Ο ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΚΑΒΟΥΛΗΣ ΜΙΛΑΕΙ ΣΤΗΝ ERTOPEN ΜΕ ''ΑΓΝΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ''
Ο Στέφανος Κακαβούλης από τότε που εμφανίστηκε στο καλλιτεχνικό προσκήνιο, το 2003, δεν έχει σταματήσει να μας εκπλήσει με την τόλμη και την φαντασία που υποστηρίζει το θέατρο είτε ως ηθοποιός/συγγραφέας και δάσκαλος/σκηνοθέτης αλλά και την ευαισθησία που αναβλύζει από τα γραπτά του. Την Τετάρτη 7 Ιουνίου στις 9 το βράδυ θα γίνει η παρουσίαση της δεύτερης ποιητικής του συλλογής "ΑΓΝΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ" στο Δημαρχείο Αμαρουσίου με κεντρική ομιλήτρια την Φίλια Μητρομάρα ενώ γνωστοί ηθοποιοί θα διαβάσουν αποσπάσματα. Με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου που έγινε το 2020 (Εκδόσεις Οδός Πανός) αλλά λόγω της πανδημίας η επίσημη παρουσίαση γίνετα μόλις τώρα, ο Στέφανος Κακαβούλης παραχώρησε στον Μιχάλη Πολυχρόνη μια συνέντευξη που μιλάει για το πόσο αγνές προθέσεις υπάρχουν στην τέχνη, για τους φόβους και τις δικές του ανησυχίες αλλά και για την μεταμορφωτική δύναμη του θεάτρου η οποία τον βοηθάει να αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα που εμφανίστηκε στα παιδικά του χρόνια!
Οι δύο λέξεις που χρησιμοποιείς στον τίτλο της νέας ποιητικής σου συλλογής είναι οι Αγνές και Προθέσεις. Τις θεωρώ πολύ στέρεες, πολύ πρωταρχικές λέξεις. Παραπλανούν ή όντως στην ποίση και στη ζωή σου έχεις αγνές προθέσεις;
Όσον αφορά στην ποίηση, όλες οι λέξεις δεν έχουν ποτέ μία σημασία. Αυτή είναι και η χάρη της ποίησης. Οι λέξεις έχουν πολλαπλά νοήματα. Οπότε υπάρχουν αναλόγως με το τι σημαίνουν για τον καθένα. Εκεί βρίσκεται και η ομορφιά, στην μετάφραση που θα κάνει ο καθένας. Για μένα, γενικώς στη ζωή, αγνές προθέσεις δεν υπάρχουν. Αγνές προθέσεις σημαίνει ότι οι πράξεις μου δεν περιέχουν κανενός είδους ιδιοτέλεια. Αυτό πολύ απλά δεν υφίσταται.
Υπάρχει πάντοτε ένα δούναι και λαβείν;
Ναι ακριβώς, ακόμα και στην εξειδανικευμένη αγάπη της μάνας προς το παιδί. Όμως το ότι έχει κάτι ιδιοτέλεια δεν σημαίνει ότι στερείται αγνότητας. Γι’ αυτό και είχε ενδιαφέρον αυτός ο τίτλος, γιατί είχε κάτι το αμφίσημο. Ναι μεν αλλά. Είναι αγνό να θέλεις να εκφραστείς μέσα από λόγο ποιητικό και να φωτίσεις κάποια πράγματα μέσα από δικά σου βιώματακαι στοχασμούς να επικοινωνήσεις, να συγκινήσεις, να κάνεις τον άλλον να δει τα πράγματα λίγο διαφορετικά, να μιλήσεις μεσα στην ψυχή του, αυτό έχει μια αγνότητα, αλλά από την άλλη έχει και την ιδιοτέλεια να καταφέρεις να δει ο αναγνώστης, έστω και για λίγο, τον κόσμο μέσα απ’ τα δικά σου μάτια.
Στο βιβλίο υπάρχουν πολλά πυκνά νοήματα. Πόσο χρόνων συγκομιδή αποτέλεσε η συγγραφή τους;
Κοντά 5 χρόνων. Γιια μέν η συγγραφή ποιημάτων δεν εκβιάζεται, όπως ίσως ενός μυθιστορήματος ή αν πρόκειται για έναν πίνακα ζωγραφικής. Η ποίηση πιστεύω ότι έχει την ιδιαιτερότητα , αν δεν έρθει το κατάλληλο ερέθισμα να κάτσει μέσα σου και να μείνει για καιρό και κάποια στιγμή να πεις θα κάνω κάτι μ’ αυτή την εικόνα, μ’ αυτό το συναίσθημα, μ’ αυτήν την μνήμη, δεν βγαίνει. Αν το εκβιάσεις θα παραχθεί κάτι κακότεχνο. Πρέπει να έρθει η κατάλληλη στιγμή.
Ο κεντρικός καμβάς ποιός ήταν; Υπάρχει κάποια συγκεκριμένη θεματική γύρω από την οποία περιστρέφεσαι;
Όχι. Μία είναι η βάση: Να είναι ένα ερέθισμα τόσο δυνατό ώστε να με απασχολεί για κάποιο διάστημα και να πρέπει να κάνω κάτι μ’ αυτό. Υπάρχει ένα ποίημα που καταλήγει σε μια εικόνα δύο ηλικιωμένων που κρατιούνται χέρι χέρι σ’ έναν σταθμό ηλεκτρικού. Είναι αληθινή , έμεινε μέσα μου και κάποια στιγμή βγήκε. Η μόνη ραχοκοκκαλιά του βιβλίου ήταν ότι όλα τα ερεθίσματα ήταν έντονα.
Εγώ από την άλλη βρίσκω στον τρόπο γραφής μια συνάφεια. Σαν πρόθεση βλέπω ταυτόχρονα μια πρόκληση και ταυτόχρονα ένας ξορκισμός της. Επειδή είσαι από τους ελάχιστους ηθοποιούς άντρες στην Ελλάδα που παρυσιάζεις το γυμνό, αυτό σ’ εσένα δεν είναι για την πρόκληση, δεν έχεις σκοπό να έρθει ο θεατής να παρακολουθήσει ηδονοβλεπτικά την παράσταση. Είναι σαν να απογυμνώνεσαι για να δείξεις την γύμνια του θέματος που πραγματεύεσαι. Τα κείμενα που ανεβάζεις προέρχονται από κλασσικούς πλέον συγγραφείς και συνήθως εμπεριέχουν στοιχεία πρόκλησης και γι’ αυτό είναι και αρεστοί. Εσύ, αυτή την γύμνια την καθαγιάζεις. Διαλέγεις δηλαδή κείμενα που υπερβαίνουν την δύναμη της εικόνας ενός γυμνού. Όπως και στις παραστάσεις έτσι και στα ποιήματα. Σαν να προκαλείς τον αναγνώστη, εκείνος να το πάει ένα βήμα παραπέρα. Σαν να ανοίγεις μια πόρτα και να λες ‘’περάστε στην άβυσσό μου’’. Ποιά είναι η διαφορά ανάμεσα στην πρώτη και την δεύτερη συλλογή ποιημάτων;
Η πρώτη κυκλοφόρησε το 2006 με τίτλο ΄΄ΑΡΧΗΣ ΓΕΥΟΜΕΝΗΣ’’. Τώρα είμαι λίγο πιό ξεψάρωτος σε σχέση με το τι είναι ποιητικός λόγος. Την πρώτη φορά με ένοιαζε η αναμέτρηση με τον ποιητικό λόγο. Τώρα απλά προσπαθώ να είμαι καθαρός και ευθύς σ’ αυτό που θέλω να πω!
Κάπως έτσι ήταν και η πορεία σου στο θέατρο από το 2003 που έκανες την πρώτη σου εμφάνιση;
Ναι, αλλά ξεψάρωσα πολύ πιό γρήγορα. Εξάλλου το θέατρο επειδή προσφέρει την ασφάλεια του προσωπείου του ρόλου μέσα από το οποίο κάνεις ό,τι θέλεις, εκτίθεσαι και είναι πιό εύκολο να πεις δεν είμαι εγώ, είναι ο ρόλος που γδύνεται, που ουρλιάζει, που αυτοκτονεί. Στην ποίηση είσαι εσύ.
Έχεις μια έμφαση σ’ αυτό που στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως underground…
Δεν ξέρω πραγματικά τι σημαίνει αυτός ο όρος. Ότι δε θα μπορούσε πχ η ΧΑΛΚΙΝΗ ΑΜΜΟΣ να ανέβει ας πούμε στο Παλλάς;
Θεωρείς ότι τα έργα που επιλέγεις να ανεβάσεις αλλά και η ποίηση που γράφεις χτίζουν γέφυρες το ένα με το άλλο; Διακρίνω ότι η ποίησή σου συμπορεύεται με θεματικές συγγραφέων που ανεβάζεις.
Αυτό είναι αναπόφευκτο. Είναι άνθρωποι που με έχουν συγκινήσει βαθιά. Οπότε μ’ έχουν επηρρεάσει κιόλας. Οι καταραμένοι λεγόμενοι ποιητές είναι τα διαβάσματά μου που με διαμόρφωσαν και καλλιτεχνικά. Όταν λατρεύω τον Προυστ είναι δύσκολο να μην μπεί στο έργο μου κάτι από την μελαγχολία, τον στοχασμό και την μοναξιά αυτου του ανθρώπου.
Θα μπορούσες με τον τρόπο που ανέβασες το ‘’Ουρλιαχτό’’, ένα πολύ δυνατό κείμενο με μιά έντονη σκηνική απόδοση να καταπιαστείς με το ‘’Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο’’;
Φυσικά. Η πρώτη μου επαφή σκηνικά με την ποίηση ήταν με τα κείμενα του Πεσόα, που είναι ιδιαίτερα λυρικός. Ήταν η παράσταση ‘’Αντίνοος’’. Ακολούθησε το ‘’Ουρλιαχτό’’ και μετά ο Μπωντλαίρ.
Σε όλες σχεδόν τις παραστάσεις ανιχνεύω ένα παγανιστικό στοιχείο που νομίζω ότι δεν βγαίνει τυχαία.
Είμαι διονυσιακός. Πώς να μην είμαι... Το θέατρο από την λατρεία του Διόνυσου ξεκίνησε. Ό,τι θυμίζει αυτή την παγανιστική πλευρά του θεάτρου με συγκινεί. Στις τραγωδίες, τα κομμάτια του Χορού, έχουν έντονο αυτό το στοιχείο της έκστασης, της επαφής με κάτι άλλο, τη φυγή από το σώμα, την επαφή με κάτι μεταφυσικό. Δεν μπορείς να το αφαιρέσεις αυτό από το θέατρο. Ακόμη και η ταύτιση με τον ρόλο, το βούτηγμα μέσα σ’ αυτόν είναι καθαρά διονυσική διαδικασία. Φεύγεις από τον εαυτό σου και παράγεις εκρήξεις, συναισθήματα κάποιου που δεν είσαι εσύ.
Στη ζωή σου πόσο ρόλο παίζει η μεταφυσική;
Πολύ! Κατ’ αρχάς η τέχνη, η κατάσταση της δημιουργίας έχει μεταφυσική. Η ποίση έχει μεταφυσική. Για να φτάσεις σε σημείο να συλλάβεις και να καταθέσεις αλήθειες καθολικές που θα συγκινήσουν και θα ΄΄τρυπήσουν΄΄ πολύ κόσμο πρέπει να ανοίξεις κανάλια φεύγοντας από τα στενά δικά σου όρια. Αυτό το γεγονός εμπεριέχει μεταφυσική. Δεν μπορεί αλλοιώς η Κική Δημουλά να γράψει «Θεέ μου τι δεν μας περιμένει ακόμα»... Ή να γράφει ένα ποίημα και να καταλήγει «Και πόσο βαρέθηκα τα τινάγματα του μέσα βίου έξω»...
Αγαπημένοι ποιητές;
Κυρίως οι Γάλλοι αν και δεν ξέρω γαλλικά!
Μίλησες σε μια εκπομπή για ένα πολύ καθοριστικό κομμάτι της ζωής σου, τον τραυλισμό. Θέλω να μας πεις για την στιγμή εκείνη που έγινε αυτή η μετάβαση πάνω στο θεατρικό σανίδι.
Μεταφυσικά (γέλια). Ήταν σε μια άσκηση που μας είχε βάλει η Τζιραλίδου, μαθήτρια και η ίδια του Θεάτρου Τέχνης του Κουν. Έπρεπε να μάθουμε ένα ποίημα του Ελύτη και να το παρουσιάσει ο καθένας με τον τρόπο του στο πρώτο έτος της σχολής. Ήταν η πρώτη φορά μετά από χρόνια που άκουσα τον εαυτό μου να έχει μια ροή λόγου. Μετά αντιλήφθηκα ότι, παρ’ ότι αυτό δεν ήταν ρόλος, ξέχασα τα θέματα του Στέφανου, μπήκα σ’ ένα άλλο trip ψευδαίσθησης, ένα trance και ξέχασα και το τραύλισμα, θέμα που αφορούσε τον Στέφανο. Είναι όλο ένα mind trip. Ανέβηκα στη σκηνή και άρχισα να φαντάζομαι τις εικόνες που έλεγε ο Ελύτης και να τις περιγράφω. Απλά εκείνη την στιγμή λάτρεψα το θέατρο. Χωρίς να σημαίνει ότι γιατρεύτηκε το πρόβλημα και τελείωσε για πάντα. Παραμονεύει συνέχεια μια μαύρη σκιά και θα έρθει σε στιγμές μεγάλου στρες και έντασης. Πάντα καραδοκεί, όπως στους αλκοολικούς που πρέπει να προσέχουν. Θα βγει μια δεδομένη στιγμή.
Θεώρησες υπεύθυνους τους γονείς σου για αυτό;
Σαφώς. Το απέκτησε και η αδερφή μου.
Γιατί βγήκε σ’ αυτή την έκφανση πιστεύεις; Θα μπορούσες να εικάσεις ότι από πολύ μικρό παιδί σου εμπόδιζαν την δυνατότητα να εκφραστείς;
Πολύ πιθανόν! Ήταν μεγάλο τραύμα γιατί πέρασε έτσι όλη η εφηβεία. Δεν μπορούσες να κάνεις ούτε φιλίες ούτε σχέσεις. Υπέστην μπούλινγκ και πολλή μοναξιά. Αυτός είναι και ο λόγος που με ώθησε στα διαβάσματα και στα εκκλησιαστικά. Γι’ αυτό και μετά το Λύκειο πήγα στη Ριζάρειο Σχολή. Εκεί βρήκα διέξοδο, αισθανόμουν ήρεμα, με περισσότερη αποδοχή.
Ποιά ήταν η αντίδραση των δικών σου όταν έβλεπαν αυτή την κατάσταση;
Ηρέμησε και μην βιάζεσαι μου έλεγαν. Κάτι το οποίο σε αγχώνει περισσότερο. Γι’ αυτό και με εκνευρίζει το γεγονός όταν στο θέτρο ή στον κινηματογράφο αυτό γίνεται στοιχείο κωμωδίας. Ο κεκές και ο τραυλός. Η πρώτη ταινία που ασχολήθηκε κάπως σοβαρά ήταν ο ΦΟΒΟΣ ΕΝΣΤΙΚΤΟΥ αλλά και ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΙΑ
Θα μπορούσες να κάνεις αυτό το θέμα θεατρικό;
Ίσως γίνει κάποια στιγμή αλλά προς το παρόν φοβάμαι μην ξαναπέσω σ’ αυτ’ο το τριπάκι, να μην με πάει πάλι πίσω η ενασχόληση μ’ αυτό!
Τί αλλους φόβους έχεις;
Υπαρξιακούς. Φοβάμαι για την κοινωνία που μόνο στα λόγια είναι ανοιχτή! Για τη νέα γενιά φοβάμαι. Βγάζουμε νέους που τους νοιάζει να περνάνε καλά, δεν τους νοιάζει το σύνολο. Φοβάμαι για τον κόσμο που δεν τον νοιάζει ο δίπλα. Που δεν βοηθάει, δεν στηρίζει, γιατί αυτό σε κάνει άνθρωπο. Όλα αυτά με στεναχωρούν. Όλοι μιλάμε για αγάπη, αλλά η αγάπη είναι πράξη. Μπορεί να είναι στη μόδα το life coaching αλλά όταν βγαίνεις στο δρόμο τι γίνεται. Κυκλοφορώντας στα ΜΜΜ βλέπεις ακριβώς τον καθρέφτη της κοινωνίας. Βαθιά ρατσιστής, βαθιά συντηρητικός, βαθιά θυμωμένος. Δεν γουστάρει ο ένας τον άλλον. Δεν γουστάρονται οι άνθρωποι μεταξύ τους!....
Μιχάλης Πολυχρόνης
Η επαφή με τον Στέφανο Κακαβούλη επεκτάθηκε και σε άλλα ζητήματα που θα χρειάζονταν πολλές σελίδες. Εν αναμονή ενός τρίτου βιβλίου με διηγήματα που ξεκίνησε να το γράφει στην καραντίνα κλείνουμε μ' ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα από τις ''Αγνές Προθέσεις''
Καλέ μου Π*
Στάση να ξαναδώ τη στάση σου.
Σουφρωμένη σοφία χωμένη σε γέρικη παλάμη.
Μια ιδέα πιό έξω ο αγκώνας και το κεφάλι θα έπεφτε.
Τέλεια θλίψη. Η αλήθεια της δεν κουβαλιέται.
Πόσοι θα απόφευγαν τα χέρια στο μέτωπο αν υποπτεύονταν το βάρος της;
*Κωστής Παλαμάς