Επιχειρηματίες που χρησιμοποιούν τα ΜΜΕ ιδιοκτησίας τους για να πλήξουν αντίπαλα συμφέροντα, και αξιοποίηση της κρατικής ή εμπορικής διαφήμισης ως «όπλο» επηρεασμού, καταγράφονται στην έκθεση του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου για τον έλεγχο των ΜΜΕ στην Ελλάδα.
Η Ηλιάννα Παπαγγελή γράφει στο Solomon τα βασικά σημεία της έκθεσης του International Press Institute για το media capture στην Ελλάδα ή αλλιώς για τον έλεγχο που ασκείται στα δημόσια και ιδιωτικά ΜΜΕ στην χώρα μας, που μόλις δημοσιεύτηκε.
Ο έλεγχος των Μέσων στην Ευρώπη λαμβάνει διάφορες μορφές, με το πιο «προηγμένο» μοντέλο στην Ευρωπαϊκή Ένωση να έχει αναπτυχθεί στην Ουγγαρία. Τι συμβαίνει εκεί;
Το «φαινόμενο του ελέγχου» στα Μέσα Ενημέρωσης περιλαμβάνει τον έλεγχό τους από πολιτικά ή επιχειρηματικά συμφέροντα, τα οποία συνεργάζονται προκειμένου να ασκήσουν επιρροή, να ελέγξουν το αφήγημα και να εξυπηρετήσουν τους δικούς τους πολιτικούς και οικονομικούς σκοπούς. Οι κυβερνήσεις επωφελούνται από τη θετική κάλυψη με αντάλλαγμα τη χρηματοδότηση με τη μορφή κρατικών επιχορηγήσεων ή και επικερδών συμβάσεων σε άλλους τομείς της οικονομίας.
«Ο έλεγχος των Μέσων Ενημέρωσης για την εξυπηρέτηση συμφερόντων, είτε πολιτικών είτε επιχειρηματικών, είναι θέμα βαθιάς ανησυχίας για όλους όσοι πιστεύουν στην ισχυρή, ανεξάρτητη δημοσιογραφία», σχολίασε στο Solomon ο Oliver Money-Kyrle, υπεύθυνος Συνηγορίας του IPI για την Ευρώπη, με αφορμή τη δημοσίευση της έκθεσης. «Η δημοσιογραφία πρέπει να υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον, όλα τα άλλα είναι δημόσιες σχέσεις ή προπαγάνδα».
Τα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης για την Ελλάδα είναι τα εξής:
- Η «τοξική» αλληλεξάρτηση των Μέσων, του κράτους, και των τραπεζών είναι ανεξέλεγκτη παρά τις μέτριες προσπάθειες βελτίωσης της κατάστασης τα τελευταία χρόνια.
- Η αδύναμη ή ανύπαρκτη ρύθμιση του μιντιακού τοπίου τις προηγούμενες δεκαετίες, σε συνδυασμό με τη μερική έλλειψη διαφάνειας ως προς την πραγματική ιδιοκτησία τους, συνέβαλε επίσης στον έλεγχο τους.
- Η κρατική χρηματοδότηση χρησιμοποιείται παραδοσιακά από τις κυβερνήσεις ως όπλο επηρεασμού των Μέσων. Ο αντίκτυπος των πρόσφατων κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων δεν έχει φανεί ακόμα.
- Η ιδιωτική διαφήμιση και τα τραπεζικά δάνεια δημιουργούν ένα τοπίο όπου η οικονομική εξάρτηση από τις τράπεζες και τις εταιρείες θέτει τη δημοσιογραφική ανεξαρτησία σε υψηλό κίνδυνο.
- Από το 2010, παρατηρείται σταθερά η εμφάνιση ανεξάρτητων Μέσων δίχως δεσμούς με κυβερνήσεις ή επιχειρηματικά συμφέροντα. Προσπαθούν να κερδίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού μέσω του ερευνητικού ρεπορτάζ, παρά τις έντονες πολιτικές και οικονομικές πιέσεις, αλλά δεν έχουν ορατότητα και επιρροή.
- Μια μικρή μερίδα δημοσιογράφων που εργάζονται σε μεγαλύτερα Μέσα προσπαθούν να γράψουν για υποθέσεις διαφάνειας και διαφθοράς. Την ίδια στιγμή, η αυτολογοκρισία είναι σε υψηλά επίπεδα.
- Παρότι η ΕΡΤ έχει σταθεροποιηθεί μετά από χρόνια κρίσης και αποκτήσει έναν λιγότερο κομματικό χαρακτήρα, τόσο αυτή όσο και το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων εξακολουθούν να υπόκεινται σε πολιτικό έλεγχο και επιρροή.
Μεταξύ άλλων, οι προτάσεις της έκθεσης του IPI εστιάζουν στην ανάγκη να υπάρξει διαφάνεια γύρω από: την πραγματική ιδιοκτησία των Μέσων και τον βαθμό συγκέντρωσής τους, τη διανομή της κρατικής διαφήμισης, καθώς και τον διορισμό των διοικητικών συμβουλίων σε ΕΡΤ και Αθηναϊκο-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ).
Παράλληλα, η έκθεση καλεί για τη δημιουργία ενός -ανεξάρτητου από παρεμβάσεις- ισχυρού ταμείου για την υποστήριξη της περιφερειακής, της κοινοτικής και της ερευνητικής δημοσιογραφίας δημοσίου συμφέροντος στην Ελλάδα.
Όσον αφορά την εξάρτηση των ΜΜΕ η έκθεση τονίζει πως κεντρικό στοιχείο στη διαδικασία ελέγχου των Μέσων αποτελεί η οικονομική εξάρτησή τους από την κρατική στήριξη και τη διαφήμιση, η οποία τα καθιστά ευάλωτα σε παρεμβάσεις ή και σε αυτολογοκρισία.
Η σχέση μεταξύ των τραπεζών και των Μέσων είναι επίσης συνυφασμένη με πολιτικά συμφέροντα. Επί δεκαετίες, οι ελληνικές τράπεζες έδιναν δάνεια που τα μεγάλα Μέσα αδυνατούσαν να αποπληρώσουν. Όταν ξεκίνησε η χρηματοπιστωτική κρίση το 2009, η φούσκα έσκασε, προκαλώντας την κατάρρευσή τους.
Όσον αφορά στη χαμηλή η εμπιστοσύνη των πολιτών στα ΜΜΕ, η έκθεση επισημαίνει πως, ο έλεγχος στα Μέσα μεταξύ άλλων επηρεάζει αρνητικά την εμπιστοσύνη του κοινού. Στην ετήσια παγκόσμια μελέτη που διεξάγει το Ινστιτούτο Reuters, τα ελληνικά Μέσα κατατάσσονται σταθερά στις χαμηλότερες θέσεις.
Το 2016, σε σύνολο 26 χωρών, η Ελλάδα κατέλαβε την τελευταία θέση, με μόνο το 20% των ερωτηθέντων να επιβεβαιώνει ότι μπορεί να εμπιστεύεται τα Μέσα τις περισσότερες φορές.
Στην έκθεση του Reuters Institute Digital News Report για το 2023 η Ελλάδα ήταν και πάλι ανάμεσα στις χώρες με το χαμηλότερο ποσοστό εμπιστοσύνης, με 19%.
Διαβάστε αναλυτικά τα πρώτα ευρήματα και συμπεράσματα της έκθεσης, στο σχετικό δημοσίευμα του Solomon.
[Το πλήρες κείμενο της έκθεσης, που επιμελήθηκε η δημοσιογράφος του Solomon Δανάη Μαραγκουδάκη, και στο οποίο περιλαμβάνονται βελτιωτικές συστάσεις, είναι διαθέσιμο εδώ]