Εργαζόμενοι και συνδικάτα απέναντι στην τηλεργασία, τα ρομπότ και την αυτοματοποίηση
Τετάρτη, 26/12/2018 - 15:00Μία ασυνήθιστη για τα συνδικαλιστικά δεδομένα εκδήλωση έλαβε χώρα πρόσφατα, με πρωτοβουλία της Ένωσης Εργαζομένων Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης του ΟΤΕ (ΕΕΤΕ – ΟΤΕ). Μία εκδήλωση που, από τη μία, αντικατοπτρίζει τους φόβους των εργαζομένων στην Ελλάδα, οι οποίοι σε ποσοστό 91%, πρώτοι απ’ όλους τους ερωτώμενους σε έρευνα του Pew Research (Ιούλιος 2015) Center, θεωρούν βέβαιο ή πολύ πιθανό ότι τα ρομπότ και οι υπολογιστές θα κάνουν τις περισσότερες από τις δουλειές που κάνουν σήμερα οι άνθρωποι. Είμαστε πάνω ακόμα και από τους Ιάπωνες που βιώνουν ήδη τεράστιες αλλαγές σε πολλές πτυχές της καθημερινής τους ζωής με την εφαρμογή της τεχνητής νοημοσύνης και των ρομπότ.
Από την άλλη, με την εκδήλωση για τις επιπτώσεις της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης στις εργασιακές σχέσεις, προέκυψαν πιο “πρακτικά” ζητήματα, όπως οι απαντήσεις που σήμερα πρέπει να δώσει το συνδικαλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα σε κλάδους όπως αυτός της επικοινωνίας και των νέων τεχνολογιών, απέναντι στα νέα “εργαλεία” παραβίασης των εργασιακών δικαιωμάτων.
Πόσο κινδυνεύουν οι θέσεις εργασίας;
Το κλασικό ερώτημα που καλείται κάποιος να απαντήσει όταν η κουβέντα φτάνει στις επιπτώσεις της ρομποτικής και του αυτοματισμού είναι πόσες θέσεις εργασίας θα χαθούν και σε ποιους κλάδους.
Σύμφωνα με έρευνα του "McKinsey Global Institute", στην οποία έγινε αναφορά στην προαναφερθείσα εκδήλωση, ως το 2030 μέχρι και 800 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο θα χάσουν τις δουλειές τους και θα αντικατασταθούν από ρομπότ/ εφαρμογές αυτοματισμού, κάτι που δείχνει να επιβεβαιώνει τους φόβους των Ελλήνων.
Ωστόσο, σπεύδει να καθησυχάσει η MacKinsey, “η αγορά εργασίας θα προσαρμοστεί και θα δημιουργηθούν νέα επαγγέλματα, όπως έχει φανεί και στο παρελθόν”. Παράλληλα, “το περιεχόμενο της εργασίας σε πολλές περιπτώσεις βελτιώνεται, καθώς καταργούνται μέσω της αυτοματοποίησης ορισμένες μονότονες και επικίνδυνες θέσεις εργασίας, ενώ οι συνθήκες εργασίας μπορούν ευκολότερα να προσαρμοσθούν στις προσωπικές συνθήκες των εργαζομένων, και μάλιστα των μεγαλύτερων σε ηλικία”, όπως τονίζει ο B. Waas στο συλλογικό τόμο "Νέες μορφές Απασχόλησης στην Ευρώπη".
Απευθύναμε τη σχετική ερώτηση στον ομότιμο καθηγητή του Παντείου Πανεπιστημίου Σάββα Ρομπόλη, ο οποίος έχει ασχοληθεί επισταμένα με το ζήτημα:
“Σύμφωνα με πρόσφατη(2018) μελέτη του ΟΟΣΑ, κατά το διάστημα των επόμενων δεκαετιών, στις 32 χώρες μέλη του, το 48% των σημερινών θέσεων εργασίας (μία στις δύο) είναι πιθανόν να αυτοματοποιηθούν.
Πιο συγκεκριμένα στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της συγκεκριμένης μελέτης, το 23% (μία στις τέσσερις) όλων των σημερινών θέσεων εργασίας ανήκει στην ομάδα υψηλού κινδύνου, δηλαδή ενδέχεται να αυτοματοποιηθεί σε πολύ υψηλό ποσοστό (70%). Αντίθετα, το αντίστοιχο ποσοστό στη Νορβηγία είναι μόνο 6%, στη Φιλανδία είναι 7% και στη Σουηδία είναι 8%. Η εκτίμηση αυτή σημαίνει ότι οι εργαζόμενοι των ανεπτυγμένων χωρών φαίνεται ότι κινδυνεύουν λιγότερο από την αυτοματοποίηση (ρομπότ, τεχνητή νοημοσύνη, κλπ.) σε σχέση με τους εργαζόμενους των υπανάπτυκτων ή αναπτυσσόμενων οικονομικά χωρών, δεδομένου ότι στις ανεπτυγμένες οικονομίες η αυτοματοποίηση έχει ήδη ξεκινήσει σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες.
Στο πλαίσιο αυτών των εξελίξεων, τα επαγγέλματα και οι κλάδοι παραγωγής που θα επηρεασθούν από τις τεχνολογικές εξελίξεις της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, σε χώρες αντίστοιχης παραγωγικής διάρθρωσης με την Ελλάδα, θα είναι αυτά με χαμηλό επίπεδο εξειδίκευσης στους τομείς και κλάδους παραγωγής της μεταποίησης, της γεωργίας, των κατασκευών, των υπηρεσιών καθαριότητας, της οδήγησης, των πωλήσεων, κ.α. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της μελέτης, είναι πιο δύσκολο να αυτοματοποιηθούν εργασίες που απαιτούν υψηλό μορφωτικό επίπεδο και υψηλό επίπεδο εξειδίκευσης” (υποσημείωση 1).
(Τηλεπικοινωνίες/ΜΜΕ με 67% και Χρηματοοικονομικές υπηρεσίες με 62% είναι οι κλάδοι με τα υψηλότερα ποσοστά κινδύνου αποδιοργάνωσης από τις νέες τεχνολογίες)
Η θέση του εργαζόμενου είναι στο σπίτι;
Παραφράζοντας ένα γνωστό πατριαρχικό σλόγκαν, καλούμαστε επίσης να απαντήσουμε στα δεδομένα που δημιουργεί για τις εργασιακές σχέσεις η τηλεργασία, η εργασία δηλαδή εκτός του παραδοσιακού εργασιακού χώρου, φαινόμενο που δεν είναι καθόλου καινούργιο, αλλά σπάνια συζητείται σοβαρά σε επίπεδο σωματείων και συνδικάτων, καθώς το βάρος πέφτει στα πιο “δημοφιλή” ζητήματα της ρομποτικής και του πλήρους αυτοματισμού.
Η διάσπαση του τόπου εργασίας δημιουργεί σοβαρές απειλές για την προστασία βασικών δικαιωμάτων, όπως το σταθερό ωράριο εργασίας, τόνισε στην εκδήλωση της ΕΕΤΕ – ΟΤΕ ο Κώστας Παπαδημητρίου, καθηγητής Εργατικού Δικαίου στη Νομική Αθηνών και πρόεδρος της Εταιρείας Δικαίου της Εργασίας και Κοινωνικής Ασφαλίσεως (ΕΔΕΚΑ).
Η τηλεργασία στο σπίτι συνδέεται με την εξατομίκευση των συμβάσεων εργασίας και την ένταση της εκμετάλλευσης του εργαζόμενου καθώς σε αρκετές περιπτώσεις συνδυάζονται με τη μερική απασχόληση, την αμοιβή με το κομμάτι και τη μη λήψη μέτρων υγιεινής και ασφάλειας για την προστασία του εργαζόμενου. Σε αρκετές μάλιστα περιπτώσεις, η τηλεργασία αποτελεί μέθοδο για την μετατροπή της μισθωτής απασχόλησης σε αυτοαπασχόληση με συνέπεια την ένταση της ανασφάλειας του τηλεργαζόμενου.
Ήδη, στο πλαίσιο της “Gig Economy”, αυξάνεται ραγδαία στην Ευρώπη ο αριθμός όσων εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες για περισσότερους εργοδότες και έξω από τις παραδοσιακές εργασιακές σχέσεις. Με την “ουμπεροποίηση” των εργασιακών σχέσεων καθιερώνεται μία άνευ προηγουμένου “ευελιξία”: Ο εργαζόμενος καλείται να είναι διαθέσιμος στην πλατφόρμα 24 ώρες το 24ωρο, ανά πάσα στιγμή και, ενώ διαθέτει σχεδόν όλο τον χρόνο του, αμείβεται μόνο για τις μικροεντολές ή αποστολές, που του ανατίθενται (υποσημείωση 2).
*ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ: «Ουμπεροποίηση και Εργασιακή Σκλαβιά»: Εκδήλωση της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στο Ευρωκοινοβούλιο
Ειδικά στην τηλεργασία στο σπίτι, όπως επισημαίνεται σε παλαιότερη μελέτη του ΙΝΕ – ΓΣΕΕ, μεταφέρεται μέρος του λειτουργικού κόστους της επιχείρησης στον εργαζόμενο, καθώς δεσμεύεται ένα τμήμα της κατοικίας του (χωρίς απαραίτητα να πληρεί τις ελάχιστες προϋποθέσεις (πυρασφάλεια, εργονομική διευθέτηση εξοπλισμών, καταλληλότητα φωτισμού) για εργασιακούς σκοπούς και επιβαρύνεται με το επιπλέον κόστος ηλεκτροδότησης, τηλεφώνων, υδροδότησης κ.α. Ταυτόχρονα , ο τηλεργαζόμενος δεν απολαμβάνει άλλων κοινωνικών - εργασιακών δικαιωμάτων όπως είναι η γονική άδεια, άδεια διακοπών, άδεια λόγω ασθένειας, υπερωρίες κλπ. Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι ο τηλεργαζόμενος απομονώνεται από τον εργασιακό του χώρο και τις συλλογικές διεργασίες που συντελούνται στους συμβατικούς εργασιακούς χώρους με συνέπεια να διέρχεται από διαδικασίες κοινωνικής απομόνωσης και αποξένωσης και να αποδεσμεύονται οι πρακτικές κοινωνικής συμβίωσης από τις εργασιακές πρακτικές (υποσημείωση 3).
Σε εξέλιξη η συζήτηση στον ΟΤΕ
Όπως αναφέρουν στο Left.gr μέλη των σωματείων του ΟΤΕ, είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας η Διοίκηση της επιχείρησης συμφώνησε με την Ομοσπονδία των εργαζομένων (ΟΜΕ - ΟΤΕ) να δημιουργηθεί μια επιτροπή για το θέμα της τηλεργασίας.
Ενώ οι διαβουλεύσεις βρίσκονται σε εξέλιξη, η εργοδοσία έχει προχωρήσει σε μεμονωμένες περιπτώσεις στην εφαρμογή μιας μορφής εργασίας από το σπίτι που, ναι μεν δεν είναι υποχρεωτική, αλλά, επί της ουσίας καθίσταται υποχρεωτική λόγω των πιέσεων που ασκούνται στους εργαζόμενους, οι οποίοι έχουν ανοιχτό το e-mail τους για να απαντούν ως αργά το βράδυ.
Παράλληλα, ορισμένες τακτικές βάρδιες έχουν αντικατασταθεί από το “stand by”, την κατάσταση αναμονής ορισμένων κατηγοριών εργαζομένων, όταν αυτοί βρίσκονται σπίτι τους, κάτι που έχει ανοίξει κερκόπορτα για περαιτέρω ρευστοποίηση του ωραρίου τους.
Το “strong key” ανοίγει παράθυρο αυθαιρεσίας
Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με συνδικαλιστικά στελέχη του τραπεζικού κλάδου, συναντάμε εντός της σύμβασης εργασίας και των τραπεζών το “stand by”, την υποχρέωση δηλαδή των εργαζομένων στην πληροφορική να είναι κάποιες ημέρες του μήνα σε ετοιμότητα για εργασία, η οποία θα πληρωθεί (λιγότερο αν δεν χρειαστεί να παρέμβουν, περισσότερο αν τελικά εργαστούν από το σπίτι τους).
Ωστόσο, μία από τις μεγάλες συστημικές τράπεζες οι “πληροφορικάριοι” της οποίας έχουν προμηθευτεί το περίφημο “strong key” για να συνδέονται από απόσταση στο σύστημα της τράπεζας, καταστρατηγεί την παραπάνω διαδικασία υποχρεώνοντάς τους να δουλεύουν εκτός του συμφωνημένου πλαισίου και απροειδοποίητα.
Κάπως έτσι, ανοίγει ο δρόμος για την πλήρη απορρύθμιση του ωραρίου της συγκεκριμένης κατηγορίας εργαζομένων. Ασφαλώς, η απορρύθμιση ως προς βασικά εργασιακά δικαιώματα είναι ήδη καθεστώς για άλλες ομάδες τραπεζοϋπαλλήλων, όπως οι “ενοικιαζόμενοι” που αποτελούν πάνω από το 10% του συνολικού προσωπικού των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Στο σημείο αυτό πρέπει να τονίσουμε ένα (αναγκαίο να κατοχυρωθεί) δικαίωμα που πρόσφατα αναγνωρίσθηκε στο γαλλικό δίκαιο: το δικαίωμα του εργαζομένου να αποσυνδέεται από το κινητό του τηλέφωνο όταν αποχωρεί από την εργασία του. Επανεμφανίζεται, λοιπόν, με τον τρόπο έστω αυτόν, o παραδοσιακός διαχωρισμός μεταξύ ιδιωτικής και επαγγελματικής ζωής, όσο και αν η συγκεκριμένη νομοθετική ρύθμιση δεν καθιερώνει με απόλυτο τρόπο το δικαίωμα, αλλά απλά επιβάλλει μια διαδικασία διαβούλευσης.
Ψηφιακή απεργοσπασία
Όπως είναι κατανοητό από τα παραπάνω, οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει το συνδικαλιστικό κίνημα είναι τεράστιες και σε αυτές πρέπει να συνυπολογίσουμε και την δυσκολία να προστατευθεί μία απεργία που δεν θα αφορά στον παραδοσιακό χώρο εργασίας.
Ήδη, άλλωστε, μαθαίνουμε ότι τράπεζες έχουν φτιάξει εφεδρικά τηλεφωνικά κέντρα, τα οποία θα χρησιμοποιούν σε περίπτωση απεργιακών περιφρουρήσεων στα ήδη υπάρχοντα κτίρια!
Με την ανάπτυξη, ωστόσο, των νέων τεχνολογιών, οι δυνατότητες “παράκαμψης” της απεργίας πολλαπλασιάζονται.
Τι γίνεται, για παράδειγμα, αν ο συνάδελφός μας συνεχίσει τη δουλειά, την ημέρα της απεργίας, από τον προσωπικό του υπολογιστή; Πώς η περιφρούρηση, αντί για την πύλη του εργοστασίου θα αποκλείσει τον... server της (οποιασδήποτε) μεγάλης εταιρεία τηλεπικοινωνιών;
Και, τελικά, πώς θα προκηρυχθεί απεργία αν δεν συνεννοηθούν μεταξύ τους οι σύγχρονοι νομάδες της εργασίας;
"Νέες μορφές απεργίας μπορούν να προκύψουν, όπως η ψηφιακή απεργία στην οποία γίνεται προσπάθεια να «καταληφθούν» εικονικά πεδία της εργοδοτικής πλευράς ή ακόμη να προκύψει αποχή χρηστών από το ψηφιακό πεδίο δραστηριοποίησης, ενώ η κοινότητα των εργαζομένων χρησιμοποιεί το διαδίκτυο για να ασκήσει πιέσεις διαφόρων μορφών προς την εργοδοτική", γράφει ο A. Rota στο συλλογικό τόμο “Web e lavoro. Profili evolutivi e di tutela” (πηγή: ΙΝΕ - ΟΤΟΕ).
Οι “εφευρετικοί” εργοδότες είναι πάντα ένα βήμα μπροστά
Παράλληλα, μολονότι νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει στην Ελλάδα (Ν.3846/2010), το έργο του Σ.ΕΠ.Ε. καθίσταται δύσκολο και απαιτούνται νέα εργαλεία.
Το πόσο αχαρτογράφητο, επί της ουσίας, είναι το πεδίο, αναδεικνύει πρόσφατη καταγγελία της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Εκπαιδευτικών Λειτουργών Ελλάδος (ΟΙΕΛΕ) για διαδικτυακή εταιρεία που αυτοαποκαλείται «διαδικτυακό κέντρο ξένων γλωσσών» και παρέχει μαθήματα μέσω Skype. Η ιστοσελίδα διαφημίζει την παροχή ιδιαίτερων μαθημάτων ενώ ο ενδιαφερόμενος μπορεί να επιλέξει προς αγορά ένα από τρία πακέτα για τέσσερις ξένες γλώσσες: 1.Ιδιαίτερα μαθήματα, 2. Ομαδικά μαθήματα, 3. Γκρουπ προφορικών (κάθε πακέτο έχει διάφορα υποπακέτα). Οι τιμές κυμαίνονται από 44 έως και 108 ευρώ το μήνα για τα ιδιαίτερα μαθήματα, για το γκρουπ προφορικών φτάνουν τα 15 ευρώ το μήνα κατ’ άτομο, ενώ δεν αναγράφονται τιμές για τα ομαδικά γκρουπ. Αν και πρόκειται για ελληνική ιστοσελίδα, στο ιδιωτικό συμφωνητικό που δίδεται στους εκπαιδευτικούς να υπογράψουν αναγράφεται ως εταιρική έδρα η …Γερμανία! Ο εκπαιδευτικός δεν θεωρείται εργαζόμενος, αλλά freelancer (επομένως, χωρίς δικαίωμα για σύμβαση εργασίας).
Επιπλέον, στο συμφωνητικό αναγράφεται η υποχρέωση του εκπαιδευτικού για αυτασφάλιση (!).
“Επειδή τέτοιες εταιρείες είναι πλέον δεκάδες, είναι φανερό ότι βρισκόμαστε μπροστά σε ένα γιγαντιαίο σκάνδαλο με εκατομμύρια ευρώ μαύρου χρήματος να ρέουν στις τσέπες των «πονηρών» που βρίσκουν τρόπο, μέσα στο χάος του διαδικτύου, να παραβιάζουν κάθε νόμο”, τονίζει η ΟΙΕΛΕ που έχει στείλει ήδη τα στοιχεία στο υπουργείο Εργασίας “ελπίζοντας ότι θα αποτελέσουν το έναυσμα για μια εις βάθος διερεύνησης του φαινομένου και της θεσμοθέτησης όρων και κανόνων σε ένα αχαρτογράφητο και βαθιά παραβατικό τοπίο”.
Το πλήγμα για τη δημοκρατία και οι προκλήσεις για τους εργαζόμενους
Ωστόσο, το δίλημμα που τίθεται δεν είναι μεταξύ τεχνολογικής εξέλιξης ή προστασίας των εργασιακών δικαιωμάτων και των θέσεων εργασίας. Το μείζον ζήτημα, στο οποίο καλούνται να παίξουν ρόλο και τα συνδικάτα στη χώρα μας και παντού, είναι υπό ποιους όρους και με ποιους κοινωνικοπολιτικούς συσχετισμούς θα συνεχιστεί η μετάβαση στην “4η βιομηχανική επανάσταση”.
*ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Από τα ορυχεία του Λαυρίου, στην εποχή της ρομποτικής
Στην περίοδο, ασφαλώς, του ακραίου νεοφιλελευθερισμού, τα πράγματα δεν είναι ευοίωνα, όπως τονίζει o κ. Ρομπόλης:
«Η εισαγωγή των ρομπότ και των νέων τεχνολογιών αυτοματισμού στην παραγωγική διαδικασία, ουσιαστικά αποτελεί μία διαδικασία συρρίκνωσης της «ζωντανής εργασίας» σε όφελος της «νεκρής εργασίας», η οποία, μεταξύ των άλλων, επιβάλλει σημαντικές αλλαγές στην οργάνωση της εργασίας, τις εργασιακές σχέσεις και τη δημοκρατία στους χώρους παραγωγής. Κι αυτό γιατί με την επέκταση της «νεκρής» εργασίας αναπτύσσονται τυποποιημένα συστήματα ελέγχου της εργασίας, περιορίζοντας τόσο την αυτόνομη και δημιουργική δραστηριότητα των εργαζομένων, όσο και τη δημοκρατική λειτουργία στους χώρους παραγωγής. Με άλλα λόγια, ο αυτοματισμός στην παραγωγική διαδικασία συντελείται με όρους από-δημοκρατισμού και συρρίκνωσης των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, δεδομένης της αύξησης της ανεργίας και της κάθε μορφής ευελιξίας, της μείωσης των μισθών και της συρρίκνωσης των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων».
Αντίθετα, προσθέτει ο Σάββας Ρομπόλης, «η εγκαθίδρυση συνθηκών εκδημοκρατισμού και διεύρυνσης των οικονομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων, κατά την περίοδο της μετάβασης της ευρωπαϊκής και διεθνούς οικονομίας στον αυτοματισμό και τη ρομποτική, θα προϋπέθετε, κατά βάση, την προετοιμασία για οργάνωση της παραγωγικής διαδικασίας (McKinsey, 2017) στην εβδομάδα των 32 ωρών και των 4 ημερών, καθώς και του ελεύθερου χρόνου εκατομμυρίων πολιτών, εφόσον θα καταργηθεί το 45% των σημερινών θέσεων εργασίας τα επόμενα 20 χρόνια, θα αυξηθεί η ανεργία, θα απωλεσθούν σημαντικά φορολογικά έσοδα και ασφαλιστικές εισφορές, θα διευρυνθούν οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, κ.ο.κ.»
«Στις συνθήκες αυτές», καταλήγει, «οι επόμενες δύο δεκαετίες στην Ευρώπη θα καταγραφούν ως δεκαετίες «κοινωνικού πόνου και κοινωνικών αναταραχών», με ό,τι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την οικονομία και τη δημοκρατία στη γηραιά ήπειρο».
Το ερώτημα παραμένει αν η αυτοματοποίηση μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος των κοινωνικών αναγκών των πολλών. Αν είναι εφικτό οι εργαζόμενοι να διεκδικήσουν μικρότερο χρόνο εργασίας χωρίς μείωση μισθών, και δικαιότερη κατανομή εισοδήματος και πλούτου ώστε να αμβλυνθούν οι αρνητικές συνέπειες της αυτοματοποίησης της εργασίας.
Στον αντίποδα μιας τέτοιας προοπτικής θα συνεχίσουν, προφανώς, να βρίσκονται οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις που ως μείωση του εργάσιμου χρόνου θα εννοούν, αντί της πιο δίκαιης κατανομής της ανθρώπινης εργασίας, την περαιτέρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων -ήδη αυτή έχει παγιωθεί σε πολλούς εργασιακούς χώρους- και την ένταση της ανισοκατανομής εισοδήματος.
Το παιχνίδι παραμένει, λοιπόν, ανοιχτό και ο νεολουδιτισμός σίγουρα δεν είναι καλός σύμβουλος για τον κόσμο της Εργασίας (υποσημείωση 4).
______________________________________________________________________________________________________________________________________
______________________________________________________________________________________________________________________________________
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
(1) Ένας κλάδος τον οποίο συνδέουμε συνήθως με τον κίνδυνο απώλειας θέσεων εργασίας είναι οι τράπεζες. Τα σύγχρονα κανάλια διάθεσης τραπεζικών προϊόντων και η αποδοχή τους από τις νέες γενιές πελατών, αλλάζουν τα τραπεζικά δίκτυα, συρρικνώνοντας ή περιορίζοντας σημαντικά τον αριθμό των τραπεζικών υποκαταστημάτων.
Στο πρόσφατο παρελθόν, οι αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές (ΑΤΜ) αναμενόταν να μειώσουν σημαντικά τον αριθμό των τραπεζικών υπαλλήλων, αναλαμβάνοντας ορισμένες από τις συνήθεις εργασίες τους. Πράγματι, στις ΗΠΑ, ο μέσος αριθμός τους μειώθηκε από 20 ανά κατάστημα το 1988 σε 13 το 2004. Αλλά αυτό μείωσε επίσης το κόστος λειτουργίας ενός τραπεζικού καταστήματος, επιτρέποντας στις τράπεζες να ανοίξουν περισσότερα υποκαταστήματα ως απάντηση στη ζήτηση των πελατών. Ο αριθμός των καταστημάτων των εμπορικών τραπεζών αυξήθηκε κατά 43% κατά την ίδια περίοδο, με αποτέλεσμα ο συνολικός αριθμός των εργαζομένων να αυξηθεί.
Ωστόσο, οι αναφορές στον ελληνικό Τύπο ότι η μείωση των τραπεζοϋπαλλήλων στη χώρα μας, λόγω και τη συρρίκνωσης των συναλλαγών που διενεργούνται στα γκισέ, θα φτάσει ακόμα και τις 10.000 την προσεχή τριετία, περιορίζοντας τις θέσεις στον κλάδο περίπου στις μισές σε σχέση με αυτές που υπήρχαν το 2010, προκαλούν ανησυχία.
Το ΙΝΕ της ΟΤΟΕ, σε μία αναλυτική μελέτη για τις επιπτώσεις των νέων τεχνολογιών στην απασχόληση, η οποία δημοσιοποιήθηκε πρόσφατα (2018), συμπεραίνει μεταξύ άλλων ότι: “η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών δεν απειλεί άμεσα το σύνολο ή έστω ομάδες απασχολούμενων, παρά μόνο ίσως κάποια συγκεκριμένα καθήκοντα συγκεκριμένων θέσεων εργασίας. Στο πλαίσιο της προσωποποιημένης εξυπηρέτησης και των ειδικών χαρακτηριστικών της ελληνικής οικονομίας, οι θέσεις αυτές θα χρειαστεί τελικά να ενσωματώσουν άλλα, νέα και πιο απαιτητικά εργασιακά καθήκοντα, συνακόλουθα και τις απαραίτητες δεξιότητες”.
Πάντως, σήμερα, μεγαλύτερος κίνδυνος για τους εργαζόμενους στις τράπεζες είναι το outsourcing εργασιών (και η επακόλουθη εργολαβοποίηση μέρους του προσωπικού των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων), μέσω του οποίου καταστραγητούνται βασικά εργασιακά δικαιώματα, όπως έχουμε αναδείξει αναλυτικά στον σχετικό φάκελο του Left.gr.
*ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΣΧΕΤΙΚΑ: Το «ΕΡΓΑΝΗ», ο «λαγός» και οι νέες προκλήσεις για τους εργαζόμενους
(2) Η εταιρεία Uber παράγει μια τεχνολογία η οποία συνδέει την προσφορά και τη ζήτηση αυτοκινήτων με οδηγό. Κάποιος που χρειάζεται να μεταφερθεί κάπου κατεβάζει την application και σύμφωνα με τα χαρακτηριστικά της κούρσας (τόπος, χρόνος, κόστος) επιλέγει έναν οδηγό. Οι οδηγοί δεν είναι υπάλληλοι της εταιρείας αλλά ανεξάρτητοι εργαζόμενοι που συνεργάζονται με την Uber. Οποιοσδήποτε διαθέτει ένα αυτοκίνητο και δίπλωμα οδήγησης μπορεί να γίνει οδηγός για την υπηρεσία χωρίς οποιαδήποτε άλλη προϋπηρεσία ή γνώση.
Οι οδηγοί πληρώνουν όλα τα έξοδα κίνησης και ανταγωνίζονται για τις περισσότερες κούρσες. Τα χρήματα όμως περνάνε όλα από την Uber η οποία αποφασίζει για τις μίνιμουμ τιμές αλλά και το ποσοστό που παρακρατεί. Φυσικά οι οδηγοί, εφόσον είναι ανεξάρτητοι εργαζόμενοι, δεν έχουν καμία από τις απολαβές των μισθωτών: το εισόδημα τους δεν είναι σταθερό αλλά εξαρτάται από τις ώρες εργασίας και τις τιμές που επιβάλει η Uber, δεν έχουν ιατροφαρμακευτική κάλυψη, ασφάλεια για τα οχήματα τους και για τους ίδιους, δεν υπάρχουν φυσικά συλλογικές συμβάσεις. Το πιο στρατηγικό κομμάτι της δραστηριότητας είναι ο αλγόριθμος που συνδέει την προσφορά με τη ζήτηση και καθορίζει το κόστος των υπηρεσιών και την αμοιβή των οδηγών. Φυσικά από τη στιγμή που η εταιρεία ρυθμίζει τον αλγόριθμο χωρίς κανένα έλεγχο από τρίτο το κάνει με μοναδικό γνώμονα το δικό της συμφέρον. Κατά κάποιο τρόπο ο αλγόριθμος είναι το αφεντικό των οδηγών .
Η Uber επιβάλλει επίσης καθεστώς επιτήρησης και εκμετάλλευσης προσωπικών δεδομένων. Κάθε οδηγός της Uber υπόκειται σε συνεχή αξιολόγηση από την εταιρεία και από τους πελάτες στη βάση δεκάδων κριτηρίων (αν είναι γρήγορος, ευχάριστος, αν το αυτοκίνητο είναι καθαρό κλπ.) και εάν ο βαθμός πέσει κάτω από ένα συγκεκριμένο όριο τότε η συνεργασία με την εταιρεία διακόπτεται. Η αξιολόγηση λόγω της μαζικής και συνεχούς της φύσης παίρνει τη μορφή επιτήρησης η οποία έχει άμεσο αντίκτυπο όχι μόνο στα έσοδα των οδηγών αλλά και στον τρόπο που αυτοί συμπεριφέρονται, ντύνονται, μιλούν και σκέφτονται.
Μετά την ψήφιση του νόμου για τις μεταφορές που επιβάλλει πολύ αυστηρό πλαίσιο λειτουργίας για τις εταιρείες διαμεσολάβησης μεταφορικών υπηρεσιών στην Ελλάδα, η Uber αποφάσισε τον Απρίλιο του 2018 να αναστείλει τη λειτουργία της υπηρεσίας UberX, διατηρώντας ωστόσο την υπηρεσία UberTaxi.
«Για να φύγει κάποιος από την Ελλάδα θα πρέπει να έχει έδρα στην Ελλάδα, έστω ένα γραφείο. Να φορολογείται στην Ελλάδα, η Uber δεν έχει τίποτα. Από πού να φύγει;» είχε σχολιάσει τότε ο υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Χρήστος Σπίρτζης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Το μοντέλο της Uber έχει αρχίσει να αναπτύσσεται σε διάφορους τομείς από εκατοντάδες εταιρείες: AirBnB για την ενοικίαση καταλυμάτων, Drivy για ενοικίασης οχημάτων, Postmates για ντελίβερι σε οτιδήποτε, TaskRabbit για οποιαδήποτε εργασία κλπ. Αφορά πλέον χιλιάδες εργαζόμενους και κυρίως αποτελεί μοντέλο για τις εργασιακές σχέσεις του 21ου αιώνα.
*ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: H Wolt επιχειρεί να φέρει την «ουμπεροποίηση» του delivery στην Αθήνα
(3) Μορφή τηλεργασίας αποτελεί και η νομαδική εργασία, η οποία έχει ρυθμισθεί σε κάποιο βαθμό από το ελληνικό δίκαιο (άρθρο 5 ν. 3846/2010). Εκείνο που διακρίνει τη νομαδική εργασία από την τηλεργασία είναι ότι τα προβλήματα στην εν λόγω εργασιακή εμφανίζονται με ιδιαίτερη ένταση. Η εργασία δεν γνωρίζει πλέον χρονικό και τοπικό περιορισμό, καθώς πρακτικά μπορεί να παρέχεται σε οποιοδήποτε τόπο και οποιαδήποτε χρονική στιγμή40. Η «περιχαράκωση» του τόπου και του χρόνου εργασίας τείνει να εξαφανισθεί. Η νομαδική εργασία αφορά, βεβαίως, κάποια διευθυντικά στελέχη, αλλά αφορά και μια μεγάλη ομάδα κοινών εργαζομένων, οι οποίοι χρήζουν προστασίας, ώστε δεν θα ήταν δυνατόν να εμπιστευθεί κανείς τη διαπραγματευτική ελευθερία τους.
Σχετικές μελέτες έχουν δείξει ότι το 82% των στελεχών χρησιμοποιούν, στο πλαίσιο της εργασίας τους, κάποιο είδος κινητού ψηφιακού μέσου, όπως «έξυπνο» κινητό τηλέφωνο (smartphone), notebook ή ηλεκτρονική ταμπλέτα. Η εμφάνιση των έξυπνων κινητών και των αντίστοιχων “τάμπλετ”, σε συνδυασμό με τη μείωση του κόστους των τηλεπικοινωνιών, αποτελεί, πάντως, μια εξέλιξη όχι απλά ποσοτικού χαρακτήρα, επιτρέποντας πλέον την ευρύτατη χρήση τους και στη συνέχεια τη νομαδική εργασία.
Στην περίπτωση της εν λόγω εργασίας, ο εργαζόμενος είναι αυτός που επιλέγει τον τόπο απασχόλησής τους. Εργάζεται επίσης όταν του ζητηθεί από τον εργοδότη ή όταν είναι προγραμματισμένο. Ασφαλώς μια τέτοια μορφή οργάνωσης της εργασίας εμφανίζεται ως μείζων αυτονομία, αφού θεωρητικά επιτρέπει καλύτερο συνδυασμό επαγγελματικής ζωής και προσωπικών επιθυμιών. Ο τόπος εργασίας, μάλιστα, οριακά ταυτίζεται με τόπο διακοπών. Απεγκλωβισμένος ο μισθωτός από συγκεκριμένο τόπο εργασίας, εργαζόμενος με τα κινητά ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας, τα οποία του επιτρέπουν την άμεση μεταβίβαση πληροφοριών και δεδομένων, μπορεί θεωρητικά να ταξιδεύει και να αλλάζει τόπο εγκατάστασης χωρίς αυτό να επηρεάζει την εκπλήρωση των επαγγελματικών του υποχρεώσεων.
Με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά και κυρίως με βάση τη διαπίστωση ότι ο εργαζόμενος απασχολείται με συνθήκες ευρύτερης αυτονομίας, προκύπτει το ερώτημα εάν αυτός βρίσκεται σε σχέση νομικής ή προσωπικής εξάρτησης, ώστε να εφαρμοσθεί το εργατικό δίκαιο. Βεβαίως, το ερώτημα έχει τεθεί και στην περίπτωση της τηλεργασίας, ως προς την οποία δίνεται η απάντηση ότι η εξάρτηση και η άσκηση διευθυντικού δικαιώματος δεν αποκλείονται με βάση τον παράγοντα της απόστασης. Πάντως, εν προκειμένω βρίσκει προνομιακή εφαρμογή το τεκμήριο εξαρτημένης εργασίας, το οποίο ήδη έχει θεσπισθεί και στην έννομη τάξη μας (άρθρο 5 ν. 3846/2010).
Επίσης, προκύπτει μείζον ερώτημα ως προς τη μέτρηση του χρόνου εργασίας, δεδομένου ότι ο εργαζόμενος δε βρίσκεται σε συγκεκριμένο χώρο στη διάθεση και υπό την άμεση εποπτεία του εργοδότη. Ασφαλώς χρόνος εργασίας δεν είναι μόνο ο χρόνος που αποστέλλεται το ηλεκτρονικό μήνυμα, η προετοιμασία του οποίου απαιτείται πολλαπλάσιο χρόνο και υλοποιείται στον τόπο επιλογής του εργαζομένου. Προκύπτουν λοιπόν εν προκειμένω μείζονα ζητήματα εφαρμογής των, δημοσίας τάξεως, διατάξεων για το χρόνο εργασίας, τα οποία προκειμένου να επιλυθούν αποτελεσματικά απαιτούν και νομοθετική παρέμβαση, αλλά και διαπραγμάτευση ατομικού και συλλογικού χαρακτήρα.
Το σημαντικότερο, όμως, ζήτημα είναι η διείσδυση του επαγγελματικού στον ιδιωτικό βίο. Ο εργαζόμενος μπορεί να μην γνωρίζει πότε ακριβώς θα εργασθεί. Εργάζεται όταν ζητηθεί από την επιχείρηση, ακόμη και σε ώρα που μπορεί να μην είναι εκ των προτέρων γνωστή. Με άλλα λόγια, μπορεί να βρίσκεται σε συνεχή διαθεσιμότητα, δηλαδή ακόμη και αν δεν εκπληρώνει μια συγκεκριμένη εργασιακή υποχρέωση. Είναι προφανές ότι διαταράσσεται η ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, ενώ η συνεχής χρήση του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου αποτελεί παράγοντα στρες, το οποίο ασφαλώς αποτελεί τη μείζονα σήμερα απειλή για τη υγεία των εργαζομένων . Έτσι, το διακύβευμα είναι όχι μόνο η ελευθερία του ιδιωτικού βίου, αλλά και η ψυχική υγεία του μισθωτού (πηγή: ΙΝΕ ΟΤΟΕ).
(4) Όπως καταλήγει μία ενδιαφέρουσα διάλεξη για την “εργασία και την εκμετάλλευση στην ψηφιακή εποχή” του Νίκου Σμυρναίου, λέκτορα του Τμήματος Επιστημών Πληροφορίας και Επικοινωνίας του Πανεπιστημίου της Τουλούζ: [...] Αυτό όμως σημαίνει ότι πρέπει να καταθέσουμε τα όπλα και να αναδιπλωθούμε σε τεχνοφοβικές και “ασκητικές” θέσεις άρνησης του μοντέρνου; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα είναι σαφώς και όχι. Όπως δείχνει το κίνημα ενάντια στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων στη Γαλλία, τα ψηφιακά δίκτυα μπορούν να αποτελέσουν φορείς αυτο-οργάνωσης του κοινωνικού κινήματος με στόχο την αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Επίσης η πληροφοριακή διαμεσολάβηση μεταξύ προσφοράς και ζήτησης την οποία διευκολύνουν τα ψηφιακά δίκτυα εάν εφαρμοστεί σε μη εμπορευματοποιημένο πλαίσιο μπορεί να ταχθεί στην υπηρεσία του δημόσιου συμφέροντος εφαρμόζοντας εναλλακτικά μοντέλα παραγωγής και διάδοσης των “κοινών” (commons) ακόμα και σε συνθήκες κυριαρχίας του κεφαλαίου. Η αμυντική στρατηγική της αντίστασης στη λαίλαπα του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού όμως δεν αρκεί.
Οι Srnicek και Williams στο πρόσφατο βιβλίο τους Inventing the Future υποστηρίζουν ότι το βασικό διακύβευμα για την Αριστερά και τον κόσμο της εργασίας στον 21ο αιώνα είναι το πως θα επανεπενδύσει την τεχνολογία με προοδευτικό, ουτοπικό περιεχόμενο και όραμα (16). Για παράδειγμα, με τον παρόντα συσχετισμό δυνάμεων, η γενίκευση της αυτοματοποίησης μέσω αλγόριθμων και ρομπότ έχει ως αποτέλεσμα τον αφανισμό της μισθωτής εργασίας και την εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης πέρα από το κεϋνσιανικό κονσένσους. Αν όμως η τεχνολογική πρόοδος μπει στην υπηρεσία ενός ηγεμονικού σχεδίου υπέρ των πολλών το τέλος της μισθωτής εργασίας μπορεί να γίνει ορίζοντας χειραφέτησης και ελευθερίας. Αυτό ίσως αποτελεί και το κεντρικό ζητούμενο της εποχής μας.
πηγή ://left.gr/