου είναι ο πρώτος σημαντικός σταθμός του εθνικού αγώνα και θα μπορούσε κάλλιστα να είχε πάρει τη θέση της 25ης Μαρτίου στο εορταστικό καλεντάρι της χώρας μας.

Ήρωες του 1821: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

Ήρωες του 1821: Θεόδωρος Κολοκοτρώνης
O Θεόδωρος Κολοκοτρώνης ήταν ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε στην Πελοπόννησο και εξ αυτού του λόγου είναι γνωστός και ως «Γέρος του Μωριά». Γεννήθηκε «εις τα 1770, Απριλίου 3, την Δευτέρα της Λαμπρής... εις ένα βουνό, εις ένα δέντρο αποκάτω, εις την παλαιάν Μεσσηνίαν, ονομαζόμενον Ραμαβούνι», όπως αναφέρει στα Απομνημονεύματά του. Ήταν γιος του κλεφτοκαπετάνιου Κωνσταντή Κολοκοτρώνη (1747-1780) από το Λιμποβίσι Αρκαδίας και της Γεωργίτσας Κωτσάκη, κόρης προεστού από την Αλωνίσταινα Αρκαδίας.

Η οικογένεια των Κολοκοτρωναίων από το 16ο αιώνα, που εμφανίζεται στο προσκήνιο της ιστορίας, βρίσκεται σε αδιάκοπο πόλεμο με τους Τούρκους. Μονάχα από το 1762 έως το 1806, 70 Κολοκοτρωναίοι εξοντώθηκαν από τους κατακτητές. Το 1780, ήταν 10 ετών, όταν ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους, ένα γεγονός που σημάδεψε τη ζωή του.

Στα 17 του έγινε οπλαρχηγός του Λεονταρίου και στα 20 του νυμφεύτηκε την κόρη του τοπικού προεστού Αικατερίνη Καρούσου. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και στις αρχές του 1821 αποβιβάστηκε στη Μάνη για να λάβει μέρος στον επικείμενο Αγώνα.

 

Ήρωες του 1821: Γεώργιος Καραϊσκάκης

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ήταν ηγετική μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, που έδρασε κυρίως στη Ρούμελη (Στερεά Ελλάδα). Γεννήθηκε το 1780 στο Μαυρομάτι Καρδίτσας και ήταν καρπός της σχέσης του αρματολού Δημήτρη Καραΐσκου και της μοναχής Ζωής Ντιμισκή, αδελφής του κλέφτη Κώστα Ντιμισκή και εξαδέλφης του οπλαρχηγού Γώγου Μπακόλα. Μεγάλωσε με τους θετούς γονείς του, μία οικογένεια Σαρακατσάνων, αφού η μητέρα του τον εγκατέλειψε μη αντέχοντας τον διασυρμό μιας παράνομης σχέσης και πέθανε όταν ήταν οκτώ ετών. Από τη μητέρα του, ο «γιος της καλογριάς» κληρονόμησε τον ανυπότακτο χαρακτήρα του και την παροιμιώδη βωμολοχία του.

Στα 15 του ο Γεώργιος Καραϊσκάκης εγκαταλείπει τους θετούς του γονείς και σχηματίζει κλέφτικη ομάδα από συνομηλίκους του. Τρία χρόνια αργότερα πέφτει στα χέρια του Αλή Πασά, ο οποίος εκτιμώντας τον ισχυρό του χαρακτήρα τον προσλαμβάνει στη σωματοφυλακή του. Στην Αυλή των Ιωαννίνων όχι μόνο έμαθε τη στρατιωτική τέχνη, αλλά και στοιχειώδη γράμματα, γραφή και ανάγνωση.

 

Ήρωες του 1821: Οδυσσέας Ανδρούτσος

Ήρωες του 1821: Οδυσσέας ΑνδρούτσοςΑπό τους επιφανέστερους στρατιωτικούς ηγέτες της Επανάστασης του ‘21.

Ο Οδυσσέας Ανδρούτσος έπεσε θύμα των εμφύλιων διαμαχών κατά τη διάρκεια του Αγώνα και σκοτώθηκε από χέρι ελληνικό. Γεννήθηκε στην Ιθάκη το 1788 και ήταν ο μονάκριβος γιος του ξακουστού αρβανίτη αρματολού της Ρούμελης Αντρέα Βερούση ή Καπετάν Ανδρούτσου και της Ακριβής Τσαρλαμπά, κόρης προεστού της Πρέβεζας. Στο νησί του Οδυσσέα είχε καταφύγει η μητέρα του για να γλιτώσει από την καταδίωξη των Τούρκων, επειδή ο πατέρας του είχε ακολουθήσει τον θαλασσομάχο Λάμπρο Κατσώνη στις ανά το Αιγαίο περιπέτειές του. Εκεί βαφτίστηκε το 1792 από τη γυναίκα του Κατσώνη, Μαρουδιά, που για τον ίδιο λόγο είχε ζητήσει κι αυτή άσυλο στο νησί.

Προς τιμή του ομηρικού ήρωα, του δόθηκε το όνομα Οδυσσέας. Ο ίδιος, όμως, πατρίδα του θεωρούσε την πατρίδα του πατέρα του, τις Λιβανάτες της Λοκρίδας. Όταν ο Αλή Πασάς έμαθε πως ο φίλος του καπετάν Ανδρούτσος, που εν τω μεταξύ είχε αποκεφαλιστεί από τους Τούρκους το 1797, άφησε γιο, τον πήρε κοντά του στην αυλή του στα Γιάννενα, που αποτελούσε τότε σπουδαίο στρατιωτικό σχολείο, στο οποίο μαθήτευσαν αρκετοί Έλληνες αγωνιστές του '21. Μέσα σ’ αυτό το περιβάλλον μεγάλωσε ο μικρός Οδυσσέας. Εκεί έμαθε τα πρώτα γράμματα και να μιλάει ιταλικά και αρβανίτικα. Η σωματική του δύναμη ήταν παροιμιώδης και διηγούνται αναρίθμητα κατορθώματά του. Κάποιος βιογράφος του γράφει, ότι «επήδα ως έλαφος, έτρεχεν ως ίππος και ίππευεν ως Κένταυρος».

 

Ήρωες του 1821: Παπαφλέσσας

Κληρικός, από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του ‘21.

Ο Γεώργιος Δικαίος Φλέσσας, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε το 1786 ή το 1788 στην Πολιανή Μεσσηνίας. Ο Παπαφλέσσας φοίτησε στην ονομαστή Σχολή της Δημητσάνας και το 1816 εκάρη μοναχός στο μοναστήρι της Βαλανιδιάς στην Καλαμάτα κι έλαβε το όνομα Γρηγόριος. Ζωηρός και εριστικός ως χαρακτήρας, γρήγορα ήλθε σε ρήξη με τον ηγούμενό του και πήγε να μονάσει στο μοναστήρι της Ρεκίτσας, μεταξύ Μυστρά και Λεονταρίου.

Στις αρχές του 1818 μάλωσε μ’ ένα Τούρκο αγά της περιοχής για κάποια διαφιλονικούμενα κτήματα και αναγκάστηκε να καταφύγει στην Κωνσταντινούπολη. Λίγο προτού εγκαταλείψει την Πελοπόννησο κι ενώ καταδιώκετο από Τούρκους οπλοφόρους, φέρεται να τους είπε: «Άιντε ρε και πού θα μου πάτε! Θα ξαναγυρίσω πάλι ή δεσπότης ή πασάς και τότε θα λογαριαστούμε!» .Στην Κωνσταντινούπολη γνωρίστηκε με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο, ο οποίος τον κατήχησε και τον μύησε στη Φιλική Εταιρεία στις 21 Ιουνίου του 1818 με το συνθηματικό όνομα Αρμόδιος. Την ίδια περίοδο έγινε αρχιμανδρίτης από τον πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Από τη στιγμή που έγινε μέλος της Φιλικής Εταιρείας, ο Παπαφλέσσας αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στην υπόθεση του εθνικού ξεσηκωμού.

 

Ήρωες του 1821: Αθανάσιος Διάκος

Ο Αθανάσιος Διάκος ήταν από τους πρωτεργάτες του εθνικού ξεσηκωμού στην Ανατολική Στερεά Ελλάδα και ήρωας της μάχης της Αλαμάνας. Γεννήθηκε το 1788 στην Άνω Μουσουνίτσα της Φωκίδας (σημερινός Αθανάσιος Διάκος) και κατ’ άλλους στη γειτονική Αρτοτίνα, απ’ όπου καταγόταν η μητέρα του. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αθανάσιος Γραμματικός.

Ο πατέρας του μη μπορώντας να αντέξει τα βάρη της πολυμελούς οικογένειάς του, τον έστειλε δόκιμο μοναχό στο κοντινό μοναστήρι του Αγίου Ιωάννου Προδρόμου, σε ηλικία 12 ετών. Πέντε χρόνια αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος, αλλά γρήγορα εγκατέλειψε την καλογερική, όταν σκότωσε ένα Τούρκο αγά, επειδή, σύμφωνα με κάποια παράδοση, αυτός του έθιξε τον ανδρισμό του, θαμπωμένος από την ομορφιά του. Ο νεαρός Αθανάσιος εντάχθηκε ως πρωτοπαλίκαρο στο σώμα του οπλαρχηγού Γούλα Σκαλτσά και τότε ήταν που έλαβε το προσωνύμιο Διάκος, με το οποίο έγινε γνωστός και έμεινε στην ιστορία.

Το 1814 πήγε στα Ιωάννινα και εντάχθηκε στη σωματοφυλακή του Αλή Πασά, της οποίας επικεφαλής ήταν ο Οδυσσέας Ανδρούτσος. Όταν ο Ανδρούτσος διορίστηκε αρχηγός στο αρματολίκι της Λιβαδειάς, ο Διάκος τον ακολούθησε. Μετά την αποχώρηση του Ανδρούτσου, ο Διάκος ανακηρύχθηκε καπετάνιος τον Οκτώβριο του 1820, ενώ την ίδια περίοδο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Στις 27 Μαρτίου 1821, ο Αθανάσιος Διάκος πρωτοστατεί στην κήρυξη της Επανάστασης στην Ανατολική Στερεά.

 

Ήρωες του 1821: Μπουμπουλίνα

Ήρωες του 1821: Μπουμπουλίνα

Μια από τις δύο κορυφαίες γυναικείες μορφές της Ελληνικής Επανάστασης. Η άλλη είναι η Μαντώ Μαυρογένους.

Η Μπουμπουλίνα ήταν κόρη του Υδραίου πλοιάρχου Σταυριανού Πινότση και γεννήθηκε το 1771 στις φυλακές της Κωνσταντινούπολης, όπου ο πατέρας της εκρατείτο για συμμετοχή στα Ορλοφικά. Στα 17 της παντρεύτηκε τον Σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα και στα 26 της έμεινε χήρα με τρία παιδιά.

Το 1801 παντρεύτηκε σε δεύτερο γάμο τον Σπετσιώτη καραβοκύρη Δημήτριο Μπούμπουλη και έγινε έκτοτε γνωστή ως Μπουμπουλίνα (η γυναίκα του Μπούμπουλη). Έχασε και τον δεύτερό της σύζυγο με τον οποίο απέκτησε τρία παιδιά. Την περιουσία του θανόντος συζύγου της, που ξεπερνούσε τα 300.000 τάλληρα, την επένδυσε αποκτώντας μερίδια σε διάφορα σπετσιώτικα πλοία.

Ο Εθνικός Ξεσηκωμός βρήκε την Μπουμπουλίνα «πεντηκοντούτιδα, ωραίαν, αρειμάνιον ως αμαζόνα, επιβλητικήν καπετάνισσαν, προ της οποίας ο άνανδρος ησχύνετο και ο ανδρείος υπεχώρει», όπως τη σκιαγράφησε ο δημοσιογράφος και ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων. Ξόδευε την περιουσία της, όχι μόνο για τη διατήρηση των πλοίων της, αλλά και για τα στρατεύματα στην ξηρά.

 

Ήρωες του 1821: Μαντώ Μαυρογένους

Εξέχουσα μορφή της Ελληνικής Επανάστασης, μία από τις ελάχιστες γυναίκες που διακρίθηκαν στον Αγώνα.

Οι πληροφορίες για τη ζωή και τη δράση της αντλούνται κυρίως από ξένους συγγραφείς, τους οποίους φαίνεται ότι είχε σαγηνεύσει με την προσωπικότητα και την ομορφιά της και όχι από τους συγχρόνούς της Έλληνες ιστορικούς και απομνηματογράφους, που αποσιώπησαν ή υποτίμησαν την προσφορά της στον Αγώνα.

Η Μαντώ (Μαγδαληνή το βαπτιστικό της όνομα) Μαυρογένους γεννήθηκε το 1796 ή το 1797 στην Τεργέστη, όπου ο πατέρας της Νικόλαος Μαυρογένης, γόνος της ονομαστής φαναριώτικης οικογένειας των Μαυρογένηδων με καταγωγή από τις Κυκλάδες, ασχολείτο με το εμπόριο. Η μητέρα της Ζαχαράτη Χατζή Μπατή, γεννημένη στη Μύκονο, αλλά με καταγωγή από τη Σπάρτη, ήταν πολύγλωσση και κρατούσε τα κατάστιχα των εμπορικών δραστηριοτήτων του άνδρα της. Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλέλληνα στρατιωτικό και συγγραφέα Μαξίμ Ρεμπό , η Μαντώ γνώριζε γαλλικά και ιταλικά.
Ήταν προικισμένη μ’ ένα γλυκύτατο χαρακτήρα, αλλά «όταν μιλάει για την ελευθερία της πατρίδας της, φλογίζεται, η συζήτηση ζωντανεύει και τα λόγια της κυλάνε με μια φυσική ευγλωττία που σου κρατούν την ανάσα». Με την έναρξη της Επανάστασης, η Μαντώ Μαυρογένους από την Τήνο, όπου διέμενε μετά τον θάνατο του πατέρα της, έσπευσε στη Μύκονο και πρωτοστάτησε στην εξέγερση των κατοίκων του νησιού.



πηγή Σαν Σήμερα

Στρατιωτική παρέλαση στην Αθήνα για την επέτειο της 25ης Μαρτίου

Δευτέρα, 25/03/2019 - 12:00

Παρουσία του Προέδρου της Δημοκρατίας, Προκόπη Παυλόπουλου ξεκίνησε, λίγα λεπτά μετά τις 11.00, στην Πλατεία Συντάγματος η στρατιωτική παρέλαση με την οποία κορυφώνονται οι εορταστικές εκδηλώσεις για την επέτειο της 25ης Μαρτίου.

Την παρέλαση άνοιξαν οι ανάπηροι πολέμου και οι αδελφές νοσοκόμοι του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού

Προηγουμένως ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, συνοδευόμενος από τον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση, κατέθεσε στεφάνι στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη, έγινε ανάκρουση εμβατηρίου και του Εθνικού Ύμνου, και στη συνέχεια επιθεώρησε το τιμητικό άγημα των τριών Όπλων των Ενόπλων Δυνάμεων. Ακολούθως ο κ. Παυλόπουλος χαιρέτισε τους παρευρισκόμενους εκπροσώπους της πολιτικής, θρησκευτικής, δικαστικής και στρατιωτικής ηγεσία της χώρας.

Νωρίτερα το πρωί τελέσθηκε πανηγυρική δοξολογία στον μητροπολιτικό ναό Αθηνών παρουσία της πολιτειακής, πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας.

Ελάχιστες οι κινηματογραφικές παραγωγές με θέμα την επανάσταση του 1821

Κυριακή, 24/03/2019 - 21:00
Η επανάσταση του '21 απέτυχε στον κινηματογράφο



Η επανάσταση του 1821, ένα γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας, που γοήτευσε εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον πλανήτη, κανονικά θα έπρεπε να είναι μία ιστορία ανεξάντλητης έμπνευσης για τον ελληνικό κινηματογράφο.

Αντιθέτως, όμως, οι κινηματογραφικές παραγωγές, με θέμα το '21, πρέπει να θεωρούνται ελάχιστες, καμιά δεκαριά και οι περισσότερες πλέον θεωρούνται «καλτ», για να αποφευχθούν οι χαρακτηρισμοί που τους αξίζουν...

Χωρίς υπερβολή, εκτός απ' ορισμένες εξαιρέσεις, ήταν ταινίες ιδιαίτερα χαμηλής ποιότητας, με κακογραμμένο σενάριο σχεδόν πάντα, παραγωγές που έδειχναν τη φτώχεια τους και την προχειρότητά τους, τις περισσότερες φορές προπαγανδιστικές, με ηρωικές φανφάρες, που έφταναν στο γκροτέσκο, παρουσιάζοντας Έλληνες και Τούρκους μονοδιάστατα, σχεδόν γραφικά και φυσικά μακριά από την ιστορική αλήθεια, αν και αυτό όταν πρόκειται για κινηματογράφο είναι το μικρότερο ελάττωμα - δείτε και το πλήθος των αμερικανικών ταινιών για τους ινδιάνους ή τον αμερικανικό εμφύλιο.

 

Και όμως η επανάσταση του '21 θα μπορούσε να είναι μια σπουδαία ευκαιρία για αν μη τι άλλο ενδιαφέρουσες ταινίες, καθώς εκτός από τον πλούτο των γεγονότων, έχουμε σπάνιου ενδιαφέροντος χαρακτήρες, σύνθετες προσωπικότητες, που υπήρχαν κυρίως στην ελληνική πλευρά, αλλά και από την τουρκική. Επίσης, υπάρχουν πολυεπίπεδα κοινωνικά και προσωπικά ζητήματα που θα μπορούσαν να αναδείξουν το χαρακτήρα, τις χάρες και τα ελαττώματα της φυλής, τις παθογένειες της χώρας, αλλά και αυτό που έχουμε συνηθίσει να λέμε «η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει...»

Θα πρέπει να παρατηρήσουμε, επίσης, ότι υπάρχουν μορφές του Αγώνα, όπως ο Γιώργος Καραϊσκάκης, ο Οδυσσέας Ανδρούτσος, ο Αθανάσιος Διάκος, ο Μακρυγιάννης κα, που είναι εξαφανισμένες από τις ταινίες του είδους, λες και θα ενοχλούσαν ένα σύστημα αξιών, αλλά και θα χάλαγαν τις προτεραιότητες ή το αστικό περιβάλλον στο οποίο βρίσκονταν οι παραγωγοί της εποχής.

Υπάρχει βεβαίως ακόμη ένα πρόβλημα, καθώς οι περισσότερες ταινίες γυρίστηκαν στην παρακμή του λεγόμενου εμπορικού ελληνικού κινηματογράφου και μάλιστα όταν έκαναν κουμάντο στα πλατό οι συνταγματάρχες και τα σενάρια τα εξέταζαν οι κολαούζοι των χουντικών, πολλές φορές και οι λοχίες που εμπνέονταν από τα κηρύγματα μίσους των επιφανών εκπροσώπων της δικτατορίας.

Ωστόσο, υπάρχουν και δικαιολογίες. Βάσιμες. Όπως ότι η παραγωγή μίας ιστορικής ταινίας και ειδικά της εποχής της επανάστασης απαιτούσε πολλά χρήματα. Χρειάζονταν εκατοντάδες κομπάρσοι (αυτό λόγω χούντας δεν ήταν και τόσο πρόβλημα, αφού υπήρχαν «πρόθυμα» φανταράκια), άλογα, όπλα, γιαταγάνια, κοστούμια, εκπαίδευση των ηθοποιών για τις μάχες της εποχής (δεν πεθαίνουμε από εχθρικό βόλι ...πλονζάροντας) πολλά εξωτερικά γυρίσματα και άλλα πολλά και δαπανηρά.

 

Τέλος πάντων, αυτές τις ταινίες έχουμε, αυτές θα δούμε παρακάτω, αν και μπορούμε πάντα να ελπίζουμε ότι μπορεί να γυριστεί στο μέλλον μια αξιοπρεπής, αν μη τι άλλο, ιστορική ταινία για το '21. Πάντως, εδώ και δεκαετίες, κάθε 25 Μαρτίου βλέπουμε από τα κανάλια το πολύ τέσσερις πέντε ταινίες, πάντα τις ίδιες, όπως τον «Παπαφλέσσα», τους «Σουλιώτες», τη «Μαντώ Μαυρογένους».

Έτσι, με αφορμή τον επικείμενο εορτασμό της εθνικής εορτής, 198 χρόνια από την επανάσταση, ας θυμηθούμε όλες τις ταινίες που γυρίστηκαν για την ιστορική αυτή εποχή, ποιοι ήταν οι συντελεστές τους πίσω και μπροστά από την κάμερα, αλλά και να επιχειρήσουμε μία συνοπτική και πραγματικά καλοπροαίρετη κριτική επισκόπησή τους.

«Ζάλογγο, το Κάστρο της Λευτεριάς»

Από τις πρώτες, μπορεί και η πρώτη ταινία για το '21 και ίσως από τις πλέον αξιοπρεπείς παραγωγές παρά τις δυσκολίες της εποχής, καθώς η ταινία γυρίστηκε το 1958. Σκηνοθέτης της ήταν ο Στέλιος Τατασόπουλος, ένας από τους πρωτομάστορες του ελληνικού σινεμά, που προσπάθησε να φέρει το νεορεαλισμό στη χώρα μας, γύρισε πολλά μελοδράματα και σίγουρα δεν του δόθηκαν οι ευκαιρίες που άξιζε. Η παραγωγή ήταν της «ΑΝΖΕΡΒΟΣ», μίας εταιρίας που έκανε μερικές από τις καλύτερες ελληνικές ταινίες, ενώ το σενάριο ήταν του Θ. Τέμπου και η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι.

Το θέμα της καταπιάνεται με την ηρωική μάχη των Σουλιωτών εναντίον του Αλή Πασά με αρχηγό τον Φώτο Τζαβέλλα και τον Κόγκα Δράκο. Μετά την προδοσία του Πήλιου Γούση, το Σούλι καταλαμβάνεται από τους Τουρκαλβανούς και οι Σουλιώτισσες για να μην πέσουν στα χέρια τους ρίχνονται στο γκρεμό του Ζαλόγγου με τα μωρά τους, ενώ ο καλόγερος Σαμουήλ ανατινάζει το Κούγκι. Στην ταινία πρωταγωνιστούν οι Τζαβάλας Καρούσος, Ανδρέας Ζησιμάτος, Νίνα Σγουρίδου, Βύρων Πάλλης, Δήμος Σταρένιος, Γιάννης Σπαρίδης, Νίκος Φέρμας, κα.

 
 
 
 

«Μπουμπουλίνα»

Την ίδια περίπου εποχή, ο Κώστας Ανδρίτσος γυρίζει την «Μπουμπουλίνα», μία σχετικά ευπρόσωπη παραγωγή, στην οποία κυριαρχεί η μορφή της Ειρήνης Παππά (Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα), η οποία στέκει αγέρωχη με τη μεσογειακή της εμφάνιση, δίνοντας έναν άλλο αέρα στην ταινία. Από κοντά ο πολύ καλός Διονύσης Παπαγιαννόπουλος στο ρόλο του κακού, ενώ εμφανίζονται και οι Ανδρέας Μπάρκουλης, Μιράντα Μυράτ, Χριστόφορος Νέζερ, Γκίκας Μπινιάρης, Γεωργία Βασιλειάδου.

«Η Λίμνη των Στεναγμών»

Ακόμη μία ταινία με την Ειρήνη Παππά, την οποία γύρισε το 1959 ο Γρηγόρης Γρηγορίου και αποτελεί ακόμη μία παραγωγή που ξεφεύγει από τη γενική εικόνα των ταινιών του είδους. Εκτός από την ελκυστική και πάντα γοητευτική Παππά, πρωταγωνιστούν και οι Ανδρέας Μπάρκουλης, στο ρόλο του Μουχτάρ, γιο του Αλή Πασά, τον οποίο ερμηνεύει ο επιβλητικός Τζαβάλας Καρούσος. Επίσης, παίζουν οι Ελένη Ζαφειρίου, Δημήτρης Καλλιβωκάς, Ανδρέας Ζησιμάτος κα. Η ταινία στέκεται περισσότερο στον έρωτα της Ελληνίδας καλλονής και του Τούρκου «πρίγκιπα», αλλά και στο αρρωστημένο πάθος του Αλή Πασά για αυτήν, παρά στις διαφορές Ελλήνων και Τούρκων. Η ταινία τελειώνει με την κυρά Φροσύνη να πέφτει στη λίμνη των Ιωαννίνων και τον Μουχτάρ να θρηνεί...

 
 
 
 

«Σαράντα Παλικάρια»

Ταινία που περισσότερο κολλάει με τα βουκολικά δράματα της εποχής παρά με την επανάσταση του '21 και μάλλον έχει ξεχαστεί ακόμη και απ' τους «συλλέκτες» του κινηματογραφικού είδους. Τη γύρισε το 1961 ο Γιώργος Πετρίδης, ο οποίος με αφηγείται στα όρια της γραφικότητας την ιστορία ενός τσοπάνου που ακολουθεί στο βουνό τον Κίτσο και τα παλικάρια του, που πολεμούν τους Τούρκους. Παίζουν μεταξύ άλλων, Άντζελα Ζήλεια, Ανδρέας Ντούζος, Κώστας Ρηγόπουλος, Κώστας Καζάκος και Λαυρέντης Διανέλλος.

 
 
 
 

«Η έξοδος του Μεσολογγίου»

Οι τελευταίες ημέρες της ιστορικής πολιορκίας του Μεσολογγίου και η απελπισμένη αλλά και θαρραλέα έξοδος των αποκλεισμένων από τους Τούρκους υπερασπιστών της πόλης, γυρισμένη από τον Δημήτρη Δούκα το 1965. Η ταινία έχει αδυναμίες, κυρίως τεχνικές και σεναριακές, αλλά σίγουρα δεν τη λες κακή. Αντιθέτως, έχει ορισμένες καλές στιγμές με βασικότερες όταν εμφανίζεται ο Μάνος Κατράκης, αυτό το θηρίο της υποκριτικής. Παίζουν ακόμη οι Τζαβαλάς Καρούσος, Άννα Ιασωνίδου, Ίλια Λιβυκού, Τάκης Εμμανουήλ, Χριστόφορος Ζήκας κα.

 
 
 
 
 
 
 

«Παπαφλέσσας»

Θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και το «Μπεν Χουρ» της ελληνικής παραγωγής, καθώς η ταινία αυτή, που γύρισε το 1971 εντελώς επιφανειακά και χωρίς έμπνευση ο Ερρίκος Ανδρέου, έχοντας η αλήθεια ως εμπόδιο και ένα σενάριο εντελώς συμβατικό με την εποχή. Η παραγωγή, που ήταν μία σύμπραξη του Φίνου και του Τζέιμς Πάρις, ήταν η ακριβότερη της εποχής ίσως και όλων των εποχών για την Ελλάδα, καθώς κόστισε τότε το εξωφρενικό ποσό των 12 εκατομμυρίων δραχμών.

Υπήρξαν εκατοντάδες κομπάρσοι, πολλά εξωτερικά γυρίσματα και πάμπολλοι πρωταγωνιστές της εποχής που παίζουν μικρούς ρόλους. Κι όμως η ταινία έχει και τεράστιες τεχνικές αδυναμίες, όπως τα γυρίσματα των μαχών που δεν είναι λίγα, αλλά ιδιαιτέρως ψεύτικα, που πολλές φορές προκαλούν το γέλιο, όπως με τις ατσαλάκωτες και κατάλευκες φουστανέλες των παλικαριών που εφορμούν. Σκηνές που αποτελούν για πολλούς ένα παιχνίδι παρατηρητικότητας με τις γκάφες και τις γραφικότητες. Φυσικά το σενάριο δεν έχει και πολύ σχέση με την πραγματικότητα, ενώ υπάρχουν σαφείς νύξεις κατά των «Φιλικών», καθώς αυτοί παρέπεμπαν στους κακούς Ρώσους.

 
 
 
 

Ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ, βοηθούμενος, για πρώτη φορά, από τα παραπανίσια κιλά του και το επιβλητικό ράσο δεν είναι κακός, παρότι υπερβολικός και ορισμένες φορές θυμίζοντας το ρόλο του στην «Υπολοχαγό Νατάσα», ο Δημήτρης Ιωακειμίδης λες και γεννήθηκε για το ρόλο αυτό, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, είναι συμπαθέστατος, ενώ και ο Στέφανος Στρατηγός στο ρόλο του Ιμπραήμ σπάει ελαφρώς τη μονοδιάστατη εμφάνιση των Τούρκων, όπως γίνεται στην ίδια ταινία με τον Φερνάντο Σάντσο (Δράμαλης). Παίζει σχεδόν η εθνική Ελλάδος της εποχής, μεταξύ των οποίων και οι Αλέκος Αλεξανδράκης, Άγγελος Αντωνόπουλος, Χρήστος Πολίτης, Κάτια Δανδουλάκη, Λαυρέντης Διανέλλος, Θόδωρος Μορίδης, Ηλίας Λογοθέτης, Σταύρος Ξενίδης. Η «ηρωική» πομπώδης μουσική είναι του Κώστα Καπνίση.

«Μαντώ Μαυρογένους»

Ταινία του 1971, που πρέπει να μετάνιωσαν πικρά τη συμμετοχή τους σε αυτή η Τζένη Καρέζη και Πέτρος Φυσσούν, υπό την καθοδήγηση του μετρ της άρπα κόλας, Κώστα Καραγιάννη. Φυσικά κεντρική ηρωίδα η Μαντώ Μαυρογένους (Τζένη Καρέζη), που έδωσε όλη την περιουσία της για την επανάσταση, αλλά και ο έρωτάς της με τον Αλέξανδρο Υψηλάντη (Φυσσούν). Γκροτέσκο καταστάσεις, εκεί που έπρεπε να κυριαρχεί το δράμα μπορεί να πέσεις κάτω από τα γέλια και σενάριο που πιστεύεις βάσιμα ότι έχει γράψει η καλύτερη μαθήτρια του γυμνασίου, που φυσικά έχει εγκρίνει και η λογοκρισία της εποχής. Παίζουν και οι Άλκης Γιαννακάς, Σταύρος Ξενίδης, Λαυρέντης Διανέλλος, Αθηνόδωρος Προύσαλης, Ντίνος Καρύδης, Γιώργος Μοσχίδης, καθώς και σε πρώτη εμφάνιση η Ελένη Ερήμου στο ρόλο του κοριτσιού «πειρασμός», θυμίζοντας με την ερμηνεία της και με βάση το σενάριο και τη σκηνοθεσία του Καραγιάννη, μια άλλη εποχή, πολύ πιο κοντινή από εκείνη της επανάστασης.

 
 
 
 

«Σουλιώτες»

Ταινία με παιδαριώδες σενάριο, που γύρισε το 1972 ο Δημήτρης Παπακωνσταντής, με μία ελαφράδα, κόντρα στο σκληρό θέμα της ιστορίας και πολλές φορές χωρίς να τηρεί κανένα κινηματογραφικό κανόνα για τις ταινίες του είδους, κάνοντάς την καλτ, για τους θαυμαστές αυτών των περιπτώσεων. Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μιχάλη Περάνθη, που το αποτελειώνει μάλλον το σενάριο του Πάνου Κοντέλλη. Πρωταγωνιστούν ο ακατάλληλος για το ρόλο Χρήστος Πολίτης, η Κάτια Δανδουλάκη, ο Γιάννης Κατράνης, η Αλέκα Κατσέλη, ο Χρήστος Καλαβρούζος και ο Φερνάντο Σάντσο, που είχε πάρει, εκείνα τα χρόνια, εργολαβία τις ηρωικές ταινίες για το '21 και το '40.

 
 
 
 

«Η Δίκη των Δικαστών»

Θα μπορούσε να είναι σίγουρα κάτι καλύτερο αυτή η παραγωγή της Φίνος Φιλμς, που βρίσκεται στα ξεψυχίσματά της και δεν εκμεταλλεύεται ούτε τα σημεία διάλυσης της χούντας, καθώς βρισκόμαστε στα 1974. Πρόκειται για τη δίκη των Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, που έγινε στο Ναύπλιο το 1834 και τη θαρραλέα στάση του δικαστή Αναστάσιου Πολυζωΐδη. Η ταινία πλήττεται από τη θεατρική δομή της και την άψυχη αφήγησή της, για ένα ιστορικό γεγονός, το οποίο είναι ενδεικτικό για τα χαρακτηριστικά της φυλής και τα δημόσια πράγματα της χώρας. Στη σκηνοθεσία ο Πάνος Γλυκοφρύδης, ενώ πρωταγωνιστούν ο Νίκος Κούρκουλος (Πολυζωΐδης), Μάνος Κατράκης (και πάλι εξαιρετικός, αυτή τη φορά στο ρόλο του Κολοκοτρώνη, γεμίζει εκφραστικότητα την οθόνη), Χρήστος Καλαβρούζος (στρατηγός Πλαπούτας), Χρήστος Τσάγκας (Έντουαρντ Μάσον), Νικηφόρος Νανέρης (Τερτσέτης) και Σπύρος Καλογήρου (Σχοινάς).

 
 
 
 

«Μπάιρον: Η Μπαλάντα ενός Δαιμονισμένου»

Θα πρέπει να περάσουν περίπου 20 χρόνια και να φτάσουμε στο 1992 για να γυριστεί ταινία με θέμα από την επανάσταση του '21, με σκηνοθέτη τον Νίκο Κούνδουρο («Δράκος») και διαφορετική αφήγηση από τα συνηθισμένα. Το φιλμ του Κούνδουρου έχει ως κεντρικό πρόσωπο τον Λόρδο Βύρωνα και επικεντρώνεται όχι τόσο στον αγώνα των Μεσολογγιτών αλλά στους δαίμονες του ρομαντικού ποιητή, ενώ γενικώς η ταινία δεν διακατέχεται από τον ηρωισμό, αλλά μάλλον το αντίθετο. Πάντως, η ταινία του Κούνδουρου, που έχει διφορούμενη ανάγνωση, είναι κάπως κουραστική, παρά τις καλές της στιγμές της και με έναν Μάνο Βακούση στο ρόλο του Μπάιρον υπερβολικά θεατρικό, αν και δίνει την υπαρξιακή οδύνη του Άγγλου ποιητή.

 
 
 
 



ΑΠΕ

Τριήμερο αφιέρωμα για τον Ρήγα Φεραίο στη Βιέννη από την Παρασκευή 22/6, 220 χρόνια από τον θάνατό του

Πέμπτη, 21/06/2018 - 17:00
Μία σειρά εκδηλώσεων - διαλέξεις, συζητήσεις στρογγυλής τραπέζης, εκθέσεις, προβολή ντοκιμαντέρ και μουσικά προγράμματα, περιλαμβάνει το τριήμερο αφιέρωμα στον μεγάλο οραματιστή, διαφωτιστή και πρόδρομο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Ρήγα Φεραίο -Βελεστινλή, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στη Βιέννη από την Παρασκευή 22/6 έως την Κυριακή 24/6, με αφορμή τη συμπλήρωση 220 χρόνων από τον τραγικό θάνατό του, στις 24 Ιουνίου 1798.

Ο θεωρούμενος ως πρωτοπόρος μίας ένωσης δημοκρατικά συγκροτημένων κρατών Ρήγας Φεραίος Βελεστινλής (1757-1798) είχε αναπτύξει την κριτική του σκέψη με την μελέτη Ελλήνων συγγραφέων της αρχαιότητος και συγχρόνων στοχαστών και συγγραφέων, έχοντας ο ίδιος διακριθεί ως ποιητής, συγγραφέας, φιλόσοφος και πολιτικός οραματιστής.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ρήγας τα πέρασε στη Βιέννη, όπου ανέπτυξε και δημοσίευσε τις ιδέες του, εκδίδοντας τα σπουδαιότερα έργα του, κυρίως τα επαναστατικά, με τα οποία άφησε ανεξίτηλο το σημάδι του στην ιστορία (Χαρτογραφικό έργο, ?Θούριος", ?Επαναστατικό Μανιφέστο"), ευρισκόμενος και σε συνεχή επαφή με τους Έλληνες της Παροικίας.

Στη Βιέννη ετοίμαζε την κάθοδό του στην Ελλάδα για να αναπτύξει επαναστατική δράση, έχοντας ως όραμά του την κοινή επαναστατική απελευθερωτική δράση όλων των βαλκανικών λαών και την συγκρότηση της Βαλκανικής Ομοσπονδίας, αλλά κατά την μετάβασή του στην Ελλάδα συνελήφθη στην Τεργέστη στις 19 Δεκεμβρίου του 1797.

Οι αυστριακές αρχές τον παρέδωσαν τον Απρίλιο του 1798 με άλλους επτά Έλληνες, στις τουρκικές αρχές -- γιατί ήταν Τούρκοι υπήκοοι - οι οποίες τους μετέφεραν στο Βελιγράδι, για να φυλακιστούν στο κάστρο Νεμπόιζα, όπου στις 24 Ιουνίου του 1798 ο Ρήγας και οι επτά σύντροφοί του βρήκαν μαρτυρικό θάνατο στα κελιά τους με την μέθοδο του στραγγαλισμού.

Η είδηση του θανάτου του Ρήγα και των συντρόφων του συγκλόνισε λαούς και προσωπικότητες απ' άκρου εις άκρον της βαλκανικής χερσονήσου, ιδιαίτερα δε όσους προσέβλεπαν στις επαναστατικές ιδέες της εποχής και στους ανθρώπους που τις υπηρετούσαν.

Υπό την αιγίδα της πρεσβείας της Ελλάδας στην Αυστρία, το αφιέρωμα διοργανώνουν η Ελληνορθόδοξη Μητρόπολη Αυστρίας, το Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας της ελληνικής πρεσβείας, η Ομοσπονδία Ελληνικών Συλλόγων στην Αυστρία και ο Κοινωνικοπολιτιστικός Σύλλογος της Ελληνικής Κοινότητας Βιέννης και Περιχώρων "Ρήγας Φεραίος".

Το αφιέρωμα, του οποίου την γενική επιμέλεια έχει ο Έλληνας πιανίστας Χρήστος Μαράντος, πραγματοποιείται σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Βιέννης, και, όπως δείχνουν οι δηλώσεις συμμετοχής, συγκεντρώνει το ενδιαφέρον εκπροσώπων της επιστήμης και της πολιτικής, όπως επίσης των μελών της Ομογένειας αλλά και πλήθους Αυστριακών φίλων της Ελλάδας.









ΑΠΕ

1821: “Αντάρτης, κλέφτης παλικάρι πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός” του Νίκου Μπογιόπουλου

Κυριακή, 25/03/2018 - 19:00
Ό,τι ξέρουμε για το 1821 μοιάζει με αντεστραμμένο είδωλο στον καθρέφτη. Υπάρχουν δύο ‘21, αυτό των αρχόντων, των Φαναριωτών και της επίσημης διπλωματίας και αυτό του λαού και των προοδευτικών ανθρώπων όλου του κόσμου…»

(Δ. Φωτιάδης, από την ιστορική μονογραφία «ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗΣ»)


    Πώς γίνεται η Καλαμάτα να έχει απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό στις 23 Μάρτη του 1821, αλλά να γιορτάζουμε την έναρξη της Επανάστασης στις 25 Μάρτη;

    Η απάντηση είναι απλή: Έπρεπε ο ξεσηκωμός να εγκιβωτιστεί σε ένα σχήμα που θα εξυπηρετούσε τους επί τουρκοκρατίας εξουσιαστές του λαού που παρέμειναν τέτοιοι και μετά την Επανάσταση. Ανάμεσά τους οι σεβάσμιοι δεσποτάδες της εποχής. Κι αφού οι τελευταίοι δεν είχαν να επιστρατεύσουν τίποτα άλλο για να οικειοποιηθούν την Επανάσταση, επιστράτευσαν την Παναγία.

    Ήταν 17 ολόκληρα χρόνια μετά την Επανάσταση, με διάταγμα του 1838, που ως εθνική γιορτή ορίστηκε η μέρα του Ευαγγελισμού ώστε το ιερατείο να καμώνεται ότι ευλόγησε τον ξεσηκωμό…

     Η αλήθειαβέβαια, είναι ελαφρώς διαφορετική: Η σημαία της επανάστασης πρωτοσηκώθηκε από το λαογέννητο ηγέτη και δολοφονημένο αργότερα από τους πρόκριτους, Παναγιώτη Καρατζά, στην Πάτρα στις 21 Μάρτη. Όσο για τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, που όπως επιβεβαιώνουν τα απομνημονεύματά του απλώς… απουσίαζε, θυμήθηκε να «ευλογήσει» τα όπλα μόνο αφότου η Επανάσταση είχε ξεσπάσει και επιβληθεί.

    Και τούτο συνέβη γιατί ο λαός (ανάμεσά του και ο λαϊκός κλήρος) δεν άκουσε τις «νουθεσίες» του ραγιαδισμού ούτε τις φοβέρες των φορέων του. Αυτοί, οι δεύτεροι, αντί του «Ελευθερία ή θάνατος» είχαν άλλη αντίληψη:

«Ας αφήσουμε τα παιδιά του Μωάμεθ να αποτελειώσουν τα παιδιά του Ροβεσπιέρου», έλεγαν…

***    

    Ας δούμε τι έλεγαν τα «παιδιά του Ροβεσπιέρου» και γιατί δεν άρεσαν στο αρχοντολόι:

    «Σ' Ανατολή και Δύση και Νότον και Βοριά

για την πατρίδα όλοι να 'χωμεν μία καρδιά

στην πίστη του καθένας ελεύθερος να ζει

στη δόξαν του πολέμου να τρέξωμεν μαζί

Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί,

αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή,

για την Ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί

πως είμαστ' αντρειωμένοι παντού να ξακουστεί.

    Βούλγαροι κι Αρβανίτες, Αρμένιοι και Ρωμιοί

Αράπηδες και άσπροι με μια κοινή ορμή

για την ελευθερία να ζώσουμε σπαθί

να σφάξουμε τους λύκους που το ζυγόν βαστούν

και Χριστιανούς και Τούρκους σκληρά

τους τυραννούν».

    Αυτά έγραφε τότε ο Ρήγας Φεραίος. Έγραφε κι αυτά:

    «Όταν η Διοίκησις βιάζη, αθετή, καταφρονή τα δίκαια του λαού και δεν εισακούη τα παράπονά του, το να κάμη τότε ο λαός ή κάθε μέρος του λαού επανάστασιν, να αρπάζη τα άρματα και να τιμωρήση τους τυράννους του, είναι (το) πλέον ιερόν από όλα τα δίκαιά του και το πλέον απαραίτητον από όλα τα χρέη του.

    Αν ευρίσκωνται όμως εις τόπον, όπου είναι περισσότεροι τύραννοι, οι πλέον ανδρείοι πατριώται και φιλελεύθεροι πρέπει να πιάσουν τα περάσματα των δρόμων και τα ύψη των βουνών, εν όσω ν' ανταμωθούν πολλοί, να πληθύνη ο αριθμός των, και τότε να αρχίσουν την επιδρομήν κατά των τυράννων (...)».

    Κι επειδή έγραφε κι έλεγε αυτά, γι’ αυτό και ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' και οι αυλικοί του είχαν αποφανθεί ότι ο Ρήγας ήταν ένας «διεφθαρμένος τη φρένα»…

    Όταν, δε, ο Ρήγας και οι σύντροφοί του δολοφονήθηκαν, οι ...άνθρωποι του Θεού και ...προστάτες του Γένους, αγαλλίασαν! Όπως έγραφε ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων, ο Ρήγας και οι σύντροφοί του «εσκόπευον να κάμουν επανάστασιν κατά του κραταιωτάτου Σουλτάνου αλλ' ο μεγαλοδύναμος Θεός τους επαίδευσε κατά τας πράξεις των με τον θάνατον όπου τους έπρεπε (...)».

     Έχουν κάποιο νόημα όλα αυτά ή μήπως να τα αγνοήσουμε και να το ρίξουμε στο τσάμικο αυτής της περίφημης… «εθνικής ομοψυχίας» και του «όλοι μαζί» που διακινούν αιώνες τώρα οι «από πάνω», οι οποίοι συνήθως απουσιάζουν και από το «όλοι» και από το «μαζί»;

***

    Τι ήταν ο Παπαφλέσσας; Ήταν ο φλογερός αγωνιστής που γνωρίζουμε; Για το λαό ναι. Αλλά οι κοτσαμπάσηδες και οι σεβάσμιοι δεσποτάδες που τα είχαν κάνει τάτσι μήτσι κότσι με τους πασάδες είχαν άλλη άποψη.

    Για παράδειγμα, και σύμφωνα με τα λόγια του Παλαιών Πατρών Γερμανού όπως καταγράφονται στα απομνημονεύματά του, ο Παπαφλέσσας – αυτός που θα μνημονεύεται στους αιώνες για τη θυσία του στο Μανιάκι - ήταν «... άνθρωπος απατεών και εξωλέστατος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τινί τρόπω να ερεθίση την ταραχήν του έθνους...».

   Όταν ο Παπαφλέσσας συναντήθηκε με τον Παλαιών Πατρών Γερμανό για να του πει ότι όλα ήταν έτοιμα για την Επανάσταση, ο τελευταίος αυτό το «πατριωτικό» του απάντησε: «Είσαι απατεώνας».

    Ποιο το συμπέρασμα; Μήπως να αδιαφορήσουμε για την αλήθεια και να συνεχίσουμε το «εθνικό» τσάμικο εκείνων που όποτε ακούνε για «ελευθερία» και «δικαιώματα» βλέπουν «ταραχήν του έθνους»;

***

    Τι ήταν το κίνημα του Υψηλάντη και του Σούτσου που ξεδιπλώθηκε τον Μάρτη του ’21 στην Μολδοβλαχία; Τι ήταν αυτή καθ’ αυτή η Επανάσταση του 1821; Αν μιλάμε για το λαό ήταν η λύτρωση. Ήταν το σάλπισμα για την διεκδίκηση της λευτεριάς και του δίκιου.

    Για τους προύχοντες, όμως, τι ήταν; Για το «ιερατείο» των «κεφαλών του Έθνους» τι ήταν; Μας το πληροφορεί το φιρμάνι του αφορισμού (!) της Επανάστασης (ο αφορισμός εκτός από την υπογραφή του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, φέρει την υπογραφή του μητροπολίτη Ιεροσολύμων, καθώς και, μεταξύ άλλων, των μητροπολιτών Καισαρείας, Νικομήδειας, Δέρκων, Ανδριανουπόλεως, Βιζύης, Σίφνου, Ηρακλείας, Νικαίας, Θεσσαλονίκης, Βέροιας, Διδυμοτείχου, Βάρνης, Φαναρίου, Ναυπάκτου, Χαλκηδόνος, Τυρνάβου...):

   «... αμφότεροι (Υψηλάντης και Σούτσος) αλαζόνες και δοξομανείς, ή μάλλον ειπείν ματαιόφρονες εκήρυξαν του γένους την ελευθερίαν και με την φωνήν αυτήν εφείλκυσαν πολλούς των εκεί κακοήθεις και ανοήτους (...) έγινε γνωστή εις το πολυχρόνιον κράτος η ρίζα και η βάσις όλου αυτού του κακοήθους σχεδίου. Με τοιαύτας ραδιουργίας εσχημάτισαν την ολεθρίαν σκηνήν οι δύο ούτοι και τούτων συμπράκτορες φιλελεύθεροι, μάλλον δε μισελεύθεροι, και επεχείρησαν έργον μιαρόν, θεοσταγές και ασύνετον, θέλοντες να διακηρύξωσι την άνεσιν και ησυχίαν των ομογενών μας πιστών ραγιάδων της κραταιάς βασιλείας (...) Αντί λοιπόν φιλελευθέρων εφάνησαν μισελεύθεροι, και αντί φιλογενών και φιλοθρήσκων εφάνησαν μισογενείς, μισόθρησκοι και αντίθετοι, διοργανίζοντες, φευ, οι ασυνείδητοι με τα απονενοημένα κινήματά των την αγανάκτησιν της ευμενούς κραταιάς βασιλείας (...)».

    Και οι εκπρόσωποι του ...Θεού και του Έθνους φτάνουν στο διά ταύτα και «παραγγέλλουν»:

    «Διά τούτο (...) συμβουλεύομεν και παραινούμεν και εντελλόμεθα και παραγγέλλομεν πάσιν υμίν (…) να διακηρύξητε την απάτην των ειρημένων κακοποιών και κακόβουλων ανθρώπων και να τους αποδείξητε και να τους στηλιτεύσητε πανταχού (...) Εκείνους δε τους ασεβείς πρωταιτίους και απονενοημένους φυγάδας και αποστάτας ολεθρίους να τους μισήτε και να τους αποστρέφεστε και διανοία και λόγω, καθότι και η εκκλησία και το γένος τούς έχει μεμισημένους, και επισωρεύει κατ' αυτών τας παλαμναιοτάτας και φρικωδεστάτας αράς: ως μέλη σεσηπότα, τους έχει αποκεκομμένους της καθαράς και υγιαινούσης χριστιανικής ολομελείας. Ως παραβάται δε των θείων νόμων και κανονικών διατάξεων... αφορισμένοι υπάρχειεν και κατηραμένοι και ασυγχώρητοι και μετά θάνατον (...)».

    Ωραίο δεν είναι το τσάμικο της… «εθνικής ομοψυχίας»;

***

   Αυτά, λοιπόν, με τους «μέσα». Αλλά υπήρχαν και οι «φίλοι» μας οι «απ’ έξω». Ας πάμε να δούμε τι συνέβη και με τους «έξω». Ο λόγος στον Στρατηγό, τον Μακρυγιάννη:

    «Και παραδοθήκαμεν εις την τιμή εσάς των ομοθρήσκων μας Ρούσσων και Άγγλων και Γάλλων να μας σώσετε - κ' εσείς οι φιλάνθρωποι της πρώτες χρονιές πιάνατε ένα αθώον παιδί, ένα αρφανό, οπού γύρευε η τυραγνία να του πάρη την ζωή του και την τιμή του και θρησκεία του και με την βοήθεια του Θεού εσώθη· και οι τρεις εσείς το κιντυνεύετε να το πάτε πάλε εις την δικαιοσύνη του τύραγνου·(…) Τι φαντάζεστε, ότι μας βοηθήσετε, ή μας μολύνετε και μας αφανίσετε; Ξίκι να γίνεταν από 'μας ήταν καλύτερα και το καλό σας και το κακό σας! Ευγνωμονούμεν οι Ελληνες γενικώς τους φιλανθρώπους υποκόγους σας, έχομεν χάριτες εις αυτούς τους ευεργέτες μας -καμμιά χάρη 'σ εσάς της ανεμοδούρες, της διαφταρμένες μηχανές δεν έχομεν! Οι τίμιοι άνθρωποι να μην σας ακούσουνε! Ούτε το καλό σας θέλουν να τους κάμετε. 
Ας σας ευγνωμονήσουνε εκείνοι οπού τους δώσετε τα δάνεια και τα 'φκειασαν λούσια και πολυτέλειες κι' άλλα τοιούτα. Εκεινών εκάμετε καλό με τα δάνειά σας, του Αρμασπέρη, του Κωλέτη, του Μαυροκορδάτου, του Μεταξά και συντροφιές τους (…) δεν θέλω σας ξέρη, ούτε να σας ακούσω! Από αυτά όλα η πατρίδα κλονίζεται, από της οδηγίες της πατρικές των Πρέσβεων και δικώ μας ξενολάτρων».

    Αυτά συνέβαιναν, γράφονταν και λέγονταν δυο αιώνες προ ΝΑΤΟ και προ ΕΕ. Και μάλλον δεν χρειάζεται κάποιο πιο επίκαιρο σχόλιο.

***

    Τα συμπεράσματα - τα δικά μας τουλάχιστον - από όλα αυτά παραμένουν αναλλοίωτα:

   Πρώτο: Τιμή και δόξα στην Επανάσταση του ’21. Τιμή και δόξα στους επαναστάτες, σε εκείνους που ανάμεσά τους δεν υπήρξε «κανένας φρόνιμος», όπως το λέει ο Κολοκοτρώνης.

    Δεύτερο: Τιμή και δόξαστην «επαναστάτισσα Ελλάδα» που ύμνησε ο Πούσκιν και λάτρεψε ο Μπάιρον, τιμή και δόξα στον επαναστατημένο λαό που δεν αρνήθηκε το ευκταίο στο όνομα του «εφικτού», τιμή και δόξα στους«Καραισκάκηδες» που δεν διαπραγματεύτηκαν τον ξεσηκωμό τους με τον Μέτερνιχ.

    Τρίτο: «Όσοι το χάλκεον χέρι του φόβου βαρύ αισθάνονται, ζυγόν δουλείας, ας έχουσι. Θέλει αρετήν και τόλμην η Ελευθερία» (Αντρέας Κάλβος).
Η’ όπως το έλεγε 120 χρόνια μετά την Επανάσταση του ’21 ο ύμνος του ΕΛΑΣ:  «Αντάρτης, κλέφτης παλικάρι πάντα είναι ο ίδιος ο λαός».

    Τέταρτο: Ο λαός. Ο μόνος που μπορεί να βάζει τέλος στις τυραννίες. Που ακόμα κι όταν «χάνονται» οι Επαναστάσεις του, δεν έχει άλλο δρόμο από εκείνον που γράφει: «Πέθανε η Επανάσταση. Ζήτω η Επανάσταση»! 


Δηλώσεις πολιτικών, μετά το τέλος της στρατιωτικής παρέλασης για την επέτειο της Επανάστασης του 1821

Κυριακή, 25/03/2018 - 14:30
Αυστηρό μήνυμα προς την Τουρκία να σταματήσει τις προκλήσεις και να σεβαστεί το διεθνές δίκαιο, αλλά και με την ευχή να επιστρέψουν σύντομα στην πατρίδα οι δύο κρατούμενοι στις τουρκικές φυλακές Έλληνες στρατιωτικοί, απέστειλαν ο πρόεδρος της Βουλής, οι υπουργοί Εθνικής Άμυνας Ελλάδας και Κύπρου, όπως και οι εκπρόσωποι των κομμάτων στις δηλώσεις του μετά το τέλος της στρατιωτικής παρέλασης στην Αθήνα.

Ειδικότερα, ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης δήλωσε πως «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία, αυτό είναι το διαχρονικό μήνυμα που όλες οι γενιές έχουν ανανεώσει κάθε φορά με πόνο με αίμα, με αγώνες, μέσα σε αυτά τα περίπου 200 χρόνια από τους αγώνες που εμπέδωσαν την Εθνική Ανεξαρτησία στη χώρα μας».
Εκ μέρους της Βουλής των Ελλήνων, ο κ. Βούτσης σημείωσε ότι «κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει, να αποδομήσει, να αρνηθεί στη χώρα μας, στο λαό μας, στις Ένοπλες Δυνάμεις το ρόλο για μια πύλη και γέφυρα σταθερότητας, ανάπτυξης και ειρήνης στα σύνορα της Ευρώπης με δύο άλλες ηπείρους.

Σ αυτό το ρόλο σταθερά μένουμε και για αυτό το ρόλο σταθερά εργαζόμαστε, τόσο με τους αγώνες του ο Ελληνικός λαός, όσο και με την παρουσία τους οι Ένοπλες Δυνάμεις».

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Καμμένος , διαβεβαίωσε οτι, «Οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας είναι έτοιμες να αντιμετωπίσουν οποιαδήποτε πρόκληση απέναντι στην εθνική κυριαρχία και στην εδαφική ακεραιότητα της χώρας».

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας πρόσθεσε ότι «είμαστε ένας λαός φιλειρηνικός, κάνουμε τα πάντα για την ειρήνη, αλλά όποιος τολμήσει να αμφισβητήσει την εθνική μας κυριαρχία, θα τον συντρίψουμε, όπως συνέτριψαν το 1821 οι Έλληνες μαχητές μία πανίσχυρη οθωμανική αυτοκρατορία. Όσοι σκέφτονται για μεγάλες οθωμανικές αυτοκρατορίες θα πρέπει να θυμούνται και το 1821 το πως ο ελληνικός λαός μία ψυχή, ενωμένος και δυνατός αντιμετώπισε την αυτοκρατορία και τη συνέτριψε».

Ζήτησε επίσης τη στήριξη των «φίλων και συμμάχων» για την άμεση απελευθέρωση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών «που βρίσκονται έγκλειστοι σε φυλακές υψίστης ασφαλείας στην Αδριανούπολη κατά παράβαση κάθε αρχής του διεθνούς δικαίου, κάθε αρχής Δημοκρατίας».
«Δεν φτάνουν απλά οι δηλώσεις, χρειάζονται πράξεις και τώρα θα μετρήσουμε τους φίλους και τους συμμάχους μας», σημείωσε ο κ. Καμμένος και πρόσθεσε: «Θα επιδιώξουμε και θα επιτύχουμε την απελευθέρωσή τους και πρέπει να καταλάβει και η Τουρκία ότι μπορεί να στέλνουμε συνεχώς μηνύματα ειρήνης και συμφιλίωσης αλλά τέτοιου είδους συμπεριφορές την απομονώνουν και την ξαναστέλνουν πίσω από εκεί που ξεκίνησε, από τα βάθη της Ανατολής».

Στην παρέλαση παραβρέθηκε μετά από πρόσκληση του Πάνου Καμμένου και ο νέος υπουργός Εθνικής Άμυνας της Κύπρου, Σάββας Αγγελίδης, ο οποίος δήλωσε ότι «ιδιαίτερα αυτές τις στιγμές η προκλητικότητα των Τούρκων από τη μία και οι αγώνες των προγόνων μας από την άλλη θα πρέπει να είναι φάρος πορείας για τις δικές μας ενέργειες».

Την ανάγκη «να προχωρήσουμε μπροστά με σοβαρότητα και σταθερότητα μακριά από μεγάλα λόγια και πολιτικές σαπουνόφουσκες», υπογράμμισε ο αντιπρόεδρος της ΝΔ, Κωστής Χατζηδάκης, ο οποίος ευχήθηκε να επιστρέψουν το ταχύτερο δυνατόν οι Έλληνες στρατιωτικοί, κάτι που όπως είπε είναι ευθύνη κυρίως της κυβέρνησης και των συμμάχων μας.

«Η επέτειος του 1821 δεν είναι μόνο για να τιμούμε και για να θυμόμαστε τους αγωνιστές, είνα και για να αγρυπνούμε για τις σημερινές προκλήσεις. Τα εθνικά μας δίκαια είναι αδιαπραγμάτευτα και δικό μας χρέος να τα υπερασπιστούμε με ενότητα και αποφασιστικότητα», σημείωσε η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής, Φώφη Γεννηματά.

Τέλος, ο πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων, Βασίλης Λεβέντης τόνισε ότι «τέτοιες μέρες συνηθίζουμε να λέμε μεγάλες κουβέντες, όμως αφήσαμε δύο Ελληνόπουλα και λιώνουν στις φυλακές της Τουρκίας. Κοντεύει μήνας, το συνηθίσαμε και δεν μάς προκαλεί εντύπωση. Από την άλλη μιλάμε για εθνική ανάταση αλλά οι συντάξεις, η δυστυχία και οι άνεργοι αυξάνουν. Το 1821 κάνανε το καθήκον τους τώρα πρέπει να διορθώσουμε τα ελαττώματα της φυλής μας. Ο παλαιοκομματισμός, τα ρουσφέτια, τα αίσχη, η αποστροφή που αισθάνεται για τον δημόσιο βίο η νεολαία πρέπει να σταματήσουν. Αν συνεχίσουμε σε αυτό το χάλι δεν βλέπω επί μακρόν η Ελλάδα να ευημερεί».



Σε ανακοίνωσή του για την 25η Μάρτη το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρει τα εξής:

«Στην Επανάσταση του 1821 συγκρούστηκε το παλιό, που ήταν η φεουδαρχική Οθωμανική Αυτοκρατορία και το νέο, που ήταν η ανερχόμενη τότε αστική τάξη, η οποία οπλίστηκε με ιδεολογικό και πολιτικό πρόγραμμα, απέκτησε επαναστατική οργάνωση (Φιλική Εταιρεία). Σήμερα αυτή η τάξη είναι πλέον ιστορικά παρωχημένη.

197 χρόνια μετά, η εξουσία της αστικής τάξης, γενικά ο καπιταλισμός, είναι το παλιό. Το σύστημά της είναι πια ιστορικά ξεπερασμένο. Το νέο, η νέα επαναστατική τάξη, είναι η εργατική τάξη, η οποία πλέον διαθέτει και επαναστατικό πρόγραμμα και επαναστατική οργάνωση. Φτάνει να συνειδητοποιήσει τη δύναμή της και να πραγματοποιήσει τη δική της "έφοδο στον ουρανό", κατακτώντας την πραγματική της απελευθέρωση, την απελευθέρωση από την εκμετάλλευση.

Σήμερα, ο λαός έχει συμφέρον να προσπεράσει τα καλέσματα περί δήθεν "εθνικής ενότητας", που απευθύνουν όλα τα αστικά κόμματα κάθε απόχρωσης. Άλλωστε, "εθνική ενότητα" δεν υπήρχε ούτε το 1821. Όσοι υποστηρίζουν το αντίθετο, παραποιούν την ιστορική πραγματικότητα, την ίδια την ιστορία.

Άλλη είναι η πατρίδα των εκμεταλλευτών και άλλη των καταπιεσμένων. Άλλη είναι η πατρίδα του κεφαλαίου και άλλη η πατρίδα της εργατικής τάξης, του λαού.

Αυτό το ιστορικό δίδαγμα αποκτά ακόμη μεγαλύτερη σημασία, ιδιαίτερα αυτή την περίοδο:

  1. Που ο λαός καλείται να κάνει μεγάλες θυσίες στο όνομα της ανάκαμψης της καπιταλιστικής οικονομίας και της γεωστρατηγικής αναβάθμισης της χώρας, στην πραγματικότητα για τα κέρδη του κεφαλαίου.

  2. Που η χώρα μας, με ευθύνη της κυβέρνησης και των άλλων κομμάτων, συμμετέχει ενεργά στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, με επίκεντρο το μοίρασμα της λείας των ενεργειακών πηγών και δρόμων.

  3. Που οι Ένοπλες Δυνάμεις είναι ενταγμένες στους ΝΑΤΟικούς σχεδιασμούς.

  4. Που μεγαλώνει ο κίνδυνος πολεμικής εμπλοκής της Ελλάδας. Σ' ένα τέτοιο ενδεχόμενο η εργατική τάξη και ο λαός χρειάζεται να οργανώσουν τον αγώνα τους, για να υπερασπίσουν τα σύνορα, τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας, αλλά και για να βγει ο λαός νικητής, απέναντι στην καπιταλιστική εξουσία της εκμετάλλευσης και των πολέμων.

Η ενότητα που συμφέρει το λαό είναι η συμμαχία της εργατικής τάξης με τους αυτοαπασχολούμενους της αγροτιάς και της πόλης, που θα διεκδικήσει την εγκαθίδρυση της εργατικής εξουσίας, θα βγάλει την Ελλάδα από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, θα διαγράψει μονομερώς το χρέος και θα κοινωνικοποιήσει τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, με κεντρικό επιστημονικό σχεδιασμό και εργατικό έλεγχο, ώστε να ακολουθήσει ο λαός φιλειρηνική πορεία και δρόμο προόδου».







Μήνυμα της ΛΑ.Ε. για την επέτειο της επανάστασης του 1821

Σάββατο, 25/03/2017 - 17:03

Μήνυμα της ΛΑ.Ε. για την επέτειο της επανάστασης του 1821

Η επανάσταση του 1821, ο εθνικοαπελευθερωτικός και συγχρόνως κοινωνικός αγώνας ενάντια στον οθωμανικό ζυγό και στους εγχώριους κοτσαμπάσηδες, συμπεριλαμβάνονται στις πιο φωτεινές στιγμές της ιστορίας μας και αποτελούν μια πολύτιμη και επίκαιρη παρακαταθήκη για τον ελληνικό λαό. Οι μετέπειτα κοινωνικοί αγώνες τόσο στην Ελλάδα, όσο σε πολλές χώρες της Ευρώπης, για την απελευθέρωση των εργαζομένων και του λαού από κάθε είδους παραβίαση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας, καθώς και για την κατάκτηση των θεμελιωδών αρχών της ελευθερίας, της ισότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, εμπνεύστηκαν και άντλησαν δύναμη από το παράδειγμα του 1821.

Ο ελληνικός λαός, φυσικά, δεινοπάθησε και μάτωσε από τις ξένες επεμβάσεις και τη ληστρική συμπεριφορά των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τις οποίες διευκόλυνε σχεδόν πάντα η εθελόδουλη αστική τάξη. Όμως, ο αγώνας για το δίκιο, την αξιοπρέπεια και τη λαϊκή κυριαρχία, αν και παραμένει ανεκπλήρωτος, δινόταν, δίνεται και θα συνεχίσει να δίνεται σταθερά και απαρέγκλιτα.

Στις ημέρες μας, ο αγώνας του λαού επικεντρώνεται στην προσπάθεια να καταργηθούν τα μνημόνια και οι πολιτικές ακραίας ύφεσης και φτωχοποίησης της κοινωνίας, οι οποίες έχουν συνθλίψει τους εργαζομένους και τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα. Έχουν δημιουργήσει μια τεράστια ζώνη φτώχειας και εξαθλίωσης, που μας γυρίζουν στον άγριο καπιταλισμό του 19ου αιώνα.

Η ΛΑ.Ε. καλεί τον ελληνικό λαό, τους εργαζόμενους, τους μικρομεσαίους, τους συνταξιούχους και τους ανέργους, να κάνουν δική τους υπόθεση την ακύρωση των μνημονίων και τη διεκδίκηση της εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας.

Να συνδέσουν αυτούς τους μεγάλους στόχους άμεσα με μεγάλους ενωτικούς ταξικούς, λαϊκούς αγώνες για την κοινωνική χειραφέτηση και απελευθέρωση.

Για μια Ελλάδα χωρίς μνημόνια, χωρίς λιτότητα, χωρίς Ευρώ, με εθνικό νόμισμα, σε ρήξη με την νεοφιλελεύθερη ΕΕ και ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα που θα το συνοδεύει. Για μια Ελλάδα προοδευτική, δίκαιη, δημοκρατική, ελεύθερη και σοσιαλιστική.

ΖΒΑΡΑ ΠΑΙΔΙΑ!

Παρασκευή, 25/03/2016 - 18:46
Ένα εξαιρετικό βίντεο από τους μαθητές του Γενικού Λύκειου Καρέα*

Ένα μάθημα Ιστορίας (και όχι μόνο), μας δίνουν οι μαθητές του Γενικού Λυκείου του Καρέα, με ένα βίντεο που έφτιαξαν και παρουσίασαν στη γιορτή τους για την Επανάσταση του 1821.  

Δεν είναι μόνο τα εξαιρετικά κείμενα που διάλεξαν, με τη βοήθεια και των καθηγητών τους, για τον πραγματικό χαρακτήρα της Επανάστασης.  

Δεν είναι μόνο ο τρόπος που εντοπίζουν και προβάλλουν τις αναλογίες του τότε με το τώρα.  

Δεν είναι μόνο η επιλογή των εικόνων που κάνουν εντυπωσιακό αυτό το ολιγόλεπτο ταξίδι μέσα στο χρόνο, των σχεδόν διακοσίων ετών.

Δεν είναι μόνο η εντυπωσιακή μουσική επένδυση, με ένα τραγούδι («Ζβάρα»), ενός νεανικού συγκροτήματος (Villagers of Ioannina), κράμα παραδοσιακών ρυθμών, σύγχρονης μουσικής, με εξεγερτικό πνεύμα.  

Εξάλλου, αν υπάρχει ένας λόγος για να γιορτάζουμε αυτή την επέτειο, είναι η υπενθύμιση ότι αυτό το εξεγερτικό πνεύμα διαπερνά την Ιστορία του ελληνικού λαού σαν «κόκκινη κλωστή», συνδέοντας τη μια με την άλλη γενιά.  

Συγχαρητήρια παιδιά, σας ευχαριστούμε!




*Πηγή: imerodromos.gr/zvara

Η επανάσταση του 1821 στον ελληνικό κινηματογράφο

Τετάρτη, 25/03/2015 - 23:56

Δεν είναι λίγες οι ελληνικές ταινίες που αντλούν τη θεματολογία τους από την επανάσταση του 1821. Οι περισσότερες από αυτές γυρίστηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του '50 μέχρι την πτώση της στρατιωτική δικτατορίας. Για αρκετούς ιστορικούς και κριτικούς κινηματογράφου, έμειναν στην ιστορία ως ταινίες προπαγανδιστικού περιεχομένου που παραποιούν την ιστορική αλήθεια.